Δεν υπάρχει άλλος σίγουρος δρόμος σωτηρίας, εκτός από το να εξομολογείται ο καθένας σε πατέρες με πολλή διάκριση και από αυτούς να παίρνει οδηγίες για την αρετή και να μην ακολουθεί το δικό του θέλημα.

(Άγιος Ιωάννης Κασσιανός ο Ρωμαίος.)







Τούτον Δανιήλ υιόν ανθρώπου λέγει είναι, ερχόμενον πρός τον Πατέρα, και πάσαν την κρίσιν και την τιμήν παρ'εκείνου υποδεχόμενον

(Αποστολικαί Διαταγαί, Ε΄, ΧΧ 10, ΒΕΠ 2,92)
Αγία τριάδα


Εθεώρουν έως ότου θρόνοι ετέθησαν και παλαιός ημερών εκάθητο, και το ένδυμα αυτού λευκόν ωσεί χιών, και η θρίξ της κεφαλής αυτού ωσεί έριον καθαρόν... εθεώρουν εν οράματι της νυκτός και ιδού μετά των νεφελών του ουρανού ως υιός ανθρώπου ερχόμενος ην και έως του παλαιού των ημερών εφθασε...

(Δανιήλ Ζ', 9 και 14)



"Πιστεύοντες εις ένα Θεόν εν Τριάδι ανυμνούμενον, τας τιμίας Αυτού εικόνας ασπαζόμεθα."

(Πρακτικά εβδόμης Οικουμενικής συνόδου, Τόμος Β' σελ. 883)

Πέμπτη 14 Απριλίου 2022

ΝΕΟΠΑΓΑΝΙΣΤΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΠΛΗΞΙΑ, 8ο.

45b ΑΡΧΑΙΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΜΙΣΕΛΛΗΝΕΣ ΘΕΟΙ

ΑΠΟΛΛΩΝ...

- Εννιά μέρες σαΐτευε τους Έλληνες (Ιλιάδας Α, 53).

- Εμψυχώνει τους Τρώες να πολεμήσουν, λέγοντας τους ότι ο Αχιλλέας δεν παίρνει μέρος στις μάχες (Ιλιάδας Δ 507-513).

- Διασώζει τον Αινεία (Ιλιάδας Ε 344-346).

- Σώζει τον Έκτορα από σαϊτιά του Τεύκτρου, αλλάζοντάς της την πορεία (Ιλιάδας Θ 309-311).

- Χτυπά τον Πάτροκλο, ώστε αυτός να τα χάσει και να τον σαϊτέψει πρώτα ο Εύφορβος κι ύστερα να τον αποτελειώσει ο Έκτορας. (Ιλιάδας Π 788-792).

-Κάνει τα στραβά μάτια στην εισβολή των Περσών στην Ελλάδα, αφού ούτε το Μαντείο του στους Δελφούς δεν βγαίνει να υπερασπιστεί. Είναι εκπληκτικά απών.

-Παίρνει το μέρος της μιας πλευράς (Σπάρτη) στον αλληλοσπαραγμό των Ελλήνων, αντί, ως πανελλήνιος θεός, να κηρύξει την ενότητα και τη συμφιλίωση.

ΗΦΑΙΣΤΟΣ...

- Σώζει από βέβαιο θάνατο τον Τρώα Ιδαίο (Ιλιάδας Ε 22-23).

ΘΕΜΙΔΑ...

- Ζητά απ’ το Δία να αφανίζει τους Έλληνες, ώστε να δοξαστεί ο θυμωμένος μαζί τους γιός της (Ιλιάδας Α 508-510). Πατριωτισμός πάνω απ' όλα.

ΔΙΑΣ...

- Στέλνει τον Όνειρο στον Αγαμέμνωνα, ώστε να εξαπατήσει τους Έλληνες, πείθοντάς τους να επιτεθούν, υποσχόμενος σε αυτούς ότι τάχα ήρθε η ώρα να νικήσουν˙ στην πραγματικότητα, ετοιμάζει τον χαμό τους (Ιλιάδας Β 4-15).

- Δηλώνει ότι καμμιά άλλη πόλη δεν αγάπησε όπως την Τροία και το λαό της (Ιλιάδας Δ 46-49).

- Ρίχνει φλογερό αστροπελέκι στα άλογα του Διομήδη, ώστε να γλιτώσουν οι Τρώες που ο πρώτος κυνηγούσε (Ιλιάδας Θ 130-137).

- Δίνει ορμή στου Τρώες, που ενισχυμένοι κυνηγούν τους Έλληνες ώς το βαθύ χαντάκι του ελληνικού στρατοπέδου (Ιλιάδας Θ 334-335).

- Προφυλάσει και συμβουλεύει τον Έκτορα, πώς να σκοτώσει τον Αγαμέμνωνα (Ιλιάδας Λ 163-192).

-Φροντίζει για την αιώνια κυριαρχία των Ρωμαίων.

ΑΦΡΟΔΙΤΗ...

- Γλιτώνει τον Πάρη από τον Μενέλαο, από σίγουρο θάνατο (Ιλιάδας Γ 373-374).

- Γλιτώνει τον Τρώα Αινεία από βέβαιο θάνατο (Ιλιάδας Ε 311-312).

ΑΡΗΣ...

- Τρέχει να εμψυχώσει τους Τρώες κατά των Ελλήνων (Ιλιάδας Ε 461).

- Βοηθά τον Έκτορα στη μάχη (Ιλιάδας Ε 595).

Πέραν αυτών, η Λητώ και η Άρτεμις βοηθούν τους Τρώες (Ιλιάδας Υ 38-40).

Οι θεοί ρίχνουν σε φουρτούνα τα καράβια του Μενέλαου, που φτάνει στην Αίγυπτο με πέντε μόνο πλοία. Ο Ποσειδώνας σκοτώνει τον Αίαντα και καταδιώκει τον Οδυσσέα. Φιλελληνισμός, θεωρία και πράξη. Μιλούν ύστερα, οι εθνικιστές αρχαιολάτρες, για τα (δήθεν) «ανθελληνικά αποσπάσματα» της Π. Διαθήκης.

Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Ως γνωστόν, κάθε αρχαία πόλη-κράτος είχε τη δική της θρησκεία, τους δικούς της πολιούχους θεούς, το δικό της τελετουργικό και το δικό της ημερολόγιο. «Η θρησκεία, η οποία σε άλλα πεδία της παγκόσμιας ιστορίας, στον Καθολικισμό ή στο Ισλάμ, συνδέει λαούς που τους χωρίζουν τεράστιες αποστάσεις, κρατούσε απεναντίας τους Έλληνες χωρισμένους, όχι μόνο επειδή κάθε πόλη είχε τις δικές της τελετουργίες και εορτές καθώς και το, σαφές προς τις παραπάνω, ιδιαίτερο της ημερολόγιο, αλλά επειδή η ευλάβεια και η κατάνυξη είχαν τεθή στην υπηρεσία του κράτους» (J. Burckhardt, Οι Έλληνες και οι θεοί τους, Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, σ. 156).

«Μόνο οι Αργείοι είχαν δικαίωμα να εισέρχονται στο ναό της Ήρας του Άργους. Για να εισέλθει κάποιος μέσα στο ναό της Αθηνάς στην Αθήνα, έπρεπε να είναι Αθηναίος (Ηρόδοτος 5, 72˙ 7, 81) (...) Η Σπάρτη είχε Αθηνά και Ήρα, αλλά ο Σπαρτιάτης δεν μπορούσε να μπει στο ιερό της Αθηνάς πολιούχου των Αθηνών ή της Ήρας πολιούχου του Άργους» (Fustel De Coulanges, Η αρχαία Πόλη, εκδ. Ειρμός, σ. 232). Αυτό συνέβαινε, διότι άλλη θεά ήταν η Αθηνά των Αθηναίων κι άλλη η Αθηνά των Σπαρτιατών. Δηλαδή, ούτε τους ίδιους θεούς δεν λάτρευαν.

«Κάθε πόλη-κράτος είχε δικός της σώμα ιερέων, που ήταν ανεξάρτητο από κάθε ξένη ανώτερη αρχή. Ανάμεσα στους ιερείς δύο πόλεων δεν υπήρχε κανένας σύνδεσμος, καμία επικοινωνία, καμία ανταλλαγή απόψεων ή τελετουργιών. Πηγαίνοντας από τη μία πόλη στην άλλη, έβρισκε κανείς άλλους θεούς, άλλα δόγματα, άλλες τελετές. Οι Αρχαίοι είχαν τελετουργικά βιβλία, αλλά τα βιβλία μιας πόλεως δεν έμοιαζαν καθόλου με τα βιβλία της άλλης» (Fustel De Coulanges, Η αρχαία Πόλη, εκδ. Ειρμός, σ. 233). Ένας Έλληνας, το κράτος του οποίου λάτρευε τον ήρωα Αλάβανδο, είπε σε έναν άλλο Έλληνα που η πόλη του λάτρευε τον Ηρακλή: «Ο Αλάβανδος είναι θεός, ενώ ο Ηρακλής δεν είναι» (Κικέρωνα, De nat. Deorum, 3, 19). Ενώ η Ορθοδοξία όντας θρησκεία όλων των Ελλήνων, τους ενώνει, η αρχαία θρησκεία τους δίχαζε. Παρατηρούμε, επίσης, ότι οι νεοπαγανιστές, έχοντας ενιαίες, πανελλήνιες τελετουργίες και θρησκευτικά τυπικά, αποδεικνύεται ότι συνιστούν μια νεοεποχίτικη θρησκεία κι όχι την αναβίωση της αρχαίας θρησκείας. Αν ήθελαν να αναβιώσουν την παλιά, σε κάθε πόλη και περιοχή θα είχαν κι από διαφορετικό τυπικό καθώς και διαφορετικά ημερολόγια. Ο σπαρτιάτης νεοπαγανιστής δεν θα έπαιρνε το δικαίωμα από τον αθηναίο νεοπαγανιστή να ανέβει στο ναό του Παρθενώνα.

46. «Τους προκαλούμε δημοσίως να μας πούν: Οι Ολυμπιακοί αγώνες όπως διεξήγοντο στην αρχαία Ελλάδα, ως θρησκευτική τελετή και συγχρόνως αθλητική εορτή, είναι μέρος του Ελληνικού πολιτισμού, ναί ή όχι; Τι θα μας πούν; Ότι το αθλητικό μέρος είναι, αλλά το θρησκευτικό μέρος των αγώνων δεν είναι, λόγω ειδωλολατρείας; Ότι το καλλιτεχνικό μέρος, είναι μέρος του Ελληνικού πολιτισμού, αλλά το θεολογικό-λατρευτικό δεν είναι;»

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Προκαλούμε εμείς τους εκ του μηδενός επανεφανισθέντες νεοπαγανιστές να μας πούν: είναι η Μυκηναϊκή, Κυκλαδική και Μινωική θρησκεία μέρος του Ελληνικού πολιτισμού ναί ή όχι; Τί θα μάς πούν, ότι είναι φολκλόρ; Εάν δεν μάς το πούνε, τότε γιατί παράτησαν τις πατρογονικές θρησκείες αυτές και προτίμησαν το Δία και την Αστάρτη-Αφροδίτη επικεφαλής του πάνθεου; Γιατί, ενώ στο αρχέγονο ελληνικό μινωικό πάνθεον δεν υπήρχαν αρσενικοί θεοί, ξαφνικά (Δια της βίας, φυσικά, των Αχαιών επί των Μινωιτών), 1500 χρόνια μετά, κυρίαρχος είναι ένας ανδρικός (και προφανώς μη ελληνικής προέλευσης, αφού αρχικά δεν υπήρχε στην αρχέγονη λατρεία) θεός; Γιατί οι θεές Πο.σι.δα.ε.jα, Α.σι.Fι.ja, Δα.που.ρι.το.jο πο.τι.νι.jα έπαψαν να λατρεύονται μετά το τέλος της μυκηναϊκής εποχής; Πού πήγαν οι θεές Γουία (Gwoia), Κομαουέντεια (Komawenteia) και Ιφιμέδεια (IPHIMEDEIA) και ο θεός Πέρσης (PERSE); Γιατί στην μυκηναϊκή εποχή δεν βρίσκεται καν το όνομα «Δήμητρα» στις μυκηναϊκές πινακίδες; Ανύπαρκτη ήταν; Γιατί δεν λάτρευαν στην κλασική ή την ελληνιστική εποχή τους «Πατρώους» αυτούς «θεούς»; Γιατί στη μυκηναϊκή εποχή ο Διόνυσος ήταν μια ασήμαντη θεότητα, ενώ στην κλασσική κατέληξε ο δεύτερος ή τρίτος πιο σημαντικός θεός; Γιατί, ενώ στην μυκηναϊκή εποχή, ο Ποσειδώνας είναι ο μεγαλύτερος θεός, όπως δείχνουν οι πινακίδες της Πύλου, στις επόμενες περιόδους ο Δίας τον υποσκελίζει; Τι συνέβη; Γιατί «εξαφανίστηκε» ο μυκηναϊκός θεός Πα.jα.Fο.νε; Γιατί οι νεοπαγανιστές είναι υπέρ της καύσης των νεκρών κι όχι της ταφής, αφού στην Κρητομυκηναϊκή περίοδο οι νεκροί δεν καίγονταν, αλλά θάβονταν; Όταν οι νομάδες εισβολείς Δωριείς έφτασαν στην «Ελλάδα», έφεραν μαζί τους κι αυτό το ξενικό έθιμο, το οποίο οι νεοπαγανιστές παρουσιάζουν ως προγονικό. Γιατί προτιμούν την μεταγενέστερη ελληνικότητα (καύση) αντί της αυθεντικής; (ταφή). Είναι μήπως προδότες της «αυθεντικής ελληνικής παραδόσεως»; Εάν αυτοί δεν πιστεύουν στη Γαία και τον Ουρανό ή τον Κρόνο ως τους ανώτερους θεούς, χάριν της ξένης Αφροδίτης και του ξένου Διόνυσου, αλλά απλώς τούς έχουνε παράμερα, τότε κι εμείς οι υπόλοιποι και πιο πολλοί Έλληνες έχουμε δικαίωμα να θεωρούμε και το Δία και τη Γαία ως τμήματα του ελληνικού πολιτισμού μεν, αλλά όχι και να τους λατρεύουμε. Ομοίως όπως αυτοί πέταξαν ή αντικατέστησαν τα ειδώλια της κυκλαδικής εποχής και τις εικονιζόμενες θεότητες, έτσι έχουμε κι εμείς το δικαίωμα να μην ταυτιζόμαστε με τα άπαντα του «Ελληνικού Πολιτισμού», όπως κι αυτοί δεν συνδέονται με τον Κυκλαδίτικο Ελληνικό Πολιτισμό και τους θεούς του, και να βλέπουμε τα αγάλματά τους ως ωραία σκαλισμένες πέτρες. 
 

ΝΕΟΠΑΓΑΝΙΣΤΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΠΛΗΞΙΑ, 7ο.

45. «Έθνη που προσκυνούν ξένους θεούς είναι καταδικασμένα να υποδουλωθούν και μία μέρα να αφανισθούν. Το Ελληνικό έθνος δεν πρόκειται να ξεφύγει από αυτόν τόν κανόνα όσο προσκυνά τον ραββίνο Τζεσουά».

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: «Μια μέρα είναι καταδικασμένα να αφανιστούν». Τί θα πει, «μια μέρα»; Σήμερα; Αύριο; Σε δέκα χρόνια; Σε 30 αιώνες μήπως; Ζήσε Mάη να φας τριφύλλι; Διότι οι Έλληνες προσκυνούν έναν «μη ελληνικής προέλευσης» θεό εδώ και 18 αιώνες, δηλαδή πολύ περισσότερο διάστημα απ' όσο προσκυνούν τον ίδιο τον Δία και τους άλλους, και φαίνεται πως ακόμα δεν σκοπεύουν να αφανιστούν. Πώς δεν εξαφανίστηκαν; Με τέτοια ψευδολογήματα, θεοκρατικές αντιλήψεις και απειλές οι «Ελληνες Εθνικοί» προσπαθούν να τρομάξουν τους Έλληνες. Όμως ο Κολοκοτρώνης που μάς απελευθέρωσε έλεγε: «Ο Θεός έβαλε την υπογραφή του για την ελευθερία της Ελλάδας, και δεν την παίρνει πίσω». Μήπως τώρα θα αντιπούν τίποτε Ν/Π ότι ο Κολοκοτρώνης εννοεί το Δία ή κάποιον άλλον, μη χριστιανικό θεό, να σηκωθεί ο Κολοκοτρώνης να τους πάρει στο κυνήγι;

«Ηταν μια εκκλησιά εις τον δρόμο (η Παναγιά στο Χρυσοβίτσι) και το καθησιόν μου ήτο οπού έκλαιγα την Ελλάδα: Παναγιά μου βοήθησε και τούτη τη φορά τους Ελληνας δια να εμψυχωθούν!» (Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, Απομνημονεύματα, εκδ. Αφών Τολίδη, σ. 152), λέει ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης.

Οι νεοειδωλολάτρες γράφουν: «Θυμίσου Έλληνα την Μεγάλη Επανάσταση του 2597 μ.π.Ο. όπου ο Κολοκοτρώνης μαζί με τους Οπλαρχηγούς και τα παλληκάρια τους ορκίστηκαν στους θεούς ότι θα τσακίσουν τους ναζωραίους κατακτητές», ενώ ο ίδιος ο Κολοκοτρώνης (Λόγος προς τους νέους, στην Πνύκα) γράφει: «Εις τον τόπον, τον οποίον κατοικούμε, εκατοικούσαν οι παλαιοί Έλληνες, από τους οποίους και ημείς καταγόμεθα και ελάβαμε το όνομα τούτο. Αυτοί διέφεραν από ημάς εις την θρησκείαν, διότι επροσκυνούσαν τες πέτρες και τα ξύλα. Αφού ύστερα ήλθε στον κόσμο ο Χριστός, οι λαοί όλοι επίστευσαν εις το Ευαγγέλιο του, και έπαυσαν να λατρεύουν τα είδωλα. Δεν επήρε μαζί του ούτε σοφούς ούτε προκομμένους, αλλ' απλούς ανθρώπους, χωρικούς καί ψαράδες, και με τη βοήθεια του Αγίου Πνεύματος έμαθαν όλες τες γλώσσες του κόσμου, οι οποίοι, μολονότι όπου και αν έβρισκαν εναντιότητες και οι βασιλείς και οι τύραννοι τους κατέτρεχαν, δεν ημπόρεσε κανένας να τους κάμη τίποτα. Αυτοί εστερέωσαν την πίστιν. (...) Ύστερα ήλθαν οι Μουσουλμάνοι και έκαμαν ό,τι ημπορούσαν, δια να αλλάξη ο λαός την πίστιν του. Έκοψαν γλώσσες εις πολλούς ανθρώπους, αλλ' εστάθη αδύνατο να το κατορθώσουν. Τον ένα έκοπταν, ο άλλος το σταυρό του έκαμε».

Αντιλαμβάνεται εύκολα κανείς το ήθος των νεοπαγανιστών που υποστηρίζουν και διαδίδουν τέτοια αναίσχυντα ψέμματα περί Κολοκοτρώνη.

45a Η ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΘΕΩΝ

Ο Ηρόδοτος έγραψε ότι η θρησκεία των αρχαίων ελλήνων προήλθε από άλλους λαούς.

Ιστορίαι, 2, 4: «Έλεγαν ότι οι Αιγύπτιοι πρώτοι κατονόμασαν 12 θεούς κι ότι οι Έλληνες πήραν απ' αυτούς τα ονόματα. Επίσης ότι πρώτοι αυτοί χάρισαν στους θεούς βωμούς, αγάλματα και ναούς, κι ότι χάραξαν πάνω σε πέτρες διάφορες μορφές».

Ιστορίαι, 2, 50: «Όλα σχεδόν των θεών τα πρόσωπα έχουν έρθει στην Ελλάδα από την Αίγυπτο. Ρωτώντας ανακάλυψα πως έτσι έγινε, πως δηλαδή έχουν έρθει από άλλους λαούς. Μου φαίνεται μάλιστα πως οι περισσότεροι έχουν έρθει από την Αίγυπτο. Στη χώρα τους, την Αίγυπτο, υπήρξαν πάντοτε τα πρόσωπα των άλλων θεών, εκτός από τον Ποσειδώνα και τους Διοσκούρους, όπως έχω και προηγουμένως πει, την Ήρα, την Εστία, τη Θέμιδα τις Χάριτες και τις Νηρηίδες. Λέω ό,τι λένε κι οι ίδιοι οι Αιγύπτιοι. Τα πρόσωπα των θεών, που ισχυρίζονται πως δεν τα ξέρουν, νομίζω πως κατονομάστηκαν από τους Πελασγούς, εκτός από τον Ποσειδώνα. Τον θεό αυτόν οι Έλληνες τον έμαθαν από τους κατοίκους της Λιβύης. Κανένας λαός δεν λάτρευε απ' την αρχή το πρόσωπο του Ποσειδώνα, παρά μόνον οι άνθρωποι απ' την Λιβύη, που τιμούσαν πάντα αυτόν τον θεό. Οι Αιγύπτιοι λοιπόν δεν αφιερώνουν τελετές ούτε κάν στους ήρωες». Ο Ηρόδοτος δεν εννοεί βέβαια ότι τα ίδια τα ονόματα των θεών του Ελληνικού πανθέου ήρθαν από την Αίγυπτο (γνωρίζει τη διαφορά στις ονομασίες τους, π.χ. Άμμων και Ζεύς: 2, 42), αλλά ότι οι ελληνικοί θεοί προσδιορίστηκαν και η λατρεία τους εγκαθιδρύθηκε και καθορίστηκε με βάση τους Αιγυπτιακούς.

Ιστορίαι, 2, 52: «Οι Πελασγοί πρωτύτερα έκαναν πάντοτε θυσίες και προσφορές στους θεούς, καθώς άκουσα στη Δωδώνη, χωρίς να λένε το όνομα ή την επωνυμία κανενός θεϊκού προσώπου, γιατί δεν είχαν ακούσε τίποτα σχετικό έως τότε. Τους έδωσαν την προσωνυμία «θεοί» από αυτό το πράγμα, επειδή δηλαδή «έθεσαν» – έβαλαν, όπως λέμε – τάξη παντού και χάρισαν στους ανθρώπους τα πάντα. Όταν όμως πέρασε πολύς καιρός έμαθαν των άλλων θεών τα ονόματα πού έφτασαν από την Αίγυπτο. Το όνομα του Διόνυσου το πληροφορήθηκαν πολύ αργότερα. Μετά από καιρό ζήτησαν χρησμό στο μαντείο της Δωδώνης σχετικά με τα ονόματα. Γι' αυτό το μαντείο τούτο θεωρείται το πιο αρχαίο από τα ελληνικά μαντεία. Εκείνον τον καιρό ήταν το μοναδικό, που υπήρχε. Όταν λοιπόν ζήτησαν χρησμό οι Πελασγοί στη Δωδώνη, αν πρέπει να παραλάβουν τα ονόματα των θεών, που είχαν έρθει από τους ξένους, το μαντείο απάντησε να τα παραλάβουν και να τα χρησιμοποιούν. Απ' την αρχή λοιπόν αυτή πρόσφεραν θυσίες, χρησιμοποιώντας τα ονόματα των θεών. Κατόπιν, απ’ τους Πελασγούς τα πήραν οι υπόλοιποι Έλληνες».

Ιστορίαι, 2, 53: «Την προέλευση του καθ' ενός θεού, αν υπήρχαν όλοι από πάντα και ποια ήταν η μορφή τους, αυτά δεν τα ήξεραν μέχρι τότε, μέχρι χθες, που λέει ο λόγος. Νομίζω πως ο Ησίοδος κι ο Όμηρος ήταν στην ηλικία 400 χρόνια γεροντότεροι μου κι όχι περισσότερο. Αυτοί μίλησαν στα ποιήματά τους για τη θεογονία στους Έλληνες, αυτοί ονομάτισαν τους θεούς, αυτοί τους μοίρασαν τιμές και δεξιοτεχνίες, αυτοί έμαθαν στον κόσμο της θεϊκές μορφές. Οι ποιητές που, καθώς λένε οι άνθρωποι, έζησαν νωρίτερα απ' αυτούς τους δύο, νομίζω πως έζησαν αργότερα. Απ' τις γνώμες αυτές, τις πρώτες τις υποστηρίζουν οι ιέρειες της Δωδώνης, ενώ τις κατοπινές, τις σχετικές με τον Ησίοδο και τον Όμηρο, τις λέω εγώ».

Ιστορίαι, 2, 54: «Για τα μαντεία, γι' αυτό που βρίσκεται στην Ελλάδα και για το άλλο, της Λιβύης, οι Αιγύπτιοι λένε αυτά τα λόγια. Οι ιερείς του Δία της αιγυπτιακής Θήβας ισχυρίζονται πως οι Φοίνικες πήραν απ' το μέρος αυτό δύο ιέρειες. Έμαθαν πως την μια απ' αυτές την πούλησαν στη Λιβύη κα την άλλη στην Ελλάδα. Οι γυναίκες αυτές είναι οι πρώτες που στέριωσαν τα μαντεία τούτα σε όσες χώρες ανάφερα. Όταν ρώτησα πώς το ξέρουν με τέτοια σιγουριά και το λένε, μου απάντησαν ότι εκείνοι οι ίδιοι έψαξαν πολύ για τις γυναίκες αυτές. Δεν μπόρεσαν τότε να τις βρουν, πληροφορήθηκαν όμως αργότερα γι' αυτές όσα μου είπαν».

Ιστορίαι, 2, 55: «αυτά άκουσα απ' τους ιερείς της αιγυπτιακής Θήβας. Οι μάντισσες της Δωδώνης λένε τα λόγια τούτα: πως πέταξαν δύο μαύρα περιστέρια απ' τη Θήβα της Αιγύπτου και πήγαν το ένα στη Λιβύη και το άλλο στα δικά τους μέρη. Πως το δεύτερο κάθισε πάνω σε μια βελανιδιά κι είπε με ανθρώπινη φωνή ότι έπρεπε να γίνει μαντείο του Δία στο μέρος αυτό. (...) Αυτά τα έλεγαν οι ιέρειες της Δωδώνης, που ονομάζονται η μεγαλύτερη στα χρόνια Προμένεια, η επόμενη Τιμαρέτη κι η νεώτερη Νικάνδρη. Μαζί τους συμφωνούσαν κι οι άλλοι άνθρωποι της Δωδώνης, που είχαν κάποια σχέση με τον ναό».

Ιστορίαι, 2, 58: «Πανηγύρια και λιτανείες και θρησκευτικές συγκεντρώσεις πρώτοι απ' όλους τους ανθρώπους έκαναν οι Αιγύπτιοι. Απ' αυτούς το έμαθαν και οι Έλληνες. Απόδειξη στα λόγια μου είναι τούτο το πράγμα: οι γιορτές τους φαίνεται ότι γίνονται από πολύν καιρό, ενώ των Ελλήνων καθιερώθηκαν τελευταία».

Ιστορίαι, 2, 123: «Πρώτοι απ’ όλους οι Αιγύπτιοι είπαν κι αυτά τα λόγια, ότι (...) ενώ το σώμα καταστρέφεται, η ψυχή μπαίνει μέσα σε κάποιαν άλλη ύπαρξη, που βλέπει το φως. Όταν τριγυρίσει σε όλα τα ζώα της στεριάς, της θάλασσας και του ουρανού, μπαίνει ξανά στο σώμα ενός ανθρώπου, που γεννιέται. Η περιπλάνηση αυτή γίνεται μέσα σε 3000 χρόνια. Την άποψη τούτη ακολούθησαν μερικοί Έλληνες, άλλοι στο μακρινό παρελθόν κι άλλοι κάπως αργότερα, σαν να ήταν δική τους. Μονολότι ξέρω τα ονόματα εκείνων, δεν τα αναφέρω». Δηλαδή: Η θεωρία της μετεμψύχωσης με την οποία παθιάζονται ορισμένοι νεοπαγανιστές ότι είναι ελληνικότατη, δεν είναι ελληνική.

Φυσικά, ο Ηρόδοτος, δεν είναι «ανθέλληνας» όπως τον κατηγορούν οι νεοπαγανιστές κι όπως τον κατακρίνει ο Πλούταρχος, διότι ο ίδιος άνθρωπος εξιστόρησε την μεγαλειώδη νίκη των αρχαίων Ελλήνων κατά των «βαρβάρων» της Ασίας, δίνοντας τεράστιους αριθμούς για την περσική στρατειά (ένα εκατομμύριο στρατιώτες), ώστε η νίκη των λιγοστών Ελλήνων να είναι ακόμη πιο ένδοξη. Ο «ανθέλληνας και αναξιόπιστος» Ηρόδοτος, σύμφωνα με τους νεοπαγανιστές, γράφει ότι «η Ελληνική φυλή ξεχώριζε ανέκαθεν απ’ τους βαρβάρους, γιατί και εξυπνότερη ήταν και δεν διακρινόταν για ανόητη ελαφρομυαλιά» (1, 60). Άρα δεν γράφει ό,τι του κατέβει ο Ηρόδοτος, παρασυρμένος από κάποιον φιλοασιατισμό, αλλά μεταφέρει πράγματα, που ήταν κοινός τόπος στην εποχή του.

Παυσανίας, 10, 14, 7: «Της Ουρανίας [Αφροδίτης] η λατρεία καθιερώθηκε για πρώτη φορά στους Ασσυρίους. Μετά τους Ασσυρίους στους Παφίους της Κύπρου και στους Φοίνικες που κατοικούν στην Ασκαλώνα της Παλαιστίνης. Από τους Φοίνικες πήραν την λατρεία της οι Κυθήριοι. Στους Αθηναίους την εισήγαγε ο Αιγέας».

«Αι μυστικαί αυταί τελευταί φαίνεται ότι ήσαν μέρος της λατρείας των Προελλήνων κατοίκων της Αιγαιίδας, των καλουμένων Πελασγών. (...) Αφ' ότου ήρξατο η εις την Αιγαιίδα κάθοδος των ελληνικών φυλών, Αχαιών, Ιώνων κ.ά., άτινα τουναντίον ελάτρευον τους ουρανίους, οι Πελασγοί εζήτησαν να προστατεύσωσι τας θρησκευτικάς αυτών παραδόσεις και την λατρείαν από βεβηλώσεως και αφανισμού των αλλοδόξων κατακτητών και προς τούτο εχρησιμοποίησαν το σκότος της νυκτός. Τα μυστήρια λοιπόν είναι η θρησκεία των κατακτηθέντων Πελασγών (Ηρόδοτος, 2, 51 «τα μυστήρια των Καβείρων τα πήραν οι Σαμοθράκες από τους Πελασγούς»˙ η Δήμητρα ελατρεύετο εν Άργει ως Πελασγίς: Παυσανίας, 2, 21, 1), αγροτική λατρεία της Δήμητρος, χθονίων θεών, ήτις δια τον φόβον των επιδρομέων εγένετο θρησκεία μυστική, μυστήρια τελούμενα ίσως το πρώτον υπό γυναικών μόνον (...). Η θρησκεία των Πελασγών υποστάσα διωγμούς υπό των κατακτητών εξέλιπεν εκ της Αιγαιίδος, διασωθείσα μόνον εν τοις μυστηρίοις της Ελευσίνος, της Σαμοθράκης και εν Μικρά Ασία. Πάντως οι πλείστοι των κατακτηθέντων αφομοιώθησαν θρησκευτικώς προς τους κατακτητάς, αλλά και πολλά στοιχεία της θρησκείας των κατακτηθέντων επεκράτησαν και επεβλήθησαν εις τους κατακτητάς, όπως συν τω χρόνω τα μυστήρια. Την μη ελληνικότητα των μυστηρίων μαρτυρούσι και λέξεις μη ελληνικαί, χρησιμοποιούμεναι εν αυτοίς, αι voces mysticae, πάξ, κόγξ, βαυβώ (η μητρική κοιλία, το γυναικείον αιδοίον), εὐοῖ, σαβοῖ (επιφωνήσεις προς τον Διόνυσον), η χρήσις του ναρκίσσου (λ. μη ελληνική) εν τοις μυστηρίοις της Ελευσίνος, Ἀξιόκερσος, Ἀξιοκέρσα, Ἀξίερος» (Δημητρίου Ν. Γουδή, Τα μυστήρια της Ελευσίνας, Αθήναι 1935, επανέκδ. εκδ. Δημιουργία, σ. 21-22). Η ίδια η λέξη μυστήριο σημαίνει «το τελούμενον εν κλειστώ χώρω, το κρύφιον, το μυστηριώδες, το απόρρητον, το αποφεύγον το φως της ημέρας και τελούμενον εν νυκτί» (Δημητρίου Ν. Γουδή, Τα μυστήρια της Ελευσίνας, Αθήναι 1935, επανέκδ. εκδ. Δημιουργία, σ. 20). Με άλλα λόγια, τα αρχαιοελληνικά μυστήρια δεν ήταν αρχαιοελληνικά, αλλά πελασγικά (κατά τον Ηρόδοτο ήταν εν μέρει Αιγυπτιακά). Οι κατεκτημένοι Πελασγοί βλέποντας τους κατακτητές Αχαιούς να απαγορεύουν την θρησκεία τους και να επιβάλλουν τη θρησκεία των Ολύμπιων, τελούσαν τη λατρεία τους τη νύχτα, και μάλιστα τη λατρεία αυτή την περιέβαλαν με πέπλο μυστηρίου, ώστε οι Αχαιοί να την σεβαστούν, θεωρώντας την μυστηριώδη και «ανώτερη». Στο τέλος, βέβαια, οι Αχαιοί, οι Ίωνες κ.ά. σφετερίστηκαν τα μυστήρια, δηλαδή την διωκώμενη πελασγική θρησκεία, προσαρμόζοντάς τα στην ολυμπιακή θρησκεία (μετά οι εθνικιστές αρχαιάτρες κάνουν λόγο για «αντιγραφή παγανιστικών παραδόσεων από τους Χριστιανούς»). Αυτό που συνέβη, είναι ότι τα μυστήρια ήταν ό,τι πρόλαβαν να περισώσουν από την απαγορευμένη θρησκεία τους οι Πελασγοί τελώντας τα με απόρρητο τρόπο˙ γι' αυτό και αποκλήθηκαν «μυστήρια». Ο Απόλλων οικειοποιήθηκε την λατρεία του προελληνικού θεού Υάκινθου στις Αμύκλες (M. Nilsson, Ιστορία της αρχαίας ελληνικής θρησκείας, εκδ. Παπαδήμα σ. 127). Σήμερα, λέει ο Ρισπέν (Ελληνική Μυθολογία, τ. Α’, σ. 160), η επιστήμη γνωρίζει ότι ο Υάκινθος είναι πέρα από κάθε αμφιβολία προελληνικός θεός, μινωικής καταγωγής˙ σημαίνει συνάμα και ένα λουλούδι.

«Ο Ορφέας, πήρε από την Αίγυπτο τις περισσότερες από τις μυστικές τελετουργίες, τις οργιαστικές τελετές που συνοδεύουν τις περιπλανήσεις του και την μυθική παράδοση για τις εμπειρίες του στον Άδη» (Διόδωρου Σικελιώτη Βιβλιοθήκης Ιστορικής Βίβλος πρώτη 96, 5).

«Ο Ηρακλής, για παράδειγμα, είναι Αιγυπτιακής καταγωγής και χάρη στην ανδρεία του τριγύρισε μεγάλο μέρος του κόσμου κι έστησε τη στήλη στη Λιβύη˙ τις αποδείξεις γι' αυτό παίρνουν οι Αιγύπτιοι από τους ίδιους τους Έλληνες. Δεδομένου πως όλοι συμφωνούν ότι ο Ηρακλής πολέμησε τους Γίγαντες στο πλευρό των Ολύμπιων Θεών, ισχυρίζονται πως δεν συμβιβάζεται χρονικά η ύπαρξη των Γιγάντων με την εποχή που λένε ότι γεννήθηκε ο Ηρακλής, μια γενιά δηλαδή πριν τα Τρωικά, αλλά μάλλον, όπως λένε, με την εποχή της Γένεσης του ανθρωπίνου γένους, διότι οι Αιγύπτιοι μετρούν από εκείνη την εποχή μέχρι τις μέρες μας πάνω από δέκα χιλιάδες χρόνια, ενώ από τον Τρωικό πόλεμο λιγότερα από χίλια διακόσια χρόνια. Ομοίως, το ρόπαλο και η λεοντή αρμόζουν στον παλαιό Ηρακλή, επειδή εκείνο τον καιρό δεν είχαν ακόμη εφευρεθεί τα όπλα και οι άνθρωποι πολεμούσαν τους αντίπαλους τους με ξύλα και χρησιμοποιούσαν τα δέρματα των ζώων για αμυντικό οπλισμό. Από τη μια, λένε, τον θεωρούν γιο του Δία κι από την άλλη δεν έχουν να πούν τίποτα για τη μητέρα του. Όσο για εκείνον που γεννήθηκε από την Αλκμήνη, μετά από δέκα χιλιάδες χρόνια και περισσότερα, όταν γεννήθηκε, τον έλεγαν Αλκαίο και αργότερα μετονομάστηκε Ηρακλής, όχι γιατί οφείλει το «κλέος» του στην Ήρα, αλλά, επειδή είχε την ίδια αγαθή προαίρεση με τον παλαιό Ηρακλή, κληρονόμησε την δόξα του μαζί με το όνομά του. Με τα λεγόμενά τους συμφωνεί και η από πολλά χρόνια δοξασία που κυκλοφορεί ανάμεσα στους Έλληνες, ότι ο Ηρακλής ξεκαθάρισε τη γη από τα άγρια θηρία˙ γεγονός που δεν ταιριάζει καθόλου με την εποχή κοντά στον Τρωικό πόλεμο, οπότε το μεγαλύτερο μέρος της γης είχε εξημερωθεί με τη γεωργία, τις πόλεις και το πλήθος των κατοίκων σε όλη την ύπαιθρο. Η εξημέρωση της χώρας ταιριάζει περισσότερο σε άνθρωπο που έζησε κατά τα πανάρχαια χρόνια, όταν οι άνθρωποι καταδυναστεύονταν ακόμη από το μεγάλο πλήθος των θηρίων, ειδικότερα στην Αίγυπτο
» (Διόδωρου Σικελιώτη, Βιβλιοθήκης Ιστορικής Βίβλος πρώτη, 24).

Η λέξη Ωκεανός (που κατά τους Έλληνες μυθογράφους περιβάλλει, σαν κύκλος, τη γη) κατάγεται από την χεττιτική λέξη uginna που σημαίνει κύκλο. Η λέξη άρουρα = γη (Ιλιάδας Σ, 52) προέρχεται από το έπος του Γιλγαμές, στο οποίο υπάρχει η θεά της δημιουργίας Aruru.

Ο Πλάτωνας βασιζόμενος στην Βαβυλωνιακή θρησκεία, η οποία λέει ότι τα άστρα έχουν ψυχές, μία το καθένα (κι από αυτήν την αντίληψη προήλθε και η αστρολογία), γράφει (Τίμαιος 41a-d˙ Πολιτεία 611a) ότι ο αριθμός των ανθρώπινων ψυχών που δημιουργήθηκαν είναι αμετάβλητος και ίσος προς τον αριθμό των άστρων, επειδή σε κάθε άστρο εδόθη μια ψυχή. Ελληνικότατο δόγμα, αφού το είπε ο Πλάτωνας.

«Οι Έλληνες θεωρούσαν, χωρίς άλλο σωστά, ότι αυτές οι περίεργες τελετές [της λατρείας του Διόνυσου] δεν ήταν γεννημένες στην Ελλάδα: ο Ηρόδοτος τις ονομάζει νεωστί εσηγμένα (2, 49, όπου το νεωστί μοιάζει να αναφέρεται στον καιρό του Μελάμποδος, πριν από τον Τρωικό πόλεμο) και ο Ευριπίδης παριστάνει την διονυσιακή λατρεία σαν είδος “παγκόσμιας θρησκείας”, που την μετέφεραν “ιεραπόστολοι” (όπως δεν είχε γίνει ποτέ με καμιά ελληνική λατρεία) από την μιά χώρα στην άλλη. Κατά την γνώμη του, αρχική της έδρα ήταν τα βουνά της Λυδίας και της Φρυγίας (Βάκχες, 13, 55, 86 κτλ.), άποψη που ενισχύεται από τη σύγχρονη ανακάλυψη ότι Βάκχος είναι το λυδικό αντίστοιχο του Διονύσου» (Euripides Bacchae, edited with Introduction and Commentary by Ε. R. Dodds, Second edition, Oxford, At the Clarendon Press, 1960).

Παυσανίας, 4, 32, 4: «Εγώ ξέρω πως οι Χαλδαίοι και οι μάγοι των Ινδών πρώτοι είπαν πως η ψυχή του ανθρώπου είναι αθάνατη και πως πίστεψαν σε αυτούς κι άλλοι Έλληνες, ιδιαίτερα όμως ο γιος του Αρίστωνα, Πλάτων».

Παυσανία, Λακωνικά, 11, 7: «Το μέρος που ονομάζεται Λιμναίο είναι αφιερωμένο στην Ορθία Άρτεμη. Λένε ότι αυτό το ξόανο είναι εκείνο που έκλεψαν ο Ορέστης και η Ιφιγένεια από την Ταυρική». Ώστε οι Λακεδαιμόνιοι λάτρευαν το ξόανο μιας θένης θεότητας, η οποία υπέθεταν πως είναι η Άρτεμη.

Αυτά τα λιγοστά παραδείγματα είναι αρκετά για να αποδειχθεί πόσο αφελής είναι η θεωρία περί «ξένων και ημέτερων θεών». Θα περίμενε κανείς, οι λατρευόμενοι από τους Έλληνες μόνο «πατρώοι θεοί» να βοηθούν μόνο τους Έλληνες. Όμως στον Τρωικό πόλεμο – που δεν είναι εμφύλιος πόλεμος, αλλά πόλεμος μεταξύ Ασίας και Ελλάδας. Οι Τρώες έχουν συμμάχους τους Δαρδάνιους, τους Θράκες-Φρύγες, τους Παφλαγόνες, τους Κάρες, τους Λυκίους. Δεν υπάρχει κράτος της Ελλάδας που βοηθά την Τροία ή κράτος της Ασίας που βοηθά τους Αχαιούς. Κανείς αρχαίος Έλληνας συγγραφέας δεν αποκάλεσε Έλληνες τους Τρώες αρκετοί θεοί βοηθούν τους Ασιάτες. Ο φιλέλληνας Απόλλων βοηθά τον Αίακο να χτίσει τα τείχη της Τροίας.
 

ΝΕΟΠΑΓΑΝΙΣΤΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΠΛΗΞΙΑ, 6ο.

43. "Ότι πολλά αρχαιοελληνικά έθιμα του λαού μας διατηρήθηκαν εις πείσμα των απαγορεύσεων δείχνει ότι οι Έλληνες είναι υποταγμένοι στους χριστιανούς κατακτητές. Αλλά και όσα ακόμη διατηρούνται – π.χ. Αναστενάρια – διώκονται από την Εκκλησία".

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

α') Ότι πολλά αρχαιοελληνικά έθιμα επιβιώνουν ή επιβίωναν μέχρι πρόσφατα δεν σημαίνει ό,τι οι Ν/Π νομίζουν, αλλά ότι κανείς δεν τα απαγόρευσε, τουλάχιστον τόσο ώστε να ατονήσουν ή να χαθούν. Αν ήθελε να χρησιμοποιήσει βία το βυζαντινό κράτος, θα είχαν εξαφανιστεί τα έθιμα. Αν το ίδιο ήθελε η Εκκλησία, θα πετύχαινε την εξαφάνισή τους. Διώκει τα αναστενάρια με τη βία η Εκκλησία; Κάλεσε την αστυνομία να διαλύσει τους εορτάζοντες; Απλώς τα καταδικάζει κι αφήνει καθέναν ελεύθερο να πράξει ό,τι θέλει.

β') Αυτό που δεν κατανοούν για το Χριστιανισμό οι Ν/Π, όντας πανάσχετοι, είναι ότι ο Χριστιανισμός έχει τη δύναμη και τη ζωτικότητα να αποδέχεται μια τελετή ή ένα έθιμο και να την μεταμορφώνει ως προς το περιεχόμενό της δίνοντάς της καινούργιο ή άλλο, έτσι ώστε η αποδοχή του να μην σημαίνει εκφυλισμό του Χριστιανισμού. Ο Χριστιανισμός δεν έφερε κάτι καινούργιο στις τελετουργικές πρακτικές, αλλά ακριβώς εδώ φαίνεται η δύναμή του, ότι δανείστηκε από τις υπάρχουσες χωρίς να πάθει τίποτε. Δεν πρόκειται φυσικά για «κλοπή», όπως θα ισχυριστούν τίποτε νεοπαγανιστές αυτοδιορισμένοι χωροφύλακες του ελληνικού πολιτισμού, αλλά για ελεύθερη επιλογή ενός πολιτιστικού αγαθού. Εάν π.χ. προσφέρονταν σταφύλια στη γιορτή ενός εθνικού θεού, ο Χριστιανισμός το αποδέχθηκε αλλάζοντας τον αποδέκτη. Ούτε αυτή η τακτική ήταν «ύπουλη» (για να μπερδευτούν οι ειδωλολάτρες), όπως θα ισχυριστούν τίποτε νεοπαγανιστές που θεωρούν τους εκχριστιανισμένους εθνικούς του 5ου ή του 6ου μ.Χ. αι. τόσο ηλίθιους, ώστε να πιστεύουν ότι αυτοί (οι Εθνικοί του 5ου αι.) δεν είχαν συναίσθηση του σε ποιον θεό έκαναν τις προσφορές! Ακόμη και πριν από λίγες δεκαετίες γίνονταν θυσίες βουβαλιών ή άλλων ζώων σε χριστιανικές γιορτές, δίχως να προκύψει σοβαρό ζήτημα, κι αυτό γιατί η θυσία αυτή είχε χάσει το ειδωλολατρικό της περιεχόμενο και νόημα και ήταν απλώς ένα τοπικό αβλαβές έθιμο. Ουδέποτε βλάφτηκε πρακτικά η Εκκλησία από αυτά τα έθιμα.

γ') Ασφαλώς αποτελεί μεγάλη νεοπαγανιστική απάτη ή ανοησία, να θεωρούνται κρυπτοπαγανιστές ή παγανιστές όλοι οι (νεο)Έλληνες που συμμετέχουν ή συμμετείχαν στα έθιμα αυτά τώρα ή τους προηγούμενους τελευταίους αιώνες. Όσοι συμμετείχαν ή συμμετέχουν σε τέτοια έθιμα και ακολουθούν τέτοιες πρακτικές ουδόλως έχουν ή είχαν μεράκι να λατρέψουν το Δία. Αυτό που ήθελαν ήταν να συνεχίσουν ένα έθιμο, που φυσικά, πάνω από μια χιλιετία, είχε πάψει να λογαριάζεται (από τον κόσμο που το συνέχιζε) ως ειδωλολατρικό ή σχετιζόμενο με τους «θεούς». Έχουν παρατηρηθεί πολλά ειδωλολατρικά έθιμα, όπως οιωνοσκοπία με χρήση οστού αρνιού ή τοποθέτηση χρημάτων σε νεκρούς. Τα έθιμα σαφώς έχουν ειδωλολατρική προέλευση, σαφώς καταδικάζονται από την Εκκλησία, αλλά για τον τελούντα το έθιμο δεν έχουν καμμία σχέση με τους «θεούς», των οποίων ακόμη και την «ύπαρξη» ασφαλώς αγνοεί.

δ') «Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι χριστιανικά λατρευτικά και άλλα λαϊκά έθιμα ανάγονται γενετικά σε προχριστιανικές παραδόσεις. Όπως επίσης δεν υπάρχει αμφιβολία ότι κάποια νήματα που διαπερνούν τα βάθη της ιστορίας και της λαϊκής ψυχής συνδέουν μεταξύ τους τις μορφές της αρχέγονης θηλυκής θεότητας, της Αθηνάς ή της Κυβέλης με τη θεομητορική μορφή της Παναγίας, όπως συνδέουν την μορφή του Περσέα με αυτές του Άη Γιώργη και του Διγενή, ακόμα και τις μορφές του Ορφέα και του Διονύσου με τη θεανδρική μορφή του Ιησού Χριστού. Με λίγα λόγια, πολλά από τα σχήματα της εκκλησιαστικής και της ελληνικής δημοτικής παράδοσης ανάγονται πράγματι σε θεμελιώδη ψυχικά, πολιτιστικά αρχέτυπα, που χάνονται στα βάθη της ανθρώπινης προϊστορίας. Αν περιοριστούμε όμως στα θρησκειολογικά, εθνολογικά, λαογραφικά κριτήρια, οι μορφολογικές ομοιότητες κινδυνεύουν να μάς παρασύρουν σε μια σύγχυση μεταξύ ψυχικού, πολιτιστικού και πνευματικού, οντολογικού επιπέδου. Επίσης, μια ανιστορική σύγκριση αφηρημένων τύπων και δομών μάς αποκρύβει την σημασία της προσωπικής και ιστορικής συγκυρίας, την προσωπική υπαρξιακή ταλάντευση και τα πνευματικά διλήμματα των συγκεκριμένων υπαρκτών προσώπων μέσα στον συγκεκριμένο ιστορικό χώρο και χρόνο. Έτσι με όλα αυτά, δεν αντιλαμβανόμαστε ότι μεγάλες πνευματικές ρήξεις και επαναστάσεις της ιστορίας συντελούνται παρά την φαινομενική συνέχεια των πολιτιστικών σχημάτων, και μόνο χάρη σε κάποιες – ανεπαίσθητες πολλές φορές μετατοπίσεις στους συμβολισμούς των αρχετύπων. Χωρίς αυτόν τον μίτο, δεν μπορεί κανείς να αντιληφθεί τον τρόπο με τον οποίο η Εκκλησία πέτυχε σταδιακά τον εκχριστιανισμό των «Εθνών» και την πνευματική μετάπλαση των αρχαίων παραδόσεων. Χωρίς αυτήν την ερμηνευτική κατανόηση και διείσδυση στο πνευματικό, οντολογικό περιεχόμενο των δημοτικών μας παραδόσεων, δεν μένει παρά μια πνευματικώς «ουδέτερη» μορφολογία (ηθών, εθίμων και διαφόρων άλλων πολιτιστικών στοιχείων), που αφήνει περιθώριο για μια σειρά θρησκειολογίζουσες και κοινωνιολογίζουσες συγχύσεις. Αν κανείς ξεπεράσει όλους αυτούς τους σκοπέλους και εισέλθει στο πνευματικό βάθος της παράδοσης, τότε καταλαβαίνει πόσο φτωχές είναι από πνευματική άποψη και γιατί δεν τελεσφορούν οι διάφορες προσπάθειες φολκλορικής αναβίωσής της, ή με άλλα λόγια, γιατί στερημένη απ' τον πνευματικό δυναμισμό της, η παράδοση αυτή δεν εκφράζει παρά έναν επιφανειακό και άγονο συναισθηματισμό» (Βασίλη Ξυδιά, «Οι «Έλληνες» ξανάρχονται», Σύναξη, τ. 69). Δεν υπάρχει δηλαδή ταυτότητα εθίμου και του παγανιστικού ήθους, όπως ισχυρίζονται οι Ν/Π που νομίζουν ότι τα δημοτικά έθιμα είναι... (μανία που έχουν με την ιδιοποίηση) δικά τους

ε') Το αστείο (τραγικό μάλλον, αν σκεφτεί κανείς πως μερικοί αρχαιολάτρες ήθελαν και θέλουν τον «επανελληνισμό» των νεοελλήνων, μέσω της «αποβυζαντινοποίησής» των) είναι πως για όσο καιρό (πριν ή μετά το 1821) οι Νεοέλληνες παρέμεναν βυζαντινοί και δεν είχαν εκδυτικιστεί, διατηρούσαν τα ελληνικά αρχαία έθιμα π.χ. πίστευαν στον ύπαρξη «κάτω κόσμου», τον Άδη, τον Χάρο, έκαναν ακόμα και προσφορές κεριών σε σχήμα φαλλού σε εκκλησίες (στη Μ.Ασία), σε αρκετές γιορτές τους τραγουδούσαν τραγούδια βωμόλοχα (στα χωριά), όπως ακριβώς οι αρχαίοι στις αρχαίες γιορτές, έβαζαν νόμισμα στο στόμα του νεκρού κ.ά., (εννοείται βέβαια πως η Εκκλησία καταδικάζει τέτοιου είδους έθιμα, όπως κεριά φαλλικά, άσματα με χυδαιολογίες, είτε είναι δημοτικά είτε άλλου είδους, νομίσματα στο στόμα νεκρών κλπ.) ενώ μόλις εκδυτικίστηκαν και έγιναν «απευθείας απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων» και «αρχαιολάτρες», ξέχασαν όλη αυτή την ποικιλία αρχαιοελληνικών εθίμων. Κανείς δε μιλάει πια για «Άδη», ούτε για «Κάτω Κόσμο». Μιλάει για «παράδεισο» με θηλυπρεπή αγγελάκια κτλ. Κανείς δεν θα αποδεχόταν πια, δεν θα του φαίνεται τόσο αυθόρμητο, ένα δημοτικό τραγούδι του τύπου:

«Ο κάτω κόσμος ειν' κακός, γιατί δεν ξημερώνει / γιατί δεν κράζει ο πετεινός, δεν κελαδεί το αηδόνι
εκεί νερό δεν έχουσι και ρούχα δε φορούσι, / μόνο καπνό μαειρεύουσι και σκοτεινά δειπνούσι,»

είτε αρχαιολάτρης είναι είτε «ελληνοχριστιανός» ή

«Τίποτις δεν εσκιάχτηκα, μόνο το πρώτο βράδυ / που 'ταν τα φίδια σταυρωτά, και οι οχιές πλεγμένες
κι ένα φιδάκι κολοβό στα μάτια με κοιτάει. / -τί με κοιτάς φιδάκι μου άγρια και κακιωμένα; / -εγά θα φάω τα μάτια σου και τη γλυκιά σου γλώσσα / και στα ξανθά σου τα μαλλιά θα φτιάξω τη φωλιά σου».

Αντίθετα, θα λένε ανέκδοτα περί άγιου Πέτρου στην πύλη του παράδεισου. Δηλαδή, τα έθιμα αυτά, αν και παγανιστικά, ήταν πλέον συνδεδεμένα με την χριστιανική θρησκεία. Ουδόλως η ύπαρξή τους σήμαινε παγανιστική διάθεση. Αντιθέτως, μόλις οι πρόγονοι μας εκδυτικίστηκαν και το κράτος τους φόρεσε τον μανδύα της «Αρχαιοελληνικής συνείδησης», τα αρχαιοελληνικά έθιμα έσβησαν σταδιακά. Σε συνδυασμό με το γεγονός – όπως απέδειξε ο Κακριδής – ότι οι άμεσοι πρόγονοί μας (ο λαός) είχαν αρχαιοελληνικά έθιμα, χριστιανική πίστη και ρωμαίικη ελληνική συνείδηση, καταρρίπτεται το σαθρό επιχείρημα του νεοπαγανισμού περί ταύτισης δημοτικών εθίμων και παγανιστικής θρησκείας. Άλλο η απώτατη καταγωγή τους κι άλλο η εν συνεχεία αποσύνδεσή τους από αυτήν.

στ') Πάρα πολλά έθιμα εξαφανίστηκαν κατά τον 20ο αιώνα, λόγω του μοντέρνου τρόπου ζωής και της αστυφιλίας και όχι λόγω του Χριστιανισμού. Όπως είδαμε, πολλά αρχαία έθιμα, θρησκευτικά και μη, επιβίωσαν στον Χριστιανισμό. Ώς τα μέσα του 20ου αιώνα, όταν οι περισσότεροι Έλληνες ήταν αγρότες, τα έθιμα διατηρούνταν. Αρκεί να διαβάσει κανείς λαογραφικά βιβλία από κάθε περιοχή της Ελλάδας κι από κάθε απλό χωριό, για να διαπιστώσει ότι πανάρχαια έθιμα υπήρχαν ώς τη δεκαετία του 1940-1950. Οι δεκάδες μαρτυρίες μέσα στα βιβλία αυτά, πως «μέχρι πρόσφατα» τα έθιμα αυτά υπήρχαν καθιστούν αβάσιμες τις κραυγές των νεοπαγανιστών ότι ο Χριστιανισμός εξαφάνισε δια πυρός και σιδήρου τα χιλιάδες αυτά έθιμα. Όταν ξενητεύτηκαν οι κάτοικοι της επαρχίας ή όταν ήρθαν στις πόλεις, ξέχασαν, όπως ήταν φυσιολογικό όλα τα έθιμα. Επιπλέον η τηλεόραση και ο εκδυτικισμός παρέσυραν τα πάντα. Τη στιγμή, λοιπόν, που παππούδες ή και γονείς ακόμη που γεννήθηκαν στα χωριά, θυμούνται τα έθιμα αυτά, είναι ανόητος ο ισχυρισμός ότι σήμερα δεν έχουμε έθιμα λόγω του Χριστιανισμού.

44. "Εξαιτίας του Χριστιανισμού οι Έλληνες έπαψαν να έχουν αποκλειστικά δικούς τους θεούς και αναγκάστηκαν να λατρεύουν μαζί με τα άλλα έθνη έναν θεό. Αυτό οδήγησε και στην παρακμή της Ελλάδας".

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Διόλου δεν σταμάτησαν οι Έλληνες να είναι Έλληνες, όταν παράτησαν το Δία για χάρη του Μίθρα, του Όσιρι, της Κυβέλης και άλλων θεών. Εάν η εγκατάλειψη της προπατορικής και αρχικής θρησκείας συνιστά εθνική αυτοκτονία και αφελληνισμό, τότε γιατί οι Ν/Π δεν αποκαλούν τους ήδη από τον 4ο αιώνα π.Χ. εν Ελλάδι πολλούς λάτρεις των μυριάδων ανατολικών θεοτήτων «προδότες», «αφελληνισμένους» ή «ηλίθιους»; Αφού η «Ελληνική Θρησκεία» είχε ξεφτίσει αντικαθιστάμενη ακόμα και στην κυρίως Ελλάδα από ξένες θεότητες κατά την Ελληνιστική εποχή, θα έπρεπε οι νεοπαγανιστές να κηρύξουν το τέλος του ελληνικού έθνους τρεις και δύο αιώνες ήδη προ Χριστού.

Ας αποφασίσουν λοιπόν οι νεοδωδεκαθεϊστές τι αποδέχονται: ότι η θρησκεία και το έθνος πάνε ες αεί μαζί ή ότι δεν πάνε; Αν νομίζουν πως δεν πάνε αναγκαστικά μαζί, τότε να πάψουν να νομίζουν πως η αποδοχή μιας νέας θρησκείας, του Χριστιανισμού, σήμανε το τέλος του ελληνικού έθνους και του ελληνικού πολιτισμού. Αν νομίζουν πως πάνε μαζί, τότε, εφόσον δεν θέλουν να βγάλουν «ανθέλληνες» ή «μη έλληνες» ή «εβραίους» ή «κρυπτοεβραίους» ή «μισοεβραίους» ή «εβραίους με ελληνική συνείδηση», ή «έλληνες με εβραϊκή συνείδηση», ή «παραπλανημένους» (είναι τόσο φαντασμένοι και που πιστεύουν πως μόνο οι ίδιοι έχουν εκλέξει ελεύθερα τη θρησκεία τους ή ότι στην αρχαία εποχή ο όχλος εξέλεγε προσωπικά κι ελεύθερα τη θρησκεία του. Γι' αυτό και έχουν αυτό το ύφος ψηλομύτηδων ελιτιστών: «εμείς τα ξέρουμε όλα, εσείς κοιμάστε, ζώα».) ή ό,τι άλλο φαντάζονται στα μυαλά τους για τα 10 εκατομμύρια πλην του εαυτού τους, τότε να δεχτούν την παρούσα ταύτιση.

Όντως η θρησκεία προσδίδει κάτι το ιερό στην ύπαρξη ενός λαού, αλλά τούτο δεν σημαίνει ούτε πως η θρησκεία αναγκαστικά πρέπει να παραμένει η ίδια ανά τους αιώνες, ούτε πως αποκλείεται να υπάρξει έθνος δίχως ο παράγων θρησκεία να είναι το ενοποιητικό στοιχείο του. Για παράδειγμα, η αρχαία παγανιστική θρησκεία των Ελλήνων ήταν ενοποιητικός παράγοντας του ελληνικού έθνους. Όταν αυτή από τον 4ο αιώνα π.Χ και μετά άρχισε να παρακμάζει, επειδή οι Έλληνες δεν της έδίναν πια τόση σημασία κι επειδή λάτρευαν άλλους θεούς, αυτό καθόλου δεν σημαίνει πως εξαφανίστηκε το ελληνικό έθνος ή ο πολιτισμός του: απλώς σημαίνει πως η συγκεκριμένη θρησκεία ήταν ανεπαρκής πλέον να εξασφαλίσει την συνοχή των Ελλήνων. Απλώς σημαίνει ότι οι ίδιοι οι αρχαίοι Έλληνες την βρήκαν μη ικανοποιητική για τις πνευματικές τους ανάγκες. Όταν, μετά από μια περίοδο κοσμοπολιτισμού και παρόλους τους διωγμούς ο χριστιανισμός άρχισε να εξαπλώνεται και να επικρατεί στην ελληνόφωνο τμήμα της αυτοκρατορίας, αυτό σήμαινε δύο πράγματα: πρώτον ότι το ενοποιό στοιχείο για τους Έλληνες θα ήταν αυτή η συγκεκριμένη θρησκεία και δεύτερο, και σημαντικότερο, ότι η θρησκεία αυτή ικανοποιούσε καλλίτερα τις πνευματικές τους ανάγκες απ' ό,τι οι ανατολικές παγανιστικές θεότητες ή το δωδεκάθεο (το οποίο είχε κατ' ουσίαν απορριφθεί χάριν των ανατολικών θεοτήτων, πολύ πριν εμφανιστεί και διαδοθεί ο Χριστιανισμός). (Να επισημάνουμε ότι ο Λούκιος Δομήτιος Αυρηλιανός το 270 μ.Χ. ήταν ο πρώτος αυτοκράτορας που ακολούθησε επισήμως τον μονοθεϊσμό. Προσπαθώντας να καθιερώσει την λατρεία ενός θεού, θέλησε να επιβάλλει ως κυρίαρχη θεότητα τον Ανίκητο Ήλιο, στη λατινική γλώσσα Sol Invictus, βάζοντας στο περιθώριο τις άλλες θεότητες που λάτρευαν οι κάτοικοι της αυτοκρατορίας, πολίτες ή δούλοι). Όμως, σήμερα, εφόσον η ιδέα του «έθνους» έχει αυτονομηθεί και εκκοσμικευθεί, το να γίνονται δεκτοί ως μέλη ενός έθνους άνθρωποι άθρησκοι ή άθεοι ή διάφορων θρησκειών καθόλου παράξενο δεν θεωρείται.

Το ότι η καινούργια θρησκεία (ο Χριστιανισμός) ήταν ταυτόχρονα και θρησκεία άλλων λαών καθόλου δεν σημαίνει έλλειψη «εθνικού χρώματος» στην πρόσληψη της θρησκείας αυτής από την κάθε λαότητα ή αποεθνικοποίηση. Άλλη εκκλησιαστική και δημοτική μουσική έχουν οι Ρώσσοι Ορθόδοξοι κι άλλη οι Έλληνες Ορθόδοξοι. Άλλη τεχνοτροπία έχουν στους ναούς τους ο κάθε λαός. Κατηγορούν οι νεοδωδεκαθεϊστές την Ορθοδοξία ότι απαγόρευσε τα ελληνικά έθιμα. Από πού συμπεραίνουν αυτό το πράγμα; Οι χιλιάδες χοροί και τα δεκάδες χιλιάδων δημοτικά τραγούδια γιατί παρέμειναν ζωντανά έως τις μέρες μας, αφού υποτίθεται πως η θρησκεία τα απαγόρευσε απηνώς; Αλλά, από την ιστορία βλέπουμε ότι λ.χ. η τέλεση των Παναθηναίων μαρτυρείται έως το 267 μ.Χ. (Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτικής Αθηνών Α.Ε., τ. ΣΤ΄, σ. 175). Τι έγινε μετά; Φταίει κι εδώ ο Χριστιανισμός;

Κανονικά θα έπρεπε, σύμφωνα με όσα οι νεοπαγανιστές ισχυρίζονται, να μην υπάρχουν ελληνικοί χοροί και τραγούδια. Όμως μόνο τα έθιμα σχετικά με τις θυσίες στους παγανιστικούς θεούς απαγορεύτηκαν. Ο παράγων θρησκεία αφ' ενός προσαρμόστηκε στα διάφορα έθιμα των λαών, αφ' ετέρου ήδη από την ελληνιστική εποχή έπαψε να υποτάσσεται στο δόγμα «κάθε λαός και θρησκεία». Ήδη από τότε λάτρεις ενός θεού μπορούσαν να είναι άνθρωποι διαφόρων εθνοτήτων, αυτό φυσικά δε σήμαινε πως έχαναν την εντοπιότητά τους. Οι Έλληνες δεν αφελληνίστηκαν λατρεύοντας μαζί με τους Αιγύπτιους τον Σέραπι ή την Ίσιδα, ή με τους Πέρσες τον Μίθρα, ή μαζί με τους Σύριους την Κυβέλη.

Συνεπώς είναι ψέμμα ο νεοπαγανιστικός ισχυρισμός ότι εξαιτίας του Χριστιανισμού οι Έλληνες έπαυσαν να έχουν δικούς τους αποκλειστικά εθνικούς θεούς. Τρεις αιώνες πρό Χριστού είχε ήδη συμβεί αυτό. Τί συνέβη; Τώρα, μετά από 23 αιώνες το συνειδητοποίησαν αυτό οι νεοπαγανιστές; Πού ήταν τότε; Κοιμόντουσαν; Είχαν τρυπώσει σε καμμιά τρύπα της Ακρόπολης; Τώρα τους έπιασε το μεράκι να «μας διορθώσουν»; 
 

ΝΕΟΠΑΓΑΝΙΣΤΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΠΛΗΞΙΑ, 5ο.

42. «Γνωρίζουμε ότι τους πραγματικούς Έλληνες, όσους δηλαδή απέμειναν μετά από εκείνη την μακραίωνη και τρομακτική εθνoκτονία, ουσιαστικά δεν τους εκχριστιάνισαν ποτέ. Απλώς τους σκέπασαν κάτω από αλλεπάλληλες ορδές εκχριστιανισμένων βαρβάρων και μετά τους τσουβάλιασαν μαζί τους, στο άθλιο σακί που φέρει την ταμπέλλα «Ρωμιός», ελπίζοντας το πέρασμα του χρόνου να εκχριστιανιστούν. Δεν τους εκχριστιάνισαν στα ίσια ποτέ (...) διαφορετικά «είναι δύσκολο να εξηγήσουμε πώς ξαφνικά, προς τα τέλη του 14ου και αρχές του 15ου αιώνος, η ειδωλολατρεία, σηκώνει το κεφάλι της, απροκάλυπτα και χωρίς το επίχρισμα του πνευματικού παιγνιδιού και ετοιμάζεται να εξαπολύσει μεγάλη επίθεση εναντίον της συμβατικής βυζαντινής κοσμοθεωρίας. Πρέπει να σημειώσουμε ότι ο Πλήθων δεν είναι ο μόνος γνωστός εκφραστής της από εκείνη την περίοδο» (Beck). Μέσα από υπόγειες διαδρομές και σε καιρούς κατάμαυρους ο πραγματικός Ελληνισμός άντεξε σε όλη τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας (...) ήταν το αρχέτυπο «Ελλην» -το οποίο επεκαλείτο ευθέως τον Ελληνα θεό Δία με εκείνο το «Ζευ πάτερ ποίησον αίθρην, δος δ' οφθαλμοίσιν ιδέσθαι» που διαβάζουμε σε έγγραφο του 1822 της Πελοποννησιακής Γερουσίας- και όχι ο κακορίζικος «χριστιανορθόδοξος Ρωμιός» εκείνος που ξανασηκώθηκε ψηλά από τους εξεγερμένους» (Βλάση Ρασσιά, Υπέρ Της Των Ελλήνων Νόσου, β' έκδοση, εκδ. Ανοιχτή πόλη, σ. 104-105).

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Μιλούν οι «Έλληνες Εθνικοί» για «υπόγειες διαδρομές» του πραγματικού Ελληνισμού κατά την Τουρκοκρατία˙ το έργο του Κακριδή, που δείχνει ότι παντού κατά την Τουρκοκρατία, σε όλες τις περιοχές της Ελλάδας, ακόμα και στις απομονωμένες – όπου δήθεν κρύβονταν οι παγανιστές «Πραγματικοί Ελληνες», και δεν είχαμε την ευκαιρία να τους παρατηρήσουμε π.χ. στην επανάσταση του 1821 – οι «Έλληνες» θεωρούνταν από τον λαό ένας άλλος διαφορετικός από αυτόν λαός, με ειδωλολατρική θρησκεία, δεν το υπολογίζουν;

Μιλούν για τον Πλήθωνα˙ λες και δεν γνωρίζουν όλοι, ότι οι διανοούμενοι πάντοτε εφεύρισκαν δικές τους ιδέες και θεωρίες και πάντα υπήρχαν οι καταγοητευμένοι μαθητές τους. Και την ζωροαστρική θρησκεία του Πλήθωνα, που μόνο κατα τα ονόματα (των θεοτήτων) έμοιαζε με την αρχαιοελληνική, την αναφέρουν οι παγανιστές ως απόδειξη αναζωπύρωσης του παγανιστικού ελληνισμού.
 
Άλλωστε, ο Πλήθων ήταν πολύ επηρεασμένος από τον περσικό Ζωροαστρισμό. Στην Τουρκική αυλή της Αδριανούπολης «έκανε τη γνωριμία ενός μυστηριώδους Εβραίου, του Ελισαίου, πράγμα που φαίνεται σωστό, όπως και το ότι ο Ελισαίος τον μύησε στη διδασκαλία του Ζωροάστρη. Ο Πλήθων συνέθεσε μια ερμηνεία στα μαγικά λόγια του Ζωροάστρη (πρωτοεκδόθηκαν στο Παρίσι το 1599 και στο Άμστερνταμ το 1689), ενώ στους Νόμους γράφει: «καὶ διαφόρων τοῦ θείου ἀνθρώποις τῶν δοξῶν (...) ἡμεῖς κρατίστῃ οὔσῃ τῇ κατὰ Ζωροάστρην ταύτῃ προστιθέμεθα»» (Β.Ν. Τατάκη, Η Βυζαντινή Φιλοσοφία, εκδ. Εταιρίας Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας, 1977, σ. 262, 266). Μέγας Έλλην ο Πλήθων. Θήτευσε σε έναν Εβραίο στην Τουρκική αυλή και θεωρούσε τον Πέρση Ζωροάστρη πνευματικό του πρόγονο! Και πίστευε ο Πλήθων ότι ο Πέρσης Ζωροάστρης είχε την καλύτερη διδασκαλία απ' όλους. Αυτά όλα είναι ασφαλώς «ελληνικότητα» κι «επιστροφή στους ελληνικούς θεούς». Περισσότερη ελληνικότητα έχουν οι Πέρσες κι οι Τουρκο-Εβραίοι, ενώ οι Ορθόδοξοι καθόλου, σύμφωνα με τους «Έλληνες Εθνικούς».

Αναφέρουν οι «Έλληνες Εθνικοί» τυπικά παραδείγματα της θεατρικής αρχαιολατρίας των νεοελλήνων – χάρην βοήθειας από τους αρχαιολάτρες Δυτικούς και μόνον. Ψάχνουν ψύλλους στα άχυρα, τους βρίσκουν και ωρύονται ότι τα ευρήματά τους αποδεικνύουν την «αλήθεια», πως οι επαναστάτες του 1821 ήταν παγανιστές˙ ωρύονται ότι το φυλλαράκι που ανακάλυψαν σκαλίζοντας σκιάζει το δάσος, το βουνό στοιχείων που αποδεικνύουν το αντίθετο απ' αυτό που ισχυρίζονται. Δεν γνωρίζουν τους ορισμούς του «Έλληνα» από όλες τις Εθνοσυνελεύσεις του 1821; Έλληνας=Χριστιανός, λένε. Αυτές γιατί κάνουν πως δεν τις βλέπουν; Δεν γνωρίζουν άραγε οι «Έλληνες Εθνικοί» πώς εισήχθη η αρχαιολατρία εν Ελλάδι; Προφανώς τούς είναι άγνωστο το κείμενο αυτό του Cyril Mango («Βυζαντινισμός και Ρομαντικός Ελληνισμός»): «Ένας νέος μύθος, αυτή τη φορά ένας μύθος κατασκευασμένος στη Δυτική Ευρώπη, ήταν έτοιμος να πάρει τη θέση του Βυζαντινισμού ως το ιδανικό του ελληνικού λαού. Ηταν ο μύθος του ρομαντικού ελληνισμού. Διαμορφωμένος κυρίως στο β' μισό του 18ου αιώνα, ο μύθος αυτός έχει και τη σοβαρή του όψη. (...) Πιο πρόσφορη όσον αφορά την απήχησή της στα ευρύτερα στρώματα του δυτικοευρωπαϊκού λαού ήταν η φυγή σε μια χρυσαφένια πολιτεία του ονείρου, σε μιαν απλή αγροτική ζωή , που φαινόταν να προσέφερε η Ελλάδα. Ο καθένας ήθελε να γίνει βοσκός στην Αρκαδία. Η μόδα για κάθε ελληνικό δεν είχε πια όρια: ελληνικές ωδές, ελληνικά θεατρικά έργα, ελληνικές περούκες, ελληνικές ζωγραφιές, ελληνικά έπιπλα. Και μέσα σ' αυτήν την υπερδιέγερση, το κοινό ανακάλυψε ξαφνικά ότι υπήρχαν και πραγματικοί Έλληνες, με σάρκα και οστά, γνήσιοι απόγονοι του Θεμιστοκλή που αγκομαχώντας περίμεναν να ανακτήσουν την ελευθερία τους με τη βοήθεια των εκ Δύσεως αδελφών τους» (Άλκη Κυριακίδου Νέστορος, Λαογραφικά μελετήματα, εκδ. Νέα σύνορα-α.λιβάνης, σ. 228).

Δεν γνωρίζουν οι «Έλληνες Εθνικοί» τις διατάξεις των συνταγμάτων στα τέλη του 1821 που γράφουν «αείμνηστοι ημών χριστιανοί αυτοκράτορες της Ελλάδος»; Μόνο κοιτούν το κλαδί και όχι το δάσος των δεκάδων αναφορών του 1821 στην εξίσωση Ελληνισμού-Χριστιανισμού και στην ανάμνηση της βυζαντινής καταγωγής;

Βεβαίως, το όνομα Έλληνας επικράτησε ως νεώτερο εθνικό όνομα, κι όχι το Ρωμηός. Αλλά εξ αρχής, χωρίς καμμία καθυστέρηση, το «Ελληνας» είχε Ρωμαίικη σημασία, κι όχι παγανιστική. Τα ονόματα έχουν τη σημασία που τους δίνεται κάθε φορά˙ και η σημασία που εδόθη από τους επαναστάτες ήταν Χριστιανική κι όχι άλλη. Αλλά ορισμένοι, επειδή οι ίδιοι εκλαμβάνουν το «Ελληνας» ως κάτι που πάντα είχε τάχα την ίδια σημασία, πιστεύουν ότι το επαναστατικό «Ελληνας» αποτελούσε δικαίωση του παγανισμού και των «πραγματικών Ελλήνων» που «δεν εκχριστιανίστηκαν».

Ακόμη και ο Κολοκοτρώνης, που απέρριπτε το «Ρωμιός» και υπεστήριζε το «Ελληνας», είπε αυτά εδώ: «Όταν πιάσαμε τ' άρματα, είπαμε πρώτα υπέρ Πίστεως και έπειτα υπέρ Πατρίδος» (στην εφημ. "Αιών" των Αθηνών, 13/11/1838). Υπέρ ποιας Πίστεως, πολέμησε ο Κολοκοτρώνης; Των νεοπαγανιστών ή της Χριστιανικής; Του Δία ή του... «Τζεσουά»; (Ειρωνικώς αναφέρουν κάποιοι παγανιστές τον Ιησού ως Τζεσουά, και μάλλον εδώ ο συγγραφεύς της παρούσης μελέτης ειρωνεύεται τον παγανιστικό αυτό νεολογισμό, αφού το Ιησούς δεν γνωρίζουμε πώς το πρόφεραν οι εβραίοι της εποχής που έζησε ο Θεός Λόγος ως ενανθρωπήσας, ονόματι Ιησούς. Η πιθανότερη προφορά είναι το Γιέσουα ή Ιέσουα)

Μήπως θα φέρουν οι παγανιστές, τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο ως παράδειγμα, που πέθανε τάχα ως «Αυτοκράτωρ Ελλήνων», κι όχι «Αυτοκράτωρ Ρωμαίων»; Να τονίσουμε ξανά, μήπως, αυτό που δεν αντέχουν και δεν θέλουν να αναλογιστούν; Ότι ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος είπε αυτά εδώ: «Ξέρετε καλά, αδελφοί, πως για τέσσερα πράγματα έχουμε κοινή υποχρέωση όλοι να προτιμήσουμε να πεθάνουμε, παρά να ζούμε, πρώτο για την πίστη και την ευσέβεια μας, δεύτερον για την πατρίδα (...) Αν για τις δικές μου αμαρτίες ο Θεός παραχωρήσει την νίκη στους ασεβείς, ριχνόμαστε στον κίνδυνο για την πίστη μας την αγία, την οποία ο Χριστός μάς χάρισε με το δικό του αίμα˙ κι αυτό είναι το κυριότερο απ' όλα (...)» (Χρονικό Αλώσεως, Γεωργίου Φραντζή, κεφ. 6). Αυτό το πράγμα, ο Κολοκοτρώνης κι ο Παλαιολόγος, τον Έλληνα και την Ελληνικότητα να τα ορίζουν ενάντια στους καθυστερημένους χρονικά ορισμούς τους, δεν λέει στους «Έλληνες Εθνικούς» τίποτα; Ή θα το αποκρύψουν κι αυτό; 
 
Άλλωστε, το όνομα Ελλάδα κατά την έναρξη της επανάστασης του 1821 ουδεμία σχέση είχε με όσα ισχυρίζονται οι "Ελληνες Εθνικοί" σήμερα. Ελλάδα σήμαινε τα Βαλκάνια. «Ο Μωρέας, η Ήπειρος, η Θεσσαλία, η Σερβία, η Βουλγαρία, τα νησιά του Αρχιπελάγους, εν ένι λόγω η Ελλάς άπασα έπιασε τα όπλα δια να αποτινάξει τον βαρύν ζυγόν των βαρβάρων», λέει στην προκήρυξή του στο Ιάσιο (24/2/1821) ο Αλέξανδρος Υψηλάντης. Οι Σέρβοι και οι Βούλγαροι, λοιπόν, είναι Έλληνες˙ το ίδιο λέει κι ο Θ. Νέγρης στο «Ανάπτυξις του νόμου της Επιδαύρου» στα 1824. Όλα τα συντάγματα του αγώνα θεωρούν «Έλληνα» τον Χριστιανό. Ακόμη κι ο Ανώνυμος ο Έλλην στην Ελληνική Νομαρχία, θεωρεί ταυτόσημο το Ελληνας με το Χριστιανός: «εις την Ευρώπην ... οι δε Χριστιανοί ως προς τους οθωμανούς, είναι ως το 115 προς το 29. Τόσον πλήθος Ελλήνων, πώς άρα γε να ζεί;» (1, 18). Αυτόν τον Έλληνα είχαν κατα νού οι επαναστάτες του 1821, κι όχι τις ιδέες των νεοπαγανιστών.

Και αλήθεια, αυτοί οι ανύπαρκτοι παγανιστές της Τουρκοκρατίας, αφού επιβίωσαν, τί πολιτισμό είχαν; Μάγια και δεισιδαιμονίες; Πόσα αρχαία κείμενα αντέγραψαν; Περισσότερα από τους Ορθόδοξους; Πού κρύβονταν, ενώ... μεγαλουργούσαν με τον αρχαίο πολιτισμό τους επί Τουρκοκρατίας, κρυφά απ' τα μάτια των γειτόνων τους, δίπλα ακριβώς από αυτούς (διότι κι οι Χριστιανοί είχαν ανέβει στα βουνά, για να ξεφύγουν απ' τους Τούρκους); Πού ήταν το 1821 και γιατί δεν ύψωσαν τα ξόανα, όπως οι Ορθόδοξοι ύψωσαν το Σταυρό; Τα παραμύθια της Χαλιμάς, σε νέα έκδοση.

Δεν δικαιούνται οι «Έλληνες Εθνικοί» παντός τύπου να μιλούν για πραγματικούς Έλληνες και για «μη Ελληνες Ρωμιούς». Ρωμαίος αυτοκράτορας, από την Μοισία (Βουλγαρία) δεν ήταν ο Ιουλιανός; Γιατί δεν επαναστατήσαν εναντίον του; Γιατί δεν του συστήσαν οι ειδωλολάτρες να μετονομάσει σ' ελληνική την αυτοκρατορία; Ο Λιβάνιος γιατί δεν αγωνίστηκε για την αποτίναξη του «Ρωμαϊκού» ζυγού; Γιατί δεν έγραψε κανέναν λόγο υπέρ της απελευθέρωσης της Ελλάδας, αφού μόνο οι ειδωλολάτρες είναι πραγματικοί Ελληνες, και δήθεν πραγματικοί πατριώτες; Συρο-Εβραίος δεν είναι ο Μάλχος-Πορφύριος, που οι νεοπαγανιστές τον κάνουν «πραγματικό Ελληνα», εναντίον του οποίου ήρθαν «οι ορδές των εκχριστιανισμένων βαρβάρων»; Τους Ρωμαίους δεν υπηρετούσε ο ειδωλολάτρης ελληνικής καταγωγής Αμμιανός Μαρκελλίνος, πιστά και νομοταγώς; Βάρβαρος δεν είναι ο Σύριος ειδωλολάτρης Ιάμβλιχος, που τον παριστάνουν με τα χαλδαϊκά του λόγια ως υπόδειγμα ελληνικότητας; Για την υπεράσπιση της «μη ελληνικής» Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας εν τέλει δεν αγωνίζεται ο Κέλσος στον Λόγο Αληθή;

Να σταματήσουν οι «Έλληνες Εθνικοί» να μιλούν για «πραγματικούς Ελληνες» που διατήρησαν τάχα τον παγανισμό τους, καθ' όλη τη διάρκεια της ιστορίας και μάλιστα της Τουρκοκρατίας. Αυτοί οι ίδιοι οι πρωτεργάτες του νεοπαγανισμού είναι λαμπρό παράδειγμα του πώς εμφανίστηκε ο ελληνικός νεοπαγανισμός. Ειλικρινά, δεν πιστεύουμε ότι υπήρχαν Έλληνες, κατά την Τουρκοκρατία ή και μετά το 1821, οι οποίοι π.χ. κάθε βράδυ έμπαιναν κρυφά, για να μην τους δουν οι Χριστιανοί γείτονες, στο κατώι των σπιτιών τους, στο χωριό, κρατώντας θυμίαμα, και θυμιάτιζαν κάποιο αρχαιοελληνικό αγαλματίδιο ελληνικής θεότητας, το οποίο ήταν σε μια γωνιά στημένο, προσευχόμενοι στους δώδεκα θεούς, κι απόγονοι αυτών των «Κρυφοεθνικών» είναι οι σημερινοί «Έλληνες Εθνικοί», οι οποίοι αποκάλυψαν την ταυτότητά τους. Όχι βέβαια. Αλλά έγιναν «δωδεκαθεϊστές» με τον τρόπο που περιγράφουν οι ίδιοι στο περιοδικό Τρίτο Μάτι, τεύχος 72, σ. 2 : «Και πώς άρχισες, ρε Βλάση, το δρόμο σου στην αρχαιοελληνική παράδοση, τον ρώτησα. –Να σου πώ. Πάντα έψαχνα το γνήσιο. Ήμουν λοιπόν κάποτε στην Αμερική και ένοιωσα ότι βρέθηκα μπροστά σε έναν σαμάνο αυθεντικό, όχι από αυτούς τους κάλπικους που περιοδεύουν τον κόσμο και διδάσκουν. Αφού τον άκουσα προσεκτικά και κέρδισε την εμπιστοσύνη μου, τον ρώτησα: «Ποιο δρόμο μου συστήνεις;» -«Ακολούθησε την παράδοση που μιλά με την γλώσσα στην οποία ονειρεύεσαι»!» Και, είναι να απορεί κανείς, η Ορθοδοξία στην Ελλάδα δεν μιλά ελληνικά, οι δεκάδες χιλιάδες σελίδων στην Πατρολογία δεν είναι στα ελληνικά, ώστε να την ονειρευτούν και την ορθόδοξη παράδοση; Ή τους είπε ο, αν είναι δυνατόν, «αυθεντικός» σαμάνος (Άραγε «αυθεντικός» σημαίνει και «σοφός»;), εκτός από το να ακολουθήσουν την παράδοση που μιλά στη γλώσσα τους, να πολεμήσουν κι όλες τις άλλες, που επίσης μιλούν στην ίδια γλώσσα;

Σεβαστό, βεβαίως, το δικαίωμα του καθενός να διαλέγει ό,τι επιθυμεί με τον τρόπο που το επιθυμεί, ανεξάρτητα από το ποια φιλοσοφική άποψη ακολουθούσε παλιότερα. Όμως, όταν κάποιοι, που πριν λίγα χρόνια ακολουθούσαν νεοεποχίτικες ή εξωελληνικές ή δυτικοευρωπαϊκές νεωτερικές θεωρίες γίνονται απευθείας «πραγματικοί Έλληνες», ενώ ταυτόχρονα αποκαλούν τους υπόλοιπους Έλληνες «εβραιόψυχους» και «Χατζηέλληνες» (μη πραγματικούς Έλληνες), τότε δεν πρόκειται για το δικαίωμα των νεοπαγανιστών για ελεύθερη επιλογή θρησκείας ή κοσμοαντίληψης, αλλά για το απαράδεκτο «δικαίωμα» των «Ελλήνων Εθνικών» να αρνούνται με υβριστικό μάλιστα τρόπο (εκτός κι αν το «χατζηέλληνες» είναι ουδέτερος χαρακτηρισμός) τον αυτοπροσδιορισμό των μη νεοδωδεκαθεϊστών Ελλήνων ως πραγματικών Ελλήνων. Και στο κάτω κάτω, η Γαλιλαία βρίσκεται πιο κοντά στην Ελλάδα απ' ό,τι η Βόρεια Αμερική, η Χαλδαία, ή η Θούλη των Ελλήνων ναζιστών. 
 

Σάββατο 9 Απριλίου 2022

ΝΕΟΠΑΓΑΝΙΣΤΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΠΛΗΞΙΑ, 4ο.

Όχι μόνο η σπαρτιατική νομοθεσία, την οποία οι Νεοπαγανιστές επαινούν ως πρότυπο, κατέστησε τους Αρχαίους Σπαρτιάτες ανίκανους να αυτοσυντηρηθούν και να παράξουν κουλτούρα ισάξια της αθηναϊκής, αλλά τούς έμαθε να περιφρονούν τη δουλειά και να υπερασπίζονται την οκνηρία! Το λακεδαιμονιακό κηφηναριό πολεμούσε τους εξωτερικούς εχθρούς, ενώ όταν δεν είχε πόλεμο έσφαζε τους Είλωτες, που του έδιναν το φαΐ στο στόμα. Όταν ένας Αθηναίος καταδικάστηκε επί αργία (οκνηρία), ένας Σπαρτιάτης που έτυχε να είναι στην Αθήνα εκείνη την εποχή απόρησε και θεώρησε πως ο καταδικασθείς θέλησε απλώς να ζει αξιοπρεπώς και ελεύθερα (Πλουτάρχου, Λυκούργος, 24).

Να πως συμπεριφέρονταν οι αρχαίοι Σπαρτιάτες στους Είλωτες (Φυσικά, και οι Έιλωτες, Έλληνες ήταν. Αλλά αυτό το «ξεχνούν» οι αρχαιοκεντρικοί. Ανέχονται την εμφύλια καταπίεση, μη τυχόν και σπιλωθεί η «αιώνια Σπάρτη»): «Οι Σπαρτιάτες, επιθυμώντας να ξεφορτωθούν τους πιο ισχυρούς από τους Είλωτες, έστειλαν χίλιους από αυτούς, τους πιο υπερήφανους, πιστεύοντας ότι θα εξολοθρευτούν στις μάχες. Έκαναν όμως και κάτι άλλο βίαιο και σκληρό, με το οποίο υπέθεταν ότι θα ταπεινώσουν τους Είλωτες. Κήρυξαν την απογραφή των Ειλώτων που είχαν κάνει κάτι καλό για την Σπάρτη, υποσχόμενοι ότι θα τους απελευθερώσουν, μετά από εξέταση. Τους δύο χιλιάδες που απογράφηκαν, οι Σπαρτιάτες έδωσαν εντολή στους ισχυρότερους πολίτες να τους σκοτώσουν, τον καθένα στο σπίτι του» (Διόδωρου Σικελιώτη, Βιβλιοθήκης Ιστορικής Βίβλος Δωδέκατη, 67, 3-4). Αυτό θα πει αρχαία σπαρτιατική φρίκη. Η γενοκτονία των αυτοχθόνων Ειλώτων από τους κατακτητές Δωριείς. Έσφαζαν ακόμα και τους συμπολεμιστές τους. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Έχει και ακόμη φρικτότερα περιστατικά:

«(...) Η ονομαζόμενη από αυτούς [Σπαρτιάτες] κρυπτεία (...) συνίσταται στο εξής: Οι άρχοντες από καιρού εις καιρόν έστελναν έξω σε διάφορα μέρη της χώρας, τους θεωρούμενους ως πλέον ευφυείς από τους νέους, οι οποίοι είχαν μαζί τους εγχειρίδια, τα αναγκαία τρόφιμα και τίποτε άλλο. Αυτοί κατά τη διάρκεια της ημέρας διασπειρόμενοι σε τόπους κρυφούς κρύβονταν και αναπαύονταν. Τη νύχτα κατέβαιναν στους δρόμους και όσους από τους Είλωτες συλλάμβαναν, τους έσφαζαν. Πολλές φορές, πετριτρέχοντας και τους αγρούς, έσφαζαν και τους ρωμαλεώτερους και ανδρειώτερους από εκείνους. Έτσι κι ο Θουκιδίδης στην ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου διηγείται (4, 80) ότι όσοι εξελέγησαν από τους Σπαρτιάτες για να ελευθερωθούν, λόγω ανδραγαθίας στεφανώθηκαν, γιατί έγιναν ελεύθεροι, και περιήλθαν τους ναούς των θεών, αλλά λίγο μετά όλοι εξαφανίστηκαν, περισσότεροι από δύο χιλιάδες, ώστε ούτε αμέσως τότε ούτε μετά μπορούσε κανείς να πει με πιο τρόπο δολοφονήθηκαν. Ο Αριστοτέλης μάλιστα λέει, ότι οι έφοροι ευθύς μόλις εκλέγονται, κηρύττουν τον πόλεμο κατά των Ειλώτων, ώστε να θεωρείται νόμιμο να τους σφάζουν» (Πλούταρχου, Λυκούργος, 28).

Τουλάχιστον οι Λακεδαιμόνιοι δεν χρησιμοποιούσαν φούρνους, όπως οι Ναζί, που θαύμαζαν τη σπαρτιατική ευγονική και το πολίτευμα της Λακεδαιμονίας. Θα αξίζει να θαυμάσουμε όμως την γενοκτονία των Ελλήνων αυτοχθόνων από μια δράκα Δωριέων. Μια γενοκτονία, για την οποία ποτέ δεν θα μιλήσουν οι νεοπαγανιστές. Να τι έκαναν στους άοπλους Είλωτες οι γενναίοι παλικαράδες Λακεδαιμόνιοι, για να διασκεδάζουν μαζί τους, όταν δεν τους κατέσφαζαν: «Τους ανάγκαζαν να πίνουν πολύ άκρατο οίνο και τους περιέφεραν μετά στα συσσίτια. (...) Τους διέταζαν να ψάλλουν τραγούδια και να χορεύουν χορούς απρεπείς και γελοίους και να μην κάνουν τίποτε από όσα αρμόζουν σε ελεύθερους» (Πλουτάρχου, Λυκούργος, 28). Είναι ίσως η πρώτη καταγεγραμμένη στην ιστορία επιχείρηση ψυχολογικού πολέμου και συνεχούς εξευτελισμού του άμαχου πληθυσμού. Όπως οι Τούρκοι χλεύαζαν τους ραγιάδες Έλληνες με χίλιες δυο καθημερινές γελοιοποιήσεις και εξευτελισμούς, έτσι και οι Λακεδαιμόνιοι τους Είλωτες Έλληνες. Γι' αυτό ισχύει ότι στη Σπάρτη «ο δούλος είναι υπερβολικά δούλος» (Πλούταρχου, Λυκούργος, 28).

«Στους Είλωτες επέβαλαν κάθε προσβλητική δουλειά που συντελούσε σε κάθε είδους ταπείνωση. Όρισαν ως υποχρεωτικό ότι ο καθένας θα έπρεπε να φορεί ένα σκούφο από δέρμα σκύλου και ένα δερμάτινο χιτώνιο, και ότι έπρπε να υφίσταται ένα ορισμένο αριθμό χτυπημάτων κάθε χρόνο, χωρίς να υποπέσει σε κανένα παράπτωμα, για να μην ξεχάσουν ποτέ ότι είναι δούλοι. Επιπλέον, αν κανείς ξεπερνούσε την εμφάνιση που ταίριαζε σε έναν δούλο, του επέβαλαν την θανατική ποινή, με ένα πρόστιμο στους κυρίους αν αυτοί δεν προσπαθούσαν να σταματήσουν αυτούς που γίνονταν ισχυροί» (Μύρων (FgrHist 106 F2) = Αθήν. 657d). Αυτά μάς θυμίζουν τις απαγορεύσεις των Τούρκων στους Έλληνες να φοράνε πλούσια ρούχα και να χτίζουν πολυτελή σπίτια και εκκλησίες, γιατί έτσι ανατρεπόταν το καθεστώς δουλείας.

Όταν κάποιοι Είλωτες είχαν καθίσει ικέτες στο ναό του Ποσειδώνα στο Ταίναρο, οι Λακεδαιμόνιοι τους σήκωσαν με το ζόρι από εκεί κι αφού τους απομάκρυναν, τους έσφαξαν (Θουκιδίδης, 1, 128, 1). Ο Ισοκράτης διακηρύσσει: «οι Λακεδαιμόνιοι θανάτωσαν περισσότερους Έλληνες χωρίς δίκη από όσους δικάστηκαν στην Αθήνα από την ίδρυση της πόλης μας» (12, 66). Άλλωστε, κατά τον Πελοποννησιακό Πόλεμο, «οι Λακεδαιμόνιοι εφόνευον ως εχθρούς όλους, όσους συνελάμβανον εις την θάλασσαν, και τους συμπολεμούντας μετά των Αθηναίων και τους ουδετέρους» (Θουκιδίδης, 2, 67, 4). Ακόμη και τους ουδέτερους Έλληνες έσφαζαν. Τους Είλωτες δε θα έ‘σφαζαν; Και βέβαια, το γεγονός ότι οι Δωριείς Σπαρτιάτες αρνήθηκαν πεισματικά επί δέκα αιώνες («Η ειλωτία διετηρήθη σχεδόν άνευ μεταβολής μέχρι της ρωμαϊκής κυριαρχίας», Στράβων, 8, 4, c365) να δώσουν το παραμικρό πολιτικό δικαίωμα και ισότητα στους αυτόχθονες (και Έλληνες βεβαίως!) κατοίκους της Λακεδαιμονίας, τους οποίους υποδούλωσαν, είναι ακόμη μια απόδειξη του στενοκέφαλου, αντιδημοκρατικού και ανθελληνικού φυλετισμού τους.

Είναι πέραν κάθε νοσηρής φαντασίας η νεοπαγανιστική άποψη ότι οι Είλωτες καλοπερνούσαν στην Αρχαία Σπάρτη. Αν καλοπερνούσαν, δεν θα έκαναν τόσες επαναστάσεις. Ακόμη και οι Περίοικοι (ντόπιοι, μη Δωριείς, των οποίων η κοινωνική-πολιτική θέση ήταν μεταξύ της θέσης των Ειλώτων και της θέσης των Λακεδαιμονίων) της Λακεδαιμονίας επαναστατούσαν μαζί με τους Είλωτες κατά της κατοχής του τόπου τους. (Θουκιδίδης, 1, 101). Φυσικά, ο Αριστοτέλης κατακρίνει το πολεμικό ιδεώδες της Λακεδαιμονίας: «Δεν πρέπει να θεωρούμε ευτυχισμένη μια πόλη ούτε να εγκωμιάζουμε τον νομοθέτη της, επειδή προετοίμασε τους κατοίκους της να κυριαρχήσουν πάνω στις γειτονικές πόλεις» (Πολιτικά, Η’, 13, 1333b 39).

Μια άλλη λανθασμένη αντίληψη (όχι μόνο νεοπαγανιστική) είναι ότι οι Λακεδαιμόνιοι δεν είχαν ιδιωτικούς δούλους, αλλά ότι οι μόνοι δούλοι ήταν οι Είλωτες, οι οποίοι ήταν κρατική περιουσία. Αυτή η αντίληψη οδήγησε και στην αφαίρεση από τα σχολικά βιβλία – προς μεγάλη χαρά των νεοπαγανιστών – μιας φανταστικής διήγησης για την ζωή ενός δούλου στην Λακεδαιμονία, ο οποίος πουλήθηκε. Η αλήθεια, δυστυχώς, κι εδώ είναι εναντίον της νεοπαγανιστικής «ολιγαρχολατρίας». «Εκφράστηκε αμφιβολία κατά πόσο οι Σπαρτιάτες είχαν οποιουσδήποτε άλλους δούλους από τους Είλωτες. (...) Αλλά υπάρχει κάποια μαρτυρία ότι υπήρχαν επίσης κι άλλοι δούλοι. Ένα χωρίο αναφέρει την υπεροχή των Σπαρτιατών έναντι της Αθήνας «στην ιδιοκτησία των δούλων, και άλλων και των ειλώτων» (Πλάτωνα, Αλκιβιάδης, 122d). Ένα άλλο χωρίο λέει ότι άφηναν την απόκτηση χρημάτων «στους δούλους και είλωτες» (Πλούταρχου Σύγκρ. Λυκ. Νουμ. 2, 7). (...) Υπάρχει επίσης η μαρτυρία πέντε επιγραφών από το ναό του Ποσειδώνα στο Ταίναρο που χρονολογούνται από το β'’ μισό του 5ου αι. ή το α' μισό του 4ου αι.» Η πρώτη επιγραφή λέει: (IG 5(1) 1228) «ἀνέθεκε τοῖ Πασοιδᾶ[νι] Θεάρες Κλεογένε. ἔφορος Δαίοχος. ἐπάκο Ἀρίο(ν), Λύον». Δηλαδή: «Ο Θεάρης αφιέρωσε τον Κλεογένη στον Ποσειδώνα. Έφορος Δαίοχος. Μάρτυρες: Αρίονας, Λύωνας». Αυτό ερμηνεύεται πάρα πολύ εύκολα ότι σημαίνει πως ο Θεάρης ελευθέρωσε το δούλο του Κλεογένη τη χρονιά που ο Δαίοχος ήταν ο κύριος έφορος στη Σπάρτη. Δεν μπορεί να είναι η απελευθέρωση ενός είλωτα, επειδή οι είλωτες μπορούσαν να ελευθερωθούν μόνο από την πολιτεία, όχι από ιδιώτη. Ο Θεάρης μπορούσε να είναι είτε ένας Σπαρτιάτης είτε ένας περίοικος, αλλά ο Gartledge Sparta 179, φαίνεται ότι δεν έχει ισχυρό επιχείρημα όταν λέγει ότι οι επιγραφές αυτές «πρέπει να αποδοθούν στους Περιοίκους», και το ονομάτισμα του Σπαρτιάτη εφόρου κάνει πιο πιθανό το γεγονός ότι ο Θεάρης ήταν Σπαρτιάτης. Θα έπρεπε επομένως να δεχτούμε ότι οι Σπαρτιάτες είχαν προσωπικούς δούλους επιπλέον από τους είλωτες, αν και όχι αναγκαία σε μεγάλους αριθμούς. Μπορεί να συνελήφθησαν στον πόλεμο, να αγοράστηκαν από δουλεμπόρους, ή να ήταν απόγονοι δούλων που αποχτήθηκαν με αυτούς τους τρόπους. Πρέπει να χρησιμοποιήθηκαν κυρίως για οικιακές υπηρεσίες. Δεν υπάρχουν περισσότερες πληροφορίες για τη νομική θέση των δούλων αυτών, αλλά ίσως ήταν όπως εκείνη των δούλων αλλού» (Douglas M. MacDowell, Σπαρτιατικό δίκαιο, εκδ. Παπαδήμα, σ. 66-67). Άλλωστε, ο Θουκιδίδης, μιλώντας για μια αποτυχημένη επανάσταση Ειλωτών και μερικών Περιοίκων στα μέσα του 5ου αι, στην Ιθώμη της Μεσσηνίας (1, 101, 2), μας λέει ότι αυτοί παραδόθηκαν στους Σπαρτιάτες, υπό τον όρο ότι θα εγκατέλειπαν την Πελοπόννησο και δε θα επέστρεφαν ποτέ, αλλιώς «αν κανείς συλλαμβανόταν [από Λακεδαιμόνιο, προφανώς], θα γινόταν δούλος αυτού που θα τον συλλάμβανε» (Θουκ., 1, 103, 1). Θα περίμενε κανείς ότι η ποινή για έναν είλωτα που θα συλλαμβανόταν να είναι κάτι χειρότερο από το να γίνει απλώς είλωτας πάλι.

Η λογική της Λακεδαιμονίας όσον αφορά την τεκνογονία ήταν εξίσου απάνθρωπη. Θεωρούσε ο Λυκούργος τους νόμους των άλλων Ελλήνων ανόητους, διότι ενώ για τα θηλυκά ζώα έψαχναν να βρουν καλούς επιβήτορες, ώστε να προκύψουν καλοί απόγονοι ράτσας, δεν έκαναν το ίδιο και για τις γυναίκες. Φυσικά, ανόητη και μισάνθρωπη είναι μόνο η σκέψη ότι ο άνθρωπος είναι απλώς ένα ζώο σαν τα άλλα, πουλερικό ή σκύλος ή άλογο και πρέπει να τον διαμορφώνουμε όπως τα ζώα ή να τον κλείνουμε σε ανθρωποτροφείο, για λόγους ευγονικής. Το κάλλιστο δυνατό, για τους οπαδούς μιας τέτοιας αντιλήψεως περί ανθρώπου, είναι να κλωσσούνταν από μηχανές και να εκτρέφονταν σε εκτροφεία οι «καλοί πολεμιστές».

Μια ακόμη προσπάθεια ωραιοποίησης της Λακεδαιμονίας, είναι η προσπάθεια να αποδειχθεί ότι οι αρχαίοι Σπαρτάτες δεν είχαν μέρος όπου πετούσαν τα καχεκτικά παιδιά τους. Ο πολύς κόσμος κακώς πιστεύει ότι το μέρος αυτό λεγόταν Καιάδας. Κι οι νεοπαγανιστές εθνικιστές βασιζόμενοι σε αυτή την ανακρίβεια ή μάλλον το μπέρδεμα, «αποδεικνύουν» ότι δεν είχαν οι αρχαίοι Σπαρτιάτες τέτοιο βάρβαρο θεσμό, κι άρα όλα είναι συνωμοσία κατά του σπαρτιατικού πνεύματος κ.λπ. κ.λπ. (οι γνωστές βλακώδεις θεωρίες περί συνωμοσίας). Όμως τόπος που έρριχναν τα παιδιά τους οι αρχαίοι Σπαρτιάτες υπήρχε και λεγόταν «Αποθέτες» (στον «Καιάδα» έριχναν τους Είλωτες). Συγκεκριμένα, γράφει ο Πλούταρχος (Λυκούργος, 16): «Το γεννημένο παιδί (...) αν όμως ήταν ασθενικό και κακόμορφο, το έστελναν στις λεγόμενες Αποθέτες, βαραθρώδη τόπο πλησίον του Ταϋγέτου, διότι φρονούσαν, ότι παιδί που δεν είχε ευθύς εξαρχής γεννηθεί υγιές ούτε εύρωστο, ήταν συμφερότερο και για το ίδιο και για την πόλη να μη ζεί». Οι νεοπαγανιστές εθνικιστές ισχυρίζονται ότι η απόθεση των καχεκτικών βρεφών δεν σήμαινε ρίξιμο από γκρεμό, αλλά απλώς ότι τα άφηναν σ' έναν τόπο και από εκεί τα έπαιρναν οι Είλωτες. Το κείμενο, όμως, κάνει λόγο για «βαραθρώδη τόπο» κι όχι απλώς για «τόπο». Δηλαδή τα πέταγαν σε χαράδρα. Επιπλέον, το κείμενο λέει ότι «είναι συμφερότερο και για το ίδιο το παιδί να μη ζει». Δηλαδή, δεν το έδιωχναν απλώς από την κοινότητα˙ αλλά το εξόντωναν ακόμη και «για το δικό του το καλό». Εξ άλλου, θα ήταν απίθανο οι Λακεδαιμόνιοι να ενίσχυαν τον τεράστιο πληθυσμό των υπόδουλων Ειλώτων, δίνοντάς τους επιπλέον μικρά σπαρτιατόπουλα. Άλλωστε η πρακτική της απόθεσης-δολοφονίας βρεφών ήταν πανελλήνια˙ γιατί να μη την έχει και η Σπάρτη; Ευτυχώς για τους ίδιους τους Λάκωνες, αυτοί εκχριστιανίστηκαν γρήγορα και έπαψαν να μαστιγώνονται και να φονεύονται τα Σπαρτιατόπουλα στο βωμό της Ορθίας Άρτεμης και στα βάραθρα του Ταΰγετου αντίστοιχα, κι έτσι οι Σπαρτιάτες γλίτωσαν από το φόρο αίματος σε «θεούς» και Καιάδες, ενώ παράλληλα τα αδέρφια τους, οι Έλληνες Είλωτες, έπαψαν να είναι κρατική ιδιοκτησία και να σφάζονται άδικα.

Υπάρχει, όπως έχει διαπιστώσει ο άγγλος φιλόσοφος Ράσσελ, μια διαχρονική, ανα τους αιώνες «Εταιρία Φίλων της Λακεδαιμονίας». Όμως, επειδή της εταιρίας αυτής διαπρεπή μέλη υπήρξαν δικτάτορες, ναζί, φασίστες, οπαδοί του «φυσικού» (ολιγαρχικού, αριστοκρατικού) τρόπου ζωής, και γνήσιοι αντιδημοκράτες, η σωστή ονομασία θα έπρεπε να είναι «Συμμορία Φίλων της Λακεδαιμονίας». Και ο δικτάτορας Ιω. Μεταξάς, θαύμαζε το πολίτευμα της αρχαίας Σπάρτης˙ αυτός, υποστήριζε ως πρότυπο αρχαιοελληνικό, όχι την δημοκρατική Αθήνα, αλλά την ολιγαρχική Σπάρτη. Γράφει χαρακτηριστικά ο Μεταξάς: «οι νέοι παρασύρονται εις την πλάνην ότι αι Αρχαίαι Αθήναι ήσαν ο φορεύς των αρχαίων ιδανικών του πολιτισμού, της επιστήμης και της πολιτικής επικρατήσεως. Αι αρχαίαι Αθήναι, ασφαλώς δεν αποτέλεσαν το πολιτικόν ιδεώδες της αρχαίας Ελλάδος... θα έπρεπε λοιπόν να στραφώμεν όλοι μας όσον αφορά τα πολιτικά εθνικά ιδεώδη προς την αρχαίαν Σπάρτην» (Πηγή: Ιστορία Γ'’ Λυκείου, ΟΕΔΒ 1992). Όταν ο Λυκούργος ρωτήθηκε από κάποιον ξένο, γιατί δεν έκανε δημοκρατία στη Σπάρτη, του απάντησε «να κάνεις εσύ δημοκρατία στο σπίτι σου» (Πλούταρχου, Λυκούργος, 19). Δεν είναι σίγουρο αν ήταν ο Λυκούργος που έδωσε τέτοια απάντηση, πάντως, για να πίστευαν ότι την έδωσε ο Λυκούργος, θα ήταν σύνηθες επιχείρημα στη Λακεδαίμονα. Ωστόσο, δε θέλει πολλή σκέψη, για να εννοήσουμε ότι το επιχείρημα «κάνε εσύ πρώτα δημοκρατία στο σπίτι σου και μετά ζήτα δημοκρατικό πολίτευμα» είναι επιχείρημα χουντικού του καφενείου. Οι πολίτες δεν είναι ανήλικα παιδάκια που έχουν ανάγκη προστασίας του σοφού «πατερούλη» του έθνους, λαού. Όμως οι Ν/Π αυτό το πολίτευμα και αυτήν την νοοτροπία υπερασπίζονται υπερασπιζόμενοι το αρχαίο σπαρτιατικό πολίτευμα. Η εξιδανίκευση του Λυκούργειου πολιτεύματος από τους Έλληνες φασίστες δεν εκπλήσσει κανέναν˙ είναι πραγματικά εκπληκτικό όμως ότι την ίδια ακριβώς εξιδανίκευση κάνουν συμπαρατασσόμενοι με τους Ναζί – και νεοπαγανιστές που παριστάνουν τους «αντιεξουσιαστές». Ίσως λόγω του αρρωστημένου τοπικισμού τους. Διότι, μόνο άρρωστο πνευματικά, τοπικιστή θα αποκαλούσαμε όποιον υπερασπίζεται ανεξαιρέτως όλες τις πράξεις και τα ήθη, νόμους των αρχαίων κατοίκων του τόπου όπου ζει, απλώς και μόνο επειδή κατοικεί στον ίδιο τόπο με αυτούς. Πώς θα αποκαλούσαμε π.χ. έναν Έλληνα που θα υποστήριζε ότι η Ελλάδα δεν διέπραξε καμία αδικία ή έναν Τούρκο, που απλώς επειδή τυγχάνει Τούρκος, υποστηρίζει ότι οι κατηγορίες πως η Τουρκία διέπραξε γενοκτονία κατά των Αρμενίων, συνιστούν «αντιτουρκική συνωμοσία»; Φασίστα. Πόση ελευθερία είχε ο Λακεδαιμόνιος, που μάθαινε χαρούμενος να ζει σαν ρομποτάκι, μας το περιγράφει σε ένα τρομερό απόσπασμα ο φιλολακεδαιμόνιος (γι' αυτό και προτιμήσαμε την περιγραφή του της Αρχαίας Σπάρτης) Πλούταρχος: «Κανείς δεν είχε το δικαίωμα να ζει όπως ήθελε, αλλά ζούσε διαρκώς στην πόλη σαν σε στρατόπεδο» (Λυκούργος, 24). Αυτήν τη ζωή θέλουν για τους Νεοέλληνες οι νεοπαγανιστές. Αυτόν τον τρόπο ζωής θέλουν οι Ν/Π να θαυμάζουμε.

«Οι Σπαρτιάτες δεν γνώριζαν τίποτα από τη νεότερη θεωρία ότι το δικαστικό σώμα πρέπει να είναι χωριστό από τους εκτελεστικούς αξιωματούχους. Οι κύριοι δικαστές ήταν ταυτόχρονα οι ίδιοι με τους κυριότερους αξιωματούχους της κυβέρνησης: οι δύο βασιλείς, οι είκοσι οκτώ γέροντες και οι πέντε έφοροι» (Douglas M. MacDowell, Σπαρτιατικό δίκαιο, εκδ. Παπαδήμα, σ. 179). Δηλαδή, η «άμεση δημοκρατία της Λακεδαιμονίας», όπως μας την περιγράφουν οι νεοπαγανιστές, ήταν ένα καθεστώς, όπου όλες οι εξουσίες ήταν συγκεντρωμένες στην κυβέρνηση.

Έχουμε αναφερθεί σε προηγούμενο κεφάλαιο για την ολιγαρχία της Λακεδαιμονίας, την οποία μερικοί νεοπαγανιστές προσπαθούν να παραστήσουν ως άμεση δημοκρατία. Σε αντίθεση με την πραγματική άμεση δημοκρατία της Αθήνας, όπου όλοι είχαν δικαίωμα λόγου, στην ολιγαρχία της Λακεδαιμονίας ο λαός δεν είχε λόγο. Μόνο η γερουσία, οι βασιλείς και οι έφοροι μπορούσαν να μιλήσουν. Ο λαός αποφάσιζε απλώς με ένα «ναι» ή ένα «όχι» στις έτοιμες προτάσεις. Λες και ήταν ανώριμοι, δεν τους επιτρεπόταν να δίνουν τις δικές τους προτάσεις. Αν τυχόν ο λαός τολμούσε να αλλάξει, κατά τη γνώμη του, μια πρόταση νόμου των εφόρων, τότε η κυρίαρχη ολιγαρχία διέλυε την συνέλευση. Αλλά, για να περάσει μια πρόταση νόμου στην συνέλευση των πολιτών, έπρεπε πρώτα να γίνει αποδεκτή από τη Γερουσία, αφού είχε προταθεί από τους Εφόρους. Αν π.χ. η Γερουσία αρνείτο να εγκρίνει την πρόταση, οι πολίτες δεν είχαν το δικαίωμα να συζητήσουν ή να εγκρίνουν την απόφαση. Άμεση Δημοκρατία; «Μόνο ένας έφορος μπορούσε να προτείνει νόμο (...) Η σπαρτιατική Γερουσία είχε τη δύναμη να αποφασίζει κατά πόσον ένας νόμος που προτεινόταν θα περνούσε στη συνέλευση των πολιτών» (Douglas M. MacDowell, Σπαρτιατικό δίκαιο, εκδ. Παπαδήμα, σ. 24, 25). Δηλαδή, οι απλοί πολίτες, ακόμη κι αν ήταν άξιοι, δεν είχαν το δικαίωμα να προτείνουν έναν νόμο. Τόσο αμεσοδημοκρατική ήταν η Λακεδαιμονία. Ο Πλούταρχος (Άγης, 11, 1) γράφει για τη Γερουσία, ότι η δύναμή τους ήταν πως κατ' ουσίαν προαποφάσιζαν: «τοὺς γέροντας, οἷς τὸ κράτος ἦν ἐν τῷ προβουλεύειν». Στην Αθήνα, όμως, ο καθένας μπορούσε να προτείνει νόμο κι ο λαός αποφάσιζε για όλα, δίχως «πατερούληδες».

Κυριολεκτικά στην αρχαιότητα κανείς δεν ήξερε ποιος κυβερνούσε στη Σπάρτη. Άλλοτε κυβερνούσε ένας από τους δύο βασιλιάδες˙ άλλοτε κάποιος ισχυρός στρατηγός˙ άλλοτε κάποιος από τους πέντε εφόρους. Την μια χρονιά επικρατούσε ειρηνόφιλος έφορος, ο οποίος έκανε συνθήκη ειρήνης με την Αθήνα, και την επόμενη φιλοπόλεμος έφορος, ο οποίος ξανάρχιζε τον πόλεμο (έτσι τα λέει ο Θουκιδίδης). Γραπτοί νόμοι δεν υπήρχαν, ο Λυκούργος απαγόρευσε να γραφούν οι νόμοι (Πλούτ., Λυκούργος, 13), με αποτέλεσμα οι 28 της γερουσίας, οι 5 έφοροι, οι 2 βασιλιάδες, να παλεύουν συνεχώς για την εξουσία. Μια φορά τους κυβέρνησε κι ο φυγόδικος Αλκιβιάδης, που στέλνοντας τον βασιλιά σε εκστρατεία κοιμόταν με μια βασίλισσα τους, και τους έσπειρε κι ένα διάδοχο, για τον οποίο αυτή καυχιόταν δημόσια ότι είναι του Αλκιβιάδη (Πλούταρχου, Αγησίλαος, 3, 1-3).

Η γερουσία αναδεικνύονταν με το εξής πρωτότυπο σύστημα: μαζευόταν ο λαός σε συνέλευση, κλείνονταν πέντε άντρες σε ένα κτίριο δίπλα στο λαό, και περνούσαν χωριστά ένας ένας μπροστά από το λαό οι υποψήφιοι γερουσιαστές, δίχως οι κλεισμένοι στο κτίριο άντρες να γνωρίζουν ποιος περνούσε πρώτος, ποιος δεύτερος κ.ο.κ. Ο λαός ζητοκραύγαζε τον κάθε υποψήφιο, άλλον περισσότερο κι άλλον λιγότερο. «Οι κλεισμένοι λοιπόν άνθρωποι εκράτουν πίνακες και εσημείωνον για τον καθένα χωριστά το μέγεθος της κραυγής, χωρίς να γνωρίζουν δια ποίον είναι. Δι' όποιον εγίνετο περισσότερα και μεγαλυτέρα κραυγή, αυτόν ανηγόρευον γερουσιαστήν» (Πλούτ., Λυκούργος, 26). Είναι φανερό πόσο παιδαριώδες σύστημα εκλογής ήταν αυτό, αφού στην εκλογή έπαιζε ρόλο το αν οι πληρωμένοι υποστηρικτές του ενός ή του άλλου υποψήφιου ήταν πιο φωνακλάδες από τους υπόλοιπους (ίσως κραυγάζοντας και κάποιες λέξεις-συνθηματικά που θα τις άκουγαν οι πιθανόν πληρωμένοι κριτές), ή το αν συνωστίζονταν πιο κοντά στο οίκημα οι φωνακλάδες του ενός ή του άλλου υποψήφιου, και ένα σωρό άλλες παρόμοιες απάτες που μπορούσαν να γίνουν. Ο Αριστοτέλης γράφει για τον τρόπο ανάδειξης της γερουσίας (Πολιτικά, Β’, 9, 1271a 9-10): «Παιδαριώδης είναι και ο τρόπος που κρίνουν την εκλογή της γερουσίας», ενώ για την εκλογή των εφόρων λέει (Πολιτικά, Β’, 9, 1270b 28-29): «Ο τρόπος απονομής του αξιώματος είναι παιδαριώδης, έπρεπε να εκλέγονται απ' όλο το λαό, και όχι όπως γίνεται τώρα».

Είναι μεγάλο το λάθος των νεοπαγανιστών που συγκρίνουν Αρχαία Αθήνα και Λακεδαίμονα. Τα μόνα δείγματα ενός αρχαϊκού πολιτισμού, διόλου ανώτερα από τα αντίστοιχα άλλων πόλεων τα επέδειξε η Αρχαία Σπάρτη μόνο τον 7ο και τον 6ο π.Χ. αιώνα. Μετά, τίποτα. Σε μια εποχή, κατά την οποία στην Αθήνα ζούσαν και δίδασκαν Επίκουρος, Ζήνωνας, Αναξαγόρας, Πρωταγόρας, Πρόδικος, Σωκράτης, Αριστοτέλης, στην Αρχαία Σπάρτη πόσοι φιλόσοφοι υπήρχαν; Υπάρχει Σπαρτιάτης αρχιτέκτων ισάξιος του Φειδία; Υπάρχει Σπαρτιάτης τραγικός ισάξιος του Αισχύλου, του Σοφοκλή, του Ευριπίδη; Υπάρχει Σπαρτιάτης αντάξιος του Αριστοφάνη; Υπάρχει Σπαρτιάτης ιστοριογράφος αντάξιος του Θουκιδίδη; Είναι από μόνες τους αστείες οι ερωτήσεις αυτές˙ διότι το σωστό ερώτημα είναι, αν υπάρχουν καν Σπαρτιάτες τραγικοί, Σπαρτιάτες φιλόσοφοι, Σπαρτιάτες ιστοριογράφοι, Σπαρτιάτες αρχιτέκτονες, ώστε να συγκριθούν με τους Αθηναίους. Δεν υπάρχουν. Σε τριάντα εννιά (39) γνωστούς Αθηναίους γλύπτες αντιστοιχούν μόλις δύο (2) Σπαρτιάτες. Για οκτώ γνωστούς Αθηναίους ζωγράφους δεν υπάρχει κανένας Σπαρτιάτης ζωγράφος. «Γνήσιες θεατρικές παραστάσεις ποτέ δεν ήταν σε υπόληψη στην Σπάρτη, όπως φαίνεται από την περιφρόνηση που εκδήλωσε ο Αγησίλαος προς φημισμένους υποκριτές (Πλουτ. Αγησ. 21)· επομένως το θέατρο που αναφέρεται επί Αγησίλαου χρησίμευε κυρίως για δημόσιες συγκεντρώσεις και για πάνδημες γιορτές. Οι χοροί των γυμνοπαιδιών αναφέρεται πως γίνονταν στο θέατρο (Αγ. 29, Ηροδ., 6, 67) και το αγώνισμα της σφαίρας αναφέρεται πως γινόταν στο θέατρο (Λουκ., Ανάχ., 38)». Η Αρχαία Αθήνα και το ανώτερο πολίτευμά της, ήταν η αιτία που μπόρεσε το ελληνικό ταλέντο να φανερώσει την πρωτοτυπία του στην αρχιτεκτονική, την ιστοριογραφία, την τραγωδία, την φιλοσοφία. Είναι, πράγματι, λάθος να παρουσιάζεται η ύπαρξη φιλολακώνων Αθηναίων και φιλολακώνων φιλοσόφων που εκθεσίασαν το πολίτευμα της Σπάρτης ως απόδειξη ότι το πολίτευμα της Αρχαίας Σπάρτης ήταν καλλίτερο. Το αντίθετο μάλλον αποδεικνύεται. Διότι, αυτοί οι φιλολάκωνες φιλόσοφοι είναι «προϊόν» της Αθηναϊκής Δημοκρατίας. Εάν ζούσαν στην Σπάρτη, δεν θα είχαν γίνει ποτέ αυτό που έγιναν. Θα ήταν άσημοι στρατιώτες ή, το πολύ πολύ, Έφοροι (τρομερή η προσφορά των Εφόρων στον αρχαιοελληνικό πολιτισμό. Όλος ο Δυτικός κόσμος τούς Εφόρους θαυμάζει). Ούτε φιλόσοφοι, ούτε τραγικοί, ούτε ιστοριογράφοι, ούτε αρχιτέκτονες. Μόνο στην Αθήνα υπήρχαν οι συνθήκες εκείνες που επέτρεπαν στον καθένα, ακόμη και σε φιλολάκωνες, να εκφραστεί και να αξιοποιήσει το ταλέντο του στις τέχνες και τον πολιτισμό. Είναι, πραγματικά, κρίμα που ο περσόδουλος Σπαρτιατισμός νίκησε στον Πελοποννησιακό πόλεμο. Μπορούμε να φανταστούμε πώς θα ήταν η Ελλάδα, εάν τα ιδανικά της Δημοκρατίας, της Ισηγορίας, του Διαλόγου είχαν κυριαρχήσει παντού. Δεν εξιδανικεύουμε, φυσικά, την Αθηναϊκή Ηγεμονία˙ δια της βίας κατέληξε να κυριαρχεί η Αθήνα. Αλλά τουλάχιστον, αυτή άφησε έναν Παρθενώνα, τους φιλοσόφους και τους τραγικούς. Η Σπαρτιατική ηγεμονία, τι άφησε;

Φυσικά, δέσμιοι τέτοιων νομοθεσιών, οι Λακεδαιμόνιοι μάθαιναν να μην ανέχονται ούτε την κριτική για την απίστευτα οπισθοδρομική αντίληψή τους. Είναι προφανώς ένδειξη της δημοκρατίας και της «πειθαρχημένης ελευθερίας», που είχαν. Έτσι, πληροφορούμαστε ότι: «Τον Αρχίλοχο τον ποιητή, όταν πήγε στη Σπάρτη, τον έδιωξαν στη στιγμή, επειδή έμαθαν πως στο ποίημά του είχε γράψει πως είναι καλύτερο να πετάει κανείς τα όπλα παρά να πεθαίνει:

ἀσπίδι μὲν Σαΐων τις ἀγάλλεται ἣν παρὰ θάμνωι, / ἔντος ἀμώμητον, κάλλιπον οὐκ ἐθέλων˙

αὐτὸν δ’ ἐξεσάωσα. τί μοι μέλει ἀσπίς ἐκείνη; / ἐρρέτω˙ ἐξαῦτις κτήσομαι οὐ κακίω.

[Κάποιος Σάιος χαίρεται με την ασπίδα μου που σε θάμνο, / όπλο αψεγάδιαστο, την πέταξα, χωρίς να θέλω˙ / τον εαυτό μου έσωσα. Τί με νοιάζει για την ασπίδα εκείνη; / Να πάει στα κομμάτια. Και πάλι καλλίτερη θα αποκτήσω]» (Πλούταρχου, Ηθικά [Παλαιά Λακ. επιτηδ.], 239b).

Τί άλλο θα μπορούσε να είχε συμβεί, αφού απαγορευόταν από τους νόμους του Λυκούργου, στους Σπαρτιάτες να ταξιδεύουν και να έρχονται ξένοι στην Σπάρτη; «Ξέρω καλά ακόμη ότι στο παρελθόν έδιωχναν τους ξένους από την πόλη και δεν επέτρεπαν να ταξιδεύουν [οι Σπαρτιάτες] έξω από την πόλη τους» (Ξενοφώντα, Λακεδαιμονίων Πολιτεία, 14, 4). Το μέτρο αυτό θεσπίστηκε, τάχα για να μην φέρουν κακές συνήθειες στην Σπάρτη οι ξένοι που θα την επισκέπτονταν ή οι Σπαρτιάτες που θα επέστρεφαν από ταξίδια. Φαίνεται πόσο παράλογο είναι το μέτρο. Με την ίδια τη λογική της απαγόρευσης ταξιδιών, μπορεί να κατακριθεί ο Λυκούργος, ότι εισήγαγε στη Σπάρτη ό,τι πιο κακό από το εξωτερικό. Ο ίδιος ο Λυκούργος, προτού νομοθετήσει στους Σπαρτιάτες, είχε ταξιδέψει στην Αίγυπτο και σε άλλες χώρες έξω από την Λακεδαιμονία, στις οποίες είδε κι έμαθε πολλά, τα οποία μετέφερε στη Σπάρτη. Δηλαδή οι πολλοί Σπαρτιάτες δεν είχαν το δικαίωμα να δουν και να κρίνουν, όπως έκανε ο Λυκούργος, ταξιδεύοντας. Άρα δεν θεσπίστηκε το μέτρο αυτό, τάχα για να μην φέρουν κακές συνήθειες στη Σπάρτη, αλλά για να μην ανοίξουν τα μάτια των απλών Σπαρτιατών και αντιληφθούν πόσο οπισθοδρομικό ήταν το πολίτευμά τους. Διότι, τα ταξίδια, το εμπόριο και η ελεύθερη επικοινωνία με άλλους λαούς –όλα όσα απαγόρευσε ο Λυκούργος– οδηγούν τον καθένα να διευρύνει τους πνευματικούς του ορίζοντες˙ όχι απαραίτητα για κακό, όπως προπαγάνδιζαν οι φιλολακεδαιμόνιοι αρχαιόπληκτοι. Αλλά ο Λυκούργος, αφού ταξίδεψε, ήθελε οι Λακεδαιμόνιοι να μην έχουν την ευκαιρία να γίνουν ευρυμαθείς μέσω της συναναστροφής με τον υπόλοιπο πολιτισμένο κόσμο. Δεν ήθελε, οι Σπαρτιάτες να έχουν τις ίδιες ευκαιρίες μόρφωσης με αυτόν. Ήθελε η άρχουσα τάξη της Λακεδαιμονίας να επιβάλει την δική της ερμηνεία και οπτική του κόσμου στα στρατιωτάκια της, γι' αυτό τους απαγόρευσε τα πάντα. (Ακριβώς όπως σκέπτονταν και απαγόρευαν οι πρώην κομμουνιστικές δικτατορίες στους πολίτες τους, κι ακόμα εφαρμόζει η κομμουνιστική Βόρεια Κορέα)

Γι' αυτόν το λόγο «η αρετή δεν πρέπει να εφαρμόζεται όπως την εφαρμόζει η πόλη των Σπαρτιατών», λέει (Πολιτικά, Η’, 13 (1334a 40)) ο Αριστοτέλης. Φυσικά, αυτό το αποδεικνύει καλύτερα η ιστορία. Όσες φορές κάποιος Λακεδαιμόνιος έζησε για λίγο ελεύθερος έξω από την «ιδανική» Λακωνία, έπεφτε με τα μούτρα στο φαΐ, στο χρυσάφι, στα πολυτελή ενδύματα και κοσμήματα. Φαίνεται τι αποτέλεσμα είχε η διαπαιδαγώγηση του Λυκούργου˙ πόσο ψεύτικη ήταν στην πραγματικότητα, επικρατώντας στις ψυχές των Λακεδαιμονίων μόνο δια της πνευματικής και της σωματικής (οι μαστιγοφόροι που αναφέρει ο Ξενοφώντας, Λακεδαιμονίων Πολιτεία, 2, 2) τρομοκρατίας επί των εφήβων και των πολιτών.

Και ο Πλάτων κατακρίνει την Αρχαία Σπάρτη, όσο φιλολακεδαιμόνιος κι αν ήταν. Στο Πολιτεία Η’, 544cd αναφέρει τα πολιτεύματα που αποτελούν εκφυλισμό της ιδανικής «Πολιτείας», και όσο πάει τόσο πιο εκφυλισμένα είναι. Το πρώτο από αυτά, το αμέσως μετά την ιδανική Πολιτεία, είναι το πολίτευμα που υπάρχει στην Κρήτη και τη Λακωνική. Ο Πλάτων περιγράφει επικριτικά τι συμβαίνει σε αυτού του είδους το πολίτευμα, το τιμοκρατικό, όπως ο ίδιος το ονομάζει: «Συμβιβάστηκαν να μοιράσουν μεταξύ τους τη γη και τις κατοικίες, να υποδουλώσουν εκείνους που φρουρούσαν πριν και που ως ελεύθερους τους θεωρούσαν φίλους και τροφούς των, να τους κάνουν τώρα περιοίκους και δούλους των» (Πολιτεία 547bc) και «Δικά της χαρακτηριστικά [η τιμοκρατική πολιτεία] θα έχει το φόβο να υψώνη στα ανώτατα αξιώματα τους σοφούς, επειδή δεν θα βρίσκει πια μέσα στην κοινωνία τέτοιους ανθρώπους μονομερείς και αποκλειστικούς, αλλά μεικτούς, την τάση να κλίνει προς ανθρώπους περισσότερο ορμητικούς, γεννημένους μάλλον για τον πόλεμο παρά για την ειρήνη» (Πολιτεία 547e) και «Οι άνθρωποι αυτού του είδους [σημ:= του Σπαρτιατικού πολιτεύματος] θα είναι επομένως άπληστοι στα υλικά αγαθά, όπως συμβαίνει στις ολιγαρχίες, και με μανία θα λατρεύουν στα κρυφά το χρυσό και τον άργυρο, αφού θα έχουν δικά τους ταμεία και θησαυροφυλάκια» (Πολιτεία 548a) και «πρέπει να είναι πιο αυθάδης και κάπως πιο άμουσος, αν και θα αγαπά τη μουσική· θα αγαπά επίσης τους λόγους και τα ακροάματα, αλλά ο ίδιος δεν θα έχη καμιά ρητορική ιδιοφυΐα. Προς τους δούλους θα είναι σκληρός (...) προς τους άρχοντες πάρα πολύ υπάκουος (548e-549a).

Οι Λακεδαιμόνιοι ήταν σαφώς δέσμιοι θρησκευτικών προκαταλήψεων. Δύο φορές σε διάστημα ενός χρόνου εξεστράτευσαν κατά γειτονικής χώρας, αλλά επειδή οι θυσίες για την διάβαση των συνόρων της Λακωνίας δεν ήταν ευνοϊκές, γύρισαν πίσω (Θουκιδίδης, 5, 54, 2˙ 5, 55,3).

Είναι λάθος να θεωρούμε την Λακεδαιμονία ως το κατ' εξοχήν κέντρο της «Δωρικότητας». Πιο καθαρόαιμες δωρικές περιοχές ήταν το Άργος και η Λοκρίδα. Ακόμη και η διάλεκτος των Λακεδαιμόνιων δεν είναι η καθαρή δωρική της Λοκρίδας ή του Άργους. Εκείνα τα σιόρ (=θεός) και σιώ και κάποιοι άλλο γλωσσικοί τύποι και η προφορά ''σ'' αντί ''θ'' κάθε άλλο παρά δωρικά στοιχεία είναι. Η Αθήνα, με τους δωρικού ρυθμού ναούς του Παρθενώνα, του Θησείου και πολλών άλλων ναών, με τους πολίτες της που κυκλοφορούσαν συνεχώς οπλισμένοι μέχρι λίγα χρόνια πριν τον Θουκιδίδη (Θουκ., 1, 6, 3), ήταν πιο δωρική. Το όνομα Λακεδαιμόνιος οπωσδήποτε δείχνει προδωρική θρησκεία˙ σημαίνει «δαιμονισμένος κράχτης», πρόπολος οργιαστικού θεού σε κατάσταση μανίας, οργιαστού που κραυγάζει (λακεῖν) σαν μανιακός για το θεό του. Ο θεός αυτός είναι ο προδωρικός θεός Υάκινθος.

Οι σημερινοί κάτοικοι της Λακωνίας δεν είναι ασφαλώς όλοι απόγονοι των ελεύθερων Αρχαίων Σπαρτιατών (που ήταν μικρό ποσοστό των κατοίκων της Λακεδαιμονίας). Πόσοι και πόσοι σημερινοί Λάκωνες κατάγονται από τους Είλωτες. Ή από τους περίοικους, που δεν είχαν πολιτικά δικαιώματα. Πού το ξέρει καθείς πόθεν κατάγεται; Μπορεί κι οι αρχαιολάτρες υπερασπιστές του Λυκούργειου πολιτεύματος να είναι απόγονοι Ειλώτων ή Περίοικων. Και να αγανακτούν που λέγεται η αλήθεια για τους Αρχαίους Σπαρτιάτες. Η υπεράσπιση της Αρχαίας Σπάρτης λοιπόν, από αρχαιολάτρες που μπορεί να είχαν προγόνους-θύματα της καταπίεσης της Αρχαίας Σπάρτης, είναι φαιδρός νεο-τοπικισμός και σοβινισμός.

Εννοείται, ότι διόλου δεν υποτιμάται ο ηρωισμός, η ανδρεία και η περιφρόνηση προς το θάνατο που είχε ο αρχαίος Σπαρτιάτης. Άλλο πράγμα αυτή κι άλλο ο θαυμασμός για το πολίτευμα της Σπάρτης. Άλλο πράγμα να θαυμάζουμε τους 300 των Θερμοπυλών κι άλλο να επαινούμε άκριτα το πολίτευμα της Λακεδαιμονίας. Ανδρεία και ηρωισμό ειχαν και οι δημοκράτες αρχαίοι Αθηναίοι όμως. Άλλο πράγμα το γεγονός ότι οι Λακεδαιμόνιοι αρνήθηκαν να καταστρέψουν την Αθήνα, μετά τη λήξη του Πελοποννησιακού πολέμου, κι άλλο πράγμα να εκθεσιάζεται το πολίτευμα της Σπάρτης. Είναι πάντως κρίμα, που το τόσο άξιο ανθρώπινο σύνολο των Λακεδαιμόνιων, με την εξυπνάδα και ευστροφία που διέθετε, χαραμίστηκε και κατέληξε ένα αιώνιο στρατόπεδο. Θα μπορούσε να είχε γίνει ανώτερη κι από την Αθήνα πολιτισμικά, η Λακεδαιμονία, ωστόσο το πολίτευμά της φίμωσε τόσους έξυπνους και δραστήριους ανθρώπους. Άνθρωποι σαν τον σπαρτιάτη βασιλιά Άγι, τον σπαρτιάτη βασιλιά Κλεομένη, τον σπαρτιάτη βασιλιά Νάβι ξεπάστρεψαν (ο δεύτερος) τους εφόρους καταργώντας το αξίωμά τους (που ο Λυκούργος όρισε) και απελευθερώνοντας, εξισώνοντας πολιτικά τους είλωτες (ο τρίτος), είναι άξιοι αιώνιας τιμής, διότι τσάκισαν την αρρώστεια του ρατσισμού (δουλεία ειλώτων), της ολιγαρχίας (κυριαρχία εφόρων) και του μιλιταρισμού (ο Νάβις εγκαθιστούσε τη δημοκρατία σε όσες πόλεις επιβαλόταν), με μια λέξη το λυκούργειο πολίτευμα. Είναι κυριολεκτικά η πραγματικά ένδοξη περίοδος της ιστορίας της Λακεδαιμονίας – σε αντίθεση με ό,τι λένε οι νεοπαγανιστές. Σε καμμία περίπτωση δεν είναι σωστό το κάψιμο των χλωρών με τα ξερά.

Ο κύριος λόγος που οι νεοπαγανιστές ισχυρίζονται πως η αρχαία Σπάρτη αδικείται είναι ο σοβινισμός. Αυτοί οι άνθρωποι θέλουν σώνει και καλά όλη την Αρχαιότητα να την παρουσιάζουν ως άψογη και τέλεια. Πράγμα που μόνο ανιστόρητοι το δέχονται. Να προσθέσουμε, ότι όλη αυτή η θεωρία περί συνωμοσίας πρώτον είναι αγαπητή σε ακραίους κύκλους και δεύτερον είναι σαφέστατα όχι μόνο ιστορικώς αβάσιμη αλλά και δείχνει παιδαριώδη κοσμοαντίληψη και σκέψη. 

Πηγή: ierosolymitissa.org

Αναζητηση

Αναγνώστες