Αρχιμανδρίτου Λ.Μ.Γ.
Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με
Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με
Τύπος και ουσία.
Αυτά όμως δεν αποτελούν βέβαια την ουσία της Ορθοδοξίας. Γι' αυτό, και όταν αυτά κάποτε λείπουν, η Ορθοδοξία δεν παύει να υπάρχη. Πέρασε άλλωστε, τόσο σε παλαιότερα όσο και σε νεώτερα χρόνια, μικρότερες ή μεγαλύτερες περιόδους στη ζωή της και χωρίς αυτά, χωρίς να έχη λ.χ. καμπάνες να καλούν στη λατρεία και χωρίς να διαθέτη βυζαντινούς ναούς στολισμένους με εικόνες και ντυμένους με τη ζεστασιά των λειτουργικών της τεχνών. Η Εκκλησία των διωγμών και των κατακομβών στους πρώτους αιώνες, η Εκκλησία του γένους μας κατά την Τουρκοκρατία, αλλά και η Εκκλησία των χωρών του παραπετάσματος μέχρι την περεστρόικα, δεν είχε αυτά τα εξωτερικά βοηθήματα. Και όμως έζησε και τότε. Τέτοια αισθητικά στοιχεία, σαν αυτά που αναφέραμε προηγουμένως, αποτελούν την εξωτερική της μορφή, το ένδυμα του σώματός της, τον φλοιό του καρπού της, τον τύπο όπως λέμε. Χρειάζονται ασφαλώς και αυτά, είνε ωραία και έχουν αξία, χρειάζεται δηλαδή και ο τύπος. Δεν είνε όμως αυτά η ουσία.
Ποια είνε η ουσία της Ορθοδοξίας, ο καρπός, το είναι της, ποια είνε εκείνα που χωρίς αυτά δεν υπάρχει; Η ουσία της Ορθοδοξίας είνε, αδελφοί μου, πρώτον το δόγμα και η θεολογία της, οι αποκεκαλυμμένες δηλαδή διά Πνεύματος αγίου αλήθειες, που εμπιστεύθηκε στα χέρια της ο Θείος Ιδρυτής και Θεμελιωτής της διά του θεοπνεύστου κανόνος των αγίων Γραφών, και που εξήγησαν οι πατέρες και διδάσκαλοι διατυπώνοντας τους δογματικούς όρους. Είνε κατόπιν η αρετή και αγιότης του βίου της, με την οποία επιβεβαιώνεται, στο πρόσωπο των τέκνων της, των αγίων μαρτύρων, των ομολογητών και των οσίων της, η αγάπη και υπακοή της στις εντολές του ουρανίου Νυμφίου και Σωτήρος της. Είνε επίσης το ιερό συνοδικό πολίτευμα, με το οποίο ωργάνωσε την παρουσία της μέσα στον κόσμο και διεφύλαξε την ενότητά της μέσα στην ιστορία. Είνε ακόμη η προσευχή, η λατρεία και τα μυστήριά της, με τα οποία κρατεί αδιάκοπη την αποστολική διαδοχή και κοινωνεί και ενώνεται αδιαλείπτως με την μυστική Κεφαλή της. Είνε τέλος η όλη πνευματικότης και ο μυστικισμός της, που την διατηρούν στο σωστό προσανατολισμό μέσα σ' ένα κόσμο υλόφρονα, πολυπράγμονα, διαρκώς μεταβαλλόμενο και συχνά αλλοπρόσαλλο. Με ένα λόγο ουσία της Ορθοδοξίας είνε η βιβλική, αποστολική και πατερική της παράδοσις, που την καθιστούν σώμα Χριστού και την κρατούν μακριά από υπερβολές και ελλείψεις στη μέση και βασιλική οδό, που οδηγεί με ασφάλεια στον θεοχάρακτο προορισμό της, στην θέωσι του ανθρώπου.
Απ' όλα αυτά τα ουσιαστικά στοιχεία, μπορούμε να πούμε ότι κύρια, θεμελιώδη και περιεκτικά όλων των άλλων είνε τα δύο πρώτα. το δόγμα και το ήθος, η πίστι και η ζωή, η ορθοδοξία και η ορθοπραξία, ή ακόμη απλούστερα το τί πιστεύει και το πώς ζη ο ορθόδοξος Χριστιανός. Αυτά τα δύο είνε απαραίτητα για τη σωτηρία μας, όπως είνε απαραίτητα στη βάρκα τα δύο κουπιά για να ταξιδέψη και στο πουλί τα δύο φτερά για να πετάξη. με ένα φτερό το πουλί πέφτει στο χώμα και με ένα κουπί η βάρκα στριφογυρίζει διαρκώς στο ίδιο σημείο. Για να σωθούμε, χρειάζεται να έχουμε και ορθοδοξία και ορθοπραξία. για να διαπλεύσουμε το πέλαγος του παρόντος βίου και να φθάσουμε στο λιμάνι του παραδείσου, μας χρειάζονται και τα δύο αυτά κουπιά. και για να πετάξουμε στα ύψη της ουρανίου βασιλείας, είνε απαραίτητα και τα δύο αυτά φτερά. Γι' αυτό στην αγία Γραφή τονίζονται και τα δύο. «Η πίστις σου σέσωκέ σε» (Ματθ. 9, 22) λέει, αλλά και «η πίστις, εάν μη έργα έχη, νεκρά εστι καθ' εαυτήν» και «η πίστις χωρίς των έργων νεκρά εστι» (Ιάκ. 2, 17, 26). «Ούτε πολιτείας ακρίβεια καθ' εαυτήν μη διά της εις Θεόν πίστεως πεφωτισμένη ωφέλιμος, ούτε ορθή ομολογία αγαθών έργων άμοιρος ούσα παραστήσαι ημάς δυνήσεται τω Κυρίω, αλλά δει αμφότερα συνείναι, "ίνα άρτιος η ο του Θεού άνθρωπος" (Β' Τιμ. 3, 17) και μη κατά το ελλείπον χωλαίνει ημών η ζωή. Πίστις γάρ εστιν η σώζουσα ημάς, ως φησιν ο απόστολος, "δι' αγάπης ενεργουμένη" (Γαλ. 5, 6)» (Μ. Βασίλειος Ε.Π.Ε. 3, 324. P.G. 32, 1040Α). Δηλαδή. Ούτε η προσεκτική ζωή καθ' εαυτήν είνε ωφέλιμη, αν δεν έχη φωτισθή διά της πίστεως στον Θεό, ούτε η ορθή ομολογία θα μπορέση να μας δικαιώση εμπρός στο κριτήριο του Κυρίου, αν δεν συνοδεύεται από καλά έργα, αλλά πρέπει να συνυπάρχουν και τα δύο, «για να είνε άρτιος ο άνθρωπος του Θεού» και να μην κουτσαίνη η ζωή μας ως προς το μέρος που λείπει. Διότι η πίστι είνε αυτή που μας σώζει, όπως λέει ο απόστολος, «όταν δείχνεται ζωντανή με έργα».
Όταν τα δύο αυτά συνυπάρχουν και αλληλοενισχύωνται, τότε είμαστε στο σωστό δρόμο, έχουμε ελπίδα σωτηρίας. Αλλά την ορθοδοξία εμείς την έχουμε ως κληρονομία από τους προγόνους και τους γονείς μας. δεν κουραστήκαμε για να την αποκτήσουμε. Τί γίνεται όμως με την ορθοπραξία; Εδώ καλούμεθα να αγωνιστούμε. Λέει ο Μ. Βασίλειος. «Την μεν πίστιν ομολογούμεν πάντες, ουκέτι δε πάντες κατά τας εντολάς πολιτευόμεθα», την μεν ορθή πίστι όλοι την ομολογούμε, αλλά δεν ζούμε όλοι κατά τις θείες εντολές (P.G. 30, 236B-C). Όταν προσπαθούμε να έχουμε και την ορθοπραξία, τότε έχουμε τους εξής τρεις πολύτιμους καρπούς: Πρώτον, δείχνουμε εμπράκτως την αγάπη μας στο Χριστό, πράγμα που μας το ζητάει και εκείνος για να μας ανταποδώση και τη δική του αγάπη πλουσιοπάροχα. Δεύτερον, δείχνουμε συνέπεια στο πιστεύω μας, πράγμα που αποτελεί μια καλή μαρτυρία στους γύρω μας. Και τρίτον, εδραιώνεται και μέσα μας ακόμη περισσότερο η βεβαιότης ότι η πίστι μας είνε αληθινή. Ας δούμε αυτά τα τρία λίγο πιο αναλυτικά.
1. Αγάπη προς το Χριστό.
Σε κάθε ανθρώπινη σχέσι η αγάπη επιβάλλει σεβασμό στη θέλησι και στο λόγο του άλλου. Δεν μπορείς να λες ότι αγαπάς τον πατέρα σου ή τον αδελφό σου ή το φίλο σου ή τη σύζυγό σου ή το παιδί σου, τη στιγμή που δείχνεις πως δεν υπολογίζεις τη γνώμη τους ή την επιθυμία τους. Αν προσέχης τα λόγια τους και είσαι πρόθυμος να κάνης ό,τι σου ζητούν, δείχνεις πως τους αγαπάς. Πολύ περισσότερο ισχύει αυτό στη σχέσι μας με το Χριστό και Θεό μας. Η τήρησις των εντολών του Χριστού είνε το δείγμα της αγάπης μας προς αυτόν. Ο ευαγγελιστής Ιωάννης μας γράφει. «Αύτη εστίν η αγάπη του Θεού, ίνα τας εντολάς αυτού τηρώμεν». αυτό θα πη ν' αγαπούμε το Θεό, να τηρούμε τις εντολές του (Α' Ιωάν. 5, 3). Τήρησις των εντολών σημαίνει ορθοπραξία. Και ο Χριστός το είπε κατ' επανάληψιν. Όποιος με αγαπά, θα το δείξη τηρώντας τις εντολές μου. «Εάν αγαπάτε με, τας εντολάς τας εμάς τηρήσατε (αν μ' αγαπάτε, τηρήστε τις εντολές μου)... Ο έχων τας εντολάς μου και τηρών αυτάς, εκείνος εστιν ο αγαπών με (όποιος κρατεί και τηρεί τις εντολές μου, εκείνος είνε που με αγαπά)» (Ιωάν. 14, 15, 21).
Θέλει έμπρακτη την απόδειξι της αγάπης μας ο Χριστός. Και όταν την βλέπη σ' εμάς, τότε μας την ανταποδίδει. Τον αγαπούμε εμπράκτως; μας αγαπά κι αυτός. «Εάν τας εντολάς μου τηρήσητε, μενείτε εν τη αγάπη μου (αν τηρήσετε τις εντολές μου, θα μείνετε στην αγάπη μου, εγώ θα σας αγαπώ)» (Ιωάν. 15, 10). Και υπάρχει μεγαλύτερη ευτυχία και ασφάλεια από το να σ' αγαπά ο Θεός;
Αν όμως εμείς δεν υπολογίζουμε τις εντολές του, τί περιμένουμε; Πώς να μας αγαπά, όταν εμείς περιφρονούμε και καταπατούμε τις εντολές του; Όχι αγάπη και έλεος από το Θεό, αλλά οργή και τιμωρία θα μας περιμένη.
2. Συνέπεια στο πιστεύω μας - απήχησι στους γύρω μας.
Έπειτα, όταν έχουμε ορθοπραξία, ενάρετη ζωή, τότε είμαστε συνεπείς με το πιστεύω μας. διαφορετικά, οι λεγόμενοι ορθόδοξοι είμεθα ασυνεπείς και υποκριταί. «Δεν ωφελούμεθα σε τίποτα προς σωτηρίαν από την ορθή πίστι μας όταν η ζωή μας είνε διεφθαρμένη», φωνάζει ο ι. Χρυσόστομος (Ε.Π.Ε. 12, 522-524. P.G. 59, 50). διότι άλλα λέμε και άλλα πράττουμε, άλλα διακηρύσσουμε και άλλα εφαρμόζουμε.
Όποιος μαζί με την ορθή πίστι προσπαθεί να έχη και ορθή ζωή, αυτός δίδει καλή μαρτυρία για την πίστι του και κάνει και τους έξω, αν μη τι άλλο, τουλάχιστον να τη σέβωνται. Η πρώτη Εκκλησία ακτινοβολούσε χάρι και δύναμι στον κόσμο, διότι ο βίος της ήτο συνεπής με την πίστι της. Και πάντα όταν ο Χριστιανός αγωνίζεται να εφαρμόζη αυτά που πιστεύει, είνε σεβαστός και απολαύει κάποιας τιμής μέσα στην κοινωνία που τον περιβάλλει, ακόμη και όταν όλοι αυτοί δεν συμφωνούν με την πίστι του.
Και όχι μόνο τιμή και σεβασμό. Ο συνεπής Χριστιανός γίνεται σιγά - σιγά μαγνήτης που ελκύει και τους άλλους στην πίστι του. Λέει ο Μ. Βασίλειος. «Δέλεάρ εστι προς την της αληθείας πιθανότητα η κατά την πολιτείαν επιδεικνυμένη ακρίβεια». δόλωμα, αγαθό δόλωμα, που ελκύει και πείθει για την αλήθεια της πίστεώς του, γίνεται η ακρίβεια που δείχνει ο Χριστιανός στη ζωή του (P.G. 30, 637C). Ένα παράδειγμα από την ιστορία. λοιμός επικρατούσε στην Αλεξάνδρεια, και ο κίνδυνος να μεταδοθή η ασθένεια και σε άλλους έκανε και στενούς ακόμα συγγενείς να εγκαταλείπουν τους αρρώστους μόνους στα σπίτια και ν' απομακρύνωνται από φόβο για τη ζωή τους. αλλά οι Χριστιανοί πλησίαζαν, έμπαιναν στα σπίτια αυτά με κίνδυνο της ζωής τους, και συμπαρίσταντο στους εγκαταλελειμμένους ασθενείς ειδωλολάτρες. Τότε πολλοί είπαν: Η δική σας πίστι είνε αληθινή, θέλουμε κ' εμείς να γίνουμε Χριστιανοί. Χωρίς λόγια ή κήρυγμα, και μόνη της η ζωή φωνάζει και καλεί στην αληθινή πίστι. Έτσι εξηγείται πώς η Εκκλησία και υπό διωγμούς και κατατρεγμούς, αντί να εξασθενή και να διαλύεται, ενισχύετο και εξαπλωνόταν. Όσο το αίμα των παιδιών της εχύνετο, τόσο περισσότερο αυτή διεδίδετο. Αλλά και εν καιρώ ειρήνης. έλεγε ο ειδωλολάτρης διδάσκαλος της ρητορικής Λιβάνιος για τη μητέρα του μαθητού του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου «Βαβαί οίαι γυναίκες παρά Χριστιανοίς εισι», πω πω τί γυναίκες υπάρχουν στους Χριστιανούς! Η αγία ζωή και το ένδοξο τέλος των Χριστιανών εκείνων, η ομολογία και το μαρτύριό τους, ήταν η πιο έγκυρη υπογραφή με την οποία επεσφράγιζαν την ορθή και άμωμο πίστι τους.
Εκ του αντιθέτου, όταν η ορθή πίστι δεν συνοδεύεται και από ορθή ζωή, τότε ο Χριστιανός κάνει την πίστι του ανάξια σεβασμού. «Όταν εμείς εν έργοις ασχημονώμεν, ποίοις στόμασι διαλεξόμεθα περί δογμάτων;», όταν εμείς ασχημονούμε με τα έργα μας, με ποια στόματα θα μιλήσουμε για τις αλήθειες της πίστεώς μας; λέει ο ι. Χρυσόστομος (Ε.Π.Ε. 16Β', 498-502. P.G. 60, 440). Όχι μόνο ανάξια σεβασμού αλλά και άξια διπλού χλευασμού κάνει την πίστι του ο ασυνεπής Χριστιανός. «Ο πιστός, βίον καταγέλαστον ζων, έσται μειζόνως καταγέλαστος», όταν ο πιστός ζη μια καταγέλαστη ζωή, θα γίνη περισσότερο καταγέλαστος (εν συγκρίσει με κάποιον άλλο), λέει πάλι ο ι. Χρυσόστομος (Ε.Π.Ε. 17, 66. P.G. 60, 490). Και προχωρεί ακόμα περισσότερο λέγοντας. «Αιτία της σημερινής απιστίας είναι ο δικός μας ρυπαρός βίος» (Ε.Π.Ε. 18, 162. P.G. 61, 52). Το δε αποκορύφωμα της ενοχής μας ποιο είνε; Ότι η ασυνέπειά μας κάνει να βλασφημήται το όνομα του Θεού. «Ουδείς αν ην έλλην ει ημείς ήμεν Χριστιανοί, ως δει (κανένας δεν θα ήταν ειδωλολάτρης, αν εμείς ήμασταν Χριστιανοί όπως πρέπει). Ας δείξουμε επί της γης ουράνια πολιτεία, για να προσελκύσουμε και τους άλλους στην πίστι» (Χρυσόστομος Ε.Π.Ε. 23, 282-286. P.G. 62, 551-552).
3. Βεβαιότης και εμπέδωσις μέσα μας.
Ο πρώτος λοιπόν πολύτιμος καρπός από το ταίριασμα ορθοπραξίας και ορθοδοξίας είνε η οφειλομένη αγάπη μας προς το Χριστό και η δική του θεία αγάπη προς εμάς, ο δεύτερος είνε ότι η συνέπεια με το πιστεύω μας δημιουργεί καλή απήχησι στους γύρω μας και τους ελκύει στην πίστι μας. Και ο τρίτος; Όταν ο πιστός αγωνίζεται να τηρή τις εντολές του Χριστού και της Εκκλησίας του, πραγματοποιεί ένα σπουδαίο πείραμα. Πειραματίζεται, πάνω στην ίδια την προσωπική του πορεία, μ' αυτό που πίστεψε και αποδέχθηκε ως οδηγητικό κανόνα της ζωής του. Πολεμώντας την αμαρτία και τα πάθη του, διακρίνει καθαρώτερα πλέον τον κόσμο της βασιλείας του Θεού, βεβαιώνεται για την οντότητα της Εκκλησίας του, αποκτά ακράδαντη πεποίθησι για την υπόστασί της.
Φανταστήτε, αγαπητοί μου αδελφοί, ένα ναυτικό που θέλει να ταξιδέψη. Παίρνει μια πυξίδα, τη στερεώνει στο τιμόνι του πλοίου του, και αρχίζει δοκιμαστικώς να ταξιδεύη ακολουθώντας τις ενδείξεις της. τί διαπιστώνει; ότι μ' αυτήν φθάνει τελικώς σε αίσιο τέρμα, στο λιμάνι που ήθελε. Ε, αυτό τον βεβαιώνει, ότι μ' αυτήν θα έχη πάντα ασφάλεια στα ταξίδια του. Έτσι και εκείνος που ασπάσθηκε την Ορθοδοξία. αρχίζει να πειθαρχή στα λόγια της Κεφαλής της Εκκλησίας, του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, δηλαδή στις εντολές του Ευαγγελίου. Όσο δύσκολες και αν φαίνονται στην αρχή, αυτός συνεχίζει σταθερά να αγωνίζεται. Δοκιμάζει π.χ. να προσεύχεται και να εκκλησιάζεται ανελλιπώς, να απέχη από τις αιτίες και αφορμές της αμαρτίας, να μετανοή για τ' αμαρτήματά του και να τα εξομολογήται σε πνευματικό πατέρα, να μετέχη στα ιερά μυστήρια, να μη λέη ψέματα, να είνε τίμιος και εργατικός, να ελεή και να βοηθή τον πλησίον του, να είνε όσο μπορεί περισσότερο ταπεινός και ήσυχος, να αγαπά ει δυνατόν όλο τον κόσμο και πάνω απ' όλα το Θεό. Τώρα μια ειρήνη βαθειά απλώνεται μέσα του και ακτινοβολεί γύρω του. Ε αυτός, εκτός από τους άλλους λόγους για τους οποίους τον είλκυσε στην αρχή η Ορθοδοξία, έχει τώρα και μέσα από την προσωπική πείρα του μία νέα ισχυρή μαρτυρία που τον βεβαιώνει ότι η πίστι του είνε η σωστή. Η ορθοπραξία εδραιώνει την ορθοδοξία, η ζωή στερεώνει την πίστι, η πράξις εμπεδώνει τη θεωρία. Η τήρησις των εντολών του Χριστού βεβαιώνει τον πιστό, ότι δεν έκανε λάθος που τον ακολούθησε. Τον ενθουσιάζει και τον ισχυροποιεί στην πίστι του. Η ορθόδοξος ζωή εμπεδώνει την ορθόδοξο πίστι.
Αντιθέτως η φαύλη ζωή, όταν ο Χριστιανός δεν αγωνίζεται να την αποφύγη αλλά κάνη βαθμιαίως όλο και νέες υποχωρήσεις και συμβιβασμούς, σιγά - σιγά διαβρώνει την ορθόδοξο πίστι του. Μένει βέβαια πάντα κάποια σπίθα ορθοδοξίας, αλλά κι αυτή κινδυνεύει να σβήση τελικώς μέσα στους ανέμους των συμβιβασμών και της ζωής των απολαύσεων. Ένα παράδειγμα. Στους λεγομένους «μεικτούς γάμους», γάμους δηλαδή ορθοδόξων με ετερόδοξα πρόσωπα, βλέπουμε συχνά το ορθόδοξο μέλος, άνδρα ή γυναίκα, ν' απεμπολή την πατρώα ευσέβεια, γιατί βρέθηκε μπλεγμένο είτε στο δέλεαρ του πλούτου είτε στα δίχτυα του έρωτος. Να μια περίπτωσι που η απουσία ορθού βίου, ορθοπραξίας, πνίγει την ορθοδοξία (κάτι που μιλώντας με εκκλησιαστική ακρίβεια συνιστούμε να αποφεύγεται).
Πριν τελειώσω, αδελφοί μου, θα μεταφέρω εδώ μερικά πατερικά λόγια, τα οποία παραθέτω μεταφρασμένα.
«Είναι απαραίτητος ο ενάρετος βίος μαζί με την ορθή πίστι. Ο Χριστός σε λίγα χωρία μιλάει για το τί να πιστεύουμε, ενώ σε πολλά μιλάει για το πώς να ζούμε, ή μάλλον για το πώς να ζούμε μιλάει παντού. Πρέπει η ζωή μας να είναι απηρτισμένη από όλες τις αρετές. Με την ελεημοσύνη ας φροντίζουμε ώστε η ζωή να είνε συνεπής» (Χρυσόστομος Ε.Π.Ε. 11, 532-536. P.G. 58, 613-614).
«Τί αποτελέσματα έχει ο διεφθαρμένος βίος. Ας φροντίζουμε να έχουμε καλόν βίον, για να μη δεχθούμε δόγματα κακά. Είνε απαραίτητο το υγιές δόγμα και ο ορθός βίος» (Χρυσόστομος Ε.Π.Ε. 16Β', 76-78. P.G. 60, 331-332).
«Η ακάθαρτη ζωή είνε εμπόδιο για τα υψηλά δόγματα. Αυτός που θέλει να βρη την αλήθεια πρέπει να είνε καθαρός από όλα τα πάθη» (Χρυσόστομος Ε.Π.Ε. 16Β', 498-502. P.G. 60, 440).
«Όπως η πλανεμένη πίστι γεννά συνήθως ακάθαρτη ζωή, έτσι και η διεφθαρμένη ζωή πολλές φορές γεννά πλάνη στην πίστι» (Χρυσόστομος Ε.Π.Ε. 27, 248. P.G. 51, 252).
«Δεν θα κερδίσουμε τίποτα έχοντας την ορθή πίστι, όταν η ζωή μας είνε διεφθαρμένη. Όπως πάλι δεν υπάρχει όφελος από μία άψογη ζωή, όταν η πίστι δεν είνε υγιής» (Χρυσόστομος Ε.Π.Ε. 27, 336. P.G. 51, 287).
«Για να σωθούμε εμείς δεν αρκεί το να γνωρίζουμε τα ορθά δόγματα, αλλά χρειάζεται να έχουμε και άψογη διαγωγή» (Χρυσόστομος Ε.Π.Ε. 33, 350. P.G. 63, 516).
Είθε, με τη χάρι του Κυρίου, να φιλοτιμηθούμε ώστε να ασκηθούμε στην ορθοπραξία, που δικαιώνει την Ορθοδοξία μας.
Γνωρίζοντας οι ορθόδοξοι, ότι «εκτός της Εκκλησίας (δηλαδή της Ορθοδοξίας) δεν υπάρχει σωτηρία», και βλέποντας τους μεν λεγομένους χριστιανούς να είνε σχεδόν το ένα τρίτο (1/3) του πλανήτου, τους δε ορθοδόξους να είνε το ένα τρίτο (1/3) περίπου των χριστιανών, δηλαδή μια πολύ μικρή μειοψηφία μέσα στην σημερινή ανθρωπότητα, γεννώνται μέσα μας δύο σκέψεις.
Πρώτον διερωτώμεθα. τί θα γίνη όλο αυτό το πλήθος; Δεν θα γνωρίσουν αυτοί ποτέ το φως της αληθινής πίστεως για να σωθούν; Επειδή συνέβη να γεννηθούν ή ειδωλολάτρες ή βουδδισταί ή κομφουκιανισταί ή μωαμεθανοί ή ιουδαίοι ή προτεστάντες ή παπικοί ή χιλιασταί ή ό,τιδήποτε άλλο, θα μείνουν λοιπόν έξω από τη σωτηρία; Όχι. Γι' αυτό η Ορθοδοξία έχει μέσα στη φύσι της την ιεραποστολή, την αγνή ιεραποστολή, και την υπογραμμίζει ιδιαιτέρως την Κυριακή της Ορθοδοξίας, καθώς ακούμε στο ευαγγέλιο ο ένας να φέρνη τον άλλο στο Χριστό, ο Φίλιππος τον Ναθαναήλ (βλ. Ιωάν. 1, 44-52).
Και η άλλη σκέψι. Εμείς τί καλό κάναμε άραγε και μας ευνόησε τόσο ο Κύριος, ώστε να γνωρίσουμε την αλήθεια του και ν' ανήκουμε στην μόνη σώζουσα Εκκλησία του; Διότι είνε όντως μεγάλη εύνοια αυτό. σε ένα χωρίο της θεοπνεύστου Γραφής το να βρη ο άνθρωπος την αληθινή και σώζουσα πίστι χαρακτηρίζεται ως λαχείο (βλ. Β' Πέτρ. 1, 1). Μεροληπτεί λοιπόν ο Θεός; Όχι ασφαλώς, αδελφοί μου. Ο Θεός είνε δίκαιος. Όσοι αξιώθηκαν να γίνουν μέλη της Ορθοδόξου Εκκλησίας, έγιναν κατά τις ανεξερεύνητες βουλές του Θεού βέβαια, αλλ' έγιναν και παραμένουν, και διότι οι ίδιοι το θέλουν. Η ελευθερία του ανθρώπου υπάρχει πάντα και είνε σεβαστή από τον Θεό. Ο Χριστός λέει σε κάθε άνθρωπο.. εάν τις ακούση της φωνής μου και ανοίξη την θύραν, και εισελεύσομαι προς αυτόν και δειπνήσω μετ' αυτού και αυτός μετ' εμού» (Απ. 3, 20). Το μεγάλο δικαίωμα ανήκει σε όλους. ο Θεός «πάντας ανθρώπους θέλει σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν» (Α' Τιμ. 2, 4), και το φως του Χριστού «φωτίζει πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον κόσμον» (Ιωάν. 1, 9). Αν το να δεχθή κάποιος την σωτήριο πίστι της Ορθοδοξίας χαρακτηρίζεται ως λαχείο, αυτό λέγεται για να δειχθή το μέγεθος του κέρδους, ο απερίγραπτος πλούτος που του χαρίζεται. όχι διότι κάποιος άλλος δεν μπορεί ν' απολαύση τον ίδιο πλούτο. Γι' αυτό ο πλούτος της χάριτος και της σωτηρίας σε άλλα σημεία της Γραφής χαρακτηρίζεται ως «δωρεά» και ως «χάρις», δηλαδή χάρισμα, που προσφέρεται σε όλους (βλ. Ιωάν. 4, 10 κ.α. Πράξ. 11, 23 κ.α.). Δεν υπάρχει, όπως γνωρίζουμε, απόλυτος προορισμός. η ορθόδοξος πίστις απορρίπτει τη δοξασία περί απολύτου προορισμού. «Ιδού έστηκα επί την θύραν και κρούω
Ότι έτσι είνε τα πράγματα το δείχνει άλλωστε και η καθημερινή πραγματικότης. Βλέπουμε παιδιά γεννημένα μέσα στην Ορθοδοξία και βαπτισμένα στην κολυμβήθρα της Ορθοδόξου Εκκλησίας, μεγαλώνοντας, ν' απαρνούνται την πίστι τους και ν' ασπάζωνται άλλα δόγματα ή και άλλες θρησκείες, χωρίς να τους εμποδίζη σ' αυτή την επιλογή ο Θεός. Αλλά πληροφορούμεθα καθημερινώς και το αντίστροφο. άνθρωποι άλλων θρησκειών και άλλων δογμάτων δείχνουν ενδιαφέρον και πλησιάζουν την Ορθοδοξία, γίνονται κατηχούμενοι και τέλος βαπτίζονται στην κολυμβήθρα της Ορθοδοξίας.
Όσο λυπηρό είνε ότι κάποιοι «απωθούν το λόγο του Θεού» δεν κρίνουν τους εαυτούς των «αξίους της αιωνίου ζωής» (Πράξ. 13, 46), τόσο ευχάριστο είνε ότι κάποιοι άλλοι από τα πέρατα της γης, ειδωλολάτρες της Αφρικής και της Ασίας, δείχνονται άξιοι να δεχθούν την Ορθοδοξία κάνοντας υπακοή στις εντολές του Χριστού. «Όταν τους πούμε ότι κάτι είνε αποστολική παράδοσις, π.χ. το να νηστεύουν Τετάρτη και Παρασκευή, αμέσως το δέχονται και το τηρούν χωρίς άλλο λόγο», έλεγε ο επίσκοπος Γκάνας Παντελεήμων. Και ορθόδοξοι Χριστιανοί της Ελλάδος δείχνονται ανάξιοι της Ορθοδοξίας, χλευάζοντας «τα κεριά και τα λιβάνια» και αποκαλώντας τις προσευχές «πατερμά». Άλλοι χάνουν και άλλοι κερδίζουν την Ορθοδοξία, αναλόγως της στάσεως και της ζωής τους, δηλαδή της ορθοδοξίας ή κακοπραξίας τους. Επαναλαμβάνεται η ιστορία των πρωτοτοκίων του Ησαύ με τον Ιακώβ (βλ. Γέν. κεφ. 27) και ισχύει ο λόγος του Χριστού «Και έσονται πρώτοι έσχατοι και έσχατοι πρώτοι» (Ματθ. 19, 30 κ.α.).
«ΑΔΕΛΦΙΚΗ ΒΟΗΘΕΙΑ» ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΟΥ Λ.Μ.Γ. ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»
Πηγή: impantokratoros.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου