Ανάρτηση που αναδημοσιεύουμε από ιστολόγιο νεοημερολογιτών. Υπάρχουν σοβαροί άνθρωποι στο νέο ημ/γιο που δεν διστάζουν να πουν την αλήθεια...
Ο ουνίτης «αρχιεπίσκοπος» Jan Babjak (της ουνιτικής επισκοπής Presovsky της Σλοβακίας) προσκυνά γονατιστός τον Πάπα. Σ΄ αυτή τη σκηνή αποτυπώνεται χαρακτηριστικά η προοπτική της πολυπόθητης «ενώσεως» μας με τους παπικούς, της ουνιτικού τύπου δηλαδή προχωρήσεως της Ορθοδοξίας στο σκήπτρο του Πάπα.
Η πορεία είναι προδιαγεγραμμένη και οι αποφάσεις προειλημμένες (σε ανθρώπινο, βεβαίως, επίπεδο). Ακόμη και ο τύπος της «ενώσεως» έχει σε γενικές γραμμές προκαθορισθεί: μία «ένωση» ουνιτικού τύπου, όπου η κάθε πλευρά θα διατηρήσει την παράδοσή της, το τυπικό της κ.λπ., θα αναγνωρίζει, όμως, και θα έχει κοινωνία με τον Πάπα. Είναι η γνωστή οικουμενιστική αρχή της «unity in diversity» η η «ενότης εν τη ποικιλία».
Παρά την συλλογική καταδίκη της Ουνίας και τα πάνδεινα που έχουμε υποστεί οι Ορθόδοξοι από τους γενίτσαρους αυτούς της πίστεως, παρά και την κατηγορηματική μάλιστα απόφαση της Συνόδου της Ρόδου ότι «Ουνία και διάλογος είναι ασυμβίμβαστα», το 1993 στο Balamand του Λιβάνου η Ουνία αναγνωρίστηκε επισήμως και από τους Ορθοδόξους: «Όσον αφορά εις τας ανατολικάς καθολικάς Εκκλησίας (σημ. ουνιτικάς), είναι σαφές ότι αύται, ως τμήμα της καθολικής Κοινωνίας, έχουν το δικαίωμα να υπάρχουν και να δρουν δια να ανταποκριθούν εις τας πνευματικάς ανάγκας των πιστών των» (Επίσκεψις, τ. 496, 1993). Με την επανέναρξη του θεολογικού διαλόγου το 2006 στο Βελιγράδι και την ανάληψη της επίσημης εκπροσώπησης των Ορθοδόξων από τον Επίσκοπο Περγάμου κ. Ιωάννη το ζήτημα της Ουνίας κρίθηκε πως δεν αφορά άμεσα τον διάλογο και αφέθηκε στις καλένδες. Κι όμως, με εξαίρεση τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Πειραιώς κ. Σεραφείμ, δεν υπήρξε άλλη επίσημη διαμαρτυρία από ορθόδοξο Ιεράρχη για την ύπαρξη ουνιτικής «επισκοπής» στην Αθήνα, η οποία δεν δικαιολογείται από το ολιγάριθμο των μελών της, καθώς και για την χειροτονία του νέου «επισκόπου» κ. Δημητρίου Σαλάχα. Αντιθέτως ο κ. Σαλάχας έλαβε τις συγχαρητήριες ευχές του Οικουμενικού Πατριάρχου και την προσφορά ενός Αγίου Ποτηρίου ως «συμβολικού δώρου».
(Το δημοσίευμα της εφημερίδας Ελεύθερος Τύπος(26-05-2008) μας πληροφορεί για την προσφορά του Αγ. Ποτηρίου ως «συμβολικού δώρου» από τον Πατριάρχη προς τον Ουνίτη επίσκοπο, το οποίο και χρησιμοποιεί σε κάθε λειτουργία εξαπατώντας τους Ορθόδοξους πιστούς.)
Καμμία διαμαρτυρία από ορθόδοξο Αρχιερέα για την αμαύρωση του ιστορικού Φαναρίου από τον αιρεσιάρχη Πάπα, την επίσημη μνημόνευση και τον πολυχρονισμό του κατά την τέλεση της ορθοδόξου δοξολογίας, την συμμετοχή στην συνοδεία του ουνίτη καρδιναλίου Ignace Moussa Daoud, τον οποίο μάλιστα ο Οικουμενικός Πατριάρχης τίμησε και του δώρισε χρυσό σταυρό, τον Νοέμβριο του 2006.
Στην συνέχεια της ομιλίας του εκείνης ο Οικουμενικός Πατριάρχης, αφού αναφέρθηκε σε περιπτώσεις διεισδύσεως της Ουνίας στις Ορθόδοξες Εκκλησίες, αναφέρει: «Πάσαι αι περιπτώσεις αύται και ει τις άλλη παρομοία δημιουργούν πικρίαν παρά τοις ορθοδόξοις, οπλίζουν τους εκ των προτέρων αντιτιθεμένους εις τον διάλογον των δύο Εκκλησιών με επιχειρήματα και, εν πάση περιπτώσει επιβαρύνουν το ψυχολογικόν κλίμα» (ο.π., σελ. 39).
Αυτό που φαίνεται να απαιτείται είναι μία ανάλογη «ψυχολογική προετοιμασία» για να αποδεχθούν οι Ορθόδοξοι την ύπαρξη της Ουνίας, καθώς «το πρόβλημα αυτό οδήγησε στην αναστολή του επίσημου θεολογικού διαλόγου στα τέλη της δεκαετίας του '90. Ευτυχώς διασώσαμε μία διαδικασία, κατά την οποία είχαμε τη δυνατότητα να εντρυφήσουμε στα θέματα αυτά, και παράλληλα να παραμείνουμε πιστοί στη δέσμευσή μας για διάλογο». (Βήμα επαναπροσέγγισης των δύο Εκκλησιών, Συνέντευξη του Οικουμενικού Πατριάρχου στον Νίκο Παπαχρήστου, Καθημερινή 26-11-2006).
Η «διαδικασία» αυτή εκφράσθηκε αρκετές φορές με παλινδρομήσεις και αντικρουόμενες δηλώσεις στο συγκεκριμένο ζήτημα. Έτσι, με την αναφορά του στην Ουνία, στον χαιρετισμό του προς τον Καρδινάλιο Κάσπερ στην θρονική εορτή του Φαναρίου τον Νοέμβριο του 1991 θεωρήθηκε ότι ο Οικουμενικός Πατριάρχης «εμμέσως πλην σαφώς απείλησε τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία με άμεση διακοπή του διαλόγου» (εφημ. ΤΟ ΒΗΜΑ, 12 Σεπτεμβρίου 1999).
Ανέφερε συγκεκριμένα ο Πατριάρχης:
«Το επί δεκαετίαν επιτελεσθέν όντως ιστορικόν δια τα καθ' όλα διαχριστιανικά πράγματα έργον του θεολογικού ημών διαλόγου κινδυνεύει ατυχώς όχι μόνον να ανασταλή επ' αόριστον και με αγνώστους προοπτικάς αλλά ίσως και να ματαιωθή εξ ολοκλήρου, ως μη ώφειλε, λόγω της δημιουργηθείσης υπό των ουνιτών εις την Ανατολικήν και Κεντρώαν Ευρώπην απαραδέκτου καταστάσεως, εις τας σχέσεις αυτών προς τας τοπικάς ορθοδόξους Εκκλησίας, αίτινες αποτελούν το αρχαιοπαράδοτον κυρίαρχον χριστιανικόν δόγμα, ενώ θα έπρεπε να επιδειχθή μεγαλύτερος σεβασμός και αδελφική εμπιστοσύνη»
Και ενώ θα ανέμενε κανείς την παπική συμμόρφωση μπροστά σ' αυτή την «απειλή» για διακοπή του διαλόγου, δύο μόλις χρόνια μετά, στο Balamand υπεγράφη μεταξύ Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών (με ακεραία την ευθύνη εκ μέρους του Οικουμενικού Πατριαρχείου, καθώς πολλές εκ των Ορθοδόξων Εκκλησιών απείχαν και κατεδίκασαν την συμφωνία) η γνωστή Συμφωνία που προβλέπει ότι: «Όσον αφορά εις τας ανατολικάς καθολικάς Εκκλησίας (σημ. ουνιτικάς), είναι σαφές ότι αύται, ως τμήμα της καθολικής Κοινωνίας, έχουν το δικαίωμα να υπάρχουν και να δρουν δια να ανταποκριθούν εις τας πνευματικάς ανάγκας των πιστών των».
Συμφώνως προς το πνεύμα της Συμφωνίας του Balamand η Ουνία γίνεται πλέον αποδεκτή και εν τοις πράγμασι από το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Η αναγνώριση αυτή εκφράζεται ποικιλοτρόπως, όπως για παράδειγμα με την αδιαμαρτύρητη αποδοχή εκ μέρους του Φαναρίου της συμμετοχής του, κορυφαίου στην ιεραρχία του Βατικανού, ουνίτη Καρδιναλίου Duat, την παρουσία του στην ορθόδοξη λατρεία και την τιμή του από τον ίδιο τον Οικουμενικό Πατριάρχη.
Χαρακτηριστική, επίσης, είναι και η προσφορά από τον Οικουμενικό Πατριάρχη ενός Αγίου Ποτηρίου, ως συμβολικού δώρου, προς τον ουνίτη επίσκοπο των Αθηνών κ. Δ. Σαλάχα τον Μάιο του 2008 (παραπομπή Ελ. Τύπος). Πρόσφατα μάλιστα ο κ. Σαλάχας έγινε δεκτός (με τα υπόλοιπα μέλη της Συνόδου Ρωμαιοκαθολικών Επισκόπων Ν.Α. Ευρώπης) στο Φανάρι και συνεόρτασε στον Πατριαρχικό Ναό την εορτή της Ορθοδοξίας (παραπομπή στην ιστοσελίδα), δείγμα κι αυτό ότι η «ψυχολογική αλλεργία» των Ορθοδόξων στην Ουνία, συν τω χρόνω εξασθενεί.
Ένας άλλος σημαντικός τομέας για την κάλυψη του οποίου απαιτείται εκτεταμένης κλίμακας «ψυχολογική προετοιμασία» είναι αυτός της «αποκαταστάσεως της κοινωνίας» μεταξύ Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών. Εδώ καθοριστική είναι η εκατέρωθεν συμμετοχή σε συμπροσευχές, ιεροπραξίες, ακολουθίες, λειτουργίες κ.α.
(Ο Ουνίτης «επίσκοπος» κ. Δημ Σαλάχας και ουνίτες «ιερείς», κατά την εορτή των Θεοφανείων στην Αθήνα (6-01-09). Αποκαλυπτική εικόνα της παραπλανήσεως των Ορθοδόξων πιστών.)
πηγή:paterikiorthodoxia.pblogs.gr
Οι ετερόδοξοι, οι αλλόθρησκοι και οι αιρετικοί ποιμενάρχες της Ορθοδοξίας έχουν πέσει ακριβώς στην ίδια πλάνη του οικουμενισμού.
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ πλάνη αυτή μοιάζει με την ουνία αφού όλες οι πλάνες είναι εκ του πονηρού:
Παίρνει κατά τόπους δήθεν ελκυστική στους ανθρώπους μορφή, δήθεν προσιτή και δήθεν γνώριμη (όπως η αμφίεση του ουνίτη), ώστε οι άνθρωποι να θεωρήσουν ότι είναι άξιοι να την αποδεχτούν.
Και είναι και φαινομενικά ελκυστική γιατί αποδέχεται και τους φανατικούς: Λέει πως δεν την ενδιαφέρει να αλλάξεις το πιστεύω σου αρχικά, αλλά θέλει βάλεις αυτήν την πλάνη πάνω από αυτό, ακυρώνοντάς το στην πράξη! Την πλάνη δεν την ενδιαφέρει πραγματικά η ψυχική γαλήνη και η αγάπη μεταξύ των ανθρώπων (ώστε με ομόνοια να ομολογήσουμε την Αληθινή Πίστη), αφού δεν μπορεί να τα προσφέρει αυτά. Η πλάνη στερείται αγαθών και αρετών αλλά χρησιμοποιεί φθαρτά και υλικά.
Όταν ανορθόδοξα και κατά παράβαση προσθέτουμε ή αφαιρούμε στην Πίστη είναι σα να πιστεύουμε ότι η Πίστη στο Θεό είναι πλαστελίνη στα χέρια μας και έχουμε τη δυνατότητα ή το δικαίωμα να την κόβουμε σε κομματάκια ή αν βλέπουμε άλλον να το κάνει να σιωπούμε. Αυτό δεν είναι τίποτα περισσότερο από σύγχρονη ειδωλολατρεία: η απόρριψη από τους αιρετικούς των Αγίων και Θεοφόρων Πατέρων, οδηγεί στην κατασκευή ενός κακέκτυπου που εύκολα πέφτει προοδευτικά σε συγκριτισμό, κατ’αντιστοιχία με τα είδωλα των αρχαίων.
Μπορεί να κάνω και λάθος, οπότε συγγνώμη. Η ουνία πάντως αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα διαβρωτικής και αντιποιητικής δράσης.