Σάββατο 9 Οκτωβρίου 2021

Διάφορες αντιρρήσεις των επικριτών της Παλαιάς Διαθήκης, 17ο.

10. "Ο ιουδαϊκός μονοθεϊσμός είναι αντιγραφή της μονοθεϊστικής μεταρρύθμισης του Φαραώ Αμένωφι Δ’, ο οποίος καθιέρωσε τον 14ο αιώνα την ηλιολατρεία. Αυτό φαίνεται και στον Ψαλμό 103."

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Στον Φαραώ αυτόν αποδίδεται ο Ύμνος του Εχνατών. Στον ύμνο αυτόν εξυμνείται ο ήλιος ως χορηγός της ζωής και της κίνησης των πάντων˙ ως δημιουργός του σπέρματος στους άνδρες, του καρπού στις γυναίκες, και ως δωρητής πνοής στα φυτά και στα ζώα. Επομένως καταφανώς εκφράζει και τη φυσική και επιστημονική πλευρά, ενώ ο ήλιος της Π. Διαθήκης είναι μια λάμπα. Τα κείμενα όμως της Π.Δ. είναι σφόδρα αντί-ηλιολατρικά. Ο συγγραφέας της Γενέσεως βάζει τον ήλιο να δημιουργείται την τέταρτη ημέρα της δημιουργίας, εκτός των άλλων και για να μη προκύψει η παραμικρή σύγχυση (αν π.χ. δημιουργόταν την πρώτη μέρα) ότι ο ήλιος είναι η αιτία της ζωής και του σύμπαντος. Ο Ψαλμός 103 (104) τον ήλιο τον θεωρεί απλώς ένα φωτιστικό σημείο. Ούτε πηγή ζωής, ούτε θεό. Εξ’ άλλου, όπως αναφέρθηκε σε προηγούμενη παράγραφο, δεν υπάρχει γλωσσική ομοιότητα μεταξύ του αιγυπτιακού «θεού» Ήλιου («Ατόν») και του Γιαχβέ, όπως ισχυρίζονται ορισμένοι, μπερδευόμενοι από την ελληνική μετάφραση του Γιαχβέ («Ων»).

11. «Ο «Μονοθεϊσμός» είναι ένα πρόσφατο Ιουδαϊκό κατασκεύασμα! Ο ισραηλίτης αρχαιολόγος Ze’ev Herzog, αναφέρεται, σε άρθρο του στην μεγάλης κυκλοφορίας καθημερινή εφημερίδα του Ισραήλ «Ha’aretz», σε ανακάλυψη επιγραφών στα αρχαία Εβραϊκά που αναφέρουν τον «εθνικό» Θεό των μονοθεϊστών Ιεχωβά, όχι μοναχό του αλλά με μια θεϊκή σύζυγο, όπως απαντάται σε όλα τα πολυθεϊστικά πάνθεα των Εθνών της γής. Οι επιγραφές αυτές, που χρονολογούνται από τα τέλη του 8ου αιώνος, αναφέρουν το θεϊκό ζεύγος του Jehovah και της Asherah, αποδεικνύουν το ότι σε εκείνους τους καιρούς οι Ισραηλίτες απηύθυναν τις προσευχές τους σε ένα θεϊκό ζεύγος και όχι στον γνωστό στις ημέρες μας αυτιστικό «δικτατορίσκο των ουρανών». Συνεπώς μάλλον επιβεβαιώνονται πανηγυρικά όσοι μελετητές υποστήριξαν κατά καιρούς πως ο λεγόμενος «Μονοθεϊσμός» ήταν μια αυθαίρετη επινόηση της εποχής του «Βασιλείου της Ιουδαίας», που σκοπό είχε να ισχυροποιήσει πολιτικά και κοινωνικά την εξουσία των ηγεμονίσκων της περιοχής και του υποστηρικτικού τους ιερατείου.»

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Υπάρχουν τουλάχιστον τρεις επιγραφές. Δύο στο Kuntillet Ajrud (έξω από την Ιουδαία) και μία στο Khirbet el-Qom (δίπλα στη Χεβρώνα). Αυτές του Kuntillet Ajrud συνδέονται στενά με το βόρειο βασίλειο του Ισραήλ (π.χ. ο Γιαχβέ ονομάζεται Γιαχβέ της Σαμάρειας). «Γιαχβέ του Teman και το Asherah του»˙ «Γιαχβέ της Σαμάρειας και το Asherah του».

«Τα συνήθη ευρήματα (ειδικά επιγραφές και εικόνες) μαρτυρούν τη μοναδικότητα της περιοχής. Το περιεχόμενο των επιγραφών, οι αναφορές σε διάφορες θεότητες, και η παρουσία αφιερωμένων αγγείων, όλα υποδεικνύουν ότι το Kuntillet ήταν θρησκευτικό κέντρο˙ ωστόσο, η απουσία πραγμάτων που συνήθως σχετίζονται με τελετουργική θυσία (π.χ. βωμοί) και το αρχιτεκτονικό σχέδιο της τοποθεσίας δείχνουν ότι τα υπολλείματα δεν είναι αυτά ενός ναού. Φαίνεται ότι η τοποθεσία θα χρησίμευσε ως «παρόδιος» ναός που λόγω της θέσης του, συσχετιζόταν με ταξίδια των Ισραηλιτών βασιλέων στην Elat και στο Ezion-geber, ίσως και με ταξίδια προσκηνυτών στο νότιο Σινά. Αυτοί μπορούσαν να ταξιδεύουν νότια παράλληλα προς την Darb el ghazza από το Kadesh-barnea, σταματώντας στο μέρος αυτό για να κάνουν αφιερώσεις στο θεό του Ισραήλ στο κύριο κτήριο. Η ισχυρή βόρεια (Ισραηλιτική, όχι Ιουδαϊκή) επιρροή στα ευρήματα, φαίνεται να συνδέει το Kuntillet με το βόρειο βασίλειο του Ισραήλ ή με έναν από τους ιουδαίους βασιλείς που ήταν στενά συνδεδεμένοι με το βόρειο βασίλειο του Ισραήλ. Αυτή η βόρεια επιρροή βεβαιώνεται με την αναφορά «Γιαχβέ της Σαμάρειας», με τον φοινικικό τρόπο γραφής, με τα κοσμοπολίτικου στυλ και μοτίβα της διακόσμησης, με τα είδη αγγείων και με τους ονοματικούς τύπους (ονόματα λήγοντα σε –yau και όχι –yahu). Η τοποθεσία πιθανόν κατοικούνταν από μια μικρή ομάδα ιερέων απεσταλμένων από το βόρειο βασίλειο του Ισραήλ με έναν αξιωματικό επικεφαλής τους. Διατηρούνταν από τις διάφορες θυσίες και φόρους που στέλνονταν ως παροχή κυρίως από την Ιουδαία˙ σε αντάλλαγμα προσέφεραν τις λατρευτικές τους υπηρεσίες στους ταξιδιώτες (David Noel Freedman (main ed.), Anchor Bible Dictionary, DoubleDay:1992).

Η επιγραφή στο Khirbet el-Qom λέει (David Noel Freedman (main ed.), Anchor Bible Dictionary, DoubleDay: 1992, λήμμα “Asherah”):

Uniyahu ο πλούσιος το έγραψε.

Ευλογημένος ας είναι ο Uriyahu από τον Yahweh.

Διότι από τους εχθρούς του δια του asherah του τον έσωσε.

Η ερμηνεία των πληροφοριών.

α') οι αναφορές δεν είναι ευθέως στην θεά Ασερά, αλλά σε ένα λατρευτικό αντικείμενο σχετιζόμενο με αυτήν και ονομαζόμενο με το ίδιο όνομα. «Οι Συρο-Παλαιστινιακές Επιγραφές. Στο Kuntilet Ajrud στο ΒΑ Σινά, επιγραφές βρέθηκαν να αναφέρουν τον «Γιαχβέ και την Ασερά» του. Μια επιγραφή λέει brkt. <tkm. lyhwh. sϋmrn. wl<sϋrth, «Εχω ευλογήσει εσένα δια του Γιαχβέ ?mrn και της Ασερά του». Η φράση «?mrn» μπορεί να θεωρηθεί «ο φύλακάς μας», αλλά η μετάφραση «της Σαμάρειας» είναι περισσότερο πιθανή (βλ. lyhwh tmn wl<sϋrth «Από τον Γιαχβέ του Τεμάν και το Ασερά του», που επίσης υπάρχει στο Kuntillet Ajrud). Οι φιλόλογοι διαφωνούν ως προς το νόημα του «τo ασερά του», εάν αναφέρεται στη θεά Ασερά, στο λατρευτικό σύμβολό της ή μια λέξη που σημαίνει παρεκκλήσι. Είναι πιθανότερο να σημαίνει το λατρευτικό σύμβολο, μια ξύλινη στήλη ή κάτι παρόμοιο, σχετιζόμενο με τη θεά Ασερά. Έμμεσα, λοιπόν, οι αναφορές πιθανόν να εννοούν ότι η Ασερά ήταν η σύζυγος του Γιαχβέ. Το να είναι η θεά Ασερά που σημαίνεται με το «την Ασερά του» είναι συντακτικά λανθασμένο, διότι τα προσωπικά ονόματα δεν βρίσκονται με αντωνυμική κατάληξη στα βιβλικά εβραϊκά. Το νόημα «παρεκκλήσι» μπορεί επίσης να απαλειφθεί, εφόσον αυτό δεν αποδεικνύεται ξεκάθαρα κάπου αλλού στα εβραϊκά, αντίθετα από άλλες σημιτικές γλώσσες» (David Noel Freedman (main ed.), Anchor Bible Dictionary, DoubleDay:1992, λήμμα “asherah”).

β’) Η γραμματική αυτών των επιγραφών «αναγκάζει» το asherah να είναι ένα αντικείμενο κι όχι ένα κύριο όνομα. Ο Freedman δίνει το βασικό κανόνα: «Το αρχικό «Α» στην λέξη δεν μπορεί να γίνει κεφαλαίο και η λέξη, επομένως, πρέπει να είναι ένα κοινό ουσιαστικό. Με άλλα λόγια, το asherah δεν μπορεί να είναι η Asherah. Πρέπει να είναι κάτι άλλο. Υπάρχουν ορισμένες πιθανότητες: να είναι ξύλινη στήλη, άλλη να είναι ένα ιερό άλσος, μια τρίτη, ένα ιερό μέρος όπου μπορείς να επικαλεστείς μια θεότητα ή να προφέρεις μια ευχαριστία» (David Noel Freedman, Yahweh of Samaria and His Asherah, Biblical Archaeologists (vol 50)).

γ’) Ωστόσο, αρκετοί συγγραφείς υποθέτουν πως η έμμεση αυτή αναφορά είναι εξίσου καλή όσο η άμεση και έτσι αποδίδουν στάτους συνοδού στην θεά Ασερά. Αλλά πρέπει να προσέξουμε ότι υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ του «Γιαχβέ και του ασερά του» και του «Γιαχβέ και της [συζύγου του,] Ασερά»: «Πράγματι, όπως ο Olyan και άλλοι φιλόλογοι συμφωνούν, η ευλογία από τον Γιαχβέ Shormon ή Γιαχβέ Teman «και της ασερά του» πρέπει να εννοεί το λατρευτικό σύμβολο παρά τη θεά Ασερά, διότι στα εβραϊκά τα κύρια ονόματα δεν παίρνουν αντωνυμικές καταλήξεις. Ωστόσο, το λατρευτικό σύμβολο αντιπροσωπεύει τη θεά, και δεν μπορώ να αποκλείσω ό,τι ο Olyan βεβαιώνει: ότι το λατρευτικό της σύμβολο μπορεί να σχετίζεται με μερικές παλιές μορφές Γιαχβισμού, είτε λαϊκές είτε επίσημες. Η ερώτηση κλειδί είναι, εάν η Ασερά μπορεί να θεωρηθεί ως η σύζυγος του Γιαχβέ» (Biblical Archaeologist: Volum 53, (Durham, NC: American Schools of Oriental Research) 1996.; book review of Asherah and the Cult of Yahweh in Israel, by Saul M. Olyan, reviewed by M. Pierce Matheney).

δ’) Η διπλή αναφορά στον Γιαχβέ και σε ένα λατρευτικό αντικείμενο μπορεί να μην έχει συνέπεια τον πολυθεϊσμό: «Μελετώντας τις επιγραφές από το Kuntillet Ajrud, ο Ze’ev Meshel και άλλοι υποστήριξαν ότι στις ευλογίες από «τον Γιαχβέ της Σαμάρειας-Temen και την ασερά του» ο όρος asherah αναφέρεται στο λατρευτικό αντικείμενο του ονόματος αυτού κι όχι στην θεότητα Ασερά. Η ευλογοφάνεια αυτής της ερμηνείας ενισχύεται, πιστεύω από μια πρακτική των χρόνων του δεύτερου Ναού στην οποία ο Γιαχβέ και ένα προσωποποιημένο λατρευτικό αντικείμενο προσφωνούνται με την ίδια αναπνοή. Σύμφωνα με τις ταναϊτικές πηγές, το Ιερό προσφωνούνταν την έβδομη μέρα του Sukkoth: «Όταν αναχωρούσαν, τί έλεγαν; Ευλογημένος νά ‘'σαι, ώ Βωμέ! Ευλογία σε σένα, ώ Βωμέ! (m. Suk. 4:5). Σύμφωνα με το ραββίνο Eliezer b. Jacob, έλεγαν «Στον Γιαχβέ και σε σένα, ώ Βωμέ! Στον Γιαχβέ και σε σένα, ώ Βωμέ!». Το νόημα, λένε άλλοι, είναι απλώς «Στον Γιαχβέ δίνουμε ευχαριστίες και σε σένα, ώ Βωμέ, δίνουμε έπαινο!» (b. Suk. 45b). Είτε η ταλμουδική εξήγηση αναπαριστά ακριβώς ό,τι η προσφώνηση εννοεί είτε όχι, η προσφώνηση η ίδια δείχνει ότι άνθρωποι που ήταν πέραν από κάθε αμφιβολία μονοθεϊστές δεν δίσταζαν να προσφωνούν τον Γιαχβέ και ένα προσωποποιημένο λατρευτικό αντικείμενο με τρόπο που να φαίνεται ότι δίνει ίσο στάτους και στα δύο. Αυτό γίνεται παρομοίως στις ευλογίες του Kuntillet Ajrud, σύμφωνα προς την άποψη ότι το asherah είναι ένα προσωποποιημένο λατρευτικό αντικείμενο κι όχι μια θεά. Ο παραλληλισμός, λοιπόν, καθιστά πιθανή αυτή την άποψη, (Jeffrey H. Tigay, A secong temple parallel to the blessings from Kuntillet Ajrud).

ε’) Αν παραθέσουμε όλη την επιγραφή, εμφανίζονται δύο λεπτές αποχρώσεις που προκαλούν αμφιβολίες για την ερμηνεία ως «θεάς» της λέξης asherah:

Ο Uriyahu ο πλούσιος το έγραψε.

Ευλογημένος ας είναι ο Uriyahu από τον Γιαχβέ.

Διότι εκ των εχθρών του δια του Asherah αυτού τον έσωσε.

Από τον Uriyahu

Και από την Asherah του

την A(she)rah

Σημειωτέον ότι: Αυτή η μετάφραση από το Anchor Bible Dictionary (David Noel Freedman (main ed.), DoubleDay: 1992), βάζει τον Γιαχβέ να σώζει τον Uriyahu από τους εχθρούς του «δια» του asherah. Αυτό είναι κάπως παράξενη φράση για να εκφράσει στάτους συζύγου του Γιαχβέ, και θα υπέβαλλε μάλλον ένα είδος μεσολαβητικής λειτουργίας, κάποιας γενικής «δύναμης» (του asherah). Αυτό δεν μοιάζει να είναι αναφορά σε «θεά» και μάλιστα θεά σύζυγο του Γιαχβέ. Ο άνθρωπος Uriyahu λέγεται ότι έχει κάνει κάτι και αυτή η πράξη έγινε και «δια του asherah του» - o άνθρωπος έχει ένα “asherah” που κατά κάποιον τρόπο εμπλέκεται μαζί του σε μια δουλειά. Αυτό καθιστά την προηγούμενη αναφορά στο asherah του Γιαχβέ ακόμα περισσότερο διφορούμενη. Η δεύτερη χρήση αυτή, θα μπορούσε να εννοεί στάτους συζύγου (συζύγου του Uriyahu;), αλλά λιγότερο πιθανό να σημαίνει την ταύτιση με τη θεά.
 
ΤΙ ΛΕΕΙ Η ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ;

Όλες οι αρχαιολογικές πληροφορίες επιβεβαιώνουν τις διηγήσεις της Π.Δ. Η Π.Δ. συνεχώς δείχνει την ασίγαστη διαμάχη μεταξύ των πιστών λάτρεων του Γιαχβέ (π.χ. Μωυσής και οι βιβλικοί προφήτες) και της πλειονότητας των Ισραηλιτών,– βασιλείς, αυλικοί, προφήτες, ισραηλιτική ελίτ, λαός και ακόμη και μεγάλες ομάδες ιερέων που αναμιγνύουν τον παγανισμό με την πραγματική Μωσαϊκή θρησκεία. Η Αγία Γραφή δείχνει τον μονοθεϊσμό και τον πολυθεϊσμό να συνυπάρχουν ο ένας δίπλα στον άλλο στο ισραηλιτικό έθνος, και ο Θεός συνεχώς να προσπαθεί να αποτρέψει το λαό από τα είδωλα.

Η εβραϊκή βίβλος ποτέ δεν αποκρύπτει την ασυνέπεια αυτήν εντός του Ισραήλ. Έτσι, με βάση τα όσα λέει η Π.Δ. θα ήταν μάλλον αναμενόμενο να βρούμε επιγραφές από ένα ειδωλολατρικό και συγκρητιστικό σύστημα λατρείας. Κατά την περίοδο της διαιρεμένης μοναρχίας, η λατρεία της θεάς Asherah ανθεί τόσο στην Ιουδαία όσο στο Ισραήλ, αν και η ύπαρξή της μαρτυρείται και πριν από την διαταγή στο βιβλίο ΕΞΟΔΟΣ ΛΔ' 13, την απαγόρευση στο ΔΕΥΤΕΡΟΝΟΜΙΟ ΙΣΤ' 21. Στο Βορρά η λατρεία έγινε πιο έντονη λόγω της Ιεζάβελ που ήταν υπεύθυνη για τους τετρακόσιους προφήτες της Ασερά (Γ’ ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ, ΙΗ’ 19). Ακόμη και ευσεβείς βασιλείς όπως ο Ασά ή ο Εζεκίας δε μπόρεσαν να διαλύσουν την κίνηση αυτή. Γκρεμίστηκε αλλά δεν εξαφανίστηκε. Ένα κοινό χαρακτηριστικό της χαναανιτικής λατρείας και της συγκρητιστικής ισραηλιτικής θρησκείας στις εξοχές και σε ναούς πόλεων είναι η ανέγερση στηλών της θεάς Asherah (ΚΡΙΤΕΣ Γ' 7, Γ’ ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ ΙΔ’ 15 και ΙΕ’ 13. Δ’ ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ ΙΓ' 6). Υπάρχει κάποια αμφιβολία εάν αυτές ήταν απλές ξύλινες στήλες ανηγηρμένες για να συμβολίζουν δέντρα, πιθανόν με σχεδιασμένες εικόνες της θεάς της γονιμότητας ή μέρος ενός ιερού άλσους. Η αναφορά στο Δ’ Βασιλειών ιζ’ 10, που αναφέρεται σε στήλες της Asherah κάτω από κάθε πυκνόφυλλο δέντρο, φαίνεται να δείχνει ότι αυτές οι στήλες ανεγέρθησαν για λατρευτικούς σκοπούς κι όχι ως φυτεμένα δέντρα. Καθώς η σύζυγος του El, η Asherah, ήταν φανερά δημοφιλής θεά, και η λατρεία της αναφέρεται στα κείμενα της Ugarit (1600-1200 π.Χ.). Η σημαντική εμφάνισή της στην βιβλική διήγηση δείχνει ότι η λατρεία της ήταν αντίζηλη προς την λατρεία του Γιαχβέ (βλ. τις απαγορεύσεις στην ΈΞΟΔΟΣ ΛΔ' 13 και στο ΔΕΥΤΕΡΟΝΟΜΙΟ ΙΣΤ' 21). Αυτό εξηγεί το πλήθος των παραδειγμάτων στα οποία οι στήλες της Αsherah αναγείρονται και γίνονται σεβαστές, τις αυστηρές καταδίκες αυτών των πρακτικών και τις απεικονίσεις των κατεδαφιζόμενων και καιγόμενων αυτών στηλών [ ή «άλσεων», όπως πολλές φορές τις αναφέρει το ελληνικό κείμενο της Π.Δ. των Εβδομήκοντα] (ΚΡΙΤΑΙ ΣΤ’ 25-30, Δ’ ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ κγ’ 4-7).

«Οδηγούμαστε, έτσι, στο αναπόφευκτο συμπέρασμα, ότι μεταξύ των ξένων παγανιστικών πρακτικών και του καθαρού μονοθεϊσμού του Γιαχβισμού υπήρχε μια λατρεία που μπορεί να ονομαστεί παγανιστικός Γιαχβισμός ή ίσως σαφέστερα, γιαχβιστικός παγανισμός. Φυσικά, στο βάθος υπήρχε η κεντρική μονοθεϊστική λατρεία που ασκούνταν στον Ναό της Ιερουσαλήμ από τους ιερείς της και κηρύττονταν από τους προφήτες της Βίβλου. Και μερικοί από τους βασιλείς της Ιουδαίας, ειδικά ο Εζεκίας και ο Ιωσίας προσπάθησαν να συγκεντρώσουν την μονοθεϊστική λατρεία στην Ιερουσαλήμ. Αλλά κοιτώντας τις αρχαιολογικές μαρτυρίες, πρέπει να συμπαιράνουμε ότι ήταν λιγότερο από 100% επιτυχείς. Πράγματι, μέχρι την βαβυλωνιακή καταστροφή της Ιουδαίας και το τέλος της ισραηλιτικής μοναρχίας το 586 π.Χ., ο παγανιστικός Γιαχβισμός ήταν συνήθης ακόμα και στην Ιερουσαλήμ, για να μη πούμε και στην υπόλοιπη Ιουδαία» (Ephraim Stern, "Pagan Yahwism: The Folk Religion of Ancient Israel", Biblical Archaeology Review, May/June 2001, vol 27, no. 3, p.28.).

Το έθνος του Ισραήλ πιθανό να παρήγαγε τέτοια συγκρητιστικά προϊόντα σε σχεδόν κάθε περίοδο της ύπαρξής του. Κατά την ίδια την Έξοδο από την Αίγυπτο, λάτρευαν ένα χρυσό μόσχο. Όταν ο Μωυσής έδινε στο λαό το μονοθεϊστικό νόμο του Θεού, ο λαός ακόμη θυσίαζε στα είδωλα (ΛΕΥΙΤΙΚΟΝ ΙΖ' 7). Το βιβλίο των Κριτών είναι γεμάτο με την ειδωλολατρεία του Ισραήλ, συμπεριλαμβανομένης της Αστάρτης (λ.χ. β’ 13, γ’ 7, στ’ 25). Η ειδωλολατρεία και ο συγκρητισμός ήταν διαδεδομένα πλην όμως, (σημαντικό), πάντοτε καταδικαζόταν από την Βίβλο.

Αρκετά εδάφια στα ιστορικά βιβλία της Π.Δ. δείχνουν ότι αγάλματα συνεχιζόταν να κατασκευάζονται στο Ισραήλ αρκετά μετά την εποχή του Μωυσή. Αυτά τα παραδείγματα δεν σημαίνουν ότι η ειδωλολατρία είχε καθεστώς νομιμότητας στον αρχαίο Γιαχβισμό. Η περίοδος των κριτών ήταν περίοδος κατάφωρης ανομίας, και τα περισσότερα από τα πράγματα που δεν μπορούν να θεωρούνται φυσιολογικά για την ισραηλιτική πίστη και λατρεία συνέβησαν τότε. Η πτώση του Σολωμόντα στην ειδωλολατρεία (Γ’ ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ, ΙΑ’ 4-8) καταγγέλεται ξεκάθαρα (ια’ 9-13). Η συγκρητιστική θρησκεία του Μανασσή που αναφέρεται στο Β’ ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ ΚΑ’, 7 θεωρείται από τον αφηγητή ως ενάντια στο πνεύμα της ισραηλιτικής πίστης (6-9). Ακόμη και ο χάλκινος όφις που ο Μωυσής κατασκεύασε (ΑΡΙΘΜΟΙ, ΚΑ’ 9) έγινε αντικείμενο λατρείας (Δ’ ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ ΙΗ’, 4). Με τη μεταρρύθμιση του ο βασιλιάς Ιωσίας απομάκρυνε αμφότερα το θυσιαστήριο του Ταφέθ και τα ξύλινα άλογα που ήταν αφιερωμένα στο θεό ήλιο (Δ’ ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ, ΚΓ’, 10-11). Οι συγκρητιστικές μορφές θρησκείας που διαπερνούν όλη την ιστορία του Ισραήλ τελικά νομιμοποιήθηκαν από τον Ιεροβοάμ τον Α'’, βασιλιά του βόρειου βασιλείου του Ισραήλ. Η διαίρεση των Εβραίων στο βόρειο και στο νότιο βασίλειο έθεσε μια σοβαρή θεολογική κρίση για το βόρειο βασίλειο. Το γεωπολιτικό σχίσμα έφερε στο προσκήνιο το ζήτημα της πρόσβασης στο λατρευτικό κέντρο της Ιερουσαλήμ. Ο Ιεροβοάμ κατάλαβε ότι, άν αυτός ήταν που έπρεπε να φέρει σταθερότητα στο βασίλειό του, δεν θα έπρεπε να επιτρέψει τίποτα που θα υποδαύλιζε τη νομιμότητα στην δαυϊτική δυναστεία, η οποία ήταν τόσο βαθειά ριζωμένη στο μυαλό του λαού. Ο ναός είχε χτιστεί από το Σολωμόντα το γιο του Δαυίδ, και η Ιερουσαλήμ ήταν γεμάτη από δαυϊτικές παραδόσεις. Ολοφάνερα, μια νέα μορφή θρησκευτικής έκφρασης διάφορη από κάθε συσχέτιση με τον Δαυίδ έπρεπε να θεσμοθετηθεί. Αυτό έγινε με την αναγέννηση της λατρείας του χρυσού μόσχου (Γ’ ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ, ΙΒ’, 28). Ο 8ος αι. π.Χ. μαρτυρεί την αναγέννηση του Ισραήλ και της Ιουδαίας. Οικονομική ευημερία ασύγκριτη στην ιστορία εκτός από την χρυσή εποχή του Δαυίδ και του Σολωμόντα, δημιούργησε μια αυξανόμενη τάξη πλουσίων, σημαίνοντων ανθρώπων, των οποίων η πίστη στους διαθηκικούς όρους του Γιαχβέ ήταν, τουλάχιστον αμφισβητήσιμη. Μια από τις πιο εμφανείς παραβιάσεις των όρων της Διαθήκης ήταν η δημοφιλής θρησκεία της εποχής, ένας παράξενος συγκρητισμός του Γιαχβισμού και των συμβόλων και εννοιών της ειδωλολατρείας. Η κατάσταση στο βόρειο βασίλειο φαίνεται ότι ήταν ιδιαίτερα ζοφερή. Τελετές σχετιζόμενες με τις λατρείες γονιμότητας της Χαναάν ασκούνταν σε ορισμένους ναούς του Ισραήλ και πιθανόν ήταν διαδεδομένες. Η εσωτερική νόσος επηρέαζε και το νότιο βασίλειο, της Ιουδαίας, αν και σε μικρότερο βαθμό πιθανόν. Ο Ησαΐας δείχνει μια εικόνα του ιουδαϊκού συγκρητισμού που είναι αξιοπαρατήρητα όμοια με αυτή του ισραηλιτικού (Β’ 8, ΝΖ’ 4-10).

Δ' ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ ιζ' 33, καὶ τὸν Κύριον ἐφοβοῦντο καὶ τοῖς θεοῖς αὐτῶν ἐλάτρευον κατὰ τὸ κρίμα τῶν ἐθνῶν (..).

Λοιπόν, γιατί θα έ‘πρεπε να ξαφνιαστούμε, εάν βρέθηκαν και αρχαιολογικά ευρήματα αυτού του συγκρητιστικού παγανισμού, τον οποίο περιγράφει η ίδια η Π.Δ.; Δεν πρόκειται για κάτι καινούργιο. Η ίδια η Π.Δ. αναφέρει παραδείγματα συγκρητιστικής λατρείας Γιαχβέ και άλλων θεοτήτων, καταδικάζοντάς τα, φυσικά, αιώνες πριν τον 8ο αιώνα, για τον πολυθεϊσμό του οποίου κάνουν λόγο οι Νεοπαγανιστές.

Με άλλα λόγια, η αποκάλυψη του Θεού (ως μωσαϊκός μονοθεϊσμός) συνυπήρχε με τον πολυθεϊσμό στο Ισραήλ. Δεν υπήρξε μετάβαση από τον αρχικό πολυθεϊσμό στον μονοθεϊσμό, όπως λένε οι Νεοπαγανιστές. Στην πραγματικότητα, η ιστορία από τον Μωυσή ώς την βαβυλωνιακή αιχμαλωσία είναι ιστορία κατάπτωσης κι όχι «προόδου»: το εβραϊκό έθνος χειροτέρευε, δηλαδή ανέπτυσσε την ειδωλολατρεία, τον πολυθεϊσμό και τον συγκρητισμό. Για να υποθέσει κανείς το αντίθετο (δηλ. ότι υπήρξε πρώτα ο πολυθεϊσμός και μετά ο μονοθεϊσμός) πρέπει να εξηγήσει πρώτα πρώτα πολλά πράγματα, συμπεριλαμβανομένων και των αρχαίων απαγορεύσεων κατά αυτών των εκτροπών, όπως στην ΕΞΟΔΟ ΛΔ’ 13 και ΔΕΥΤΕΡΟΝΟΜΙΟ ΙΣΤ’, 21.

ΕΞΟΔΟΣ ΛΔ’ 13, τούς βωμοὺς αὐτῶν καθελεῖτε καὶ τάς στήλας [=Asherah] αὐτῶν συντρίψετε καὶ τὰ ἄλση [=Asherim] αὐτῶν ἐκκόψετε, καὶ τὰ γλυπτὰ τῶν θεῶν αὐτῶν κατακαύσετε ἐν πυρί· 14 οὐ γὰρ μὴ προσκυνήσητε θεοῖς ἑτέροις· ὁ γὰρ Κύριος ὁ Θεὸς ζηλωτὸν ὄνομα, Θεὸς ζηλωτής ἐστι.

ΔΕΥΤΕΡΟΝΟΜΙΟΝ ΙΣΤ’ 21, Οὐ φυτεύσεις σεαυτῷ ἄλσος [=Asherah], πᾶν ξύλον, παρὰ τὸ θυσιαστήριον τοῦ Θεοῦ σου οὐ ποιήσεις σεαυτῷ. 22 οὐ στήσεις σεαυτῷ στήλην [=Asherah], ἃ ἐμίσησε Κύριος ὁ Θεός σου.

(Στο ελληνικό κείμενο των Εβδομήκοντα δεν αναφέρεται άμεσα η λέξη Asherah, όμως έμμεσα σε δεκάδες εδάφια, π.χ. Δ' Βασιλειών ιη’ 19, «το γλυπτόν του άλσους» μεταφράζεται στην απλοελληνική ως το «άγαλμα της Αστάρτης», σημαίνει «Ασερά». Πράγμα που συμφωνεί με τις παραπάνω παρατηρήσεις των φιλολόγων, ότι το asherah σημαίνει είτε στήλη ξύλινη, είτε άλσος.)

Ενας τρόπος να εξηγηθούν τέτοιοι στίχοι, αφού υποτίθεται ότι πρώτα υπήρχε ο πολυθεϊσμός μόνο, και μετά εμφανίστηκε ο μονοθεϊσμός, είναι να υποθέσουν, χωρίς βέβαια καμμία απόδειξη, ακόμη και σήμερα, ότι είναι «αργότερες πολεμικές προσθήκες» στην μετέπειτα μάχη κατά του πολυθεϊσμού. Αυτοί οι μετέπειτα μονοθεϊστές χρειάζονταν κάποια εφόδια κατά των πολυθεϊστών, και έτσι εφηύραν τα κείμενα αυτά, ώστε να προσδώσουν στις θέσεις τους το γόητρο της αρχαίας αυθεντίας και παράδοσης. Όμως, πέρα από το ότι δεν έχει βρεθεί κείμενο ή μαρτυρία για παλαιοδιαθηκικό κείμενο δίχως τους παραπάνω στίχους, επιπλέον τέτοια ανακατασκευή είναι ανούσια, δεδομένων των τόσων στίχων που η ίδια η Π.Δ. έχει καθ’όλη την ιστορική διαδρομή, κατάκρισης των ήδη κατά την Έξοδο ασυνεπών Ισραηλιτών και βασίζεται στη θεωρία της συνωμοσίας, δηλ. θεωρίας για επίπεδο νηπιαγωγείου.

Έτσι, ακόμη κι αν ορισμένοι ή αρκετοί Ιουδαίοι του 8ου αι. λάτρευαν τον Γιαχβέ μαζί με την παγανιστική θεότητα Asherah ως σύζυγό του ή ακόμη και αν έφτιαχναν και αγάλματά τους, αφ' ενός αυτά όλα είναι πράγματα που τα ξέρουμε από την ίδια τη Βίβλο (Ακόμη και στο Ναό είχαν βάλει άγαλμα της Asherah, Δ' ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ ΚΑ' 7) και δεν χρειαζόμαστε να μας τα πουν οι Νεοπαγανιστές ως τάχα απόδειξη των θέσεων τους, αφετέρου δεν είναι απόδειξη ότι ο μονοθεϊσμός ξεπήδησε από την «κάθαρση» του Ισραηλιτικού πολυθεϊσμού. Ο μονοθεϊσμός υπήρχε εξ αρχής, από τον καιρό του Μωυσή και ακόμη νωρίτερα, του Αβραάμ, ενώ η ειδωλολατρεία, όντας προϊόν των ξένων αιγυπτιακών και χαναανιτικών επιρροών φούντωνε ανά περιόδους, πλήν όμως δεν ήταν το αρχικό στάδιο της θρησκείας των Εβραίων. Η Π.Δ. αναφέρει, και το σημαντικότερο, καταδικάζει τις πολυθεϊστικές τάσεις καταδικάζοντάς αυτές, αιώνες πριν τον 8ο αιώνα, την ειδωλολατρεία του οποίου αναφέρουν οι Νεοπαγανιστές ως «απόδειξη» ότι αυτή ήταν αρχαιότερη του μονοθεϊσμού. Όμως «ξεχνάν» να πουν οι Νεοπαγανιστές ότι:

α’) η εβραϊκή ιστορία δεν ξεκινά τον 8ο αι. αλλά τον 19ο αιώνα τουλάχιστον, δηλαδή υπάρχουν τουλάχιστον 10 μονοθεϊστικοί αιώνες, αρχαιότεροι του 8ου π.Χ. αι. Δεν είναι λοιπόν ο 8ος αι. π.Χ. η αρχαιότερη εποχή της εβραϊκής ιστορίας, ώστε να συνάγουν οι Ν/Π εξ αυτής το συμπέρασμα ότι ο πολυθεϊσμός υπήρχε μόνος αρχικά.

β’) πάντοτε η Π.Δ. καταδίκαζε (από την φυγή εκ της Αιγύπτου ήδη) τις ειδωλολατρικές τάσεις. Αν άρχιζε να τις καταδικάζει αργότερα, τότε σαφώς αυτό θα ήταν σημάδι ότι προϋπήρχε μόνος του ο πολυθεϊσμός.

γ’) ακόμα και κατά τον 8ο αι. που βρέθηκαν οι διάφορες επιγραφές και οι εικόνες, δεν υπήρχε μόνο ο πολυθεϊσμός, αλλά υπήρχε και η μονοθεϊστική αντίσταση σε αυτόν. Αν «εκ του πολυθεϊσμού ξεπήδησε ο ιουδαϊκός μονοθεϊσμός μετά τον 8ο αιώνα», τότε δεν θα έπρεπε να υπάρχουν μαρτυρίες για την ύπαρξη μονοθεϊστών τον 8ο αιώνα (προφητών, βασιλέων, λαού), οι οποίοι αγωνίζονταν κατά του πολυθεϊσμού. Αυτοί θα έπρεπε να εμφανιστούν αργότερα. Ο μονοθεϊσμός δεν είναι, λοιπόν, «πρόσφατο κατασκεύασμα», όπως θέλουν να πιστεύουν οι Νεοπαγανιστές˙ αντίθετα, προϋπάρχει του πολυθεϊσμού που τον ανταγωνιζόταν καθ'’ όλη την διάρκεια της ιουδαϊκής ιστορίας.

«Στο β’ μισό του 19ου αι., με βάση την εξελικτική θεωρία, κάποιοι τύποι θρησκείας θεωρούνταν προγενέστεροι και κατώτεροι από άλλους, που θεωρούνταν μεταγενέστεροι και ανώτεροι. Σε μια αρχική φάση της έρευνας ως προγενέστερη θρησκεία θεωρείτο ο πολυθεϊσμός και ως μεταγενέστερη ο μονοθεϊσμός. Η ανακάλυψη του Άντριου Λάνγκ ότι πολλοί αρχαϊκοί λαοί πίστευαν, παράλληλα με τους πολλούς θεούς, και σε ένα θεό ανώτερο από όλους (που ο ίδιος ονόμασε «υψηλό θεό»), ηθικό, δημιουργό και κύριο όλου του κόσμου (από τον οποίο όμως εξαιτίας κάποιου λάθους των ανθρώπων, έχει απομακρυνθεί), προκάλεσε τότε μια μικρή επανάσταση, αφού μπορούσε να στηρίξει την υπόθεση ότι ο μονοθεϊσμός υπήρξε η αρχική θρησκεία, την οποία διαδέχτηκε κατόπιν ο πολυθεϊσμός, και να αντιστρέψει, έτσι, την επικρατούσα εξελικτική θεωρία.

Ενώ η ύπαρξη των «Υψηλών Θεών» έγινε τελικά δεκτή, τόσο από τους ιστορικούς της θρησκείας όσο και από τους εθνολόγους, η θεωρία του «αρχικού μονοθεϊσμού» υπήρξε στόχος έντονης κριτικής. Κυρίως το γεγονός ότι, όπως και στις άλλες θεωρίες περί «αρχικής θρησκείας», οι οποίες δημιουργήθηκαν σε μια εποχή που δεν είχε σαφή επίγνωση του τεράστιου βάθους της ανθρώπινης ιστορίας, λείπει και σ' αυτή η συνείδηση του πόσο μακριά κείται και πόσο ασαφής είναι αυτή η αρχή, εξασφάλισε και σ’ αυτή την κρίση ότι «αντικατέστησε μια υπόθεση με μια ακόμα υπόθεση». Η πραγματική «αρχή» της θρησκείας, αν ποτέ υπήρξε, και δεν είναι συνδεδομένη με τον άνθρωπο, παραμένει κάτι άγνωστο. Ώς τώρα τα πράγματα που αφορούν την ίδια την αρχή του ανθρώπινου γένους παραμένουν εξαιρετικά ασαφή, ώστε να μην υπάρχει, πολύ λιγότερο, κάποια βάση για κάθε είδους συζήτηση περί «αρχικής θρησκείας».

Ωστόσο θεωρίες σαν κι αυτή του αρχικού μονοθεϊσμού χρησίμευσαν κατά το ότι μαζί με άλλες ιδέες, όπως εκείνη της διασποράς από ένα κέντρο προς διάφορες κατευθύνσεις ή της πολυγραμμικής εξέλιξης, κλόνισαν, έστω και ως υποθέσεις, τον παντοδύναμο, στη διάρκεια του 19ου αι. μονογραμμικό εξελικτικισμό, έτσι ώστε σήμερα με καλύτερες παρατηρήσεις, να μπορεί να διατυπώνεται η διαπίστωση ότι ο μονοθεϊσμός θα μπορούσε να εμφανιστεί χωρίς τη μεσολάβηση πολυθεϊστικού σταδίου «σαν μια αιφνίδια, επαναστατική εξέλιξη» (R.J. Zwi Werblowski, Polytheism στο M. Eliade (ed.) The encyclopaedia of Religion, Macmillan, N.Y. 1987, σ. 436). Με βάση τη μαρτυρία για την παράλληλη ύπαρξη των υψηλών μαζί με άλλους θεούς σε αρχαϊκές κοινωνίες, η σημερινή θέση είναι ότι απ' την αρχή της γνωστής ιστορίας τόσο ο πολυθεϊσμός όσο και το αντίθετό του, ο μονοθεϊσμός, υπάρχουν, ταυτόχρονα, σε ποικίλες μορφές» (Σ. Παπαλεξανδρόπουλου, Σύναξη, τ. 69, σ. 61 κ.ε.). Αυτή η άποψη, τουλάχιστον 1) αφήνει ανοικτό το ζήτημα της «αρχικής θεωρίας», με συνέπεια 2) την απόρριψη της άποψης ότι ο μονοθεϊσμός είναι εξέλιξη του πολυθεϊσμού. Παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο οι άνθρωποι εξετράπηκαν στον πολυθεϊσμό-ειδωλολατρεία, αποτελεί ο πολυνησιακός μύθος του κατακλυσμού, στον οποίο ο διασωθείς Nuu νομίζει ότι το φεγγάρι είναι το πρόσωπο του θεού Kane και προσφέρει τις θυσίες στο φεγγάρι εξοργίζοντας τον Kane. Ο Εμπεδοκλής, στην Ελλάδα, σ' ένα απόσπασμα μιλά για λατρεία μιας θεότητας, στην αρχή, πριν λατρευτούν πολλοί θεοί. 
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου