Ο Πύρρων: «(...) μετά συνδέθηκε με τον Ανάξαρχο, τον οποίο συνόδευσε στα ταξίδια του παντού, έτσι ώστε συνάντησε τους Ινδούς Γυμνοσοφιστές και τους Πέρσες Μάγους» (Διογένης Λαέρτιος, IX, 61).
Ο Πλάτων: «(...) εν συνεχεία πήγε στην Αίγυπτο, στους προφήτες, (...). Προσέτι ακολουθώντας τον Όμηρο, είπε ότι οι Αιγύπτιοι υπερέχουν όλων στην ιατρική. Ο Πλάτων ήθελε να ανταμώσει και τους Μάγους» (Διογένης Λαέρτιος, III, 6-7). «Υπάρχει και άλλη παράδοση, που λέει πως πήγε και στη Φοινίκη, όπου από τους εκεί Πέρσες λόγιους διδάχτηκε τις γύρω στον Ζωροάστρη περσικές αντιλήψεις και διδασκαλίες. Την παράδοση αυτή την μνημονεύει κάποιος ανώνυμος βιογράφος του (βλ. Βίος Πλάτωνος, εκδ. Westermann, στο παράρτημα της έκδ. του Διογένη Λαέρτιου από τον Cobet στο Didot, σ. 7)» (Γιάννη Κορδάτου, Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας, εκδ. Μπουκουμάνη, σ. 290, 2).
Ο Δημόκριτος: «ήταν μαθητής ορισμένων μάγων και Χαλδαίων» (Διογένης Λαέρτιος, IX, 34), «Ο Δημήτριος στους Ομωνύμους και ο Αντισθένης στις Διαδοχές λένε ότι ταξίδεψε στην Αίγυπτο για να μάθει γεωμετρία από τους ιερείς και επίσης πήγε στην Περσία να επισκεφθεί τους Χαλδαίους καθώς και στην Ερυθρά Θάλασσα. Μερικοί λένε ότι συναναστράφηκε με τους Γυμνοσοφιστές στην Ινδία και πήγε στην Αιθιοπία» (Διογένης Λαέρτιος, IX, 35).
Ο Θαλής: «Κατά την Παμφίλη, αφού έμαθε γεωμετρία από τους Αιγύπτιους, πρώτος ενέγραψε ορθογώνιο τρίγωνο σε κύκλο» (Διογένης Λαέρτιος, I, 24). «Κανένας δεν υπήρξε δάσκαλος του, εκτός ότι πήγε στην Αίγυπτο και έμεινε εκεί αρκετό καιρό με τους ιερείς» (Διογένης Λαέρτιος, I, 27). «Οἴονται δε καὶ Ὅμηρον ὥσπερ Θαλῆ μαθόντα παρ Αἰγυπτίων ἀρχὴν ἁπάντων» (Πλουτάρχου, Περί Ίσιδος και Οσίριδος, 34). Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, ο Θαλής ήταν μισός Έλληνας, μισός Φοίνικας («Ἦν τοίνυν ὁ Θαλῆς, ὡς μὲν Ἡρόδοτος (i. 170, 3) καὶ Δοῦρις (FGrH 76 F 74) καὶ Δημόκριτός (DK 68 B 115a) φασι, πατρὸς μὲν Ἐξαμύου, μητρὸς δὲ Κλεοβουλίνης, ἐκ τῶν Θηλιδῶν, οἵ εἰσι Φοίνικες», Διογένης Λαέρτιος, I, 22). Άλλοι το αμφισβητούν αυτό, λέγοντας ότι ο Ηρόδοτος, επειδή η μητέρα του Θαλή ήταν από το γένος του Κάδμου, απλώς έκανε το λάθος να πει πως ο Θαλής ήταν Φοίνικας λόγω της μυθικής φοινικικής καταγωγής του Κάδμου. Ο Ηρόδοτος, όμως, λέει επιπλέον ότι οι Μιλήσιοι άποικοι δεν είχαν φέρει γυναίκες από την Ελλάδα, αλλά αναμίχθηκαν με ντόπιες Ασιάτισσες: «Και όσοι από αυτούς [τους Ίωνες άποικιστές] ξεκίνησαν απ' το πρυτανείο της Αθήνας και θεωρούσαν τους εαυτούς τους τους πιο καθαρόαιμους Ίωνες, αυτοί δεν πήραν μαζί τους στις αποικίες συζύγους, αλλά παντρεύτηκαν γυναίκες από την Καρία, αφού τους σκότωσαν πρώτα τους γονείς. (...) Αυτά γίνονταν στη Μίλητο» (1, 146). Άρα, όπως όλοι οι Μιλήσιοι, ο Θαλής δεν ήταν καθαρόαιμος Έλληνας.
Ο Πυθαγόρας: «ενώ ήταν νέος, τόσο φιλομαθής ήταν ώστε άφησε την πατρίδα του και μυήθηκε σε όλες τις ελληνικές και βαρβαρικές τελετές. Ήταν στην Αίγυπτο, όταν ο Πολυκράτης του έστειλε συστατική επιστολή στον Άμαση. Έμαθε την αιγυπτιακή γλώσσα, έτσι μαθαίνουμε από τον Αντιφώντα, στο βιβλίο ''Περί των εν αρετή πρωτευσάντων'', και επίσης ταξίδεψε στους Χαλδαίους και στους Μάγους (...) Εισήλθε στα Αιγυπτιακά ιερά και του είπαν τις μυστικές παραδόσεις περί θεών» (Διογένης Λαέρτιος VIII, 2-3). «Πυθαγόρας ὁ Σάμιος (...) ἀφικόμενος εἰς Αἴγυπτον καὶ μαθητὴς ἐκείνων γενόμενος τὴν τ' ἄλλην φιλοσοφίαν πρῶτος εἰς τοὺς Ἕλληνας ἐκόμισε καὶ τὰ περὶ τὰς θυσίας καὶ τὰς ἀγιστείας τὰς ἐν τοῖς ἱεροῖς ἐπιφανέστερον τῶν ἄλλων ἐσπούδασεν ἡγούμενος..» (Ισοκράτη, Βούσιρις, 28). «Κατόπιν, ο Πυθαγόρας ήρθε κοντά στους Αιγυπτίους, τους Άραβες, τους Χαλδαίους και Εβραίους από τους οποίους εξακρίβωσε την γνώση την σχετική με τα όνειρα (Πορφύριου, Πυθαγόρου βίος, 11). Ο Κλήμης ο Αλεξανδρέας μάς αναφέρει ότι ο Πυθαγόρας έκανε περιτομή, προκειμένου να παρακολουθήσει τα αιγυπτιακά μυστήρια: «Θαλῆς (...) τοῖς Αἰγυπτίων προφήταις συμβεβληκέναι εἴρηται, καθάπερ καὶ ὁ Πυθαγόρας αὐτοῖς γε τούτοις δι οὓς καὶ περιετέμνετο, ἵνα δὴ καὶ εἰς τὰ ἄδυτα κατελθὼν τὴν μυστικὴν παρὰ Αἰγυπτίων ἐκμάθοι φιλοσοφίαν» (Στρωματείς, 1, 66).
Ο Πρωταγόρας: «Ο Πρωταγόρας από τα Άβδηρα, ο σοφιστής, άκουσε στην πατρίδα του τον Δημόκριτο και μαθήτευσε και στους μάγους από την Περσία, τον καιρό που ο Ξέρξης έκανε την εκστρατεία στην Ελλάδα. Γιατί, ο πατέρας του, ο Μαιάνδριος, από τους πιο πλούσιους στην Θράκη, με τις περιποιήσεις στο σπίτι και με τα δώρα που έκανε στον Ξέρξη πέτυχε από αυτόν να πάει ο γιος του μαθητής στους μάγους. Οι Πέρσες μάγοι δεν δέχονται ξένους για μαθητές τους, εκτός αν τους το έχει ζητήσει ο βασιλιάς» (Φιλόστρατου, Βίοι Σοφιστών, 1, 10, 1).
Ο Κλεόβουλος, «ήταν ο γιος του Ευαγόρα του Λίνδιου, ο Δούρις όμως (FGrH 76 F 77) λέει ότι ήταν από την Καρία (...) σπούδασε φιλοσοφία στην Αίγυπτο» (Διογένης Λαέρτιος, I, 89).
Ο Λυκούργος: «Οι Αιγύπτιοι νομίζουν, ότι ο Λυκούργος επεσκέφθη και την ιδικήν των χώραν και ότι θαυμάσας όλως ιδιαιτέρως τον διαχωρισμόν της τάξεως των πολεμιστών από τας άλλας τάξεις (ο οποίος επεκράτει εις την Αίγυπτον) τον εισήγαγεν εις την Σπάρτην και αποχωρίσας τους ασκούντας διαφόρους τέχνας και τους χειρώνακτας κατέστησε πράγματι το πολίτευμα της Σπάρτης αστικόν και καθαρόν. Αυτά τα υπό των Αιγυπτίων λεγόμενα περί του Λυκούργου τα επιβεβαιώνουν και μερικοί από τους Έλληνας συγγραφείς. Ότι όμως ο Λυκούργος περιήλθε και την Λυβικήν και την Ιβηρίαν και ότι περιοδεύσας εις την Ινδικήν ήλθεν εις επαφήν προς τους Γυμνοσοφιστάς, περί τούτων γνωρίζομεν, ότι ουδείς άλλος τα έγραψεν ειμή μόνον ο Σπαρτιάτης Αριστοκράτης, ο υιός του Ιππάρχου». (Πλούταρχου, Λυκούργος, 4)
Ο Σόλων: «Μερικοί έγραψαν, ότι ο Σόλων ετράπη εις εμπορικάς επιχειρήσεις δια τον λόγον, ότι κατείχετο περισσότερον από την αγάπην, ταξιδεύων εις ξένας χώρας, να πλουτίση την πείραν του και από φιλομάθειαν παρά από την διάθεσιν να αποκτήση χρήματα. (...) η εμπορική δραστηριότης παρείχε και δόξαν, διότι επετυγχάνετο δι' αυτής η καλλιέργεια εγκαρδίων σχέσεων προς τους ξένους λαούς και ανεπτύσσετο στενή φιλία προς τους βασιλείς άλλων χωρών, ακόμη δε εβοήθει η άσκησις του εμπορίου και εις την απόκτησιν πολλών γνώσεων περί διαφόρων πραγμάτων» (Πλουτάρχου, Σόλων, 2).
Ο Εύδοξος: «πήγε στην Αίγυπτο μαζί με τον Χρύσιππο τον ιατρό έχοντας συστατικά γράμματα από τον Αγησίλαο στον Νεκτάναβι, ο οποίος τον σύστησε στους ιερείς» (Διογένης Λαέρτιος, VIII, 87)
Ο Διόδωρος Σικελιώτης γράφει «Οι ιερείς των Αιγυπτίων ιστορούν από τις καταγραφές στα ιερά τους βιβλία ότι τους επισκέφτηκαν τα παλαιά χρόνια ο Ορφέας, ο Μουσαίος, ο Μελάμπους και ο Δαίδαλος, καθώς και ο ποιητής Όμηρος και ο Λυκούργος ο Σπαρτιάτης, ο Σόλων ο Αθηναίος και ο φιλόσοφος Πλάτων, ήλθε επίσης ο Πυθαγόρας ο Σάμιος και ο μαθηματικός Εύδοξος, καθώς επίσης ο Δημόκριτος ο Αβδηρίτης και ο Οινοπίδης ο Χίος. Τεκμήρια της επίσκεψης όλων ετούτων δείχνουν για άλλους τα αγάλματά τους και για άλλους τοποθεσίες ή κτίρια που φέρουν το όνομά τους. (...) Αλλά και για τον Λυκούργο και για τον Πλάτωνα καθώς και για τον Σόλωνα λένε πως ενσωμάτωσαν στη νομοθεσία τους πολλά από τα αιγυπτιακά έθιμα. Ο Πυθαγόρας έμαθε από τους Αιγυπτίους τις ιερές διδασκαλίες, τα θεωρήματα της γεωμετρίας και την θεωρία των αριθμών, καθώς και για την μετάβαση της ψυχής σε κάθε ζωντανό πλάσμα. Επίσης βεβαιώνουν πως και ο Δημόκριτος έμεινε κοντά τους πέντε χρόνια και διδάχτηκε πολλά για την αστρολογία. Το ίδιο και ο Οινοπίδης, που έμεινε κοντά στους ιερείς και τους αστρολόγους κι έμαθε, μεταξύ άλλων, για τη λοξή τροχιά του ήλιου και για την κίνηση του, που έχει αντίθετη φορά από τα άλλα άστρα. Από τους αρχαίους αγαλματοποιούς επίσης, οι πιο ξακουστοί έμειναν ένα διάστημα κοντά τους, όπως ο Τηλεκλής και ο Θεόδωρος, οι γιοι του Ροίκου, που κατασκεύασαν για τους Σαμίους ένα ξόανο του Πύθιου Απόλλωνα. Γιατί το ένα ήμισυ του αγάλματος έγινε από τον Τηλεκλή στη Σάμο, ενώ το άλλο ήμισυ ολοκληρώθηκε στην Έφεσο από τον αδελφό του, Θεόδωρο (...) τούτο όμως το είδος της εργασίας δεν γίνεται πουθενά στην Ελλάδα, ενώ οι Αιγύπτιοι το κάνουν κατά κανόνα. (...) Το ξόανο, λοιπόν, της Σάμου, είναι κομμένο, σύμφωνα με την μέθοδο των Αιγυπτίων, στα δύο» (Βιβλιοθήκης Ιστορικής Βίβλος Πρώτη, 96, 2-3 και 98, 1-7 και 9). Και επίσης γράφει «Μερικοί μάλιστα λένε πως και ο Δαίδαλος ήρθε στην Αίγυπτο, θαύμασε την τέχνη του κτίσματος και μετά κατασκεύσασε για τον βασιλιά της Κρήτης Μίνωα, λαβύρινθο όμοιο με της Αιγύπτου, όπου βρισκόταν κατά τον μύθο ο λεγόμενος Μινώταυρος. Αλλά ο λαβύρινθος στην Κρήτη εξαφανίστηκε τελείως, είτε επειδή τον γκρέμισε κάποιος δυνάστης είτε από το καταστροφικό έργο του χρόνου, ενώ στην Αίγυπτο διατηρήθηκε στο ακέραιο η όλη κατασκευή μέχρι των ημερών μας» (Βιβλιοθήκης Ιστορικής Βίβλος Πρώτη 61, 3-4).
Ο Πλούταρχος γράφει (Περί Ίσιδος και Οσίριδος, 10, 354ef και 354f): «Και ο μέν Εύδοξος λέγουν ότι έμαθε πολλά από τον Μεμφίτην Χόνουφιν, ο δε Σόλων από τον εκ της Σάϊος Σόγχιτον, ο δε Πυθαγόρας από τον εξ Ηλιουπόλεως Οίνουφιν. Προ πάντων δε ούτος, πλήρης θαυμασμού δια τους ιερείς αυτούς, εμιμήθη την συμβολικήν και αινιγματώδη γλώσσαν των και εκάλυψε τα δόγματά του με το πέπλον της αλληγορίας. (...) Νομίζω δε εγώ τουλάχιστον ότι οι Πυθαγόρειοι ονομάσαντες την μονάδα Απόλλωνα, την δυάδα Άρτεμιν, την εβδομάδα Αθηνάν, Ποσειδώνα δε τον πρώτον κύβον, ηθέλησαν να μιμηθούν εκείνα, τα οποία είναι παραστάσεις εις τους ναούς της Αιγύπτου».
Για να μην αναφερθούμε στον Καρχηδόνιο Κλειτόμαχο-Ασδρούβα, μαθητή του Καρνεάδη («Κλειτόμαχος Καρχηδόνιος. οὗτος ἐκαλεῖτο μὲν Ἀσδρούβας καὶ τῇ ἰδίᾳ φωνῇ κατὰ τὴν πατρίδα ἐφιλοσόφει. ἐλθὼν δ' εἰς Ἀθήνας ἤδη τετταράκοντ' ἔτη γεγονὼς ἤκουσε Καρνεάδου˙» Διογένης Λαέρτιος, IV, 67), τον Σκυθο-Έλληνα Ανάχαρσι («Ἀνάχαρσις ὁ Σκύθης Γνούρου μὲν ἦν υἱός, ἀδελφὸς δὲ Καδουίδα τοῦ Σκυθῶν βασιλέως, μητρὸς δὲ Ἑλληνίδος· διὸ καὶ δίγλωττος ἦν» Διογένης Λαέρτιος, I, 101), τον Σύριο Φερεκύδη («Φερεκύδης Βάβυος Σύριος, καθά φησίν Ἀλέξανδρος ἐν Διαδοχαῖς (FGrH 273 F 85)» Διογένης Λαέρτιος, I, 116), τον Φοίνικα («Φοινικίδιον» τον έλεγαν) Ζήνωνα («Ζήνων Μνασέου [Manash] ἢ Δημέου, Κιτιεὺς ἀπὸ Κύπρου, πολίσματος Ἑλληνικοῦ Φοίνικας ἐποίκους ἐσχηκότος» Διογένης Λαέρτιος, VII, 1), τον Πυθαγόρα («άλλοι λένε ότι αυτός ήταν Σάμιος, ο Νεάνθης όμως στο πέμπτο βιβλίο των Μυθικών λέει ότι ήταν Σύρος από την Τύρο της Συρίας. (...) Μας αναφέρει δε ο Νεάνθης ότι υπήρξαν και άλλοι που πιστεύουν πως ο πατέρας του είναι τυρρηνός, από εκείνους που αποίκησαν την Λήμνο» (Πορφύριου, Πυθαγόρου βίος 1, 2), τον Φοίνικα κυνικό Μένιππο (Διογένης Λαέρτιος, VI, 99), τον Συρο-Εβραίο Μάλχο Πορφύριο, τον Σύριο Ιάμβλιχο, κ.ά. Όχι ότι πιστεύουμε στις φυλετικές θεωρίες, πως η καταγωγή παίζει ρόλο, αλλά είναι πραγματικά γελοίο οι νεοπαγανιστές, ύστερα απ' όλα αυτά να κάνουν νύξεις για τη μη ελληνική καταγωγή μερικών ελληνόφωνων ή ελληνομαθών Πατέρων της Εκκλησίας, λες και κατορθώνουν τίποτε, εκτός από το να αποδείξουν ότι είναι ρατσιστές.
Δίχως να εννοούμε ότι η αρχαιοελληνική φιλοσοφία είναι ολόκληρη ασιατική ή αιγυπτιακή, αφού μόνο, και είμαστε περήφανοι γι' αυτό, οι αρχαίοι Έλληνες έκαναν όλα όσα έκαναν, και αποφεύγοντας κάθε γελοίο Αφροκεντρισμό που π.χ. κατηγορεί τον Αριστοτέλη ότι έκλεψε τις θεωρίες του από την ανύπαρκτη τότε Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας (είναι όμως άστοχο το επιχείρημα, πως επειδή δεν διαθέτουμε ονόματα αιγυπτίων ή ασιατών σοφών, δεν ήταν αυτοί δάσκαλοι των πρώτων αρχαίων Ελλήνων σοφών. Αυτή ήταν η γενικότερη αντίληψη των Ασιατών, να μην αποδίδουν το επίτευγμα στο άτομο˙ γι' αυτό δεν διέσωζαν τα ονόματα των σοφών ή των εφευρετών.) τα παραπάνω αποσπάσματα δείχνουν ότι δεν υπήρχαν τα πολιτισμικά στεγανά μεταξύ των λαών, μεταξύ αρχαίων Ελλήνων και «Βαρβάρων», όπως ισχυρίζονται οι ρατσιστές νεοπαγανιστές, οι οποίοι αντίθετα από τους αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους, μισούν και περιφρονούν την Ασία, μιλώντας με απέχθεια για τους «Ασιάτες», τους «Σημίτες» και τους «ανατολίτες». Είναι φυσιολογικό, αφού οι νεοπαγανιστές μισούν τον ασιατικό πολιτισμό, να μην μπορούν να έχουν την άποψη των αρχαίων Ελλήνων, δηλαδή αυτών, τους οποίους τάχα υπερασπίζονται από «την χριστιανική απειλή». Οι πρώτοι αρχαίοι Έλληνες σοφοί και νομοθέτες είχαν συνείδηση ότι η σοφία και η επιστήμη των Ασιατών και Αιγυπτίων εκείνης της εποχής ήταν ανώτερη της Ελληνικής, γι' αυτό πρόθυμα πήγαν εκεί να μάθουν, να σπουδάσουν, δίχως καμμιά εθνικιστική προκατάληψη κατά των «ανατολιτών». Το ότι γρήγορα οι αρχαίοι Έλληνες τους ξεπέρασαν, δεν αναιρεί τα παραπάνω. Γι' αυτό κι ο Πλάτωνας, που πήγε στην Αίγυπτο και στη Φοινίκη, γράφει «ὅ,τιπερ ἂν Ἕλληνες Βαρβάρων παραλάβωσι, κάλλιον τοῦτο εἰς τέλος ἀπεργάζονται» (Επινομίς, 10, 987de). Έτσι, αποδεικνύεται ότι οι νεοπαγανιστές διαστρεβλώνουν την αρχαιοελληνική αντίληψη, την οποία σκίζονται για να την... υπερασπιστούν.