Δεν υπάρχει άλλος σίγουρος δρόμος σωτηρίας, εκτός από το να εξομολογείται ο καθένας σε πατέρες με πολλή διάκριση και από αυτούς να παίρνει οδηγίες για την αρετή και να μην ακολουθεί το δικό του θέλημα.

(Άγιος Ιωάννης Κασσιανός ο Ρωμαίος.)







Τούτον Δανιήλ υιόν ανθρώπου λέγει είναι, ερχόμενον πρός τον Πατέρα, και πάσαν την κρίσιν και την τιμήν παρ'εκείνου υποδεχόμενον

(Αποστολικαί Διαταγαί, Ε΄, ΧΧ 10, ΒΕΠ 2,92)
Αγία τριάδα


Εθεώρουν έως ότου θρόνοι ετέθησαν και παλαιός ημερών εκάθητο, και το ένδυμα αυτού λευκόν ωσεί χιών, και η θρίξ της κεφαλής αυτού ωσεί έριον καθαρόν... εθεώρουν εν οράματι της νυκτός και ιδού μετά των νεφελών του ουρανού ως υιός ανθρώπου ερχόμενος ην και έως του παλαιού των ημερών εφθασε...

(Δανιήλ Ζ', 9 και 14)



"Πιστεύοντες εις ένα Θεόν εν Τριάδι ανυμνούμενον, τας τιμίας Αυτού εικόνας ασπαζόμεθα."

(Πρακτικά εβδόμης Οικουμενικής συνόδου, Τόμος Β' σελ. 883)

Σάββατο 4 Απριλίου 2015

Η κριτική εις την αρχαίαν ελληνικήν θρησκείαν. Από τον Ηράκλειτον εις τον Ευήμερον.

Του πρωτ. π. Βασιλείου Α. Γεωργοπούλου, Επικ. Καθ. Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ.
 
Α'
 
Η αρχαία ελληνική θρησκεία παρουσιάζει μία ποικιλία μορφών και εκδηλώσεων σʼ όλη την ιστορική πορεία της1, με κορυφαίο βεβαίως σταθμό τη διαμόρφωση του αρχαιοελληνικού δωδεκάθεου, με την καθοριστική συμβολή σ’ αυτό το γεγονός των ποιητών Ησίοδου και Ομήρου, όπως έχει ήδη επισημάνει ο Ηρόδοτος2.

Εκτός όμως από τούς δώδεκα ολύμπιους θεούς, την καθιερωμένη και παραδοσιακή μορφή λατρείας των ελληνικών πόλεων, επιμέρους κεφάλαια και πτυχές της αρχαίας ελληνικής θρησκείας αποτελούν: i) η διονυσιακή λατρεία, ii) το πλήθος των άλλων δευτερευουσών θεοτήτων (π.χ. Διόνυσος, Πάνας, Θέμις, Γαία, Τύχη, Δίκη, Χάριτες, Εκάτη, Σάτυροι, Σειληνοί κ.ά.), iii) οι εορτές και οι αγώνες, iv) οι ναοί και τα μαντεία, v) τα Ελευσίνια μυστήρια και τα μυστήρια με οργιαστικό χαρακτήρα του Διονύσου, τα Καβείρια και της Κυβέλης.
 
Επιπλέον, στα παραπάνω πρέπει να προστεθούν: α) η παρουσία και κατά τους ιστορικούς χρόνους ανιμιστικών, φετιχιστικών και τοτεμιστικών στοιχείων, όπως η πίστη στη μαγική δύναμη των ξοάνων, β) η απόδοση ψυχής σε φυσικά αντικείμενα (π.χ. στα δέντρα ενοικούν οι Αμαδρυάδες), γ) η απόδοση λατρείας σε άψυχα αντικείμενα, όπως οι λεγόμενοι «βαίτυλοι» που θεωρούνταν ιεροί λίθοι, για τους οποίους πίστευαν ότι είχαν πέσει από τον ουρανό και η απόδοση σ’ αυτούς μαντικών και θεραπευτικών ιδιοτήτων. Ο Παυσανίας κατά τους ιστορικούς χρόνους μας πληροφορεί για την παρουσία και την απόδοση λατρείας σε ιερούς λίθους στην περιοχή της Αχαΐας (VII, 12, 4) και στον Ορχομενό της Βοιωτίας ( IX 38, 1) με την επισήμανση μάλιστα ότι: «Τάς μέν δή πέτρας σεβουσί τε μάλιστα καί τῷ Ἐτεοκλεῖ αὐτάς πεσεῖν ἐκ τοῦ οὐρανοῦ φασίν». δ) Οι μαντικές πρακτικές, μαγικές θεραπείες και τελετουργίες, οι δεισιδαιμονίες, ε) η θεώρηση αφηρημένων εννοιών ως θεοτήτων π.χ. Ομόνοια, Αιδώς, Φήμη κ.ά. στ) η λατρεία διαφόρων τερατόμορφων όντων, (π.χ. Σφίγγες, Άρπυιες) κ.ά.
 
Παράλληλα όμως με την καθιερωμένη μορφή λατρείας των διαφόρων θεών, σχετικά νωρίς, ήδη από τον 5ον π.Χ. αἰ., αρχίζει και μία μορφή αμφισβήτησης και κριτικής της καθιερωμένης παραδοσιακής αρχαιοελληνικής θρησκείας, στον κύκλο των φιλοσόφων και των πνευματικών ανθρώπων και κορυφώνεται αργότερα στα ελληνιστικά χρόνια. Η κριτική αυτή έχει μεν διαφορετική αφετηρία εκκίνησης στα επιμέρους πρόσωπα, πλην όμως έχει πάντοτε συγκεκριμένη στόχευση, όπως π.χ. την απόρριψη δεισιδαιμονιών ή την υπέρβαση του έντονου ανθρωπομορφισμού ή τη μετάβαση από το μύθο στο λόγο κ.ο.κ3. Μία κριτική που σε ορισμένες περιπτώσεις βλέπουμε να έχει ταυτοχρόνως και μία μονοθεϊστική χροιά4 και επιπλέον να είναι συνδεδεμένη με συγκεκριμένες πολιτικές, κοινωνικές και θρησκευτικές παραμέτρους. Ας δούμε κάποια χαρακτηριστικά και αντιπροσωπευτικά παραδείγματα αυτού του φαινομένου.
 
Ο Ηράκλειτος (544 -484 π.Χ.) ασκεί δριμεία κριτική σε τελετουργίες οργιαστικού και εκστατικού χαρακτήρα5.
Ο Ξενοφάνης ο Κολοφώνιος (570-480 π.Χ.) ο ιδρυτής της Ελεατικής σχολής, αποτελεί ένα παράδειγμα εξαιρετικού ρεαλισμού και αδαμαντίνου διαύγειας κριτικής στην Ομηρική και Ησιόδειο θεογονία. Αναφέρεται χαρακτηριστικά στο Αρ. 11 διασωζόμενο απόσπασμά του:«Πάντα θεοῖσʼ ἀνέθηκαν Ὅμηρος θʼ Ἡσίοδός τε ὅσα παρʼ ἀνθρώποισιν ὀνείδεα καί ψόγος ἐστίν κλέπτειν μοιχεύειν τε καί ἀλλήλους ἀπατεύειν». Μετάφραση: «Ο Όμηρος και ο Ησίοδος απέδωσαν στους θεούς όλα όσα προκαλούν στους ανθρώπους όνειδος και ψόγο, δηλαδή το να κλέβουν, να μοιχεύουν και να εξαπατούν ο ένας τον άλλον»6.
 
________________________________
Σημειώσεις:
 
1. Επιλεκτικά βλ.W. F. Otto, Die Gotter Griechenlands, 19473. W. Burkert, Griechische Religion der archaischen und klassischen Epoche, 1977. M. P. Nilsson, Ιστορία της Αρχαίας ελληνικής θρησκείας, (μτφρ: Αικ. Παπαθωμοπούλου), 19905. Του ιδίου, Ελληνική λαϊκή θρησκεία, (μτφρ. Ι. Κακριδή), 20002. R. Parker, Η Θρησκεία στην αρχαία Αθήνα, Ιστορική επισκόπηση, (μτφρ. Γεωρ. Τριανταφυλλίδη), 2005.
 
2. Βλ. Ηροδότου ιστοριών, Βιβλ. 2, κεφ. 53, «Οὗτοι δε εἰσιν οἱ ποιήσαντες θεογονίην Ἕλλησιν , καί τοῖσι θεοῖσι τάς ἐπωνυμίας δόντες καί τιμάς καί τέχνας διελόντες καί εἴδεα αὐτῶν σημήναντες».
 
3. Βλ. Griechische Religion, στο H. F.von Campenhausen - A. Bertholet (Hg), Worterbuch der Religionen, 1952, σ.172.
 
4. Βλ. W. Weischedel, Der Gott der Philosophen, τόμος A΄ , 19722, σσ. 56, 58.
 
5. Βλ. H. Diels, Fragmente der Vorsokratiker, τόμος Α, 19566. Πρβλ. Κλήμεντος Αλεξανδρέως,Προτρεπτικός προς Έλληνας, Β΄ 22, 1.
 
6. Βλ. Η.Diels, Die Fragmente der Vorsokratiker, τόμος A, 19566, σ. 132. W. Weischedel, Der Gott der Philosophen, όπ.π., σ. 42.
 
Ορθόδοξος Τύπος,03/04/2015

Πηγή: aktines.blogspot.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αναζητηση

Αναγνώστες