Ο αρχιεπίσκοπος Πέτρος του Βορονέζ γεννήθηκε στις 18 Φεβρουαρίου 1878. Ήταν ο μεγαλύτερος γιός του πρωθιερέως Κωνσταντίνου Ζβέρεβ (αργότερα πνευματικός της αγίας μαρτυρος και πριγκίπισσας Ελισαβέτ Φεοντόροβνα +18 Ιουλίου 1918). Στις 19 Ιανουαρίου 1900 χειροτονήθηκε ιερομόναχος και το 1902 αποφοίτησε την Θεολογική Ακαδημία του Καζάν. Δίδαξε σε Θεολογικά σεμινάρια. Το 1910 έγινε αρχιμανδρίτης και ηγούμενος της Μονής της Μεταμορφώσεως στο Μπέλεβ -επαρχία Τούλα. Αναζωογόνησε την πνευματική ζωή της μονής και έμεινε σε αυτήν την θέση μέχρι το 1917. Κατά τον Α΄Παγκόσμιο Πόλεμο εμψύχωνε τους στρατιώτες στο μέτωπο.
Το Μπέλεβ δεν ήταν μάκρια από την Όπτινα και είχε επάφη με κάποιους από τους αγιασμένους στάρετς της Όπτινα. Ο Άγιος Ανατόλιος (Ποτάπωβ) έγραψε χαρακτηριστικά σε μια γυναίκα: «Με ρωτάς εαν μπορείς να εξομολογείσαι στον επίσκοπο Πέτρο. Ο Θεός να σε ευλογει. Είσαι τυχερή που ο Θεός σας έστειλε έναν τέτοιο επίσκοπο.
Στις 21 Φεβρουαρίου/6 Μαρτίου 1918 έγινε ηγούμενος της Μονής Ζελτίκωβ στο Τβερ. Τότε βρέθηκε και το λείψανο του Αγίου Αρσενίου του Τβερ και ο επίσκοπος επιβεβαίωσε την αφθαρσία τους.
Στους ταραγμένους αυτούς καιρούς έγινε επίσκοπος κοντά στο Νίζνι Νόβγκοροντ στο Τβερ και το 1925 στο Βορονέζ. Όπου πήγαινε γινόνταν πολύ ενοχλητικός για τους λεγόμενους «ανανεωτές» (είχαν με την προτροπή των μπολσεβίκων αποκοπεί από την επίσημη εκκλησία). Κάθε λίγο τον καλούσαν για ανάκριση. Ήταν πολύ φιλακόλουθος και πιστός τηρητής του τυπικού της εκκλησίας. Οι ακολουθίες κρατούσαν πολλές ώρες. Ήταν πολύ αγαπητός στους πιστούς και ιδιαίτερα από τα παιδιά. Είχε πνευματικές σχέσεις και με το Ντιβέγιεβο. Είχε γνωρίσει και την Αγία Παρασκευή (Πάσσα) την δια Χριστόν σαλή. Αυτή του είχε προφητέψει πως θα συλληφθεί τρεις φορές,όπως και έγινε. Τελικά πέθανε από τύφο στην Μονή του Σολοβέτς η οποία είχε μετατραπεί σε στρατόπεδο σηγκέντρωσης κυρίως για ιερείς και μοναχούς. Σύμφωνα με την μαρτυρία ενός πνευματικού του παιδιού λίγο πριν πεθάνει άκουσε μέσα στο κέλι έναν θόρυβο σαν πέταγμα πουλιών. Μετά εμφανίστηκαν μπροστά του οι Αγίες Βαρβάρα, Ανυσία και Ειρήνη. Λίγην ώρα πριν πεθάνει έγραφε πολλές φορές στον τοίχο: «Δεν θέλω να ζήσω άλλο. Ο Θεός με καλεί κοντά Του». Γράφοντας αυτές τις λέξεις εκοιμήθη στις 25 Ιανουαρίου/7 Φεβρουαρίου 1929. Τα σώματα των αρρώστων τα πέταγαν σε έναν κοινό λάκκο.
Τρεις ιερείς πήραν την άδεια και τον έθαψαν χωριστά στο νησάκι Ανζέρ απέναντι απο τον ναό της Αναστάσεως. Την ώρα που τον κήδευαν ένα ουράνιο φως στάθηκε από πάνω του. Τον Ιούνιο του 1999 βρέθηκε το λείψανο του.
Τρεις ιερείς πήραν την άδεια και τον έθαψαν χωριστά στο νησάκι Ανζέρ απέναντι απο τον ναό της Αναστάσεως. Την ώρα που τον κήδευαν ένα ουράνιο φως στάθηκε από πάνω του. Τον Ιούνιο του 1999 βρέθηκε το λείψανο του.
Το τίμιο λείψανο του Αγίου
Ο τάφος του Αγίου.
Πηγή: proskynitis.blogspot.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου