Ο Θεός Λόγος με την σάρκωσή Του δια της Παρθένου Μαρίας, ανέλαβε την σωτηρία όλου του ανθρώπινου γένους. Γεύθηκε τον θάνατο (άδικα), και με την Ανάστασή Του έγινε η αρχή της ανακαινίσεως όλης της κτίσης, αρχής γενομένης από τον «ιερέα» αυτής της κτίσης, τον άνθρωπο. Η θυσία του Χριστού είναι το αποκορύφωμα της ενανθρώπισης, και έχει το νόημα της θεραπείας της ανθρώπινης φύσης, η οποία ασθένησε μετά την παράβαση των πρωτοπλάστων, που αντί να οδηγηθούν μέσα από την υπακοή στην θέωση, δηλαδή στην κατά χάρη ομοίωση του Θεού, όχι μόνο δεν έφτασαν στο σκοπό αυτό, αλλά αμαύρωσαν και το «κατ’ εικόνα». Η ανθρώπινη φύση στο πρόσωπο του Χριστού, του Νέου Αδάμ, νίκησε την φθορά και τον θάνατο (την διάσπαση). Επειδή όμως η σωτηρία είναι κάτι σαν ένα θείο κάλεσμα, ο άνθρωπος πρέπει να ανταποκριθεί. Η Χάρις είναι παντοδύναμη και δεν εξαιρεί από την σωτηρία –που είναι ουσιαστικά η επαναφορά στο «καθ’ ομοίωση»- κανέναν άνθρωπο. Ο Χριστός όχι μόνο ανέστησε την ανθρώπινη φύση με την ένδοξη Ανάστασή Του, αλλά την ανύψωσε στους ουρανούς και την συνεκάθισε στα επουράνια, με την εξίσου ένδοξη Ανάληψή Του και καθέδρα Του. Παρόλα αυτά, η Χάρις δεν εξαναγκάζει κανέναν. Σε εμάς εναπόκειται ώστε να θεραπευτεί η βούληση. Αυτό είναι το ζητούμενο.
«Πρέπει να διακρίνουμε πολύ προσεκτικά μεταξύ της θεραπείας της φύσεως και της θεραπείας της βουλήσεως. Η φύσις θεραπεύεται και αποκαθίσταται με κάποιο εξαναγκασμό από την δύναμη της παντοδύναμης και ανίκητης χάριτος του Θεού, ή μπορεί να πει κανείς από κάποια ‘’βία της χάριτος’’. Η ακεραιότητα κατά κάποιο τρόπο επιβάλλεται επάνω στην ανθρώπινη φύση. Γιατί με τον Χριστό όλη η ανθρώπινη φύσις (το ‘’σπέρμα του Αδάμ’’) πλήρως και τελείως θεραπεύθηκε από την έλλειψη ακεραιότητος και τη θνητότητα. Αυτή η αποκατάστασις θα πραγματοποιηθεί και αποκαλυφθεί πλήρως στην γενική Ανάσταση, την ανάσταση όλων, δικαίων και αδίκων. Κανείς, όσον αφορά στη φύση, δεν μπορεί να ξεφύγει από το βασιλικό κανόνα του Χριστού, να ξεχωρίσει δηλαδή τον εαυτό του από την αήττητη δύναμη της αναστάσεως.
Αλλά η βούλησις του ανθρώπου δεν μπορεί να θεραπευθεί με τον ίδιο αναπόφευκτο τρόπο, γι’ αυτή όλο το νόημα της θεραπείας της βουλήσεως βρίσκεται στην ελεύθερή της μεταστροφή. Η βούλησις του ανθρώπου πρέπει να είναι στραμμένη προς τον Θεό· πρέπει να υπάρξει ελεύθερη και αυθόρμητη ανταπόκρισις αγάπης και λατρείας. Η βούλησις του ανθρώπου μπορεί να θεραπευθεί μόνο ελεύθερα, μέσα στο ‘’μυστήριο της ελευθερίας’’. Μόνο με αυτήν την αυθόρμητη και ελεύθερη προσπάθεια εισέρχεται ο άνθρωπος σε εκείνη τη νέα και αιώνια ζωή που αποκαλύφθηκε από τον Ιησού Χριστό.
Πνευματική αναγέννησις μπορεί να συντελεσθεί μόνο με τέλεια ελευθερία, με υπακοή αγάπης, με αυτοαναφορά και αυτοαφιέρωση στο Θεό. Η διάκρισις αυτή τονίσθηκε με μεγάλη επιμονή στην αξιόλογη πραγματεία του Νικολάου Καβάσιλα «Περί της εν Χριστώ ζωής». Η Ανάστασις είναι μία ανόρθωσις φύσεως και ο Θεός την παραχωρεί ελεύθερα. Αλλά η Βασιλεία των Ουρανών, το μακάριο όραμα και η ένωσις με τον Χριστό προϋποθέτουν την επιθυμία, και έτσι ανήκουν μόνο σε αυτούς που τις ποθούν, τις αγαπούν και τις επιθυμούν. Η αθανασία θα δοθεί σε όλους, αφού όλοι μπορούν να απολαμβάνουν τη Θεία Πρόνοια.
Δεν εξαρτάται από την επιθυμία μας αν θα εγερθούμε μετά θάνατον ή όχι, αφού δεν γεννηθήκαμε καν με δική μας θέληση. Ο θάνατος του Χριστού και η ανάστασις φέρνουν αθανασία και αφθαρσία σε όλους με τον ίδιο τρόπο, αφού όλοι έχουν την ίδια φύση με τον Άνθρωπο Ιησού Χριστό. Κανείς όμως δεν μπορεί να υποχρεωθεί να επιθυμεί. Έτσι η ανάστασις είναι ένα δώρο κοινό σε όλους, αλλά η ευλογία θα δοθεί μόνο σε ορισμένους (Νικολάου Καβάσιλα, Περί της εν Χριστώ ζωής, II 86-96).
Άλλωστε, ο δρόμος της ζωής είναι δρόμος αυταπαρνήσεως, θανατώσεως, αυτοθυσίας και αυτοπροσφοράς. Κανείς πρέπει να πεθάνει ως προς τον εαυτό του για να ζήσει εν Χριστώ. Καθένας πρέπει προσωπικά και ελεύθερα να συνδεθεί με τον Χριστό, τον Κύριο, το Σωτήρα, το Λυτρωτή, στην ομολογία πίστεως, στην εκλογή της αγάπης, στο μυστικό όρκο της υποταγής. Καθένας πρέπει να δημιουργήσει ένα καινούριο εαυτό, να ‘’απολέσει την ψυχή αυτού’’ προς χάριν του Χριστού, να σηκώσει τον Σταυρό του, να τον ακολουθήσει.
Ο αγώνας του Χριστιανού είναι ακριβώς η συνοδεία αυτή του Χριστού, η συνοδεία στο πάθος και στο Σταυρό του, ακόμη και μέχρι θανάτου- αλλά πρώτα απ’ όλα- η συνοδεία του Χριστού στο δρόμο της αγάπης: ‘’Εν τούτω εγνώκαμεν την αγάπην, ότι Εκείνος υπέρ ημών την ψυχήν Αυτού έθηκεν· και ημείς οφείλομεν υπέρ των αδελφών τας ψυχάς θείναι [..] εν τούτω εστίν η αγάπη, ουχ ότι ημείς ηγαπήσαμεν τον Θεόν, αλλ’ ότι Αυτός ηγάπησεν ημάς και απέστειλεν τον Υιόν Αυτού ιλασμόν περί των αμαρτιών ημών’’ (Α’ Ιωάννου 3.16, 4.10).
Εκείνος που δεν συναποθνήσκει με τον Χριστό δεν μπορεί και να ζήσει μαζί του. Αν δεν δεχτούμε ελεύθερα να πεθάνουμε εκλέγοντας το πάθος Εκείνου, η ζωή του δεν θα υπάρχει μέσα μας, λέγει ο άγιος Ιγνάτιος. Αυτό δεν είναι ένας ασκητικός ή ηθικός κανόνας μονάχα, ούτε απλή πειθαρχία. Είναι οντολογικός νόμος της πνευματικής υπάρξεως της ίδιας της ζωής. Η ζωή ενός χριστιανού αρχίζει με μια καινούρια γέννηση, μια γέννηση ‘’εξ ύδατος και Πνεύματος’’. Εκείνο που πρώτα απ’ όλα χρειάζεται είναι η μετάνοια».
(Απόσπασμα από το βιβλίο «Θέματα Ορθοδόξου Θεολογίας», π. Γ. Φλορόφσκι, σελ. 79-81).
«Πρέπει να διακρίνουμε πολύ προσεκτικά μεταξύ της θεραπείας της φύσεως και της θεραπείας της βουλήσεως. Η φύσις θεραπεύεται και αποκαθίσταται με κάποιο εξαναγκασμό από την δύναμη της παντοδύναμης και ανίκητης χάριτος του Θεού, ή μπορεί να πει κανείς από κάποια ‘’βία της χάριτος’’. Η ακεραιότητα κατά κάποιο τρόπο επιβάλλεται επάνω στην ανθρώπινη φύση. Γιατί με τον Χριστό όλη η ανθρώπινη φύσις (το ‘’σπέρμα του Αδάμ’’) πλήρως και τελείως θεραπεύθηκε από την έλλειψη ακεραιότητος και τη θνητότητα. Αυτή η αποκατάστασις θα πραγματοποιηθεί και αποκαλυφθεί πλήρως στην γενική Ανάσταση, την ανάσταση όλων, δικαίων και αδίκων. Κανείς, όσον αφορά στη φύση, δεν μπορεί να ξεφύγει από το βασιλικό κανόνα του Χριστού, να ξεχωρίσει δηλαδή τον εαυτό του από την αήττητη δύναμη της αναστάσεως.
Αλλά η βούλησις του ανθρώπου δεν μπορεί να θεραπευθεί με τον ίδιο αναπόφευκτο τρόπο, γι’ αυτή όλο το νόημα της θεραπείας της βουλήσεως βρίσκεται στην ελεύθερή της μεταστροφή. Η βούλησις του ανθρώπου πρέπει να είναι στραμμένη προς τον Θεό· πρέπει να υπάρξει ελεύθερη και αυθόρμητη ανταπόκρισις αγάπης και λατρείας. Η βούλησις του ανθρώπου μπορεί να θεραπευθεί μόνο ελεύθερα, μέσα στο ‘’μυστήριο της ελευθερίας’’. Μόνο με αυτήν την αυθόρμητη και ελεύθερη προσπάθεια εισέρχεται ο άνθρωπος σε εκείνη τη νέα και αιώνια ζωή που αποκαλύφθηκε από τον Ιησού Χριστό.
Πνευματική αναγέννησις μπορεί να συντελεσθεί μόνο με τέλεια ελευθερία, με υπακοή αγάπης, με αυτοαναφορά και αυτοαφιέρωση στο Θεό. Η διάκρισις αυτή τονίσθηκε με μεγάλη επιμονή στην αξιόλογη πραγματεία του Νικολάου Καβάσιλα «Περί της εν Χριστώ ζωής». Η Ανάστασις είναι μία ανόρθωσις φύσεως και ο Θεός την παραχωρεί ελεύθερα. Αλλά η Βασιλεία των Ουρανών, το μακάριο όραμα και η ένωσις με τον Χριστό προϋποθέτουν την επιθυμία, και έτσι ανήκουν μόνο σε αυτούς που τις ποθούν, τις αγαπούν και τις επιθυμούν. Η αθανασία θα δοθεί σε όλους, αφού όλοι μπορούν να απολαμβάνουν τη Θεία Πρόνοια.
Δεν εξαρτάται από την επιθυμία μας αν θα εγερθούμε μετά θάνατον ή όχι, αφού δεν γεννηθήκαμε καν με δική μας θέληση. Ο θάνατος του Χριστού και η ανάστασις φέρνουν αθανασία και αφθαρσία σε όλους με τον ίδιο τρόπο, αφού όλοι έχουν την ίδια φύση με τον Άνθρωπο Ιησού Χριστό. Κανείς όμως δεν μπορεί να υποχρεωθεί να επιθυμεί. Έτσι η ανάστασις είναι ένα δώρο κοινό σε όλους, αλλά η ευλογία θα δοθεί μόνο σε ορισμένους (Νικολάου Καβάσιλα, Περί της εν Χριστώ ζωής, II 86-96).
Άλλωστε, ο δρόμος της ζωής είναι δρόμος αυταπαρνήσεως, θανατώσεως, αυτοθυσίας και αυτοπροσφοράς. Κανείς πρέπει να πεθάνει ως προς τον εαυτό του για να ζήσει εν Χριστώ. Καθένας πρέπει προσωπικά και ελεύθερα να συνδεθεί με τον Χριστό, τον Κύριο, το Σωτήρα, το Λυτρωτή, στην ομολογία πίστεως, στην εκλογή της αγάπης, στο μυστικό όρκο της υποταγής. Καθένας πρέπει να δημιουργήσει ένα καινούριο εαυτό, να ‘’απολέσει την ψυχή αυτού’’ προς χάριν του Χριστού, να σηκώσει τον Σταυρό του, να τον ακολουθήσει.
Ο αγώνας του Χριστιανού είναι ακριβώς η συνοδεία αυτή του Χριστού, η συνοδεία στο πάθος και στο Σταυρό του, ακόμη και μέχρι θανάτου- αλλά πρώτα απ’ όλα- η συνοδεία του Χριστού στο δρόμο της αγάπης: ‘’Εν τούτω εγνώκαμεν την αγάπην, ότι Εκείνος υπέρ ημών την ψυχήν Αυτού έθηκεν· και ημείς οφείλομεν υπέρ των αδελφών τας ψυχάς θείναι [..] εν τούτω εστίν η αγάπη, ουχ ότι ημείς ηγαπήσαμεν τον Θεόν, αλλ’ ότι Αυτός ηγάπησεν ημάς και απέστειλεν τον Υιόν Αυτού ιλασμόν περί των αμαρτιών ημών’’ (Α’ Ιωάννου 3.16, 4.10).
Εκείνος που δεν συναποθνήσκει με τον Χριστό δεν μπορεί και να ζήσει μαζί του. Αν δεν δεχτούμε ελεύθερα να πεθάνουμε εκλέγοντας το πάθος Εκείνου, η ζωή του δεν θα υπάρχει μέσα μας, λέγει ο άγιος Ιγνάτιος. Αυτό δεν είναι ένας ασκητικός ή ηθικός κανόνας μονάχα, ούτε απλή πειθαρχία. Είναι οντολογικός νόμος της πνευματικής υπάρξεως της ίδιας της ζωής. Η ζωή ενός χριστιανού αρχίζει με μια καινούρια γέννηση, μια γέννηση ‘’εξ ύδατος και Πνεύματος’’. Εκείνο που πρώτα απ’ όλα χρειάζεται είναι η μετάνοια».
(Απόσπασμα από το βιβλίο «Θέματα Ορθοδόξου Θεολογίας», π. Γ. Φλορόφσκι, σελ. 79-81).
Πηγή: exprotestant.blogspot.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου