Του μητροπολίτου Περγάμου (νέου ημερολογίου) Ιωάννου Ζηζιούλα.
Με πολλή χαρά συμμετέχω στη σειρά τών ομιλιών που διοργανώνει το Ινστιτούτο Βυζαντινών Ερευνών τού Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών. Σ' αυτή τη σειρά η οποία παρουσιάζει πραγματικά ιδιαίτερο ενδιαφέρον, όχι μόνο για τη σπουδή τής Βυζαντινής Ιστορίας και τού Πολιτισμού, αλλά και για τη σημασία τού πολιτισμού αυτού για τον σύγχρονο κόσμο.
Σε μια εποχή έξαρσης τής οικολογικής κρίσεως, όπως είναι η σημερινή, είναι εύλογο να διερωτηθούμε, ιδιαίτερα εμείς οι Ορθόδοξοι, τι έχει να μας διδάξει η παράδοσή μας, όπως αυτή διαμορφώθηκε μάλιστα από τους πατέρες τής Εκκλησίας μας, για τη σχέση τού ανθρώπου με το φυσικό του περιβάλλον. Έτσι, η μελέτη και τής Βυζαντινής περιόδου τής ιστορίας μας, παύει να είναι θέμα περιέργειας ή συσσώρευσης γνώσεων και αποκτά ιδιαίτερη υπαρξιακή σημασία.
Το Βυζάντιο δεν είναι για εμάς τους Ορθοδόξους Έλληνες, άσχετο με τη σημερινή ζωή μας. Το κουβαλάμε διαχρονικά μέσα μας, δια μέσου τής Εκκλησίας, τών αγίων και τών εικόνων της, τής λατρείας της, και μάλιστα τής Θείας Λειτουργίας, τού Μοναχισμού και τού ασκητικού του ήθους. Με όλα αυτά το Βυζάντιο είναι για εμάς μέρος τής ταυτότητάς μας, όσο και αν τα Δυτικά ρεύματα εισέβαλαν ορμητικά τα παλαιότερα χρόνια, δημιουργώντας στους Νεοέλληνες βαθύ συνειδησιακό και πολιτισμικό διχασμό, από τον οποίο υποφέρουμε και θα υποφέρουμε ακόμη για πολύ.
Μεταξύ εκείνων που επέδρασαν βαθύτατα στη διαμόρφωση τής Θεολογικής αλλά και τής φιλοσοφικής σκέψεως στη Βυζαντινή περίοδο, διακρίνεται ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής. Γεννημένος περί το 580 μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη, σε μια οικογένεια μεγάλης επιρροής στην αυτοκρατορική αυλή, είχε την ευκαιρία να επιδοθεί σε ευρύτατες σπουδές, ιδιαίτερα φιλοσοφία και τη ρητορική, μέχρις ότου ο αυτοκράτορας Ηράκλειος τον προσέλαβε στην αυλή του ως ένα είδος προσωπικού Γραμματέως τού κράτους. Χωρίς να διαρρήξει τους δεσμούς του με την αυτοκρατορική αυλή, εγκατέλειψε την επίζηλη αυτή θέση του, και έγινε μοναχός. Το 614 κείρεται μοναχός στη μονή Φιλιππικού στη Χρυσούπολη, (ένα προάστειο τής Κωνσταντινούπολης), και το επόμενο έτος τον βρίσκουμε στη μονή τού Αγίου Γεωργίου στην Κύζικο.
Μετά την Περσική εισβολή στη Μικρά Ασία περί το 630, τον βρίσκουμε στη μονή τού Ευκρατά στην Καρθαγένη, όπου συνδέεται με τον ηγούμενό της άγιο Σοφρώνιο, πριν ο τελευταίος γίνει Πατριάρχης Ιεροσολύμων το 634. Η επίδραση που άσκησε ο Σοφρώνιος στη Θεολογική σκέψη τού Μαξίμου, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τη Χριστολογία, υπήρξε καταλυτική.
Την εποχή εκείνη, η Εκκλησία κινδύνευε να διαιρεθεί από μια έντονη θεολογική διαμάχη, γύρω από το ερώτημα εάν στο πρόσωπο τού Χριστού, στο οποίο κατά το δόγμα τής 4ης Οικουμενικής Συνόδου το 751 μ.Χ. είχαν ενωθεί ασυγχύτως και αδιαιρέτως δύο φύσεις, η Θεία και η ανθρώπινη, υπήρχαν δύο ενέργειες και δύο θελήσεις, ή μία ενέργεια και μία θέληση.
Ο Σοφρώνιος ήταν υπέρμαχος τών δύο ενεργειών και δύο θελήσεων, και ο Μάξιμος ακολούθησε και ανέπτυξε σε βάθος, και υποστήριξε με πάθος την ίδια θέση. Αυτό τον έφερε σε οξεία σύγκρουση με την αυτοκρατορική πολιτική, η οποία στην προσπάθειά της να βρει κάποιον συμβιβασμό, ώστε να αποφευχθεί το κοινωνικό ρήγμα στην αυτοκρατορία, με διάφορα διατάγματα που εξέδιδε, έκλινε μάλλον προς την πλευρά τών Μονοφυσιτών. Έτσι, μετά από περιπέτειες τών οποίων η εξιστόρηση παραλείπεται στην ομιλία αυτή, ο Μάξιμος καταδικάζεται το 662 από Μονοθελητική σύνοδο τής Κωνσταντινουπόλεως, και μετά από ποινή που προέβλεπε το κόψιμο τής γλώσσας και τού δεξιού χεριού, εστάλη εξόριστος στη Λαζική, όπου και απέθανε στις 13 Αυγούστου τού ιδίου έτους. Η θεολογία του όμως, δεν άργησε να δικαιωθεί, όταν το 680 - 681, η ΣΤ΄ Οικουμενική σύνοδος στην Κωνσταντινούπολη, επικύρωσε δογματικά πλήρως τη θεολογία του.
Η σύντομη αυτή ιστορική εισαγωγή, κρίθηκε απαραίτητη για όσους ίσως δεν είναι εξοικειωμένοι με τη βιογραφία τής μεγάλης αυτής Θεολογικής και φιλοσοφικής μορφής που μας απασχολεί σ' αυτή την ομιλία μας. Σκοπός μας είναι σήμερα να δείξουμε πώς οι θέσεις τού μεγάλου αυτού θεολόγου τής Εκκλησίας μας, και μάλιστα αυτές που αφορούν στη Χριστολογία, (και στις οποίες επέμεινε μέχρι μαρτυρίου), συνδέονται με τη σχέση τού ανθρώπου προς το φυσικό περιβάλλον. Γιατί όσο κι αν μας φαίνεται εκ πρώτης όψεως παράδοξο, η αποδοχή ή όχι τής Χριστολογίας για την οποία αγωνίσθηκε ο Μάξιμος, επηρεάζει άμεσα και αποφασιστικά, (όπως θα δούμε), την αντίληψή μας για τη θέση τού ανθρώπου μέσα στη φύση. Ναι, η θεολογία έχει πράγματι βαθύτατη σχέση με την Οικολογία.
2. Η κοσμολογία τού αγίου Μαξίμου
Ας δούμε πρώτα την κοσμολογία τού αγίου Μαξίμου. Για τον άγιο Μάξιμο (όπως και για όλους τους πατέρες τής Εκκλησίας), ο κόσμος είναι δημιουργία τού Θεού. Δεν είναι ούτε αυθύπαρκτος, ούτε αυτονόητος, ούτε από τη φύση του αιώνιος, όπως τον αντιλαμβάνονταν οι αρχαίοι Έλληνες. Ο κόσμος προέκυψε ως αποτέλεσμα τής αγάπης τού Θεού, ο Οποίος θέλησε να υπάρχει κάτι και έξω από τον εαυτό Του. Μεταξύ τού Θεού και τού κόσμου, υπάρχει χάσμα οντολογικό. Η φύση τού Θεού και η φύση τού κόσμου, είναι ριζικά διάφορες. Η θεοποίηση τού κόσμου, είναι συνεπώς εντελώς αδιανόητη.
Το οντολογικό αυτό χάσμα, μεταξύ Θεού και κόσμου, θα καταδίκαζε τον κόσμο στον αφανισμό, εάν αυτός στηριζόταν αποκλειστικά στις δυνάμεις του. Αλλά ο Θεός ήθελε να μην αφανισθεί ο κόσμος. Δεν ήθελε να αφανισθεί ο κόσμος. Ήθελε να ζει και αυτός αιώνια. Ήθελε να έχει (κατά την έκφραση τού αγίου Μαξίμου), "όχι απλώς το είναι, αλλά και το αεί είναι". Αλλά αφού η ιδιότητα τού "αεί είναι", δηλαδή τής αθανασίας ανήκει μόνο στον Θεό, ο οποίος δεν έχει όπως ο κόσμος αρχή, και δεν υπόκειται στο χρόνο, δεν υπήρχε άλλος τρόπος να αποκτήσει αθανασία το κτιστό, παρά μόνο αν ενωνόταν με τον Άκτιστο Θεό. Αυτή η ένωση κτιστού και Ακτίστου, (Θεού και κόσμου), ήταν για τον άγιο Μάξιμο τόσο σπουδαία, ώστε να αποτελεί το κέντρο όλης τής θεολογίας του.
Ο Θεός κατά τον άγιο Μάξιμο, δημιούργησε τον κόσμο, βάζοντας μέσα σε όλα τα όντα, έναν λόγο. Το ότι ο κόσμος εμπεριείχε τους λόγους τών όντων, ήταν ιδέα ήδη γνωστή στον αρχαίο κόσμο, κυρίως με τη διδασκαλία τών Στωικών. Την είχε αναπτύξει ιδιαίτερα ο Φίλων και στη συνέχεια ο Ωριγένης. Αλλά ενώ σε όλους αυτούς η ιδέα αυτή εμπεριείχε τον κίνδυνο να ταυτισθεί ο κόσμος με τον Θεό, στο Μάξιμο ο κίνδυνος αυτός αποφεύχθηκε, με το να συνδεθούν οι λόγοι τών όντων, όχι με τη σκέψη τού Θεού, αλλά με τη βούλησή Του. Τοποθετούσε τους λόγους, σε ένα μελλοντικό προορισμό. Ο κόσμος θα σωθεί και θα ζήσει αιώνια, γιατί ο Λόγος τού Θεού, (το δεύτερο πρόσωπο τής Αγίας Τριάδος), ο οποίος περιέχει στον εαυτό του όλους τους λόγους τών όντων, θα σαρκωθεί και θα γίνει άνθρωπος. Έτσι θα ενωθεί το κτιστό με το Άκτιστο, και θα υπερβεί η κτίση τον θάνατο, που ως θνητή από τη φύση της, δεν μπορεί μόνη της να αποφύγει.
3. Η σχέση μεταξύ ανθρώπου και κτίσεως
Αλλά γιατί ο Λόγος τού Θεού να γίνει άνθρωπος, και όχι κάτι άλλο, π.χ. άγγελος; Εδώ βρίσκεται το κλειδί, για τη σχέση τού ανθρώπου με την υπόλοιπη κτίση.
Ο άνθρωπος κατά τον άγιο Μάξιμο, έχει ένα μοναδικό προνόμιο: Μετέχει εξ' ίσου τού υλικού και τού νοερού κόσμου. Αν ο Θεός ήθελε να σωθούν και να ζήσουν αιώνια μόνο τα νοερά και πνευματικά όντα, (μόνο οι ψυχές π.χ.), τότε δεν θα χρειαζόταν η σάρκωση τού Λόγου. Το ότι ο Λόγος προσέλαβε σώμα υλικό, αποδεικνύει ότι ο Θεός ήθελε να φέρει σε κοινωνία και ένωση μαζί Του όλη την υλική κτίση. Να λοιπόν η πρώτη και μεγάλη οικολογική συνέπεια τής Χριστολογίας τού αγίου Μαξίμου: Το φυσικό περιβάλλον, είναι προορισμένο από τον Θεό, να ανυψωθεί κι αυτό μαζί με τον άνθρωπο, σε κοινωνία με τον Ίδιο τον Θεό. Ο Θεός δεν θέλει τη σωτηρία μόνο τού ανθρώπου, αλλά και όλης τής κτίσεως. Αυτός ο ύψιστος και θείος προορισμός τού υλικού κόσμου, θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί μόνο αν ο άνθρωπος έδινε ελεύθερα τη συγκατάθεσή του. Το αυτεξούσιο, δηλαδή η ελευθερία, δόθηκε από τον Θεό στον άνθρωπο, ως πλασμένον κατ' εικόνα Θεού, και αυτό αποτελεί το διακριτικό του γνώρισμα από τα ζώα και τη λοιπή υλική κτίση.
Χωρίς την ελεύθερη συγκατάθεση τού ανθρώπου, η σωτηρία τής κτίσεως θα ήταν αποτέλεσμα εξαναγκασμού, και δεν θα είχε καμία αξία, γιατί θα προσέκρουε στην αγάπη τού Θεού. (Η αγάπη πάντοτε σέβεται την ελευθερία). Ο άνθρωπος λοιπόν, δημιουργήθηκε ελεύθερος, να κυριαρχεί στην λοιπή υλική δημιουργία όπως μαρτυρεί και η Γραφή: "Αυξάνεστε και πληθύνεστε και κατακυριεύσατε τής γης, και άρχειν επί τών ερπετών" κλπ, κλπ, αλλά την ελευθερία του αυτή την έλαβε από τον Θεό, όχι για να καταστρέφει, αλλά για να ενώνει με τον Θεό τον υλικό κόσμο. Ο άνθρωπος θα γινόταν έτσι ο μικρόκοσμος, που θα μεσίτευε μεταξύ ουρανού και γης, Θεού και κόσμου. Γι' αυτό ο άγιος Μάξιμος αφιερώνει μεγάλο μέρος τής διδασκαλίας του, αναλύοντας αυτό το μυστήριο τής μεσιτείας. Υπέρβαση τής διαιρέσεως μεταξύ τών δύο φύλων, μεταξύ παραδείσου και οικουμένης, μεταξύ ουρανού και γης, μεταξύ νοερών και αισθητών, και τέλος μεταξύ Θεού και κτίσεως. Αυτός είναι για τον άγιο Μάξιμο, ο προορισμός τού ανθρώπου. Τίποτε λιγότερο από αυτό.
