Δεν υπάρχει άλλος σίγουρος δρόμος σωτηρίας, εκτός από το να εξομολογείται ο καθένας σε πατέρες με πολλή διάκριση και από αυτούς να παίρνει οδηγίες για την αρετή και να μην ακολουθεί το δικό του θέλημα.

(Άγιος Ιωάννης Κασσιανός ο Ρωμαίος.)







Τούτον Δανιήλ υιόν ανθρώπου λέγει είναι, ερχόμενον πρός τον Πατέρα, και πάσαν την κρίσιν και την τιμήν παρ'εκείνου υποδεχόμενον

(Αποστολικαί Διαταγαί, Ε΄, ΧΧ 10, ΒΕΠ 2,92)
Αγία τριάδα


Εθεώρουν έως ότου θρόνοι ετέθησαν και παλαιός ημερών εκάθητο, και το ένδυμα αυτού λευκόν ωσεί χιών, και η θρίξ της κεφαλής αυτού ωσεί έριον καθαρόν... εθεώρουν εν οράματι της νυκτός και ιδού μετά των νεφελών του ουρανού ως υιός ανθρώπου ερχόμενος ην και έως του παλαιού των ημερών εφθασε...

(Δανιήλ Ζ', 9 και 14)



"Πιστεύοντες εις ένα Θεόν εν Τριάδι ανυμνούμενον, τας τιμίας Αυτού εικόνας ασπαζόμεθα."

(Πρακτικά εβδόμης Οικουμενικής συνόδου, Τόμος Β' σελ. 883)

Σάββατο 8 Ιανουαρίου 2022

Οι Χριστιανοί εδίωξαν τους Έλληνες; 17o.

ΓΙΑ ΤΙΣ ΥΠΑΡΚΤΕΣ ΔΙΩΞΕΙΣ

«Μιμείστε την οργή και την δριμύτητα των Ιουδαίων καταστρέφοντας ιερά και βωμούς και κατασφάξατε όχι μόνο τους δικούς μας που δεν εγκατέλειψαν την πατρογονική λατρεία, αλλά και κείνους από εσάς που είναι παραπλανημένοι όπως εσείς, τους αιρετικούς που δεν θρηνούν τον πεθαμένο με τον ίδιο τρόπο που το κάνετε εσείς. Αυτά όμως είναι μάλλον δικά σας γνωρίσματα γιατί πουθενά, ούτε ο Ιησούς σας παρέδωσε τέτοιες εντολές ούτε ο Παύλοςγράφει ο Ιουλιανός, παραδεχόμενος έμμεσα ότι δεν είναι το χριστιανικό δόγμα υπαίτιο για τα παραπτώματα κακών Χριστιανών. Το ίδιο παραδέχεται κι ο Λιβάνιος, όταν έλεγε στους Χριστιανούς πως αν μετέρχονται βία σε ζητήματα πίστης παραβιάζουν τους ίδιους τους τους νόμους. Ξεχνά όμως ότι οι κρατικές διώξεις κατά όσων δε συμμερίζονταν τη θρησκεία του κράτους δεν ήταν ούτε αποκλειστικώς Χριστιανικό φαινόμενο ούτε Χριστιανική εφεύρεση. Οι παγανιστικές αρχαίες ελληνικές πόλεις και η παγανιστική Ρώμη ήταν οι πρώτες διδάξασες. Κι όμως, οι Ν/Π κατηγορούν το Χριστιανισμό για κάποιες πράξεις κακών (=μη ακολουθούντων τις εντολές του Χριστού) Χριστιανών.

Οι διωγμοί των Χριστιανών από τους Εθνικούς ούτε κατά διάνοια δε μπορούν να συγκριθούν με τους ελάχιστους διωγμούς των Εθνικών από τους Χριστιανούς: Οι Χριστιανοί, ως μικρή μειοψηφία διώκονταν ανηλεώς, ακριβώς επειδή ήταν λίγοι, η μύγα μες στο γάλα – κι έτσι ο διωγμός νομιμοποιούνταν στην κοινή γνώμη – ενώ οι Παγανιστές, επειδή αποτελούσαν μεγάλο τμήμα του λαού της Αυτοκρατορίας ακόμη, δεν γινόταν να εξοντωθούν ή να τρομοκρατηθούν απλώς βάσει μερικών διαταγμάτων, ο διωγμός του μισού πληθυσμού δεν είναι δικαιολογίσιμος στα μάτια της κοινής γνώμης, και γι’' αυτό δεν πραγματοποιείται. Γι’ αυτό οι διωγμοί κατά των Χριστιανών ήταν πολλοί και σκληρότατοι, ενώ οι διωγμοί κατά των πολλών Παγανιστών ήταν ελάχιστοι και πολύ ήπιοι.

Επιπλέον, κατά τους διωγμούς κατά των Χριστιανών υπήρξαν εκατοντάδες χιλιάδες θύματα, αποκεφαλισμένοι, σφαγμένοι, σταυρωμένοι, καμμένοι, ποικιλοτρόπως θανατωμένοι. Κάτι αντίστοιχο σε ποσότητα δεν υπάρχει, για τους υπαρκτούς διωγμούς κατά Παγανιστών. Ίσως προπηλακίζονταν στις επαρχίες όσοι επιχειρούσαν να εμποδίσουν την κατεδάφιση εκείνων των αρχαίων ναών που κατεδαφίστηκαν, αλλά δεν υπήρξε μαζική, όπως κατά των Χριστιανών, εξόντωση του πληθυσμού, ώστε δια του φυσικού αφανισμού και ελάττωσης του πληθυσμού των Εθνικών να εκλείψει η αρχαία λατρεία. Υπάρχει, δηλαδή μια ουσιώδης διαφορά μεταξύ των σκληρών διωγμών κατά των Χριστιανών και των σποραδικών ήπιων διωγμών κατά των Εθνικών: οι παγανιστές αυτοκράτορες (π.χ. Δέκιος) επιδίωκαν την εξαφάνιση του Χριστιανισμού μέσω της φυσικής εξόντωσης του χριστιανικού πληθυσμού, ενώ οι Χριστιανοί αυτοκράτορες επιδίωκαν την εξαφάνιση της αρχαίας λατρείας με την απαγόρευση των θυσιών και, σπανιότερα, την κατεδάφιση των αρχαίων ναών. Έτσι, οι δύο διαφορές μεταξύ διωγμών κατά των χριστιανικών πληθυσμών και απαγορεύσεων της παγανιστικής λατρείας είναι ότι

1) οι Χριστιανοί διώκωνταν ανηλεώς, διότι, όντας μειοψηφία, ο διωγμός νομιμοποιούνταν στα μάτια του υπόλοιπου πληθυσμού, ενώ οι Εθνικοί, όντας μεγάλο τμήμα του πληθυσμού, δεν γινόταν να διωχθούν με αντίστοιχη αγριότητα.

2) Μέσο εξάλειψης του Χριστιανισμού από τους αυτοκράτορες ήταν η φυσική εξόντωση των Χριστιανών, ενώ μέσο εξάλειψης του Παγανισμού – ίσως λόγω της προηγούμενης διαφοράς – ήταν η απαγόρευση των θυσιών.

Δύο ακόμη διαφορές ανάμεσα στους διωγμούς κατά των Χριστιανών και στην σποραδική καταπίεση του Παγανισμού είναι ότι οι Παγανιστές αυτοκράτορες ήθελαν οι Χριστιανοί να γίνουν Εθνικοί μέσω της υποχρεωτικής θυσίας στους «θεούς», ενώ οι Χριστιανοί αυτοκράτορες του 4ου και 5ου μ.Χ. αι. δεν ήθελαν – με τους νόμους τους – οι Εθνικοί να γίνουν Χριστιανοί και δεν υποχρέωναν κανέναν να βαπτιστεί, αλλά απλώς τους απαγόρευαν να θυσιάσουν. Δηλαδή, οι Παγανιστές αυτοκράτορες δεν αρκούνταν στην απαγόρευση των χριστιανικών τελετών (κατ' αντιστοιχία με τις απαγορεύσεις των θυσιών από τους Χριστιανούς αυτοκράτορες), αλλά επιπλέον επέβαλαν τις παγανιστικές τελετές στους διωκώμενους. Οι Χριστιανοί αυτοκράτορες δεν επέβαλαν χριστιανικές τελετές, αλλά απλώς αρκούνταν στην απαγόρευση θυσιών. Επίσης, οι Παγανιστές αυτοκράτορες, κατά την ανάκριση των Χριστιανών, ήθελαν να τους υποχρεώσουν να βρίσουν το Χριστό. Αυτό αποδεικνύεται τόσο από επιστολή του Gaius Plinius Caecilius (10, 96) στον αυτοκράτορα Τραϊανό, όπου γράφει: «..να επικαλεστούν τους θεούς... και επιπλέον να βρίσουν το Χριστό», όσο και από χριστιανικά μαρτυρολόγια (Μαρτύριο Πολύκαρπου, 9, 3) όπου ο Ειδωλολάτρης διώκτης προστάζει «λοιδώρησον τον Χριστόν». Αντίθετα, οι Χριστιανοί αυτοκράτορες δεν εξέδωσαν ποτέ νόμο που να επιβάλλει στους Εθνικούς να βρίσουν τους «θεούς» τους˙ αρκούνταν να απαγορεύσουν τις θυσίες. Έτσι:

3) Κατά τους διωγμούς κατά των Χριστιανών, οι Παγανιστές αυτοκράτορες επιδίωκαν να αναγκάσουν τους Χριστιανούς να προσχωρήσουν στον Παγανισμό (π.χ. θυσιάζοντας), ενώ κατά τις διώξεις κατά Εθνικών, οι Χριστιανοί αυτοκράτορες δεν επιδίωκαν να αναγκάσουν τους Εθνικούς να προσχωρήσουν στον Χριστιανισμό (δηλ. δεν τους ανάγκαζαν να βαπτιστούν. Απλώς τους απαγόρευαν να θυσιάσουν). Άλλο πράγμα η απαγόρευση λατρευτικών πρακτικών κι άλλο το επιπλέον μέτρο της επιδίωξης «εκπαγανισμού» εκ μέρους των Παγανιστών.

4) Κατά τους διωγμούς κατά των Χριστιανών, αυτοί υποχρεώνονταν να βρίσουν το Θεό που πίστευαν, ενώ κατά τις διώξεις κατά των Παγανιστών, κανείς δεν υποχρεωνόταν να βρίσει τους «θεούς».

Όσον αφορά τους ίδιους τους νόμους του Μεγάλου Θεοδόσιου που απαγόρευαν την αρχαία θρησκεία και, το σημαντικότερο, ανεκήρυσσαν την Ορθοδοξία μόνη θρησκεία του κράτους, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αυτοί εκδόθηκαν από τον Θεοδόσιο Α'’ μόνο: 

1) μετά από διωγμούς κατά των Ορθοδόξων τόσο εκ μέρους των αιρετικών Αρειανών αυτοκρατόρων Κωνστάντιου Β’' (337-361), Βάλεντα (364-378) στην Ανατολή και Βαλεντιανού Β’' (375-392) στη Δύση, όσο και εκ μέρους του εθνικού Ιουλιανού (361-363),

2) μετά από εμφύλιες διαμάχες και εξεγέρσεις Εθνικών αυτοκρατόρων στη Δύση (Ευγένιος), που πρότειναν αντιχριστιανικά μέτρα χειρότερα κι από αυτά του Ιουλιανού (π.χ. κατεδαφίσεις ναών).

Προκειμένου, λοιπόν, να εξασφαλιστεί η Ορθόδοξη θρησκεία που συνεχώς διώκονταν από αιρετικούς και εθνικούς, ο Θεοδόσιος αναγκάστηκε και έλαβε μέτρα υπέρ αυτής και κατά των διωκτών της. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο Ορθόδοξος αυτοκράτορας Γρατιανός κι ο επίσης Ορθόδοξος Ιοβιανός (363-364) – δηλαδή αμέσως μετά τον Ιουλιανό – ήταν υπέρ της ανεξιθρησκείας, τόσο προς αιρετικούς όσο και προς τους εθνικούς. Όμως αυτοί, όποτε μπορούσαν εδίωκαν τους Ορθόδοξους Χριστιανούς. Δεν ήταν, συνεπώς, μια πράξη φανατισμού κι άνευ αιτίας η νομοθετική προστασία της Ορθοδοξίας από τον Θεοδόσιο, αλλά αποτέλεσμα της διαπίστωσης ότι οι εχθροί της δεν είχαν καμμία πρόθεση (ανάλογη με αυτή των Γρατιανού και Ιοβιανού) να είναι ανεξίθρησκοι. Επί μισό αιώνα οι Ορθόδοξοι διώκονταν από αιρετικούς και εθνικούς, προτού ένας Ορθόδοξος ηγεμόνας νομοθετήσει υπέρ της Ορθοδοξίας.

Αν υπήρξε όντως εποχή καταπίεσης των εθνικών αυτή ήταν μεταξύ 394 και 408 καθώς και επί Ιουστινιανού (αλλά τότε ελάχιστοι ήταν οι εθνικοί. Δεν είχε καν νόημα η καταδίωξή τους). Όπως προαναφέρθηκε, η καταπίεση αυτή ήταν προϊόν ανάγκης προστασίας των Ορθόδοξων από αλλεπάλληλες απόπειρες εθνικών και διώξεις αιρετικών ή παγανιστών αυτοκρατόρων, ακριβώς επειδή αυτά ήταν τα έθιμα της εποχής. Αλλά οι ίδιες οι διατάξεις των απαγορεύσεων στα χρόνια αυτά πολύ σπάνια υπερβαίνουν τη σκληρότητα των διωγμών κατά των Χριστιανών από τους εθνικούς ώς το 311 μ.Χ. Εφόσον αποδείχθηκε, με πλήθος αναφορών, ότι οι αντιπαγανιστικές διατάξεις ανάμεσα στο 341 και το 379 μ.Χ. που τιμωρούσαν τους εθνικούς λάτρεις, ήταν ανεφάρμοστες, το μόνο που απομένει είναι να παρουσιαστούν οι – σύμφωνα με τους αρχαιολάτρες «τρομερές ποινές» κατά των εθνικών θρησκευτών μεταξύ των ετών 380 και 435 μ.Χ. δηλαδή στο διάστημα όπου σύμφωνα με τους νεοπαγανιστές έγιναν οι τρομερότεροι διωγμοί:

-οι θυσίες για χρησμό τιμωρούνταν με προγραφή, δηλαδή χρηματικό πρόστιμο και εξορία (Θεοδ. Κώδ. XVI, 10, 7, του έτους 381).

-οι θυσίες για χρησμό τιμωρούνταν με «το μαρτύριο μιας πολύ αυστηρής τιμωρίας» (Θεοδ. Κώδ. XVI, 10, 9, του έτους 385), πάντως όχι με θάνατο.

-οι θυσίες ή λατρεία αγαλμάτων τιμωρούνταν με χρηματικό πρόστιμο 15 λιβρών χρυσού (Θεοδ. Κώδ., XVI, 10, 10, στις 24/2/391).

-η τέλεση θυσιών τιμωρείται με χρηματικό πρόστιμο (Θεοδ. Κώδ., XVI, 10, 11, στις 16/6/391).

-η θυσία σε αγάλματα ή η προσφορά λατρείας σε αυτά ή σπλαγχνομαντεία για χρησμό ή για μαύρη μαγεία κατά τρίτων αποτελεί εσχάτη προδοσία και επιφέρει κατάσχεση του οίκου ή του τεμαχίου γης όπου έγιναν αυτά. Θυσία σε δημόσιους ναούς τιμωρείται με πρόστιμο 25 λιβρών χρυσού.(Θεοδ. Κώδ., XVI, 10, 12, του έτους 392).

-η θυσία τιμωρείται με προγραφή και εξορία, «αν και θα έπρεπε [οι ειδωλολάτρες] να υποβληθούν στην ποινή του θανάτου» (Θεοδ. Κώδ., XVI, 10, 23 του έτους 423).

-η θυσία τιμωρείται με θάνατο (Θεοδ. Κώδ., XVI, 10, 25, του έτους 435).

Φαίνεται πως σε διάστημα πενηνταπέντε χρόνων (381-435 μ.Χ.) μόνο μία φορά, και μάλιστα στο τέλος (όταν δηλαδή η συντριπτική πλειοψηφία ήταν χριστιανική), επιβλήθηκε η ποινή του θανάτου για όποιον θυσίαζε στους «θεούς». Δεν άλλαζε τότε, το 435, η πορεία της ιστορίας. Σε όλες τις άλλες φορές η τιμωρία ήταν χρηματικό πρόστιμο και μια φορά με εξορία. Αν συγκριθεί αυτό με τους αποκεφαλισμούς και τα μαρτύρια που υφίσταντο οι Χριστιανοί στα παγανιστικά αμφιθέατρα, τότε η λέξη «διωγμός» δεν ταιριάζει. Δεν υπήρξε νόμος, όπως βλέπουμε, που να επιβάλλει στους εθνικούς τιμωρία, απλώς επειδή θεωρούσαν το Δία ή τον Μίθρα ύψιστους θεούς˙ δεν τιμωρούνταν η πίστη «στην Φύση», ο πανθεϊσμός και η απιστία στον χριστιανικό Θεό. Τιμωρούνταν με πρόστιμο η θυσία. Αξίζει να αναφερθεί πως ο εθνικός Πορφύριος ήταν αντίθετος στις θυσίες ως τρόπο λατρείας των «θεών».

Αλλά και πάλι, δεν υπάρχουν στοιχεία για μαζική γενοκτονία πληθυσμών εξαιτίας των νόμων αυτών. Δεν υπάρχουν αναφορές για εκατοντάδες ή δεκάδες χιλιάδες θύματα που παρέβησαν το νόμο και να οδηγήθηκαν σε δημόσιες εκτελέσεις. Τόσο λόγω της διαφορετικής τακτικής των Χριστιανών αυτοκρατόρων (η 2η διαφορά, που αναφέρθηκε πιο πάνω) όσο και επειδή αυτοί οι νόμοι ήταν περισσότερο εκφοβιστικοί και ανεφάρμοστοι. Όπως παραδέχονται επίσης οι ίδιοι οι Νεοπαγανιστές «οι συνεχείς εκδόσεις εδίκτων ωστόσο, δείχνουν ότι αυτά ήσαν ακόμη πολύ δύσκολο να εφαρμοστούν» (Βλάση Ρασσιά, Υπέρ Της Των Ελλήνων Νόσου, β' έκδοση, εκδ. Ανοιχτή πόλη, τ. 3, σ. 31), διότι «του νόμου αργούντος» έμεναν ανεφάρμοστοι νόμοι. Εφόσον ακόμη και σήμερα υπάρχουν νόμοι ανεφάρμοστοι, δεν είναι παράξενο εκείνη την εποχή ελλείψει γρήγορων επικοινωνιών να μην εφαρμόζονταν και τότε. Πρακτικά πάντως, ήταν ευκολότερο για την εξουσία να κλείνονται οι ναοί, παρά να δικάζονται και να καταδικάζονται εκατομμύρια άτομα που φυσικά συνέχιζαν, παρά τις «αυστηρές τιμωρίες» να θυσιάζουν.

Όπως λέει κι ο ιστορικός της εποχής Σωζόμενος «μέσα στους νόμους ο Θεοδόσιος περιέγραφε τιμωρίες που δεν εφαρμόζονταν. Φρόντιζε όχι να τιμωρεί αλλά να προκαλεί το φόβο της τιμωρίας» (Σωζόμενου, Εκκλησιαστική Ιστορία, 7, 12).

Χαρακτηριστικό της ανυπαρξίας μαζικών διωγμών είναι ότι οι Νεοπαγανιστές συνεχώς χρησιμοποιούν σχεδόν τα ίδια αποσπάσματα από ένα και μόνο έργο του Λιβάνιου (το οποίο εγράφη το 386), όταν θέλουν να δώσουν «ρεαλιστική περιγραφή» του κλίματος που επικρατούσε. Χρησιμοποιούν το ίδιο κείμενο, για περιγραφή του αντιπαγανιστικού κλίματος από το 340 ώς το 390. Ένα κείμενο ενός φανατικού και αποδεδειγμένα ψεύτη, σύμφωνα με τόσες άλλες μαρτυρίες αρχαίων και σύγχρονων, για μισό αιώνα! Άλλες μαρτυρίες δεν υπάρχουν˙ οι τυχόν μαρτυρίες Χριστιανών ιστοριογράφων για «μεγάλους» διωγμούς «κατά Ελλήνων» όχι απλώς είναι οι συνήθεις μεγαλοποιήσεις – όπως αποδείχτηκε – προκειμένου να ηρωποιηθεί ο αυτοκράτορας ή ο επίσκοπος που τις διέταζε, αλλά επιπλέον αφορούν μεμονωμένα περιστατικά.

Όσον αφορά τις μαρτυρίες των Χριστιανών χρονικογράφων, αυτές, ακόμη και όταν δεν αποτελούν κολακεία προς Αυτοκράτορα ή επίσκοπο, όπως λέει η κ. Π. Αθανασιάδη, είναι εξίσου αβάσιμες. Πόσο έγκυρη μπορεί να είναι η μαρτυρία ενός Χριστιανού χρονικογράφου, που αναφέρει ότι ο τάδε αυτοκράτορας «κατέστρεψε όλους τους ναούς των εθνικών» ή «κήρυξε μέγα διωγμό», τη στιγμή που ο χρονικά επόμενός του Χριστιανός χρονικογράφος μαρτυρεί ότι ο χρονικά επόμενος Αυτοκράτορας «κατέστρεψε όλους τους ναούς των εθνικών»; Αφού τούς κατέστρεψε όλους ο προηγούμενος, ο επόμενος κατέστρεψε όλους τους ήδη κατεστραμμένους ναούς; Ακόμη κι αν ο επόμενος Αυτοκράτορας ολοκληρώνει το ήδη μεγάλο καταστροφικό έργο του προηγούμενου Αυτοκράτορα, η ύπαρξη τόσων ναών, άθικτων, ειδικά στην Ελλάδα, φανερώνει ότι οι δηλώσεις των Χριστιανών χρονικογράφων του του 4ου και 5ου ότι ο τάδε «κατέστρεψε όλους τους ναούς» είτε οφείλονται σε αδυναμία τους να κατανοήσουν το μικρό μέγεθος της «καταστροφής» είτε οφείλονται σε κολακεία για μεμονωμένα περιστατικά.

Αυτό που γινόταν, δηλαδή, ήταν το ακόλουθο: εξέδιδε ένα έδικτο καταστροφής των αρχαίων ναών ένας αυτοκράτορας, γινόταν την επόμενη μέρα, «για τα μάτια του κόσμου», ορισμένες καταστροφές ναών μπροστά στον αυτοκράτορα και στους αυλικούς, μεταξύ των οποίων ήταν κι ο χριστιανός ιστοριογράφος μας, ο αυτοκράτορας αποχωρούσε ευχαριστημένος που «κατέστρεψε τα είδωλα» και το θέμα έληγε. Οι υπόλοιποι χιλιάδες ναοί στο υπόλοιπο της Αυτοκρατορίας ελάχιστα θίγονταν, αλλά επειδή ο χριστιανός χρονογράφος είχε δει δυο-τρεις ναούς να γκρεμίζονται, νόμιζε πως παντού έγινε το ίδιο. Οι τόσοι και τόσοι σωζόμενοι ναοί αποδεικνύουν πως δεν είχε και τόσο καλή πληροφόρηση για το υπόλοιπο της Αυτοκρατορίας.

Αλλά το πλέον ισχυρό αποδεικτικό στοιχείο ότι οι αναφορές των χριστιανών ιστοριογράφων περί κατεδάφισης αρχαίων ναών είναι ψευδείς και/ή υπερβολικές είναι... οι ίδιες οι αφηγήσεις των αυτών χριστιανών ιστοριογράφων. Σύμφωνα λ.χ. με τον Μαλάλα, ο Μ. Κωνσταντίνος τὰ ἱερὰ καὶ πάντας τοὺς ναοὺς τῶν Ἑλλήνων κατέστρεψε (P.G. 97, 476B), ενώ πάλι σύμφωνα με τον Μαλάλα, ο Μ. Θεοδόσιος τοὺς δὲ ναοὺς τῶν Ἑλλήνων πάντες κατέστρεψεν ἕως ἐδάφους ὁ θεῖος αὐτὸς Θεοδόσιος βασιλεύς (P.G. 97, 513B). Βεβαίως, 1ον) δεν γίνεται ο Μ. Κωνσταντίνος να έχει καταστρέψει «πάντας τους ναούς» διότι αν τους κατέστρεψε, τότε πώς γίνεται ο Μ. Θεοδόσιος να κατέστρεψε κι αυτός «πάντας τους ναούς»; 2ον) ούτε γίνεται ο Μ. Θεοδόσιος να κατέστρεψε «πάντας τους ναούς» αφού ώς σήμερα έχουμε χιλιάδες αρχαίους ναούς σε όλη τη Μεσόγειο. Το «πάντας τους ναούς» δεν πρέπει να απορριφθεί μόνο με την κυριολεκτική του σημασία αλλά και με την μεταφορική, «πάρα πολλούς», διότι αν ήταν «πάρα πολλοί» και ταυτόχρονα ο κάθε αυτοκράτορας κατέστρεψε «πάρα πολλούς», τότε δε θα έμενε ούτε κολώνα για δείγμα. Τα ίδια ισχύουν και για τις διαβεβαιώσεις των Θεοδώρητου, Σωζομενού, Σωκράτη.

Και τί απαντάνε εδώ οι Νεοπαγανιστές; Και οι ίδιοι παραδέχονται πως λ.χ. ο Μαλάλας παρουσιάζει τον Μεγάλο Κωνσταντίνο να καταστρέφει όλα τα παγανιστικά ιερά, και παρακάτω τον Μεγάλο Θεοδόσιο να καταστρέφει ξανά όλα (!) τα παγανιστικά ιερά. Γι' αυτό γράφουν ότι «για να κάνουμε ακριβέστερη την όλη εικόνα της εποχής [σημ.: εννοούν «για να παραπληροφορήσουμε τους αναγνώστες μας, ώστε να παρασύρονται ασυναίσθητα διαβάζοντας συνεχώς τα αλλεπάλληλα "κατέστρεψε πάντας τους ναούς"»] τηρούμε τον ίδιο τρόπο έκφρασης [σημ.: εννοεί των χριστιανών ιστοριογράφων] για τις συγκεκριμένες καταστροφές [σημ.: δηλαδή «όποτε θέλουμε κάνουμε "έκθλιψη των πηγών", ενώ όποτε μας συμφέρει να μεγαλοποιήσουμε τις καταστροφές, παραθέτουμε τις πηγές αυτούσιες»] γνωρίζοντας ωστόσο εμείς ότι ποτέ δεν είναι δυνατή η ΚΑΘΟΛΙΚΗ πραγματοποίηση του ανίερου αυτού "ονείρου" των χριστιανών» (Μια Ιστορία Αγάπης, τ. Α’, σ. 166). Κατά τη γνώμη μας η άποψη του κ. Ρασσιά ότι δεν τάχα ήταν δυνατόν να γίνει ολοκληρωτική καταστροφή, συνιστά έναν πανέξυπνο ή κουτοπόνηρο (όπως το πάρει κανείς) τρόπο να παραδεχτούν οι Νεοπαγανιστές ότι «δεν επιδίωξαν να τα καταστρέψουν οι Χριστιανοί σε τέτοιο βαθμό που ισχυριζόμαστε, κι ούτε τα κατέστρεψαν στο βαθμό που εμείς, οι Νεοπαγανιστές, ισχυριζόμαστε». Διότι η καθολική καταστροφή των παγανιστικών ναών ήταν και παραήταν εφικτή για τους Χριστιανούς, από κάποια στιγμή και ύστερα (π.χ. τα μέσα ή τέλη του 5ου αι.), όταν επικράτησαν ολοκληρωτικά και αντίστοιχα οι εθνικοί είχαν απομείνει μόνο σε απομονωμένα χωριά. Θα ήταν πολύ εύκολο οι Χριστιανοί να καταστρέψουν κάθε ναΐσκο και ναό στους τόπους όπου υπήρχε χριστιανική – σχεδόν απόλυτη – πλειοψηφία, δηλαδή σχεδόν παντού. Κι ύστερα, μετά τον 6ο-7ο αι., θα ήταν ακόμη πιο εύκολη η διαδικασία καταστροφής των εναπομεινάντων αρχαίων ναών. Τί εμπόδιζε τους Χριστιανούς, από τον 6ο ώς τον 16ο αι. να καταστρέψουν τα εναπομείναντα (που διόλου «εναπομείναντα» δεν είναι, αλλά, αντιθέτως, πάρα πολλά) παγανιστικά ιερά στην Ιταλία; Τι θα εμπόδιζε από τον 5ο ώς τον 11ο αι. να εξακολουθήσει η διαδικασία αυτή σε Ελλάδα και Μ. Ασία;

Ποια είναι η έκταση των δήθεν τόσο τρομερών βανδαλισμών ναών και αγαλμάτων; Στα 150 χρόνια (350-500) είναι ελάχιστες οι συγκεκριμένες αναφορές (κι όχι αερολογίες περί «ολοκληρωτικής καταστροφής» που οι αντιχριστιανοί ισχυρίζονται, κάθε 15 έτη στο διάστημα αυτό). Ένα άγαλμα του Ασκληπιού καταστράφηκε (Λιβάνιου, Υπέρ των ιερών, 22) στη Βέροια της Συρίας. Στην Κύζικο του Ελλησπόντου ο επίσκοπος Ελεύσιος (4ος αι.) γκρεμίζει τους ναούς της πόλης. Ο Κωνσταντίνος κατέστρεψε το ιερό της Αφροδίτης, που ήταν χτισμένο πάνω στον Πανάγιο Τάφο, στην Ιερουσαλήμ. Επίσης έναν ακόμη ναό στην Ηλιούπολη. Οι οκτώ ναοί της Γάζας επίσης καταστράφηκαν. Το Σαράπειο στην Αλεξάνδρεια. Ο επίσκοπος Λαμψάκου Παρθένιος καταστρέφει τα ιερά της περιοχής του (Σωζομενός, 5, 7). Στην Αρεθούσα της Συρίας επίσης καταστρέφονται ναοί (Σωζομενός, 5, 10). Στην Καισάρεια της Καππαδοκίας κατεδαφίζονται οι ναοί του Δία, του Απόλλωνα και της Τύχης. Στη Μύρο της Φρυγίας θρυμματίζονται τα αγάλματα ενός ναού (Ευνάπιος, 5, 2, 1). Στην Απάμεια της Συρίας ο επίσκοπος Μαρκέλλος κατέστρεψε τους ναούς της πόλης και της τριγύρω περιοχής. Το 376 γκρεμίζεται ο ναός του Ερμή στην Αντιόχεια. Ο μονοφυσίτης Ιωάννης της Εφέσσου γκρέμισε αρχαίους ναούς στην Δυτική Μ. Ασία. Δηλαδή, οι μόνες συγκεκριμένες αναφορές περί καταστροφών ναών είναι στην Συρία (Βέροια, Αντιόχεια, Απάμεια), στην Κύζικο, στην Καισάρεια, στην Γάζα, στην Παλαιστίνη (Γάζα, Ιερουσαλήμ και Ηλιούπολη) και στην Αίγυπτο (κυρίως Αλεξάνδρεια). Πάντως, οι λίγες αναφορές περί καταστροφών ναών αφορούν κατά κύριο λόγο την Φοινίκη, τη Συρία και την Αλεξάνδρεια. Όχι τη Μικρά Ασία και ούτε την Ελλάδα (φυσικά, και εκεί θα υπήρξαν καταστροφές, αλλά ήταν ελάχιστες). Το συμπέρασμα είναι απλό: πολύς θόρυβος για το τίποτα. Λίγοι κατεστραμμένοι ναοί σε δέκα πόλεις για διάστημα 150 ετών δεν είναι τίποτα (υπενθυμίζουμε ξανά ότι αναφερόμαστε σε συγκεκριμένες περιπτώσεις κι όχι σε γενικόλογες καταγγελίες του Λιβάνιου, του Ευνάπιου ή σε γενικόλογες αερολογίες του Θεοδώρητου και του Μαλάλα, τις οποίες ακόμη και η υμνητίς του Ιουλιανού κ. Π. Αθανασιάδη απορρίπτει ως υπερβολικές και ύποπτες). Παρατηρούμε πως ενώ οι αρχαιόπληκτοι σχεδόν μας έχουν πείσει ότι από εποχής Θεόφιλου (390) όλοι οι αρχαίοι ναοί της Αιγύπτου (οι περισσότεροι εκ των οποίων, φυσικά, δεν ήταν αρχαιοελληνικοί) είχαν καταστραφεί, μαθαίνουμε ότι στη νησίδα Φίλαι του Νείλου η αρχαία λατρεία συνεχιζόταν ώς την εποχή του Ιουστινιανού. Πράγμα που δεν δικαιολογείται, αν δεχτούμε την άποψη περί «χριστιανών που γκρέμιζαν ό,τι έβρισκαν μπροστά τους».

Οι καταστροφές ορισμένων αρχαίων ναών αρχαίων ναών από λίγους φανατικούς δεν βασίζονταν στην Παλαιά Διαθήκη, όπως νόμιζε ο Ιουλιανός, αλλά σε αντιγραφή της αντίστοιχης ειδωλολατρικής συμπεριφοράς προς τους Χριστιανούς, όπως αυτή εκδηλώθηκε στους διωγμούς των τριών πρώτων αιώνων. Όταν οι ειδωλολάτρες αυτοκράτορες ή οι τοπικοί ειδωλολάτρες άρχοντες διέτασσαν διωγμό, οι χριστιανικοί ναοί γκρεμίζονταν ή καίγονταν. Στον διωγμό που κήρυξε ο Διοκλητιανός «οι ναοί εκαίοντο ή εκρημνίζοντο, αι Άγιαι Γραφαί παρεδίδοντο εις το πυρ (...) η εκκλησιαστική περιουσία εδημεύετο». (Εγκυκλοπαίδεια Ελευθερουδάκη, λήμμα Διωγμός). Αυτά ήταν τα «έθιμα» της εποχής (Φυσικά και κτίζονταν χριστιανικοί ναοί πριν τον Μ. Κωνσταντίνο. Όχι από τον πρώτο αιώνα, κατά τον οποίο δεν υπήρχαν χριστιανικοί ναοί, αλλά μετά το 200 υπήρχαν δίχως αμφιβολία, και ο Διοκλητιανός γκρέμισε τους προ Κωνσταντίνου ναούς.) Δεν καινοτόμησαν όσοι Χριστιανοί αυτοκράτορες πρόσταξαν την καταστροφή ναών και δήμευση των περιουσιών τους, διότι αυτά τα είχαν ξεκινήσει οι παλαιότεροι, παγανιστές αυτοκράτορες. Αξιοσημείωτο είναι ότι κανένας ναός πριν τη βασιλεία του Μ. Κωνσταντίνου δεν υπάρχει, διότι όλοι καταστράφηκαν από τους διωγμούς του Διοκλητιανού, του Γαλέριου και του Λικίνιου. Είχαν, λοιπόν, ορισμένοι αυτοκράτορες καθώς και οι φανατικοί Χριστιανοί που ήθελαν να εκδικηθούν για τους διωγμούς, μπροστά τους, πρόσφατο το παράδειγμα των ειδωλολατρών, οι οποίοι γκρέμιζαν εκκλησίες και δήμευαν την περιουσία της Εκκλησίας. Η πρακτική αυτή, η βάρβαρη, δεν είναι χριστανικής επινόησης, όπως διαδίδουν οι Νεοπαγανιστές: είναι η κληρονομιά της Ειδωλολατρίας στο εκχριστιανισμένο ρωμαϊκό κράτος. Δυστυχώς, δεν γινόταν να αλλάξουν σε μια μέρα τα βάρβαρα ήθη και πρακτικές των ειδωλολατρών, και γι'’ αυτό ορισμένοι χριστιανοί τα συνέχισαν. Δεν έκαναν οι τότε Χριστιανοί κάτι πρωτόγνωρο, όπως πιστεύουν αφελώς οι Νεοπαγανιστές. Αν, λοιπόν, πρέπει να καταδικαστεί κάτι, αυτό είναι τα ήθη της εποχής κι όχι μόνο ο ένας από τους δύο αντιπάλους.

Έτσι, βλέπουμε πως οι λίγες, σποραδικές διώξεις κατά του Παγανισμού εκ μέρους των Αυτοκρατόρων έγιναν, επειδή είχαν γίνει πολλές και συνεχείς διώξεις κατά των Χριστιανών εκ μέρους των Ειδωλολατρών.

1) Πρώτοι, αιώνες πριν, οι Ειδωλολάτρες αυτοκράτορες απαγορεύουν το Χριστιανισμό, ενώ πολύ αργότερα, δεκαετίες αφού εκχριστιανίστηκαν, οι Αυτοκράτορες απαγορεύουν τον Παγανισμό.

2) Πρώτοι οι Ειδωλολάτρες αυτοκράτορες (Ιουλιανός) απαγορεύουν σε Χριστιανούς να διδάσκουν φιλοσοφία, και πολύ αργότερα, ενάμιση αιώνα μετά οι Χριστιανοί Αυτοκράτορες (Ιουστινιανός) ανταποδίδουν με το ίδιο νόμισμα.

3) Πρώτοι οι Ειδωλολάτρες αυτοκράτορες δια νόμου επιβάλλουν στους δημόσιους υπαλλήλους να θυσιάζουν στα είδωλα και διώκουν όσους αρνούνται, και πολύ αργότερα (στα 416, έναν αιώνα μετα τον Μ. Κωνσταντίνο) οι Χριστιανοί Αυτοκράτορες εκδίδουν νόμους απαγορεύοντας σε Παγανιστές να έχουν δημόσια αξιώματα.

4) Πρώτα οι Ειδωλολάτρες αυτοκράτορες εκδίδουν ειδικό νόμο με τον οποίο αποκαλούνται υποχρεωτικά «Γαλιλαίοι» οι Χριστιανοί, και πολύ αργότερα, οι Χριστιανοί Αυτοκράτορες κάνουν λόγο για «Παγανιστές».

5) Πρώτα είχαν αρχίσει να γκρεμίζουν χριστιανικούς ναούς και να δημεύουν την εκκλησιαστική περιουσία οι Ειδωλολάτρες αυτοκράτορες και πολύ αργότερα, ακολουθώντας το παράδειγμά τους, διέταξαν – αλλά ελάχιστα εφάρμοσαν – το γκρέμισμα ειδωλολατρικών ναών οι Χριστιανοί Αυτοκράτορες.

Επομένως, να μην κλαίγονται οι Ειδωλολάτρες: αυτοί έπεσαν στο λάκκο που έσκαβαν για τους άλλους. Αυτοί σοφίζονταν συνεχώς διώξεις, ύπουλες μεθόδους αποχριστιανισμού, αλλά, τι παράξενο, έδιναν έτσι δικαιώματα και «ιδέες» στους αντιπάλους τους να πράξουν κι αυτοί το ίδιο (Αφού οι Ειδωλολάτρες θεωρούν την «συγχώρεση» δείγμα αδυναμίας και βλακείας.). Από αυτούς παραδειγματίζονταν οι Χριστιανοί Αυτοκράτορες, όταν ήθελαν να περιορίσουν την Ειδωλολατρία.

Αυτό που είναι ενοχλητικό στους αρχαιόπληκτους και στους αντιχριστιανούς ''Διαφωτιστές'' είναι η αποσιώπηση της πραγματικότητας. Όταν π.χ. κάποιοι αναφέρουν τις απαγορεύσεις περί παιδείας του Ιουστινιανού αλλά αποκρύβουν (ή ακόμη χειρότερα, εξυμνούν) τις αντίστοιχες απαγορεύσεις του Ιουλιανού, τότε δεν γράφουν ιστορία, αλλά προπαγάνδα με σκοπό τη δημιουργία φανατισμένων ημιμαθών αναγνωστών.

Όπως και να ‘χει, δεν μπορεί να κατηγορηθεί ο Χριστιανισμός εξαιτίας μερικών Χριστιανών, οι οποίοι έπρατταν διάφορα πράγματα, κάποια από τα οποία είναι αντίθετα με τον Χριστιανισμό και τις εντολές του: «Εἴ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν» (Κατά Μάρκον 8, 34), «ὃς γὰρ ἐὰν θέλῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ σῶσαι» (Κατά Μάρκον 8, 35), «ὁ ἀδικῶν ἀδικησάτω ἔτι, καὶ ὁ ῥυπαρὸς ῥυπαρευθήτω ἔτι, καὶ ὁ δίκαιος δικαιοσύνην ποιησάτω ἔτι, καὶ ὁ ἅγιος ἁγιασθήτω ἔτι.» (Αποκάλυψη 22, 11), «Δι’ ὑμᾶς βλασφημεῖται τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ ἐν τοῖς ἐθνέσιν» (Ρωμαίους 2, 24).

Κατά Ματθαίον 5, 44, ''Εγώ όμως σας λέγω, Αγαπάτε τους εχθρούς σας, ευλογείτε εκείνους, οίτινες σας καταρώνται, ευεργετείτε εκείνους, οίτινες σας μισούσι, και προσεύχεσθε υπέρ εκείνων, οίτινες σας βλάπτουσι και σας κατατρέχουσι, 45 διά να γείνητε υιοί του Πατρός σας του εν τοις ουρανοίς, διότι αυτός ανατέλλει τον ήλιον αυτού επί πονηρούς και αγαθούς και βρέχει επί δικαίους και αδίκους. 46 Διότι εάν αγαπήσητε τους αγαπώντάς σας, ποίον μισθόν έχετε; και οι τελώναι δεν κάμνουσι το αυτό; 47 και εάν ασπασθήτε τους αδελφούς σας μόνον, τι περισσότερον κάμνετε; και οι τελώναι δεν κάμνουσιν ούτως;''

Και μόνο αυτό το χωρίο, είναι αρκετό για να δείξει, ότι δεν είναι δυνατόν κάποιος να είναι διώκτης και να θεωρείται Χριστιανός, εφόσον παραβαίνει την εντολή του Χριστού. Αφού έπρατταν ενάντια στα παραγγέλματα του Χριστιανισμού, η ευθύνη είναι δική τους μόνο κι όχι της Εκκλησίας. Δεν είναι καθόλου μα καθόλου αυτονόητο πως ό,τι έγινε ή γίνεται στο όνομα του Χριστιανισμού εκφράζει σίγουρα την αλήθεια του ίδιου του Χριστιανισμού.

Οι Ν/Π που προπαγανδίζουν ότι ο Χριστιανισμός δια της βίας εισήλθε στην Ελλάδα, δεν μας λένε με ποιον τρόπο ο Διόνυσος επικράτησε στην Αρχαία Ελλάδα: «Ο Διόνυσος έριξε τη μανία στο Λυκούργο. Αυτός λοιπόν στην τρέλα του επάνω δίνει μια τσεκουριά και σκοτώνει το γιό του Δρύαντα. Κι επειδή η γή έμεινε άκαρπη ο θεός χρησμοδότησε ότι θα ξανακαρπίσει όταν θανατωθεί ο Λυκούργος. Μόλις το άκουσαν οι Ηδωνοί τον έσυραν στο Παγγαίο όρος όπου σύμφωνα με την επιθυμία του Διόνυσου πέθανε από τις κλωτσιές των αλόγων. Αφού ο Διόνυσος πέρασε τη Θράκη ήρθε στη Θήβα και ανάγκασε τις γυναίκες να αφήσουν τα σπίτια τους και να επιδίδονται σε βακχικά όργια στον Κιθαιρώνα. Ο Πενθεύς, βασιλιάς της Θήβας εμπόδιζε να γίνονται όλα αυτά. Όταν όμως πήγε στον Κιθαιρώνα να κατασκοπεύσει τις Βάκχες, έγινε κομματάκια από την ίδια του τη μάνα την Αγαυή. Κι αφού έδειξε στους Θηβαίους ο Διόνυσος ότι είναι θεός, ήρθε στο Άργος. Κι εκεί, επειδή δεν τον τιμούσαν, έκανε τις γυναίκες μαινάδες να παίρνουν τα βουνά με τα μωρά στο βυζί και να τρέφονται από τις σάρκες των ίδιων των μωρών τους. (...) Έτσι οι άνθρωποι πίστεψαν ότι είναι θεός και τον τιμούσαν.» (Απολλόδωρου Βιβλιοθήκη, Γ', V, 1-3). Αυτό εννοούν με την «ειρηνική αρχαία θρησκεία»; Ή την επιβολή των θεών του Ολύμπου των Αχαιών εισβολέων επί των γυναικείων θεοτήτων του μινωικού πολιτισμού;

Αυτοί που πιστεύουν πως δια της βίας εξαφανίστηκε η αρχαία θρησκεία αναρωτήθηκαν ποτέ, πώς γίνεται από τη μία εντατικοί διωγμοί δυόμιση αιώνων να μην μπορέσουν να εξαφανίσουν μια μικρή χριστιανική κοινότητα που δεν είχε ρίζες, ούτε οργάνωση, ούτε χρήμα, ενώ από την άλλη σποραδικοί διωγμοί 2 αιώνων να εξαφανίσουν τόσο εύκολα μια θρησκεία 16 αιώνων, με εκατομμύρια πιστών, με τεράστια οργάνωση, πλούτο, απήχηση κλπ; Δεν είναι αντιφατικό; Αυτή είναι η διαφορά μεταξύ Χριστιανισμού και εθνισμού ή οποιασδήποτε άλλης θρησκείας. Οι δωδεκαθεϊστές επικαλούνται τους διωγμούς και τις καταστροφές από Βυζαντινούς αυτοκράτορες για να δικαιολογήσουν την ανυπαρξία τους μέσα στους αιώνες. Αν η αρχαία ελληνική θρησκεία δεν ήταν ένα παραμύθι, θα έπρεπε με τους διωγμούς να γιγαντωθεί και όχι να εξαφανιστεί. Ειδικότερα, εφόσον το κεντρικό σημείο της παγανιστικής λατρείας είναι ο βωμός (που στήνεται οπουδήποτε) κι όχι ο ναός ή το άγαλμα (θα μπορούσαν εξάλλουν να χρησιμοποιηθούν αγαλματίδια στις οικίες), το κλείσιμο των παγανιστικών ναών θα έπρεπε να αφήσει ανεπηρέαστη την ισχύ και την απήχηση της παλιάς θρησκείας. Ακόμη και... σπιτικές θυσίες στους «θεούς» θα μπορούσαν να γίνουν, να αναβιώσει δηλαδή η οικογενειακή λατρεία, παρόλες τις απαγορεύσεις κατά της δημόσιας λατρείας: θα μπορούσαν δηλαδή οι Ειδωλολάτρες της εποχής εκείνης, να θυσιάζουν σε ένα βωμό εντός της κατοικίας τους, ούτε καν στην αυλή της οικίας τους, ιδιωτικά και μυστικά κι έτσι να συνέχιζαν. Αλλά, αν δεν το έκαναν αυτό, ήταν δική τους επιλογή. Και φυσικά και μέσα στο Βυζάντιο ελάχιστες ήταν οι περίοδοι που η Εκκλησία είχε την αμέριστη κρατική συμπαράσταση. Η Ορθοδοξία επικράτησε οριστικά μόλις το 843. Η εικονομαχία που κράτησε περίπου 120 χρόνια. Οι πρώτοι αυτοκράτορες ήταν εθνικοί ή αιρετικοί, κι όχι Ορθόδοξοι. Από τον 13-15ο αιώνα έχουμε Φραγκοκρατία στην Ελλάδα. Την επομένη της απελευθέρωσης της Πόλης από τους Φράγκους -1261- οι αυτοκράτορες θέλησαν να υποτάξουν την Ορθόδοξη Εκκλησία στον Πάπα, υπογράφοντας την Ένωση των Εκκλησιών στη σύνοδο της Λυών. Αλλεπάλληλες «συμπτώσεις». Αντίθετα από την Ειδωλολατρία, η Ορθοδοξία επέζησε των διωγμών από Ειδωλολάτρες, από Λατίνους και Οθωμανούς.

Οι Νεοπαγανιστές, παρ'’ όλο που, όταν πρόκειται για τους «θεούς» τους είναι πρόθυμοι να υποστηρίξουν... ολυμπιακά θαύματα, όπως αυτό του οράματος της Προμάχου Αθηνάς και του Αχιλλέα Προστάτη, που τάχα, σύμφωνα με τον εθνικό Ζώσιμο, έστεκαν πάνοπλοι στα τείχη των Αθηνών φοβερίζοντας τον βάρβαρο Αλάριχο, όταν πρόκειται για αλλεπάλληλες «εντελώς άτυχες ατυχίες» των Εθνικών, χλευάζουν την αντίληψη περί θαύματος. Έτσι, η ήττα των υπό τον Ευγένιο, ειδωλολατρικών στρατευμάτων από τον Θεοδόσιο Α'’ το 394 λόγω μιας «τυχαίας» ανεμοθύελλας που έπεφτε στα πρόσωπά τους δεν είναι θεϊκή επέμβαση. Το ίδιο και οι αλλεπάλληλες αποτυχίες των Ειδωλολατρών να επανακαταλάβουν την εξουσία. Το ίδιο και με τον Ιουλιανό. Όταν πέθαινε στη σκηνή του ο Ιουλιανός, δεν επέλεξε κανέναν Ειδωλολάτρη για διάδοχό του. Και ο παγανιστής αξιωματούχος φίλος του, αρνήθηκε να αναλάβει το αξίωμα, όταν του προτάθηκε. Έτσι, οι στρατηγοί του Ιουλιανού εξέλεξαν τον Ορθόδοξο Ιοβιανό. Θα έλεγε κανείς πως «τους τύφλωσε το νου ο Θεός» εκείνη τη στιγμή, και ενώ οι Ειδωλολάτρες θα μπορούσαν να κρατήσουν την εξουσία ακόμη και μετά το θάνατο του Ιουλιανού, την παρέδωσαν στους Χριστιανούς, αρνούμενοι να υποδείξουν παγανιστή διάδοχο ή να αναλάβουν το θρόνο. Όμως αντίθετα, ο Χριστιανισμός επικράτησε με τέτοιες χιλιάδες «συμπτώσεις», που παύουν να είναι συμπτώσεις, απλούστατα διότι όταν η σύμπτωση γίνεται ο κανόνας, τότε δε μιλάμε για σύμπτωση. Οι Ειδωλολάτρες εκείνης της εποχής ήταν πολύ πιο λογικά σκεπτόμενοι από τους Νεοπαγανιστές, όταν κατά χιλιάδες επέστρεφαν στο Χριστιανισμό, αφού έβλεπαν τις... «ζώσες δυνάμεις και οντότητες», δηλαδή τους «θεούς», να κομματιάζονται μακάριοι, να μην βοηθούν καθόλου τους λάτρεις τους στις κατά Χριστιανών μάχες τους, να κοιτούν αμέριμνοι την οριστική εξαφάνιση της ειδωλολατρίας. Περίμεναν οι Αιγύπτιοι ειδωλολάτρες την οργή του «θεού» Νείλου, επειδή ο Θεόφιλος γκρέμισε το Σαράπειο. Τίποτε δε συνέβη. Στο τέλος, πολλοί Ειδωλολάτρες βλέποντας την Τύχη να είναι συνεχώς με το μέρος των Χριστιανών σίγουρα θα σκέφτηκαν το αρχαίο αθεϊστικό ρωμαϊκό ρητό: ''Deorum injurias Diis curao'', δηλαδή «Ας φρόντιζαν οι θεοί για τις προσβολές που υφίστανται», κι έγιναν Χριστιανοί. «"Θυμηθείτε", είπε ένας βετεράνος αυτής της περιπέτειας, που κατοπινά έγινε Χριστιανός, "πόσες θυσίες προσφέραμε στην Καρία στους θεούς των ειδωλολατρών, όταν ζητούσαμε από αυτούς τους υποτιθέμενους θεούς, διατέμνοντας τα συκώτια που εξετάζαμε με τους τρόπους της μαγείας, να μας φανερώσουν αν με τον Λεόντιο, τον Ίλλου και τον Παμπρέσιο και όλους εκείνους που στασίασαν μαζί τους θα νικούσαμε τον αυτοκράτορα Ζήνωνα, που πέθανε σαν άνθρωπος ευσεβής. Πήραμε πλήθος χρησμούς και υποσχέσεις που έλεγαν ότι ο αυτοκράτορας δεν μπορούσε να αντισταθεί, ότι είχε έρθει ο καιρός που ο χριστιανισμός θα διαλυόταν και θα εξαφανιζόταν, και πως θα επέστρεφε η θρησκεία των εθνικών. Όμως τα γεγονότα έδειξαν ότι οι χρησμοί έλεγαν ψέματα, όπως έλεγαν ψέματα και οι χρησμοί που έδωσε ο Απόλλων στον Κροίσο τον Λυδό και στον Πύρρο τον Ηπειρώτη"» (Ζαχαρία, Βίος Σεβήρου, στο Patrol. Orient., II, 1, Παρίσι 1905, σ. 40), γράφει ένας πρώην Παγανιστής. 
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αναζητηση

Αναγνώστες