Πέμπτη 14 Απριλίου 2022

ΝΕΟΠΑΓΑΝΙΣΤΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΠΛΗΞΙΑ, 7ο.

45. «Έθνη που προσκυνούν ξένους θεούς είναι καταδικασμένα να υποδουλωθούν και μία μέρα να αφανισθούν. Το Ελληνικό έθνος δεν πρόκειται να ξεφύγει από αυτόν τόν κανόνα όσο προσκυνά τον ραββίνο Τζεσουά».

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: «Μια μέρα είναι καταδικασμένα να αφανιστούν». Τί θα πει, «μια μέρα»; Σήμερα; Αύριο; Σε δέκα χρόνια; Σε 30 αιώνες μήπως; Ζήσε Mάη να φας τριφύλλι; Διότι οι Έλληνες προσκυνούν έναν «μη ελληνικής προέλευσης» θεό εδώ και 18 αιώνες, δηλαδή πολύ περισσότερο διάστημα απ' όσο προσκυνούν τον ίδιο τον Δία και τους άλλους, και φαίνεται πως ακόμα δεν σκοπεύουν να αφανιστούν. Πώς δεν εξαφανίστηκαν; Με τέτοια ψευδολογήματα, θεοκρατικές αντιλήψεις και απειλές οι «Ελληνες Εθνικοί» προσπαθούν να τρομάξουν τους Έλληνες. Όμως ο Κολοκοτρώνης που μάς απελευθέρωσε έλεγε: «Ο Θεός έβαλε την υπογραφή του για την ελευθερία της Ελλάδας, και δεν την παίρνει πίσω». Μήπως τώρα θα αντιπούν τίποτε Ν/Π ότι ο Κολοκοτρώνης εννοεί το Δία ή κάποιον άλλον, μη χριστιανικό θεό, να σηκωθεί ο Κολοκοτρώνης να τους πάρει στο κυνήγι;

«Ηταν μια εκκλησιά εις τον δρόμο (η Παναγιά στο Χρυσοβίτσι) και το καθησιόν μου ήτο οπού έκλαιγα την Ελλάδα: Παναγιά μου βοήθησε και τούτη τη φορά τους Ελληνας δια να εμψυχωθούν!» (Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, Απομνημονεύματα, εκδ. Αφών Τολίδη, σ. 152), λέει ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης.

Οι νεοειδωλολάτρες γράφουν: «Θυμίσου Έλληνα την Μεγάλη Επανάσταση του 2597 μ.π.Ο. όπου ο Κολοκοτρώνης μαζί με τους Οπλαρχηγούς και τα παλληκάρια τους ορκίστηκαν στους θεούς ότι θα τσακίσουν τους ναζωραίους κατακτητές», ενώ ο ίδιος ο Κολοκοτρώνης (Λόγος προς τους νέους, στην Πνύκα) γράφει: «Εις τον τόπον, τον οποίον κατοικούμε, εκατοικούσαν οι παλαιοί Έλληνες, από τους οποίους και ημείς καταγόμεθα και ελάβαμε το όνομα τούτο. Αυτοί διέφεραν από ημάς εις την θρησκείαν, διότι επροσκυνούσαν τες πέτρες και τα ξύλα. Αφού ύστερα ήλθε στον κόσμο ο Χριστός, οι λαοί όλοι επίστευσαν εις το Ευαγγέλιο του, και έπαυσαν να λατρεύουν τα είδωλα. Δεν επήρε μαζί του ούτε σοφούς ούτε προκομμένους, αλλ' απλούς ανθρώπους, χωρικούς καί ψαράδες, και με τη βοήθεια του Αγίου Πνεύματος έμαθαν όλες τες γλώσσες του κόσμου, οι οποίοι, μολονότι όπου και αν έβρισκαν εναντιότητες και οι βασιλείς και οι τύραννοι τους κατέτρεχαν, δεν ημπόρεσε κανένας να τους κάμη τίποτα. Αυτοί εστερέωσαν την πίστιν. (...) Ύστερα ήλθαν οι Μουσουλμάνοι και έκαμαν ό,τι ημπορούσαν, δια να αλλάξη ο λαός την πίστιν του. Έκοψαν γλώσσες εις πολλούς ανθρώπους, αλλ' εστάθη αδύνατο να το κατορθώσουν. Τον ένα έκοπταν, ο άλλος το σταυρό του έκαμε».

Αντιλαμβάνεται εύκολα κανείς το ήθος των νεοπαγανιστών που υποστηρίζουν και διαδίδουν τέτοια αναίσχυντα ψέμματα περί Κολοκοτρώνη.

45a Η ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΘΕΩΝ

Ο Ηρόδοτος έγραψε ότι η θρησκεία των αρχαίων ελλήνων προήλθε από άλλους λαούς.

Ιστορίαι, 2, 4: «Έλεγαν ότι οι Αιγύπτιοι πρώτοι κατονόμασαν 12 θεούς κι ότι οι Έλληνες πήραν απ' αυτούς τα ονόματα. Επίσης ότι πρώτοι αυτοί χάρισαν στους θεούς βωμούς, αγάλματα και ναούς, κι ότι χάραξαν πάνω σε πέτρες διάφορες μορφές».

Ιστορίαι, 2, 50: «Όλα σχεδόν των θεών τα πρόσωπα έχουν έρθει στην Ελλάδα από την Αίγυπτο. Ρωτώντας ανακάλυψα πως έτσι έγινε, πως δηλαδή έχουν έρθει από άλλους λαούς. Μου φαίνεται μάλιστα πως οι περισσότεροι έχουν έρθει από την Αίγυπτο. Στη χώρα τους, την Αίγυπτο, υπήρξαν πάντοτε τα πρόσωπα των άλλων θεών, εκτός από τον Ποσειδώνα και τους Διοσκούρους, όπως έχω και προηγουμένως πει, την Ήρα, την Εστία, τη Θέμιδα τις Χάριτες και τις Νηρηίδες. Λέω ό,τι λένε κι οι ίδιοι οι Αιγύπτιοι. Τα πρόσωπα των θεών, που ισχυρίζονται πως δεν τα ξέρουν, νομίζω πως κατονομάστηκαν από τους Πελασγούς, εκτός από τον Ποσειδώνα. Τον θεό αυτόν οι Έλληνες τον έμαθαν από τους κατοίκους της Λιβύης. Κανένας λαός δεν λάτρευε απ' την αρχή το πρόσωπο του Ποσειδώνα, παρά μόνον οι άνθρωποι απ' την Λιβύη, που τιμούσαν πάντα αυτόν τον θεό. Οι Αιγύπτιοι λοιπόν δεν αφιερώνουν τελετές ούτε κάν στους ήρωες». Ο Ηρόδοτος δεν εννοεί βέβαια ότι τα ίδια τα ονόματα των θεών του Ελληνικού πανθέου ήρθαν από την Αίγυπτο (γνωρίζει τη διαφορά στις ονομασίες τους, π.χ. Άμμων και Ζεύς: 2, 42), αλλά ότι οι ελληνικοί θεοί προσδιορίστηκαν και η λατρεία τους εγκαθιδρύθηκε και καθορίστηκε με βάση τους Αιγυπτιακούς.

Ιστορίαι, 2, 52: «Οι Πελασγοί πρωτύτερα έκαναν πάντοτε θυσίες και προσφορές στους θεούς, καθώς άκουσα στη Δωδώνη, χωρίς να λένε το όνομα ή την επωνυμία κανενός θεϊκού προσώπου, γιατί δεν είχαν ακούσε τίποτα σχετικό έως τότε. Τους έδωσαν την προσωνυμία «θεοί» από αυτό το πράγμα, επειδή δηλαδή «έθεσαν» – έβαλαν, όπως λέμε – τάξη παντού και χάρισαν στους ανθρώπους τα πάντα. Όταν όμως πέρασε πολύς καιρός έμαθαν των άλλων θεών τα ονόματα πού έφτασαν από την Αίγυπτο. Το όνομα του Διόνυσου το πληροφορήθηκαν πολύ αργότερα. Μετά από καιρό ζήτησαν χρησμό στο μαντείο της Δωδώνης σχετικά με τα ονόματα. Γι' αυτό το μαντείο τούτο θεωρείται το πιο αρχαίο από τα ελληνικά μαντεία. Εκείνον τον καιρό ήταν το μοναδικό, που υπήρχε. Όταν λοιπόν ζήτησαν χρησμό οι Πελασγοί στη Δωδώνη, αν πρέπει να παραλάβουν τα ονόματα των θεών, που είχαν έρθει από τους ξένους, το μαντείο απάντησε να τα παραλάβουν και να τα χρησιμοποιούν. Απ' την αρχή λοιπόν αυτή πρόσφεραν θυσίες, χρησιμοποιώντας τα ονόματα των θεών. Κατόπιν, απ’ τους Πελασγούς τα πήραν οι υπόλοιποι Έλληνες».

Ιστορίαι, 2, 53: «Την προέλευση του καθ' ενός θεού, αν υπήρχαν όλοι από πάντα και ποια ήταν η μορφή τους, αυτά δεν τα ήξεραν μέχρι τότε, μέχρι χθες, που λέει ο λόγος. Νομίζω πως ο Ησίοδος κι ο Όμηρος ήταν στην ηλικία 400 χρόνια γεροντότεροι μου κι όχι περισσότερο. Αυτοί μίλησαν στα ποιήματά τους για τη θεογονία στους Έλληνες, αυτοί ονομάτισαν τους θεούς, αυτοί τους μοίρασαν τιμές και δεξιοτεχνίες, αυτοί έμαθαν στον κόσμο της θεϊκές μορφές. Οι ποιητές που, καθώς λένε οι άνθρωποι, έζησαν νωρίτερα απ' αυτούς τους δύο, νομίζω πως έζησαν αργότερα. Απ' τις γνώμες αυτές, τις πρώτες τις υποστηρίζουν οι ιέρειες της Δωδώνης, ενώ τις κατοπινές, τις σχετικές με τον Ησίοδο και τον Όμηρο, τις λέω εγώ».

Ιστορίαι, 2, 54: «Για τα μαντεία, γι' αυτό που βρίσκεται στην Ελλάδα και για το άλλο, της Λιβύης, οι Αιγύπτιοι λένε αυτά τα λόγια. Οι ιερείς του Δία της αιγυπτιακής Θήβας ισχυρίζονται πως οι Φοίνικες πήραν απ' το μέρος αυτό δύο ιέρειες. Έμαθαν πως την μια απ' αυτές την πούλησαν στη Λιβύη κα την άλλη στην Ελλάδα. Οι γυναίκες αυτές είναι οι πρώτες που στέριωσαν τα μαντεία τούτα σε όσες χώρες ανάφερα. Όταν ρώτησα πώς το ξέρουν με τέτοια σιγουριά και το λένε, μου απάντησαν ότι εκείνοι οι ίδιοι έψαξαν πολύ για τις γυναίκες αυτές. Δεν μπόρεσαν τότε να τις βρουν, πληροφορήθηκαν όμως αργότερα γι' αυτές όσα μου είπαν».

Ιστορίαι, 2, 55: «αυτά άκουσα απ' τους ιερείς της αιγυπτιακής Θήβας. Οι μάντισσες της Δωδώνης λένε τα λόγια τούτα: πως πέταξαν δύο μαύρα περιστέρια απ' τη Θήβα της Αιγύπτου και πήγαν το ένα στη Λιβύη και το άλλο στα δικά τους μέρη. Πως το δεύτερο κάθισε πάνω σε μια βελανιδιά κι είπε με ανθρώπινη φωνή ότι έπρεπε να γίνει μαντείο του Δία στο μέρος αυτό. (...) Αυτά τα έλεγαν οι ιέρειες της Δωδώνης, που ονομάζονται η μεγαλύτερη στα χρόνια Προμένεια, η επόμενη Τιμαρέτη κι η νεώτερη Νικάνδρη. Μαζί τους συμφωνούσαν κι οι άλλοι άνθρωποι της Δωδώνης, που είχαν κάποια σχέση με τον ναό».

Ιστορίαι, 2, 58: «Πανηγύρια και λιτανείες και θρησκευτικές συγκεντρώσεις πρώτοι απ' όλους τους ανθρώπους έκαναν οι Αιγύπτιοι. Απ' αυτούς το έμαθαν και οι Έλληνες. Απόδειξη στα λόγια μου είναι τούτο το πράγμα: οι γιορτές τους φαίνεται ότι γίνονται από πολύν καιρό, ενώ των Ελλήνων καθιερώθηκαν τελευταία».

Ιστορίαι, 2, 123: «Πρώτοι απ’ όλους οι Αιγύπτιοι είπαν κι αυτά τα λόγια, ότι (...) ενώ το σώμα καταστρέφεται, η ψυχή μπαίνει μέσα σε κάποιαν άλλη ύπαρξη, που βλέπει το φως. Όταν τριγυρίσει σε όλα τα ζώα της στεριάς, της θάλασσας και του ουρανού, μπαίνει ξανά στο σώμα ενός ανθρώπου, που γεννιέται. Η περιπλάνηση αυτή γίνεται μέσα σε 3000 χρόνια. Την άποψη τούτη ακολούθησαν μερικοί Έλληνες, άλλοι στο μακρινό παρελθόν κι άλλοι κάπως αργότερα, σαν να ήταν δική τους. Μονολότι ξέρω τα ονόματα εκείνων, δεν τα αναφέρω». Δηλαδή: Η θεωρία της μετεμψύχωσης με την οποία παθιάζονται ορισμένοι νεοπαγανιστές ότι είναι ελληνικότατη, δεν είναι ελληνική.

Φυσικά, ο Ηρόδοτος, δεν είναι «ανθέλληνας» όπως τον κατηγορούν οι νεοπαγανιστές κι όπως τον κατακρίνει ο Πλούταρχος, διότι ο ίδιος άνθρωπος εξιστόρησε την μεγαλειώδη νίκη των αρχαίων Ελλήνων κατά των «βαρβάρων» της Ασίας, δίνοντας τεράστιους αριθμούς για την περσική στρατειά (ένα εκατομμύριο στρατιώτες), ώστε η νίκη των λιγοστών Ελλήνων να είναι ακόμη πιο ένδοξη. Ο «ανθέλληνας και αναξιόπιστος» Ηρόδοτος, σύμφωνα με τους νεοπαγανιστές, γράφει ότι «η Ελληνική φυλή ξεχώριζε ανέκαθεν απ’ τους βαρβάρους, γιατί και εξυπνότερη ήταν και δεν διακρινόταν για ανόητη ελαφρομυαλιά» (1, 60). Άρα δεν γράφει ό,τι του κατέβει ο Ηρόδοτος, παρασυρμένος από κάποιον φιλοασιατισμό, αλλά μεταφέρει πράγματα, που ήταν κοινός τόπος στην εποχή του.

Παυσανίας, 10, 14, 7: «Της Ουρανίας [Αφροδίτης] η λατρεία καθιερώθηκε για πρώτη φορά στους Ασσυρίους. Μετά τους Ασσυρίους στους Παφίους της Κύπρου και στους Φοίνικες που κατοικούν στην Ασκαλώνα της Παλαιστίνης. Από τους Φοίνικες πήραν την λατρεία της οι Κυθήριοι. Στους Αθηναίους την εισήγαγε ο Αιγέας».

«Αι μυστικαί αυταί τελευταί φαίνεται ότι ήσαν μέρος της λατρείας των Προελλήνων κατοίκων της Αιγαιίδας, των καλουμένων Πελασγών. (...) Αφ' ότου ήρξατο η εις την Αιγαιίδα κάθοδος των ελληνικών φυλών, Αχαιών, Ιώνων κ.ά., άτινα τουναντίον ελάτρευον τους ουρανίους, οι Πελασγοί εζήτησαν να προστατεύσωσι τας θρησκευτικάς αυτών παραδόσεις και την λατρείαν από βεβηλώσεως και αφανισμού των αλλοδόξων κατακτητών και προς τούτο εχρησιμοποίησαν το σκότος της νυκτός. Τα μυστήρια λοιπόν είναι η θρησκεία των κατακτηθέντων Πελασγών (Ηρόδοτος, 2, 51 «τα μυστήρια των Καβείρων τα πήραν οι Σαμοθράκες από τους Πελασγούς»˙ η Δήμητρα ελατρεύετο εν Άργει ως Πελασγίς: Παυσανίας, 2, 21, 1), αγροτική λατρεία της Δήμητρος, χθονίων θεών, ήτις δια τον φόβον των επιδρομέων εγένετο θρησκεία μυστική, μυστήρια τελούμενα ίσως το πρώτον υπό γυναικών μόνον (...). Η θρησκεία των Πελασγών υποστάσα διωγμούς υπό των κατακτητών εξέλιπεν εκ της Αιγαιίδος, διασωθείσα μόνον εν τοις μυστηρίοις της Ελευσίνος, της Σαμοθράκης και εν Μικρά Ασία. Πάντως οι πλείστοι των κατακτηθέντων αφομοιώθησαν θρησκευτικώς προς τους κατακτητάς, αλλά και πολλά στοιχεία της θρησκείας των κατακτηθέντων επεκράτησαν και επεβλήθησαν εις τους κατακτητάς, όπως συν τω χρόνω τα μυστήρια. Την μη ελληνικότητα των μυστηρίων μαρτυρούσι και λέξεις μη ελληνικαί, χρησιμοποιούμεναι εν αυτοίς, αι voces mysticae, πάξ, κόγξ, βαυβώ (η μητρική κοιλία, το γυναικείον αιδοίον), εὐοῖ, σαβοῖ (επιφωνήσεις προς τον Διόνυσον), η χρήσις του ναρκίσσου (λ. μη ελληνική) εν τοις μυστηρίοις της Ελευσίνος, Ἀξιόκερσος, Ἀξιοκέρσα, Ἀξίερος» (Δημητρίου Ν. Γουδή, Τα μυστήρια της Ελευσίνας, Αθήναι 1935, επανέκδ. εκδ. Δημιουργία, σ. 21-22). Η ίδια η λέξη μυστήριο σημαίνει «το τελούμενον εν κλειστώ χώρω, το κρύφιον, το μυστηριώδες, το απόρρητον, το αποφεύγον το φως της ημέρας και τελούμενον εν νυκτί» (Δημητρίου Ν. Γουδή, Τα μυστήρια της Ελευσίνας, Αθήναι 1935, επανέκδ. εκδ. Δημιουργία, σ. 20). Με άλλα λόγια, τα αρχαιοελληνικά μυστήρια δεν ήταν αρχαιοελληνικά, αλλά πελασγικά (κατά τον Ηρόδοτο ήταν εν μέρει Αιγυπτιακά). Οι κατεκτημένοι Πελασγοί βλέποντας τους κατακτητές Αχαιούς να απαγορεύουν την θρησκεία τους και να επιβάλλουν τη θρησκεία των Ολύμπιων, τελούσαν τη λατρεία τους τη νύχτα, και μάλιστα τη λατρεία αυτή την περιέβαλαν με πέπλο μυστηρίου, ώστε οι Αχαιοί να την σεβαστούν, θεωρώντας την μυστηριώδη και «ανώτερη». Στο τέλος, βέβαια, οι Αχαιοί, οι Ίωνες κ.ά. σφετερίστηκαν τα μυστήρια, δηλαδή την διωκώμενη πελασγική θρησκεία, προσαρμόζοντάς τα στην ολυμπιακή θρησκεία (μετά οι εθνικιστές αρχαιάτρες κάνουν λόγο για «αντιγραφή παγανιστικών παραδόσεων από τους Χριστιανούς»). Αυτό που συνέβη, είναι ότι τα μυστήρια ήταν ό,τι πρόλαβαν να περισώσουν από την απαγορευμένη θρησκεία τους οι Πελασγοί τελώντας τα με απόρρητο τρόπο˙ γι' αυτό και αποκλήθηκαν «μυστήρια». Ο Απόλλων οικειοποιήθηκε την λατρεία του προελληνικού θεού Υάκινθου στις Αμύκλες (M. Nilsson, Ιστορία της αρχαίας ελληνικής θρησκείας, εκδ. Παπαδήμα σ. 127). Σήμερα, λέει ο Ρισπέν (Ελληνική Μυθολογία, τ. Α’, σ. 160), η επιστήμη γνωρίζει ότι ο Υάκινθος είναι πέρα από κάθε αμφιβολία προελληνικός θεός, μινωικής καταγωγής˙ σημαίνει συνάμα και ένα λουλούδι.

«Ο Ορφέας, πήρε από την Αίγυπτο τις περισσότερες από τις μυστικές τελετουργίες, τις οργιαστικές τελετές που συνοδεύουν τις περιπλανήσεις του και την μυθική παράδοση για τις εμπειρίες του στον Άδη» (Διόδωρου Σικελιώτη Βιβλιοθήκης Ιστορικής Βίβλος πρώτη 96, 5).

«Ο Ηρακλής, για παράδειγμα, είναι Αιγυπτιακής καταγωγής και χάρη στην ανδρεία του τριγύρισε μεγάλο μέρος του κόσμου κι έστησε τη στήλη στη Λιβύη˙ τις αποδείξεις γι' αυτό παίρνουν οι Αιγύπτιοι από τους ίδιους τους Έλληνες. Δεδομένου πως όλοι συμφωνούν ότι ο Ηρακλής πολέμησε τους Γίγαντες στο πλευρό των Ολύμπιων Θεών, ισχυρίζονται πως δεν συμβιβάζεται χρονικά η ύπαρξη των Γιγάντων με την εποχή που λένε ότι γεννήθηκε ο Ηρακλής, μια γενιά δηλαδή πριν τα Τρωικά, αλλά μάλλον, όπως λένε, με την εποχή της Γένεσης του ανθρωπίνου γένους, διότι οι Αιγύπτιοι μετρούν από εκείνη την εποχή μέχρι τις μέρες μας πάνω από δέκα χιλιάδες χρόνια, ενώ από τον Τρωικό πόλεμο λιγότερα από χίλια διακόσια χρόνια. Ομοίως, το ρόπαλο και η λεοντή αρμόζουν στον παλαιό Ηρακλή, επειδή εκείνο τον καιρό δεν είχαν ακόμη εφευρεθεί τα όπλα και οι άνθρωποι πολεμούσαν τους αντίπαλους τους με ξύλα και χρησιμοποιούσαν τα δέρματα των ζώων για αμυντικό οπλισμό. Από τη μια, λένε, τον θεωρούν γιο του Δία κι από την άλλη δεν έχουν να πούν τίποτα για τη μητέρα του. Όσο για εκείνον που γεννήθηκε από την Αλκμήνη, μετά από δέκα χιλιάδες χρόνια και περισσότερα, όταν γεννήθηκε, τον έλεγαν Αλκαίο και αργότερα μετονομάστηκε Ηρακλής, όχι γιατί οφείλει το «κλέος» του στην Ήρα, αλλά, επειδή είχε την ίδια αγαθή προαίρεση με τον παλαιό Ηρακλή, κληρονόμησε την δόξα του μαζί με το όνομά του. Με τα λεγόμενά τους συμφωνεί και η από πολλά χρόνια δοξασία που κυκλοφορεί ανάμεσα στους Έλληνες, ότι ο Ηρακλής ξεκαθάρισε τη γη από τα άγρια θηρία˙ γεγονός που δεν ταιριάζει καθόλου με την εποχή κοντά στον Τρωικό πόλεμο, οπότε το μεγαλύτερο μέρος της γης είχε εξημερωθεί με τη γεωργία, τις πόλεις και το πλήθος των κατοίκων σε όλη την ύπαιθρο. Η εξημέρωση της χώρας ταιριάζει περισσότερο σε άνθρωπο που έζησε κατά τα πανάρχαια χρόνια, όταν οι άνθρωποι καταδυναστεύονταν ακόμη από το μεγάλο πλήθος των θηρίων, ειδικότερα στην Αίγυπτο
» (Διόδωρου Σικελιώτη, Βιβλιοθήκης Ιστορικής Βίβλος πρώτη, 24).

Η λέξη Ωκεανός (που κατά τους Έλληνες μυθογράφους περιβάλλει, σαν κύκλος, τη γη) κατάγεται από την χεττιτική λέξη uginna που σημαίνει κύκλο. Η λέξη άρουρα = γη (Ιλιάδας Σ, 52) προέρχεται από το έπος του Γιλγαμές, στο οποίο υπάρχει η θεά της δημιουργίας Aruru.

Ο Πλάτωνας βασιζόμενος στην Βαβυλωνιακή θρησκεία, η οποία λέει ότι τα άστρα έχουν ψυχές, μία το καθένα (κι από αυτήν την αντίληψη προήλθε και η αστρολογία), γράφει (Τίμαιος 41a-d˙ Πολιτεία 611a) ότι ο αριθμός των ανθρώπινων ψυχών που δημιουργήθηκαν είναι αμετάβλητος και ίσος προς τον αριθμό των άστρων, επειδή σε κάθε άστρο εδόθη μια ψυχή. Ελληνικότατο δόγμα, αφού το είπε ο Πλάτωνας.

«Οι Έλληνες θεωρούσαν, χωρίς άλλο σωστά, ότι αυτές οι περίεργες τελετές [της λατρείας του Διόνυσου] δεν ήταν γεννημένες στην Ελλάδα: ο Ηρόδοτος τις ονομάζει νεωστί εσηγμένα (2, 49, όπου το νεωστί μοιάζει να αναφέρεται στον καιρό του Μελάμποδος, πριν από τον Τρωικό πόλεμο) και ο Ευριπίδης παριστάνει την διονυσιακή λατρεία σαν είδος “παγκόσμιας θρησκείας”, που την μετέφεραν “ιεραπόστολοι” (όπως δεν είχε γίνει ποτέ με καμιά ελληνική λατρεία) από την μιά χώρα στην άλλη. Κατά την γνώμη του, αρχική της έδρα ήταν τα βουνά της Λυδίας και της Φρυγίας (Βάκχες, 13, 55, 86 κτλ.), άποψη που ενισχύεται από τη σύγχρονη ανακάλυψη ότι Βάκχος είναι το λυδικό αντίστοιχο του Διονύσου» (Euripides Bacchae, edited with Introduction and Commentary by Ε. R. Dodds, Second edition, Oxford, At the Clarendon Press, 1960).

Παυσανίας, 4, 32, 4: «Εγώ ξέρω πως οι Χαλδαίοι και οι μάγοι των Ινδών πρώτοι είπαν πως η ψυχή του ανθρώπου είναι αθάνατη και πως πίστεψαν σε αυτούς κι άλλοι Έλληνες, ιδιαίτερα όμως ο γιος του Αρίστωνα, Πλάτων».

Παυσανία, Λακωνικά, 11, 7: «Το μέρος που ονομάζεται Λιμναίο είναι αφιερωμένο στην Ορθία Άρτεμη. Λένε ότι αυτό το ξόανο είναι εκείνο που έκλεψαν ο Ορέστης και η Ιφιγένεια από την Ταυρική». Ώστε οι Λακεδαιμόνιοι λάτρευαν το ξόανο μιας θένης θεότητας, η οποία υπέθεταν πως είναι η Άρτεμη.

Αυτά τα λιγοστά παραδείγματα είναι αρκετά για να αποδειχθεί πόσο αφελής είναι η θεωρία περί «ξένων και ημέτερων θεών». Θα περίμενε κανείς, οι λατρευόμενοι από τους Έλληνες μόνο «πατρώοι θεοί» να βοηθούν μόνο τους Έλληνες. Όμως στον Τρωικό πόλεμο – που δεν είναι εμφύλιος πόλεμος, αλλά πόλεμος μεταξύ Ασίας και Ελλάδας. Οι Τρώες έχουν συμμάχους τους Δαρδάνιους, τους Θράκες-Φρύγες, τους Παφλαγόνες, τους Κάρες, τους Λυκίους. Δεν υπάρχει κράτος της Ελλάδας που βοηθά την Τροία ή κράτος της Ασίας που βοηθά τους Αχαιούς. Κανείς αρχαίος Έλληνας συγγραφέας δεν αποκάλεσε Έλληνες τους Τρώες αρκετοί θεοί βοηθούν τους Ασιάτες. Ο φιλέλληνας Απόλλων βοηθά τον Αίακο να χτίσει τα τείχη της Τροίας.
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου