Δεν υπάρχει άλλος σίγουρος δρόμος σωτηρίας, εκτός από το να εξομολογείται ο καθένας σε πατέρες με πολλή διάκριση και από αυτούς να παίρνει οδηγίες για την αρετή και να μην ακολουθεί το δικό του θέλημα.

(Άγιος Ιωάννης Κασσιανός ο Ρωμαίος.)







Τούτον Δανιήλ υιόν ανθρώπου λέγει είναι, ερχόμενον πρός τον Πατέρα, και πάσαν την κρίσιν και την τιμήν παρ'εκείνου υποδεχόμενον

(Αποστολικαί Διαταγαί, Ε΄, ΧΧ 10, ΒΕΠ 2,92)
Αγία τριάδα


Εθεώρουν έως ότου θρόνοι ετέθησαν και παλαιός ημερών εκάθητο, και το ένδυμα αυτού λευκόν ωσεί χιών, και η θρίξ της κεφαλής αυτού ωσεί έριον καθαρόν... εθεώρουν εν οράματι της νυκτός και ιδού μετά των νεφελών του ουρανού ως υιός ανθρώπου ερχόμενος ην και έως του παλαιού των ημερών εφθασε...

(Δανιήλ Ζ', 9 και 14)



"Πιστεύοντες εις ένα Θεόν εν Τριάδι ανυμνούμενον, τας τιμίας Αυτού εικόνας ασπαζόμεθα."

(Πρακτικά εβδόμης Οικουμενικής συνόδου, Τόμος Β' σελ. 883)

Παρασκευή 31 Ιανουαρίου 2014

Τι είναι Αποστολική Διαδοχή; (Μέρος τέταρτο.)

Δ) Αποστολική Διαδοχή, Παπικοί και Προτεσταντικές Ομολογίες.
 
Έχουν ουσιαστική αποστολική διαδοχή οι Παπικοί και οι Προτεσταντικές ομολογίες; Οι διάφορες σημερινές Προτεσταντικές ομολογίες έχουν τις ρίζες τους από την Διαμαρτύρηση τον 16ο αιώνα. Η Διαμαρτύρηση έγινε κατά των κακοδοξιών του Πάπα. Από εκεί αποσχίστηκαν. Οι Παπικοί διαχώρισαν τον εαυτό τους από την Μία Εκκλησία νωρίτερα, το 1054. Ο επίσκοπος Ρώμης είχε αποφασίσει αυθαίρετα, ανεξάρτητα από τους επισκόπους της Ανατολής, ότι θα έπρεπε να έχει υπεροχή έναντι όλων των άλλων επισκόπων. Μονομερώς αποφάσισε, χωρίς την έγκριση Οικουμενικής Συνόδου, ότι αφού ο απόστολος Πέτρος ήταν πρώτος Επίσκοπος Ρώμης (αν και αυτό δεν είναι αποδεδειγμένο), έπρεπε ο ίδιος να έχει εξουσία επί όλων των άλλων επισκόπων. Επίσης, η Εκκλησία στην Δύση αποφάσισε να αλλοιώσει δόγμα πίστεως, το οποίο είναι διατυπωμένο και στο ''Κατά Ιωάννην'' Ευαγγέλιο, αλλά και στο σύμβολο της Πίστεως της Νικαίας, ότι το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται εκ του Πατρός. Οι δυτικοί πρόσθεσαν ''και εκ του Υιού'' (filioque), αυθαίρετα πάλι και χωρίς να έχει προηγηθεί Οικουμενική σύνοδος.

Ο καθηγητής Βλ. Φειδάς αναφέρει, «Η προέλευση της διδασκαλίας περί της εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος όχι μόνο εκ του Πατρός, αλλά και εκ του Υιού (filioque) συνδεόταν αναμφιβόλως με τις βησιγοτθικές αρειανικές ρίζες της φραγκικής θεολογίας» (Εκκλησιαστική Ιστορία, ΄Β τόμος, σελ. 96).

Έχουμε σαφέστατα νοθεία στον δόγμα της Τριαδικότητας του Θεού, αφού υποβαθμίζεται το Πρόσωπο του Αγίου Πνεύματος και παύει να είναι ισότιμο με τα άλλα δύο.

Άλλαξαν δόγμα πίστεως, επομένως έπεσαν σε αίρεση (και αργότερα σε περισσότερες), αποκόπηκαν από μόνοι τους από την Μια εκκλησία, και έχασαν την διαδοχή και την χάρη. Δεν φύλαξαν την καλή παρακαταθήκη.

Στην επιστολή του Μ. Βασιλείου προς τον Αμφιλόχιο «Περί του Αγίου Πνεύματος», υπάρχει ο πρώτος κανόνας του Μ. Βασιλείου που αναφέρει ανάμεσα στα άλλα, «Οι δε της Εκκλησίας αποστάντες, ουκ έτι έσχον την χάριν του Αγίου Πνεύματος εφ’ εαυτούς, επέλιπε γαρ η μετάδοσις τω διακοπήναι την ακολουθίαν. Οι μεν γαρ πρώτοι αναχωρήσαντες, παρά των Πατέρων έσχον τας χειροτονίας, και δια της επιθέσεως των χειρών αυτών, είχον το χάρισμα το πνευματικόν, οι δε απορραγέντες, λαϊκοί γενόμενοι, ούτε του βαπτίζειν, ούτε του χειροτονείν είχον εξουσίαν, ούτε ηδύναντο χάριν Πνεύματος Αγίου ετέροις παρέχειν» (Πηδάλιο αγίου Νικοδήμου, σελ. 587).

Δηλαδή, όσοι αποσχίζονται από την εκκλησία παύουν να έχουν την χάρη του Αγίου Πνεύματος. Επειδή διακόπτεται η ακολουθία (αποστολική διαδοχή), διακόπτεται και η μετάδοση της Χάριτος. Και συνεχίζει αναφέροντας ότι ενόσω ήσαν χειροτονημένοι, είχαν χάρισμα πνευματικό, αλλά αφού αποσχίστηκαν έγιναν λαϊκοί και έχασαν την εξουσία να βαπτίζουν, να χειροτονούν άλλους, και να μεταδίδουν σε άλλους την χάρη του Αγίου Πνεύματος.

Και όπως σχολιάζει ο άγιος Νικόδημος, «όταν εν μέλος κοπή από το σώμα, νεκρούται παρευθεύς με το να μη μεταδίδεται πλέον εις αυτό ζωτική δύναμις, τουτοιοτρόπως και αυτοί αφού μια φοράν εσχίσθησαν από το σώμα της Εκκλησίας, ενεκρώθησαν παρευθύς, και την πνευματικήν χάριν και ενέργειαν του Αγίου Πνεύματος έχασαν, μη μεταδιδομένης ταύτης εις αυτούς δια των αφών και συνδέσμων, ήτοι δια της κατά Πνεύμα ενώσεως» (Πηδάλιο, σελ. 589,σημείωση 1η).

Ο Μ. Αθανάσιος αναφέρει στον πρώτο λόγο του «Κατά Αρειανούς» σχετικά: «[…] πως ανήκουν εις την καθολικήν Εκκλησίαν αυτοί που απετίναξαν την αποστολικήν πίστιν και επενόησαν καινούρια κακά [...] ;».

Επομένως, όποιος αποκόπτεται από το σώμα της Εκκλησίας, χάνει την χάρη του Αγίου Πνεύματος και ο ίδιος, αλλά και ως προς το να την μεταδίδει δια της χειροτονίας. Ούτε οι Παπικοί έχουν την χάρη της αποστολικής διαδοχής, ούτε οι Προτεστάντες που προέκυψαν από αυτούς.

Επίλογος.

Έχοντας δει την σημασία της Αποστολικής διαδοχής ως μέσο κριτηρίου για το ποιός είναι αιρετικός και ποιός όχι, μπορούμε να κατανοήσουμε καλύτερα τον ορισμό που δίνει ο άγιος Ιγνάτιος για το τι είναι Εκκλησία, αρχές του δευτέρου αιώνα.

«Ομοίως πάντες εντρεπέσθωσαν τους διακόνους ως Ιησούν Χριστόν, ως και τον Επίσκοπον, όντα τύπον του πατρός, τους δε πρεσβυτέρους ως συνέδριον Θεού και ως σύνδεσμον αποστόλων. Χωρίς δε τούτων Εκκλησία ου καλείται». (Προς Τραλλιανούς, 3).

Δηλαδή, οποιαδήποτε σύναξη που δεν έχει Επίσκοπο, πρεσβυτέρους, και διακόνους, δεν είναι Εκκλησία Χριστού. Και σαφώς, όπως δείξαμε παραπάνω, με αποστολική διαδοχή. Και φυσικά, ούτε η Θεία Ευχαριστία είναι «βεβαία» (έγκυρη) όταν γίνεται χωριστά από τον Επίσκοπο ή όποιον εκείνος έχει επιτρέψει να την τελεί, κατά τα λόγια του αγίου Ιγνατίου, «Μηδείς χωρίς Επισκόπου τι πρασσέτω των ανηκόντων εις την Εκκλησίαν. Εκείνη βεβαία ευχαριστεία ηγείσθω, η υπό τον Επίσκοπον ούσα, η ω αν αυτός επιτρέψει. Όπου αν φανεί ο Επίσκοπος, εκεί το πλήθος έστω, ώσπερ όπου αν η Χριστός Ιησούς, εκεί η καθολική Εκκλησία». (Προς Σμυρναίους)

Όποιος κάνει οτιδήποτε κρυφά από τον Επίσκοπο, λατρεύει τον διάβολο, ακόμα και αν ενεργεί στο «όνομα του Χριστού» (υποτίθεται).

«Ο τιμών Επίσκοπον υπό Θεού τετίμηται, ο λάθρα Επισκόπου τι πράσσων τω διαβόλω λατρεύει». (Προς Σμυρναίους 9).

______________________________________________________
Πηγές.

Αγία Γραφή
Άγιος Νικόδημος, Πηδάλιο, Εκδόσεις Παπαδημητρίου, έκδοση δέκατη τρίτη, 2003

Βιβλιοθήκη Ελλήνων Πατέρων και Εκκλ. συγγραφεών, τόμος 5, Έκδοσις της Αποστολικής Διακονίας, 1955

Βλάσιος Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία τόμοι Α-Β, Εκδόσεις Διήγηση, Τρίτη έκδοση 2002

Γ. Φλορόφσκι, Αγία Γραφή- Εκκλησία-Παράδοσις, μετάφραση Δ. Τσάμης

Ι. Χρυσοστόμου έργα, ΕΠΕ 14, Πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς», 2011

Μ. Αθανασίου έργα, ΕΠΕ 2, Πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς», 1974

Π. Παπαευαγγέλου, Αποστολικοί Πατέρες Άπαντα, Πατερικές Εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς», 1994 (γνήσιες επιστολές αγίου Ιγνατίου)

Π. Τρεμπέλας, Υπόμνημα εις το «Κατά Ματθαίον», Εκδόσεις αδελφότητας θεολόγων ο «Σωτήρ», έκτη έκδοση 2008

Σ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία τόμος Α, Εκδόσεις Παρουσία, 1997 Τρίτη έκδοση

Χ. Ανδρούτσος, Δογματική της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας, 1907

Εργασία: Στέλιος Μπαφίτης

Επιμέλεια: Σοφία Ντρέκου 

Πηγή: exprotestant.blogspot.gr

Τι είναι Αποστολική Διαδοχή; (Μέρος τρίτο)

Γ) Η Αποστολική Διαδοχή, κριτήριο διαχωρισμού Εκκλησίας και αιρέσεως.
 
Ανάμεσα στα μέτρα που πήρε η Εκκλησία για να προστατεύσει το ποίμνιο από τα ποικίλα Γνωστικά κινήματα και τις υπόλοιπες αιρέσεις και ψευτοδιδασκαλίες κατά τους πρώτους αιώνες του Χριστιανισμού, ήταν (και) το κριτήριο της Αποστολικής Διαδοχής.

α) Παραθέτουμε από τον καθηγητή Βλ. Φειδά: «Το γεγονός ότι ο φιλοσοφικόθρησκευτικός συγκρητισμός των συροαιγυπτιακών γνωστικών συστημάτων δεν περιορίστηκε μόνο στο θεωρητικό πεδίο, αλλά αναπτύχθηκε και σε οργανωμένες κοινότητες με ιδιαίτερη ιεραρχία, λατρεία, μυστηριακές πράξεις, τελετές, μουσική, άσμα, ποίηση, σκηνική τέχνη κα, κατέστησε επιτακτική την ανάγκη οργανώσεως της άμυνας της Καθολικής Εκκλησίας εναντίον της επικίνδυνης αυτής απειλής. Πέρα από την ενίσχυση των εκκλησιολογικών δομών ή των θεολογικών κριτηρίων, η αποστολική διαδοχή, τα βαπτιστήρια σύμβολα και ο κανόνας της Αγίας Γραφής αναφέρονται κυρίως στην πληρέστερη οργάνωση της αυθεντικής ενότητας όχι μόνο κάθε τοπικής εκκλησίας, αλλά και της ανά την οικουμένη Καθολικής Εκκλησίας». (Εκκλησιαστική Ιστορία Βλ. Φειδά, Ά τόμος, σελ. 224-225).

Τα ίδια αναφέρει και σε άλλο σημείο της Εκκλησιαστικής Ιστορίας, γενικότερα για τις αιρέσεις. «Η λειτουργία του συνοδικού συστήματος είτε για τη χειροτονία επισκόπου ή και για την αντιμετώπιση σοβαρών εκκλησιαστικών ζητημάτων ευνόησε και την προβολή της ιδιαίτερης αυθεντίας ορισμένων τοπικών εκκλησιών ως προς τη γνησιότητα της αποστολικής παραδόσεως, η οποία είχε διαφυλαχθεί από αυτές. Αυτό ήταν ευνόητο, αφού οι αιρετικοί νόθευαν την αποστολική παράδοση. Ορισμένες τοπικές εκκλησίες μπορούσαν ευχερώς να αποδείξουν τη νοθεία αυτή τόσο με την αντιπαράθεση των γραπτών μνημείων, τα οποία εφυλάσσοντο από αυτές, όσο και με την απόδειξη της γνησιότητας της βιουμένης σε αυτές παραδόσεως δια της αναγωγής της αποστολικής διαδοχής μέχρι τους αποστολικούς χρόνους. Πράγματι, ήδη κατά τον Β αιώνα αναγνωρίζονταν μια σαφής προτίμηση της μαρτυρίας ορισμένων εκκλησιών ως προς την αυθεντικότητα της αποστολικής παραδόσεως. Η μαρτυρία τους είχε ιδιάζουσα σημασία για την αναίρεση της αιρετικής πλάνης, λόγω και των αποδεδειγμένων με την αδιάκοπη αποστολική διαδοχή αποστολικών καταβολών των εκκλησιών αυτών» (Εκκλησιαστική Ιστορία Βλ. Φειδά, Ά τόμος, σελ. 194-195).

β) Ο Ηγήσιππος (περίπου το 180 μ Χ), ως επιχείρημα για την διάκριση των αιρέσεων από την Εκκλησία του Χριστού, έκρινε απαραίτητη την Αποστολική Διαδοχή. Για αυτό το λόγο έγραψε 5 Υπομνήματα, τα οποία δυστυχώς δεν διασώθηκαν. Ότι γνωρίζουμε, είναι από διάφορα παραθέματα του ιστορικού Ευσεβίου (275- 339 μ Χ). Ο καθηγητής πατρολογίας Δ. Μπαλάνος αναφέρει σχετικά, «Περί του Ηγήσιππου έχομεν πληροφορίας τινάς, ιδίως εκ του Ευσεβίου. Κατά τούτον, ο Ηγήσιππος, ζήσας επι της πρώτης των αποστόλων διαδοχής, κατήγετο εξ Ανατολής, πιθανώς εκ Παλαιστίνης, και γνώριζεν την Αραμαικήν. Επί πάπα Ανικήτου (155-166) διελθών εκ Κορίνθου, ένθα παρέμεινεν ημέρας ικανάς, ήλθεν εις Ρώμην, επανελθών δ’ ειςτην πατρίδα του, έγραψε, περί το 180, τα Υπομνήματα, εκ πέντε βιβλίων. Το έργον τούτο, απολογητικού περιεχομένου, εζήτει να καταδείξει επι τη βάση ιστορικού υλικού καιεπισκοπικών καταλόγων, εναντίον των αιρετικών ισχυρισμών, ότι η αληθής παράδοσις ευρίσκεται μόνον εν τη Εκκλησία, διατηρηθείσα δια της συνεχούς και αδιακόπου διαδοχής του επισκοπικού αξιώματος μέχρι των αποστόλων (την απλανή παράδοσιν του αποστολικού κήρύγματος). (ΒΕΠΕΣ, τόμος 5, σελίδα 81).

Από την νεότερη πατρολογία του Στ. Παπαδόπουλου, Α' Τόμος, σελίδα 284- 286: «[…] έργο του έκανε την κατάδειξη και υποστήριξη της ορθοδόξου Παραδόσεως. Συνειδητοποίησε τον κίνδυνο που διέτρεχε η Εκκλησία από τη σύγχυση, την οποία δημιουργούσαν οι αιρέσεις και προπαντός ο Γνωστικισμός εκείνος που εμφανίζονταν ως ανώτερος χριστιανισμός […] Χωρίς να είναι μεγάλος θεολόγος, διέκρινε ότι ένας τρόπος καταπολεμήσεως του χριστιανίζοντος γνωστικισμού ήταν η ανάδειξη σε κριτήριο της συνεχούς αποστολικής διαδοχής, η οποία υπήρχε στις τοπικές Εκκλησίες κι έλειπε από το γνωστικισμό. Παρουσιάζοντας δηλαδή ιστορικά τη διαδοχή επισκόπων στις Εκκλησίες, δημιούργησε το σημαντικό για την εποχή του επιχείρημα, ότι σε όποια Εκκλησία διαπιστώνεται διαδοχή έχουμε και απλανή, αδιάφθορη, την αποστολική Παράδοση […] Τα Υπομνήματα έχουν χαθεί, αλλά ο Ευσέβιος, που είναι και η κύρια πηγή του Ηγήσιππου, διέσωσε μερικά μόνο αποσπάσματα, που δίνουν μόνο αμυδρή εικόνα του έργου […] Η ιδιαίτερη συμβολή και σημασία του Ηγήσιππου βρίσκεται στην προβολή της ιστορικής παραδόσεως ως επιχειρήματος κατά των αιρετικών και γνωστικών. Στο επιχείρημα τούτο δίνει ο Ειρηναίος θαυμαστό θεολογικό βάθος». (Α Τόμος, σελ. 284-285).

Χαρακτηριστικό είναι το απόσπασμα από τον Ηγήσιππο που μας διασώζει ο Ευσέβιος, αφού αναφέρει ορισμένους αιρεσιάρχες της εποχής του που δεν είχαν αποστολική διαδοχή και τους οποίους διαχωρίζει από το σώμα της Εκκλησίας, γράφει, «…έκαστος (από αυτούς) ιδίως και ετέρως ιδίαν δόξαν (πίστη) παρεισήγαγεν. Από τούτων ψευδόχριστοι, ψευδοπροφήται, ψευδαπόστολοι, οίτινες εμέρισαν την ένωσιν της Εκκλησίας φθοριμαίοις λόγοις κατά Θεού και κατά Χριστού αυτού». (Ευσέβιος, Εκκλ. Ιστορία IV 22, 2-6).

γ) Ο άγιος Ειρηναίος, που έγινε γνωστός για τα αντιαιρετικά του έργα, κινείται στα ίδια πλαίσια με τον Ηγήσιππο από τον οποίο αντλεί υλικό. Στο τρίτο βιβλίο του «Εναντίων της Ψευδωνύμου Γνώσεως», αφού αναφέρει πρόσωπα που είχαν διαδοχή αποστολική, γράφει, «Τη αυτή τάξει και τη αυτή διαδοχή ητε από των αποστόλων εν τη Εκκλησία παραδοσι και το της αληθείας κήρυγμα κατήντηκεν εις ημάς». (ΒΕΠΕΣ 5, 143).

Ο καθηγητής θεολογίας Γ. Φλορόφσκι (1893- 1979), στο βιβλίο του «Αγία Γραφή, Εκκλησία, Παράδοσις», αναφέρει για τον άγιο Ειρηναίο, «Ο Ειρηναίος αποκηρύσσων την από τους Γνωστικούς κακήν χρήσιν της Γραφής εχρησιμοποιούσε μίαν γραφικώτατην παρομοίωσιν. Ένας επιδέξιος καλλιτέχνης εζωγράφησεν ωραίαν εικόνα βασιλέως αποτελούμενη από πολλούς πολυτίμους λίθους. Κάποιος άλλος διαλύει το μωσαϊκόν τούτο και συνθέτει με τους λίθους σχέδιον διάφορον, που παριστά εικόνα σκύλου ή αλώπεκος. Εν συνεχεία ισχυρίζεται ότι αυτό ήταν η αρχική εικών, του πρώτου καλλιτέχνου, με το πρόσχημα ότι αι ψηφίδες ήσαν αυθεντικαί. Το αρχικόν όμως σχέδιον είχε καταστραφή. Αυτό ακριβώς κάνουν οι αιρετικοί με την Αγίαν Γραφήν. Αγνοούν και διασπούν την σειράν και τον σύνδεσμον της Αγ. Γραφής, λύοντες τα μέλη της αληθείας. Ρήματα, λέξεις, παραβολαί, είναιπράγματι γνήσια, αλλά η υπόθεσις είναι αυθαίρετος και ψευδής (Κατά Αιρέσεων 1.8.1) […] Η αγαπημένη φράσις του Ειρηναίου ήταν ο «κανών της αληθείας». Αυτός βεβαίως ο κανών δεν ήταν τίποτε άλλο παρά η μαρτυρία και το κήρυγμα των Αποστόλων, που ήταν αποτεθειμένη εις την Εκκλησίαν και εμπεπιστευμένην εις αυτήν από τους Αποστόλους. Αυτό εφυλάχθη πιστώς και μετεβιβάσθη με πλήρη ομοφωνίαν απανταχού δια της διαδοχής των διαπιστευμένων ποιμένων «Εκείνοι που με τηνεπισκοπικήν διαδοχήν έχουν δεχθή το βέβαιον χάρισμα της αληθείας»[…]». (σελ. 105-107, μετάφραση Δ. Τσάμη).

Ο καθηγητής Στ. Παπαδόπουλος, αναφέρει, «Η θεολογία της Παραδόσεως είχε αφορμή τη διάθεση (και πράξη) των Γνωστικών και των αιρετικών να υποτιμούν και να αγνοούν την ιστορικότητα του Χριστού και της αποστολικής παραδόσεως, κάτι που τους παρείχε την άνεση να δημιουργούν δικές τους παραδόσεις». (σελ. 299). Αυτήν την θεολογία ανέπτυξε στα αντιαιρετικά του έργα ο άγιος Ειρηναίος για να αντικρούσει τους αιρετικούς της εποχής του. Πρόβαλε την Αποστολική Παράδοση μέσα από την Αποστολική Διαδοχή. Στην σελίδα 300 αναφέρεται, «Υπογραμμίζοντας το τελευταίο τούτο, έχει ο Ειρηναίος τον ιστορικό κρίκο μεταξύ Χριστού και μεταποστολικής εκκλησιαστικής Παραδόσεως. Έχει δηλαδή τη δυνατότητα να υποδείξει τις πηγές της παραδόσεως και τη γνησιότητα της δια της κατονομάσεως των προσώπων, που διαδοχικά παραλάμβαναν και παρέδιδαν τη διδασκαλία του Κυρίου και των Αποστόλων. Έτσι δημιουργείται το επιχείρημα της ιστορικής παραδόσεως, την οποία μπορεί κανείς να ελέγξει και να αποδείξει ιστορικά». Και προσθέτει ο καθηγητής Παπαδόπουλος, «Ο Ειρηναίος δε θεωρεί τη Γραφή κάτι ξεχωριστό από την Παράδοση, δεν είναι μέγεθος ιδιαίτερο, αλλά όψη, στοιχείο, πλευρά διακεκριμένη (όχι χωρισμένη) στο πλαίσιο της όλης Παραδόσεως, την οποία χαρακτηρίζει στο σύνολό της ‘κανόνα της αλήθειας’, και θεωρεί ''ακλινή'' και ''βεβαία'', όρο, κριτήριο, και πλαίσιο ζωής του πιστού. Οι ζωντανοί φορείς της Παραδόσεως έχουν στον Ειρηναίο μεγαλύτερη σημασία από τα κείμενα της ΚΔ, κάτι που ισχύει απόλυτα και για τον Ιγνάτιο. Οι φορείς αυτοί ονομάζονται «επίσκοποι» ή «πρεσβύτεροι». (σελ. 300).

Ο άγιος Ιππόλυτος Ρώμης, επίσης γνωστός για τα αντιαιρετικά του έργα, συνδέει την αρχιερατεία με την αποστολική διαδοχή και την μετάδοση της χάρης του Αγίου Πνεύματος. «το εν τη Εκκλησία παραδοθέν Άγιον Πνεύμα, ου τυχόντες πρότεροι οι απόστoλoι μετέδοσαν τοις ορθώς πεπιστευκόσιν ων ημείς διάδοχοι τυγχάνοντες της τε αυτής χάριτος μετέχοντες αρχιερατείας τε και διδασκαλίας και φρουροί της Εκκλησίας λελογισμένοι ουκ οφθαλμώ νυστάζoμεν ουδέ λόγον ορθόν σιωπώμεν» (Κατά Πασών αιρέσεων Έλεγχος, ΒΕΠΕΣ 5, σ. 199).
 
Πηγή: exprotestant.blogspot.gr

Τι είναι Αποστολική Διαδοχή; (Μέρος δεύτερο.)

Β) Ανάξιοι λειτουργοί στην Αποστολική Διαδοχή.
 
Ο Επίσκοπος πρέπει να έχει ορθή πίστη, καθώς γράφει ο απόστολος Παύλος στον Τιμόθεο, «Ω Τιμόθεε την παρακαταθήκην φύλαξον, εκτρεπόμενος τας βεβήλους κενοφωνίας και αντιθέσεις της ψευδωνύμου γνώσεως, ήν τινες επαγγελλόμενοι περί την πίστιν ηστόχησαν» (Α Τιμοθέου, στ 20-21). Η αποστολική διαδοχή και η ορθή πίστη αλληλοστηρίζονται και αλληλοπροϋποθέτονται. Οι χειροτονίες των αναξίων λειτουργών, σε περίπτωση που δεν έχουν καθαιρεθεί, ισχύουν όπως και τα μυστήρια που τελούν. Απόδειξη, ο αρχιερέας Καιάφας ο οποίος είχε διαδοχή στην Ααρωνική ιεροσύνη και που πρωτοστάτησε στην δίκη κατά του Χριστού. Η Γραφή λέει ότι προφήτευσε μόνο και μόνο επειδή ήταν αρχιερέας, αν και ήταν αντίχριστος, «τοῦτο δὲ ἀφ' ἑαυτοῦ οὐκ εἶπεν, ἀλλὰ ἀρχιερεὺς ὢν τοῦ ἐνιαυτοῦ ἐκείνου προεφήτευσεν» (Ιωάννης, ια 51).

 
 
Ο ιερός Χρυσόστομος, παρατηρεί σχετικά με τον Καϊάφα: «Βλέπεις πόση είναι η δύναμις της αρχιερατικής εξουσίας; Διότι, επειδή είχεν αξιωθεί της αρχιεροσύνης εν γένει, αν και ήτο ανάξιος αυτής, προεφήτευσε, χωρίς να γνωρίζει αυτά που έλεγεν, η χάρις εχρησιμοποίησεν μόνο το στόμα, χωρίς να εγγίσει την μιαράν καρδίαν» (Ομιλία 65, Εις το Κατά Ιωάννην). Σε άλλη ομιλία του πάλι από το Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο, αναφέρει ο ιερός πατέρας: «Και αυτά τα λέγω όχι επιδοκιμάζων εκείνους που ασκούν ανάξια την ιεροσύνην, αλλά και ευσπλαχνιζόμενος αυτούς πάρα πολύ και δακρύζων δι’ αυτούς, δεν λέγω όμως ότι είναι δίκαιον δι’ αυτό να κρίνωνται από τους αρχομένους και μάλιστα από τους πάρα πολύ αφελείς, διότι και αν ακόμη ο βίος αυτών είναι πάρα πολύ διεφθαρμένος, συ όμως έαν προσέχης τον εαυτόν σου, δεν θα ζημιωθής ως προς τίποτε σχετικά με εκείνα που παρεδόθησαν εις αυτόν από τον Θεόν, διότι, εάν έκαμε την όνον να ομιλήση και εχάρισε μέσω του μάντεως πνευματικάς ευλογίας και ενήργησε χάριν των Ιουδαίων που εξέκλινον με το ανόητον στόμα και την ακάθαρτον γλώσσαν του Βαλαάμ, πολύ περισσότερο δια σας που είσθε ευγνώμονες απέναντί του, και αν ακόμη οι ιερείς είναι πάρα πολύ φαύλοι, θα κάμη όλα εκείνα που θέλει και θα στείλει το Άγιον Πνεύμα διότι ούτε ο καθαρός προσελκύει το Πνεύμα εξ αιτίας της καθαρότητός του, αλλά η χάρις είναι εκείνη που επιτελεί το παν [...] Ο δε ιερεύς δανείζει την γλώσσαν του και δίδει το χέρι του, καθόσον δεν θα ήτο δίκαιον εξ αιτίας της κακίας του άλλου να παραβλάπτωνται εκείνοι που προσέρχονται με πίστιν εις τα σύμβολα της σωτηρίας μας» (Ομιλία 86).

Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, αναφέρει στο Πηδάλιο, «πάντες οι παρά Κανόνας και αναξίως χειροτονηθέντες, προ του να καθαιρεθούν υπό Συνόδου, αληθώς ιερείς εισίν. Επειδή καθώς λέγει ο θείος Χρυσόστομος,«Πάντας μεν ο Θεός ου χειροτονεί, δια πάντων δε αυτός ενεργεί, ει και αυτοί είεν ανάξιοι, δια το σωθήναι τον λαόν […] Επειδή και δι’ αναξίων η χάρις ενεργεί ου δι’ αυτούς, αλλά δια τους μέλλοντας ωφελήσθαι» […] Ο δε Συμεών ο Θεσσαλονίκης λέγει, «δια την χειροτονίαν ενεργεί η χάρις εις αυτούς, είτε αρχιερείς είναι, είτε ιερείς, δια την σωτηρίαν των προσερχομένων, και όσα μυστήρια εκτελέσουν, είναι τη αληθεία μυστήρια» (σελ. 135, υποσημ. 3).

Το μυστήριο δεν εξαρτάται από τον βίο του λειτουργού. Μόνο σε περίπτωση συνοδικής καθαίρεσης, τότε δεν ισχύει τίποτα. Και τούτο, διότι ο ίδιος ο Χριστός έδωσε την εξουσία του «δεσμείν και λύειν» στους αποστόλους και στους επισκόπους που τους διαδέχτηκαν δια της χειροτονίας. Η Γραφή αναφέρει: «Ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ὅσα ἐὰν δήσητε ἐπὶ τῆς γῆς, ἔσται δεδεμένα ἐν τῷ οὐρανῷ, καὶ ὅσα ἐὰν λύσητε ἐπὶ τῆς γῆς, ἔσται λελυμένα ἐν τῷ οὐρανῷ» (Ματθαίος, ιη 18).

Ο έγκυρος θεολόγος Π. Τρεμπέλας, αναφέρει στο υπόμνημά του το εξής σχόλιο για το χωρίο: «Η εκκλησία έχει την εξουσία του αφορισμού ή του αναθέματος, ο εστί χωρισμός από της κοινωνίας των Μυστηρίων και των πιστών, ένεκα βαρέων αμαρτημάτων ή αιρέσεως» (Υπόμνημα Εις το Κατά Ματθαίον, σελ. 336).

Όπως αναφέρει ο καθηγητής Ανδρούτσος στην Δογματική του, «[…] ο απεργαζόμενος τα μυστήρια δεν είναι ο ιερεύς αλλά ο ιδρυτής αυτών Ιησούς Χριστός, όστις παραμένει εν τω μυστικώ Αυτού σώματι, τη Εκκλησία, ακριβώς καθόσον ενεργεί την απολυτρωτικήν αυτού δύναμιν […]», και συνεχίζει, «[…] εν τη πράξει της Εκκλησίας απεδοκιμάσθη πάντοτε η εξάρτησις της μυστηριακής πράξεως εκ της προσωπικής πίστεως και εκ της αγιότητος του τελούντος ιερέως […]» (σελ. 301).

Η αποστολική διαδοχή έχει, βέβαια, πάντα νόημα εντός της Εκκλησίας, και όχι η προσωπική εγγύηση του επισκόπου ή του πρεσβυτέρου όταν εκείνος δεν συμβαδίζει με το υπόλοιπο σώμα της Εκκλησίας. Για παράδειγμα, εάν κάποιος Επίσκοπος έπεφτε σε κακοδοξίες, το θέμα του θα το εξέταζε η Ιερά Σύνοδος, και αν έκρινε ότι όντως έπεσε από το αξίωμά του, θα θέτονταν εκτός Σώματος και δεν θα είχε ισχύ η διαδοχή του.

«Η αδιάκοπη αποστολική διαδοχή των επισκόπων δήλωνε βεβαίως όχι την προσωπική κατά κάποιο τρόπο εγγύηση για την μεταβίβαση ανόθευτης της αποστολικής παραδόσεως, αφού στην περίπτωση αυτή η αποστολική διαδοχή θα εννοείτο ως μια αδιάκοπη διαδοχή χειροτονούντων επισκόπων. Αντιθέτως κατενοείτο ως διασφάλιση από τους επισκόπους της αυθεντικής αποστολικής παραδόσεως στην συνέχεια της λειτουργίας του όλου σώματος της τοπικής Εκκλησίας όχι όμως και χωρίς αυτό. Φορέας της αποστολικής διαδοχής είναι το όλο σώμα της τοπικής Εκκλησίας σε ενότητα με τον Επίσκοπο, όπως και ο Επίσκοπος είναι φορέας της αποστολικής διαδοχής σε άρρηκτη ενότητα με την τοπική του Εκκλησία, για αυτό και έχουμε αδιάκοπη αποστολική διαδοχή επισκόπων στην ίδια Εκκλησία, η οποία βιώνει ως σώμα την αποστολική παράδοση και την διαφυλάσσει σε άρρηκτη πάντοτε ενότητα με την ορατή της κεφαλή, τον Επίσκοπο». (Εκκλ. Ιστορία Βλ. Φειδά, Α τόμος, σελ. 183-184).
 
Πηγή: exprotestant.blogspot.gr

Τί είναι Αποστολική Διαδοχή; (Μέρος πρώτο.)

 
 
Αποστολική Διαδοχή.

«Ας μας δείξουν την αρχή των εκκλησιών τους, ας ξεδιπλώσουν μπροστά μας τους καταλόγους των επισκόπων που ακολουθούν διαδοχικά από την αρχή, ώστε ο πρώτος τους επίσκοπος θα έχει ως προστάτη και προκάτοχο του κάποιον από τους Αποστόλους ή τους αποστολικούς άνδρες, οι οποίοι συνδέονται σταθερά με τους Αποστόλους. Αυτός είναι ο τρόπος, με τον οποίο οι αποστολικές Εκκλησίες μεταβιβάζουν τους επισκοπικούς καταλόγους τους». (Τερτυλλιανός, De praescriptione haereticorum).

Α) Τι είναι η Αποστολική Διαδοχή.
 
Ο Χριστός έκλεξε και απέστειλε τους αποστόλους. Εκείνοι αργότερα μετέδωσαν την χάρη αναφορικά με την διαχείριση των εκκλησιαστικών πραγμάτων, όπως για παράδειγμα την τέλεση της Θείας Ευχαριστίας, το βάπτισμα, το κήρυγμα και, σε άλλους πιστούς δια της επιθέσεως των χειρών τους. Αυτά φαίνονται καθαρά στις ποιμαντικές επιστολές του απ Παύλου (Α, Β Τιμοθέου, και προς Τίτον).

Ενδεικτικά χωρία:
 
«Μη αμέλει του εν σοι χαρίσματος, ο εδόθη σοι δια προφητείας μετά επιθέσεως των χειρών του πρεσβυτερίου...» (Α' Τιμοθέου, δ 14). «δι΄ ην αιτίαν αναμιμνήσκω σε αναζωπυρείν το χάρισμα του θεού ο εστιν εν σοι διά της επιθέσεως των χειρών μου» (Β Τιμοθέου, α 6). «τούτου χάριν κατέλιπόν σε εν Κρήτη ίνα τα λείποντα επιδιορθώση και καταστήσης κατά πόλιν πρεσβυτέρους ως εγώ σοι διεταξάμην» (Τίτος, α 5). «χειροτονήσαντες αυτοίς πρεσβυτέρους κατ' εκκλησίαν και προσευξάμενοι μετά νηστειών παρέθεντο αυτούς τω Κυρίω, εις όν πεπιστεύκασι» (Πράξεις, ιδ 23).

Οι πρεσβύτεροι τίθενται διαχειριστές των πραγμάτων της Εκκλησίας με χειροτονία που είναι επίθεση χειρών (πράξη τελετουργική) και συνοδεύεται με νηστεία και προσευχή για αφιέρωση!

Εκείνοι μετέδωσαν την ίδια ευλογία σε άλλους και εκείνοι σε άλλους, δημιουργώντας μια αδιάσπαστη αλυσίδα και σειρά αλληλοδιαδόχων. Η Αποστολική Διαδοχή βρίσκεται και τους τρεις βαθμούς της ειδικής ιεροσύνης. Η διαδοχή φανερώνει την ιστορική συνέχεια της εκκλησίας από τους αποστόλους, και αποδεικνύεται με τους σωζόμενους επισκοπικούς καταλόγους.

Δεν είναι διαδοχή του Ααρών στην ειδική ιεροσύνη της Παλαιάς Διαθήκης, διότι εκείνη η ιεροσύνη καταργήθηκε. Δεν είναι ούτε διαδοχή του Χριστού,

διότι ο Χριστός έχει αμετάθετη την ιεροσύνη η οποία προτυπώνεται από την ιεροσύνη του Μελχισεδέκ (ψαλμός ρι 4). «ὤμοσεν κύριος καὶ οὐ μεταμεληθήσεται Σὺ εἶ ἱερεὺς εἰς τὸν αἰῶνα κατὰ τὴν τάξιν Μελχισεδεκ». Είναι αντιπροσώπευση. Όπως ένας βασιλιάς έχει πρεσβευτές του και αντιπροσώπους του σε διάφορα μέρη. Το ίδιο συμβαίνει και με το «Διδάσκαλος». Ενώ διδάσκαλος είναι μόνο ο Χριστός, («εἷς γὰρ ὑμῶν ἐστιν ὁ διδάσκαλος, ὁ Χριστός·» Ματθαίος κγ, ο ίδιος έδωσε αντιπροσώπους διδασκάλους («καὶ αὐτὸς ἔδωκε τοὺς μὲν ἀποστόλους, τοὺς δὲ προφήτας, τοὺς δὲ εὐαγγελιστάς, τοὺς δὲ ποιμένας καὶ διδασκάλους» Εφεσίους δ 11).

Ο πρώτος που μίλησε για Αποστολική Διαδοχή, είναι ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός. Εκείνος, σύστησε την Εκκλησία Του, της έδωσε επαγγελίες ότι οι Πύλες του Άδη ποτέ δεν θα την νικούσαν (Ματθαίος, ιστ' 18) και της υποσχέθηκε ότι θα είναι μαζί της δια του Αγίου Πνεύματος όλες τις ημέρες από το 33 μ.Χ μέχρι την συντέλεια (Ματθαίος κη 20), οδηγώντας την ‘’εις πάσαν την αλήθεια» (Ιωάννης ιστ 13), χωρίς αυτή να διασπαστεί ή να αποστατήσει.
 
Πηγή: exprotestant.blogspot.gr

Οι διωγμοί των Γνησίων Ορθοδόξων στην Πατρίδα μας.

Να κάνουμε κάποιες ιστορικές αναφορές που από λάθος στο παρακάτω βίντεο είναι ανακριβείς. Η Αγία Μάρτυς Αικατερίνη εκ Μάνδρας Αττικής, έδωσε μαρτυρικώς την ζωή της, στην αγρυπνία της 7ης προς 8η Νοεμβρίου υπερασπιζόμενη την ελευθερία του Ιερέως που προσπάθησε να συλλάβει παρανόμως ο Χωροφύλαξ, προτάσσοντας το σώμα της αναμέσον του Ιερέως και του Χωροφύλακος. Ο τελευταίος έδωσε ένα χτύπημα με τον υποκόπανο του όπλου του στο κεφάλι της Αγίας και εκείνη εξέπνευσε μετά ολίγας ημέρας, την 15η Νοεμβρίου, στο νοσοκομείο. Αυτά συνέβησαν το έτος 1927 και όχι το 1935 όπως αναφέρει το βίντεο. Ο Ιερεύς που εικονίζεται στην φωτογραφία πίσω από τα κάγκελα της φυλακής, σαν κοινός εγκληματίας, επειδή λειτουργούσε με το παλαιό ημ/λόγιο, ονομαζόταν Αρχιμανδρίτης π. Αρτέμιος εκ της Ιεράς Μονής Ξενοφώντος Αγίου Όρους. Στην φωτογραφία που εικονίζει την εν διωγμώ Θεία Λειτουργία, η επιγραφή πίσω από τον Αρχιμανδρίτη που ιερουργεί γράφει: ''Υπομονή, Δόξα Σοί Ο Θεός.'' Αυτή την κατάσταση ζούσαν οι Γνήσιοι Ορθόδοξοι αδελφοί μας εκείνη την σκοτεινή εποχή των νεοημερολογίτικων διωγμών.



Πολυθεϊσμός και σατανικές επιρροές.

61. "Οι Χριστιανοί αποκαλούν δαίμονες τους δώδεκα ελληνικούς θεούς, υποστηρίζοντας την παράλογη αντίληψη ότι πίσω από αυτούς κρύβεται ..ο Διάβολος. Δηλαδή ο Έρωτας π.χ., σύμφωνα με τους Χριστιανούς, είναι διαβολικό κατασκεύασμα, για να ξεγελώνται οι άνθρωποι! Και εκτός αυτού, οι Χριστιανοί έτσι υποτιμούν διπλά την φύση, από τη μια «διαβολοποιώντας» την εν σχέσει με τον «ένα Θεό», και υποτιμώντας την ούτως ή άλλως εν σχέσει με το εξωκοσμικό. Είχαμε δηλαδή... δώδεκα διαβολοθεούς!"

Απάντηση 61a: Αφού δεν υπάρχει κανένας άλλος Θεός, αποτελεί μεγάλη ανοησία να εντοπίζεται σε οποιοδήποτε ειδωλικό ομοίωμα κάποια δύναμη που είναι κυρίαρχη μέσα στον κόσμο. Καμμιά άλλη δύναμη, εκτός από τον Θεό, μέσα σε ολόκληρο το σύμπαν (κι ούτε φυσικά το ίδιο το σύμπαν, που είναι φθαρτό, μεταβλητό και έχει αρχή άρα και τέλος) δε μπορεί να απομονωθεί, να ειδωλοποιηθεί και επομένως να λατρευτεί. Το πράγμα, όσο απλό και ίσως παιδαριώδες κι αν φαίνεται στα ειδωλολατρικά κι αγύμναστα φιλοσοφικώς μυαλά, είναι προφανές για τη μεγάλη του σοβαρότητα:

«Αν ο,τιδήποτε από τη φυσική και την ιστορική πραγματικότητα ειδωλοποιηθεί και θεοποιηθεί, τότε αναπτύσσονται οι μεγάλες καταστροφικές δυνάμεις για κυριαρχία, για κατακτήσεις και για απόκτηση απεριόριστης δύναμης. Υπάρχουν έτσι προνομιούχες δυνάμεις, που σπεύδει αμέσως ο κάθε άνθρωπος να τις σφετεριστεί. Ο φοβισμένος και κατατρυχόμενος από άμεσες ανάγκες άνθρωπος μπορεί να ικετεύει τότε τις φυσικές δυνάμεις, ακόμα και κυρίως τις ανθρώπινες, που είναι εξουσιαστικές και κατεστημένες, επιδιώκοντας να εκμαιεύσει τις ευνοϊκές προσφορές αποκρούοντας συνάμα τις επιβλαβείς επιρροές.

Κάθε θεοποίηση και επομένως ειδωλοποίηση μιας οποιασδήποτε κτιστής περιοχής, μέρους (που λ.χ. προσωποποιείται με μια θεότητα) ή ολοκλήρου του σύμπαντος γίνεται κέντρο αγώνων και πολέμων μιας βίαιας κυριαρχικότητας για ατομικιστικό όφελος και για συμφεροντολογική χρήση» (Ν. Α. Ματσούκα, Δογματική και συμβολική Θεολογία, τ. Α': εισαγωγή στη θεολογική γνωσιολογία, εκδ. Πουρναρά, σ. 26, 27).

Με αυτή τη λογική οι Χριστιανοί κατηγορούν ως διαβολική την απόδοση θεϊκών τιμών σε ψευδοθεότητες, οι οποίες δήθεν ελέγχουν τμήματα της φύσης και της ανθρώπινης δραστηριότητας. Ο έρωτας, π.χ., δεν είναι, από χριστιανικής άποψης κακό καθ' εαυτό: το αντίθετο, αφού δημιουργήθηκε από το Θεό. Η θεοποίησή του όμως και συνεπώς η λατρεία του συνιστά μετάθεση του Απολύτου από τον δημιουργό στα δημιουργήματα. Κι αυτό είναι παραλογισμός. Με κανέναν τρόπο δεν υπάρχει ο διαχωρισμός «κακό σύμπαν και ύλη» από τη μια και «καλός Θεός» από την άλλη, τον οποίο φαντάζονται με τα μυαλά που έχουν οι πρωτεργάτες του νεοπαγανισμού. Το σύμπαν, η ύλη κ.λ.π. όπως πλάστηκε αρχικά, είναι καλό, διότι πλάστηκε από τον Θεό. Όμως, το ότι το σύμπαν-ύλη είναι «πολύ καλό» κι όχι «κακό», δεν συνεπάγεται κι ότι ολόκληρο ή τμήμα του είναι και θεός. Η απολυτοποίηση-θεοποίηση είναι το κακό, από Χριστιανικής άποψης.

Οι χριστιανοί, λέει ο Πορφύριος, τους ονομάζουν αγγέλους˙ εμείς τους ονομάζουμε θεούς, επειδή βρίσκονται κοντά στο Θεό. Όμως γιατί να μαλώνουμε για ένα όνομα (E.R. Doods, Εθνικοί και Χριστιανοί σε μια εποχή αγωνίας, εκδ. Αλεξάνδρεια, σ. 185); Εκείνη την εποχή υπήρχε στον παγανιστικό κόσμο η πεποίθηση αρκετών ότι υπάρχουν μεσολαβητές «θεοί», άγγελοι του ανώτερου θεού, που μεσολαβούν μεταξύ αυτού και του κόσμου. Ο Χριστιανοί όμως είχαν τη διδασκαλία περί πτώσης κάποιων αγγέλων, επειδή προσπάθησαν να θεοποιήσουν τον εαυτό τους. Κι ενώ τους δεχόντουσαν ως (πεπτωκότες) αγγέλους του Θεού, καταλάβαιναν ότι η προσπάθεια των αγγέλων αυτών να αυτοθεοποιηθούν και να κάνουν τους ανθρώπους να τους θεωρήσουν θεούς είναι ακριβώς η ειδωλολατρία, η απολυτοποίηση κτιστών όντων (αγγέλων που αποστάτησαν˙ κτιστή είναι και η άυλη πραγματικότητα, πλην Θεού φυσικά), ακριβώς δηλαδή το κύριο γνώρισμα του χριστιανικού Διαβόλου. Γι' αυτό και η θεοποίηση τμημάτων της φύσης και της ανθρώπινης δραστηριότητας (αν οι «θεοί» είναι απλώς προσωποποίηση αυτών) χαρακτηρίζεται ειδωλολατρία, και οι «θεοί» (εάν είναι προσωπικές υπάρξεις) είναι δαίμονες: διότι αφενός απολυτοποιούν τμήματα της Κτίσης, αφετέρου διότι είναι ένα ψέμμα κατά του ενός Θεού.

Δηλαδή, σύμφωνα το Χριστιανισμό, οι δαίμονες εκμεταλλεύονται την φυσιολογική εκτίμηση του ανθρώπου για τη σοφία, για τον έρωτα κ.ο.κ. και προσποιούμενοι ότι είναι οι αίτιοι και οι προστάτες της σοφίας κ.λ.π. (ενώ δεν είναι ούτε οι αίτιοί της ούτε οι προστάτες της) πετυχαίνουν μέσω της θεοποίησης αυτών των πραγμάτων να μεταθέσουν την λατρεία από τον πραγματικό αίτιο της σοφίας, το Θεό, στους εαυτούς τους. Οι Παγανιστές νομίζουν πως, αν δεν θεωρούμε την σοφία ή τον έρωτα θεά και θεό αντίστοιχα, δεν τα εκτιμούμε. Τελείως λανθασμένη αντίληψη, φυσικά, για το τι πιστεύει ο Χριστιανισμός. Δεν είναι καθόλου απαραίτητο να θεοποιείς κάτι, για να το εκτιμάς και να το σέβεσαι. Και μόνο που είναι δημιούργημα του Θεού, κερδίζει το σεβασμό και την εκτίμηση.

Διαμαρτύρονται οι Νεοπαγανιστές, επειδή, σύμφωνα με τη γνώμη τους, ο Χριστιανισμός άδικα κι εξεπίτηδες διαδίδει ότι ο Νεοπαγανισμός είναι μια μορφή Σατανισμού. Ως επιχείρημα, οι Νεοπαγανιστές λένε ότι στον Παγανισμό δεν υπάρχει ούτε Σατανάς ούτε άλλος «θεός του Κακού», οπότε δεν τίθεται θέμα ταύτισης Παγανισμού και Σατανισμού.

Όμως το αληθινό ζητούμενο δεν είναι εάν υπάρχει Σατανάς στην παγανιστική θρησκεία, υπάρχουν όμως κακοί δαίμονες και κακοί μικροί θεοί. Το ζητούμενο είναι να παρατηρήσουμε, εάν οι παγανιστικοί «θεοί» και οι χριστιανικοί δαίμονες έχουν την ίδια συμπεριφορά και ζητούν την ίδια λατρεία. Παρατηρούμε αμέσως ότι:

I. Όπως και οι δαίμονες, έτσι και οι «θεοί» είναι α') ατελή όντα, β') μη πανταχού παρόντες (π.χ. ο Δίας απουσιάζει μαζί με τους άλλους θεούς στην Αιθιοπία, απ' όπου θα επιστρέψει στον Όλυμπο έπειτα από δώδεκα μέρες (Ιλιάδας Α 423-424). Ο Άρης που βρίσκεται στον Όλυμπο δεν γνωρίζει ότι ο γιος του, ο Ασκάλαφος, σκοτώθηκε (Ιλιάδας Ν 521-523).), γ') όχι παντογνώστες.

Οι δαίμονες δεν μπορούν, σύμφωνα με τον Χριστιανισμό, να γνωρίζουν το μέλλον. Αυτό μόνο ο Θεός το γνωρίζει. Μπορούν όμως είτε να πιθανολογήσουν είτε να γνωστοποιήσουν γεγονότα σύγχρονα που λαμβάνουν χώρα σε άλλα σημεία της γης. Τα ίδια πράγματα, περιέργως, μπορούν και οι «θεοί». Αυτό φαίνεται ξεκάθαρα στους χρησμούς του μαντείου των Δελφών. Η Πυθία ως μέντιουμ του «θεού» Απόλλωνα, μπορούσε να καθοδηγήσει τους Έλληνες εποικιστές στις διάφορες περιοχές της Μεσογείου, διότι αυτό δεν απαιτούσε πρόγνωση του μέλλοντος. Δεν μπορούσε όμως να πει στον στρατιώτη αν θα ζήσει ή όχι και γι' αυτό τού είπε «ήξεις αφίξεις ουκ εν τω πολέμω θνήξεις», ώστε να φανεί ότι γνωρίζει το μέλλον. Εδώ φαίνεται και η εξαπάτηση του ανθρώπου από τους «θεούς», όπως κι από τους δαίμονες, που ισχυρίζονται ότι γνωρίζουν το μέλλον, ενώ δεν το γνωρίζουν. Φυσικά, δεν πρόκειται περί «σημαινόμενου» αντί «λεγόμενου», δηλαδή ότι ο «θεός» δεν λέγει κάτι ξεκάθαρα, αλλά το εννοεί πλαγίως (το «σημαίνει»), διότι ο παραπάνω χρησμός δεν σημαίνει απολύτως τίποτε άγνωστο. Σημαίνει «ή θα σκοτωθείς ή θα ζήσεις», δηλαδή δεν συνιστά απάντηση σε κάτι που δεν γνωρίζαμε. Σκοπός της εξαπάτησης είναι να συνεχίσει ο άνθρωπος να πιστεύει ότι ο Απόλλων είναι «θεός» κι όχι άλλου είδους οντότητα, η οποία παρουσιάζει τον εαυτό της ως θεό. Κατ' αντιστοιχία, ο «θεός» Απόλλων δεν θα ήθελε συνεχώς να εξαπατά τους πιστούς του, γιατί γνώριζε πως άν έπραττε έτσι, αυτοί θα έπαυαν να τον λατρεύουν. Γι' αυτό και πότε πότε εμφανιζόταν ως καλός θεός.

II. Όπως και οι δαίμονες, έτσι και οι «θεοί», εμφανίζουν βίαιη, μισάνθρωπη και αιμοχαρή συμπεριφορά, και προκαλούν στους ανθρώπους αντίστοιχες συμπεριφορές. Συγκεκριμένα, η συμπεριφορά των δαιμονισμένων κατά τον εξορκισμό τους σε χριστιανικούς ναούς είναι παραπλήσια με τον μαιναδισμό και παραπλήσια με το παρακάτω γεγονός που αναφέρει ο Παυσανίας, Λακωνικά, 16, 9: «Υπάρχει και μια άλλη μαρτυρία ότι η Ορθία θεά των Λακεδαιμονίων είναι ξόανο που προήλθε από τους βαρβάρους. Ο Αστράβακος και ο Αλώκεπος, γιοι του Ίρβο, γιου του Αμφισθένη, γιου του Αμφικλή, γιου του Άγη, τρελλάθηκαν αμέσως μόλις βρήκαν αυτό το άγαλμα. Όταν οι Λιμνάτες Σπαρτιάτες και οι Κυνοσουερίς και αυτοί από τη Μεσόα και την Πιτάνη προσέροντας θυσία στην Άρτεμη κατέληξαν σε διαμάχες και έφθασαν σε φόνους και πολλοί πέθαναν στο βωμό, ενώ κάποια αρρώστεια σκότωσε τους υπόλοιπους».

Έχουμε αναφέρει αλλού τα αρχαία κείμενα, όπου η Άρτεμη ζητά φόνους και μαστιγώσεις έως θανάτου. Η «θεά» Άρτεμη, που προκαλεί τρέλλα, όπως κι ο Πάνας κι ο Διόνυσος κι η Ήρα, σε αθώους ανθρώπους, που ζητά να ρέει οπωσδήποτε ανθρώπινο αίμα στο βωμό της, όπως άλλοι «θεοί», θα έλεγε κανείς ότι έχει τα χαρακτηριστικά που αποδίδει ο Χριστιανισμός στους δαίμονες. Είναι κι αυτή μισάνθρωπη, πώς δικαιολογούνται αλλιώς όλα αυτά; Και ζητά λατρεία, όπως και άλλοι «θεοί», που είναι ακριβώς η αντίθετη από αυτήν που θα περίμενε από ένα θεϊκό, δηλαδή καλό όν.

Η «θεά» Κυβέλη ζητά από τους πιστούς της αυτοευνουχισμό, δηλαδή να βλάψουν τον εαυτό τους. Αυτό θα το περίμενε κανείς, περιέργως, και από τους χριστιανικούς δαίμονες, οι οποίοι είναι μισάνθρωποι κι ευχαριστιούνται μόνο με το κακό του ανθρώπου.

Ο «θεός» Βαάλ ζητά από τους λάτρεις του να θυσιάζουν τα μικρά παιδιά τους στη φωτιά. Πράγμα που ταιριάζει απολύτως με την εικόνα του Χριστιανισμού περί μισάνθρωπων και μισόκαλων δαιμόνων, που παριστάνουν τους «θεούς».

Ο Απόλλων ζητά ανθρωποθυσίες όχι για τον εαυτό του, αλλά για χάρη άλλων «θεών»! Δηλαδή, είναι σαν να ζητάνε όλοι οι «θεοί» την αφαίρεση της ζωής των ανθρώπων.

Ο Απόλλων, όχι απλώς κοροϊδεύει με σοφιστικά κόλπα «ήξεις αφίξεις» τους αφελείς πείθοντάς τους ότι ξέρει το μέλλον, αλλά και στην περίπτωση που «υποπτεύεται» και έχει πιθανολογήσει την έκβαση των γεγονότων, αρνείται να δώσει συγκεκριμένο χρησμό, ώστε όσο δυνατόν περισσότεροι θνητοί που τον ακούσουν να μπερδεύτούν και να χαθούν, όπως συνέβη με τον χρησμό των «ξύλινων τειχών» κατά την κάθοδο των Περσών στην Αθήνα (Ηρόδοτος, 7, 140-142), τα οποία πολλοί εξέλαβαν ως την Ακρόπολη, όπου οχυρώθηκαν και χάθηκαν˙ μια υπερφυσική καλή οντότητα θα ήταν πιο σαφής, προκειμένου να μη χαθεί κανένας λάτρης της παρερμηνεύοντας τους χρησμούς της, ενώ μια δαιμονική, μισάνθρωπη οντότητα θα άφηνε να χαθούν, ακόμη κι αν ήξερε ότι οι Αθηναίοι θα νικήσουν.

Ο «θεός» Απόλλωνας λέει στον Οιδίποδα να μην επιστρέψει στην πατρίδα του, γιατί θα σκοτώσει τους γονείς του, αλλά δεν του λέει ότι οι Κορίνθιοι γονείς του δεν είναι οι πραγματικοί˙ παρά μόνο τον παραπλανά επίτηδες, κι αυτός δεν ξαναγυρνά στην Κόρινθο πηγαίνει στη Θήβα, στους πραγματικούς γονείς του. Πώς μπορεί αυτό να εξηγηθεί παρά μόνο ότι ο Απόλλων θέλει να υποφέρει ο Οιδίποδας; Ο Απόλλων δεν εξηγεί με σαφήνεια στον Κροίσο, ότι αν εκστρατεύσει κατά των Περσών, θα ηττηθεί. Ως δικαιολογία φέρνει ότι η «Μοίρα» τον εμπόδιζε να σώσει τον Κροίσο κι ότι «ήτανε γραφτό» να πάθει ό,τι έπαθε.. Στη «Μοίρα», βέβαια, δηλαδή στο «ό,τι είναι να γίνει θα γίνει», πιστεύουν μόνο αφελείς. Τίποτε, καμμία «Μοίρα», φυσικά, δεν εμπόδιζε τον Απόλλων να πει στον Κροίσο ότι αν εκστρατεύσει, θα ηττηθεί˙ η δικαιολογία του Απόλλωνα γίνεται πιστευτή από Ειδωλολάτρες μόνο. Εάν ο Απόλλων ήταν αγαθός θεός κι έδινε σωστό χρησμό, ο Κροίσος θα σωζόταν. Όχι, λοιπόν, ότι τον εμπόδιζε τον Απόλλωνα κάποια «Μοίρα», αλλά αυτός ήθελε το χαμό του Κροίσου. Γι' αυτό, αντί να υποδείξει με σαφήνεια το αποτέλεσμα, λέει «ένα μεγάλο βασίλειο θα χαθεί»˙ πράγμα προφανές ούτως ή άλλως: ούτως ή άλλως ένα από τα δύο κράτη θα καταστρεφόταν. Δεν αποκάλυψε τίποτε άγνωστο και μελλοντικό, λοιπόν, ο Απόλλων. Απλώς, είτε κορόιδευε τον Κροίσο είτε εργαζόταν για το χαμό του.

Ορισμένοι θα αναρωτηθούν: «αφού λέτε πως οι θεοί είναι δαίμονες, τότε πώς εξηγείτε τις θεομαχίες των μύθων; Αφού η χριστιανική δαιμονολογία δεν αναφέρει «εμφύλιες» διαμάχες μεταξύ δαιμόνων, πώς εξηγούνται οι θεομαχίες;» Οι μύθοι δεν είναι απαραίτητα δαιμονικής έμπνευσης, αλλά προϊόν μεταξύ άλλων και της φαντασίας των ανθρώπων. Για τα απλά ιστορικά ή προϊστορικά γεγονότα ή τα παλιά έθιμα οι σχετικοί μύθοι δεν είναι «προϊόν» δαιμονικής έμπνευσης˙ ωστόσο, όσα κατακρίνουν οι φιλόσοφοι και οι Πατέρες είναι ασφαλώς τέτοιας έμπνευσης, των «θεών»˙ διότι ήξεραν οι «θεότητες»/δαίμονες, πως ο αρχαίος άνθρωπος είχε αυτή τη συνήθεια: έπραττε και θεωρούσε σωστό και δίκαιο ό,τι έπρατταν κι οι θεοί του. Συνεπώς, η προσθήκη κερατωμάτων, φόνων, πατροκτονιών, θεομαχιών, ηθικής παρακμής στους μύθους των Αρχαίων, με τη μορφή της «θεϊκής» (διάβαζε σατανικής) έμπνευσης, θα ήταν κάτι πολύ ευχάριστο για τις «θεότητες» αυτές, αφού έτσι θα έπρατταν τα ίδια και οι θνητοί, με λιγότερη ντροπή. Έτσι, βλέπουμε τους «θεούς», εκτός από βίαιοι που είναι στους μύθους,

Α') από τη μια να εξαπατούν τους ανθρώπους είτε

1) εμφανιζόμενοι ως δημιουργοί και προστάτες των τεχνών και της σοφίας, είτε

2) δίνοντάς τους ασαφείς χρησμούς,

Β') κι από την άλλη να εκδηλώνουν πιο φανερά εν σχέσει με τους ασαφείς χρησμούς το μίσος τους για τους ανθρώπους είτε με το

3) να ζητούν αίμα, αυτοευνουχισμούς και ανθρωποθυσίες, είτε με το

4) να δίνουν εξ επίτηδες ψευδείς χρησμούς.

Σε τι τέλος πάντων διαφέρει ο χριστιανικός Σατανάς και οι δαίμονες από τους «θεούς»;

1) Μήπως κι αυτοί δεν ζητάνε ανθρώπινο αίμα, είτε λίγο και συμβολικό είτε με φόνο, σημάδι μίσους για τον άνθρωπο;

2) Μήπως δεν παραπλανούν, είτε γνωρίζουν είτε όχι το μέλλον, σκόπιμα μέσω των «χρησμών» τους (αστρολογία, χαρτιά);

3) Μήπως δεν προκαλούν τρέλλα, δαιμονισμό, όπως και οι «θεοί»;

4) Μήπως δεν ζητά ο Σατανάς αναγνώριση «στάτους» θεού, όπως και οι παγανιστικοί «θεοί»;

Μπορεί κάποιοι να μην παραδέχονται την ύπαρξη υπερφυσικών όντων και, φυσικά, δαιμόνων. Άλλο πράγμα είναι αυτό, από εκείνο το οποίο ισχυριζόμαστε σ' αυτό το κεφάλαιο. Η ομοιότητα στη συμπεριφορά των ειδωλολατρικών «θεών» και των χριστιανικών «δαιμόνων» είναι ολοφάνερη.

61b Σατανισμός-Παγανισμός.

Κοινή είναι, επίσης, η αντίληψη των Σατανιστών και των Νεοπαγανιστών σχετικά με το αν ο «θεός» είναι απρόσωπος ή προσωπικός. Έχουμε αναφέρει παραπάνω τις αντιλήψεις των «Ελλήνων Εθνικών» περί «απρόσωπων θεών». Η Σατανική Βίβλος του A. La Vey γράφει (σ. 40): «Για τον Σατανιστή, ο «Θεός», με όποιο όνομα κι αν αποκαλείται ή με κανένα, θεωρείται ως ο εξισορροπιστικός παράγων στη Φύση, όχι ως ένα ον που ασχολείται με τον πόνο. Αυτή η πανίσχυρη δύναμη, η οποία διαποτίζει και εξισορροπεί το σύμπαν, είναι πολύ απρόσωπη ώστε να ενδιαφέρεται για την ευτυχία ή τη δυστυχία των ζωντανών πλασμάτων». Όπως ισχύει για τους «Έλληνες Εθνικούς», έτσι και για την «Εκκλησία του Σατανά», ο «θεός» δεν είναι πρόσωπο αλλά απρόσωπη δύναμη. Σύμπτωση; Ίσως.

Επίσης, η αποδοχή της μαγείας από το Νεοσατανισμό και της θεουργίας από τους Πολυθεϊστές. Ειδικότερα, και ο Σατανισμός και ο Πολυθεϊσμός προσπαθούν να αποενοχοποιήσουν/εξορθολογικοποιήσουν τη χρήση της μαγείας/της θεουργίας, αρνούμενοι ότι πρόκειται για «υπερφυσικό φαινόμενο». Την ίδια στιγμή, για να πείσουν περί της «ορθολογικότητας» της μαγείας/θεουργίας τους, ισχυρίζονται και οι δύο τα ίδια πράγματα: οι μεν Σατανιστές, πως η σατανική μαγεία βασίζεται σε «άγνωστα [σημ.: ώς τώρα, εννοούν] επιστημονικά πορίσματα» και δεν είναι «τίποτε άλλο παρά εφαρμοσμένη ψυχολογία και επιστημονικά δεδομένα» και «αλλαγή καταστάσεων ή γεγονότων εν συμφωνία με τη θέληση κάποιου, τα οποία χρησιμοποιώντας συνηθισμένες μεθόδους, δεν θα άλλαζαν» (Σατανική Βίβλος, σ. 110)˙ οι δε υπερασπιστές της ειδωλολατρικής-πολυθεϊστικής θεουργίας (όπως είδαμε στο κεφάλαιο περί πολυθεϊστικού ανορθολογισμού) ότι η θεουργία βασίζεται σε φυσικούς νόμους, στη θεωρία του αρχέτυπου/καθρέφτη κ.λπ. Φυσικά, αυτά είναι γελοία παραμύθια πλασμένα από σοφιστές, διότι τέτοιοι φυσικοί νόμοι ουδέποτε ανακαλύφτηκαν και ουδέποτε αποδείχτηκαν. Αυτό που μας ενδιαφέρει εδώ, είναι ότι ο Σατανισμός και οι Νεοπαγανιστές (και οι δυο αυτοαποκαλούνται «ορθολογιστές») χρησιμοποιούν τα ίδια ανορθολογικά επιχειρήματα, για να δικαιολογήσουν τη χρήση υπερφυσικής μαγείας και θεουργίας. Σύμπτωση; Ίσως. Βέβαια, το «περιοδικό πρωτοποριακής έρευνας» Δαυλός, έχει στο εξώφυλλο του τεύχους 62 τη φράση «Μαντική: η πανάρχαια επιστήμη των προβλέψεων». Ώστε επιστήμη η μαντική. Γιατί όχι και η μαγεία;

Ένα άλλο χαρακτηριστικό του συγχρόνου Σατανισμού είναι η αντίληψη πως δεν υπάρχει Καλό και Κακό. Βλέπουμε πως οι «θεοί» είναι κυριολεκτικώς «πέρα από το καλό και το κακό», δεν δρουν βάσει αυτών. Γι' αυτό είναι ανήθικοι, φονιάδες, πόρνες, μοιχοί, παιδεραστές, κοινοί εγκληματίες. Βασικό αξίωμα του Σατανισμού είναι το «κάνε ό,τι θέλεις» και η απουσία διάκρισης μεταξύ Καλού-Κακού. Με άλλα λόγια, δεν υπάρχουν νόμοι, δεν υπάρχει δίκαιο ή άδικο, καλό ή κακό. Καλό είναι ό,τι θέλει ο καθένας για τον εαυτό του. Τα πάντα επιτρέπονται, όχι απλώς στην πράξη, όπως τώρα, αλλά δικαιολογούνται και στη θεωρία. Όμως, όλα αυτά έρχονται σε πλήρη αντίθεση με το εκλεκτότερο τμήμα της Αρχαιότητας, τους φιλοσόφους, οι οποίοι σαφέστατα κάνουν διάκριση μεταξύ καλού και κακού, αρετής, η οποία επαινείται και κακίας, η οποία στηλιτεύεται, αγαθού και μη αγαθού.

Στον αντίποδα των φιλοσόφων, οι Νεοπαγανιστές, γράφουν:

«Ο πολυθεϊσμός απελευθερώνει τον άνθρωπο απ' οποιδήποτε ηθικό νόμο» (περιοδικό Ένα, 5/5/124).

«Η προσπάθειά μας είναι να ξεφύγουν για πάντα [οι Έλληνες] από την διπολικότητα των εννοιών «Καλό» και «Κακό».» (Διιπετές, 6/94, 9-30).

«Καταρρίψτε τα ταμπού του παρελθόντος, ζήστε ελεύθερη ζωή, με σεξ, βία και μαγεία» (περ. Διάλογος τ. Ιαν-Μάρ. 1999, σ. 11).

Δηλαδή, οι «θεοί» δεν θέλουν αυτό που αναζήτησαν οι φιλόσοφοι. Δεν τους ενδιαφέρει το καλό και το κακό. Θέλουν να μην έχουμε κανέναν ηθικό φραγμό ή νόμο. Κι ακριβώς η αδιαφορία προς το Καλό και το Κακό συνιστά Κακό. Μόνο δαιμονικοί «θεοί», ζητούν να αδιαφορεί ο άνθρωπος για τη διάκριση Καλού-Κακού, ώστε να πράττει το κακό με ευχαρίστηση και δίχως τύψεις. Οι «θεοί» θέλουν οι πολυθεϊστές Έλληνες πρόγονοι μας, που ξέφυγαν από τη διπολικότητα «Καλού» και «Κακού», να κάνουν το κακό χωρίς να το θεωρούν κακό. Αφού δεν υπάρχει ηθικός νόμος, καλό και κακό, όλα αυτά δεν είναι καθόλου παράνομα. Είναι επιβαλλόμενα, διότι όπως λεν άλλοι Νεοπαγανιστές «οι θεοί μας είναι οι παιδαγωγοί μας». Μα, ακριβώς αυτά δεν ζητάει κι ο Σατανάς των Χριστιανών; Σε τι τέλος πάντων διαφέρει αυτό από τον Σατανισμό;

Δεν πρόκειται, λοιπόν, για συκοφαντία των Χριστιανών ότι οι Ειδωλολάτρες λατρεύουν κατ' ουσίαν δαίμονες και τον Σατανά, αφού δεν υπάρχει Σατανάς στο ειδωλολατρικό Πάνθεο. Δεν είναι ζήτημα ύπαρξης ή ανυπαρξίας του ονόματος «Σατανάς» στο ειδωλολατρικό Πάνθεο. Είναι ζήτημα ομοιότητας στις απαιτήσεις, στην συμπεριφορά και στα δόγματα ύπαρξης των θεών. Ό,τι ζητά ο Σατανάς κι ο Σατανισμός, τα ίδια ζητούν και πράττουν οι ειδωλολατρικοί θεοί. Μόνο κατ' όνομα υπάρχει διαφορά.

Να συμπληρώσουμε, ότι η παγανιστική θεωρία περί καλών «θεών», που έδωσαν στους ανθρώπους την επιστήμη, τις τέχνες κ.ο.κ. κρίνεται αβάσιμη, βάσει των παραπάνω. Όχι μόνο, διότι οντότητες μοχθηρές δεν μπορεί να έχουν δώσει κάτι καλό στους ανθρώπους, αλλά διότι οι «θεοί» δεν έπλασαν τον άνθρωπο (το τελευταίο γένος του Ησίοδου δεν το έπλασε κανείς). Κι αφού δεν τον έπλασαν, δεν έχουν καμμία σχέση με την πρόοδό του.

Οι Νεοπαγανιστές θα ανακαλύψουν πως κι αυτοί έχουν έναν «άγνωστο θεό». Άλλωστε κι αυτοί, αιωνίως φάσκουν κι αντιφάσκουν, από τη μια θεωρώντας τους «θεούς» τους καλούς, δίκαιους, σοφούς, «παιδαγωγούς» τους κ.λπ., ενώ από την άλλη δικαιολογούν αυτές τις σατανικές πράξεις τους και ισχυρίζονται ότι δεν υπάρχει Καλό και Κακό. Δηλαδή, από τη μια μιλούν για τους θεούς-προσωποποιήσεις του Καλού ενώ από την άλλη υποστηρίζουν ότι δεν υπάρχει καλό και κακό.

Ψαλμοί 95, 5:

«ὅτι πάντες οἱ θεοὶ τῶν ἐθνῶν δαιμόνια, ὁ δὲ Κύριος τοὺς οὐρανοὺς ἐποίησεν».
 
Πηγή: Ενάντια στην Αρχαιοπληξία.

Τρίτη 28 Ιανουαρίου 2014

Περί της τέλειας αγάπης.

Αγίου Συμεών Νέου Θεολόγου

https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhriLO0P7vmzFTCwR0qRecfPPzvUkwhS-JajALWurhZ1FuhKHx3yc_b0wOUf3vpMhjF5jnaQ-aKGgFqFr9UNm72ZaIOhYTXlwFTf5vydasekJAx4VegcqhUdXxwG4DMCzKAE_3gDlfnQ_8/s1600/symeon_neos_theologos_3.jpg

''Εάν δεν γίνομε από εδώ ήδη με προθυμία μέτοχοι της μεθέξεως του Πνεύματος, ούτε πιστοί Χριστιανοί μπορούμε να είμαστε, αλλά ούτε υιοί και τέκνα του Θεού θα γίνομε.''

«Αδελφοί και πατέρες, εάν αυτός που υποκρίνεται την αρετή προς απάτη και απώλεια πολλών είναι πράγματι άθλιος και θεωρείται καταδικασμένος και σιχαμερός από τον Θεό και τους ανθρώπους, είναι φανερό ότι αυτός που εμφανίζεται προσποιητά με κάποια εμπάθεια, ενώ είναι απαθής, προς σωτηρία και ωφέλεια πολλών, σύμφωνα με τους παλαιούς πατέρες, είναι επαινετός και μακάριος. Διότι, όπως ο διάβολος με το πρόσχημα του όφεως και συμβουλής, που φαινομενικά βέβαια ήταν χρήσιμη και ωφέλιμη, στην πραγματικότητα όμως συνέβαινε να είναι θανάσιμη, αποστερώντας τον άνθρωπο από τον Θεό και από όλους τους καρπούς του παραδείσου, αποδείχθηκε θεομάχος και ανθρωποκτόνος, έτσι και αυτός που με το πρόσχημα της κακίας προφέρει φαινομενικά πονηρούς λόγους, με σκοπό να μάθει καλά τα τελούμενα από τον διάβολο, δι’ αυτών που υποκρίνονται, την αρετή και ευλάβεια, ώστε να οδηγήσει τους δράστες των κακών σε μετάνοια και σωτηρία και εξομολόγηση, γίνεται προφανώς πράγματι χριστομίμητος και συνεργός του Θεού και σωτήρας ανθρώπων. Αυτό όμως είναι έργο εκείνων μόνο, των οποίων η αίσθηση είναι αναίσθητη για τον αέρα τούτον και τον κόσμο και τα αισθητά πράγματα, των οποίων η διάνοια δεν πάσχει μαζί με τα ορώμενα, αλλά έφυγε έξω από το σώμα της ταπεινώσεως· είναι έργο των ισαγγέλων, δηλαδή εκείνων που ενώθηκαν τελείως με τον Θεό και απέκτησαν μέσα τους τελείως όλον τον Χριστό με έργο και εμπειρία, με αίσθηση και γνώση και θεωρία.

Πράγματι είναι κακό το να κρυφακούει ή να παρατηρεί κανείς κρυφά τι συζητά ή διαπράττει ο πλησίον, όταν αυτό γίνεται με σκοπό να κατηγορήσει ή εξευτελίσει ή κακολογήσει ή διασύρει σε κατάλληλη ευκαιρία όσα είδε ή άκουσε. Εάν όμως αυτό το κάνει για να διορθώσει τα σφάλματα του πλησίον με συμπάθεια και σοφία και φρόνηση και να προσευχηθεί γι’ αυτόν με όλη την καρδιά του και με δάκρυα, τότε το έργο αυτό δεν είναι πονηρό. Διότι εγώ είδα άνθρωπο να χρησιμοποιεί πολλούς τρόπους και πολλές μεθόδους, για να μη του ξεφύγει τίποτε απαρατήρητο από όσα λέγονταν ή γίνονταν από τους συνανθρώπους του. Δεν το έκαμε αυτό για να τους βλάψει, μη γένοιτο, αλλά για να τους απομακρύνει από τις αντίθετες πράξεις και τους λογισμούς, άλλον με τον λόγο, άλλον με δώρα, και άλλον με κάποια άλλη δικαιολογία.

Και είδα τον άνθρωπο αυτόν άλλοτε να κλαίει για τον τάδε, άλλοτε να θρηνεί για έναν άλλο, και άλλοτε να χτυπά και το πρόσωπό του και το στήθος του για κάποιον άλλο, αποδεχόμενος δηλαδή το πρόσωπο του αμαρτήσαντος με λόγο ή έργο, και θεωρώντας τον εαυτό του ότι αυτός είναι εκείνος που έκανε το κακό και εξομολογούμενος στον Θεό και προσπίπτοντας και πενθώντας σφοδρώς. Και είδα άλλον να χαίρεται τόσο πολύ γι’ αυτούς που κατορθώνουν πολλά και αγωνίζονται και να αναγνωρίζει την προκοπή εκείνων, ώστε να φαίνεται σαν να πρόκειται να λάβει αυτός μάλλον τους μισθούς των αρετών και των κόπων παρά εκείνοι.

Αντίθετα, τόσο λυπούνταν και στέναζε γι’ αυτούς που με λόγο ή έργο καταπίπτουν και επιμένουν στα κακά, ώστε να φαίνεται ότι αυτός μόνο στ’ αλήθεια θ’ αποδώσει για όλους εκείνους τον απαιτούμενο λόγο και ότι θα παραδοθεί στην κόλαση.

Και είδα άλλον να ενδιαφέρεται και να επιθυμεί τη σωτηρία των αδελφών του τόσο, ώστε πολλές φορές να δέεται στον φιλάνθρωπο Θεό με δάκρυα θερμά από το βάθος της καρδιάς του ή και εκείνοι να σωθούν, ή και αυτός μαζί με εκείνους να κατακριθεί, επειδή από διάθεση θεομίμητη και μωσαϊκή δεν ήθελε καθόλου να σώσει μόνο τον εαυτό του. Διότι αφού συνδέθηκε προς αυτούς πνευματικά με την αγία αγάπη εν Αγίω Πνεύματι, προτιμούσε να μη εισέλθει ούτε στην βασιλεία των ουρανών και χωρισθεί απ’ αυτούς. Ώ δεσμός άγιος, ώ δύναμη απερίγραπτη, ώ ψυχή ουρανόφρονη, ή καλύτερα να πούμε, ψυχή θεοφορούμενη και τελειωμένη μέσα στην αγάπη του Θεού και του πλησίον!

Αυτός λοιπόν που δεν έφθασε σε τέτοια αγάπη, ούτε είδε ίχνος απ’ αυτήν μέσα στην ψυχή του, ούτε αισθάνθηκε καθόλου την παρουσία της, συμβαίνει να κρύβεται ακόμα στην γη και στα της γης ή καλύτερα κάτω από την γη, όπως ο τυφλοπόντικας, είναι δηλαδή και αυτός τυφλός όπως εκείνος και με μόνη την ακοή ακροάζεται αυτούς που ομιλούν πάνω στην γη. Αλλοίμονο για τη συμφορά, διότι, ενώ γεννηθήκαμε από τον Θεό και γίναμε αθάνατοι και αξιωθήκαμε να είμαστε μέτοχοι επουρανίου κλήσεως και κληρονόμοι του Θεού και συγκληρονόμοι του Χριστού και πολίτες των ουρανών, ακόμη δεν γνωρίσαμε τα τόσα αγαθά. Αλλά με αναισθησία, για να ομιλήσω απλά, όπως ο σίδηρος ρίχνεται μέσα στην φωτιά ή όπως το άψυχο δέρμα βάφεται ανεπαίσθητα με την κόκκινη βαφή, έτσι και εμείς βρισκόμαστε ακόμα στο κέντρο τόσων αγαθών του Θεού, ομολογώντας ότι δεν έχουμε καμία αίσθηση μέσα μας. Και καυχόμαστε ότι είμαστε ήδη σεσωσμένοι και συναριθμημένοι με τους αγίους, προσποιούμενοι και ενδυόμενοι και υποκρινόμενοι την αγιοσύνη, σαν να ζούμε αθλίως πάνω σε ορχήστρα ή σκηνή, και γινόμαστε όμοιοι με τους μίμους και τις πόρνες, οι οποίες, επειδή δεν έχουν τη φυσική ομορφιά, με αφροσύνη επιδίδονται στο στολισμό τους με χρώματα και ξένες βαφές. Αλλά, δεν είναι τέτοιοι οι χαρακτήρες των αγίων που γεννώνται από τον ουρανό».

(Απόσπασμα από την 8η Κατήχηση του αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου, Τ Φ 19Δ, σελ.19- 25).
 
Πηγή: exprotestant.blogspot.gr
 
(Σχόλιο Εγκολπίου: Ας διαβάζουμε ξανά και ξανά τον λόγο αυτόν του Αγίου ανδρός, μέχρι να δώσουμε και εμείς ένα δάκρυ για κάποιο πάθος αδελφού μας, αντί να τον κατακρίνουμε πισώπλατα και αντί να τον κοιτάμε με ύφος δέκα καρδιναλίων σαν να είμαστε 'μείς δίκαιοι... και σωσμένοι ήδη. Πόσοι Ορθόδοξοι είμαστε σαν τον φαρισαίο που προσευχόταν με έπαρση...)

THE MUSIC INDUSTRY EXPOSED. Greek Subs


Η «Λίγκα των Μαχητικών Άθεων»...

Μνήμες κομμουνισμού: Η «Λίγκα των Μαχητικών Άθεων» και η "αντιθρησκευτική εκστρατεία"...

 
 
«Είναι καθήκον μας να καταστρέψουμε κάθε θρησκευτική κοσμοαντίληψη. Αν η καταστροφή δέκα εκατομμυρίων ανθρώπων, όπως συνέβη στον τελευταίο πόλεμο, είναι απαραίτητη για το θρίαμβο μιας ορισμένης τάξης, τότε αυτό πρέπει να γίνει και θα γίνει». - Yemelyan Yaroslavsky, εβραϊκής καταγωγής Μπολσεβίκος εγκληματίας και ιδρυτής της ‘Λίγκας των Μαχητικών Άθεων’

Μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και το άνοιγμα των σοβιετικών αρχείων, υπήρχε η δυνατότητα πρόσβασης σε ένα τεράστιο αριθμό πρωτότυπων εγγράφων και μερικά από αυτά έχουν δημοσιευθεί online και άλλα έχουν εξορυχθεί από ερευνητές.

Αυτά τα αρχεία δείχνουν ότι, ως αποτέλεσμα της επίσημης σοβιετικής αθεϊστικής ιδεολογίας, το κομμουνιστικό κίνημα έκανε ήταν ότι είναι αναγκαίο για να καταστείλει ενεργά κάθε θρησκευτική δραστηριότητα.

 
Yemelyan Yaroslavsky (1878-1943)

Η ‘Λίγκα των Μαχητικών Άθεων’, επίσης γνωστή ως η ‘Κοινωνία των Άθεων’ και ‘Ένωση των Άθεων’, ήταν μια οργανωμένη μπολσεβίκικη συνωμοσία για την εξόντωση της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, που ιδρύθηκε και διευθύνθηκε από τον εβραϊκής καταγωγής Yemelyan Yaroslavsky (γεννημένος ως Minei Izrailevich Gubelman), ο οποίος ήταν και ο εκδότης του αθεϊστικού σατιρικού εντύπου με το όνομα ‘Bezbozhnik’ («Ο άθεος»). Η οργάνωση συνδέθηκε με το Κομμουνιστικό Κόμμα της Σοβιετικής Ένωσης (συμπεριλαμβανομένης της Κομσομόλ, την πτέρυγα νεολαίας) και έδρασε στον πόλεμο εναντίον του ρωσικού λαού μεταξύ 1925 και 1947.
 
 
Κάρτα μέλους της Λίγκας
 
Η Λίγκα αρχικά ιδρύθηκε ως κλαμπ άθεων στη Μόσχα το 1924, και η ομάδα τελικά εξελίχθηκε σε ένα μαζικό κίνημα εργατών, αγροτών, διανοουμένων και φοιτητών που έφτασε να αποτελείται από περίπου 3 εκατομμύρια ανθρώπους.

Η κύρια ατζέντα της οργάνωσης ήταν η πλύση εγκεφάλου των μαζών της Σοβιετικής Αυτοκρατορίας ώστε να τους δημιουργηθεί φανατικό μίσος κατά της Ορθοδοξίας. Η οργάνωση συμμετείχε άμεσα στη σύλληψη, εκτέλεση και αποστολή σε στρατόπεδα εργασίας πολλών επισκόπων, ιερέων και λαϊκών ορθόδοξων χριστιανών που υπάγονται κατά την διάρκεια του αιματηρού Κόκκινου Ολοκαυτώματος κατά του ρωσικού λαού. Προέβαιναν επίσης σε κατασχέσεις θρησκευτικών εικόνων από τα σπίτια των ορθοδόξων χριστιανών στην προσπάθειά τους να εξοντώσουν την χριστιανική πίστη.

 
Κόκκινη σκούπα σε εικόνες, φυλακτά και Ευαγγέλιο...

 
 
Η Λίγκα προσπαθούσε να προωθήσει τον αθεϊσμό και τα επιστημονικά επιτεύγματα, μέσω «ατομικής εργασίας», μια μέθοδος που στηριζόταν στην αποστολή άθεων προπαγανδιστών σε πιστούς προκειμένου να τους προσηλυτιστών στον αθεϊσμό και σε περίπτωση που ο πιστός δεν πειθόταν, ακολουθούσε δημόσια παρενόχληση. Επίσης διοργάνωνε προπαγανδιστές αθεϊστικές εκστρατείες, οργάνωνε διαδηλώσεις και παρελάσεις, δημοσίευε αντι-θρησκευτικά βιβλία και περιοδικά με τα οποία διακωμωδούσε την θρησκεία, οργάνωνε αντι-θρησκευτικά μουσεία, πραγματοποιούσε «επιστημονικές έρευνες» στον τομέα του αθεϊσμού και έκανε συντονισμένες προσπάθειες να πειστούν οι πολίτες ότι οι θρησκευτικές πεποιθήσεις και πρακτικές ήταν «λάθος» και «επιβλαβείς» και ότι οι «καλοί» πολίτες θα πρέπει να υιοθετήσουν μια επιστημονική, αθεϊστική κοσμοθεωρία. Το σύνθημα της Λίγκας ήταν «Ο αγώνας κατά της θρησκείας είναι ένας αγώνας για το σοσιαλισμό». Ένα από τα συνθήματα που εγκρίθηκαν στο 2ο συνέδριο ήταν «Ο αγώνας κατά της θρησκείας είναι ένας αγώνας με πενταετές πρόγραμμα!».

Η Λίγκα είχε τον ηγετικό ρόλο στην αντιθρησκευτική εκστρατεία του Κομμουνιστικού Κόμματος.

Εξέδωσε το μηνιαίο αντι-θρησκευτικό, αθεϊστικό σατιρικό περιοδικό ‘Bezbozhnik’ (Ρωσικά: Безбожник, "Άθεος") μεταξύ του 1922 και 1941.Το πρώτο τεύχος του εκδόθηκε το Δεκέμβριο του 1922 με τιράζ 15.000, αλλά η κυκλοφορία έφτασε στα 200.000 το 1932.

 
Ο Χριστός στα σκουπίδια... Άπαγε της βλασφημίας.

Ο συγγραφέας Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ, εγγονός ορθόδοξων κληρικών, επισκέφθηκε κάποτε τα γραφεία του ‘Bezbozhnik’ και σοκαρίστηκε από το περιεχόμενο των περιοδικών. Όχι μόνο από αυτό την «απέραντη βλασφημία» που είδε, αλλά και από τους χαρακτηρισμούς που έδινε το περιοδικό στον Ιησού Χριστό, ότι ήταν ένας «αδίστακτος» και ένα «κάθαρμα». Ο Μπουλγκάκοφ πίστευε ότι αυτό ήταν «ένα έγκλημα πέρα από κάθε μέτρο» και πείστηκε ότι ήταν έργο των Εβραίων.


Νεαρό μέλος της Κομσομόλ, κομμουνιστικής νεολαίας, με την μπότα του γκρεμίζει μία Ορθόδοξη εκκλησία και οι ουρανοί ανήμποροι δήθεν παρακολουθούν το θέαμα... Κομμουνιστικής εμπνεύσεως προπαγάνδα...


Ο τσάρος και ένας Ορθόδοξος Επίσκοπος κρατούν στο σκοτάδι δήθεν τον εργάτη. Οι κομμουνιστές Σοβιετικοί φρόντισαν να του ανοίξουν τα μάτια... από την πείνα...

Λαμβάνοντας εξουσία από την Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΣΕ στο συνέδριο του 1929, έδωσε εντολή ώστε τα σχολεία, τα πανεπιστήμια, οι ένοπλες δυνάμεις, τα συνδικάτα, η Κομσομόλ, ο Οργανισμός Νέων Πιονέρων, ο σοβιετικός Τύπος και άλλα θεσμικά όργανα να προωθήσουν την αντιθρησκευτική εκστρατεία. Σύμφωνα με μια αναφορά, ο συνολικός αριθμός των ιστορικών κτιρίων (ως επί το πλείστον αρχαίες εκκλησίες και μοναστήρια) από 7.000 έπεσε στα 1.000, εξαιτίας της καταστροφής τους.

Η Λίγκα βοήθησε επίσης τη σοβιετική κυβέρνηση στη δολοφονία του κλήρου και αφοσιωμένων πιστών χριστιανών. Μέχρι το 1940, πάνω από 100 επίσκοποι, δεκάδες χιλιάδες ορθόδοξοι κληρικοί και χιλιάδες μοναχοί και αμύητοι πιστοί είχαν σκοτωθεί ή είχαν πεθάνει στις Σοβιετικές φυλακές και στα Γκούλαγκ.

 
Ένα βιβλίο που εξέδωσε η ίδια η Λίγκα το 1934 παραδέχτηκε την ύπαρξη ειλικρινών πιστών μεταξύ των διανοουμένων. Ωστόσο, ο Yaroslavsky το 1937 ισχυρίστηκε ότι όλοι οι επιστήμονες που πιστεύουν στο Θεό είναι «ανειλικρινείς και απατεώνες».

Η Λίγκα κατόρθωσε να μειώσει τον αριθμό των θρησκευτικών κοινοτήτων από 50.000 το 1930, σε 30.000 το 1938, και 8.000 το 1941.

Μια ομάδα άθεων από τη Μόσχα που ζητούσε την πλήρη καταστροφή της θρησκείας σε κάθε της μορφή και όχι τον εκσυγχρονισμό της, επιτέθηκε το 1924, στον Γιαροσλάβσκι για τη διαφοροποίησή του απέναντι στις διαφορετικές θρησκείες. Κατηγόρησαν τον Yaroslavsky ότι επιτίθεται μόνο στους ορθόδοξους κληρικούς και όχι στη θρησκεία γενικότερα.

 
 
Με το ξέσπασμα του γερμανο-σοβιετικού πολέμου, το σοβιετικό καθεστώς μείωσε τις αντι-θρησκευτικές δραστηριότητες, καθώς έβλεπαν ότι μόνο η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία μπορούσε να συσπειρώσει τον λαό στο να υπερασπιστεί το έθνος. Τα περιοδικά "Bezbozhnik" και "Antireligioznik" ανέστειλαν την κυκλοφορία τους και η Λίγκα των Μαχητικών Άθεων έπεσε στην αφάνεια. (Ο επίσημος λόγος ήταν η έλλειψη δημοσιογραφικού χαρτιού).

Ο Ιωσήφ Στάλιν τερμάτισε την αντιχριστιανική εκστρατεία το 1947, απαγορεύοντας αυτή τη πτέρυγα της εβραϊκής συνωμοσίας.

 
 
Ένας από τους πρώτους στόχους της Λίγκας ήταν ο Ορθόδοξος Πατριάρχης Τύχων. Ο Πατριάρχης Τύχων τάχθηκε με τα «αντεπαναστατικά» στοιχεία της κοινωνίας και κατήγγειλε την κυβέρνηση των Μπολσεβίκων. «Ελάτε στα συγκαλά σας, τρελοί! Διαπράττετε μια σατανική πράξη» είπε ο Πατριάρχης. Σε μια ποιμαντική επιστολή προέτρεψε τους πιστούς «να μην έχουν καμία σχέση με τα τέρατα της ανθρώπινης φυλής» και αργότερα προσπάθησε να δημιουργήσει «ενοριακά συμβούλια για την προστασία της ιδιοκτησίας και των δικαιωμάτων της Ορθόδοξης Εκκλησίας».

Ο Πατριάρχης Τύχων συνελήφθη. Ενώ ήταν υπό κράτηση, ο Yemelyan Yaroslavsky, αποφάσισε να "δουλέψει" με τον κρατούμενο. Ο Γιαροσλάβσκι σύντομα ανέφερε στον Τρότσκι ότι «κάτω από πίεση και με κάποιες υποσχέσεις ο Τύχων θα δεχτεί τις προτάσεις μας. Οι δημόσιες δηλώσεις του θα έχουν μεγάλη πολιτική σημασία : η σύνδεσή του με την GPU ("Μυστική Αστυνομία") θα τον εκθέσει σε κίνδυνο, ενώ οι εξομολογήσεις του θα τον κάνουν “αιρετικό” στα μάτια των αληθινών Ορθόδοξων πιστών».

O Πατριάρχης Τύχων κατέθεσε υπόμνημα στο δικαστήριο που του επέτρεψε να ελευθερωθεί: «Έχοντας μεγαλώσει σε μια μοναρχική κοινωνία και επηρεασμένος από αντισοβιετικά άτομα μέχρι τη στιγμή της σύλληψής μου, ήμουν εχθρικός πράγματι προς τη σοβιετική κυβέρνηση. Επιπλέον, αυτή η αντιπαλότητα που πολλές φορές πέρασε από μια παθητική κατάσταση σε ενεργείς δράσεις... Ειλικρινά μετανοώ για το παράπτωμά μου ενάντια στο κρατικό σύστημα και παρακαλώ το Ανώτατο Δικαστήριο να αλλάξει την προδικαστική αντιμετώπισή μου, δηλαδή, να με ελευθερώσετε από την κράτηση. Δηλώνω στο Ανώτατο Δικαστήριο ότι από τώρα και στο εξής δεν είμαι εχθρός της σοβιετικής κυβέρνησης».

Yemelyan Yaroslavsky - Βιογραφικό.

 
 
Ο Yemelyan Mikhailovich Yaroslavsky (Γιαροσλάβσκι) γεννήθηκε ως Minei Israilevich Gubelman, σε εβραϊκή οικογένεια στην πόλη Chita, του Zabaykalsky Krai στις 3 Μαρτίου του 1878.

Εισήλθε στο Ρωσικό Σοσιαλδημοκρατικό Εργατικό Κόμμα το 1898 και άρχισε να οργανώνει κομμουνιστικούς πυρήνες στην περιοχή του σιδηρόδρομου Trans - Baikal (Zabaikalsky). Το 1901 έγινε ανταποκριτής της μαρξιστικής εφημερίδας "Iskra" και το 1903 έγινε μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος της Επιτροπής της Αγίας Πετρούπολης και ένας από τους ηγέτες της στρατιωτικής πτέρυγας του κόμματος, πλαισιώνοντας την σοσιαλδημοκρατική μπολσεβίκικη φράξια κατά την διάρκεια της εσωκομματικής διάσπασης.

Ο Γιαροσλάβσκι οδήγησε την κομμουνιστική δραστηριότητα στην Αγία Πετρούπολη, το Yekaterinoslav και το Τάμπερε (τώρα στη Φινλανδία). Συνελήφθη το 1907 και καταδικάστηκε σε εργασία στην φυλακή Gorny Zerentu στην επαρχία Nerchinsk και στη συνέχεια εξορίστηκε στην Ανατολική Σιβηρία.

Στις 15 Σεπτεμβρίου 1921, ο Yaroslavsky έγινε ο εισαγγελέας για τη δίκη του αντεπαναστάτη πολέμαρχου Roman von Sternberg Ungern.

Ο Γιαροσλάβσκι πέθανε στις 4 Δεκεμβρίου 1943 στη Μόσχα.
 
Πηγή: Κόκκινος ουρανός

Αναζητηση

Αναγνώστες