Δεν υπάρχει άλλος σίγουρος δρόμος σωτηρίας, εκτός από το να εξομολογείται ο καθένας σε πατέρες με πολλή διάκριση και από αυτούς να παίρνει οδηγίες για την αρετή και να μην ακολουθεί το δικό του θέλημα.

(Άγιος Ιωάννης Κασσιανός ο Ρωμαίος.)







Τούτον Δανιήλ υιόν ανθρώπου λέγει είναι, ερχόμενον πρός τον Πατέρα, και πάσαν την κρίσιν και την τιμήν παρ'εκείνου υποδεχόμενον

(Αποστολικαί Διαταγαί, Ε΄, ΧΧ 10, ΒΕΠ 2,92)
Αγία τριάδα


Εθεώρουν έως ότου θρόνοι ετέθησαν και παλαιός ημερών εκάθητο, και το ένδυμα αυτού λευκόν ωσεί χιών, και η θρίξ της κεφαλής αυτού ωσεί έριον καθαρόν... εθεώρουν εν οράματι της νυκτός και ιδού μετά των νεφελών του ουρανού ως υιός ανθρώπου ερχόμενος ην και έως του παλαιού των ημερών εφθασε...

(Δανιήλ Ζ', 9 και 14)



"Πιστεύοντες εις ένα Θεόν εν Τριάδι ανυμνούμενον, τας τιμίας Αυτού εικόνας ασπαζόμεθα."

(Πρακτικά εβδόμης Οικουμενικής συνόδου, Τόμος Β' σελ. 883)

Πέμπτη 17 Φεβρουαρίου 2022

Οι Χριστιανοί εδίωξαν τους Έλληνες; 30o.

Ο Ιουλιανός ισχυρίζεται ότι «αν ο λαός της Αντιόχειας (...) με απεχθάνεται είναι (...) λόγω των χορευτών και των θεάτρων, όχι επειδή τους τα στέρησα, αλλά γιατί ενδιαφέρομαι λιγότερο για τέτοια πράγματα» (Αντιοχικός, 29, 357bc), ενώ στην πραγματικότητα παραδέχεται ότι «Αν ο λαός, που στη μεγάλη πλειοψηφία του αν όχι στο σύνολό του, προτίμησε την αθεΐα, με απεχθάνεται, είναι γιατί επιμένω στους ιερούς θεσμούς που ακολουθούσαν οι πατέρες μας» (Αντιοχικός, 28, 357b). Με άλλα λόγια ο Ιουλιανός δοκίμασε να σπιλώσει, και το κάνει και σε άλλα μέρη του Αντιοχικού, –τους Αντιοχείς ως θηλυπρεπή λαό που ενδιαφερόταν μόνο για τα θεάματα. Του ξέφυγε όμως κάπου και ομολόγησε την πραγματική αιτία, όσο κι αν θέλησε να δυσφημήσει την ξακουστή Αντιόχεια. Άλλωστε, η Αντιόχεια ήταν μια κοσμοπολίτικη πόλη 800 χιλιάδων κατοίκων και ήταν λογικό να έχει τις διασκεδάσεις, τα θέατρα και τα θεάματά της. Άρα δεν ήταν η αποχή του Ιουλιανού απ' τα θεάματα η αιτία της προστριβής ούτε η δήθεν τρυφηλότητα των Αντιοχέων, αλλά η θρησκευτική διαφορά. Ο Ιουλιανός, ο οποίος αναγνώριζε ότι οι Αντιοχείς είναι ελληνικής καταγωγής (Αντιοχικός, 40, 367ab), είχε διαπιστώσει ότι οι Έλληνες (φυλετικώς) απέρριπταν την καινοφανή ειδωλολατρία του. Η μεγαλύτερη ελληνική πόλη της αυτοκρατορίας απέρριπτε την επαναφορά της ειδωλολατρίας.

Το ενδιαφέρον είναι ο τρόπος με τον οποίο ο «ήπιος» Ιουλιανός αντιμετώπισε τους Αντιοχείς Έλληνες. Συνήθως οι αρχαιολάτρες λένε πως τάχα τους φέρθηκε με ευγένεια και δεν τους ανταπέδοσε και απλώς έφυγε απ' την πόλη τους γράφοντας τον Αντιοχικό. Στην πραγματικότητα, στο τέλος του Αντιοχικού διαβάζει κανείς πολύ σκοτεινές απειλές του Ιουλιανού: «Αφήνω το όλο θέμα στα χέρια της Αδράστειας (=Νέμεσης, θεάς της εκδίκησης)», (Αντιοχικός, 42, 370a). «Όσο για εσάς είθε οι θεοί, για την εύνοια και την τιμή που μου δείξατε, να σας ανταποδώσουν τα ίσα» (Αντιοχικός, 44, 371a). Και πραγματοποίησε τις απειλές του. Φεύγοντας διόρισε ως κυβερνήτη της Αντιόχειας τον Αλέξανδρο από την Ηλιόπολη, έναν άνθρωπο υπερβολικά σκληρό (Ammianus, XXIII, 2, 3), ο οποίος, όπως γράφει ο Λιβάνιος στάθηκε προς τους Αντιοχείς «χειμάρρου σφοδρότερος» (Πρεσβευτικός προς Ιουλιανόν, 74).

Ο Θεοδώρητος Κύρου (Εκκλ. Ιστ., 3, 3) και ο Σωζομενός (Εκκλ. Ιστ., 5, 10) περιγράφουν το αηδιαστικό γεγονός του ξεκοιλιάσματος από τους εθνικούς, χριστιανών νεανίδων στην Ασκαλώνα, στην Γάζα και στην Ηλιούπολη του Λιβάνου. Κι αν αυτοί οι δύο είναι «φανατικοί» και μεταγενέστεροι, συνεπώς και αναξιόπιστοι (κατά τους παγανιστές) (όταν όμως οι ίδιοι συγγραφείς αναφέρουν χριστιανικούς βανδαλισμούς, τότε είναι πολύ αξιόπιστοι, κατά τους νεοειδωλολάτρες!), ο σύγχρονος Γρηγόριος γράφει (Κατά Ιουλιανού στηλιτευτικός λόγος πρώτος, 87): «άλλοι από αυτούς οδήγησαν στη μέση παρθένες αγνές και ουράνιες, άθικτες σχεδόν κι από τα μάτια των αντρών, κι αφού τις ξεγύμνωσαν από την εσθήτα τους, για να τις ξεφτυλισουν με τη θέα, έπειτα τις έσκισαν και τις χώρισαν στα δύο, άλλοι μεν με τα ίδια τους τα δόντια έφαγαν και χόρτασαν με τα ωμά σπλάγχνα κατά τρόπο αντάξιο προς τη μανία τους, και μετά από αυτή την τρομερή τροφή, πρόσθεσαν κι άλλη˙ άλλοι ειδωλολάτρες, ενώ τα σπλάγχνα ακόμη σπαρταρούσαν, αφού τα ανέμιξαν με τροφή για γουρούνια, εξαπέλυσαν γουρούνια, για να βλέπουν σάρκες να τρώγονται με κριθάς και να σπαράσσονται, τροφή ανάμικτη». «Τότε, οι ειδωλολάτρες καθιέρωσαν ορισμένα απαίσια μυστήρια. Θυσιάζοντας μικρά αγόρια και κορίτσια, εξέταζαν τα εντόσθιά τους και ακόμη γεύονταν τις σάρκες τους», γράφει ο Σωκράτης (Εκκλ. Ιστ., 3, 14).

«Στη Σεβάστεια, άνοιξαν το φέρετρο του αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή, έκαψαν τα οστά του και οι στάχτες σκορπίστηκαν έξω» (Θεοδώρητος Κύρου, 3, 3). Στην Γάζα οι Ευσέβιος, Νεκτάβως και Ζήνων χτυπήθηκαν άγρια από τον παγανιστικό όχλο και παρόλο που είχαν φυλακιστεί, χωρίς καμμία δίκη σύρθηκαν από αυτούς στο έδαφος ώσπου τα μέλη τους διασκορπίστηκαν. «Οι ειδωλολάτρισσες χτυπούσαν τα θύματα με βελόνες, οι ειδωλολάτρισσες τους έριχναν καυτό νερό. Όταν ξεσχίστηκαν οι σάρκες των μαρτύρων, οι παγανιστές συνέτριψαν τα κρανία και τα μυαλά τους χύθηκαν έξω. Έπειτα τα σώματα των Χριστιανών πετάχτηκαν σε έναν τόπο εκτός πόλης όπου πέταγαν πτώματα ζώων και ρίχτηκαν στη φωτιά. Όσα οστά δεν κάηκαν αναμίχτηκαν με στάχτες και οστά καμηλών, ώστε να μη βρεθούν» (Σωζομενός, 5, 9).

«Στο Δορύστολο, φημισμένη πόλη της Θράκης, ο νικηφόρος αθλητής Αιμιλιανός ρίχτηκε στην πυρά από τον Καπιτωλίνο, κυβερνήτη της Θράκης» (Θεοδώρητος Κύρου, 3, 3). «Ο Αρτέμιος, διοικούσε τα στρατεύματα της Αιγύπτου. Είχε αποκτήσει το αξίωμα αυτό επί Κωνσταντίνου και είχε καταστρέψει πολλά είδωλα. Γι' αυτό το λόγο ο Ιουλιανός όχι μόνο δήμευσε την περιουσία του, αλλά διέταξε και τον αποκεφαλισμό του. Αυτή και άλλες παρόμοιες ήταν οι πράξεις του ανδρός που οι παγανιστές περιγράφουν ως τον ηπιότερο και λιγότερο εμπαθή άνθρωπο» (Θεοδώρητος Κύρου, 3, 14).

«Όταν ο αυτοκράτορας πέρασε ξανά από εκεί η Πούμπλια είπε στις άλλες να ψάλλουν το «αναστήτω ο Θεός, και διασκορπισθήτωσαν οι εχθροί αυτού». Θυμωμένος ο Ιουλιανός διέταξε να φέρουν την Πούμπλια μπροστά του˙ και, δίχως να λυπηθεί για τα γκρίζα μαλλιά της είπε κάποιον από τους συνοδούς του να γρονθοκοπήσει τα αυτιά της» (Θεοδώρητος Κύρου, 3, 14).

Τί να πει κανείς για τον Ιουλιανό, ο οποίος διέταξε να θανατωθεί με βασανιστήρια ο ιερέας Θεοδώρητος, επειδή αντιστάθηκε στη δήμευση της περιουσίας της εκκλησίας της Αντιόχειας και το κλείσιμο των ναών (Σωζομενός, 5, 8);

Τί να πει κανείς για τον Ιουλιανό, που διέταξε να ταφεί ζωντανός ο Δομέτιος στο σπήλαιο, χτίζοντας την είσοδό του όπου μόναζε, επειδή ο τελευταίος δεν υπάκουσε στην εντολή του πρώτου να μην δέχεται τα πλήθη των χριστιανών προσκυνητών που συνέρρεαν στη σπηλιά του (Ιωάννη Νικίου Χρονικόν, 80, 4);

«Τον ίδιο καιρό ο αυτοκράτορας διέγραψε την Καισάρεια την μεγάλη και πλούσια μητρόπολη της Καππαδοκίας από τον κατάλογο των πόλεων και της στέρησε ακόμη και το όνομα της Καισάρειας. Επί καιρό έβλεπε τους κατοίκους της πόλης με πολλή απαίχθεια, διότι ήταν με ζήλο προσκολλημένοι στο χριστιανισμό. Διέταξε επίσης όλοι οι ιερείς να καταταγούν στο στρατό υπό το διοικητή της επαρχίας. Διέταξε το χριστιανικό πληθυσμό να αριθμηθεί, γυναίκες και παιδιά ξεχωριστά. Απείλησε ότι η οργή του δεν θα πάψει, αλλά θα επιπέσει στην πόλη, μέχρι κανείς Γαλιλαίος να μην υπάρχει» (Σωζομενός, 5, 4). Ο... πολιτισμένος Ιουλιανός δήμευσε όλη την περιουσία της εκκλησίας της Καισάρειας, όπως λέει ο Σωζομενός στο ίδιο κεφάλαιο.

Επί Ιουλιανού καθημερινά παρατηρούσε κανείς «την αρπαγή αφιερωμάτων και χρημάτων, την αρπαγή ιερών σκευών, τα οποία ατιμάζονταν από βέβηλους, τους ιερείς και λαϊκούς που σέρνονταν και βασανίζονταν υπερασπιζόμενοι τους ναούς, τους πλήρεις αιμάτων κίονες. (...) (στην Αλεξάνδρεια) γέμισαν με αίμα τον ιερό μας οίκο και το ιερό βήμα και τον κυρίως ναό, και το έκαναν αυτό υπό την καθοδήγηση ενός από τους βασιλικούς φιλοσόφους», γράφει ο Γρηγόριος ο Θεολόγος (Κατά Ιουλιανού στηλιτευτικός πρώτος, 86).

Όταν ένας εθνικός δικαστής, για να διερευνήσει την υπόθεση του φόνου πολλών Χριστιανών από τον ειδωλολατρικό όχλο, συνέλαβε πολλούς Χριστιανούς αλλά και μερικούς εθνικούς, προσήχθη βίαια στον Ιουλιανό και γλίτωσε τον θάνατο εξοριζόμενος (Γρηγόριου Θεολόγου, Κατά Ιουλιανού στηλιτευτικός πρώτος, 93).

Ο Ιουλιανός, επειδή οι αιρετικοί οπαδοί του Αρείου είχαν κάνει από φιλαργυρία διάφορα πράγματα στην πόλη της Έδεσσας, ο Ιουλιανός (Επιστολή 115) διέταξε την δήμευση των περουσιακών στοιχείων της εκκλησίας της Έδεσσας (όχι απλώς των αιρετικών Αρειανών, αλλά της Ορθόδοξης εκκλησίας, η οποία δεν είχε σχέση με τις παράνομες πράξεις των Αρειανών) απειλώντας με θάνατο, εξορία και εμπρησμούς όσους τυχόν αντιδράσουν στο ναζιστικής αντίληψης αυτό διάταγμά του.

Επειδή οι Χριστιανοί διαμαρτύρονταν στον Ιουλιανό για την έλλειψη ισονομίας, όταν οι ειδωλολάτρες άρχοντες επέβαλαν βαρύτερα χρηματικά πρόστιμα και σωματικές ποινές, αυτός όχι απλώς ανεχόταν την ανισότητα, αλλά απαντούσε ειρωνικά στους Χριστιανούς ότι πρέπει να υπομένουν τις κρατικές αδικίες (Σωκράτης, 3, 14). Μεγάλος οπαδός της θρησκευτικής ανοχής ο Ιουλιανός. Από τους άτυπους ανεπίσημους διωγμούς οι Χριστιανοί, άρχισαν να εγκαταλείπουν τις πόλεις μαζικά, λέει ο Σωζομενός (5, 16), αν και επίσημα δεν είχε κηρυχτεί διωγμός.

«Περνώντας από τις Κάρρες πήγε σε ένα ναό τιμώμενο από τους ασεβείς και αφού εκτέλεσε διάφορες τελετές με τους συντρόφους του, κλείδωσε και σφράγισε τις πόρτες, τοποθετώντας φρουρούς με διαταγές να μην μπει κανείς εντός του ναού προτού επιστρέψει. Όταν τα νέα του θανάτου του έφτασαν και η βασιλεία της ασέβειας αντικαταστάθηκε από αυτήν της ευσέβειας, ο ναός ανοίχθηκε, και εντός του βρέθηκε μια απόδειξη της ανθρωπιάς, της σοφίας και της ευσέβειας του τελευταίου αυτοκράτορα. Διότι βρήκαν μια γυναίκα κρεμασμένη ψηλά από τα μαλλιά της και με τα χέρια της τεντωμένα. Ο απαίσιος είχε ανοίξει τα σπλάγχα της, και υποθέτω ότι έμαθε από το συκώτι της, την νίκη του επί των Περσών» (Θεοδώρητος Κύρου, 3, 21). Μαρτύρησαν επί Ιουλιανού, εκτός άλλων, οι στρατιώτες Ιουβεντίνος και Μαξιμιανός, Μακεδόνιος, Τατιανός και Θεόδουλος στη Φρυγία, Βασίλειος, ιερέας στην Άγκυρα. Ο ίδιος ο Ιουλιανός διέταξε να βασανιστούν και να θανατωθούν οι αξιωματικοί Ιουβεντίνος και Μαξίμινος επειδή σε ένα συμπόσιο εξέφρασαν τη διαφωνία τους με τις τακτικές του (Θεοδώρητου, Εκκλησιαστική Ιστορία, 3, 11˙ άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος στο P.G. 50, 571-77).

Μετά την αναχώρηση του Ιουλιανού από την Αντιόχεια για να συγκρουστεί με τους Πέρσες, βρέθηκαν στον ποταμό Ορόντη πτώματα από ανθρωποθυσίες (Γρηγ. Θεολ., Κατά Ιουλιανού στηλιτευτικός πρώτος, 92). Λείψανα ανθρωποθυσιών ανακαλύφθηκαν και στα ανάκτορά του μετά το θάνατό του και ανήκουν σε παιδιά και παρθένες (Ιωάννου Χρυσοστόμου, P.G. 50, 555˙ Γρηγορίου Θεολόγου, Κατά Ιουλιανού στηλιτευτικός πρώτος, 92).

Μετά την ενθρόνιση του ο Ιουλιανός εξόρισε χωρίς σημαντική αιτία τους αυλικούς Παλλάδιο, Ταύρο, Φλωρένιτο, Ευάγριο, Σατουρνίνο, Κυρίνο, οι οποίοι δεν είχαν διαπράξει κανένα έγκλημα, και θανάτωσε τον, επίσης όπως κι αυτός παραδέχτηκε, αθώο Ούρσουλο (Αμμιανός, XXII, 3, 3-7), καθώς και τους Ρωμανό και Βικέντιο στην Αλεξάνδρεια, επειδή ήταν φίλοι του Μεγάλου Αθανασίου (XXII, 11, 2).

«Αυτά τα λένε οι Χριστιανοί» απαντούν οι νεοπαγανιστές. Μάλιστα... Δηλαδή, ό,τι λένε ο Λιβάνιος, ο Ευνάπιος και οι άλλοι εθνικοί της εποχής εκείνης είναι αληθινό και δεν υπάρχει λόγος να το αμφισβητούμε˙ ενώ όταν μιλάνε οι Χριστιανοί, αυτοί είναι αναξιόπιστοι. Όταν ο Θεοδώρητος γράφει για τον Ιουλιανό, του οποίου τα αίσχη παραθέτουν κι άλλοι συγγραφείς, οπωσδήποτε «λέει ψέμματα»˙ ενώ όταν γράφει για τον Χρυσόστομο, του οποίου τις αποδιδόμενες από τον Θεοδώρητο πράξεις κανείς άλλος συγγραφέας δεν αναφέρει, τότε είναι «αυτόπτης μάρτυρας»! Αυτό λέγεται νεοπαγανιστική ερμηνεία των πηγών. Κατ' αρχήν όλα αυτά τα αίσχη που ο – ανίκανος να κυβερνήσει Ιουλιανός ανέχτηκε, τα παραθέτουν όλοι οι Χριστιανοί˙ όχι μόνο ο Θεοδώρητος Κύρου, αλλά και άλλοι, σύγχρονοί του. Κατά δεύτερον, και τα μισά απ’ όσα λένε να είναι αλήθεια, αρκεί για να καταδειχθεί το ποιόν του. Επιπλέον, και μόνη η εμπάθεια και μισαλλοδοξία του, όπως φαίνεται στις δικές του επιστολές, είναι αρκετή για να πάψουν οι νεοπαγανιστικές κραυγές περί «μεγάλου» και «εστεμμένου φιλόσοφου» Ιουλιανού. Όπως και να ‘χει, είναι άλλο πράγμα το ότι ο Ιουλιανός ουσιαστικά ανέχτηκε τις υπαρκτές διώξεις κατά των Χριστιανών, κι άλλο πράγμα να ξεκίνησε διωγμό τύπου Διοκλητιανού. Ήταν αρκετά έξυπνος, ώστε να αφήσει τη βρώμικη δουλειά στους απλούς εθνικούς, μη καταδικάζοντας κανέναν ομόδοξό του. Κι ενώ πρακτικά αδιαφορούσε για τους διωγμούς που διέπρατταν οι ομόθρησκοί του, στο πολιτικό επίπεδο επέβαλε περιορισμούς στους Χριστιανούς. Πολύ έξυπνη,– πολύ ύπουλη τακτική.

Ο Ιουλιανός ειρωνευόταν το ότι οι Χριστιανοί βασίζονταν στην πίστη και δήθεν στην αμάθεια, σε αντίθετη με τη δική του θρησκεία και φιλοσοφία. Ο Γρηγόριος ο Θεολόγος κονιορτοποιεί τα επιχειρήματά του: «Δικοί μας, λέει ο Ιουλιανός, είναι οι λόγοι και το δικαίωμα του ελληνίζειν ανήκει σε εμάς, που σεβόμαστε τους θεούς. Σε σας ανήκει η απερισκεψία και η αμάθεια˙ και τίποτε περισσότερο από το "πίστεψε" δεν είναι η σοφία σας. Δε νομίζω ότι θα μας περιγελάσουν γι' αυτό όσοι από τους δικούς σας ακολουθούν την πυθαγόρεια φιλοσοφία, για τους οποίους το "αυτός έφα" (δηλ. αυτός είπε) αποτελεί το πρώτο και μεγαλύτερο δόγμα. Διότι μετά την πρώτη και πολυθρύλητη φιλοσοφία της σιωπής, σε όσους μυούνταν στα δόγματα του Πυθαγόρα, ήταν επιτρεπτό, ερωτώμενοι επί οποιουδήποτε δόγματος να μην απαντούν τίποτε άλλο παρά μόνο ό,τι είχε δογματιστεί από τον Πυθαγόρα˙ και ο λόγος του δόγματος ήταν ό,τι ανεύθυνο και αβασάνιστο διατύπωσε αυτός. Οπότε καταλήγει στην ίδια σημασία το "αυτός έφα" προς το δικό μας "πίστεψε", με άλλες συλλαβές και ρήματα, έστω κι αν δεν παύετε να το διακωμωδείτε και να το διασύρετε. Διότι ο λόγος σε μας θέλει να μη δυσπιστούμε σε όσα ειπώθηκαν από τους θεοφόρους άντρες, αλλά η αξιοπιστία εκείνων να αποτελεί απόδειξη» (Κατά Ιουλιανού στηλιτευτικός πρώτος, 102).

«Απαγόρευσε στα παιδιά των Χριστιανών να παίρνουν μέρος στη μελέτη της ποίησης, της ρητορικής και της φιλοσοφίας» (Θεοδώρητος Κύρου, 3, 4). «Απαγόρευσε στα παιδιά των Χριστιανών να παρακολουθούν τα δημόσια σχολεία και να διδάσκονται τα γραπτά των Ελλήνων ποιητών και συγγραφέων» (Σωζομενός, 5, 18). «Ὁ μέντοι τοῦ βασιλέως νόμος, ὃς τοὺς Χριστιανοὺς ἑλληνικῆς παιδείας ἐκώλυε...» (Σωκράτης, 3, 16). Ακόμη κι αν παραδεχτούμε ότι και οι τρεις ιστοριογράφοι είχαν άδικο ή ότι και οι τρεις ήταν ψεύτες και ότι «απλώς» ο Ιουλιανός ήθελε να διδάσκονται μόνο από παγανιστές δασκάλους τα κείμενα των φιλοσόφων, εύκολα διαβλέπει κανείς τον πανικό του ειδωλολατρικού κόσμου μπροστά στην επικείμενη κατάρρευσή του. Ότι ο Ιουλιανός εξέδωσε νόμο που να απαγορεύει τη διδασκαλία από Χριστιανούς, αυτό αποδεικνύεται κι από τα ίδια του τα λόγια. Ίσως να μην εκδόθηκε διάταγμα που να απαγόρευε την ελληνική παιδεία στους Χριστιανούς, αλλά αυτό δεν έχει πολλή σημασία, διότι το διάταγμα του Ιουλιανού εμμέσως εμπόδισε στους Χριστιανούς και να τη μελετούν, αφού οι Χριστιανοί γονείς, ειδικά οι μορφωμένοι, έπρεπε ή να αφήσουν αμόρφωτα τα παιδιά τους ή να εμπιστευτούν τη μόρφωσή τους σε ειδωλολάτρες εθνικούς με προφανείς συνέπειες: αποχριστιανισμό των νέων Χριστιανών. Έτσι, αφού κανείς Χριστιανός δεν ήθελε το παιδί του να γίνει ειδωλολάτρης, ο νόμος που απαγόρευε τη διδασκαλία από Χριστιανούς εμμέσως απαγόρευε και την διδασκαλία από τους Χριστιανούς. Άρα οι Χριστιανοί ιστοριογράφοι είχαν δίκαιο και δεν υπερέβαλαν λέγοντας ότι ο Ιουλιανός απαγόρευε την ελληνική παιδεία. «Έπρεπε όμως να ταφεί στην αιώνια σιωπή εκείνο, ότι δηλαδή απαγόρευσε στους ρητοροδιδάσκαλους και στους γραμματικούς να διδάσκουν, αν αυτοί ήταν Χριστιανοί», παραδέχεται ο Αμμιανός Μαρκελλίνος (XXII, 10, 7).

Τί να πει κανείς για το διάταγμα του – τρομοκρατημένου κατά βάθος – Ιουλιανού που απαγόρευε σε Χριστιανούς να διδάσκουν αρχαία συγγράμματα: σαν να λέμε ότι απαγορεύεται σε μή Βουδιστές να διδάσκουν βουδιστικά κείμενα, ή σε μη Κινέζους να διδάσκουν κινεζική ιστορία, γιατί πρέπει να συμφωνούν με όλα από αυτά που διδάσκουν. Μα είναι ολοφάνερο πως π.χ. κανείς εκτός του ίδιου του Πλάτωνα δεν γίνεται να συμφωνήσει με όλα τα πλατωνικά συγγράματα. Δεν είναι αληθές ότι, εάν δεν πιστεύεις σε κάτι, τότε δεν το έχεις κατανοήσει σωστά, ώστε να μην μπορείς να το διδάξεις. Είναι παραπάνω από προφανές ότι σήμερα πάρα πολλοί φιλόσοφοι, Δυτικοί και Ασιάτες, διδάσκονται από καθηγητές οι οποίοι δεν αποδέχονται το σύνολο της φιλοσοφίας τους˙ ωστόσο κανείς δεν διαμαρτυρήθηκε ότι οι διδάσκοντες διαστρεβλώνουν τις απόψεις των φιλοσόφων. Το «ελληνίζειν», λοιπόν, δεν είναι ζήτημα πίστης στα ξόανα, όπως νόμιζε ο Ιουλιανός. Διότι, αν ίσχυε αυτό, τότε όλοι οι Έλληνες φιλόσοφοι που μισούσε ο Ιουλιανός και καταδίωξαν οι ειδωλολάτρες της κλασσικής εποχής, θα έπρεπε να μην είχαν το «ελληνίζειν». Θα έπρεπε π.χ. μόνο επικούρειοι (κι όχι γενικά οι εθνικοί) να διδάσκουν Επίκουρο.

Ο Γρηγόριος ο Θεολόγος καταδεικνύει την αμάθεια του Ιουλιανού, που ταύτιζε την μυθολογική δεισιδαιμονία με την φιλοσοφία. «Συνομιλεί» ο Γρηγόριος με τον Ιουλιανό (Κατά Ιουλιανού στηλιτευτικός πρώτος, 103-109): «Σε ποιον ανήκει το δικαίωμα να διδάσκει ελληνικά; Ή θα ισχυριστείς ότι αυτό είναι αποκλειστικότητα της θρησκείας ή του έθνους και εκείνων που πρώτοι εφηύραν την διάλεκτο. Εάν (το προνόμιο να διδάσκουν τους ελληνικούς φιλοσοφικούς λόγους) είναι της ειδωλολατρικής θρησκείας, δείξε μου πού και σε ποιους από τους ιερείς ανήκει το προνόμιο να διδάσκουν ελληνικά, όπως ανήκει (το προνόμιο) να θυσιάζουν σε ορισμένους δαίμονες. Διότι δεν θυσιάζουν σε όλους τα ίδια, ούτε σε έναν όλα, ούτε κατά τον ίδιο τρόπο. (...) Πού λοιπόν η διδασκαλία των ελληνικών αποτελεί προνόμιο κάποιου από τους θεούς ή τους δαίμονες; Αν και, και να συνέβαινε αυτό, δε θα ήταν απόδειξη ότι είναι ελληνικό, παρά μόνο κάποιου από τους θεούς σας. (...) Ακόμη κι αν συνέβη να είναι ίδιοι αυτοί που ομιλούν την ελληνική γλώσσα και αυτοί που ακολουθούν την ειδωλολατρική θρησκεία, οι λόγοι δεν είναι της θρησκείας, ώστε φυσιολογικά εμείς να εκβληθούμε έξω από την ελληνική γλώσσα. Και αν ακόμη αμφότερα αναφέρονται στο ίδιο πράγμα, δεν είναι και μεταξύ τους ίδια, όπως ούτε αν υποθέταμε ότι ένας χρυσοχόος είναι επίσης και ζωγράφος, δεν περιλαμβάνεται η χρυσοχοΐα στη ζωγραφική, ούτε η ζωγραφική στη χρυσοχοΐα. (...) Ούτε η γλώσσα ανήκει μόνο σε εκείνους που την βρήκαν, αλλά σε όλους οι οποίοι συμμετέχουν σε αυτήν, ούτε καμμία τέχνη ή ενασχόληση άλλη. (...) Δεν είναι εφεύρεση των Φοινίκων τα γράμματα ή όπως λένε μερικοί των Αιγυπτίων; (...) Αν οι Αιγύπτιοι και οι Φοίνικες, απ'’ τους οποίους εμείς επωφελούμαστε για τη μόρφωση μας, τα οικειοποιούνται όλα αυτά με τη δικαιολογία ότι τους ενδιαφέρουν, τι θα κάνουμε; Ποια δικαιολογία θα προβάλουμε προς αυτούς, παγιδευόμενοι με τους δικούς μας νόμους; (...) Εάν καυχάσαι για τα όπλα, από ποιον έλαβες τα όπλα; Δεν είναι των Κυκλώπων; (...) Οι θυσίες δεν προέρχονται από τους Χαλδαίους; Δεν είναι η μαγεία περσική εφεύρεση; Η μαντική τέχνη των ονείρων δεν άκουσες ότι είναι των Κάρων; Η οιωνική τίνων; Όχι άλλων παρά των Φρυγών. Από πού διδάχτηκες το καθένα; Δεν διδάχτηκες ένα από τον καθένα από αυτούς. Τι λοιπόν; Θα δεχτούμε, αφού όλα περιοριστούν στους πρώτους διδάξαντες και εφευρέτες, ότι δεν έχουμε τίποτε το δικό μας;» Κυριολεκτικά εκμηδενίζονται τα απίστευτης γελοιότητας επιχειρήματα του Ιουλιανού ότι μόνο οι εφευρέτες έχουν δικαίωμα στη χρήση μιας εφεύρεσης. Σύμφωνα με την αντίληψη του Ιουλιανού, μόνο απόγονοι μαθηματικών και μόνο το έθνος που εφηύρε τα μαθηματικά δικαιούται και να τα διδάσκει, διότι οι άλλοι «τα διαστρεβλώνουν»! Δίκαιο είχε ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, λοιπόν, κι όχι ο Ιουλιανός.

Αυτός ήταν ο Ιουλιανός ο «Μέγας». Αναρωτάται κανείς, με τι κριτήρια δίνεται η προσωνυμία «Μέγας» σε έναν άνθρωπο που βασίλευσε μόλις 17 μήνες; Τί πρόλαβε να κάνει, που ήταν τόσο μεγάλο και σπουδαίο; Ένας άνθρωπος που, όντας ηγέτης, δεν κατάφερε καν να θέσει υπό τον έλεγχό του τους μαινόμενους εθνικούς υπηκόους του και να αποτρέψει τις βιαιοπραγίες τους, προφανώς διότι αντί να κυβερνά προτιμούσε να συγγράφει. Ένας άνθρωπος που δεν κατάφερε καμμιά στρατιωτική νίκη ως βασιλέας; Φυσικά δεν ήταν «Μέγας» ο Ιουλιανός˙ έτσι τον αποκαλούν ο φανατικός παγανιστής Ζώσιμος και οι νεοπαγανιστές. Είναι λογικό, άνθρωποι που αποκαλούν φιλέλληνα τον Νέρωνα, αυτό το τέρας που έκαιγε για αστείο τους Χριστιανούς και άρπαζε αρχαία αγάλματα, να αποκαλέσουν και τον, λόγω των οικογενειακών του ατυχιών, εμπαθή νεαρό βασιλά «Μέγα», που ήθελε τον αφανισμό αρχαίων και χριστιανικών βιβλίων. «Εφόσον κάποιος διώκει Χριστιανούς, είναι μέγας και φιλέλλην», λένε από μέσα τους. Όμως, θα ''έπρεπε'' να αποκαλέσουν και τους χριστιανομάχους Σουλτάνους «Μεγάλους» και φιλέλληνες.

Δεν λέμε ότι δεν είχε και θετικά στοιχεία ο Ιουλιανός. Αλλά ήταν σαν τους εικονομάχους αυτοκράτορες. Ήθελε με το στανιό να επιβάλλει – έστω και με έμμεσο τρόπο – τη θρησκεία του. Αυτό δεν γινόταν. Δεν άλλαζε ο ρους της ιστορίας. Οι καλές του προσπάθειες σε άλλα ζητήματα δεν είναι αρκετές, για να φύγουν οι κηλίδες του ύπουλου έμμεσου (από φόβο περισσότερο, όχι από ουμανισμό) διωγμού που διέπραττε.

«Άνθρωπος που σε παλαϊκώτερους χρόνους μπορούσε να φανή στ' αλήθεια φιλόσοφος, από φυσικό του σπουδαίως καθώς είταν ο νούς του. Μα με τους δασκάλους που έμπλεξε, με τα περιστατικά της ζωής του και με το δρόμο που πήρε πια τώρα ο κόσμος, φαίνεται παράκαιρος και παράλογος και ολότελα αταίριαστος με τα συστήματα που εγκαινίασε ο μεγαλοπίχερος θείος του» (Α. Εφταλιώτη, Ιστορία της Ρωμιοσύνης, τυπογραφείο της Εστίας, Αθήνα 1901, σ. 121).

Ο Καβάφης, όμως, τον οποίο μερικοί χαρακτηρίζουν ειδωλολάτρη είχε άλλη άποψη (Δεν έχουν διαβάσει την ρητή και ξεκάθαρη ομολογία χριστιανικής πίστης του, το ποίημα ''Μετέπειτα'';). Δεν πτοούνταν με τίποτα από κάτι τέτοιες «ιουλιανολατρίες» και έκρινε αυστηρότατα τον Αποστάτη αποστομώνοντας τους σημερινούς υποστηρικτές του (μέσα από τα ποιήματα του): τον χλευάζει, επειδή έπαιζε με «σύστημα καινούριας εκκλησίας, αστείον και στη σύλληψι και στην εφαρμογή» («Ο Ιουλιανός, ορών ολιγωρίαν»)˙ ουσιαστικά τον αποκαλεί δειλό, επειδή υποκρινόταν τον Χριστιανό («Ο Ιουλιανός εν Νικομηδεία»)˙ τον αποκαλεί «μιαρότατο», «αποτρόπαιο» («Μεγάλη συνοδεία εξ ιερέων και λαϊκών»)˙ ειρωνεύεται «τες περί των ψευδών θεών αερολογίες του, τες ανιαρές περιαυτολογίες˙ την παιδαριώδη του θεατροφοβία˙ την άχαρι σεμνοτυφία του˙ τα γελοία το γένια» («Ο Ιουλιανός και οι Αντιοχείς»)˙ ειρωνεύεται την τάχα βαθυστόχαστη υψηλοφροσύνη, ψηλομυτοσύνη του («Ουκ Έγνως») και τον παρουσιάζει ως ένα υστερικό νευρόσπαστο («Εις τα περίχωρα της Αντιοχείας») και έναν ανόητο, επειδή πείστηκε από τις σοφιστείες των θεουργών («Ο Ιουλιανός εν τοις μυστηρίοις»). Βλέπουμε, πως ο Καβάφης καταδικάζει απερίφραστα τον Ιουλιανό, υιοθετώντας πλήρως τις χριστιανικές απόψεις γι' αυτόν, και η γνώμη του έχει μεγάλη σημασία, γιατί, αφού ο ίδιος ήταν τόσο ελληνολάτρης όσο και ομοφυλόφιλος, εύκολα θα μπορούσε, λόγω αντίδρασης, να υιοθετήσει αντιχριστιανικές απόψεις˙ ωστόσο δεν έκανε κάτι τέτοιο.

Ο Ιουλιανός κατ' ουσίαν γκρέμισε το οικοδόμημα που έχτιζε, αφού δεν υπέδειξε διάδοχο, αλλά αντίθετα άρχισε να συζητά περί ανέμων και υδάτων με τους φίλους του. Γιατί δεν όρισε έναν παγανιστή διάδοχο του θρόνου, ώστε να συνεχιστεί η επικράτηση του παγανισμού; Τόσο ο Λιβάνιος όσο και ο Αμμιανός σιωπούν αμήχανα. Είναι λάθος, πάντως, να νομίζουμε ότι ο Ιουλιανός αρνήθηκε να ορίσει (παγανιστή) διάδοχο στο θρόνο, δήθεν επειδή εκείνες τις στιγμές δεν είχε τις δυνάμεις για να σκεφτεί. Ο Ιουλιανός θεωρητικολογούσε και αμπελοφιλοσοφούσε με μεγάλη ευκολία ώς την ώρα του θανάτου του: άρα είχε τις απαραίτητες δυνάμεις για να σκεφτεί, και μπορούσε να εκλέξει έναν εκ των συνεργατών του για διάδοχο. Η μη υπόδειξη διαδόχου, λοιπόν, δεν ήταν ζήτημα αδυναμίας ή μετριοπάθειας του Ιουλιανού. Η αλήθεια είναι ότι ο Ιουλιανός, που τόσο φανατικά πίστευε ότι οι θεοί τον οδηγούσαν να επανορθώσει την αρχαία λατρεία και να καταστρέψει το Χριστιανισμό, δεν υπέδειξε διάδοχο διότι απλώς εκείνη τη στιγμή δεν πίστευε πια στην αλήθεια της υπεροχής του παγανισμού και των αρχαίων θεών. Οι θεοί του τον είχαν εξαπατήσει˙ δεν τον οδήγησαν στη νίκη, δεν τον προστάτεψαν, αλλά τον άφησαν κι αυτόν και την προσπάθειά του να χαθεί. Ο,τι πίστεψε ο Ιουλιανός, πλέον ήταν φανερό ότι αποτύγχανε. Τι νόημα είχαν πλέον όλα; Γι' αυτό προτιμούσε να συζητά για την ψυχή του «που σε λίγο θα ενωθεί με τα άστρα». Η άρνηση, αδιαφορία του Ιουλιανού να υποδείξει διάδοχο (ούτε καν «τον καλύτερο» δεν υπέδειξε στους στρατηγούς του, έστω από ενδιαφέρον για την επιβίωση της αυτοκρατορίας και του στρατού του) αποτελεί την σιωπηρή ομολογία της ήττας του και της νίκης του Χριστιανισμού˙ το αν φώναξε «νενίκηκας Γαλιλαῖε», όπως λέει ο Θεοδώρητος Κύρρου, ή όχι, ελάχιστη σημασία έχει. Ο Ιουλιανός, βουβός, αρνούμενος να ορίσει διάδοχο, πεθαίνοντας παραδεχόταν ότι οι θεοί, ο παγανισμός, ήταν ένα νικημένο ψεύδος. Ίσως ο καλύτερος χαρακτηρισμός για τον Ιουλιανό τον Αποστάτη να ήταν αυτός του Μεγάλου Αθανασίου, όταν αυτός έφευγε για την εξορία, μετά το διάταγμα του Ιουλιανού. «Ένα νεφύδριο είναι», είπε στους πιστούς. Ένα συννεφάκι, που γρήγορα θα περάσει, κι ύστερα ξανά γαλανός ο ουρανός. Μια μετριότητα εξιδανικευμένη για ιδεολογικούς λόγους. Πολύ κακό για το τίποτα.
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αναζητηση

Αναγνώστες