Πολλοί οπαδοί του παγανισμού, πρεσβεύουν την άποψη πως το χριστιανικό ιερατείο έφερε τον σκοταδισμό και την αμάθεια στον κόσμο. Πως στην αρχαία Ελλάδα μας ήταν όλα τέλεια και οι ιερείς των 12 θεών και των λοιπών, ήταν φορείς ελευθερίας, φωτός, δημοκρατικότητος... Ας δούμε όμως αν ήταν έτσι ή κάποιοι θέλουν να τα εμφανίζουν έτσι για να απαξιώσουν τις κατακτήσεις του Χριστιανισμού στο χώρο του πνεύματος και του πολιτισμού. Ας διαβάσουμε λίγη πραγματική ιστορία και ας κατανοήσουμέ πως σε όλα τα ιερατεία υπήρχαν οι μικρόμυαλοι που διεκδικούσαν για τον εαυτό τους την αυθεντία και εδίωξαν τα ελεύθερα πνεύματα. Παντού υπήρχαν οι φανατισμένοι ιερείς ανεξαρτήτως δοξασίας, οι οποίοι μίσησαν την γνώση. Υπήρχαν και δίκαιοι, όπως πάντα λίγοι. Αλλά η εμπαθής, ανακριβής, παραποιημένη καταγραφή της ιστορίας εν ονόματι της γνώσης, είναι υποκρισία και πόλεμος κατά της αλήθειας από τους ίδιους που δήθεν την υπερασπίζονται.
O πρώτος γάμος του Περικλή με την Αθηναία Ελπινίκη δεν ευδοκίμησε και το ζευγάρι χώρισε μετά από συμβίωση τεσσάρων χρόνων, κατά τη διάρκεια των οποίων απέκτησαν δύο παιδιά, τον Ξάνθιππο και τον Πάραλο. Το 449 πΧ γνώρισε την Ασπασία από τη Μίλητο, μέσω του κοινού τους γνωστού αρχιτέκτονα Ιππόδαμου. Οι δύο δυναμικές προσωπικότητες αμέσως ερωτεύθηκαν. Δεν ήταν τόσο η ομορφιά της Ασπασίας, αλλά το πνεύμα και η καλλιέργειά της, που την έκαναν να ξεχωρίζει από τις γυναίκες της εποχής. Ήταν μια συναρπαστική συνομιλήτρια, που γοήτευε τους άνδρες με την παρουσία και την κουλτούρα της. Ήταν η πρώτη ακροάτρια των λόγων του Περικλή, συζητούσε μαζί του όλες τις δημόσιες υποθέσεις και λέγεται ότι παρενέβη σε πολλά από τα σχέδια των έργων στην Ακρόπολη. Επιπλέον, έδειξε μητρική στοργή στα παιδιά του Περικλή από τον πρώτο του γάμο.
Η επιρροή της Ασπασίας στον πρώτο πολίτη της Αθήνας προκαλούσε αντιδράσεις, οι οποίες δεν περιορίζονταν μόνο στα καυστικά σχόλια των κωμικών. Μερικοί ξέφευγαν από τα όρια όπως ο Κρατίνος, ο οποίος αποκάλεσε την Ασπασία, παλλακίδα ασύστολη με τα σκυλίσια μάτια. Στόχος ήταν ο Περικλής, αλλά ουδείς είχε το θάρρος να τον κατηγορήσει ευθέως, με δεδομένο ότι η τεράστια προσωπικότητά του δέσποζε στο κλεινόν άστυ. Οι πολιτικοί του αντίπαλοι αναζητούσαν τρόπο να τον πλήξουν και εστίασαν στον ρόλο της Ασπασίας στο δημόσιο βίο. Η αδυναμία της ήταν οι προοδευτικές της απόψεις που για την εποχή ήταν σκανδαλώδεις.
Η επιρροή της Ασπασίας στον πρώτο πολίτη της Αθήνας προκαλούσε αντιδράσεις, οι οποίες δεν περιορίζονταν μόνο στα καυστικά σχόλια των κωμικών. Μερικοί ξέφευγαν από τα όρια όπως ο Κρατίνος, ο οποίος αποκάλεσε την Ασπασία, παλλακίδα ασύστολη με τα σκυλίσια μάτια. Στόχος ήταν ο Περικλής, αλλά ουδείς είχε το θάρρος να τον κατηγορήσει ευθέως, με δεδομένο ότι η τεράστια προσωπικότητά του δέσποζε στο κλεινόν άστυ. Οι πολιτικοί του αντίπαλοι αναζητούσαν τρόπο να τον πλήξουν και εστίασαν στον ρόλο της Ασπασίας στο δημόσιο βίο. Η αδυναμία της ήταν οι προοδευτικές της απόψεις που για την εποχή ήταν σκανδαλώδεις.
Το 440 πΧ κι ενώ ο Περικλής απουσίαζε στη Σάμο, ο Διοπείθης, ένας ιερέας του Ερεχθέως, εμφανίσθηκε στην Εκκλησία του Δήμου και πρότεινε νόμο εναντίον εκείνων που δεν παραδέχονται τους Θεούς της πόλης και κατά των φιλοσόφων η διδασκαλία των οποίων αντιτίθετο στη λατρεία και τη δόξα των πατρώων θεών». Ο νόμος εγκρίθηκε και ο πρώτος που βρέθηκε στο μάτι του κυκλώνα ήταν ο φιλόσοφος Αναξαγόρας, επιστήθιος φίλος του Περικλή, καθώς οι απόψεις του έρχονταν σε αντίθεση με τις κρατούσες θρησκευτικές αντιλήψεις. Ο Περικλής τον φυγάδευσε για να γλιτώσει. Ένα πρωί το 432 πΧ, οι Αθηναίοι είδαν στη βασίλειο στοά μια πινακίδα αναρτημένη στην οποία αναγραφόταν η επίσημη αναγγελία κατά της Ασπασίας, που έλεγε ότι δεν τιμά τους Θεούς της πόλης. Την κατηγορούσαν ότι μίλησε με ασέβεια κατά των ιερών εθίμων και διέφθειρε τη νεολαία. Η πρώτη κυρία της πόλης αντιμετώπιζε τη θανατική ποινή. Ο Περικλής θύμισε στους δικαστές ότι τίμησε τους θεούς με ανεπανάληπτα μνημεία
Η δίκη...
Οι δικαστές της Ηλιαίας κάθονταν στις σανιδένιες έδρες τους και το δικαστήριο είχε πλημμυρίσει από πολέμιους και υποστηρικτές της Ασπασίας που ήταν ξένη και χρειαζόταν παραστάτη έναν Αθηναίο πολίτη. Συνήγορός της ήταν ο καλύτερος ρήτορας της πόλης. Ο Περικλής. Κατήγορος ήταν ο Έρμιππος, ο οποίος είπε ότι η Ασπασία στην Ελευσίνα συζητούσε με τους σοφιστές Αναξαγόρα, Σωκράτη και Πρωταγόρα, ενώ στη γιορτή των Θεσμοφοριών προς τιμήν της Δήμητρας, θέλησε να διαφθείρει τις σεμνές και ελεύθερες γυναίκες. Έφερε και μάρτυρες για να στηρίξει τις κατηγορίες του και ζήτησε την εσχάτη των ποινών για την Ασπασία.
Ο λόγος του βρήκε ευήκοα ώτα στους ηλικιωμένους, συντηρητικούς δικαστές, αλλά και σε μεγάλο τμήμα του πλήθους. Τώρα ήταν η σειρά της υπεράσπισης και όλοι περίμεναν να ακούσουν τον δεινό ρήτορα να καταρρίπτει με την παροιμιώδη ψυχραιμία του τις κατηγορίες. Ο Περικλής ψέλλισε τις πρώτες λέξεις με τρεμάμενη φωνή και παρά το γεγονός ότι απέκρουσε τα επιχειρήματα του Έρμιππου ήταν φανερά ταραγμένος. Ο Περικλής υπενθύμισε στους δικαστές ότι όχι μόνο δεν μείωσε το αξίωμα των Θεών, αλλά τους ύψωσε μεγαλοπρεπείς ναούς και αθάνατα μνημεία με ανεπανάληπτα καλλιτεχνήματα πάνω στην Ακρόπολη. Τόνισε με συγκίνηση ότι σε αυτό το έργο συνέδραμε τα μέγιστα η Ασπασία. «Αν παρασυρθείτε από τα λόγια του Έρμιππου που σας παρακινεί να πάρετε από κοντά μου την έξοχη γυναίκα, τη γυναίκα μου, θα καταδικάσετε και μένα μαζί της», είπε ο Περικλής τελειώνοντας τον λόγο του και ένα δάκρυ κύλησε από το πρόσωπό του.
Όλοι έμειναν εμβρόντητοι μπροστά στην ανθρώπινη στιγμή του αδιαμφισβήτητου ηγέτη της πόλης. Το νέο διαδόθηκε σε όλη την Αθήνα και επισκίασε ακόμη και τη νίκη του αθηναϊκού και κερκυραϊκού στόλου κατά των Κορινθίων στα Σύβοτα. Η γυναίκα του Περικλή ανακηρύχθηκε αθώα και το ζεύγος αποχώρησε από την Ηλιαία υπό τις επευφημίες των Αθηναίων. Το δάκρυ του Περικλή είχε πνίξει τα επιχειρήματα των αντιπάλων του, που δεν είχαν υπολογίσει ότι ο πανέξυπνος πολιτικός, θα καλούσε το δικαστήριο να καταδικάσει αυτόν και όχι την Ασπασία.
Η δίκη...
Οι δικαστές της Ηλιαίας κάθονταν στις σανιδένιες έδρες τους και το δικαστήριο είχε πλημμυρίσει από πολέμιους και υποστηρικτές της Ασπασίας που ήταν ξένη και χρειαζόταν παραστάτη έναν Αθηναίο πολίτη. Συνήγορός της ήταν ο καλύτερος ρήτορας της πόλης. Ο Περικλής. Κατήγορος ήταν ο Έρμιππος, ο οποίος είπε ότι η Ασπασία στην Ελευσίνα συζητούσε με τους σοφιστές Αναξαγόρα, Σωκράτη και Πρωταγόρα, ενώ στη γιορτή των Θεσμοφοριών προς τιμήν της Δήμητρας, θέλησε να διαφθείρει τις σεμνές και ελεύθερες γυναίκες. Έφερε και μάρτυρες για να στηρίξει τις κατηγορίες του και ζήτησε την εσχάτη των ποινών για την Ασπασία.
Ο λόγος του βρήκε ευήκοα ώτα στους ηλικιωμένους, συντηρητικούς δικαστές, αλλά και σε μεγάλο τμήμα του πλήθους. Τώρα ήταν η σειρά της υπεράσπισης και όλοι περίμεναν να ακούσουν τον δεινό ρήτορα να καταρρίπτει με την παροιμιώδη ψυχραιμία του τις κατηγορίες. Ο Περικλής ψέλλισε τις πρώτες λέξεις με τρεμάμενη φωνή και παρά το γεγονός ότι απέκρουσε τα επιχειρήματα του Έρμιππου ήταν φανερά ταραγμένος. Ο Περικλής υπενθύμισε στους δικαστές ότι όχι μόνο δεν μείωσε το αξίωμα των Θεών, αλλά τους ύψωσε μεγαλοπρεπείς ναούς και αθάνατα μνημεία με ανεπανάληπτα καλλιτεχνήματα πάνω στην Ακρόπολη. Τόνισε με συγκίνηση ότι σε αυτό το έργο συνέδραμε τα μέγιστα η Ασπασία. «Αν παρασυρθείτε από τα λόγια του Έρμιππου που σας παρακινεί να πάρετε από κοντά μου την έξοχη γυναίκα, τη γυναίκα μου, θα καταδικάσετε και μένα μαζί της», είπε ο Περικλής τελειώνοντας τον λόγο του και ένα δάκρυ κύλησε από το πρόσωπό του.
Όλοι έμειναν εμβρόντητοι μπροστά στην ανθρώπινη στιγμή του αδιαμφισβήτητου ηγέτη της πόλης. Το νέο διαδόθηκε σε όλη την Αθήνα και επισκίασε ακόμη και τη νίκη του αθηναϊκού και κερκυραϊκού στόλου κατά των Κορινθίων στα Σύβοτα. Η γυναίκα του Περικλή ανακηρύχθηκε αθώα και το ζεύγος αποχώρησε από την Ηλιαία υπό τις επευφημίες των Αθηναίων. Το δάκρυ του Περικλή είχε πνίξει τα επιχειρήματα των αντιπάλων του, που δεν είχαν υπολογίσει ότι ο πανέξυπνος πολιτικός, θα καλούσε το δικαστήριο να καταδικάσει αυτόν και όχι την Ασπασία.
Πηγή: molwlave.blogspot.gr