Τον προορισμό αυτό, ο πρώτος άνθρωπος αρνείται να εκτελέσει. Άμα τη γενέσει του, (λέει ο άγιος Μάξιμος), ρέπει προς την αντίθετη φορά. Και αντί να ενώσει τον κόσμο με τον Θεό, έκανε τον εαυτό του θεό, και έσχατο σημείο αναφοράς όλου τού κόσμου. Έτσι επεκράτησε η φιλαυτία, η ρίζα όλων τών παθών, κατά τον άγιο Μάξιμο. Και η βουλή τού Θεού για την υπέρβαση τής θνητότητας, που ήταν εγγενής στη φύση τού κτιστού δεν πραγματοποιήθηκε. Ο άνθρωπος, ασκώντας την ελευθερία του ως αυτοαναφορά, ως φιλαυτία δηλαδή, καταδίκασε όλη την κτίση, και πρώτα τον ίδιο τον εαυτό του στο θάνατο. Έτσι η φυσική διαφορά μεταξύ τών όντων, και μεταξύ τών ανθρώπων και τής λοιπής δημιουργίας, από απλή διαφορά, έγινε διαίρεση και αντιπαλότητα. Κατά τον άγιο Μάξιμο, άλλο είναι διαφορά, και άλλο διαίρεση. Ο άνθρωπος διαφέρει από τα άλλα ζώα, αλλά δεν είναι διηρημένος από αυτά. Γι' αυτό και αν ερωτάτο σήμερα ο άγιος Μάξιμος, για τη σχέση ανθρώπου και άλλων ζώων, όπως αυτή προβάλλεται από τη σύγχρονη Βιολογία, θα έλεγε: "Ναι, ο άνθρωπος έχει βιολογικό δεσμό με τα άλλα ζώα, (όπως αποδεικνύει και η σύγχρονη Βιολογία). Αλλά και διαφέρει από αυτά ως προς το αυτεξούσιο και την ελευθερία". Η διαφορά δεν πρέπει να μας οδηγήσει στο να δεχθούμε διαίρεση, ωσάν ο άνθρωπος να μην ήταν ενωμένος με τη λοιπή δημιουργία, οπότε και θα ήταν αδύνατος ο ρόλος του ως μεσίτου μεταξύ Θεού και κόσμου, στον οποίο ρόλο επιμένει ο Μάξιμος τόσο πολύ. Αλλά και η βιολογική του ένωση με τα λοιπά ζώα, δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει και διαφορά. Γιατί τα ζώα στερούνται τού αυτεξουσίου και τής ελευθερίας που έχει ο άνθρωπος.
Αν λοιπόν αρνηθούμε τη βιολογική συνέχεια τού ανθρώπου με τα άλλα ζώα, τότε η μεσιτεία τού ανθρώπου μεταξύ υλικού κόσμου και Θεού, καθίσταται αδύνατη. Και αν δεν δεχθούμε τη διαφορά μεταξύ αυτών τών δύο, τότε η μεσιτεία αυτή καθίσταται ανελεύθερη και αναγκαστική. Και αυτό έχει πελώρια σημασία, (η φιλοσοφική αυτή θέση τού αγίου Μαξίμου), ότι άλλο διαφορά και άλλο διαίρεση.
Η κοσμολογία λοιπόν τού αγίου Μαξίμου, είναι ανθρωποκεντρική. Ο άνθρωπος είναι κεκλημμένος από τον Θεό, να υπηρετήσει την ενότητα τής δημιουργίας και την ανύψωσή της σε κοινωνία με τον Θεό. Δεν είναι όμως η κοσμολογία του ανθρωπομονιστική. Ο άνθρωπος δεν μπορεί να νοηθεί αποκομμένος από τη λοιπή υλική δημιουργία. Είναι και αυτός μέρος της. Και ότι συμβαίνει στην υλική δημιουργία έχει άμεσες επιπτώσεις και σ' αυτόν.
4. Η Χριστολογική κοσμολογία τού αγίου Μαξίμου
Ας δούμε τώρα, τη Χριστολογική κοσμολογία τού Μαξίμου:
Η κλήση τού ανθρώπου από τον Θεό, να εκπληρώσει τον ύψιστο αυτό προορισμό τής ενώσεως τού κόσμου με τον Θεό απέτυχε. Ο πρώτος Αδάμ αρνήθηκε να την πραγματοποιήσει, πράγμα που ούτως ή άλλως δεν θα μπορούσε καν, χωρίς ο ίδιος να ενωθεί με τον Θεό. (Αφού αρνήθηκε την ένωση με τον Θεό, αυτομάτως αρνήθηκε και την πραγματοποίηση τού προορισμού του). Γι' αυτό ο Θεός εισάγει νέο τρόπο πραγματώσεως τού αρχικού σχεδίου Του, που στην ουσία δεν είναι παρά η προαιώνια βουλή Του, να ενωθεί δια τού ανθρώπου όλη η κτίση με τον Θεό. Αυτός ο νέος τρόπος με τον οποίον, (όπως λέει ο άγιος Μάξιμος), "καινοποιεί", δηλαδή τροποποιεί τας φύσεις, ο Λόγος τού Θεού σαρκούται και γίνεται άνθρωπος, όχι για να σώσει μόνο τον άνθρωπο, (προσέξτε το αυτό), αλλά για να ενώσει όλη την κτίση δια τού ανθρώπου. Χαρακτηριστικά είναι όσα γράφει στο "Περί Διαφόρων Αποριών". Το διαβάζω στο πρωτότυπο, και αν χρειασθεί το μεταφράζω:
"Επειδή τοίνυν... ο άνθρωπος... τη προς ένωσιν τών διηρημένων δοθήσει αυτώ φυσική δυνάμει... εις τον τών ηνωμένων μάλλον διαίρεσιν παραχρησάμενος, (ότι ο άνθρωπος δηλαδή, τη δύναμη που πήρε για να ενώνει τον κόσμο, της έκανε κατάχρηση και τον οδήγησε προς τη διαίρεση τού κόσμου), και ταύτη μικρού δειν ελεεινώς εις το μη ον πάλιν κινδυνεύσας μεταχωρήσαι, (σε τέτοιο βαθμό που κινδύνευσε η κτίση να οδηγηθεί στο μη ον. Να εξαφανισθεί. Από το οποίο και προήλθε). "δια τούτο καινοτομούνται φύσεις,... και Θεός άνθρωπος γίνεται, ίνα σώσει τον απολόμενον άνθρωπον, και τής κατά το παν καθόλου φύσεως, δι' εαυτού το κατά φύσιν ενώσας ρήγματα,... δείξας τη μεγάλην βουλήν πληρώση τού μεγάλου Θεού και Πατρός, εις εαυτόν ανακεφαλαιώσας τα πάντα, τα εν ουρανώ και τα επί της γης, εν ω και εκτίσθησαν... και συν ημίν και δι' ημάς την άπασαν κτίσιν,... αλλήλοις διασφίγξας, παράδεισον και οικουμένην, ουρανόν και γην, αισθητά και νοητά,... τα πάντα εις εαυτόν ανακεφαλαιώσατο, μίαν υπάρχουσαν την άπασαν κτίσιν δείξας, καθάπερ άνθρωπον άλλον...".
5. Η σημασία τής ενσάρκωσης τού Λόγου
Νομίζω δεν χρειάζεται μετάφραση. Με λίγα λόγια, λέει ο άγιος Μάξιμος, ότι η σάρκωσις τού Λόγου, εσήμαινε την ανακεφαλαίωση τών πάντων, και την υπέρβαση όλων τών διαιρέσεων, πάλι δια τού ανθρώπου. Κι έτσι έχουμε μια ένωση εδώ, και τού ανθρώπου με την κτίση. Η κτίση δηλαδή με τον άνθρωπο γίνεται μια ενότητα. Γίνεται όπως λέγει: "καθάπερ άλλον άνθρωπον". Η κτίσις είναι σαν να γίνεται ένας άνθρωπος κι αυτή, η οποία πλέον επικοινωνεί με τον Θεό δια τού ανθρώπου. Αποκτά δηλαδή ένα στόχο, μια κεφαλή, ένα χέρι, το οποίο φέρει σε κοινωνία όλη τη δημιουργία με τον Θεό. Το βαρυσήμαντο αυτό χωρίο, μας αποκαλύπτει ότι για τον άγιο Μάξιμο, ο σκοπός τής ενανθρωπίσεως, δεν είναι άλλος από το να πραγματοποιήσει την ένωση όλης τής κτίσεως, "καθάπερ άνθρωπον άλλον", δηλαδή δια τού ανθρώπου και εν τω ανθρώπω, ώστε να αποφευχθεί η επάνοδος εις το "μη είναι". ("Εις το μη ον πάλιν μεταχωρήσαι", δηλαδή να υπερβαθεί ο θάνατος). Έτσι για τον πατέρα αυτόν τής Εκκλησίας, η σωτηρία έχει ευρύτερη κοσμολογική διάσταση, και το επίκεντρό της, είναι η σχέση τού ανθρώπου με τη φύση. Ο άνθρωπος πλάσθηκε για να ενώσει τα διεστώτα στη φύση, αυτά που προκαλούν το θάνατο. (Ο θάνατος είναι ταυτόσημος με τη διαίρεση για τον άγιο Μάξιμο), και να τα αναγάγει όλα στον Θεό. Γι' αυτό ο Μάξιμος εκτός από την Ανάσταση που είναι νίκη κατά τού θανάτου, τονίζει ιδιαίτερα και την Ανάληψη, κατά την οποία, (αυτό το τονίζει ιδιαίτερα), ενώθηκε με τον Θεό, και αυτό το γήινο σώμα μας, ως στοιχείο που μας συνδέει με τα αισθητά, δηλαδή με το φυσικό μας περιβάλλον.
Στο σημείο αυτό πρέπει ιδιαιτέρως αν τονίσωμε, την αντίθεση που έχει η σκέψη τού Μαξίμου, με εκείνη τού Πλατωνισμού, και ακόμα τού Ωριγένη και τού Ευαγρίου, οι οποίοι πίστευαν ότι το σώμα δεν επιβιώνει στη Βασιλεία τού Θεού, αφού είναι υλικό και κατώτερο τής ψυχής και τού νου. Η ανάδειξη τού σώματος ως στοιχείου που μετέχει στη Θέωση τού ανθρώπου, συνδέεται με την πεποίθηση ότι ολόκληρη η υλική δημιουργία του, είναι ιερή και πρέπει να είναι σεβαστή. Στην πεποίθηση αυτή στηρίχθηκε και η υπεράσπιση τών Ιερών Εικόνων αργότερα από Θεολόγους, όπως ο Ιωάννης Δαμασκηνός, ο οποίος δεν δίστασε να γράψει: "και την ύλην σέβω, δι' ης η σωτηρία μου γέγονε".
Η καταξίωση αυτή τού υλικού κόσμου σε τέτοιο βαθμό, ώστε να συνδέεται με τον Ίδιο τον Θεό, στο πρόσωπο τού Χριστού, αποτελεί την πιο τρανή απόδειξη τής σημασίας που απέδιδαν οι πατέρες τής Εκκλησίας στο φυσικό περιβάλλον. Ο άνθρωπος γι' αυτούς ήταν αδιανόητος χωρίς το φυσικό του περιβάλλον. Μαζί με αυτό πέφτει, και μαζί με αυτό σώζεται. Η πτώση τού ανθρώπου επέδρασε άμεσα και στη φύση του.
Γι' αυτό ο Παύλος γράφει στην προς Ρωμαίους επιστολή, ότι "όλη η κτίση συστενάζει και συνωδίνει τώρα μαζί με τον άνθρωπο, και περιμένει πότε θα συνδοξασθεί και αυτή μαζί του". Ο άγιος Μάξιμος δίνει στην Παύλεια αυτή θεολογία το βαθύτερο θεολογικό και φιλοσοφικό της νόημα, προβάλλοντας μια χριστολογική κοσμολογία, στην οποία ο άνθρωπος διαδραματίζει καίριο ρόλο, για όλη τη δημιουργία. Η ευθύνη τού ανθρώπου για το φυσικό του περιβάλλον, γίνεται έτσι καίρια.
6. Η Εκκλησιολογική κοσμολογία τού Μαξίμου
Τρίτον, ας δούμε αυτό που θα το ονομάζαμε: Η Εκκλησιολογική κοσμολογία τού Μαξίμου.
Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει στη σκέψη τού αγίου Μαξίμου, η σύνδεση τής κοσμολογίας, τής ανθρωπολογίας και τής και τής Χριστολογίας με την Εκκλησία. Η Εκκλησία για τον πατέρα αυτό, είναι τύπος όλου τού αισθητού κόσμου, με το Ιερατείο να συμβολίζει τον ουρανό, και τον Ναό με την ευπρέπειά του, την "κατά γην διακόσμηση". Αλλά και τον άνθρωπο συμβολίζει η Εκκλησία, γράφει στη "Μυσταγωγία" του. "Ψυχήν μεν έχουσα το Ιερατείο, και νου το θείον θυσιαστήριον, και σώμα τον Ναόν". Έτσι χάρις στην Εκκλησία κόσμος και άνθρωπος αλληλοεικονίζονται. Γράφει στη "Μυσταγωγία" του, αναφερόμενος στον Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη: "Κατά ταύτην δε πάλιν ευμιμήως την εικόνα και τον κόσμον όλον, τον εξ ορατών και αοράτων συνιστάμενον, άνθρωπον υπέβαλεν (ο Διονύσιος) είναι. Και κόσμον αύθις, τον εκ ψυχής και σώματος άνθρωπον... Και ψυχήν μεν είναι τών αισθητών τα νοητά, σώμα δε τών νοητών τα αισθητά".
Έτσι ο άνθρωπος, είναι μικρόκοσμος τού μακροκόσμου. Μικρός τών μεγάλων, αφού ενώνονται σ' αυτόν τα αισθητά και τα νοητά. Και η Εκκλησία είναι εικόνα τού ίδιου τού Τριαδικού Θεού, αφού σ' αυτή πραγματοποιείται η ένωση τών πάντων, κόσμου και ανθρώπου, παρά τις διαφορές, όπως λέγει "τών ιδιωμάτων τών τόπων και τών τρόπων", "ίνα μη αλλήλων παντάπασιν αλλότρια ει, (αυτά, οι διαφορές), και εχθρά τα τού ενός Θεού κτίσματα και ποιήματα, (να μην είναι οι διαφορές αυτές αφορμή αλλοτρίωσης και εχθρότητος, και μεταξύ τών κτιστών, και με τον Θεόν), και κινδυνεύσει (κατ' αυτόν τον τρόπον) αυτοίς και αυτό το είναι, εις το μη ον μεταπεσείν τού Θεού χωριζόμενον". Με αυτόν τον τρόπο, με τη διαίρεση, κινδυνεύει να επιστρέψει στο μη είναι η κτίση.
Συγκλονιστικά αυτά τα λόγια για την ουσία και την κοσμολογική σημασία τής Εκκλησίας. Πώς στον Θεό η διαφορά, δεν σημαίνει διαίρεση αλλά ενότητα. Έτσι και στην Εκκλησία ο κόσμος όλος και ο ίδιος ο άνθρωπος, παρά τη διαφορά που υπάρχει μεταξύ τών όντων, ενώνονται μεταξύ τους και με τον Θεό, όχι απλώς για να γίνουν καλύτεροι και να ζουν ευτυχέστερα, αλλά για να μην πάψουν να είναι, να υπάρχουν. Ο σκοπός τής Εκκλησίας δεν είναι ηθικός, αλλά οντολογικός. Η υπέρβαση τής διαιρέσεως ή τής αντιπαλότητας μεταξύ τών όντων, με μια ένωση που σέβεται και δεν καταργεί τη διαφορά, είναι ζήτημα ζωής ή θανάτου για τον κόσμο και τον άνθρωπο. Η Εκκλησία υπάρχει για να εικονίζει και να προσφέρει τη γεύση ενός κόσμου απαλλαγμένου από τη διαίρεση, η οποία είναι ταυτόσημη με τον θάνατο, και με το μηδέν που προηγήθηκε τής δημιουργίας τού κόσμου.
Αυτή τη σχέση κόσμου, ανθρώπου και Θεού, τη βλέπει ο άγιος Μάξιμος να εικονίζεται κυρίως και κατ' εξοχήν στη Θεία Λειτουργία. Η Λειτουργία, είναι για τον πατέρα αυτόν τής Εκκλησίας, μία πορεία τού κόσμου με επικεφαλής τον άνθρωπο - ιερέα τής κτίσεως, προς ένα κόσμο ενότητας όλων τών διεστώτων, και αιώνιας ζωής σε κοινωνία με τον Θεό στη Βασιλεία Του. Η Λειτουργία είναι για τον Μάξιμο η εικόνα ενός κόσμου που υπερβαίνει τον θάνατο, χάριν στην υπέρβαση τής διαιρέσεως, μεταξύ ανθρώπου και κόσμου, και ανθρώπου, κόσμου και Θεού. Η Θεία Λειτουργία, (όπως και η ίδια η Εκκλησία), αποκτά έτσι, πελώρια υπαρξιακή σημασία, όχι μόνο για τον άνθρωπο, αλλά και για ολόκληρη την κτίση.
7. Συμπεράσματα
Και τώρα μερικά συμπεράσματα:
Είδαμε σε πολύ γενικές γραμμές, τη διδασκαλία ενός από τους πιο βαθείς Θεολόγους και φιλοσόφους τού Βυζαντίου, για τη θέση τού ανθρώπου μέσα στον υλικό κόσμο. Ο άνθρωπος κατά τον άγιο Μάξιμο, δημιουργήθηκε από τον Θεό, με το μοναδικό προνόμιο να μετέχει τόσο τών άλλων υλικών κτισμάτων, χάριν στο σώμα, (το σώμα είναι για τον Μάξιμο και για τους άλλους πατέρες, ήδη από την εποχή τού αγίου Ειρηναίου, συστατικό τής ίδιας τής ταυτότητας τού ανθρώπου, (χωρίς σώμα δεν υπάρχει η έννοια τού ανθρώπου), όσο και τών νοερών όντων, αλλά και τού Ιδίου τού Θεού, χάρις στο αυτεξούσιο που έχει ως πλασμένος ως κατ' εικόνα Θεού. Αυτό το μοναδικό προνόμιο τής μετοχής του, τόσο στον υλικό, όσο και στον πνευματικό και νοερό κόσμο, δόθηκε στον άνθρωπο για έναν υψηλό σκοπό: Να βοηθήσει την κτίση να υπερβεί τη φυσική της θνητότητα και να ενωθεί με τον μόνον φύσει αθάνατο Θεό. Ο άνθρωπος λοιπόν πλάσθηκε όχι για να γίνει κυρίαρχος και εξουσιαστής τής φύσεως, αλλά για να γίνει Ιερέας της. Να την πάρει στα χέρια του και να την αναφέρει στον Θεό. Με τον τρόπο αυτό, ο άνθρωπος αποδεικνύεται απαραίτητος για τη φύση, αλλά και η φύση για τον άνθρωπο.
Η κοσμολογία τού αγίου Μαξίμου, είναι (όπως είπαμε) ανθρωποκεντρική, αλλά δεν είναι ανθρωπομονιστική. Την κοσμολογική αυτή αποστολή του, ο άνθρωπος ασκώντας την ελευθερία του, αρνήθηκε να την εκπληρώσει, με συνέπειες τραγικές τόσο για τον ίδιο, όσο και για όλη την κτίση. Η φύση έκτοτε κινδυνεύει από αυτόν που τάχθηκε να την προστατέψει και να την αναδείξει, δηλαδή από τον άνθρωπο. Ο κίνδυνος αυτός, (υπαινίσσεται ο άγιος Μάξιμος), μπορεί να φθάσει μέχρι και την επιστροφή στο μηδέν, δηλαδή στον αφανισμό. Η αμαρτία τού ανθρώπου, έχει καταστροφικές συνέπειες για όλη τη φύση. Τη σωτηρία από αυτή την υπαρξιακή απειλή αναλαμβάνει ο Χριστός, ως το δεύτερο πρόσωπο τής Αγίας Τριάδος, το οποίο γίνεται άνθρωπος, για να πραγματώσει αυτό που ο πρώτος άνθρωπος αρνήθηκε να κάνει. Έτσι πάλι μέσω τού ανθρώπου, (ενωμένου όμως με τον Θεό), αποκτά η κτίση τη δυνατότητα να σωθεί από την καταστροφή.
O Χριστός σώζει την κτίση χωρίς να καταργήσει τον άνθρωπο. Ο άνθρωπος εξακολουθεί να παραμένει το κλειδί για τη ζωή τού κόσμου. Όσο πιο πολύ ενώνεται με τον Θεό, τόσο πιο πολύ λυτρώνεται και η κτίση όλη από τη φθορά. Και όσο πιο πολύ αυτονομείται από τον Θεό, και ανάγει τον εαυτό του σε θεό, τόσο περισσότερο στενάζει η κτίση κάτω από το πέλμα του.
Η οικολογική κρίση που βιώνει σήμερα ο κόσμος μας, επιβεβαιώνει δραματικά την κοσμολογία τού αγίου Μαξίμου. Ο πρώτος που επεχείρησε στις μέρες μας να αναζητήσει τις ιστορικές καταβολές τής οικολογικής μας κρίσης, o αμερικανός ιστορικός Lynn White, σ' ένα κλασικό άρθρο του στο περιοδικό Σάιενς το 1967, επισήμανε την ευθύνη τής Χριστιανικής θεολογίας για τη γέννηση τού οικολογικού προβλήματος. Πρόκειται για την αντίληψη ότι ο άνθρωπος έχει το δικαίωμα να κατεξουσιάζει τη φύση, ως λογικά ανώτερος όλων τών άλλων όντων.
Ο Διαφωτισμός, με το στόμα ενός Μπέικον και ενός Ντεκάρτ, και ακόμη ενός Καντ, ήρθε να καλέσει τον άνθρωπο, να σύρει τη φύση δέσμια πίσω του, και με την πρόοδο τής επιστήμης και τής τεχνολογίας, να γίνει (κατά την έκφραση τού Ντεκάρτ), "κύριος και κάτοχος τής φύσεως". Αυτό και έγινε, και οι συνέπειες είναι μπροστά μας. Και θα γίνουν ακόμη πιο οδυνηρές για τις γενεές που έρχονται.
Αν το οικολογικό πρόβλημα έχει κάποια σχέση με την κοσμοθεωρία και τη νοοτροπία μας, (και αναμφίβολα έχει), τότε το Βυζάντιο έχει να μας διδάξει πολλά. Η κοσμολογική ανθρωπολογία τού αγίου Μαξίμου, την οποία προσπαθήσαμε επιγραμματικά να αναλύσουμε εδώ, δεν είναι μια μεμονωμένη αντίληψη ενός Βυζαντινού Θεολόγου. Ολόκληρος ο Βυζαντινός πολιτισμός, είναι ζυμωμένος με τις κοσμολογικές ιδέες τού Εκκλησιαστικού αυτού συγγραφέα. Η Βυζαντινή αρχιτεκτονική, και ιδιαίτερα η ναοδομία, η εικονογραφία και η διακόσμηση τών ναών. Προπάντων μάλιστα η Βυζαντινή Θεία Λειτουργία. Η υμνογραφία και η λαογραφία με τις παραδόσεις και τις γιορτές της, όλα αποτελούν εφαρμογές στην πράξη τής κοσμολογίας που συναντούμε στον πατέρα αυτό τής Εκκλησίας. Πρόκειται για έναν τρόπο και μια στάση ζωής, που προσεγγίζει την κτίση με σεβασμό, και την αναφέρει στον Θεό ως δικό Του δώρο, που του το αντιπροσφέρει εν ευχαριστία, λέγοντας: "τα σα εκ τών σων σοι προσφέρομεν, κατά πάντα και δια πάντα".
Μέσα στη Βυζαντινή Λειτουργία, ο άνθρωπος βρίσκει τη σωστή θέση του με το φυσικό του περιβάλλον, ενώ στη Βυζαντινή Μοναστική παράδοση, με την οποία ήταν ζυμωμένος ο άγιος Μάξιμος, όσο λίγοι Βυζαντινοί στοχαστές, ασκηταί, στην εκκρίζωση τής φιλαυτίας, αυτής τής μήτρας τού οικολογικού κακού.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία, στο βαθμό που συνεχίζει την παράδοση που εκπροσωπεί ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, (και αποτελεί ερώτημα, αν όντως τη συνεχίζει), μπορεί να συνεισφέρει στην αντιμετώπιση τής οικολογικής κρίσεως στην εποχή μας. Θεολόγοι όπως ο άγιος Μάξιμος, αποδεικνύονται επίκαιροι και σήμερα, αρκεί να αναδειχθεί η υπαρξιακή σημασία τής διδασκαλίας τους.
Η αποψινή ομιλία μου, αποτέλεσε μια ταπεινή προσπάθεια προς την κατεύθυνση αυτή.
Σας ευχαριστώ για την υπομονή σας να με ακούσετε.
Πηγή: site40.net
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου