Όταν ο 27χρονος Ίωνας Δραγούμης πέρναγε την πόρτα του θεάτρου «Ζιζίνια» της Αλεξάνδρειας στις 19 Μαρτίου 1905, δεν μπορούσε να φανταστεί ότι ερχόταν αντιμέτωπος μ’ ένα παράξενο πεπρωμένο. Οι δυο γυναίκες που ερωτεύτηκε ήταν εκεί. Η μία, στη σκηνή υποδυόταν Ηλέκτρα απ’ την «Ορέστεια» σε μετάφραση στη Δημοτική που παραλίγο να αιματοκυλήσει την Αθήνα το 1903. Η ηθοποιός Μαρίκα Κοτοπούλη. Η άλλη, καθισμένη στο φουαγιέ, χαμογελαστή μέσα στη ροζ μεταξωτή τουαλέτα της. Η Πηνελόπη Δέλτα.
Ο Δραγούμης, δεύτερο απ’ τα εννιά παιδιά του Στέφανου Δραγούμη, σύμφωνα με τους κανόνες του πολιτικού παιχνιδιού, προοριζόταν για πολιτικός κληρονόμος του πατέρα του. Μόνο που ο ίδιος, επιστρέφοντας απ’ τη Θεσσαλία του 1897, δεν ήξερε πια αν ήθελε να γίνει πολιτικός. Σπούδασε Νομικά για να ικανοποιήσει τον πατέρα του, αλλά δεν σκόπευε να δικηγορήσει. Η Μακεδονία το 1902 είχε στοιχειώσει το μυαλό του με άλλες φιλοδοξίες. Υπηρέτησε ως διπλωματικός υπάλληλος στο υπουργείο Εξωτερικών, διορίστηκε πρόξενος στο Μοναστήρι, στον Πύργο της Βουλγαρίας και στη Φιλιππούπολη.
Στην Αλεξάνδρεια, το Υπουργείο τον έστειλε για την αναθέρμανση της ελληνικής κυβέρνησης με την εκεί κοινότητα.
Οι αλεξανδρινές του μέρες κυλούν πληκτικά. «[…] Ο καθένας εδώ κοιτάζει να περάσει την ώρα του παίζοντας χαρτιά, μιλώντας και γελώντας. Τι άδεια ζωή! Άδεια από συγκίνηση, από ταραχή, από αίσθημα, από βάθος […]».
Συχνά του έρχεται η επιθυμία να τα παρατήσει όλα και να γυρίσει πάλι στο Μοναστήρι.
«Αγαπάω τα υπόδουλα μέρη γιατί εκεί αισθάνομαι ελεύθερος να κάνω κάτι πιο ελληνικό. Εκεί τουλάχιστον μπορώ να κάνω μια επανάσταση».
Το Μάη του 1905, η δολοφονία του πρωθυπουργού Δεληγιάννη θα’ ναι το επίκεντρο των συζητήσεων στην Αλεξάνδρεια. Θα’ ναι και μια αφορμή να βλέπει συχνότερα την Δέλτα που έχει αρχίσει ήδη να ερωτεύεται. «Ο Δραγούμης και η Δέλτα ήταν φτιαγμένοι ο ένας για τον άλλο», έλεγαν μέχρι πριν λίγα χρόνια κάποιοι εναπομείναντες γέροι Αλεξανδρινοί που έζησαν το ειδύλλιο. «Ακόμα κι αν δεν ήξερες τίποτα, το μάντευες στον αέρα που ανάπνεαν». Η σχέση τους που ποτέ δεν ξεπέρασε τα όρια ενός πλατωνικού έρωτα, ώθησε την Δέλτα στη συγγραφή. Ωστόσο, ο τρόπος με τον οποίο εκείνη είναι μεγαλωμένη, ο αυστηρός πατέρας της, οι δισταγμοί της ν’ αφήσει άντρα και παιδιά, γράφουν το οριστικό τέλος στο Βεσλάου , έξω απ’ τη Βιέννη το καλοκαίρι του 1908. Ακολουθούν δυο αποτυχημένες απόπειρες αυτοκτονίας της. Απ’ τον χωρισμό τους και μετά θα ντυθεί για πάντα στα μαύρα μέχρι την επιτυχημένη αυτή τη φορά αυτοκτονία της το 1941, τη μέρα που μπήκαν οι γερμανοί στην Αθήνα. Το τελευταίο ερωτικό της μήνυμα προς τον Ίωνα είναι το μυθιστόρημα της «Για την πατρίδα» που μιλάει για την ιστορία δυο ηρώων στη Μακεδονία του 10ου αιώνα.
Το Μάη του 1905, η δολοφονία του πρωθυπουργού Δεληγιάννη θα’ ναι το επίκεντρο των συζητήσεων στην Αλεξάνδρεια. Θα’ ναι και μια αφορμή να βλέπει συχνότερα την Δέλτα που έχει αρχίσει ήδη να ερωτεύεται. «Ο Δραγούμης και η Δέλτα ήταν φτιαγμένοι ο ένας για τον άλλο», έλεγαν μέχρι πριν λίγα χρόνια κάποιοι εναπομείναντες γέροι Αλεξανδρινοί που έζησαν το ειδύλλιο. «Ακόμα κι αν δεν ήξερες τίποτα, το μάντευες στον αέρα που ανάπνεαν». Η σχέση τους που ποτέ δεν ξεπέρασε τα όρια ενός πλατωνικού έρωτα, ώθησε την Δέλτα στη συγγραφή. Ωστόσο, ο τρόπος με τον οποίο εκείνη είναι μεγαλωμένη, ο αυστηρός πατέρας της, οι δισταγμοί της ν’ αφήσει άντρα και παιδιά, γράφουν το οριστικό τέλος στο Βεσλάου , έξω απ’ τη Βιέννη το καλοκαίρι του 1908. Ακολουθούν δυο αποτυχημένες απόπειρες αυτοκτονίας της. Απ’ τον χωρισμό τους και μετά θα ντυθεί για πάντα στα μαύρα μέχρι την επιτυχημένη αυτή τη φορά αυτοκτονία της το 1941, τη μέρα που μπήκαν οι γερμανοί στην Αθήνα. Το τελευταίο ερωτικό της μήνυμα προς τον Ίωνα είναι το μυθιστόρημα της «Για την πατρίδα» που μιλάει για την ιστορία δυο ηρώων στη Μακεδονία του 10ου αιώνα.
Ο έρωτας του με τη Μαρίκα Κοτοπούλη ξεκινάει στην Κωνσταντινούπολη του 1908, σε μια βαρκάδα στο Βόσπορο. Θα κρατήσει δώδεκα χρόνια, ως την εκτέλεση εκείνου. Πρόκειται για μια θυελλώδη σχέση που γέννησε τη δυσαρέσκεια πολλών και ειδικά της οικογένειας Δραγούμη που αδυνατούσε να δεχτεί ότι ο γιος τους ζει με μια κοινή – όπως την ονόμαζαν- γυναίκα. Οι εφημερίδες που δεν τον χώνευαν, είχαν βρει ανοιχτό πεδίο για μάχη «Καταχράστηκε λεφτά και τα έδωσε στην ερωμένη του. Πλαστογράφησε επιταγές για να της κάνει θέατρο».
Απ’ το 1916 ζούσαν επίσημα μαζί στο σπίτι της οδού Ξενίας. Η σχέση τους δοκιμάστηκε όλα αυτά τα χρόνια όχι μόνο από εξωτερικούς παράγοντες, αλλά κι απ’ το άστατο του χαρακτήρα και των δυο τους καθώς κι απ’ το φλογερό τους ταμπεραμέντο.
Άλλοτε αγαπιόντουσαν τρελλά: «Σ' αγαπώ ως την τελευταία μου πνοή» κι άλλοτε έφταναν σε λόγια που πλήγωναν: «Δεν θα γλιτώσεις ποτέ από μένα» του είπε κάποτε σ’ ένα ξενοδοχείο στη Σμύρνη σ’ έναν από τους πολλούς τσακωμούς τους. «Θα δημοσιεύσω όλα τα γράμματα σου στις εφημερίδες». Με το πέρασμα των χρόνων, ακόμα και η οικογένεια Δραγούμη αποδέχτηκε την Κοτοπούλη σαν χρόνια ασθένεια που δεν γιατρεύεται με τίποτα. Ένα ένα θα άνοιγε ο Ίων στη Μαρίκα τα παράθυρα του κόσμου. Τη Δέλτα την είχε ωθήσει στο γράψιμο και της είχε εμφυσήσει την ιδέα του αγώνα για τη Μακεδονία. Στη Μαρίκα, θα γνωρίσει την πνευματική διανόηση της εποχής, τον Παλαμά, τον Καρκαβίτσα, τον Καζαντζάκη.
Τους ένωνε η αντιπαλότητα προς τον Βενιζέλο. Τους χώριζε η εξάρτηση της ντίβας απ’ τη μορφίνη.
Την Παρασκευή 31 Ιουλίου 1920, κι ενώ ο Ίωνας παρακολουθούσε πρόβα της αγαπημένης του στο θέατρο, η είδηση ότι δολοφόνησαν το Βενιζέλο στο Παρίσι, τάραξε την Αθήνα. Ο Ίωνας με τη Μαρίκα - φανατικοί αντιβενιζελικοί - ξεκίνησαν για την Κηφισιά μέχρι να εκτονωθεί η κατάσταση στην Αθήνα. Έξω απ’ τη βίλα Θων στους Αμπελόκηπους όπου ήταν το τάγμα του Γύπαρη σταμάτησαν τη μαύρη Φόρντ του Ίωνα αλλά ο λοχίας γρήγορα τους άφησε να φύγουν. Λίγες ώρες αργότερα, ο Δραγούμης, υποκινούμενος απ’ την επιθυμία να γράψει ένα άρθρο για την απόπειρα στην «Πολιτική Επιθεώρηση», ξεκινάει να κατέβει ξανά στην Αθήνα. Τον σταματούν στο ίδιο σημείο. Τον κατεβάζουν βίαια απ’ το αυτοκίνητο και με κλωτσιές τον οδηγούν στο εσωτερικό της βίλας. Κάποιοι πολίτες φώναζαν οργισμένοι «Σκοτώστε το φονιά του Βενιζέλου». Ωστόσο, η είδηση ότι ο Βενιζέλος σώθηκε και ήταν καλά είχε ήδη φτάσει.
Παρών στον κήπο της βίλας και ο Μπενάκης που συνομίλησε με τον Γύπαρη καθώς 8 άντρες με ξιφολόγχες οδηγούσαν τον Δραγούμη στο Φρουραρχείο κατ’ εντολήν του Γύπαρη. Μπροστά στο Αρεταίειο, στα στρατιωτικά λουτρά, το απόσπασμα σταμάτησε. Απ’ τη γωνιά της Παπαδιαμαντοπούλου ο Ρώσος ακόλουθος παρακολουθούσε τη σκηνή σαστισμένος: «Είδα τους στρατιώτες να στήνουν τον άνθρωπο με το άσπρο κοστούμι σ’ έναν τοίχο. Ύστερα έκαναν τέσσερα βήματα πίσω. Τότε μόνο κατάλαβα ότι ετοιμάζονταν να τον εκτελέσουν. Εμείς περιμέναμε το τραμ κι εκατό μέτρα πιο κάτω, ένας άνθρωπος περίμενε το θάνατο».
«Επί σκοπόν», διέταξε ο λοχίας. «Πυρ». Κανείς απ’ τους 8 στρατιώτες δεν πυροβόλησε. «Ρίχτε ρε», φώναξε ο λοχίας. Κι έριξε πρώτος. Την ίδια ώρα έπεσαν και οι σφαίρες του αποσπάσματος. Την ώρα που ο Δραγούμης σωριαζόταν στο έδαφος, μερικές τον βρήκαν πίσω στην πλάτη. Όταν ο λοχίας πλησίασε πάνω του, το αριστερό του πόδι έκανε κάποιες σπασμωδικές κινήσεις. Ζούσε ακόμα. Τον πυροβόλησε άλλη μια, στο κεφάλι. Το αριστερό πόδι έμεινε ακίνητο.
Η Κοτοπούλη θα μάθει το θάνατο του 23 μέρες αργότερα, όταν δεν θα μπορούν να της κρύψουν πλέον την απουσία του.
Ο Γύπαρης θα φωτογραφίσει τον Μπενάκη ως τον ηθικό αυτουργό στη δίκη των 8 εκτελεστών. Ο Μπενάκης παραπέμπεται για ηθική αυτουργία αλλά αθωώνεται ένα χρόνο αργότερα. Το 1921 ο εισαγγελέας ήταν αντιβενιζελικός, το 1922 ο ανακριτής ήταν βενιζελικός... Στη δίκη του 1935 η ιστορία ξαναζωντανεύει. Ο Γύπαρης εξακολουθεί να εμμένει στον Μπενάκη, οι στρατιώτες όμως διαψεύδουν οποιαδήποτε χρηματική δοσοληψία με το Μπενάκη με σκοπό την εκτέλεση του Δραγούμη. Μέχρι τις μέρες μας, το όνομα του ανθρώπου που έδωσε την εντολή της εκτέλεσης, δεν μαθεύτηκε ποτέ.
Στο σημείο που έπεσε ο Δραγούμης, στήθηκε μια λευκή στήλη το 1921, στην οποία ήταν γραμμένο ότι εκεί έπεσε ο Ίων Δραγούμης «…ο οποίος καθ’ όλην την ζωήν αυτού ηγωνίσθη υπέρ των ελευθεριών του λαού και υπέρ της αναγεννήσεως του Ελληνισμού και της Ανατολής».
Για την ανέγερση της στήλης συμφώνησαν όλα τα κόμματα κατά την Γ’ Εθνοσυνέλευση κι όπως επίτασσε το ελεγείο που είχε γράψει ο Παλαμάς:
«Λευκή ας στηθεί όπου έπεσες κολώνα
πώς έπεσες, γραφή να μην το λέει…
Λευκή, με της Ελλάδας την εικόνα.
Μονάχα αυτή ταιριάζει να σε κλαίει.
Βουβή, μαρμαρωμένη να σε κλαίει…»
Μια προφητική σελίδα απ’ το ημερολόγιο του Δραγούμη: «Στη γη είμαι και με τρώει το σκουλήκι. Ποιος με θυμάται; Κανένας δεν ήρθε μαζί μου στο χώμα. Γρήγορα θα γιατρευτεί η πληγή τους απ’ το θάνατο μου. Κι όσοι έμειναν ζωντανοί τους παίρνει η ζωή και τους στριφογυρίζει στον τρελό της χορό.».
Τα τελευταία χρόνια κάθε πρωί πέρναγα έξω από το σημείο που εκτέλεσαν τον Δραγούμη χωρίς ποτέ να προσέξω τη λευκή στήλη που στήθηκε στη μνήμη του. Συχνά, έπινα καφέ στον προαύλιο χώρο της άλλοτε έπαυλης Θων, εκεί που τον συνέλαβαν, τον χτύπησαν κι έβγαλαν την απόφαση να τον σκοτώσουν. Σκέφτομαι πάντα ότι δυστυχώς στην πόλη που ζούμε το μπετόν κι η αδιαφορία σβήνουν ηθελημένα και άδικα την ιστορία κάποιων ανθρώπων.
«Λευκή ας στηθεί όπου έπεσες κολώνα
πώς έπεσες, γραφή να μην το λέει…
Λευκή, με της Ελλάδας την εικόνα.
Μονάχα αυτή ταιριάζει να σε κλαίει.
Βουβή, μαρμαρωμένη να σε κλαίει…»
Μια προφητική σελίδα απ’ το ημερολόγιο του Δραγούμη: «Στη γη είμαι και με τρώει το σκουλήκι. Ποιος με θυμάται; Κανένας δεν ήρθε μαζί μου στο χώμα. Γρήγορα θα γιατρευτεί η πληγή τους απ’ το θάνατο μου. Κι όσοι έμειναν ζωντανοί τους παίρνει η ζωή και τους στριφογυρίζει στον τρελό της χορό.».
Τα τελευταία χρόνια κάθε πρωί πέρναγα έξω από το σημείο που εκτέλεσαν τον Δραγούμη χωρίς ποτέ να προσέξω τη λευκή στήλη που στήθηκε στη μνήμη του. Συχνά, έπινα καφέ στον προαύλιο χώρο της άλλοτε έπαυλης Θων, εκεί που τον συνέλαβαν, τον χτύπησαν κι έβγαλαν την απόφαση να τον σκοτώσουν. Σκέφτομαι πάντα ότι δυστυχώς στην πόλη που ζούμε το μπετόν κι η αδιαφορία σβήνουν ηθελημένα και άδικα την ιστορία κάποιων ανθρώπων.
Πηγή: andreiomeniellas.blogspot.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου