Το όνομά του ήταν Γιουσούφ Αμπτνούλ Ογκλί, ήταν Τούρκος μουσουλμάνος από το Μπιτλίς, κοντά στο Ερζερούμ. Γεννήθηκε το 1820. Μια σειρά από θαύματα και όνειρα, ξεκινώντας από την παιδική του ηλικία, τον έκαναν να ενδιαφερθεί για το χριστιανισμό, τον οποίο αρχικά γνώρισε στην αρμένικη εκδοχή του, λόγω γειτνίασης και φιλίας με Αρμένιους χριστιανούς.
Στο Ικόνιο, όπου υπηρετούσε ως ταγματάρχης του τουρκικού στρατού, προσπάθησε να γνωρίσει μεταφυσικές εμπειρίες, ακολουθώντας την παράδοση των δερβίσηδων. Όμως όλες οι προσπάθειές του απέβησαν άκαρπες, αφήνοντάς τον πνευματικά κενό.
Στο ρωσοτουρκικό πόλεμο (1853-1856) αιχμαλωτίστηκε και οδηγήθηκε στη Ρωσία. Αυτό του έδωσε την ευκαιρία να μάθει για την ορθοδοξία και μάλιστα να τη γνωρίσει από κοντά, να μιλήσει με άξιους ιερείς, αλλά και με τον όσιο Φιλάρετο, τον διά Χριστόν σαλό (άγιο που κρύβει την αγιότητά του με προσποιητή παράνοια), που ζούσε στην Τούλα. Απόκτησε επίσης μερικά βιβλία και εικόνες. Όταν απελευθερώθηκε, επέστρεψε στο Ερζερούμ, στη σύζυγο και στο παιδί του, νιώθοντας πλέον στην καρδιά του χριστιανός, όχι μουσουλμάνος. Προσευχόταν διαβάζοντας τους Χαιρετισμούς στο Χριστό και την Παναγία κοντά στις εικόνες τους και στην εικόνα του αγίου Νικολάου, τον οποίο σεβόταν ιδιαίτερα. Συναντούσε επίσης κρυφά χριστιανούς και συζητούσαν για τη χριστιανική πίστη.
Όμως ο πεθερός του, που ήταν μουφτής, έμαθε για το ενδιαφέρον του για το χριστιανισμό και για τα βιβλία που διάβαζε και τον κατάγγειλε στις αρχές. Συνελήφθη, καθαιρέθηκε από αξιωματικός και καταδικάστηκε σε διακόσιους ραβδισμούς! Στο χείλος του θανάτου, παρέμεινε στο νοσοκομείο για έξι μήνες, ενώ τα φρικτά σημάδια δεν έσβησαν ποτέ από το σώμα του (και η θέα τους συγκλόνισε τους μοναχούς της Όπτινα όταν, μετά την κοίμησή του το 1893, του έβγαλαν τα ρούχα για να τον αλλάξουν). Φυλακίστηκε κάτω από απάνθρωπες συνθήκες, που τις επιδείνωνε η συμπεριφορά των συγκρατουμένων του. Στη συνέχεια, μετά από μετακινήσεις και περιπέτειες, στο δρόμο για την εξορία, κάποιοι Αρμένιοι χριστιανοί δωροδόκησαν το συνοδό του και πέτυχαν την απελευθέρωσή του.
Μετά από νέες περιπέτειες, ταξίδια, οδοιπορίες και κυνηγητά, και αφού είχε ταξιδέψει για προσκύνημα στους Αγίους Τόπους, κατέφυγε ξανά στη Ρωσία, όπου τελικά, το 1874, εκπλήρωσε τον πολυετή πόθο του και βαφτίστηκε χριστιανός. Μπαίνοντας στο ναό του αγίου Νικολάου του Καραντίν για τη βάφτισή του, αναγνώρισε την εκκλησία που είχε δει σε όνειρο πριν από δεκαετίες και, στην εικόνα του αγίου Νικολάου, αναγνώρισε τον ιερέα που τον είχε κοινωνήσει στο όνειρό του.
Ταξίδεψε για κάποια χρόνια μέσα στη Ρωσία ως προσκυνητής και περνώντας από το σπουδαίο μοναστήρι της Όπτινα, (αυτό το φυτώριο αγίων), μίλησε με το μεγάλο πνευματικό διδάσκαλο της Ρωσίας άγιο Αμβρόσιο, ο οποίος του πρότεινε να μονάσει εκεί. Έτσι εντάχθηκε στην αδελφότητα της μονής, με την καθοδήγηση δύο άλλων μεγάλων αγίων, των γερόντων Ανατόλιου και Βαρσανούφιου. Με προτροπή του αγίου Ανατόλιου, διηγήθηκε λεπτομερώς τη ζωή του στον άγιο Βαρσανούφιο, ο οποίος, καθώς φαίνεται, την κατέγραψε στο χειρόγραφο που έφτασε ώς εμάς.
Ως μοναχός αγωνίστηκε σκληρά στην επιστήμη της νοεράς προσευχής, αντιμετώπισε σκληρές δαιμονικές επιθέσεις και αξιώθηκε σε ουράνιες οπτασίες, τις οποίες κοινοποίησε στον πνευματικό του, τον άγιο Βαρσανούφιο (πνευματικός πατέρας ή απλώς «πνευματικός» = ο προσωπικός δάσκαλος ενός χριστιανού σε ζητήματα πίστης, που κατά κανόνα είναι και ο εξομολόγος του).
Κοιμήθηκε στις 18 Αυγούστου 1893 και οι γέροντες Ανατόλιος και Βαρσανούφιος αναγνώρισαν ότι ήταν άγιος. Στο πρόσωπό του αναφέρθηκε αργότερα και ο σπουδαίος Ρώσος πνευματικός συγγραφέας Σέργιος Νείλος (1862-1929) στο βιβλίο του Ουράνιες φωνές, Τσάρσκογιε Σελό, 1905.
Η συγκλονιστική βιογραφία του οσίου μοναχού Νικολάου του Τούρκου εκδόθηκε πριν από λίγα χρόνια στη Ρωσία και μεταφράστηκε στα ελληνικά, όπου κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ακρίτας: Στάρετς Βαρσανουφίου, Μοναχός Νικόλαος της Όπτινα, μτφρ. Ναταλία Νικολάου, επιμέλεια αρχιμ. Νεκτάριος Αντωνόπουλος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου