22i ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΕΠΙ «ΦΙΛΕΛΛΗΝΑ» ΝΕΡΩΝΑ
Ναι, υπάρχουν αρχαιόπληκτοι που θεωρούν το Νέρωνα Φιλέλληνα. Ο πραγματικός λόγος, φυσικά, είναι ότι ήταν ο πρώτος που έσφαξε Χριστιανούς. Ας δούμε τι έκανε αυτός ο φιλέλληνας: Ο Νέρων θέλοντας να μιμηθεί τους άθλους του Ηρακλή, είχε εκπαιδεύσει, λένε, ένα λιοντάρι που θα το σκότωνε γυμνός στην αρένα του αμφιθεάτρου, ενώπιον των θεατών, είτε με ρόπαλο, είτε σφίγγοντάς το μέσα στα μπράτσα του (Σουετώνιου, Nero, 53). Για να σβήσει την ανάμνηση αλλά και κάθε ίχνος όλων των άλλων νικητών των αγώνων διέταξε να γκρεμίσουν τα αγάλματα και τις προτομές τους, να τα σύρουν με γάντζους και να τα πετάξουν στους υπονόμους (Nero, 24). Σε πολλά μέρη εμφανίστηκε και ως ηνίοχος, στην Ολυμπία μάλιστα το άρμα του το έσερναν δέκα άλογα και παρά το ότι τον έριξαν απ' το άρμα κι εγκατέλειψε, πάλι αυτός κέρδισε το βραβείο (Nero, 24˙ Δίων Κάσσιος, 64, 14).
22j ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΩΝ ΟΛΥΜΠΙΑΚΩΝ ΜΕΤΑ ΤΟ 390 μ.Χ.;
Οι περισσότεροι πιστεύουν πως ο Θεοδόσιος κατήργησε του Ολυμπιακούς Αγώνες της Ολυμπίας το 390 μ.Χ. Στην πραγματικότητα, οι ιστοριογράφοι αναφέρουν ότι τους Ο.Α. τους κατήργησε «ο Θεοδόσιος ο μ». Άλλοι ιστορικοί αυτό το «μ» το εκλαμβάνουν ως «Μεγάλος», οπότε πρόκειται για τον Θεοδόσιο Α' τον Μεγάλο, ενώ άλλοι το εκλαμβάνουν ως «μικρός», οπότε πρόκειται για τον Θεοδόσιο Β' τον Μικρό, οπότε οι Ο.Α. της Ολυμπίας καταργήθηκαν το 420 μ.Χ. Η αλήθεια είναι ότι οι Ο.Α. διατηρήθηκαν ως τα μέσα του 6ου αι. στην Αντιόχεια. Αυτό αποδεικνύει ότι οι Χριστιανοί Αυτοκράτορες σεβάστηκαν το θεσμό μέχρι τη στιγμή που δεν υπήρχαν πλέον τόσοι ειδωλολάτρες, ώστε να συνεχίσουν να διεξάγονται οι Ο.Α. της Αντιόχειας.
Ορισμένοι αρχαιολάτρες ισχυρίζονται ότι οι Ο.Α. συνεχίστηκαν στην Ολυμπία τουλάχιστον ως το 741 μ.Χ. (Δαυλός, τ. 231, σ. 14768) και μάλιστα κρυφά από τους Βυζαντινούς. Έτσι, κάποιος αρχαιολάτρης, ο κ. Νικ. Ασπιώτης, ισχυρίζεται (Δαυλός, τ. 320, σ. 14705) ότι «Οι απαγορεύσεις και τα διατάγματα του Θεοδόσιου Α' δεν υπήρξαν αποτελεσματικά. Οι Έλληνες επέδειξαν αδιαφορία» κι ότι ο Θεοδόσιος Β', με «πιο σκληρά μέτρα» δεν επέτυχε διακοπή των αγώνων. Κι αυτό διότι «οι αγώνες συνεχίσθησαν "εκτός νόμου"» (Ν. Ασπιώτης, Δαυλός, τ. 229, σ. 14626) και οι «Έλληνες δεν εσταμάτησαν τους αγώνες και αδιαφόρησαν για τα διατάγματα και τα μέτρα βίαιης καταστολής των χριστιανών αυτοκρατόρων, όσο σκληρά και να ήσαν». Το ενδεχόμενο να συνεχίστηκαν κρυφά είναι, βέβαια, απίθανο, δεδομένων των περιστάσεων. Εκείνη την εποχή, είτε η περιοχή ήταν υπό Ελληνικό έλεγχο, οπότε αν διεξάγονταν Ο.Α., αυτό θα γινόταν με την ανοχή των Αυτοκρατόρων, είτε η Ολυμπία ήταν υπό σλαβικό έλεγχο, οπότε θα συνέβαιναν επιδρομές, λεηλασίες κ.λπ. εκ μέρους των νεοεγκατεστημένων βαρβάρων, οπότε δεν μπορεί να υπήρχε η πολυτέλεια διοργάνωσης Ο.Α. Συνεπώς, αν τυχόν συνεχίστηκαν οι Ο.Α., αυτό συνεπάγεται πως οι Βυζαντινοί Αυτοκράτορες ήταν ανεκτικοί και δεν ενδιαφέρθηκαν να εφαρμόσουν τους νόμους τους. Άλλωστε, οι ίδιοι οι αρχαιολάτρες που αναφέρουν όλα αυτά αδυνατούν να εξηγήσουν πώς συνεχίστηκαν οι Ο.Α., ενώ οι Βυζαντινοί Αυτοκράτορες κυνηγούσαν όποιον παραβίαζε τους νόμους τους. Το μόνο που ψελλίζουν (διότι αν συνεχίστηκαν οι Ο.Α., μόνο με ανοχή των Αυτοκρατόρων έγινε αυτό, άρα οι αρχαιολάτρες επιβεβαιώνουν τις δικές μας και όχι τις δικές τους απόψεις περί ανεκτικότητας των Αυτοκρατόρων) είναι ότι «παρά το πείσμα του Θεοδόσιου, οι Έλληνες αντιστάθηκαν και συνέχισαν τους αγώνες». Φαίνεται αμέσως πόσο γελοίος είναι ο ισχυρισμός ότι οι άοπλοι εναπομείναντες παγανιστές της Ν. Ελλάδας, ενώ οι «ανθέλληνες Βυζαντινοί αυτοκράτορες» έστελναν καταπάνω τους το στρατό τους, αυτοί έστεκαν «υπεράνω» όλων και γαλήνια «αδιαφόρησαν»˙ λες και μπορούσαν να διοργανώσουν κρυφά, μέσα στα δάση ή τις σπηλιές ή στα ρυάκια της Ηλείας... αρματοδρομίες (!), αγώνες πάλης (!), κ.ά αθλήματα. Φυσικά, τίποτα από την αρχαία λατρεία δεν ήταν δυνατό να συνεχιστεί εάν δεν επιτρεπόταν από την εξουσία. Διότι αν ο Θεοδόσιος είχει «πείσμα» και τα «μέτρα βίαιης καταστολής των Χριστιανών αυτοκρατόρων» ήταν «σκληρά», τότε θα έσφαζε τον κόσμο που θα αμφισβητούσε τις εντολές του˙ εκτός κι αν θέλουν οι Ν/Π να μας πείσουν ότι ο πανίσχυρος αυτοκράτορας θα φοβόταν άοπλους θρησκευτές. Είτε έτσι είτε αλλιώς, το συμπέρασμα για την (πιθανή) ανεκτικότητα των Αυτοκρατόρων (σε περίπτωση συνέχισης των Ο.Α,) είναι πλήρως λογικό. Άλλωστε ο αυτοκράτορας Λέων ο ΣΤ' (886-912 μ.Χ.) ορίζει στα Βασιλικά του «επιτελσθήτωσαν οἱ [αθλητικοί] ἀγῶνες τοῦ λοιποῦ ἀκωλύτως».
Όσο για τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αντιόχειας, αυτούς δεν τους κατήργησε ο Ιουστινιανός, όπως ισχυρίζεται ο Βλ. Ρασσιάς (Μια Ιστορία Αγάπης, τ. Β, σ. 132· Υπέρ Της Των Ελλήνων Νόσου, β' έκδοση, εκδ. Ανοιχτή πόλη, τ. 3, σ. 85), αλλά ο προηγούμενος Αυτοκράτορας, Ιουστίνος Α', το 521, εξαιτίας βιαιοτήτων μεταξύ των Βένετων και των Πρασίνων. «Ὁ δὲ αὐτὸς βασιλεὺς [=ο Ιουστίνος Α'] ἐκώλυσε τὸν ἀγώνα τῶν Ὀλυμπίων πρὸς τὸ μὴ ἐπιτελεῖσθαι ἐν Ἀντιοχείᾳ ἀπὸ ἰνδικτιῶνος ιδ. Ἀλυτάρχησαν δὲ ἀπὸ Ἀφρανίου ἕως ὀγδόου ἑξηκοστοῦ πεντακοσιοστοῦ, ἀφ οὗ ἐκωλύθη τὰ Ὀλύμπια, ἀλύταρχοι οζ» (Μαλάλα, Χρονογραφία, λόγος ιζ, 140. P.G. 97, 616 D). Καμμία σχέση δεν είχε η απαγόρευσή τους με την απαγόρευση της ειδωλολατρίας. Διαφορετικά θα είχαν καταργηθεί προ πολλού, μαζί με τους αγώνες της Ολυμπίας.
22k ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Αυτά όλα, και μάλιστα στη χειρότερη, λατινική πλέον εκδοχή τους τα κατήργησαν οι μεγάλοι Ρωμηοί αυτοκράτορες. Μετά από όλα αυτά που περιγράψαμε, διαπιστώνουμε ότι καλά έκαναν. Βεβαίως! Όχι θα άφηναν αυτά τα πράγματα που περιγράψαμε, για να χαίρονται «οι θεοί»!
Βλέπουμε πως οι σοφοί Έλληνες πρόγονοι μας, οι φιλόσοφοι, εξ αρχής είχαν καταδικάσει το δήθεν αθλητικό πνεύμα. Άλλο πράγμα η άσκηση για χάρη της υγείας (αυτό όλοι το αποδεχόμαστε) κι άλλο ο συναγωνισμός για δόξα και δωρεάν σίτιση στο Πρυτανείο. Απορρίπτουν ακόμη και την ανόητη αντίληψη, που οι αρχαιολάτρες κατήγοροι του Χριστιανισμού φέρνουν ως δικαιολογία για την απίστευτη αισχρότητα και βαρβαρότητα των αγωνισμάτων, πως οι αθλητικοί αγώνες διεξάγονταν με τόσο βάρβαρο τρόπο, ώστε οι πολίτες τάχα να είναι προετοιμασμένοι για τον πόλεμο. Το χάλι, οι δωροδοκίες, η βαρβαρότητα των αγώνων, οι απολίτιστοι θεατές χούλιγκαν, η αποθέωση ανθρώπων που το μόνο που είχαν ήταν γερό σώμα, όπως λέει ο Ξενοφάνης, αυτά όλα υπήρχαν και ήταν δεδομένα αιώνες πριν οι «κακοί Ρωμαίοι» νοθεύσουν το υποτιθέμενο «αρχαίο πνεύμα αθάνατο».
Αξίζει να σημειωθεί ότι αρκετοί Πατέρες της Εκκλησίας συμφωνούν με την άθληση του σώματος για χάρη της υγείας. Αφού το σώμα είναι δημιούργημα του Θεού, είναι καλό, άρα είναι καλός και ο αγώνας για την υγεία και την καλή διατήρησή του, κι ένας τρόπος είναι η γυμναστική. Αυτό, λοιπόν, που κατέκριναν οι Χριστιανοί ήταν η ειδωλολατρική νοηματοδότηση των αγώνων. Ο Μ. Βασίλειος ένοιωθε βαθειά θλίψη, όταν, μετά το χωρισμό της πόλης σε δύο επαρχίες, τα γυμναστήρια ήταν κλειστά, διότι τα εγκατέλειψαν οι κάτοικοι, για να εγκατασταθούν σε νέα περιοχή: «Γυμνάσια κεκλεισμένα καὶ νύκτας ἀλαμπεῖς οὐς ἑᾷ ἡμᾶς οὐδὲν λογίζεσθαι ἡ περὶ τοῦ ζῆν ἀγωνία» (Επιστολή οδ Μαρτινιανώ, P.G. 32, 444). Οι αθλητικοί αγώνες, κατά τον Γρηγόριο Νύσσης καλλιεργούν «τὴν ἀθλητῶν ἀνδρείαν» (Θεωρία εις τον Μωϋσέου βίον. P.G. 44, 338). Κατά τον Γρηγόριο Θεολόγο πρέπει οι αγώνες να διεξάγωνται τίμια και όχι «ἔξω τῶν νενομισμένων», αλλά «τοὺς κειμένους ὅρους τῆς ἀγωνίας», δηλαδή σύμφωνα με τους κανόνες (Λόγος β απολογητικός της εις Πόντον φυγής. P.G. 35, 489). Ο Γρηγόριος ο Νύσσης απαιτούσε ο δάσκαλος να μην διαμορφώνει μόνο την ψυχή του μαθητή, αλλά και να προκαλεί και την ευσχημοσύνη του σώματός του. P.G. 44, 928). Ο Μέγας Βασίλειος συνιστά να γυμνάζονται με σωφροσύνη τα παιδιά (P.G. 32, 448) εννοώντας προφανώς να μην γυμνάζονται γυμνά (καθότι αυτό συνδυαζόταν με την ανάπτυξη της παιδοφιλίας). Ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς στον Παιδαγωγό του συνιστά μαζί με την ωραιότητα της ψυχής να καλλιεργείται και η ωραιότητα του σώματος (P.G. 8, 640).
Είναι τραγελαφικός ο εσωτερικός διχασμός πολλών δυτικοθρεμμένων «ουμανιστών» Νεοελλήνων, που τους κάνει να μην μπορούν να κρίνουν αντικειμενικά τους αρχαίους Ολυμπιακούς αγώνες. Έτσι, δέσμιοι από την μία της διαφωτιστικής αντιχριστιανικής ρητορείας αλλά και της δυτικοευρωπαϊκής φανταστικής «αρχαιοελληνικότητας» και από την άλλη του αντιεθνικισμού και της φιλαληθείας τους, δεν μπορούν να ξεχωρίσουν την αλήθεια από το ψέμμα. Ενώ λ.χ. ο Κ. Σιμόπουλος γράφει ολόκληρο βιβλίο που ξεσκεπάζει το χάλι και τον ευτελισμό των αρχαίων Ολυμπιακών Αγώνων, σε άλλο του βιβλίο, λές και πρόκειται για διαφορετικό συγγραφέα, κατηγορεί τον Μέγα Θεοδόσιο ότι «καταργεί τους Ο.Α. καταφέροντας ένα ακόμα ολέθριο πλήγμα εναντίον των ανθρωπιστικών παραδόσεων του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, εναντίον της ιδεολογίας της ειρηνικής επικοινωνίας και της ευγενικής άμιλλας» (Κ. Σιμόπουλου, Ο Μύθος των μεγάλων της ιστορίας, Αθήνα 1995, σ. 354).
Βεβαίως, αυτό το χάλι των συγχρόνων Ολυμπιακών Αγώνων (με την εμπορευματοποίηση, τα φάρμακα των αθλητών κ.λπ.) είναι ελαχιστότατο συγκριτικά με τη βαρβαρότητα του ήθους, τις αναπηρίες, τα βγαλσίματα ματιών, το χάσιμο σαγωνιών, δοντιών, τους φόνους κ.ά. των αγώνων των αρχαίων Ολυμπιακών Αγώνων. Αν όμως κάποιοι αγώνες αξίζει να διοργανώνονται, αυτοί είναι οι λεγόμενοι Παραολυμπιακοί. Στην αρχαία Ελλάδα όμως αυτοί δε θα διεξάγονταν ποτέ, γιατί εκεί υπήρχε ο Καιάδας και οι Αποθέτες για τα ασθενικά παιδιά. Αυτή η βλακώδης αντίληψη του πρωταθλητισμού είναι προϊόν του «Ολυμπιακού πνεύματος» και των «αξιών του ολυμπισμού». Η αντίληψη δηλαδή ότι υπάρχει ένας winner και οι υπόλοιποι που είναι ελεεινοί losers και άξιοι χλευασμού (και πράγματι χλευάζονταν από τους συμπολίτες τους οι ηττημένοι αρχαίοι αθλητές). Δεν είναι τυχαίο ότι από τους πιο ένθερμους υποστηρικτές του Ολυμπισμού ήταν οι Ναζί (που θεοποιούσαν την νίκη, τη δόξα και τον μυώδη αθλητή νικητή) και οι καπιταλιστές της Δύσης (που θεοποιούν τα λεφτά). Αυτές οι σιχαμερές αξίες, το να εξυμνείται ένας νικητής και όλοι οι άλλοι συναγωνιστές να θεωρούνται άχρηστα κορμιά ή να πέφτουν στην αφάνεια, είναι προϊόν των αρχαίων Ολυμπιακών Αγώνων. Αντίθετα, υπήρξαν Αρχαίοι Έλληνες σοφοί, όπως ο Αριστοτέλης και ο Διογένης ο Κυνικός, που τόνιζαν ότι με μέτρο η γυμναστική είναι απλώς απαραίτητη για την υγεία του σώματος. Δεν απαιτείται ο συναγωνισμός με τρίτους, για να διαπιστώσουμε αν είμαστε σωματικά υγιείς. Πάντα θα υπάρχουν κάποιοι που είναι φύσει ανώτεροι σωματικά από εμάς˙ δεν απαιτείται να «τους νικήσουμε» σε κανέναν αθλητικό αγώνα, ώστε να αποδείξουμε ότι κάτι αξίζουμε. Ο μόνος συναγωνισμός που είναι απαραίτητος και λογικός είναι ο συναγωνισμός του καθενός με τον εαυτό του. Τόσο στις αθλητικές επιδόσεις αλλά κυρίως στις πνευματικές. Ο πρωταθλητισμός και ο ανταγωνισμός αντιθέτως, αποπροσανατολίζουν από τον σωστό στόχο (την υγεία) και οδηγούν σε σωματικά και ψυχικά ερείπια. Αλλά οι Αρχαίοι Ολυμπιακοί αγώνες αυτό ακριβώς το πνεύμα καλλιεργούσαν. Όχι το «αγωνιστικό», ούτε βέβαια της «άμιλλας» (με τόσες αγοραπωλησίες αθλητών και νικών;), αλλά του διαβολικού πρωταθλητισμού «ο θάνατός σου η ζωή μου», αντί της υγειούς, δίχως υπερβολές σωματικής άσκησης. Ούτε η ελεεινή «δόξα» (δόξα για ποιο πράγμα; Για αθάνατα πνευματικά επιτεύγματα μήπως; Ή για πρόσκαιρη και με τη βοήθεια αναβολικών, υπερκόπωσης, σωματική δύναμη;) που συμβάδιζε με τον ψυχικό εξευτελισμό όσων απλώς ήρθαν δεύτεροι, τρίτοι κ.λπ. είναι κάτι άξιο λόγου.
Εν πάσει περιπτώσει, με την κατάργησή τους από τον Μ. Θεοδόσιο οι Ολυμπιακοί γλίτωσαν από την παρακμή και εξιδανικεύτηκαν ανά τους αιώνες. Ουσιαστικά κέρδισαν τη φήμη τους αποκαθαρώμενοι από κάθε τι κακό εξαιτίας της κατάργησης αυτής. Αν τυχόν διατηρούνταν στην μεσαιωνική εποχή, ακριβώς με τον τρόπο που οι παγανιστές της ύστερης Αρχαιότητας τους διεξήγαγαν, κανείς σήμερα δεν θα πίστευε στο απίστευτο ψέμμα της εξιδανίκευσης τους. Η ειρωνία είναι ότι αυτοί που με τις πράξεις τους ουσιαστικά έδωσαν αυτή την υστεροφημία σε κάτι τόσο βάρβαρο, κατηγορούνται σήμερα ως οι καταστροφείς του... «αρχαίου ολυμπιακού πνεύματος». Κι αν κανείς έλεγε πως δεν ήταν αυτός ο σκοπός του Θεοδόσιου, η απάντηση είναι πως δίχως το Θεοδόσιο και τα παράδοξα της ιστορίας, αυτοί οι ίδιοι δε θα θέλαν καν να ακούσουν για «αρχαίο πνεύμα αθάνατο».
22j ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΩΝ ΟΛΥΜΠΙΑΚΩΝ ΜΕΤΑ ΤΟ 390 μ.Χ.;
Οι περισσότεροι πιστεύουν πως ο Θεοδόσιος κατήργησε του Ολυμπιακούς Αγώνες της Ολυμπίας το 390 μ.Χ. Στην πραγματικότητα, οι ιστοριογράφοι αναφέρουν ότι τους Ο.Α. τους κατήργησε «ο Θεοδόσιος ο μ». Άλλοι ιστορικοί αυτό το «μ» το εκλαμβάνουν ως «Μεγάλος», οπότε πρόκειται για τον Θεοδόσιο Α' τον Μεγάλο, ενώ άλλοι το εκλαμβάνουν ως «μικρός», οπότε πρόκειται για τον Θεοδόσιο Β' τον Μικρό, οπότε οι Ο.Α. της Ολυμπίας καταργήθηκαν το 420 μ.Χ. Η αλήθεια είναι ότι οι Ο.Α. διατηρήθηκαν ως τα μέσα του 6ου αι. στην Αντιόχεια. Αυτό αποδεικνύει ότι οι Χριστιανοί Αυτοκράτορες σεβάστηκαν το θεσμό μέχρι τη στιγμή που δεν υπήρχαν πλέον τόσοι ειδωλολάτρες, ώστε να συνεχίσουν να διεξάγονται οι Ο.Α. της Αντιόχειας.
Ορισμένοι αρχαιολάτρες ισχυρίζονται ότι οι Ο.Α. συνεχίστηκαν στην Ολυμπία τουλάχιστον ως το 741 μ.Χ. (Δαυλός, τ. 231, σ. 14768) και μάλιστα κρυφά από τους Βυζαντινούς. Έτσι, κάποιος αρχαιολάτρης, ο κ. Νικ. Ασπιώτης, ισχυρίζεται (Δαυλός, τ. 320, σ. 14705) ότι «Οι απαγορεύσεις και τα διατάγματα του Θεοδόσιου Α' δεν υπήρξαν αποτελεσματικά. Οι Έλληνες επέδειξαν αδιαφορία» κι ότι ο Θεοδόσιος Β', με «πιο σκληρά μέτρα» δεν επέτυχε διακοπή των αγώνων. Κι αυτό διότι «οι αγώνες συνεχίσθησαν "εκτός νόμου"» (Ν. Ασπιώτης, Δαυλός, τ. 229, σ. 14626) και οι «Έλληνες δεν εσταμάτησαν τους αγώνες και αδιαφόρησαν για τα διατάγματα και τα μέτρα βίαιης καταστολής των χριστιανών αυτοκρατόρων, όσο σκληρά και να ήσαν». Το ενδεχόμενο να συνεχίστηκαν κρυφά είναι, βέβαια, απίθανο, δεδομένων των περιστάσεων. Εκείνη την εποχή, είτε η περιοχή ήταν υπό Ελληνικό έλεγχο, οπότε αν διεξάγονταν Ο.Α., αυτό θα γινόταν με την ανοχή των Αυτοκρατόρων, είτε η Ολυμπία ήταν υπό σλαβικό έλεγχο, οπότε θα συνέβαιναν επιδρομές, λεηλασίες κ.λπ. εκ μέρους των νεοεγκατεστημένων βαρβάρων, οπότε δεν μπορεί να υπήρχε η πολυτέλεια διοργάνωσης Ο.Α. Συνεπώς, αν τυχόν συνεχίστηκαν οι Ο.Α., αυτό συνεπάγεται πως οι Βυζαντινοί Αυτοκράτορες ήταν ανεκτικοί και δεν ενδιαφέρθηκαν να εφαρμόσουν τους νόμους τους. Άλλωστε, οι ίδιοι οι αρχαιολάτρες που αναφέρουν όλα αυτά αδυνατούν να εξηγήσουν πώς συνεχίστηκαν οι Ο.Α., ενώ οι Βυζαντινοί Αυτοκράτορες κυνηγούσαν όποιον παραβίαζε τους νόμους τους. Το μόνο που ψελλίζουν (διότι αν συνεχίστηκαν οι Ο.Α., μόνο με ανοχή των Αυτοκρατόρων έγινε αυτό, άρα οι αρχαιολάτρες επιβεβαιώνουν τις δικές μας και όχι τις δικές τους απόψεις περί ανεκτικότητας των Αυτοκρατόρων) είναι ότι «παρά το πείσμα του Θεοδόσιου, οι Έλληνες αντιστάθηκαν και συνέχισαν τους αγώνες». Φαίνεται αμέσως πόσο γελοίος είναι ο ισχυρισμός ότι οι άοπλοι εναπομείναντες παγανιστές της Ν. Ελλάδας, ενώ οι «ανθέλληνες Βυζαντινοί αυτοκράτορες» έστελναν καταπάνω τους το στρατό τους, αυτοί έστεκαν «υπεράνω» όλων και γαλήνια «αδιαφόρησαν»˙ λες και μπορούσαν να διοργανώσουν κρυφά, μέσα στα δάση ή τις σπηλιές ή στα ρυάκια της Ηλείας... αρματοδρομίες (!), αγώνες πάλης (!), κ.ά αθλήματα. Φυσικά, τίποτα από την αρχαία λατρεία δεν ήταν δυνατό να συνεχιστεί εάν δεν επιτρεπόταν από την εξουσία. Διότι αν ο Θεοδόσιος είχει «πείσμα» και τα «μέτρα βίαιης καταστολής των Χριστιανών αυτοκρατόρων» ήταν «σκληρά», τότε θα έσφαζε τον κόσμο που θα αμφισβητούσε τις εντολές του˙ εκτός κι αν θέλουν οι Ν/Π να μας πείσουν ότι ο πανίσχυρος αυτοκράτορας θα φοβόταν άοπλους θρησκευτές. Είτε έτσι είτε αλλιώς, το συμπέρασμα για την (πιθανή) ανεκτικότητα των Αυτοκρατόρων (σε περίπτωση συνέχισης των Ο.Α,) είναι πλήρως λογικό. Άλλωστε ο αυτοκράτορας Λέων ο ΣΤ' (886-912 μ.Χ.) ορίζει στα Βασιλικά του «επιτελσθήτωσαν οἱ [αθλητικοί] ἀγῶνες τοῦ λοιποῦ ἀκωλύτως».
Όσο για τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αντιόχειας, αυτούς δεν τους κατήργησε ο Ιουστινιανός, όπως ισχυρίζεται ο Βλ. Ρασσιάς (Μια Ιστορία Αγάπης, τ. Β, σ. 132· Υπέρ Της Των Ελλήνων Νόσου, β' έκδοση, εκδ. Ανοιχτή πόλη, τ. 3, σ. 85), αλλά ο προηγούμενος Αυτοκράτορας, Ιουστίνος Α', το 521, εξαιτίας βιαιοτήτων μεταξύ των Βένετων και των Πρασίνων. «Ὁ δὲ αὐτὸς βασιλεὺς [=ο Ιουστίνος Α'] ἐκώλυσε τὸν ἀγώνα τῶν Ὀλυμπίων πρὸς τὸ μὴ ἐπιτελεῖσθαι ἐν Ἀντιοχείᾳ ἀπὸ ἰνδικτιῶνος ιδ. Ἀλυτάρχησαν δὲ ἀπὸ Ἀφρανίου ἕως ὀγδόου ἑξηκοστοῦ πεντακοσιοστοῦ, ἀφ οὗ ἐκωλύθη τὰ Ὀλύμπια, ἀλύταρχοι οζ» (Μαλάλα, Χρονογραφία, λόγος ιζ, 140. P.G. 97, 616 D). Καμμία σχέση δεν είχε η απαγόρευσή τους με την απαγόρευση της ειδωλολατρίας. Διαφορετικά θα είχαν καταργηθεί προ πολλού, μαζί με τους αγώνες της Ολυμπίας.
22k ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Αυτά όλα, και μάλιστα στη χειρότερη, λατινική πλέον εκδοχή τους τα κατήργησαν οι μεγάλοι Ρωμηοί αυτοκράτορες. Μετά από όλα αυτά που περιγράψαμε, διαπιστώνουμε ότι καλά έκαναν. Βεβαίως! Όχι θα άφηναν αυτά τα πράγματα που περιγράψαμε, για να χαίρονται «οι θεοί»!
Βλέπουμε πως οι σοφοί Έλληνες πρόγονοι μας, οι φιλόσοφοι, εξ αρχής είχαν καταδικάσει το δήθεν αθλητικό πνεύμα. Άλλο πράγμα η άσκηση για χάρη της υγείας (αυτό όλοι το αποδεχόμαστε) κι άλλο ο συναγωνισμός για δόξα και δωρεάν σίτιση στο Πρυτανείο. Απορρίπτουν ακόμη και την ανόητη αντίληψη, που οι αρχαιολάτρες κατήγοροι του Χριστιανισμού φέρνουν ως δικαιολογία για την απίστευτη αισχρότητα και βαρβαρότητα των αγωνισμάτων, πως οι αθλητικοί αγώνες διεξάγονταν με τόσο βάρβαρο τρόπο, ώστε οι πολίτες τάχα να είναι προετοιμασμένοι για τον πόλεμο. Το χάλι, οι δωροδοκίες, η βαρβαρότητα των αγώνων, οι απολίτιστοι θεατές χούλιγκαν, η αποθέωση ανθρώπων που το μόνο που είχαν ήταν γερό σώμα, όπως λέει ο Ξενοφάνης, αυτά όλα υπήρχαν και ήταν δεδομένα αιώνες πριν οι «κακοί Ρωμαίοι» νοθεύσουν το υποτιθέμενο «αρχαίο πνεύμα αθάνατο».
Αξίζει να σημειωθεί ότι αρκετοί Πατέρες της Εκκλησίας συμφωνούν με την άθληση του σώματος για χάρη της υγείας. Αφού το σώμα είναι δημιούργημα του Θεού, είναι καλό, άρα είναι καλός και ο αγώνας για την υγεία και την καλή διατήρησή του, κι ένας τρόπος είναι η γυμναστική. Αυτό, λοιπόν, που κατέκριναν οι Χριστιανοί ήταν η ειδωλολατρική νοηματοδότηση των αγώνων. Ο Μ. Βασίλειος ένοιωθε βαθειά θλίψη, όταν, μετά το χωρισμό της πόλης σε δύο επαρχίες, τα γυμναστήρια ήταν κλειστά, διότι τα εγκατέλειψαν οι κάτοικοι, για να εγκατασταθούν σε νέα περιοχή: «Γυμνάσια κεκλεισμένα καὶ νύκτας ἀλαμπεῖς οὐς ἑᾷ ἡμᾶς οὐδὲν λογίζεσθαι ἡ περὶ τοῦ ζῆν ἀγωνία» (Επιστολή οδ Μαρτινιανώ, P.G. 32, 444). Οι αθλητικοί αγώνες, κατά τον Γρηγόριο Νύσσης καλλιεργούν «τὴν ἀθλητῶν ἀνδρείαν» (Θεωρία εις τον Μωϋσέου βίον. P.G. 44, 338). Κατά τον Γρηγόριο Θεολόγο πρέπει οι αγώνες να διεξάγωνται τίμια και όχι «ἔξω τῶν νενομισμένων», αλλά «τοὺς κειμένους ὅρους τῆς ἀγωνίας», δηλαδή σύμφωνα με τους κανόνες (Λόγος β απολογητικός της εις Πόντον φυγής. P.G. 35, 489). Ο Γρηγόριος ο Νύσσης απαιτούσε ο δάσκαλος να μην διαμορφώνει μόνο την ψυχή του μαθητή, αλλά και να προκαλεί και την ευσχημοσύνη του σώματός του. P.G. 44, 928). Ο Μέγας Βασίλειος συνιστά να γυμνάζονται με σωφροσύνη τα παιδιά (P.G. 32, 448) εννοώντας προφανώς να μην γυμνάζονται γυμνά (καθότι αυτό συνδυαζόταν με την ανάπτυξη της παιδοφιλίας). Ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς στον Παιδαγωγό του συνιστά μαζί με την ωραιότητα της ψυχής να καλλιεργείται και η ωραιότητα του σώματος (P.G. 8, 640).
Είναι τραγελαφικός ο εσωτερικός διχασμός πολλών δυτικοθρεμμένων «ουμανιστών» Νεοελλήνων, που τους κάνει να μην μπορούν να κρίνουν αντικειμενικά τους αρχαίους Ολυμπιακούς αγώνες. Έτσι, δέσμιοι από την μία της διαφωτιστικής αντιχριστιανικής ρητορείας αλλά και της δυτικοευρωπαϊκής φανταστικής «αρχαιοελληνικότητας» και από την άλλη του αντιεθνικισμού και της φιλαληθείας τους, δεν μπορούν να ξεχωρίσουν την αλήθεια από το ψέμμα. Ενώ λ.χ. ο Κ. Σιμόπουλος γράφει ολόκληρο βιβλίο που ξεσκεπάζει το χάλι και τον ευτελισμό των αρχαίων Ολυμπιακών Αγώνων, σε άλλο του βιβλίο, λές και πρόκειται για διαφορετικό συγγραφέα, κατηγορεί τον Μέγα Θεοδόσιο ότι «καταργεί τους Ο.Α. καταφέροντας ένα ακόμα ολέθριο πλήγμα εναντίον των ανθρωπιστικών παραδόσεων του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, εναντίον της ιδεολογίας της ειρηνικής επικοινωνίας και της ευγενικής άμιλλας» (Κ. Σιμόπουλου, Ο Μύθος των μεγάλων της ιστορίας, Αθήνα 1995, σ. 354).
Βεβαίως, αυτό το χάλι των συγχρόνων Ολυμπιακών Αγώνων (με την εμπορευματοποίηση, τα φάρμακα των αθλητών κ.λπ.) είναι ελαχιστότατο συγκριτικά με τη βαρβαρότητα του ήθους, τις αναπηρίες, τα βγαλσίματα ματιών, το χάσιμο σαγωνιών, δοντιών, τους φόνους κ.ά. των αγώνων των αρχαίων Ολυμπιακών Αγώνων. Αν όμως κάποιοι αγώνες αξίζει να διοργανώνονται, αυτοί είναι οι λεγόμενοι Παραολυμπιακοί. Στην αρχαία Ελλάδα όμως αυτοί δε θα διεξάγονταν ποτέ, γιατί εκεί υπήρχε ο Καιάδας και οι Αποθέτες για τα ασθενικά παιδιά. Αυτή η βλακώδης αντίληψη του πρωταθλητισμού είναι προϊόν του «Ολυμπιακού πνεύματος» και των «αξιών του ολυμπισμού». Η αντίληψη δηλαδή ότι υπάρχει ένας winner και οι υπόλοιποι που είναι ελεεινοί losers και άξιοι χλευασμού (και πράγματι χλευάζονταν από τους συμπολίτες τους οι ηττημένοι αρχαίοι αθλητές). Δεν είναι τυχαίο ότι από τους πιο ένθερμους υποστηρικτές του Ολυμπισμού ήταν οι Ναζί (που θεοποιούσαν την νίκη, τη δόξα και τον μυώδη αθλητή νικητή) και οι καπιταλιστές της Δύσης (που θεοποιούν τα λεφτά). Αυτές οι σιχαμερές αξίες, το να εξυμνείται ένας νικητής και όλοι οι άλλοι συναγωνιστές να θεωρούνται άχρηστα κορμιά ή να πέφτουν στην αφάνεια, είναι προϊόν των αρχαίων Ολυμπιακών Αγώνων. Αντίθετα, υπήρξαν Αρχαίοι Έλληνες σοφοί, όπως ο Αριστοτέλης και ο Διογένης ο Κυνικός, που τόνιζαν ότι με μέτρο η γυμναστική είναι απλώς απαραίτητη για την υγεία του σώματος. Δεν απαιτείται ο συναγωνισμός με τρίτους, για να διαπιστώσουμε αν είμαστε σωματικά υγιείς. Πάντα θα υπάρχουν κάποιοι που είναι φύσει ανώτεροι σωματικά από εμάς˙ δεν απαιτείται να «τους νικήσουμε» σε κανέναν αθλητικό αγώνα, ώστε να αποδείξουμε ότι κάτι αξίζουμε. Ο μόνος συναγωνισμός που είναι απαραίτητος και λογικός είναι ο συναγωνισμός του καθενός με τον εαυτό του. Τόσο στις αθλητικές επιδόσεις αλλά κυρίως στις πνευματικές. Ο πρωταθλητισμός και ο ανταγωνισμός αντιθέτως, αποπροσανατολίζουν από τον σωστό στόχο (την υγεία) και οδηγούν σε σωματικά και ψυχικά ερείπια. Αλλά οι Αρχαίοι Ολυμπιακοί αγώνες αυτό ακριβώς το πνεύμα καλλιεργούσαν. Όχι το «αγωνιστικό», ούτε βέβαια της «άμιλλας» (με τόσες αγοραπωλησίες αθλητών και νικών;), αλλά του διαβολικού πρωταθλητισμού «ο θάνατός σου η ζωή μου», αντί της υγειούς, δίχως υπερβολές σωματικής άσκησης. Ούτε η ελεεινή «δόξα» (δόξα για ποιο πράγμα; Για αθάνατα πνευματικά επιτεύγματα μήπως; Ή για πρόσκαιρη και με τη βοήθεια αναβολικών, υπερκόπωσης, σωματική δύναμη;) που συμβάδιζε με τον ψυχικό εξευτελισμό όσων απλώς ήρθαν δεύτεροι, τρίτοι κ.λπ. είναι κάτι άξιο λόγου.
Εν πάσει περιπτώσει, με την κατάργησή τους από τον Μ. Θεοδόσιο οι Ολυμπιακοί γλίτωσαν από την παρακμή και εξιδανικεύτηκαν ανά τους αιώνες. Ουσιαστικά κέρδισαν τη φήμη τους αποκαθαρώμενοι από κάθε τι κακό εξαιτίας της κατάργησης αυτής. Αν τυχόν διατηρούνταν στην μεσαιωνική εποχή, ακριβώς με τον τρόπο που οι παγανιστές της ύστερης Αρχαιότητας τους διεξήγαγαν, κανείς σήμερα δεν θα πίστευε στο απίστευτο ψέμμα της εξιδανίκευσης τους. Η ειρωνία είναι ότι αυτοί που με τις πράξεις τους ουσιαστικά έδωσαν αυτή την υστεροφημία σε κάτι τόσο βάρβαρο, κατηγορούνται σήμερα ως οι καταστροφείς του... «αρχαίου ολυμπιακού πνεύματος». Κι αν κανείς έλεγε πως δεν ήταν αυτός ο σκοπός του Θεοδόσιου, η απάντηση είναι πως δίχως το Θεοδόσιο και τα παράδοξα της ιστορίας, αυτοί οι ίδιοι δε θα θέλαν καν να ακούσουν για «αρχαίο πνεύμα αθάνατο».
Πηγή: ierosolymitissa.org
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου