Παρόλο που σε κανένα Ευαγγέλιο δεν προσδιορίζεται σαφώς και με ακρίβεια ο χρόνος γέννησης και ανάστασης του Χριστού, από λεπτομερή κι εμπεριστατωμένη έρευνα της Ιστορίας και μερικών Ευαγγελικών περικοπών προκύπτουν τα ακόλουθα.
Το χρησιμοποιούμενο Διονυσιακό ημερολόγιο είναι λανθασμένο, γιατί ο Διόνυσος ο Μικρός θεώρησε σαν έτος γέννησης του Ιησού το 754 από κτίσεως Ρώμης, ενώ αυτό είναι πιθανώς το 750, δηλαδή το 4 π.Χ. Τούτο συμπεραίνουμε: α) από το γεγονός ότι ο Οκταβιανός, που στο 28ο έτος της ηγεμονίας του γεννήθηκε ο Ιησούς, είχε ήδη καταστεί ως Ύπατος μόνος κύριος του Ρωμαϊκού κράτους από το 723 από κτίσεως Ρώμης (31 π.Χ.), και β) από τις εξής τρεις Ευαγγελικές πληροφορίες:
1) Κατά τον Ματθαίο, ο Ιησούς γεννήθηκε «κατά τις ημέρες του βασιλιά Ηρώδη» (2:1). Κατά τον Ιώσηπο, όμως, ο Ηρώδης ο Μέγας πέθανε: α) λίγο πριν το Πάσχα του έτους 750 από κτίσεως Ρώμης (4 π.Χ.), που γιορτάστηκε στις 11 Απριλίου, και β) λίγο μετά από έκλειψη Σελήνης, που συνέβη στις 13 Μαρτίου 4 π.Χ. Άρα, ο Ηρώδης πέθανε μεταξύ 13 Μαρτίου και 11 Απριλίου 4 π.Χ. Συνεπώς, ο Ιησούς γεννήθηκε πριν τις 13 Μαρτίου του 4 π.Χ.
2) Κατά τον Λουκά, «κατά το 15ο έτος της ηγεμονίας του Καίσαρα Τιβέριου... έγινε λόγος του Θεού στον Ιωάννη... και ήρθε σε ολόκληρη την περίχωρο του Ιορδάνη, κηρύττοντας βάπτισμα μετανοίας» (3:1-3) και «βαπτίστηκε και ο Ιησούς...» (3:21), «και αυτός ο Ιησούς ήταν περίπου 30 ετών...» (3:23). Αλλά ο Τιβέριος Κλαύδιος Νέρων ασκούσε ουσιαστικά την εξουσία ως αυτοκράτωρ από το 765 από κτίσεως Ρώμης (12 μ.Χ.), οπότε το 15ο έτος της ηγεμονίας του είναι το 779 -780 από κτίσεως Ρώμης (26-27 μ.Χ.) και ισχύει η πληροφορία του Ματθαίου, ότι ο Ιησούς γεννήθηκε «κατά τις ημέρες του Ηρώδη...».
3) Κατά τον Ιωάννη, όταν ο Ιησούς πήγε στα Ιεροσόλυμα για να γιορτάσει το πρώτο Πάσχα του δημόσιου βίου Του κι οι Ιουδαίοι Του ζήτησαν σημείο ότι είναι ο Μεσσίας, είπε: «Γκρεμίστε τούτο τον ναό και σε τρεις μέρες θα τον στήσω όρθιο» (2:19). Τότε οι Ιουδαίοι απάντησαν: «Ο ναός αυτός οικοδομήθηκε σε 46 έτη και εσύ θα τον στήσεις όρθιο σε τρεις μέρες;» (2:20). Κατά τον Ιώσηπο, η ανοικοδόμηση του Ναού άρχισε το 18ο έτος της βασιλείας του Ηρώδη του Μεγάλου, το 734-735 από κτίσεως Ρώμης (20-19 π.Χ.), οπότε το πρώτο Πάσχα, μετά το 46ο έτος της ανοικοδόμησης (27 μ.Χ.), είναι εκείνο του 28 μ.Χ.
Κατά τους θεολόγους, τα γεγονότα της ζωής του Ιησού από τη Βάπτιση μέχρι το πρώτο Πάσχα του δημόσιου βίου Του, δεν καλύπτουν διάστημα μεγαλύτερο από 6 μήνες. Οπότε ο Ιησούς βαπτίστηκε σε κάποιον από τους τρεις τελευταίους μήνες του 27 μ.Χ. Επομένως, ο Ιησούς γεννήθηκε περί το 4 π.Χ.
Με το έργο του «Ο Αστέρας της Βηθλεέμ», ο αείμνηστος αστρονόμος και Διδάσκαλός μου, Κωνσταντίνος Χασάπης, απέδειξε ότι ο Ιησούς γεννήθηκε στις 6 Δεκεμβρίου του 5 π.Χ., δηλαδή λίγες μέρες προ του 4 π.Χ.
Αφού ο Ιησούς κατά το δημόσιο βίο Του γιόρτασε μόνο «τρία» Πάσχα (στο τρίτο πέθανε) και το πρώτο ήταν του 28 μ.Χ., έπεται ότι το «τρίτο» (της σταύρωσης και της Ανάστασής Του) είναι το 30 μ.Χ.
Η έρευνα των Ευαγγελίων για το χρόνο της σταύρωσης δίνει ένα μόνο στοιχείο, ανεπαρκές εκ πρώτης όψεως, αλλά πολύτιμο ουσιαστικά: προσδιορίζεται η μέρα της εβδομάδας κατά την οποία γιορτάστηκε το Πάσχα του έτους της σταύρωσης. Για την ακρίβεια, οι αφηγήσεις των τριών Συνοπτικών Ευαγγελιστών (Ματθαίου, Μάρκου, Λουκά) φαίνονται να έρχονται σε αντίθεση με τις πληροφορίες του Ιωάννη. Κι αυτό γιατί ενώ οι Συνοπτικοί γράφουν ότι ο Ιησούς συνέφαγε με τους μαθητές Του το Πάσχα το βράδι της Πέμπτης, οπότε η Παρασκευή (μέρα της σταύρωσης και της ταφής του Ιησού) ήταν η μέρα του εβραϊκού Πάσχα, ο Ιωάννης λέει σαφώς, ότι το Πάσχα γιορτάστηκε Σάββατο.
Η ασυμφωνία, όμως των Ευαγγελιστών είναι φαινομενική, κι αυτό αποδεικνύεται από το ότι απαγορευόταν απόλυτα να γιορτάζεται το Πάσχα ημέρα Παρασκευή. Άρα στην πλημμελή γνώση των εβραιολογικών ζητημάτων οφείλεται η δήθεν αντίθεση των πληροφοριών των Συνοπτικών και του Ιωάννη. Γι’ αυτό θα εξετάσουμε αρχικά τον τρόπο χρονικού προσδιορισμού και εορτασμού του εβραϊκού Πάσχα.
Οι Εβραίοι γιόρταζαν το Πάσχα ή Πεσάχ σε ανάμνηση της διάβασης της Ερυθράς Θάλασσας και της μετάβασής τους από τη χώρα της «νέκρωσής» τους (Αίγυπτο) σ’ εκείνη της «αναγέννησής» τους (Παλαιστίνη). Τούτο προκύπτει από την Πεντάτευχο του Μωυσή: «Να τηρείς τον μήνα Αβίβ και να κάνεις το Πάσχα στον ΚΥΡΙΟ τον Θεό σου, επειδή τον μήνα Αβίβ σε έβγαλε ο ΚΥΡΙΟΣ ο Θεός σου από την Αίγυπτο, μέσα στη νύχτα» (Δευτ.16:1).
Έπρεπε δε κατά το Πάσχα: α) να τρώνε άζυμο ψωμί («επειδή με βιασύνη βγήκες από τη γη της Αιγύπτου») και β) να θυσιάζουν ένα αρσενικό, άμωμο, χρονιάρικο αρνί (που δήλωνε την αφιέρωση στο Θεό και την εξαγορά κάθε πρωτότοκου αρσενικού του Ισραήλ). Κατά την εντολή του Θεού [«Και η ημέρα αυτή (της εξόδου) θα είναι σε σας σε ενθύμηση, και θα γιορτάσετε αυτή τη γιορτή στον ΚΥΡΙΟ στις γενιές σας, ως έναν παντοτινό νόμο θα την γιορτάζετε» (Έξοδ.12:14)], ο Μωυσής νομοθέτησε όπως «κάθε συναγωγή των γιων Ισραήλ να κάνει αυτό». Ο παραβάτης γινόταν απόβλητος της ισραηλιτικής κοινωνίας και δεν επιτρεπόταν η συμμετοχή αλλοεθνούς.
Το κύριο όνομα της γιορτής ήταν «Πάσχα», λεγόταν όμως και «γιορτή των αζύμων» ή «άζυμα» [«θα φυλάττεις τη γιορτή των αζύμων» (Έξοδ.23:15)], ή «εορτή», γιατί ήταν η σπουδαιότερη εβραϊκή γιορτή. Τόπος της γιορτής ήταν ο Ναός της Ιερουσαλήμ και χρόνος ο μήνας Αβίβ. Η διάρκεια της γιορτής ήταν 7 μέρες [«αρχίζοντας από τη 14η ημέρα του μήνα, από την εσπέρα... μέχρι την 21η ημέρα του μήνα την εσπέρα, για επτά ημέρες δεν θα βρίσκεται προζύμι στα σπίτια σας» (Έξοδ.12:18-19)], από το βράδυ της 14ης ως το βράδυ της 21ης του μήνα Αβίβ. Μετάθεση του εορτασμού κατά ένα μήνα επιτρεπόταν μόνο στους δικαιολογημένα «ακάθαρτους».
Ας σημειωθεί ότι οι Εβραίοι (όπως και πολλοί άλλοι αρχαίοι λαοί) θεωρούσαν ως αρχή του 24ώρου τη δύση του ήλιου της προηγούμενης για μας ημέρας. Οπότε, πρώτο μέρος του 24ώρου ήταν η νύκτα και δεύτερο η ημέρα. Μόνο με τον τρόπο αυτό η διάρκεια της γιορτής ήταν 7 μέρες, διαφορετικά θα μετρούνταν 8 μέρες.
Η παραμονή του Πάσχα, η 14η Αβίβ: Κατά την εντολή του Θεού, ο αμνός του Πάσχα έπρεπε να διαφυλαχτεί ως τις 14 Αβίβ και να επαρκεί για όλα τα μέλη της οικογένειας ή των οικογενειών που συνεόρταζαν. Έπρεπε δε να σφαχτεί στις 14 του μηνός, «προς την εσπέρα». «Στον τόπο (δηλαδή στο Ναό) που ο ΚΥΡΙΟΣ ο Θεός σου θα εκλέξει για να κατοικήσει εκεί το όνομά του, θα θυσιάζεις το Πάσχα την εσπέρα, προς τη δύση του ήλιου» (Δευτ.16:6). Η 14η Αβίβ, αν και δεν συμπεριλαμβανόταν στις μέρες της γιορτής, λόγω της θυσίας του αρνιού ονομαζόταν «Πάσχα του Κυρίου» [«Τον πρώτο μήνα, τη 14η του μήνα, στο δειλινό, είναι το Πάσχα του ΚΥΡΙΟΥ» (Λευιτ.23:5)] και αργότερα «Πάσχα του αρνιού».
Η 15η Αβίβ, πρώτη μέρα της γιορτής: Λέγεται στο Λευιτικό, «Και τη 15η ημέρα του ίδιου μήνα, είναι γιορτή των αζύμων στον ΚΥΡΙΟ. επτά μέρες θα τρώτε άζυμα. Στην πρώτη ημέρα θα είναι σε σας άγια συγκάλεση, δεν θα κάνετε κανένα δουλευτικό έργο» (23:6-7). Δηλαδή, η 15η Αβίβ ήταν αργία. Επιπλέον, από την εσπέρα (αρχή) της 15ης του μήνα, άρχιζαν και τα «άζυμα». Όσο για τον αρνί, έπρεπε, αφού σφαχτεί, να περαστεί σε ξύλινο οβελό που είχε στη μέση του μικρό ξύλο, ώστε να σχηματίζεται σταυρός. Ακολούθως ψηνόταν ολόκληρος, χωρίς να συντριφτεί κανένα κόκαλό του. Μετά το ψήσιμό του άρχιζε το δείπνο, που περιλάμβανε τα «άζυμα» και τις «πικρίδες», κατά το τυπικό του Μωσαϊκού Νόμου. Το δείπνο μπορούσε να παραταθεί μέχρι το πρωί, τα δε τυχόν υπολείμματα του αρνιού καίγονταν μέσα στον τόπο του δείπνου. Υπήρχε και δημόσιος εορτασμός με πρόσθετες θυσίες στο Ναό. Τη 16η του Αβίβ, την «επομένη της πρώτης του Πάσχα», γινόταν η «γιορτή των Απαρχών».
Αλλά ποια ήταν η 15η Αβίβ; Εδώ υπεισέρχεται το θέμα του εβραϊκού ημερολογίου. Χωρίς υπερβολή, το Μωσαϊκό ημερολόγιο ήταν το τελειότερο απ’ όσα χρησιμοποιήθηκαν. Υπερείχε κι από το Γρηγοριανό, ενώ από ορισμένες απόψεις είναι καλύτερο κι από το μελετώμενο στον Ο.Η.Ε. «Νέο Παγκόσμιο Ημερολόγιο».
Το αιγυπτιακής προέλευσης Μωσαϊκό ημερολόγιο ήταν ηλιακό, άσχετο προς τις φάσεις της Σελήνης. Το έτος είχε 12 μήνες των 30 ημερών (12Χ30=360 ημέρες) και πρώτος μήνας ήταν εκείνος της Εξόδου και συνεπώς της γιορτής του Πάσχα. Προσθέτανε και 5 «επαγόμενες» ημέρες, 3 στο τέλος του πρώτου και 2 στο τέλος του δεύτερου εξαμήνου. Επειδή όμως το έτος είναι ίσο με 365 μέρες και 6 ώρες περίπου, προσθέτανε κάθε 28 έτη μια εμβόλιμη εβδομάδα και με το θεσμό του διημέρου Σαββάτου σταθεροποιούσαν τις ημερομηνίες στις ίδιες μέρες της βδομάδας για όλα τα έτη. Η πρωτοχρονιά ήταν πάντοτε Σάββατο, οπότε και η 15η του πρώτου μήνα (γιορτή του Πάσχα) ήταν πάντοτε Σάββατο. Επιπλέον, η αιώρηση της πρωτοχρονιάς εκατέρωθεν της αληθινής εαρινής ισημερίας δεν ξεπερνούσε τις 3,5 μέρες.
Το μεγάλο αυτό μυστικό της τήρησης του ημερολογίου, ο Μωυσής εμπιστεύθηκε στο ιερατείο και ειδικά στον Αρχιερέα. Όμως, με την πρώτη μετοικεσία στη Βαβυλώνα, οπότε κατέρρευσε το εβραϊκό ιερατείο, χάθηκε ουσιαστικά το Μωσαϊκό ημερολόγιο κι όταν επέστρεψαν οι Εβραίοι στα Ιεροσόλυμα το 536 π.Χ., έφεραν μαζί τους το Βαβυλωνιακό σεληνιακό ημερολόγιο. Έκτοτε πλέον, ως πρωτοχρονιά θεωρούσαν τη μέρα της Νέας Σελήνης του Νισάν (πρώην Αβίβ), ανεξάρτητα από το αν συνέβαινε πριν ή μετά την εαρινή ισημερία. Το έτος είχε 12 μήνες των 29 και τριάντα ημερών εναλλάξ (354 ημέρες). Επειδή περίσσευαν 11 μέρες και 6 ώρες κάθε χρόνο, το ιερατείο πρόσθετε ολόκληρο εμβόλιμο μήνα, όποτε το έκρινε σκόπιμο, για να έρθει συμφωνία μεταξύ ημερολογίου και εποχών. Το Πάσχα, η 15η Νισάν, γιορταζόταν την πρώτη εαρινή πανσέληνο, που δεν ήταν πια η 15η ημέρα μετά την εαρινή ισημερία, αλλά κάποια τυχαία μέρα μετά απ’ αυτή. Κι επειδή η πανσέληνος μπορεί να συμβεί σε τυχαία μέρα της εβδομάδας, δεν ήταν δυνατόν να γιορτάζεται το Πάσχα πάντοτε Σάββατο, όπως πρώτα. Επέτρεψαν λοιπόν τον εορτασμό του κατά το Σάββατο, Κυριακή, Τρίτη και Πέμπτη. Ποτέ όμως κατά τη Δευτέρα, Τετάρτη ή Παρασκευή. Αν η εαρινή πανσέληνος γινόταν σε απαγορευμένη μέρα, τότε το Πάσχα γιορταζόταν την επομένη.
Ο λόγος για τον οποίον απαγορευόταν ο εορτασμός του Πάσχα την Παρασκευή ήταν, ότι μέχρι την μετοικεσία της Βαβυλώνας, η 15η Αβίβ ήταν πάντοτε ημέρα προπαρασκευής του Πάσχα. Γι’ αυτό και κατ’ εξαίρεση δε λεγόταν «έκτη» ημέρα της βδομάδας, αλλά Παρασκευή του Πάσχα ή απλά Παρασκευή. Συνεπώς, ποτέ δεν γιορτάστηκε το εβραϊκό Πάσχα ημέρα Παρασκευή.
Κατά την εξέταση των Ευαγγελικών περιγραφών χρονικά, πρέπει να λάβουμε υπόψη: α) τον τρόπο μέτρησης του 24ώρου από τους Εβραίους και β) τη διπλή έννοια του ονόματος «Πάσχα» στις ευαγγελικές αφηγήσεις.
Γιατί με το όνομα «Πάσχα» οι Ευαγγελιστές προσδιορίζουν τόσο τη 14η Νισάν, που ονομάζουν «Πάσχα του Κυρίου» ή και την ίδια ημέρα της γιορτής του Πάσχα, την 15η Νισάν. Ο Ιωάννης για παράδειγμα λέει για το Μυστικό Δείπνο: «Και πριν από τη γιορτή του Πάσχα... έγινε δείπνο...» (13:1-2), καθορίζοντας την 15η Νισάν, ημέρα Σάββατο. Ο ίδιος αποκαλεί «Πάσχα» και την Παρασκευή, την 14η Νισάν λέγοντας «έξι ημέρες πριν από το Πάσχα, ήρθε (ο Ιησούς) στη Βηθανία» (12:1). Γιατί αν δεν εννοούσε τη 14η, αλλά τη 15η Νισάν, θα έλεγε «προ επτά ημερών...».
Παρά τη φαινομενική σε μας ασυμφωνία των Ευαγγελιστών, προσεκτική διερεύνηση των Ευαγγελίων αποκαλύπτει ότι υπάρχει κοινό σημείο των πληροφοριών τους, το ότι ο Πιλάτος έπρεπε να ελευθερώσει έναν από τους κατάδικους κατά τη γιορτή: «Και κατά τη γιορτή, ο ηγεμόνας συνήθιζε να απολύει στο πλήθος έναν φυλακισμένο, όποιον ήθελαν» (Ματθ.27:15). «Κατά τη γιορτή, όμως, απέλυε σ’ αυτούς έναν δέσμιο, όποιον ζητούσαν» (Μάρκ.14:6). «Έπρεπε, μάλιστα, κατ’ ανάγκη (ο Πιλάτος) να τους απολύει έναν κατά τη γιορτή» (Λουκ.23:17). «...και τους λέει (ο Πιλάτος)... είναι μάλιστα συνήθεια σε σας, να σας απολύσω έναν κατά το Πάσχα» (Ιωάν.18:38-39). Από αυτό συμπεραίνουμε ότι ο Πιλάτος, ανεξάρτητα από τη δίκη του Ιησού: α) θα απέλυε ένα δέσμιο, λόγω της εορτής, β) ότι η απόλυση δεν είχε γίνει μέχρι τις προμεσημβρινές ώρες της Παρασκευής, όταν δικαζόταν ο Ιησούς, γ) ότι θα γινόταν μέσα στην ίδια εκείνη ημέρα, την Παρασκευή και δ) η «εορτή» ήταν το Πάσχα των Εβραίων, η 15η του Νισάν.
Εξάλλου με το όνομα «Πάσχα» οι Εβραίοι αναφέρονταν εξίσου στη 14η και τη 15η του Νισάν, ενώ «εορτή» ονόμαζαν πάντοτε τη 15η του Νισάν και μόνον αυτή. Άλλωστε η 14η (το «Πάσχα του αρνιού») δεν ήταν εορτάσιμη ημέρα (αργία), ώστε να ονομάζεται εορτή.
Συνεπώς δεν υπάρχει αντίφαση μεταξύ των Ευαγγελιστών και μπορούμε να κατατάξουμε χρονικά, κατά το εβραϊκό σύστημα, όσα αναφέρονται:
Νισάν, Σάββατο: «Έξι ημέρες πριν από το Πάσχα» του αρνιού, ο Ιησούς έρχεται στη Βηθανία, όπου και διανυκτερεύει.
Νισάν, Κυριακή: «Την επόμενη ημέρα», ο Ιησούς εισέρχεται θριαμβευτικά στα Ιεροσόλυμα.
Νισάν, Δευτέρα: Το βράδυ της δικής μας Κυριακής (αρχή εβραϊκής Δευτέρας) ο Ιησούς βγαίνει για να διανυκτερεύσει στη Βηθανία. Το πρωί επιστρέφοντας καταριέται τη συκιά. Οι Φαρισαίοι κλπ. ζητούν να Τον συλλάβουν, αλλά φοβούνται το λαό.
Νισάν, Τρίτη: Το βράδυ της Τρίτης (για μας Δευτέρα) και 3ης ημέρας πριν από το Πάσχα του αρνιού, ο Ιησούς βγαίνει πάλι από την πόλη για να διανυκτερεύσει. Το πρωί ξαναγυρίζοντας στα Ιεροσόλυμα «είδαν τη συκιά ξεραμένη από τη ρίζα» (Μάρκ.11:20). Δίδαξε στο Ναό, κατόπιν ήρθε στο Όρος των Ελαιών.
Νισάν, Τετάρτη: Το βράδυ (αρχή) της Τετάρτης, 2ης ημέρας πριν από το Πάσχα του αρνιού, ο Ιησούς διανυκτερεύει στο Όρος των Ελαιών, όπου κάνει αναγγελία της Σταύρωσής Του: «Και όταν ο Ιησούς τέλειωσε όλα αυτά τα λόγια, είπε στους μαθητές του: Ξέρετε ότι μ ε τ ά α π ό δ ύ ο η μ έ ρ ε ς γίνεται το Πάσχα, και ο Υιός του ανθρώπου παραδίνεται για να σταυρωθεί» (Ματθ.26:1-2). Και πράγματι, μετά από 2 ημέρες, το βράδυ της Παρασκευής (Πέμπτης για μας), αρχίζει η 14η Νισάν, όπου «γίνεται το Πάσχα», δηλαδή η θυσία του αμνού.
Στη συνέχεια οι τρεις Συνοπτικοί αναφέρονται στην απόφαση του Συνεδρίου να συλληφθεί και να φονευθεί ο Ιησούς: «Έλεγαν μάλιστα: Ό χ ι σ τ η γ ι ο ρ τ ή, για να μη γίνει θόρυβος μέσα στο λαό» (Ματθ.26:3-5), «Και έλεγαν: Ό χ ι κ α τ ά τ η δ ι ά ρ κ ε ι α τ η ς γ ι ο ρ τ ή ς, μήπως και γίνει θόρυβος από το λαό» (Μάρκ.14:1-2), «Και πλησίαζε η γιορτή των αζύμων, που λεγόταν Πάσχα» (Λουκ.22:1).
Συνεπώς δεν υπάρχει ασυμφωνία των Συνοπτικών και του Ιωάννη, αφού αρχίζουμε την αρίθμηση των ημερών βάσει της πληροφορίας του Ιωάννη «έξι ημέρες πριν από το Πάσχα...» και φτάνουμε κανονικά στην Τετάρτη, 2η ημέρα πριν από το Πάσχα του αρνιού, οπότε κατά τους Ματθαίο και Μάρκο: «ύστερα από δυο ημέρες γίνεται το Πάσχα (του αρνιού)» (Ματθ.26:1) και «ύστερα από δυο ημέρες ήταν το Πάσχα και τα άζυμα» (Μάρκ.14:1). Ο Λουκάς κάνει και διευκρίνιση για το αναφερόμενο «Πάσχα», «π ο υ λ ε γ ό τ α ν Πάσχα» (22:1). Αν ο Ευαγγελιστής αναφερόταν στη 15η Νισάν, η μετοχή «λεγομένη» δεν θα είχε θέση, γιατί η ημέρα αυτή θεσπίστηκε ως «Πάσχα» από τον Μωυσή κατά θεία εντολή. Η 14η Νισάν, όμως, ήταν η από τον λαό καταχρηστικά λεγομένη Πάσχα. Ονομαζόταν επίσης «ημέρα των αζύμων», γιατί κατά την ημέρα αυτήν απέσυραν το ένζυμο ψωμί και ετοίμαζαν τα «άζυμα», καθώς και «Πάσχα του αρνιού», γιατί τότε έσφαζαν το πασχαλινό αρνί.
Την ίδια ημέρα, την Τετάρτη, έγινε το μύρωμα του Ιησού στη Βηθανία, στο σπίτι του Σίμωνα του λεπρού και η συμφωνία του Ιούδα με τους αρχιερείς, για την παράδοση του Ιησού.
Νισάν, Πέμπτη: Η κατανομή των γεγονότων χρονικά, κατά το εβραϊκό σύστημα, αφήνει κενή την Πέμπτη, 13η του Νισάν. Πιθανώς, προς το τέλος της ημέρας αυτής να έγιναν μόνο ορισμένες προετοιμασίες για το Δείπνο.
Νισάν, Παρασκευή: Αναφερόμενοι στις ετοιμασίες του Δείπνου οι Ευαγγελιστές γράφουν: «Και ήρθε η ημέρα των αζύμων, κατά την οποία έπρεπε να θυσιάσουν το Πάσχα» (Λουκ.22:7), «και κατά την πρώτη ημέρα των αζύμων, όταν θυσίαζαν το Πάσχα» (Μάρκ.14:12).
Αλλά αυτά τα εδάφια καθορίζουν σαφώς, ότι οι Ευαγγελιστές αναφέρονται στη 14η Νισάν (οπότε θυσιαζόταν το αρνί του Πάσχα), ως ημέρα του Μυστικού Δείπνου. Γιατί οι Συνοπτικοί λένε στη συνέχεια: «Και όταν έγινε βράδυ» (Μαρκ.14:17), «Και όταν ήρθε η ώρα, κάθισε στο τραπέζι και οι δώδεκα απόστολοι μαζί του» (Λουκ.22:14). Το βράδυ εκείνο όμως δεν ανήκε πλέον στην Πέμπτη, αλλά στην εβραϊκή Παρασκευή.
Ότι ο Ιησούς δε γιόρτασε στον Μυστικό Δείπνο το εβραϊκό, αλλά το δικό Του Πάσχα, και φανερό είναι και έγινε αποδεκτό κατά τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους. Ειδικά το αποδεικνύει η φράση: «Πλησίασε ο καιρός μου. στο σπίτι σου θα κάνω το Πάσχα μαζί με τους μαθητές μου» (Ματθ.26:18), διαφορετικά ο Ιησούς θα έλεγε μόνο το δεύτερο μέρος της πρότασης. Το «π λ η σ ί α σ ε ο κ α ι ρ ό ς μ ο υ» δικαιολογεί γιατί θα έτρωγε την Παρασκευή και όχι το Σάββατο το «Πάσχα Του», δηλαδή επειδή θα Τον σταύρωναν.
Για την προετοιμασία του Δείπνου έστειλε τους Πέτρο και Ιωάννη με την εντολή, όταν μπουν στη πόλη να ακολουθήσουν τον άνθρωπο που βαστάζει «ένα σταμνί με νερό» και να μπουν όπου και αυτός. Να πουν στον οικοδεσπότη την παραγγελία του Ιησού κι εκείνος θα τους δείξει «ένα μεγάλο ανώγειο στρωμένο» (Λουκ.22:12). Εκεί να ετοιμάσουν το «Πάσχα».
Γεννιέται λοιπόν το ερώτημα: αν επρόκειτο για το εβραϊκό Πάσχα, πώς δεν τους δόθηκε εντολή να πάνε πρώτα στο Ναό για τη θυσία του αρνιού και κατόπιν να ετοιμάσουν το Πάσχα; Πώς πήγαν οι μαθητές στο σπίτι κι «ετοίμασαν» ψωμί και κρασί, αντί του αρνιού, πικρίδων και αζύμων του Εβραϊκού Πάσχα;
Ο Ιωάννης απαντά σαφώς γράφοντας: «Π ρ ι ν α π ό τ η γ ι ο ρ τ ή τ ο υ Π ά σ χ α... έγινε δείπνο» (13:1-2). Γι’ αυτό, όταν ο Ιούδας αποχώρησε, πολλοί μαθητές σκέφτηκαν, μήπως ο Ιησούς του είπε: «Αγόρασε όσα έχουμε ανάγκη για τη γ ι ο ρ τ ή (αύριο)» (13:29). Αλλά και η έκφραση του Ιησού «πολύ επιθύμησα να φάω με σας αυτό το Πάσχα, προτού πάθω» (Λουκ.22:15), φανερώνει ότι ο Ιησούς γιόρτασε το δικό Του Πάσχα, αφού το εβραϊκό δεν εξαρτάτο χρονικό από το πάθος Του.
Το ότι η Παρασκευή της Σταύρωσης ήταν εργάσιμη ημέρα κι όχι η μεγάλη αργία του Πάσχα, συνάγεται από πολλά γεγονότα:
α) Πώς ο Ιησούς διέταξε μετά το Δείπνο να πάνε στο Όρος των Ελαιών, ενώ κατά το Πάσχα απαγορεύονταν ρητώς η οδοιπορία και «κάθε έργο δουλευτικό»;
β) Πώς σκέφτηκαν οι μαθητές ότι ο Ιούδας πήγαινε να αγοράσει τρόφιμα, αν δεν ήταν ανοικτά τα καταστήματα;
γ) Πώς συγκροτήθηκε η «σπείρα» από «ένα μεγάλο πλήθος, με φανούς και λαμπάδες και όπλα» (Ιωάν.18:3), ενώ, όπως λέει ο Ιώσηπος, το Ταλμούδ απαγόρευε και την απλή οπλοφορία κατά την ημέρα του Πάσχα, πόσο μάλλον για σύλληψη για καταδίκη σε θάνατο;
δ) Αν υποτεθεί ότι η σπείρα συγκροτήθηκε από έμπιστους μόνον υπηρέτες των αρχιερέων κλπ. και κινήθηκε μυστικά έξω από την πόλη, πώς αποκρύφτηκε από το λαό η προσαγωγή του Ιησού στο σπίτι του Άννα, κατόπιν του Καϊάφα και η νυκτερινή δίκη Του μέχρις ότου «ο πετεινός λάλησε για δεύτερη φορά» (Μάρκ.14:72); Οι δικαστές Του ήταν το Μέγα Συνέδριο, το Sanhedrin, αποτελούμενο από 70 μέλη της εβραϊκής αριστοκρατίας. Δεν θα εξεγειρόταν ο λαός για την καταπάτηση των εθίμων από τους θρησκευτικούς του άρχοντες;
ε) Είναι δυνατό, να έγιναν μυστικά την ημέρα η προσαγωγή του Ιησού στον Πιλάτο, κατόπιν στον Ηρώδη, έπειτα πάλι στον Πιλάτο, αφού οι ίδιοι οι αρχιερείς έλεγαν για τη σύλληψή Του «Όχι στη γιορτή, για να μη γίνει θόρυβος μέσα στο λαό» (Ματθ.26:5, Μαρκ.14:2). Πώς λοιπόν θα Τον συλλαμβάνανε και θα Τον σταύρωναν την Παρασκευή, αν ήταν η ημέρα του Πάσχα;
ς) Πώς μετά την καταδίκη του Ιησού «αγγάρεψαν κάποιον Σίμωνα Κυρηναίο που διάβαινε, ε ν ώ ε ρ χ ό τ α ν α π ό τ ο χ ω ρ ά φ ι... για να σηκώσει το σταυρό του» (Μαρκ.15:21); Αν ήταν η αργία του Πάσχα ο Σίμωνας δεν θα ερχόταν «από το χωράφι», ούτε καν θα οδοιπορούσε.
Το Σάββατο ήταν η 15η Νισάν, το εβραϊκό Πάσχα. Αυτό συνάγεται από τα εξής γεγονότα:
α) Πώς είναι δυνατόν ο Ιησούς να έφαγε το εβραϊκό Πάσχα και να σταυρώθηκε, ενώ λέγεται σαφώς ότι όταν Τον παρέδωσαν στον Πιλάτο «ήταν δε πρωί, κι αυτοί (αρχιερείς κλπ.) δεν μπήκαν στο πραιτόριο, για να μη μολυνθούν, αλλά να φ ά ν ε το Πάσχα» (Ιωάν.18:28); Συνεπώς, μετά τη δύση του ηλίου, το βράδυ της Παρασκευής θα έτρωγαν το αρνί του Πάσχα.
β) Αν ήταν ανήμερα το Πάσχα, πώς ο Πιλάτος δεν είχε απολύσει ένα δέσμιο, αλλά έγινε η εκλογή μεταξύ Ιησού και Βαραββά;
γ) Ο Ιωάννης λέει σαφώς, ότι ο Πιλάτος «έφερε έξω τον Ιησού και κάθισε επάνω στο βήμα, στον τόπο που λεγόταν Λιθόστρωτο και στην Εβραϊκή Γαββαθά. Ήταν δε η Π α ρ α σ κ ε υ ή τ ο υ Π ά σ χ α, και η ώρα περίπου έκτη» (Ιωάν.19:13-14). Δηλαδή επαναλαμβάνει ότι την επομένη ημέρα ήταν η 15η του Νισάν.
δ) Παρακάτω προσθέτει σχετικά με τη σταύρωση: «Και οι Ιουδαίοι, για να μείνουν τα σώματα επάνω στο σταυρό κατά το Σάββατο, επειδή ήταν Π α ρ α σ κ ε υ ή, επειδή ε κ ε ί ν η η μ έ ρ α τ ο υ Σ α β β ά τ ο υ ή τ α ν μ ε γ ά λ η, παρακάλεσαν τον Πιλάτο να τους συντρίψουν τα σκέλη και να τους σηκώσουν» (19:31). Δηλαδή οι Ιουδαίοι ζήτησαν να επιταχυνθεί ο θάνατος των σταυρωμένων, για να μη μείνουν πασχαλιάτικα τα σώματά τους στους σταυρούς, αφού η 15η άρχιζε το βράδυ. Όταν δε ήλθαν οι στρατιώτες, ο Ιησούς είχε ήδη εκπνεύσει περί την ενάτη ώρα (3 μ.μ.). Άρα είχαν το πολύ 4 ώρες οι στρατιώτες για να τακτοποιήσουν αυτά, αφού ο ήλιος δύει περί τις 7 μ.μ. τις μέρες του Πάσχα.
ε) Σχετικά με την ταφή του Ιησού οι Μάρκος, Λουκάς και Ιωάννης αναφέρουν: «Κι όταν έγινε ήδη βράδυ, επειδή ήταν Π α ρ α σ κ ε υ ή, δηλαδή, Π ρ ο σ ά β β α τα ο, ήρθε ο Ιωσήφ, αυτός από την Αριμαθαία... και ζήτησε το σώμα του Ιησού» (Μάρκ.15:42-43), «Και ήταν ημέρα Π α ρ α σ κ ε υ ή και ξημέρωνε Σ ά β β α τ ο» (Λουκ.23:54), «Εκεί, λοιπόν, έβαλαν τον Ιησού, εξαιτίας της Π α ρ α σ κ ε υ ή ς των Ιουδαίων, επειδή ήταν κοντά το μνήμα» (Ιωάν.19:42). Άρα, όλοι οι Ευαγγελιστές συμφωνούν ότι ο Ιησούς σταυρώθηκε και πέθανε την Παρασκευή του Πάσχα.
ς) Τέλος ο Ματθαίος αναφέρει ότι οι αρχιερείς ζήτησαν από τον Πιλάτο τη σφράγιση του μνημείου «την επομένη ημέρα, που είναι μετά την Π α ρ α σ κ ε υ ή» (27:62), δηλαδή την ημέρα του Πάσχα.
Και δεν θα γινόταν επί αιώνες τόση συζήτηση, αν δεν είχαμε παραβλέψει τη σαφέστατη πληροφορία του Ταλμούδ (Gemara Sanhedrin), σχετικά με τη σταύρωση του Ιησού: «τιμωρήθηκε (ο Ιησούς) την π α ρ α μ ο ν ή τ ο υ Π ά σ χ α... (και) τον σταύρωσαν την π α ρ α μ ο ν ή τ ο υ Π ά σ χ α, εκτελεσθείσης της αποφάσεως (του Συνεδρίου των Ιουδαίων) υπό του Ποντίου Πιλάτου, του Ιησού άγοντος το 33ο έτος της ηλικίας αυτού».
Με τα Ευαγγελικά δεδομένα πλέον και τον αστρονομικό τρόπο καθορισμού του εβραϊκού Πάσχα, με την πρώτη εαρινή πανσέληνο, μπορούμε να βρούμε αστρονομικά τις εβραϊκές ημερομηνίες των πρώτων εαρινών πανσέληνων των ετών 25-35 μ.Χ.
Τα μόνα έτη κατά τα οποία το εβραϊκό Πάσχα γιορτάστηκε ημέρα Σάββατο είναι το 26, 30 και 33 μ.Χ. Κυριακή γιορτάστηκε το Πάσχα του 29 μ.Χ., Τρίτη των ετών 25, 28, 31, 32, 34 και 35 μ.Χ., και Πέμπτη του έτους 27 μ.Χ.
Πρέπει λοιπόν να διερευνηθεί, ποιο από τα 26, 30 και 33 μ.Χ. είναι το έτος της σταύρωσης. Οι συνθήκες που πρέπει να επαληθεύει το έτος της σταύρωσης είναι οι τρεις Ευαγγελικές ειδήσεις σχετικά με τη Γέννηση, Βάπτιση και το πρώτο Πάσχα του δημόσιου βίου του Ιησού, τις οποίες ήδη εξετάσαμε στην αρχή του άρθρου.
Συνεπώς, το 30 μ.Χ. είναι το έτος σταύρωσης και ανάστασης του Κυρίου. Επειδή δε η πρώτη εαρινή πανσέληνος έλαβε χώρα τότε την Παρασκευή, 7 Απριλίου (14η Νισάν) και μετατέθηκε το εβραϊκό Πάσχα την επομένη, 8 Απριλίου (15η Νισάν), έπεται ότι, η μ ε ρ ο μ η ν ί α τ η ς σ τ α ύ ρ ω σ η ς του Ιησού είναι η Π α ρ α σ κ ε υ ή, 7 Α π ρ ι λ ί ο υ 30 μ.Χ.
Η ανάσταση του Ιησού έγινε «αφού πέρασε το Σάββατο, κατά τα χαράματα της πρώτης ημέρας της εβδομάδας» (Ματθ.28:1), «πολύ πρωί, την πρώτη ημέρα της εβδομάδας» (Μάρκ.16:2), «ενώ ακόμα ήταν βαθιά χαράματα» (Λουκ.24:1), «πρωί, ενώ ακόμα ήταν σκοτάδι» (Ιωάν.20:1). Αλλά η «πρώτη ημέρα της εβδομάδας» είναι η επόμενη του εβραϊκού Πάσχα (8 Απριλίου), δηλαδή η 9η Απριλίου 30 μ.Χ. Επειδή δε ήταν «βαθιά χαράματα» «ενώ ήταν ακόμα σκοτάδι», κατά την άφιξη των μυροφόρων κατά την ημερομηνία αυτή στα Ιεροσόλυμα το αστρονομικό λυκαυγές αρχίζει περί τις 4 π. μ., έπεται ότι:
Ο Ιησούς αναστήθηκε την 3η ώρα μετά τα μεσάνυχτα Κυριακή, 9 Απριλίου, του 30 μ.Χ.
Μάρω Κ. Παπαθανασίου
Αστρονόμου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου