Άλλη περίπτωση παραποίησης κειμένων.
Οι Νεοπαγανιστές επιτίθενται κατά του Αγίου Ιωάννη Χρυσοστόμου ισχυριζόμενοι πως αυτός είναι φιλοβάρβαρος ανθέλληνας. Και φυσικά, και σε αυτήν την περίπτωση πετσοκόβουν το κείμενο του Χρυσοστόμου. Να πώς μεταφράζουν το κείμενο (στο Διαδίκτυο):
«Όσο πιο βάρβαρο ένα έθνος φαίνεται και της ελληνικής απέχει παιδείας, τόσο λαμπρότερα φαίνονται τα ημέτερα... Ούτος ο (πιστός) βάρβαρος, την οικουμένη ολάκερη κατέλαβε... και ενώ πάντα τα των Ελλήνων σβήνουν και αφανίζονται, τούτου (του πιστού βάρβαρου) καθ' έκαστη λαμπρότερα γίνονται.»
Το πραγματικό όμως κείμενο του Χρυσοστόμου, είναι αυτό (PG 59, 31B, Ομιλία Β' εις τον Ευαγγελιστή Ιωάννη): «Ενώ αυτός ο αγράμματος, ο απλοϊκός, από τη Βησθαϊδά, ο υιός του Ζεβεδαίου, έστω κι αν μύριες φορές ειρωνεύονται οι Έλληνες για την ευτέλεια των τίτλων του, θα το πω με πολύ πιο μεγάλη παρρησία, όσο κι αν το έθνος από το οποίο κατάγεται ο Ιωάννης τους φαίνεται ότι είναι βάρβαρο (ὅσῳ γὰρ τὸ ἔθνος αὐτοῖς βάρβαρον φαίνηται) και ότι απέχει από την ελληνική παιδεία, τόσο πιο σαφή θα αποδειχθούν τα δικά μας. Διότι, όταν ο βάρβαρος και αμαθής λέγει τέτοια πράγματα τα οποία κανείς από τους ανθρώπους της γης δεν κατανόησε ποτέ, και όχι μόνο λέγει αλλά και πείθει, αυτό αν συνέβαινε θα ήταν μεγάλο θαύμα. (....) Αυτός λοιπόν ο βάρβαρος [=Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης], με την συγγραφή του Ευαγγελίου (Αρχαίο κείμενο: τῇ μὲν τοῦ Εὐαγγελίου συγγραφῇ) κυρίευσε ολόκληρη την οικουμένη. (....) Και τα μεν έργα των Ελλήνων όλα έσβησαν και εξαφανίστηκαν, ενώ τα δικά του γίνονται κάθε μέρα περισσότερο περιφανή. Διότι, αφ ότου εμφανίστηκαν αυτός και οι υπόλοιποι αλιείς, από τότε οι διδασκαλίες του Πυθαγόρα και του Πλάτωνα έχουν σιγήσει, ενώ προηγουμένως νομιζόταν ότι επικρατούν».
Οι «Έλληνες εθνικοί» «ξεχνούν» να μεταφράσουν το άρθρο «το» μπροστά από το «έθνος», αλλά το μεταφράζουν ως «ένα έθνος». Όμως ο Χρυσόστομος αναφέρεται στο έθνος του Ιωάννη, το εβραϊκό, γι' αυτό δεν γράφει «ὅσῳ γὰρ ΤΙΝΑ ἔθνος φαίνηται», αλλά «ὅσῳ γὰρ τὸ ἔθνος αὐτοῖς βάρβαρον φαίνηται».
Οι «ερευνητές» αρχαιόπληκτοι δεν μεταφράζουν επίσης ούτε το «αυτοίς φαίνηται», αλλά μόνο το «φαίνηται», ώστε να φανεί, σε συνδυασμό με το παραπάνω, ότι ο Χρυσόστομος λέει «όσο βαρβαρικότερο ένα έθνος, τόσο το καλύτερο»! Ο Χρυσόστομος όμως λέει ότι «όσο κι αν το έθνος εκείνο φαίνεται στους Έλληνες βαρβαρικό». Τεράστια διαφορά, που χάρη στην Νεοπαγανιστική μετάφραση εξαφανίζεται.
Οι «ερευνητές» αρχαιολάτρες δεν μεταφράζουν το «τῇ μὲν συγγραφῇ τοῦ Εὐαγγελίου», ώστε να φαίνεται ότι «ένας βάρβαρος «προφανώς» με τη δύναμη των όπλων, άρα είναι εισβολέας!!! κυρίευσε την οικουμένη».
Οι «ερευνητές» αρχαιόπληκτοι ούτε καν μπαίνουν στον κόπο να εξηγήσουν ποιος είναι αυτός ο «βάρβαρος» που αναφέρει ο Χρυσόστομος, ώστε να νομίζει ο αναγνώστης ότι ο Χρυσόστομος επαινεί τους βαρβαρικούς εισβολείς του 4ου αιώνα (Αλάριχο κ.ά.), δηλαδή ότι είναι φιλοβάρβαρος. Ακόμη μια περίπτωση διαστρέβλωσης κειμένων του Αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου παρατίθεται σε επόμενο κεφάλαιο.
Υπό άλλες περιπτώσεις θα αποσιωπούσαμε το όνομα του δράστη της παραποίησης των κειμένων του άγιου Ιωάννη. Ωστόσο, στην περίπτωση αυτή πρέπει να αναφερθεί, γιατί ο δράστης αυτός παρουσιάζεται από τους αρχαιολάτρες ως «ορθολογιστής» και ως «ερευνητής» της αλήθειας. Ο κύριος αυτός, λοιπόν, που παραποίησε και διαστρέβλωσε με τέτοιο τρόπο τα κείμενα του Χρυσοστόμου, με σκοπό να τον σπιλώσει και να τον συκοφαντήσει είναι ο Μ. Καλόπουλος. Η απόδειξη βρίσκεται στην αποθηκευμένη από τον «Ανώνυμο Απολογητή» ιστοσελίδα, τμήμα του δικτυακού τόπου του Καλόπουλου, στην οποία αναγράφονταν οι συκοφαντίες και τα αισχρά ψεύδη του:(http://www.apologitis.com/gr/ancient/kalopoulos/great_lies/pateres_02_05_2004.htm). Περιττό να πούμε, ότι με το ξεσκέπασμα των συκοφαντιών του κατά των Ελλήνων Πατέρων της Εκκλησίας, ο Μ. Καλόπουλος απέσυρε την ιστοσελίδα αυτήν από τον ιστότοπό του. Ωστόσο ήταν αργά πλέον, διότι η σελίδα αποθηκεύτηκε. Είναι θλιβερό ότι τέτοιοι διαστρεβλωτές των πατερικών κειμένων, τέτοιοι άνθρωποι των οποίων η άγνοια της Αγίας Γραφής είναι ολοφάνερη, διαφημίζονται ως «απομυθοποιητές».
Η κριτική των Νεοπαγανιστών προς τον Άγιο Ιωάννη Χρυσόστομο το μόνο που αποδεικνύει είναι την άγνοια για τις αντίστοιχες απόψεις των Αρχαίων Ελλήνων:
α') Κατηγορούν οι Νεοπαγανιστές τον Χρυσόστομο που υπερασπίζεται την παρθενία (Περί παρθενίας, PG 45, 533), ότι «δεν σκέφτεται καθόλου πως αν όλοι δέχονταν τις απόψεις του, η κοινωνία θα εξαφανιζόταν». Τότε να κατηγορήσουν και την παρθένα εθνική Υπατία, και τον Δημόκριτο που δεν επιθυμούσε παιδιά, και τον Επίκουρο που πίστευε ότι η συνουσία ποτέ δεν ωφέλησε σε κάτι.
β') Κατηγορούν οι Νεοπαγανιστές τον Χρυσόστομο που καταφέρεται κατά του Πυθαγόρα. Τότε να κατηγορήσουν και τον Ηράκλειτο που καταφέρεται επίσης κατά του Πυθαγόρα λέγοντας: «Ο Πυθαγόρας έκανε μια δική του σοφία: πολυμάθεια, κακοτεχνία» και «Η πολυμάθεια δεν διδάσκει να έχεις νου. Αν ήταν έτσι, θα είχε διδάξει και τον Πυθαγόρα».
γ') Κατηγορούν οι Νεοπαγανιστές τον Χρυσόστομο που καταφέρεται κατά του Πλάτωνα. Τότε να κατηγορήσουν και τον Διογένη τον Κυνικό που καθημερινώς διέσυρε τον Πλάτωνα: «όταν ο Πλάτων διετύπωσε τον ορισμό ότι ο άνθρωπος είναι ζώο δίποδο και άπτερο και είχε κάνει μεγάλη εντύπωση με αυτά τα λόγια του, ο Διογένης μάδησε έναν κόκορα, τον πήγε στην Ακαδημία και του είπε: αυτός είναι ο άνθρωπος του Πλάτωνα» (Διογένης Λαέρτιος, VI, 40).
δ') Κατηγορούν οι Νεοπαγανιστές τον Χρυσόστομο ότι ειρωνεύεται και βρίζει τους Έλληνες φιλόσοφους συνολικά ως «δειλούς, αλαζόνες φιλόδοξους που ποτέ δεν έκαναν το σωστό». Τότε να κατηγορήσουν και τον εθνικό Ιάμβλιχο που χαρακτηρίζει τους Έλληνες ανώριμους από την ίδια τη φύση τους, χωρίς εσωτερικότητα, ανίκανους να ανακαλύψουν μόνοι τους την αλήθεια˙ τους κατηγορεί ότι αλλοιώνουν με τη λεπτολογία τους όσα μαθαίνουν από τους άλλους λαούς.
ε') Κατηγορούν οι Νεοπαγανιστές τον Χρυσόστομο που θεωρεί τον Σωκράτη ως έναν εκ των αισχρότερων φιλοσόφων. Τότε να κατηγορήσουν και το Λουκιανό που αποκαλεί «σοφιστή» και «ψευτογενναίο» τον Σωκράτη, «τον πιο αχρείο από όλους τους κόλακες» τον Αριστοτέλη και «αλαζόνα και κουτό» τον Εμπεδοκλή. Επίσης τον Επίκουρο που έλεγε «αχθοφόρο» και «δασκαλάκο» τον Αριστοτέλη και τον Πρωταγόρα.
στ') Κατηγορούν οι Νεοπαγανιστές τον Χρυσόστομο που γράφει ότι ο θάνατος είναι προτιμότερος από τη ζωή. Τότε, αν είναι συνεπείς, ας κατηγορήσουν και τον Πλάτωνα που υποστηρίζει ότι τίποτα δεν υπάρχει καλύτερο, και γι' αυτό ακόμη το σώμα, από τη νέκρωσή του: «σώματι διαλύσεως οὐκ ἔστιν ἢ κρεῖττον» (Νόμοι, 828d).
ζ) Κατηγορούν οι Νεοπαγανιστές τον Χρυσόστομο που με σκληρή γλώσσα καταδικάζει μαντεία και μαντική και τα μαγικά ξόρκια και φυλακτά. Τότε να κατηγορήσουν και τον Ξενοφάνη που απέρριπτε την μαντική και τον Πλάτωνα που νομοθετεί εναντίον της νόμους.
η) Κατηγορούν οι Νεοπαγανιστές τον Χρυσόστομο που είναι πικρόχολος για τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Τότε να κατακρίνουν τον Ευριπίδη, τον Ξενοφάνη, τον Διογένη τον Κυνικό, τον Παυσανία, τον Επίκτητο, το Φιλόστρατο και τον Γαληνό που είναι αντίθετοι με το αθλητικό ιδεώδες και πρακτική της εποχής τους.
θ) Κατηγορούν οι Νεοπαγανιστές τον Χρυσόστομο ότι ήταν μισογύνης ώς το κόκκαλο. Αυτό είναι αναληθές βέβαια, αλλά τότε οι Νεοπαγανιστές να κατηγορήσουν και τον Ευριπίδη, γιατί κι αυτός ήταν μισογύνης ώς εκεί που δεν πήγαινε άλλο. Και τον Αντιφάνη και τον Ησίοδο, τουλάχιστον.
ι') Κατηγορούν οι Νεοπαγανιστές τον Χρυσόστομο επειδή καταδικάζει την ειμαρμένη. Και καλά κάνουν που τον κατηγορούν, διότι όποιος πιστεύει σε μοίρα είναι απλώς... μοιρολάτρης.
ια') Κατηγορούν οι Νεοπαγανιστές τον Χρυσόστομο επειδή καυτηριάζει όσους πηγαίνουν στον Ιππόδρομο και στο θέατρο. Τότε να καταδικάσουν και τον Ιουλιανό τον αυτοκράτορα που δεν πατούσε στα θέατρα και μάλιστα αποκαλεί τις θεατρικές παραστάσεις των ημερών του «ξεδιάντροπες θεατρικές παραστάσεις» (Επιστολή στον Αρσάκειο, παγανιστή ιερέα της Γαλατίας). Γράφει ο Ιουλιανός στον Μισοπώγωνα: «Περιορίζω τον εαυτό μου, τον κρατάω μακριά από τα θέατρα. ( ...) Αποστρέφομαι τις ιπποδρομίες.» Να κατηγορήσουν και τον Πλάτωνα που τόσο πολύ μισούσε το θέατρο, ώστε αποκαλούσε θεατροκρατία τις παραστάσεις (Γιάννη Κορδάτου, Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας, εκδ. Μπουκουμάνη, σ. 310). Οι θεατρικές παραστάσεις της εποχής εκείνης ήταν εντελώς αισχρές, συμμετείχαν ακόμη και γυμνές επί σκηνής γυναίκες ηθοποιοί με θεατρίνους και δεν είχαν καμμία σχέση με τις κλασσικές παραστάσεις του 4ου π.Χ. αι.
ιβ) Κατηγορούν οι Νεοπαγανιστές τον Χρυσόστομο επειδή θεωρεί ντροπή να οδύρεται κανείς, όπως οι «Έλληνες», για το θάνατο οικείου του. Τότε να κατακρίνουν και την Σπάρτη, που απαγόρευε στις μανάδες των φονευθέντων στρατιωτών το θρήνο (Fustel De Coulanges, Η Αρχαία Πόλη, εκδ. Ειρμός, σ. 347). Να κατηγορήσουν και το Λυκούργο: «Ο Λυκούργος κατάργησε επίσης (...) τα πένθη και τα μοιρολόγια» (Πλούταρχου, Τα παλαιά των Λακεδαιμονίων επιτηδεύματα, 18, 238d).
ιγ') Κατακρίνουν οι Νεοπαγανιστές τον Χρυσόστομο, επειδή καυτηριάζει το γυναικειο καλλωπισμό. Τότε να κατακρίνουν και το Σόλωνα που απαγόρευε στις γυναίκες να έχουν μαζί τους πάνω από τρία φορέματα.
ιδ') Κατακρίνουν οι Νεοπαγανιστές τον Χρυσόστομο επειδή κατακρίνει τα πολλά γέλια. Τότε να κατακρίνουν και τον Πλάτωνα που τα απαγορεύει για τους νέους και δεν θέλει να παρουσιάζονται οι θεοί γελαστοί.
ιε') Κατηγορούν τον Χρυσόστομο επειδή απορρίπτει την Πολιτεία του Πλάτωνα υβρίζοντας την νοητική σύλληψή της. Καλά κάνουν, διότι επρόκειτο για μια πολιτεία όπου κανένας δεν ήξερε τον πατέρα και τη μητέρα του˙ ή μάλλον, μια πολιτεία όπου οι μανάδες όλων ήταν κοινές. Ο ίδιος ο Πλάτωνας σε ωριμότερη ηλικία γράφοντας τους Νόμους, πολλά από αυτά που πρότεινε στην Πολιτεία δεν τα επαναλαμβάνει. Κι ο Αριστοτέλης απέρριπτε την Πολιτεία.
ιστ') Κατηγορούν οι Νεοπαγανιστές τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο, επειδή θέλει τις κοπέλες να μη βγαίνουν έξω από τα σπίτια τους. Τότε να κατηγορήσουν και τους πολυθεϊστές αρχαίους Αθηναίους για το ίδιο πράγμα καθώς και τον Ξενοφώντα που γράφει «Για τη γυναίκα είναι περισσότερο πρέπον να μένει στο σπίτι παρά να τριγυρνάει έξω» (Οικονομικός 7,3).
Κατακρίνοντας λοιπόν, τον Χρυσόστομο οι Νεοπαγανιστές καταλήγουν να κατακρίνουν τμήμα της ελληνικης αρχαιότητας. Ίσως το μίσος των Νεοπαγανιστών ειδικώς με τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο οφείλεται στο ότι τους είχε τσακίσει με το συγγραφικό του έργο, γι' αυτό έχουν τόση λύσσα εναντίον του, ειδικά επειδή ο εθνικός ρήτωρ Λιβάνιος είχε πει, πως θα έχριζε διάδοχό του τον Ιωάννη Χρυσόστομο «αν δεν τον είχαν πάρει οι Χριστιανοί» (Σωζομενός, 8, 2). Ο Χρυσόστομος, σύμφωνα με τον Γερμανό φιλόλογο του 19ου αι. Βιλάμοβιτς, δεν ήταν ένας τυχαίος ρήτορας˙ ήταν τόσο δεινός ρήτορας που οι υπόλοιποι ρήτορες της εποχής του φάνταζαν βάρβαροι μπροστά του. Δεν είναι δα και ελάχιστα οδυνηρό να συντρίβονται από κάποιον που θα μπορούσε να ήταν δικός τους. Ο κ. Γ. Σιέττος, που κατηγορεί ως ανθέλληνες τους πατέρες της Εκκλησίας, σε ένα βιβλίο του αφιερώνει 62 ολόκληρες σελίδες στον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο (ενώ για άλλους 61 εκκλησιαστικούς συγγραφείς αφιερώνει μόνο από μία έως τέσσερις σελίδες στον καθένα!) κατηγορώντας τον για πράγματα παρόμοια με τις προαναφερθείσες κατηγορίες.
Οι Ν/Π καταφέρονται ενάντια στην Ομιλία ΞΣΤ 3 (Εις τον Αγιον Ιωάννην Ευαγγελιστήν). Τί λέει όμως ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος και γιατί; Λέει: «Διότι αυτοί οι άνθρωποι [οι εθνικοί] δε μπόρεσαν να ανακαλύψουν τίποτε λογικό, ούτε σε ό,τι αφορά το θεό ούτε την δημιουργία, και πράγματα που μια χήρα Χριστιανή είναι εξοικειωμένη, ο Πυθαγόρας δεν τα ήξερε, αλλά είπε ότι η ψυχή μετατρέπεται σε θάμνο, ή σε ψάρι ή σε σκύλο. Σε αυτά, πείτε μου, πρέπει να δώσετε προσοχή; (...) Για παράδειγμα, ο πρώτος ανάμεσά τους είπε ότι το νερό ήταν θεός, ο διάδοχός του την φωτιά, ένας άλλος τον αέρα και όλοι κατέληγαν σε πράγματα σωματικά. Θα έπρεπε εμείς, πείτε μου, να θαυμάζουμε αυτούς που ποτέ δεν είχαν την ιδέα ενός ασώματου θεού;» Δεν λέει κάτι παράλογο ο Χρυσόστομος, κι όλες αυτές τις ιδέες περί υλικού Θεού τις ονομάζει πύον και ακαθαρσίες και σκουλίκια.
Ορισμένοι απορούν για το ύφος του Χρυσοστόμου. Η αλήθεια είναι ότι ο Χρυσόστομος απλώς εκινείτο στο πλαίσιο των ανεκτών ρητορικών υπερβολών της εποχής του. Η γλώσσα του «φέρει τα γνωρίσματα της ρητορείας της εποχής και δεν μπορεί να κατανοηθεί έξω από αυτήν. Έτσι, η φράση «μιαροὶ καὶ παμμίαροι» δεν ακουγόταν τότε, όπως τα σημερινά «βρωμεροί και πανάθλιοι», που είναι μετάφραση του συγγραφέα. Το ίδιο ισχύει και για την φράση «κἂν πάνυ ἀναισχυντοῖεν» και τη σημερινή απόδοσή της «τελείως αδιάντροποι»!» (π. Γ.Δ. Μεταλληνού, Παγανιστικός Ελληνισμός ή Ελληνορθοδοξία;, εκδ. Αρμός, σ. 87). Ο Χρυσόστομος δεν μισεί τους εθνικούς, διότι κατηγορεί τους Χριστιανούς ότι «ἡμεῖς γὰρ ἐσμὲν αἴτιοι, ἡμεῖς, τοῦ μένειν αὐτοὺς ἐπὶ τῆς πλάνης» (Ομιλία ΟΒ, «Περί της αγάπης και βίου ορθού..»). Ερμηνεύοντας, μάλιστα, το δ κεφάλαιο των Πράξεων (PG 60,96 ε.) ασκεί αυστηρή κριτική στους Χριστιανούς, διότι, αν ακολουθούσαν την κοινοκτημοσύνη των Χριστιανών των Ιεροσολύμων, «τίς ἂν Ἕλλην ἔμενεν λοιπόν;» Το αντιφατικό με τους κατήγορους του Χρυσοστόμου είναι, ότι οι μεν Εβραίοι τον κατηγορούν ως αντί-ιουδαίο, ενώ οι Νεοπαγανιστές ως εβραιόψυχο ανθέλληνα. Κι αυτό, γιατί δεν καταλαβαίνουν τα κίνητρα του Χρυσοστόμου.
«Όσο πιο βάρβαρο ένα έθνος φαίνεται και της ελληνικής απέχει παιδείας, τόσο λαμπρότερα φαίνονται τα ημέτερα... Ούτος ο (πιστός) βάρβαρος, την οικουμένη ολάκερη κατέλαβε... και ενώ πάντα τα των Ελλήνων σβήνουν και αφανίζονται, τούτου (του πιστού βάρβαρου) καθ' έκαστη λαμπρότερα γίνονται.»
Το πραγματικό όμως κείμενο του Χρυσοστόμου, είναι αυτό (PG 59, 31B, Ομιλία Β' εις τον Ευαγγελιστή Ιωάννη): «Ενώ αυτός ο αγράμματος, ο απλοϊκός, από τη Βησθαϊδά, ο υιός του Ζεβεδαίου, έστω κι αν μύριες φορές ειρωνεύονται οι Έλληνες για την ευτέλεια των τίτλων του, θα το πω με πολύ πιο μεγάλη παρρησία, όσο κι αν το έθνος από το οποίο κατάγεται ο Ιωάννης τους φαίνεται ότι είναι βάρβαρο (ὅσῳ γὰρ τὸ ἔθνος αὐτοῖς βάρβαρον φαίνηται) και ότι απέχει από την ελληνική παιδεία, τόσο πιο σαφή θα αποδειχθούν τα δικά μας. Διότι, όταν ο βάρβαρος και αμαθής λέγει τέτοια πράγματα τα οποία κανείς από τους ανθρώπους της γης δεν κατανόησε ποτέ, και όχι μόνο λέγει αλλά και πείθει, αυτό αν συνέβαινε θα ήταν μεγάλο θαύμα. (....) Αυτός λοιπόν ο βάρβαρος [=Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης], με την συγγραφή του Ευαγγελίου (Αρχαίο κείμενο: τῇ μὲν τοῦ Εὐαγγελίου συγγραφῇ) κυρίευσε ολόκληρη την οικουμένη. (....) Και τα μεν έργα των Ελλήνων όλα έσβησαν και εξαφανίστηκαν, ενώ τα δικά του γίνονται κάθε μέρα περισσότερο περιφανή. Διότι, αφ ότου εμφανίστηκαν αυτός και οι υπόλοιποι αλιείς, από τότε οι διδασκαλίες του Πυθαγόρα και του Πλάτωνα έχουν σιγήσει, ενώ προηγουμένως νομιζόταν ότι επικρατούν».
Οι «Έλληνες εθνικοί» «ξεχνούν» να μεταφράσουν το άρθρο «το» μπροστά από το «έθνος», αλλά το μεταφράζουν ως «ένα έθνος». Όμως ο Χρυσόστομος αναφέρεται στο έθνος του Ιωάννη, το εβραϊκό, γι' αυτό δεν γράφει «ὅσῳ γὰρ ΤΙΝΑ ἔθνος φαίνηται», αλλά «ὅσῳ γὰρ τὸ ἔθνος αὐτοῖς βάρβαρον φαίνηται».
Οι «ερευνητές» αρχαιόπληκτοι δεν μεταφράζουν επίσης ούτε το «αυτοίς φαίνηται», αλλά μόνο το «φαίνηται», ώστε να φανεί, σε συνδυασμό με το παραπάνω, ότι ο Χρυσόστομος λέει «όσο βαρβαρικότερο ένα έθνος, τόσο το καλύτερο»! Ο Χρυσόστομος όμως λέει ότι «όσο κι αν το έθνος εκείνο φαίνεται στους Έλληνες βαρβαρικό». Τεράστια διαφορά, που χάρη στην Νεοπαγανιστική μετάφραση εξαφανίζεται.
Οι «ερευνητές» αρχαιολάτρες δεν μεταφράζουν το «τῇ μὲν συγγραφῇ τοῦ Εὐαγγελίου», ώστε να φαίνεται ότι «ένας βάρβαρος «προφανώς» με τη δύναμη των όπλων, άρα είναι εισβολέας!!! κυρίευσε την οικουμένη».
Οι «ερευνητές» αρχαιόπληκτοι ούτε καν μπαίνουν στον κόπο να εξηγήσουν ποιος είναι αυτός ο «βάρβαρος» που αναφέρει ο Χρυσόστομος, ώστε να νομίζει ο αναγνώστης ότι ο Χρυσόστομος επαινεί τους βαρβαρικούς εισβολείς του 4ου αιώνα (Αλάριχο κ.ά.), δηλαδή ότι είναι φιλοβάρβαρος. Ακόμη μια περίπτωση διαστρέβλωσης κειμένων του Αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου παρατίθεται σε επόμενο κεφάλαιο.
Υπό άλλες περιπτώσεις θα αποσιωπούσαμε το όνομα του δράστη της παραποίησης των κειμένων του άγιου Ιωάννη. Ωστόσο, στην περίπτωση αυτή πρέπει να αναφερθεί, γιατί ο δράστης αυτός παρουσιάζεται από τους αρχαιολάτρες ως «ορθολογιστής» και ως «ερευνητής» της αλήθειας. Ο κύριος αυτός, λοιπόν, που παραποίησε και διαστρέβλωσε με τέτοιο τρόπο τα κείμενα του Χρυσοστόμου, με σκοπό να τον σπιλώσει και να τον συκοφαντήσει είναι ο Μ. Καλόπουλος. Η απόδειξη βρίσκεται στην αποθηκευμένη από τον «Ανώνυμο Απολογητή» ιστοσελίδα, τμήμα του δικτυακού τόπου του Καλόπουλου, στην οποία αναγράφονταν οι συκοφαντίες και τα αισχρά ψεύδη του:(http://www.apologitis.com/gr/ancient/kalopoulos/great_lies/pateres_02_05_2004.htm). Περιττό να πούμε, ότι με το ξεσκέπασμα των συκοφαντιών του κατά των Ελλήνων Πατέρων της Εκκλησίας, ο Μ. Καλόπουλος απέσυρε την ιστοσελίδα αυτήν από τον ιστότοπό του. Ωστόσο ήταν αργά πλέον, διότι η σελίδα αποθηκεύτηκε. Είναι θλιβερό ότι τέτοιοι διαστρεβλωτές των πατερικών κειμένων, τέτοιοι άνθρωποι των οποίων η άγνοια της Αγίας Γραφής είναι ολοφάνερη, διαφημίζονται ως «απομυθοποιητές».
Η κριτική των Νεοπαγανιστών προς τον Άγιο Ιωάννη Χρυσόστομο το μόνο που αποδεικνύει είναι την άγνοια για τις αντίστοιχες απόψεις των Αρχαίων Ελλήνων:
α') Κατηγορούν οι Νεοπαγανιστές τον Χρυσόστομο που υπερασπίζεται την παρθενία (Περί παρθενίας, PG 45, 533), ότι «δεν σκέφτεται καθόλου πως αν όλοι δέχονταν τις απόψεις του, η κοινωνία θα εξαφανιζόταν». Τότε να κατηγορήσουν και την παρθένα εθνική Υπατία, και τον Δημόκριτο που δεν επιθυμούσε παιδιά, και τον Επίκουρο που πίστευε ότι η συνουσία ποτέ δεν ωφέλησε σε κάτι.
β') Κατηγορούν οι Νεοπαγανιστές τον Χρυσόστομο που καταφέρεται κατά του Πυθαγόρα. Τότε να κατηγορήσουν και τον Ηράκλειτο που καταφέρεται επίσης κατά του Πυθαγόρα λέγοντας: «Ο Πυθαγόρας έκανε μια δική του σοφία: πολυμάθεια, κακοτεχνία» και «Η πολυμάθεια δεν διδάσκει να έχεις νου. Αν ήταν έτσι, θα είχε διδάξει και τον Πυθαγόρα».
γ') Κατηγορούν οι Νεοπαγανιστές τον Χρυσόστομο που καταφέρεται κατά του Πλάτωνα. Τότε να κατηγορήσουν και τον Διογένη τον Κυνικό που καθημερινώς διέσυρε τον Πλάτωνα: «όταν ο Πλάτων διετύπωσε τον ορισμό ότι ο άνθρωπος είναι ζώο δίποδο και άπτερο και είχε κάνει μεγάλη εντύπωση με αυτά τα λόγια του, ο Διογένης μάδησε έναν κόκορα, τον πήγε στην Ακαδημία και του είπε: αυτός είναι ο άνθρωπος του Πλάτωνα» (Διογένης Λαέρτιος, VI, 40).
δ') Κατηγορούν οι Νεοπαγανιστές τον Χρυσόστομο ότι ειρωνεύεται και βρίζει τους Έλληνες φιλόσοφους συνολικά ως «δειλούς, αλαζόνες φιλόδοξους που ποτέ δεν έκαναν το σωστό». Τότε να κατηγορήσουν και τον εθνικό Ιάμβλιχο που χαρακτηρίζει τους Έλληνες ανώριμους από την ίδια τη φύση τους, χωρίς εσωτερικότητα, ανίκανους να ανακαλύψουν μόνοι τους την αλήθεια˙ τους κατηγορεί ότι αλλοιώνουν με τη λεπτολογία τους όσα μαθαίνουν από τους άλλους λαούς.
ε') Κατηγορούν οι Νεοπαγανιστές τον Χρυσόστομο που θεωρεί τον Σωκράτη ως έναν εκ των αισχρότερων φιλοσόφων. Τότε να κατηγορήσουν και το Λουκιανό που αποκαλεί «σοφιστή» και «ψευτογενναίο» τον Σωκράτη, «τον πιο αχρείο από όλους τους κόλακες» τον Αριστοτέλη και «αλαζόνα και κουτό» τον Εμπεδοκλή. Επίσης τον Επίκουρο που έλεγε «αχθοφόρο» και «δασκαλάκο» τον Αριστοτέλη και τον Πρωταγόρα.
στ') Κατηγορούν οι Νεοπαγανιστές τον Χρυσόστομο που γράφει ότι ο θάνατος είναι προτιμότερος από τη ζωή. Τότε, αν είναι συνεπείς, ας κατηγορήσουν και τον Πλάτωνα που υποστηρίζει ότι τίποτα δεν υπάρχει καλύτερο, και γι' αυτό ακόμη το σώμα, από τη νέκρωσή του: «σώματι διαλύσεως οὐκ ἔστιν ἢ κρεῖττον» (Νόμοι, 828d).
ζ) Κατηγορούν οι Νεοπαγανιστές τον Χρυσόστομο που με σκληρή γλώσσα καταδικάζει μαντεία και μαντική και τα μαγικά ξόρκια και φυλακτά. Τότε να κατηγορήσουν και τον Ξενοφάνη που απέρριπτε την μαντική και τον Πλάτωνα που νομοθετεί εναντίον της νόμους.
η) Κατηγορούν οι Νεοπαγανιστές τον Χρυσόστομο που είναι πικρόχολος για τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Τότε να κατακρίνουν τον Ευριπίδη, τον Ξενοφάνη, τον Διογένη τον Κυνικό, τον Παυσανία, τον Επίκτητο, το Φιλόστρατο και τον Γαληνό που είναι αντίθετοι με το αθλητικό ιδεώδες και πρακτική της εποχής τους.
θ) Κατηγορούν οι Νεοπαγανιστές τον Χρυσόστομο ότι ήταν μισογύνης ώς το κόκκαλο. Αυτό είναι αναληθές βέβαια, αλλά τότε οι Νεοπαγανιστές να κατηγορήσουν και τον Ευριπίδη, γιατί κι αυτός ήταν μισογύνης ώς εκεί που δεν πήγαινε άλλο. Και τον Αντιφάνη και τον Ησίοδο, τουλάχιστον.
ι') Κατηγορούν οι Νεοπαγανιστές τον Χρυσόστομο επειδή καταδικάζει την ειμαρμένη. Και καλά κάνουν που τον κατηγορούν, διότι όποιος πιστεύει σε μοίρα είναι απλώς... μοιρολάτρης.
ια') Κατηγορούν οι Νεοπαγανιστές τον Χρυσόστομο επειδή καυτηριάζει όσους πηγαίνουν στον Ιππόδρομο και στο θέατρο. Τότε να καταδικάσουν και τον Ιουλιανό τον αυτοκράτορα που δεν πατούσε στα θέατρα και μάλιστα αποκαλεί τις θεατρικές παραστάσεις των ημερών του «ξεδιάντροπες θεατρικές παραστάσεις» (Επιστολή στον Αρσάκειο, παγανιστή ιερέα της Γαλατίας). Γράφει ο Ιουλιανός στον Μισοπώγωνα: «Περιορίζω τον εαυτό μου, τον κρατάω μακριά από τα θέατρα. ( ...) Αποστρέφομαι τις ιπποδρομίες.» Να κατηγορήσουν και τον Πλάτωνα που τόσο πολύ μισούσε το θέατρο, ώστε αποκαλούσε θεατροκρατία τις παραστάσεις (Γιάννη Κορδάτου, Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας, εκδ. Μπουκουμάνη, σ. 310). Οι θεατρικές παραστάσεις της εποχής εκείνης ήταν εντελώς αισχρές, συμμετείχαν ακόμη και γυμνές επί σκηνής γυναίκες ηθοποιοί με θεατρίνους και δεν είχαν καμμία σχέση με τις κλασσικές παραστάσεις του 4ου π.Χ. αι.
ιβ) Κατηγορούν οι Νεοπαγανιστές τον Χρυσόστομο επειδή θεωρεί ντροπή να οδύρεται κανείς, όπως οι «Έλληνες», για το θάνατο οικείου του. Τότε να κατακρίνουν και την Σπάρτη, που απαγόρευε στις μανάδες των φονευθέντων στρατιωτών το θρήνο (Fustel De Coulanges, Η Αρχαία Πόλη, εκδ. Ειρμός, σ. 347). Να κατηγορήσουν και το Λυκούργο: «Ο Λυκούργος κατάργησε επίσης (...) τα πένθη και τα μοιρολόγια» (Πλούταρχου, Τα παλαιά των Λακεδαιμονίων επιτηδεύματα, 18, 238d).
ιγ') Κατακρίνουν οι Νεοπαγανιστές τον Χρυσόστομο, επειδή καυτηριάζει το γυναικειο καλλωπισμό. Τότε να κατακρίνουν και το Σόλωνα που απαγόρευε στις γυναίκες να έχουν μαζί τους πάνω από τρία φορέματα.
ιδ') Κατακρίνουν οι Νεοπαγανιστές τον Χρυσόστομο επειδή κατακρίνει τα πολλά γέλια. Τότε να κατακρίνουν και τον Πλάτωνα που τα απαγορεύει για τους νέους και δεν θέλει να παρουσιάζονται οι θεοί γελαστοί.
ιε') Κατηγορούν τον Χρυσόστομο επειδή απορρίπτει την Πολιτεία του Πλάτωνα υβρίζοντας την νοητική σύλληψή της. Καλά κάνουν, διότι επρόκειτο για μια πολιτεία όπου κανένας δεν ήξερε τον πατέρα και τη μητέρα του˙ ή μάλλον, μια πολιτεία όπου οι μανάδες όλων ήταν κοινές. Ο ίδιος ο Πλάτωνας σε ωριμότερη ηλικία γράφοντας τους Νόμους, πολλά από αυτά που πρότεινε στην Πολιτεία δεν τα επαναλαμβάνει. Κι ο Αριστοτέλης απέρριπτε την Πολιτεία.
ιστ') Κατηγορούν οι Νεοπαγανιστές τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο, επειδή θέλει τις κοπέλες να μη βγαίνουν έξω από τα σπίτια τους. Τότε να κατηγορήσουν και τους πολυθεϊστές αρχαίους Αθηναίους για το ίδιο πράγμα καθώς και τον Ξενοφώντα που γράφει «Για τη γυναίκα είναι περισσότερο πρέπον να μένει στο σπίτι παρά να τριγυρνάει έξω» (Οικονομικός 7,3).
Κατακρίνοντας λοιπόν, τον Χρυσόστομο οι Νεοπαγανιστές καταλήγουν να κατακρίνουν τμήμα της ελληνικης αρχαιότητας. Ίσως το μίσος των Νεοπαγανιστών ειδικώς με τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο οφείλεται στο ότι τους είχε τσακίσει με το συγγραφικό του έργο, γι' αυτό έχουν τόση λύσσα εναντίον του, ειδικά επειδή ο εθνικός ρήτωρ Λιβάνιος είχε πει, πως θα έχριζε διάδοχό του τον Ιωάννη Χρυσόστομο «αν δεν τον είχαν πάρει οι Χριστιανοί» (Σωζομενός, 8, 2). Ο Χρυσόστομος, σύμφωνα με τον Γερμανό φιλόλογο του 19ου αι. Βιλάμοβιτς, δεν ήταν ένας τυχαίος ρήτορας˙ ήταν τόσο δεινός ρήτορας που οι υπόλοιποι ρήτορες της εποχής του φάνταζαν βάρβαροι μπροστά του. Δεν είναι δα και ελάχιστα οδυνηρό να συντρίβονται από κάποιον που θα μπορούσε να ήταν δικός τους. Ο κ. Γ. Σιέττος, που κατηγορεί ως ανθέλληνες τους πατέρες της Εκκλησίας, σε ένα βιβλίο του αφιερώνει 62 ολόκληρες σελίδες στον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο (ενώ για άλλους 61 εκκλησιαστικούς συγγραφείς αφιερώνει μόνο από μία έως τέσσερις σελίδες στον καθένα!) κατηγορώντας τον για πράγματα παρόμοια με τις προαναφερθείσες κατηγορίες.
Οι Ν/Π καταφέρονται ενάντια στην Ομιλία ΞΣΤ 3 (Εις τον Αγιον Ιωάννην Ευαγγελιστήν). Τί λέει όμως ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος και γιατί; Λέει: «Διότι αυτοί οι άνθρωποι [οι εθνικοί] δε μπόρεσαν να ανακαλύψουν τίποτε λογικό, ούτε σε ό,τι αφορά το θεό ούτε την δημιουργία, και πράγματα που μια χήρα Χριστιανή είναι εξοικειωμένη, ο Πυθαγόρας δεν τα ήξερε, αλλά είπε ότι η ψυχή μετατρέπεται σε θάμνο, ή σε ψάρι ή σε σκύλο. Σε αυτά, πείτε μου, πρέπει να δώσετε προσοχή; (...) Για παράδειγμα, ο πρώτος ανάμεσά τους είπε ότι το νερό ήταν θεός, ο διάδοχός του την φωτιά, ένας άλλος τον αέρα και όλοι κατέληγαν σε πράγματα σωματικά. Θα έπρεπε εμείς, πείτε μου, να θαυμάζουμε αυτούς που ποτέ δεν είχαν την ιδέα ενός ασώματου θεού;» Δεν λέει κάτι παράλογο ο Χρυσόστομος, κι όλες αυτές τις ιδέες περί υλικού Θεού τις ονομάζει πύον και ακαθαρσίες και σκουλίκια.
Ορισμένοι απορούν για το ύφος του Χρυσοστόμου. Η αλήθεια είναι ότι ο Χρυσόστομος απλώς εκινείτο στο πλαίσιο των ανεκτών ρητορικών υπερβολών της εποχής του. Η γλώσσα του «φέρει τα γνωρίσματα της ρητορείας της εποχής και δεν μπορεί να κατανοηθεί έξω από αυτήν. Έτσι, η φράση «μιαροὶ καὶ παμμίαροι» δεν ακουγόταν τότε, όπως τα σημερινά «βρωμεροί και πανάθλιοι», που είναι μετάφραση του συγγραφέα. Το ίδιο ισχύει και για την φράση «κἂν πάνυ ἀναισχυντοῖεν» και τη σημερινή απόδοσή της «τελείως αδιάντροποι»!» (π. Γ.Δ. Μεταλληνού, Παγανιστικός Ελληνισμός ή Ελληνορθοδοξία;, εκδ. Αρμός, σ. 87). Ο Χρυσόστομος δεν μισεί τους εθνικούς, διότι κατηγορεί τους Χριστιανούς ότι «ἡμεῖς γὰρ ἐσμὲν αἴτιοι, ἡμεῖς, τοῦ μένειν αὐτοὺς ἐπὶ τῆς πλάνης» (Ομιλία ΟΒ, «Περί της αγάπης και βίου ορθού..»). Ερμηνεύοντας, μάλιστα, το δ κεφάλαιο των Πράξεων (PG 60,96 ε.) ασκεί αυστηρή κριτική στους Χριστιανούς, διότι, αν ακολουθούσαν την κοινοκτημοσύνη των Χριστιανών των Ιεροσολύμων, «τίς ἂν Ἕλλην ἔμενεν λοιπόν;» Το αντιφατικό με τους κατήγορους του Χρυσοστόμου είναι, ότι οι μεν Εβραίοι τον κατηγορούν ως αντί-ιουδαίο, ενώ οι Νεοπαγανιστές ως εβραιόψυχο ανθέλληνα. Κι αυτό, γιατί δεν καταλαβαίνουν τα κίνητρα του Χρυσοστόμου.
Πηγή: ierosolymitissa.org
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου