Οι απόστολοι όμως δεν κήρυξαν έτσι την ορθή διδασκαλία του Ευαγγελίου, αλλά παρέδωσαν ένα Χριστό, Θεό μαζί και άνθρωπο, και αυτό το δίδαξε με σαφήνεια ο θεολόγος Ιωάννης στα Ευαγγέλια λέγοντας, «Εν αρχή ην ο Λόγος, και ο Λόγος ην προς τον Θεόν, και Θεός ην ο Λόγος»· προσθέτοντας στην συνέχεια και τα εξής· «Και ο Λόγος σάρξ εγένετο, και εσκήνωσεν εν ημίν» (Κατά Ιωάννη, 1:1.14).
Ο ιεροκήρυκας πάλι Παύλος στην επιστολή που γράφει προς τους Εβραίους λέγει· «Επεί ουν τα παιδία κεκοινώνηκεν αίματος και σαρκός, και Αυτός παραπλησίως μετέσχε των αυτών» (Προς Εβραίους,2:14). Ακούς ότι ο ένας είπε ότι ο Λόγος έγινε σάρκα, και ο άλλος πάλι ότι έγινε μέτοχος των ιδίων; Αν όμως ο Ιησούς γεννήθηκε από γυναίκα, και στην συνέχεια έγινε η επιφοίτηση του Λόγου σ’ αυτόν, έπρεπε, όπως ειπώθηκε, να βρίσκονται δύο ομολογίες και τελείως ξεχωριστές σε όλα, ενώ τώρα, κοινολογώντας η θεόπνευστη Γραφή και αυτά που ταιριάζουν κατά φύση στη θεότητα, και αυτά που ταιριάζουν στη φύση του ανθρώπου, παρουσιάζει καθαρή την οικονομία της ένωσης. Όταν λοιπόν ακούς τον Απόστολο να λέγει «Προσδεχόμενοι την μακαρίαν ελπίδα και την επιφάνειαν της δόξης του μεγάλου Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού» (Προς Τίτο, 2:13), δεν κοκκινίζεις άραγε χωρίζοντας τον Λόγο από τον Ιησού; Γιατί δεν είπε, «του μεγάλου Θεού ο οποίος βρίσκεται μέσα στον Ιησού Χριστό», αλλά κήρυξε τον ίδιο Θεό και Ιησού. Για αυτό και είπε μία την εμφάνισή του.
Υπάρχουν λοιπόν περιπτώσεις κατά τις οποίες και τα γνωρίσματα της ανθρωπίνης φύσεως η αγία Γραφή τα κηρύττει με το όνομα του Θεού. Επειδή δηλαδή το πάθος του Σωτήρα δεν μπορούσε να νοηθεί με κανένα τρόπο στη φύση της θεότητας, και τα παθήματα είχαν γίνει εξολοκλήρου στο σώμα, επειδή ήταν αχώριστα ενωμένη με αυτό η θεότητα. Γιατί λέγει ο Απόστολος· «Ει έγνωσαν, ουκ αν τον Κύριον της δόξης εσταύρωσαν» (Α’ Κορινθίους, 2:8).
Βλέπεις πως ο λόγος της αποστολικής διδασκαλίας κοινολογεί τη χάρη της ένωσης, την ομολογία στον Χριστό; Γιατί ο Ιησούς δεν υπήρξε ποτέ απλός άνθρωπος πριν από την κοινωνία και ένωση του Θεού με αυτόν, αλλά ο ίδιος ο Λόγος που ήρθε σ’ αυτήν τη μακαρία Παρθένο, έλαβε τον ίδιο ναό για τον εαυτό Του από την ουσία της Παρθένου, και προήλθε από αυτήν, εξωτερικά βέβαια θεωρούμενος άνθρωπος, εσωτερικά όμως όντας αληθινός Θεός. Για αυτό και μετά τη γέννηση διατήρησε παρθένον αυτήν που τον γέννησε, πράγμα που δεν έγινε σε κανέναν άλλο από τους αγίους. Επειδή δηλαδή εκείνοι ήταν άνθρωποι ως προς τη φύση, όλοι είχαν ανθρώπινη και ίση γέννηση, Αυτός όμως, επειδή ως προς τη φύση του ήταν Θεός, προσλαμβάνοντας κατά τον τελευταίο καιρό και την ανθρώπινη φύση, παρουσίασε παράδοξη σε όλους τη γέννησή Του από την Παρθένο. Εύλογα λοιπόν η μακαρία μπορεί να λέγεται και Θεοτόκος και Παρθενομήτωρ, γιατί ο Ιησούς που γεννήθηκε από αυτήν δεν ήταν απλός άνθρωπος.
(Απόσπασμα από το «Κατά των μη βουλομένων ομολογείν Θεοτόκον την αγίαν Παρθένον», ΕΠΕ 10, σελ. 483- 487).
Ο ιεροκήρυκας πάλι Παύλος στην επιστολή που γράφει προς τους Εβραίους λέγει· «Επεί ουν τα παιδία κεκοινώνηκεν αίματος και σαρκός, και Αυτός παραπλησίως μετέσχε των αυτών» (Προς Εβραίους,2:14). Ακούς ότι ο ένας είπε ότι ο Λόγος έγινε σάρκα, και ο άλλος πάλι ότι έγινε μέτοχος των ιδίων; Αν όμως ο Ιησούς γεννήθηκε από γυναίκα, και στην συνέχεια έγινε η επιφοίτηση του Λόγου σ’ αυτόν, έπρεπε, όπως ειπώθηκε, να βρίσκονται δύο ομολογίες και τελείως ξεχωριστές σε όλα, ενώ τώρα, κοινολογώντας η θεόπνευστη Γραφή και αυτά που ταιριάζουν κατά φύση στη θεότητα, και αυτά που ταιριάζουν στη φύση του ανθρώπου, παρουσιάζει καθαρή την οικονομία της ένωσης. Όταν λοιπόν ακούς τον Απόστολο να λέγει «Προσδεχόμενοι την μακαρίαν ελπίδα και την επιφάνειαν της δόξης του μεγάλου Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού» (Προς Τίτο, 2:13), δεν κοκκινίζεις άραγε χωρίζοντας τον Λόγο από τον Ιησού; Γιατί δεν είπε, «του μεγάλου Θεού ο οποίος βρίσκεται μέσα στον Ιησού Χριστό», αλλά κήρυξε τον ίδιο Θεό και Ιησού. Για αυτό και είπε μία την εμφάνισή του.
Υπάρχουν λοιπόν περιπτώσεις κατά τις οποίες και τα γνωρίσματα της ανθρωπίνης φύσεως η αγία Γραφή τα κηρύττει με το όνομα του Θεού. Επειδή δηλαδή το πάθος του Σωτήρα δεν μπορούσε να νοηθεί με κανένα τρόπο στη φύση της θεότητας, και τα παθήματα είχαν γίνει εξολοκλήρου στο σώμα, επειδή ήταν αχώριστα ενωμένη με αυτό η θεότητα. Γιατί λέγει ο Απόστολος· «Ει έγνωσαν, ουκ αν τον Κύριον της δόξης εσταύρωσαν» (Α’ Κορινθίους, 2:8).
Βλέπεις πως ο λόγος της αποστολικής διδασκαλίας κοινολογεί τη χάρη της ένωσης, την ομολογία στον Χριστό; Γιατί ο Ιησούς δεν υπήρξε ποτέ απλός άνθρωπος πριν από την κοινωνία και ένωση του Θεού με αυτόν, αλλά ο ίδιος ο Λόγος που ήρθε σ’ αυτήν τη μακαρία Παρθένο, έλαβε τον ίδιο ναό για τον εαυτό Του από την ουσία της Παρθένου, και προήλθε από αυτήν, εξωτερικά βέβαια θεωρούμενος άνθρωπος, εσωτερικά όμως όντας αληθινός Θεός. Για αυτό και μετά τη γέννηση διατήρησε παρθένον αυτήν που τον γέννησε, πράγμα που δεν έγινε σε κανέναν άλλο από τους αγίους. Επειδή δηλαδή εκείνοι ήταν άνθρωποι ως προς τη φύση, όλοι είχαν ανθρώπινη και ίση γέννηση, Αυτός όμως, επειδή ως προς τη φύση του ήταν Θεός, προσλαμβάνοντας κατά τον τελευταίο καιρό και την ανθρώπινη φύση, παρουσίασε παράδοξη σε όλους τη γέννησή Του από την Παρθένο. Εύλογα λοιπόν η μακαρία μπορεί να λέγεται και Θεοτόκος και Παρθενομήτωρ, γιατί ο Ιησούς που γεννήθηκε από αυτήν δεν ήταν απλός άνθρωπος.
(Απόσπασμα από το «Κατά των μη βουλομένων ομολογείν Θεοτόκον την αγίαν Παρθένον», ΕΠΕ 10, σελ. 483- 487).
Πηγή: exprotestant.blogspot.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου