Έκτος επίτροπος της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας στην Παλαιστίνη την εποχή του Ιησού Χριστού (26-36 μ.Χ.). Διορίσθηκε από τον Τιβέριο το 26 μ.Χ., και το όνομά του φανερώνει ρωμαϊκή καταγωγή. (Σχόλιο Εγκολπίου: Το Πιλάτος πιθανόν να το απέκτησε ως δεύτερο όνoμα, από το ρωμαϊκό ακόντιο που ονομαζόταν στα λατινικά Πίλιουμ, σε ένδειξη ικανότητας χειρισμού του). Έμεινε στην ιστορία για την άδικη καταδίκη του Ιησού και τη δειλία του να αποδώσει δικαιοσύνη. Τα γεγονότα αυτά αναφέρονται και από τους τέσσερις ευαγγελιστές.
Εκτός από όλα όσα αναφέρει η Αγία Γραφή, λίγα είναι γνωστά για το πρόσωπό του. Η παράδοση αναφέρει ότι ήταν γιος του Τύρου, βασιλιά της Μεγαντίας, ο οποίος τον έστειλε όμηρο στη Ρώμη. Εκεί έκανε κάποιο έγκλημα και τον έστειλαν στον Πόντο της Μικράς Ασίας, όπου υπέταξε το λαό που είχε επαναστατήσει. Έτσι κέρδισε την εύνοια της Ρώμης με αποτέλεσμα να του δοθεί η διακυβέρνηση της Ιουδαίας. Είναι πολύ πιθανόν να είχε εκπαιδευτεί για κυβερνήτης, όπως γινόταν με τους γιους επιφανών ρωμαίων. Οι Ρωμαίοι είχαν αρκετούς κυβερνήτες στις επαρχίες της αυτοκρατορίας τους, ο Πιλάτος όμως είχε μια απευθείας συνεργασία με τον αυτοκράτορα καθώς η περιοχή της Ιουδαίας ήταν ιδιαίτερα δύσκολη λόγω των Ιουδαίων και των θρησκευτικών διαφορών που υπήρχαν. Έτσι ο Πιλάτος εκτός από τη διακυβέρνηση και την είσπραξη φόρων στην περιοχή της Ιουδαίας, της Σαμάρειας και της Ιδουμαίας, είχε και τη δικαστική εξουσία. Γι αυτό και ο Ιησούς δικάστηκε μπροστά του.
Η σχέση του με τους Ιουδαίους δεν ήταν καθόλου καλή αφού συνεχώς τους φερόταν σκληρά. Ο ιστορικός Ιώσηπος αναφέρει ότι αμέσως μετά το διορισμό του, έφερε τα ρωμαϊκά έθιμα στην πόλη της Ιερουσαλήμ, δυσαρεστώντας τους Ιουδαίους. Μια άλλη φορά κρέμασε χρυσές ασπίδες χαραγμένες με τα ονόματα και τις εικόνες των ρωμαϊκών θεών μέσα στο ναό. Επίσης με τα χρήματα από τις εισφορές στο ναό έχτισε ένα υδραγωγείο. Σ' αυτά μπορεί να προστεθεί και το τρομερό περιστατικό που αναφέρεται από τον ευαγγελιστή Λουκά (13:1), όπου "το αίμα των Γαλιλαίων ανακατεύτηκε με τις θυσίες τους" εννοώντας ότι οι ρωμαίοι στρατιώτες σκότωσαν τους άνδρες μέσα στο Ναό την ώρα που αυτοί πρόσφεραν θυσία στο Θεό. Τα παράπονα όμως των Ιουδαίων προς τη Ρώμη πρέπει να φόβισαν τον Πιλάτο, γι αυτό και κατά τη δίκη του Ιησού φρόντισε να τους ικανοποιήσει και να αποκτήσει την εύνοιά τους (Μάρκος 15:15). Στις μέρες της διακυβέρνησής του υπήρχαν στάσεις και εξεγέρσεις. Σε μία από αυτές συνελήφθη και ο Βαραββάς, ο οποίος "για μια στάση που έγινε στην πόλη και για έναν φόνο, είχε ριχτεί στη φυλακή" (Λουκάς 23:19).
Η έδρα του Πιλάτου ήταν η Καισάρεια, κατά τις μεγάλες όμως γιορτές όπως αυτή του Πάσχα, βρισκόταν στην Ιερουσαλήμ. Μετά τη νυχτερινή θρησκευτική καταδίκη του Ιησού Χριστού, οι Ιουδαίοι θέλοντας να δώσουν πολιτική χροιά στη δίκη, έφεραν νωρίς το πρωί τον Ιησού στον Πιλάτο (Ματθαίος 27:1,2, Μάρκος 15:1, Λουκάς 23:1, Ιωάννης 18:28,29). Ο Πιλάτος άρχισε την ανάκριση (Ματθαίος 27:11, Λουκάς 23:4). Ακολούθησε διάλογος μεταξύ Πιλάτου και Ιησού όπου Τον αθωώνει (Ιωάννης 18:35-38). Μάλιστα ενώ τον δίκαζε, η γυναίκα του αφού το βράδυ είχε δει κάποιο όνειρο, του έστειλε μήνυμα να μην κάνει κακό σ' έναν αθώο (Ματθαίος 27:19). Κατόπιν, αφού μαθαίνει πως ο Ιησούς ήταν από τη Γαλιλαία, τον στέλνει στον Ηρώδη για να τον δικάσει (Λουκάς 23:6,7). Ο Ηρώδης ξαναστέλνει τον Ιησού πίσω στον Πιλάτο (Λουκάς 23:8-12). Ακολουθεί και δεύτερη αθώωση του Ιησού (Λουκάς 23:14-15). Έπειτα η μαστίγωση Του (Ματθαίος 27:26, Μάρκος 15:15, Ιωάννης 19:1), και τελικά η παράδοσή Του στο λαό (Λουκάς 23:25, Ιωάννης 19:14-16). Ο Πιλάτος διέταξε επίσης να τοποθετήσουν επιγραφή πάνω στο σταυρό που έγραφε "Ιησούς ο Ναζωραίος, Βασιλιάς των Ιουδαίων" (Ιωάννης 19:19). Ο Πιλάτος μίλησε και άλλες φορές για την αθωότητα του Ιησού (Λουκάς 23:22, Ιωάννης 19:4,6,12). Από την αρχή της δίκης όμως δεν ήξερε ποια θέση να πάρει. Να δυσαρεστήσει τους Ιουδαίους ή να καταδικάσει έναν αθώο; Όταν όμως οι Ιουδαίοι του είπαν εκβιαστικά πως εάν ελευθέρωνε τον Ιησού δε θα ήταν φίλος του Καίσαρα, φοβήθηκε και Τον καταδίκασε (Ιωάννης 19:12). Μάλιστα για να "εξαγνίσει" τη συνείδησή του, έπλυνε τα χέρια του μπροστά στο λαό (Ματθαίος 27:24) που φώναζε "άρον, άρον σταύρωσον αυτόν" (Ιωάννης 19:15). Μετά τη σταύρωση του Ιησού έδωσε άδεια στον Ιωσήφ από την Αριμαθαία να πάρει το σώμα του Ιησού από το σταυρό, για να το ενταφιάσει (Ματθαίος 27:57-60, Μάρκος 15:42-46, Λουκάς 23:50-53, Ιωάννης 19:38,39). Αργότερα κατόπιν απαιτήσεως των αρχιερέων και των Φαρισαίων έστειλε φρουρά για να φυλάει τον τάφο (Ματθαίος 27:62-66).
Κατά τον Ιώσηπο η πολιτική του σταδιοδρομία σταμάτησε έξη χρόνια μετά, όταν έστειλε στη Σαμάρεια στρατό για να καταστείλει μια εξέγερση. Εκεί ο στρατός του σκότωσε πολλούς αθώους, οι Σαμαρείτες παραπονέθηκαν στον έπαρχο της Συρίας Βιτέλλιο, ο οποίος έστειλε τον Πιλάτο υπόδικο στη Ρώμη όπου βασίλευσε ο Καλιγούλας. Ο Τιβέριος που ήταν προστάτης του είχε πεθάνει ενώ ο Πιλάτος ταξίδευε προς τη Ρώμη. Ο ιστορικός Ευσέβιος αναφέρει πως μετά τις αποτυχίες του ο Πιλάτος αυτοκτόνησε. Άλλες όμως παραδόσεις αναφέρουν ότι εξορίστηκε στη Βιέννη της Γαλατίας από τον Καλιγούλα. Μια άλλη αναφέρει πως για αν απαλλαχθεί από τις τύψεις ή τα πολιτικά του καθήκοντα πήγε σ' ένα βουνό κοντά στη λίμνη Λουκέρνη, που είναι σήμερα γνωστό με την ονομασία "όρος Πιλάτος". Μετά από μερικά χρόνια κατάθλιψης και απογοήτευσης λέγεται ότι αυτοκτόνησε, πέφτοντας μέσα στη λίμνη από ένα γκρεμό.
Το όνομά του αναφέρεται στο Σύμβολο της Πίστεως: "σταυρωθέντα υπέρ ημών επί Ποντίου Πιλάτου". Εκτός από τα τέσσερα ευαγγέλια αναφέρεται επίσης στις Πράξεις των Αποστόλων (3:13, 4:27, 13:28), και στην πρώτη επιστολή προς Τιμόθεο (6:13).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου