Την Άλωση της Πόλης, το τέλος της Ρωμαίικης αυτοκρατορίας το θρήνησαν όλοι οι πρόγονοι μας, Κύπριοι και Μωραϊτες, Κρήτες και Πόντιοι, Βόρειοι και Νότιοι. Kι ο Κωνσταντίνος ΙΑ' στο Μωριά στέφθηκε αυτοκράτορας όλων, νότιων και βόρειων και ανατολικών και δυτικών. Κι ο νότιος Έλληνας Κολοκοτρώνης «βασιλιά μας» τον ονομάζει τον Ρωμιό αυτοκράτορα, το Σούλι και την Μάνη ως κάστρα του βασιλιά (Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, Απομνημονεύματα, εκδ. Αφών Τολίδη, σ. 68), και στην (μισητή για τους νεοπαγανανιστές) Κωνσταντινούπολη στόχευε να φτάσουν οι Έλληνες και θεωρούσε δεδομένο ότι θα έφταναν οι Έλληνες αν δεν υπήρχε ο διχασμός (Θ. Κολοκοτρώνη, Απομνημονεύματα, εκδ. Αφών Τολίδη, σ. 104). Και σε όλες, εξαρχής, τις εθνοσυνελεύσεις της Επανάστασης του '21 οι νότιοι Έλληνες ήταν αυτοί που αποκαλούσαν τους Ρωμιούς Αυτοκράτορες «αειμνήστους ημών Χριστιανούς αυτοκράτορες της Ελλάδος». «ΗΜΩΝ».
68a ΡΩΜΗΟΙ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΕΣ ΚΑΙ ΕΛΛΑΔΑ
«Ο Μ. Κωνσταντίνος όχι μόνο, όπως είδαμε, ήθελε να ονομάζεται στρατηγός των Αθηνών, αλλά αύξησε και τα προνόμια των επικεφαλής των σχολών και των δασκάλων τους και τους δασκάλους αυτούς τούς απάλλαξε από πολλούς φόρους. (...) Έστελνε επίσης, για να μοιραστεί, στο δήμο των Αθηναίων αξιόλογη ποσότητα σιταριού κάθε χρόνο» (Κ. Παπαρηγόπουλου, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, 1885, επανέκδ. εκδ. Κάκτος, 1992, τ. 8, 3). Στον Αθηναίο Νεοπλατωνικό, τον Νικάνορα, ο οποίος είχε την αρχή του δαδούχου στην Ελευσίνα, έδωσε τους αναγκαίους πόρους, ώστε να κάνει ο Νικάνορας ταξίδι στην Αίγυπτο για μελέτες (F. Gregorovius, Ιστορία των Αθηνών, Βιβλιοθήκη Μαρασλή, Αθήναι 1904, σ. 92). Και φυσικά, θα ήταν εντελώς απίθανο, από την μια ο Κωνσταντίνος να βοηθά τον Νικάνορα κι από την άλλη να σκοτώνει τον Σώπατρο για θρησκευτικούς λόγους. Επίσης, ο Κωνσταντίνος, στη μάχη κατά του Λικίνιου χρησιμοποίησε τον ελληνικό στόλο, που ελλιμενιζόταν στον Πειραιά. Ο Κωνσταντίνος έφτιαξε τειχισμένο τεχνητό λιμάνι για τη Θεσσαλονίκη, στα Ν.Δ. της πόλης.
«Ἀλλὰ καὶ οἱ υἱοὶ τοῦ Κωνσταντίνου ἐπέδειξαν πολλαχῶς τὴν πρὸς τὰς Ἀθήνας καὶ τὸ ἐν αὐταῖς πανεπιστήμιον, εὔνοιαν αὑτῶν. Τὸν περιώνυμον σοφιστὴν Προαιρέσιον, οὗ καὶ αὐτοὶ οἱ Ρωμαῖοι ἔστησαν δημοσίᾳ ἀνδριάντα, ἐτίμα ὁ αὐτοκράτωρ Κώνστας τοσοῦτον, ὥστ ἐξ ἀγάπης πρὸς αὐτὸν ἐδώρησε εἰς τοὺς Ἀθηναίους τοὺς ἔκ τινων νήσων πόρους» (F. Gregorovius, Ιστορία των Αθηνών, Βιβλιοθήκη Μαρασλή, Αθήναι 1904, σ. 93).
Ο «ανθέλληνας» Θεοδόσιος Α' έχτισε τα τείχη της Θεσσαλονίκης. Αυτά την κατέστησαν την δεύτερη πιο καλά οχυρωμένη πόλη μετά την Κωνσταντινούπολη, απρόσβλητη από τις επιθέσεις Βουλγάρων και Σλάβων.
Ο «ανθέλληνας» Θεοδόσιος Β' με την προτροπή της Αθηναίας γυναίκας του, Αθηναΐδας, ελάττωσε τους φόρους των Αθηναίων και στο πανεπιστήμιο που ίδρυσε, οι ελληνικές έδρες ήταν ισάριθμες των λατινικών. Ένας γάμος, δηλαδή, επιτάχυνε την επικράτηση της ελληνικής, εμποδίζοντας τον εκλατινισμό της Ανατολής.
Ο Ρωμαίικος στρατός επί Ρωμανού Β' πέταξε έξω από την Κρήτη τους Άραβες κατακτητές της, απελευθερώνοντάς την και επανελληνίζοντας την με νέους κατοίκους, απόγονοι των οποίων είναι οι σημερινοί Κρητικοί. Επί αιώνες οι Αυτοκράτορες πολεμούσαν τους Βούλγαρους ώστε αυτοί να μην υποδουλώσουν την Μακεδονία και την Θράκη (π.χ. αρκεί να θυμίσουμε την εκστρατεία του αυτοκράτορα Σταυράκιου κατά των Σλαύων της Πελοποννήσου το 783, τον Νικηφόρο Α' στα 805-6 να καταστέλλει εξέγερση Σλάβων ή τη μάχη του Νικηφόρου Ουρανού το 997 στον Σπερχειό κατά των Βουλγάρων, όπου ο Ρωμηός στρατηγός κόντεψε να φονεύσει τον Σαμουήλ). Τό ίδιο έκαναν και με τους Σλαύους που είχαν κατέβει στη νότια Ελλάδα, έκαναν εκστρατείες και τους καθυπέταξαν κι όποτε αυτοί επαναστατούσαν, έστελναν στρατό. Επιπλέον, μετέφεραν Έλληνες Μικρασιάτες στην Ελλάδα μεταφέροντας τους Σλαύους στην Μικρά Ασία, ώστε να εξελληνιστούν οι Σλαύοι και να ελαττωθεί η παρουσία τους στην Ελλάδα. Ο Λέων στα ''Τακτικά'' του γράφει για την μέθοδο των αυτοκρατόρων: «Ταῦτα [τα σλαυικά φύλα] ὁ ἡμέτερος ἐν θείᾳ τῇ λήξει γενόμενος πατὴρ καὶ αὐτοκράτωρ Ρωμαίων Βασίλειος τῶν ἀρχαίων ἠθῶν ἔπεισαι μεταστῆναι καὶ γραικώσας καὶ ἄρχουσι κατὰ τὸν ρωμαϊκὸν τύπον ὑποτάξας καὶ βαπτίσματι τιμῆσαι». Δηλαδή, τους υπέτασσαν στην ρωμαϊκή εξουσία, τους βάφτιζαν και τους εξελλήνιζαν γλωσσικά. Είναι άξιο παρατήρησης, ότι η πολιτική ανεκτικότητας των Ρωμηών Ελλήνων αυτοκρατόρων προς τους Σλαύους και την γλώσσα τους δεν αφορούσε παρά μόνο τη βόρεια χερσόνησο του Αίμου. Οι αυτοκράτορες δεν επέτρεψαν την σλαυική γλώσσα από τη Μακεδονία και κάτω, αλλά με γλωσσικό εξελληνισμό και με μετακινήσεις πληθυσμών απέτρεψαν οι ελληνικές χώρες να γίνουν όπως οι βόρειες βαλκανικές. Την περιοχή της Ελλάδας, την ήθελαν ελληνική. Εάν οι Αυτοκράτορες δεν θεωρούσαν ομοεθνείς, δικούς τους, τους Έλληνες, θα αδιαφορούσαν για την εθνολογική σύσταση της Ελλάδας. Με νύχια και με δόντια κρατούσαν οι Ρωμηοί πρόγονοι μας την Κάτω Ιταλία, και όσο την κατείχαν τα ελληνικά εκεί επικρατούσαν, ενώ όταν υποδουλώθηκε στους Νορμανδούς εν τέλει εκλατινίστηκαν οι κάτοικοί της.
Η πλήρης άγνοια της διττής σημασίας των ονομάτων οδηγεί τους Ν/Π στη διάπραξη ξεκαρδιστικών λαθών, που παύουν να είναι ξεκαρδιστικά όταν αυτοί αρχίζουν τις ύβρεις. Το όνομα «Βυζάντιο» ουδέποτε χρησιμοποιήθηκε από τους «Βυζαντινούς» ως δηλωτικό του κράτους τους. Οι συγγραφείς όλοι της «βυζαντινής» εποχής όταν γράφουν «Βυζάντιο» εννοούν την Κωνσταντινούπολη. Ηταν τόσο ανθέλληνες μάλλον, που χρησιμοποιούν το αρχαιοελληνικό αντί του ρωμαϊκού ονόματος. Γράφει λοιπόν ο αρχαιολάτρης Στέφανος Μυτιληναίος στο Δαυλό (τ. 243): «Για τους επαναστάτες Έλληνες η Οθωμανική Αυτοκρατορία ταυτιζόταν με το Βυζάντιο.» Ως απόδειξη γι' αυτό φέρνει τη φράση της Β' Εθνοσυνέλευσης (1823) «ο κρότος των ημετέρων όπλων, αντηχήσας, διετάραξε το Βυζάντιον». Πού να γνωρίζει ο αρχαιολάτρης ότι οι επαναστατημένοι Έλληνες και οι λόγιοι τους εξακολουθούσαν την συνήθεια των «Βυζαντινών» προγόνων τους και των λογίων του «Βυζαντίου» να επιμένουν να δίνουν σε πόλεις και λαούς τις αρχαιοελληνικές ονομασίες («Πέρσες» σήμαινε Τούρκοι, «Κέλτες» σήμαινε Φράγκοι, «Σκύθες» σήμαινε Ρώς. Η Άννα Κομνηνή π.χ. γράφει «Η Επίδαμνος, που έχει επικρατήσει να την ονομάζουν Δυρράχειο»). Συνεπώς «Βυζάντιο», προτού καθιερωθεί να σημαίνει την Ρωμανία, σήμαινε την Κωνσταντινούπολη, και «βυζαντινός στόλος» τον εκ Κωνσταντινούπολης, πρωτεύουσας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στόλο. Αλήθεια, πώς γίνεται να ταύτιζαν οι επαναστάτες Έλληνες του 1821 το κράτος «Βυζάντιο» με την Οθωμανική αυτοκρατορία, και ταυτόχρονα (δες Κεφ. 67), σε όλες τις Εθνοσυνελεύσεις εξ αρχής έως τέλους, και στη δεύτερη να αποδέχονται τους νόμους των «ημετέρων αειμνήστων Βυζαντινών Αυτοκρατόρων»; Το όνομα «Βυζαντινός» είχε λοιπόν διττή σημασία, εκτός κι αν ισχυριστούν οι αρχαιολάτρες που έγραψαν τέτοια απίστευτα πράγματα, ότι οι Επαναστάτες του 1821 αυθύς εξαρχής από την Α' Εθνοσυνέλευση όρισαν ως ελληνικούς νόμους, τους νόμους των Τούρκων κατακτητών τους!
1. Αν οι Τούρκοι παρέλαβαν κάποια στοιχεία από το βυζαντινό διοικητικό σύστημα, όταν κατέλαβαν την Πόλη, αυτό οφείλεται στην απουσία αντίστοιχου τουρκικού διοικητικού συστήματος. Όσον καιρό οι Τούρκοι ήταν νομάδες, δεν χρειάζονταν διοικητικό σύστημα απαραίτητο για την διοίκηση μιας αυτοκρατορίας. Όταν έγιναν αυτοκρατορία, χρειάζονταν ένα σοβαρό διοικητικό σύστημα. Το πιο κοντινό σε αυτούς παράδειγμα, αφού οι περισσότεροι Τούρκοι ήταν εξισλαμισμένοι Μικρασιάτες, ήταν το βυζαντινό. Δεν σημαίνει, όμως αυτό, ότι οι Τούρκοι είναι οι κληρονόμοι του Βυζαντίου.
2. Το νομικό σύστημα της Ρωμανίας ήταν το εξελληνισμένο ρωμαϊκό δίκαιο, η συνέχεια του ρωμαϊκού δικαίου. Αντιθέτως, η νομοθεσία των Οθωμανών δεν ήταν καμμία άλλη από την Σαρία, τον ισλαμικό νόμο.
3. Η Ρωμανία ήταν ένα κοσμικό κράτος, δίχως καμμία θεοκρατία, όπως δείξαμε. Αντίθετα, η Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν ο κληρονόμος του Χαλιφάτου (οι Τούρκοι εγκατέλειψαν την κυριότητα του Χαλιφάτου μόλις το 1924) και είχαν θεοκρατία. Ο Σουλτάνος ήταν και Χαλίφης, σύμφωνα με την ισλαμική θεοκρατία. Οι νόμοι έπρεπε να είναι σύμφωνοι με το Ισλάμ και να εγκρίνονται από τους ειδικούς μουσουλμάνους κληρικούς.
4. Πέραν αυτών, οι Τούρκοι ποτέ δεν μίλησαν ούτε έμαθαν ελληνικά. Το όνομα Τούρκοι ποτέ δεν σήμαινε κάποιον λαό που είχε ως μητρική γλώσσα τα ελληνικά. Οι Οθωμανοί δίωξαν την ελληνική και κατάφεραν να εκτουρκίσουν γλωσσικά την Μ. Ασία, σε αντίθεση με τους «Ρωμαίους» που σεβάστηκαν την ελληνική, εξελληνίστηκαν, και επέβαλαν τα ελληνικά. Ήταν η Μ. Ασία που εκτουρκίστηκε κι όχι οι Τούρκοι που εξελληνίστηκαν.
5. Το ιερό βιβλίο της θρησκείας τους δεν γράφτηκε στα ελληνικά ούτε μεταφράστηκε, παρά μόνο στις μέρες μας, σε αυτά.
6. Οι Τούρκοι δεν διδάσκονταν ποτέ στα σχολεία και τα πανεπιστήμιά τους, κατά την Οθωμανική περίοδο, τις αρχαίες τραγωδίες, τους αρχαίους φιλόσοφους, τους αρχαίους ποιητές.
7. Οι Τούρκοι δεν είχαν αρχαία αγάλματα να κοσμούν τα παλάτια τους, τον Ιππόδρομο, τις πλατείες και τις οδούς της Κωνσταντινούπολης, ενώ οι Βυζαντινοί είχαν. Με άλλα λόγια, δεν είχαν καμμία σχέση με το αρχαιοελληνικό πνεύμα και πολιτισμό.
9. Αντίθετα από τους Ρωμηούς διανοούμενους του Βυζαντίου, οι οποίοι στους τελευταίους αιώνες της Αυτοκρατορίας είχαν επαναφέρει το όνομα «Έλληνας» ως δηλωτικό της καταγωγής των ίδιων και των κατοίκων της, οι Τούρκοι διανοούμενοι ποτέ δεν επανέφεραν το όνομα «χριστιανός» ή το «Ρωμηός» (ούτε, φυσικά, το «Έλληνας») ως δηλωτικό της θρησκευτικής και εθνικής καταγωγής των ίδιων και των κατοίκων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, κατά τις τελευταίες δεκαετίες της ύπαρξης της. Οι Οθωμανοί κατέλυσαν την ελληνορωμαϊκή Οικουμένη, δεν την συνέχισαν. Δεν έχουν (όπως και οι επηρεασμένοι από την Δύση και τους Τάταρους, Ρώσσοι, οι δίχως καμμία επαφή με την ελληνορωμαϊκότητα του Βυζαντίου, τους οποίους κάποιοι ταυτίζουν με το Βυζάντιο, ώστε να αποδώσουν στο τελευταίο τα κουσούρια της Τσαρικής Ρωσίας) καμμία «ελληνορωμαϊκότητα» δεν είχαν σε καμμία περίοδο. Πώς θα μπορούσαν να την συνεχίσουν την στιγμή που οι ασυγκρίτως ανώτεροι πνευματικά Άραβες Μουσουλμάνοι εξαράβισαν και αφελλήνισαν γλωσσικώς την Μ. Ανατολή;
10. Όπως και να χει, η Ρωμανία ήταν Ορθόδοξη, ελληνική και (τυπικά) ρωμαϊκή. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία ούτε Ορθόδοξη, ούτε ελληνική, ούτε ρωμαϊκή ήταν˙ οι Οθωμανοί αγνοούσαν την «ελληνορωμαϊκότητα», μισούσαν την Ορθοδοξία, αφελλήνισαν και εκτούρκισαν την ελληνίδα Μικρά Ασία. Ρωμανία και Οθωμανικό κράτος είναι τα άκρως αντίθετα.
11. Κάνουν λόγο για τον... φιλελληνισμό του Μωάμεθ του Πορθητή. Αυτός είχε μητέρα Ελληνίδα και ήταν κάπως μορφωμένος. Ήξερε ότι έχει υπηκόους (και) Έλληνες. Αλλά σε καμμία περίπτωση δεν σκέφτηκε να ανακηρύξει το κράτος του ελληνικό και χριστιανικό, δηλαδή να συνεχίζει την Ρωμανία όπως αυτή υπήρχε επί 1000 χρόνια (ελληνική-ορθόδοξη-ρωμαϊκή). Ούτε ελληνικό-ισλαμικό, ούτε τουρκικό-χριστιανικό, ούτε φυσικά ελληνικό-χριστιανικό, σκέφτηκε ο Πορθητής να φτιάξει το κράτος του. Το έθνος και την θρησκεία του πατέρα του ακολούθησε, όχι της μητέρας του. Οι υπόλοιποι Σουλτάνοι δεν είχαν καμμία ιδέα.
Για όλους αυτούς τους λόγους, η συνήθης άποψη, ότι η Οθωμανική Αυτοκρατορία είναι το Βυζάντιο εξισλαμισμένο, είτε αυτό έγινε ενσυνείδητα είτε ασυνείδητα για τους Οθωμανούς, είναι αφελής, αντιεπιστημονική, και συχνά κακοήθης και αρχαιολατρική πονηριά. Οι Τούρκοι και οι Οθωμανοί ακούν Ρωμανία, Βυζαντινή Αυτοκρατορία και φρίττουν˙ διότι ξέρουν ότι είναι οι κατακτητές της, οι εχθροί αυτής και των απογόνων της. Αλλιώς θα μας θεωρούσαν «αδέρφια» κι όχι «αγνώμονες ραγιάδες» που «είχαμε το θράσσος να πάμε να πάρουμε πίσω την Πόλη».