Σάββατο 2 Οκτωβρίου 2021

Διάφορες αντιρρήσεις των επικριτών της Παλαιάς Διαθήκης, 7ο.

γ’) ιεροδουλεία.

«Η χρήση αρσενικών και θηλυκών ιερόδουλων ήταν καθιερωμένη και εξαγιασμένη στα ιερά των Χαναναίων» (de Vaux, Roland, Ancient Israel, McGraw-Hill, 1965). Τα Χαναανιτικά κείμενα στην Ugarit χρησιμοποιούν τις λέξεις qadesh και qedesha που σημαίνουν «ιερός άντρας» και «ιερή γυναίκα» αντίστοιχα, και υποδήλωναν τους ομοφυλόφιλους ιερείς και ιέρειες που είχαν ρόλο ιερόδουλων.

Και εδώ να σημειωθεί ότι η ιεροδουλεία δεν ήταν τόσο ανεκτή στις υπόλοιπες ειδωλολατρικές κουλτούρες των τριγύρω λαών, όσο ήταν στη Χαναάν. Επιγραφές του βασιλιά Merodachbaladan Β’' και Nabonidus της Βαβυλώνας περιέρχουν αναφορές για μια επανάσταση στο Uruk περί το 765 π.Χ. επί βασιλείας Eribamarduk. Αυτή η επανάσταση δεν προεκλήθη μόνο από κοινωνικές αιτίες, αλλά στόχευε εναντίον των λατρευτικών πρακτικών στο ναό του Eanna και στις ιερόδουλες που ήταν εκεί. Ποτέ δεν υπήρξε τέτοια «διαμαρτυρία» των Χαναναίων. Πιστοποιείται λοιπόν η μαρτυρία της Π.Δ. όσον αφορά τις συνήθειες των Χαναναίων. Οι Χαναναίοι είχαν πολύ κακή φήμη, δίχως η Π.Δ. να προσθέσει κάτι παραπάνω. Ένα γράμμα του 18ου π.Χ. αι. κάποιας Μαρί αναφέρεται σε μια φράση του σε «κλέφτες και Χαναναίους» (Peoples of the Old Testament World; Hoerth, Mattingly, Yamauchi (eds.), Baker, 1994, p. 158). Μια επιγραφή του Shu-Sin αναφέρει «Από εκείνον τον καιρό οι Αμορραίοι, ένας λαός επιδρομέων, με ένστικτα κτήνους... σαν λύκοι˙ ένας λαός που δε γνωρίζει τη γεωργία» (Daily Life in Ancient Mesopotamia. Karen Rhea Nemet-Nejat. Greenwood Press, 1998, p. 114).

Ρωτάνε μερικοί, γιατί ο Ων τιμώρησε κάποιους λαούς της Χαναάν, αφανίζοντάς τους, χωρίς νέα δυνατότητα άφεσης αμαρτιών. Κατ' αρχήν πρέπει να πούμε ότι ο Θεός ήταν εξαιρετικά μακρόθυμος με τους λαούς της Χαναάν, όσο κι αν (επειδή είναι παντογνώστης) ήξερε ότι δεν επρόκειτο να αλλάξουν. Έτσι, δεν αληθεύει ότι οι λαοί της Χαναάν δεν είχαν καμμία ιδέα για το Θεό και την υπόσχεσή του στον Αβραάμ. Ο Αβραάμ έζησε στην Χαναάν, είχε σχέσεις με τους Αμορραίους (Γένεσις ιδ'’, 7). Ο Χαναναίος Μελχισεδέκ (Γένεσις ιδ',’ 20) λέει ότι ο Θεός παρέδωσε στον Αβραάμ τους εχθρούς του. Επίσης οι Χαναναίοι είχαν δει την καταστροφή των Σοδόμων, παρά την προσπάθεια του Αβραάμ να μεταπείσει το Θεό. Δεν αληθεύει λοιπόν ούτε ότι οι Χαναναίοι δεν ήξεραν τι θεωρούσε ο Θεός του Αβραάμ «κακό» ούτε πως τιμωρούσε τους αμαρτωλούς. Οι Χαναναίοι γνώριζαν (από τον καιρό του Αβραάμ αλλά και αμέσως μετά την Έξοδο) ότι η χώρα τους είχε δωθεί από το Θεό στους Ισραηλίτες. Οι Χαναναίοι είχαν δει τη βοήθεια του Θεού στους Ισραηλίτες κατά του μεγαλύτερου έθνους της εποχής, των Αιγυπτίων. Τα νέα είχαν διαδοθεί:

ΕΞΟΔΟΣ ΙΕ’ 14, Οι λαοί τ’' άκουσαν και τρόμαξαν. Φόβος κυρίεψε της Παλαιστίνης τους κατοίκους. 15 Αλαφιάστηκαν οι ηγεμόνες της Εδώμ, τους πολέμαρχους της Μωάβ τους έπιασε τρεμούλα˙ οι κάτοικοι της Χαναάν όλοι παρέλυσαν.

ΕΞΟΔΟΣ ΙΗ’ 1, Ο Ιοθόρ, ιερέας της Μαδιάμ και πεθερός του Μωυσή, άκουσε όλα όσα έκανε ο Κύριος ο Θεός για τον Μωυσή και για τους Ισραηλίτες, τον λαό του, ότι δηλαδή τους έβγαλε από την Αίγυπτο.

Η Ραάβ λέει στους δύο Ισραηλίτες κατασκόπους:

ΙΗΣΟΥΣ ΝΑΥΗ B 9, και τους είπε «Εγώ ξέρω πως ο Κύριος σας έχει δώσει αυτήν εδώ τη χώρα. Εξαιτίας σας μας έχει πιάσει φόβος, κι όλοι οι κάτοικοι τρέμουν μπροστά σας. 10 Ακούσαμε ότι, καθώς βγήκατε από την Αίγυπτο, ο Κύριος ξέρανε τα νερά της Ερυθράς θάλασσας μπροστά σας. Μάθαμε ακόμα και τα όσα κάνατε στους δυο βασιλιάδες των Αμορραίων, ανατολικά του Ιορδάνη (...). 11 Όταν τ’' ακούσαμε αυτά, έπεσε το ηθικό μας και κανένας από μας δεν είχε το θάρρος να σας αντιμετωπίσει. Πραγματικά, ο Κύριος ο Θεός σας, είναι Θεός ψηλά στους ουρανούς κι εδώ κάτω στη γη».

ΙΗΣΟΥΣ ΝΑΥΗ Ε 1, Όταν οι βασιλιάδες όλοι των Αμορραίων, που κατοικούσαν στα δυτικά του Ιορδάνη, και οι βασιλιάδες των Χαναναίων, που κατοικούσαν στα παραθαλάσσια, έμαθαν ότι αποξήρανε ο Θεός τα νερά του Ιορδάνη για να περάσουν οι Ισραηλίτες, πανικοβλήθηκαν και δεν είχαν πια το θάρρος να τους αντιμετωπίσουν.

Αλλά και πολύ πιο πριν βλέπουμε το σχέδιο του Θεού αναφορικά με το χρόνο της εκδίωξης των Χαναναίων:

ΓΕΝΕΣΙΣ ΙΕ 16, Όταν φτάσουν στην τέταρτη γενιά [οι απόγονοι του Αβραάμ] θα επιστρέψουν εδώ [στη Χαναάν], γιατί ώς τότε δεν θα έχει ακόμη ολοκληρωθεί η ανομία των Αμορραίων [των κατοίκων της Χαναάν στα χρόνια του Αβραάμ] για να τιμωρηθούν.

Βλέπουμε ότι ο Θεός παρέχει καιρό, τουλάχιστον 300-400 χρόνια στους Αμορραίους, ώστε να μετανοήσουν ή έστω να εκπολιτιστούν και να πάψουν τις θυσίες βρεφών και την ιεροδουλεία, πράγματα τα οποία ούτε καν οι άλλοι ειδωλολατρικοί λαοί εξασκούσαν σε τέτοιο βαθμό όσο οι Χαναναίοι. Οι φήμες, λοιπόν, της βοήθειας του Θεού προς το Ισραήλ είχαν διαδοθεί στους Χαναναίους αμέσως μετά την Έξοδο από την Αίγυπτο. Μπορούσαν να είχαν μετανοήσει οι Χαναναίοι, κι ωστόσο οι Αμαληκίτες είχαν επιτεθεί κατά των Ισραηλιτών μόλις αυτοί είχαν βγει από την Αίγυπτο.

Συνεπώς οι Χαναναίοι γνώριζαν τόσο τον Θεό του Αβραάμ όσο και τη δύναμή του, τόσο παλιά όσο και μετά την Έξοδο. Από την άλλη ο Θεός, παρόλο που επί 400 χρόνια (το διάστημα που οι Ισραηλίτες βρίσκονταν στην Αίγυπτο) καθυστέρησε την τιμωρία των Χαναναίων, ώστε να τους αφήσει χρόνο να μετανοήσουν, στο τέλος τους τιμώρησε διότι γνώριζε ότι αυτοί οι λαοί δεν επρόκειτο να αλλάξουν. Ας δούμε όμως γιατί αυτοί οι λαοί δεν επρόκειτο να αλλάξουν. Μας το λέει ο Ησίοδος, όταν αναφέρει ποιες είναι οι «καλές θυσίες» σύμφωνα με τους αρχαίους. Κατά τον Ησίοδο λοιπόν καλές θυσίες είναι οι θυσίες κατά το έθιμο, δηλαδή οι απαράλλαχτες (Ησίοδου, Θεογονία, στχ. 415 - 417 «ἀθανάτοις τε θεοῖσι τετιμένη ἐστὶ μάλιστα. καὶ γὰρ νῦν, ὅτε πού τις ἐπιχθονίων ἀνθρώπων ἔρδων ἱερά καλὰ κατὰ νόμον ἱλάσκηται»). Γι' αυτό και ο Θεός τους τιμώρησε. Δεν ήθελαν να αλλάξουν εκείνοι οι νηπιοθυσιαστές λαοί. Ακολουθούσαν τα ανθρωποκτόνα τους έθιμα ασταμάτητα. Ασεβούσαν διαρκώς. Και αν ακόμη αναρωτηθεί κανείς γιατί ο Θεός, τους έπαψε δια μέσω των Ιουδαίων και όχι μόνος Του, μπορούμε να απαντήσουμε πως αν τους εξολόθρευε μόνος Του δεν θα είχαμε μαρτυρία περί αυτού του γεγονότος, το οποίο θα εκλαμβάνονταν ως φυσική καταστροφή. Όμως ο Θεός θέλησε να αφήσει μαρτυρία και για την τιμωρία τους αλλά και για τους λόγους που επέβαλλαν αυτή την τιμωρία. Στο κάτω κάτω ο Θεός δεν ήθελε να εξοντώσει φυσικά τους Χαναναίους, αλλά όπως θα δούμε – να τους διώξει από τη Χαναάν. Όπως και να ‘έχει, δεν έχουν δίκαιο όσοι υποστηρίζουν ότι ο Θεός εκδίωξε τους Χαναναίους από τη Χαναάν δίχως να τους αφήσει καιρό να μετανοήσουν. Έβλεπαν οι Χαναναίοι τη δύναμη του Θεού, έβλεπαν τις τιμωρίες, τα θαύματα, αλλά συνέχισαν τις πρακτικές τους δίχως καμμιά αλλαγή.

Επιπλέον η ευλογία του Θεού προς τον Αβραάμ δεν είχε το νόημα της κυριαρχίας των απογόνων του Αβραάμ, αλλά της εκλογής του ως εκπρόσωπου των ανθρώπων μέσω του οποίου θα διοχετευόταν η θεϊκή ευλογία:

ΓΕΝΕΣΙΣ ΙΒ 3, «Θα ευλογώ όποιον σε ευλογεί και θα καταριέμαι όποιον σε καταριέται. Μ’ε εσένα θα ευλογηθούν όλα τα έθνη της γης».

ΙΕΡΕΜΙΑΣ ΙΒ’ 16, «Αυτοί [=οι γειτονικοί λαοί του Ισραήλ] δίδαξαν το λαό μου να ορκίζεται στο Βάαλ˙ αλλά αν μάθουνε καλά την πίστη του λαού μου, και μάλιστα να υπόσχονται με όρκο στο όνομά μου, τότε θα επιτρέψω να κατοικούν ανάμεσα στο λαό μου».

Ήταν δηλαδή στο χέρι των Χαναναίων να πιστέψουν και να μετανοήσουν, ώστε να ευλογηθούν κι αυτοί. Οπωσδήποτε θα ρωτήσει κανείς γιατί ο Θεός διάλεξε ένα τόσο απειθές έθνος, όπως οι Ισραηλίτες, προκειμένου να τιμωρήσει τους Χαναναίους.

ΔΕΥΤΕΡΟΝΟΜΙΟΝ Θ 4, μη σκεφτείτε ότι επειδή είστε δίκαιοι και ακέραιοι σας έφερε στη χώρα εκείνη να την κατακτήσετε και να εγκατασταθείτε εκεί. 5 Στην πραγματικότητα, επειδή τα άλλα έθνη είναι ασεβή, γι’' αυτό ο Κύριος θα τα διώξει από μπροστά σας. Επιπλέον, θέλει να πραγματοποιήσει την υπόσχεση, που με όρκο έδωσε στους προγόνους σας τον Αβραάμ, τον Ισαάκ και τον Ιακώβ. 6 Να ξέρετε, λοιπόν, ότι ο Κύριος, ο Θεός σας, θα σας δώσει εκείνη την εύφορη χώρα να την πάρετε ιδιοκτησία σας, αλλά όχι εξαιτίας της δικαιοσύνης σας˙ γιατί εσείς στην πραγματικότητα είστε λαός ισχυρογνώμων.

Και οι Ισραηλίτες, όπως δείχνει η ίδια η Π.Δ. ήταν αμαρτωλοί. Κι επιπλέον γεννάται το ερώτημα: ακόμη κι αν δεν ήταν αμαρτωλοί, ακόμη κι αν ήταν απολύτως δίκαιοι, θα είχαν το ηθικό δικαίωμα να εκδιώξουν τους αμαρτωλούς κατοίκους της Χαναάν; Η αρετή τους θα ήταν αρκετή δικαιολογία για την εκδίωξη των Χαναναίων από τον τόπο τους; Πόσο μάλλον τη στιγμή που δεν ήταν – οι Ισραηλίτες – ενάρετοι αλλά αμαρτωλοί; ‘Η αντίστροφα, είχε κανείς το ηθικό δικαίωμα να πάρει τη γη από τους Χαναναίους, ακόμη κι αν αυτοί ήταν εντελώς αμαρτωλοί; Οι Ισραηλίτες είχαν συμφωνήσει με το Θεό, τους είχε προειδοποιήσει – πως αν κι αυτοί πράξουν ό,τι έπρατταν οι προηγούμενοι κάτοικοι της Χαναάν, θα εκδιώκονταν και αυτοί από τη Χαναάν. Κι έτσι γίνονται «δυνάμει εξόριστοι» από την Χαναάν, από την πρώτη στιγμή που αποδέχονται τους όρους κατάκτησής της. Αναλαμβάνουν μια αδυσώπητη ευθύνη και καλούνται να πληρώσουν για τη δική τους αδικία με την εξορία τους. Η Χαναάν, όπως παρουσιάζεται από την Π.Δ., ήταν μια ξεχωριστή χώρα με ένα παράξενο χαρακτηριστικό: ήταν μια χώρα που ξερνάει τους κατοίκους της, όταν αυτοί δεν είναι δίκαιοι. Η διάθεση, η απόφαση να δεχτείς μια τέτοια χώρα κάτω από τέτοιες συνθήκες και όρους σου δίνει δικαίωμα πάνω σε αυτή τη χώρα. Μια χώρα, η οποία δινόταν με σκοπό τη δημιουργία μιας κοινωνίας δικαιοσύνης, σύμφωνα με τις εντολές του Θεού δεν ήταν μια ακόμη κατάκτηση. Αυτά τα δύο – πέραν της αμαρτωλότητας των Χαναναίων και της υπόσχεσης του Θεού προς τον Αβραάμ – δικαιολογούσαν την κατάληψη της Χαναάν.

Η αλήθεια είναι ότι ο Θεός συμπεριφέρεται στους Ισραηλίτες ακριβώς όπως συμπεριφέρεται στους Χαναναίους, όπως θα δούμε παρακάτω. Επιπλέον ο Θεός είχε δώσει το Νόμο στους Ισραηλίτες και δεν είχε σκοπό να τους αφήσει να παραμείνουν αμαρτωλοί δηλαδή απλώς να αλλάξει κύριο η Παλαιστίνη. Με άλλα λόγια, η κατάκτηση της Χαναάν είχε διπλό σκοπό-αποτέλεσμα: από τη μια τα έθνη που την κατοικούσαν κατανικήθηκαν, επειδή η ζωή τους ήταν απίστευτα (συγκριτικά, όχι μόνο με τους Εβραίους, αλλά ακόμη και με τους άλλους ειδωλολατρικούς λαούς της περιοχής: Αιγύπτιους, Βαβυλώνιους κ.ά. που δεν είχαν τέτοια κατάπτωση) ανήθικη κι εγκληματική και όχι επειδή οι Εβραίοι ήταν ο «τέλειος λαός». Δηλαδή χάρη στην κατάκτηση σταμάτησε, συγκεκριμένα, η χαναανιτική ειδωλολατρία που συνεπαγόταν ανθρωποθυσίες, βρεφοκτονίες, θρησκευτική ομοφυλοφιλία και πορνεία. Από την άλλη εκπληρώθηκε η υπόσχεση προς τον Αβραάμ.

Αντί όμως οι λαοί της περιοχής να σωφρονιστούν (αφού είχαν ακούσει τα νέα της Εξόδου καθώς και τις παραδόσεις για την υπόσχεση του Θεού προς τον Αβραάμ), έγιναν επιθετικοί κατά των Ισραηλιτών. Μόλις είχε βγει από την Αίγυπτο ο Ισραήλ, και αμέσως οι Αμαληκίτες, λαός νομαδικός-ληστρικός, του οποίου η περιοχή δεν ήταν μέσα στα όρια της Χαναάν (οπότε δεν επρόκειτο καν να εκδιωχθούν από τη γη τους) επιτίθενται δίχως αφορμή:

ΕΞΟΔΟΣ ΙΖ’ 9, Στη Ραφιδίν ήρθαν οι Αμαληκίτες να πολεμήσουν τους Ισραηλίτες. 14 Τότε είπε ο Κύριος στον Μωυσή «Γράψε’ το αυτό το περιστατικό σε βιβλίο, για να μην ξεχαστεί και θέσε το υπόψη του Ιησού, ότι εξάπαντος θα εξαφανίσω τους Αμαληκίτες, ακόμα και τη θύμησή τους, από τη γη».

Οι Αμαληκίτες συνεχίζουν τις επιθέσεις τους (ΑΡΙΘΜΟΙ ΙΔ’, 45) επί δεκάδες κι εκατοντάδες χρόνια (ΚΡΙΤΑΙ Γ’, 13˙ ΚΡΙΤΑΙ ΣΤ, 6˙ ΚΡΙΤΑΙ Ζ, 12˙ Α’ ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ Λ’, 1-2).

ΔΕΥΤΕΡΟΝΟΜΙΟ ΚΕ 17, Ποτέ να μην ξεχάσετε τι σας έκαναν οι Αμαληκίτες κατά την πορεία σας, όταν βγήκατε από την Αίγυπτο. 18 Σας περίμεναν στο δρόμο και σας χτύπησαν από τα νώτα σκοτώνοντας έτσι όλους τους βραδυπορούντες, ενώ εσείς ήσασταν εξαντλημένοι κι αποκαμωμένοι˙ δε φοβήθηκαν το Θεό.

Διακόσια χρόνια μετά την Έξοδο, οι Αμαληκίτες συνέχιζαν να κάνουν τα ίδια:

Α’ ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ ΙΕ 33, Ο Σαμουήλ του [= του Αγάγ, βασιλιά των Αμαληκιτών] είπε: «Όπως το σπαθί σου άφησε γυναίκες χωρίς παιδιά, έτσι και η δική σου μάνα θα μείνει χωρίς παιδί». Κι εκτέλεσε τον Αγάγ εκεί στα Γάλγαλα, ενώπιον του Κυρίου.

Γιατί να συνιστά γενοκτονία η πολεμική σύρραξη κι ο απόλυτος εκμηδενισμός της ισχύος ενός λαού ο οποίος, δίχως να απειλούνται καθόλου τα συμφέροντά του, παρενοχλούσε έναν άλλο λαό επί αιώνες;

Οι Ιδουμαίοι, λαός του οποίου η γη επίσης δεν ήταν μέσα στα όρια της «Γης της Επαγγελίας» και συνεπώς επίσης δεν κινδύνευαν, αρνούνται τη βοήθεια στους Ισραηλίτες και μάλιστα βγαίνουν οπλισμένοι κατά των Ισραηλιτών (ΑΡΙΘΜΟΙ Κ, 14-22).

Ο βασιλιάς Χανανείς της Αράδ, του οποίου η χώρα βρισκόταν στην έρημο, δηλαδή και αυτή δεν κινδύνευε, επιτίθεται στους Ισραηλίτες, με αποτέλεσμα αυτοί να ζητήσουν τη βοήθεια του Θεού κι αυτός να τους παραδώσει τον Χανανείν, ώστε να τον νικήσουν (ΑΡΙΘΜΟΙ ΚΑ’, 1-3).

Ο βασιλιάς Σηών των Αμορραίων, αν και ο Μωυσής τον παρακάλεσε να περάσουν από τη χώρα τους περπατώντας μόνο στο δημόσιο δρόμο, μη πίνοντας καν νερό από τα φρέατιά τους, δηλαδή αν και οι Ισραηλίτες του είχαν υποσχεθεί ότι ο λαός του δεν κινδυνεύει με εκδίωξη, όχι μόνο δεν επέτρεψε στους Ισραηλίτες να περάσουν μέσω της χώρας του, αλλά βγήκε με στρατό έξω από τη χώρα του, στην έρημο, προκειμένου να πολεμήσει τους Ισραηλίτες (ΑΡΙΘΜΟΙ ΚΑ’, 20-26), με αποτέλεσμα να χάσει, να σκοτωθεί και οι Ισραηλίτες να καταλάβουν τη χώρα του. Και σ'’ αυτήν την περίπτωση βλέπουμε ένα αδικαιολόγητο, διότι δεν κινδύνευαν τα συγκεκριμένα αυτά έθνη, μίσος των λαών αυτών, το οποίο τους βγαίνει σε κακό. Καμμία γενοκτονία δεν υπάρχει.

Αλλά και οι λαοί της Χαναάν ήταν επιθετικοί προς τους Ισραηλίτες. Ενώ είχαν παρακολουθήσει τους εχθρούς του Ισραήλ (Αιγύπτιους, Αμαληκίτες, Αραδαίους, Αμορραίους) να ηττώνται ο ένας μετά τον άλλον, ούτε μετανόησαν ούτε σκέφτηκαν ότι υπάρχει θεϊκή βοήθεια. Το αντίθετο:

ΙΗΣΟΥΣ ΝΑΥΗ Ι 3, Έστειλε ο Αδωνιβεζέκ [βασιλιάς της Ιερουσαλήμ] το εξής μήνυμα στον Ωάμ, βασιλιά της Χεβρών, στον Ιαφιά, βασιλιά της Λαχίς και στο Δεβείρ, βασιλιά της Εγλών: 4 «Ελάτε να με βοηθήσετε να επιτεθούμε στη Γαβαών, επειδή έκανε ειρήνη με τον Ιησού και με τους Ισραηλίτες»

ΙΗΣΟΥΣ ΝΑΥΗ ΙΑ’ 1, Όταν έμαθε αυτές τις κατακτήσεις ο Ιαβίν, βασιλιάς της Ασώρ, έστειλε μήνυμα στον Ιωβάβ, βασιλιά της Μαδών, στους βασιλιάδες της Σιμρών και της Αχσάφ, 2 στους βασιλιάδες των ορεινών περιοχών στα βόρεια, στην κοιλάδα του Ιορδάνη νότια της λίμνης Χιννερώθ στις πεδινές περιοχές και στα υψώματα της Δωρ, δυτικά. 3 Επίσης ήρθε σε συνεννόηση με τους Χαναναίους στα ανατολικά και στα δυτικά, καθώς και με τους Αμορραίους, τους Χετταίους, τους Φερεζαίους και τους Ιεβουσαίους της ορεινής περιοχής και με τους Ευαίους, στους πρόποδες του όρους Ερμών, στη Μισπά. 4 Όλοι αυτοί οι βασιλιάδες ξεκίνησαν με αναρίθμητο στρατό (...). 5 Ένωσαν τις δυνάμεις τους κι ήρθαν και στρατοπέδευσαν όλοι μαζί κοντά στα νερά της Μερώμ, με σκοπό να πολεμήσουν τους Ισραηλίτες. 19 Καμμιά πόλη δεν έκανε ειρήνη με τους Ισραηλίτες, εκτός από τη Γαβαών, που την κατοικούσαν Ευαίοι. Όλες τις άλλες πόλεις τις κατέλαβαν με πόλεμο. 20 Κι αυτό, γιατί ο Κύριος επέτρεψε να σκληρυνθεί η καρδιά αυτών των λαών και να πολεμήσουν τους Ισραηλίτες. Αυτοί όμως τους εξόντωσαν χωρίς έλεος και τους αφάνισαν, όπως είχε διατάξει ο Κύριος τον Μωυσή.

Η «πρωτοβουλία» ανήκε στους Χαναναίους, που βάδιζαν μόνοι τους στο χαμό τους επιτιθέμενοι.

ΔΕΥΤΕΡΟΝΟΜΙΟΝ Β 30, Ο Σιχών όμως δεν μας άφησε να περάσουμε μέσα από τη χώρα του, γιατί ο Κύριος, ο Θεός σας, ενίσχυσε την άκαμπτη διάθεσή του και την αλύγιστη καρδιά του, για να παραδώσει σ’' εσάς τη χώρα του.

Δεν υπάρχει γενοκτονία˙ απλώς πόλεμος. Στο κάτω κάτω οι λαοί αυτοί ήταν οι πλέον αμαρτωλοί της Μέσης Ανατολής κι έπρεπε να εκδιωχτούν.

ΚΡΙΤΑΙ Α 6, Ο Αδωνί Βεζέκ [βασιλιάς της Βεζέκ] έφυγε για να σωθεί, αλλά τον καταδίωξαν, τον έπιασαν και του έκοψαν τα μεγάλα δάκτυλα των χεριών και των ποδιών του. 7 Τότε είπε ο Αδωνί Βεζέκ: «Εβδομήντα βασιλιάδες με κομμένα τα μεγάλα δάκτυλα των χεριών και των ποδιών τους μάζευαν ό,τι έπεφτε κάτω από το τραπέζι μου. Ό,τι έκανα, ο Θεός τώρα μου το ανταπέδωσε».

Πάντως πρέπει να τονίσουμε ότι ο Θεός έκανε διάκριση μεταξύ δίκαιων και άδικων των λαών αυτών:

ΙΕΡΕΜΙΑΣ ΙΗ’ 7, πέρας λαλήσω ἐπὶ ἔθνος ἢ ἐπὶ βασιλείαν τοῦ ἐξᾶραι αὐτοὺς καὶ τοῦ ἀπολλύειν, 8 καὶ ἐπιστραφῇ τὸ ἔθνος ἐκεῖνο ἀπὸ πάντων τῶν κακῶν αὐτῶν, καὶ μετανοήσω περὶ τῶν κακῶν, ὧν ἐλογισάμην τοῦ ποιῆσαι αὐτοῖς.

(Κάποτε εξαγγέλω για ένα έθνος ή βασίλειο ότι θα το ξεριζώσω, θα το ανασκάψω και θα το καταστρέψω. Αν το έθνος εκείνο, που εναντίον του μίλησα, αφήσει την κακία του, τότε θα αφήσω κι εγώ τις απειλές μου εναντίον του).

Α' ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ ΙΕ 2, «Τώρα θα τιμωρήσω τους Αμαληκίτες», λέει ο Κύριος των ισραηλιτικών δυνάμεων, «γι'’ αυτά που έκαναν στους Ισραηλίτες, να τους κλείσουν το δρόμο, όταν εκείνει έβγαιναν από την Αίγυπτο. 5 Ο Σαούλ οδήγησε το στρατό του στην πόλη των Αμαληκιτών κι έστησε ενέδρα στο φαράγγι. 6 Έπειτα έστειλε μήνυμα στους Κεναίους: «Φύγετε», τους έλεγε, «βγείτε απ’ την πόλη των Αμαληκιτών, για να μην έχετε την ίδια τύχη μ'’ αυτούς. Εσείς δείξατε καλοσύνη στους Ισραηλίτες, όταν εκείνοι έβγαιναν από την Αίγυπτο». Έτσι οι Κεναίοι έφυγαν από τους Αμαληκίτες. 7 Τότε ο Σαούλ χτύπησε τους Αμαληκίτες (...).

ΙΕΖΕΚΙΗΛ ΛΓ’ 1, Ο Κύριος μου είπε: 2 «Εσύ, άνθρωπε, μίλησε στους συμπατριώτες σου και θύμισέ τους τι συμβαίνει όταν εγώ φέρνω πόλεμο σε μια χώρα. Ο λαός της χώρας βάζουν για φύλακά τους έναν από τους συμπολίτες τους. 3 Όταν ο φύλακας δει τον εχθρό να έρχεται εναντίον τους θα ειδοποιήσει με τη σάλπιγγα το λαό. 4 Τότε, όποιος ακούσει τον ήχο της σάλπιγγας και δε λάβει τα μέτρα του, κι έρθει ο εχθρός και τον σκοτώσει, θα είναι ο ίδιος υπαίτιος για το θάνατό του, 5 γιατί ενώ άκουσε τη σάλπιγγα, δεν έλαβε τα μέτρα του. Αν προφυλαγόταν, θα γλίτωνε. 6 Αν όμως ο φύλακας δει τον εχθρό να έρχεται και δεν ειδοποιήσει με τη σάλπιγγα κι ο λαός δεν λάβει τα μέτρα του κι έρθει ο εχθρός και σκοτώσει κάποιον, αυτός θα θανατωθεί εξαιτίας της ανομίας του˙ εγώ όμως θα θεωρήσω υπεύθυνο τον φύλακα.

Έτσι, η αντίρρηση ότι μαζί με το «κακό έθνος» τιμωρούνταν και τα καλά μέλη του δεν ισχύει. Είναι πολύ πιθανό ότι τα «καλά μέλη ενός κακού έθνους» είχαν λάβει στα σοβαρά τα προμηνύματα της επερχόμενης τιμωρίας (όπως η Ραάβ και οι Κιναίοι) και είχαν διαχωρίσει τη θέση τους είτε φεύγοντας από τη χώρα είτε συμμαχώντας με τους Ισραηλίτες. Παρέμειναν και αντιστάθηκαν μόνο οι κακοί, αμαρτωλοί Χαναναίοι, που αψηφούσαν το Θεό και συνέχιζαν τις ειδεχθείς πράξεις τους. Για το θέμα αυτό κάνουμε λόγο στην 8η παράγραφο.

Μπορεί εδώ κάποιος να ισχυριστεί ότι είναι πολύ παράλογο το επιχείρημα ότι «έπρεπε να υπακούσουν οι Χαναναίοι και να φύγουν από τη χώρα τους, επειδή κάποιοι, οι Ισραηλίτες, ήρθαν ξαφνικά και ισχυρίζονταν ότι τους την έδωσε ο Θεός» κι ότι το πιο πιθανό είναι πως – ακόμη και οι καλοί Χαναναίοι θα αντιστέκονταν παρά θα υπάκουαν σε κάποιους τρελλούς που ισχυρίζονταν πως «ο Θεός τους έδωσε το δικαίωμα να πάρουν τη γη τους». Η αλήθεια είναι διαφορετική. Εκτός από τα σημάδια που προαναφέραμε, υπήρχε και η «διαμάχη των θεών» μέσω της οποίας μπορούσαν οι Χαναναίοι να διαπιστώσουν τη δύναμη του Θεού που βοηθούσε τον Ισραήλ. Κάθε αρχαία χώρα είχε το θεό προστάτη της. Η δύναμη κάθε χώρας ήταν ανάλογη της δύναμης του θεού προστάτη της. Έτσι, οι Χαναναίοι μπορούσαν να ξέρουν ότι αν σίγουρα οι χαναανιτικοί θεοί ήταν κατώτεροι των αιγυπτιακών θεών (διότι η Αίγυπτος μπορούσε άνετα να νικήσει τους Χαναναίους) και ταυτόχρονα οι αιγυπτιακοί θεοί ήταν κατώτεροι του ισραηλιτικού (αφού δεν κατάφεραν να εμποδίσουν τους Ισραηλίτες να φύγουν από την Αίγυπτο), τότε ο ισραηλιτικός Θεός ήταν ανώτερος από τους θεούς της Χαναάν κι επομένως δεν υπήρχε περίπτωση οι θεοί της Χαναάν να την υπερασπιστούν επιτυχώς κατά του Ισραήλ. Η λογική αυτή της «σύγκρουσης των θεών» σίγουρα φαντάζει σήμερα απλοϊκή, ωστόσο στην αρχαία εποχή ήταν πολύ διαδεδομένη και ήταν ένας τρόπος που χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι λαοί, για να διαπιστώσουν τη δύναμή τους έναντι άλλων λαών. «Αν έβγαιναν ηττημένοι, απέδιδαν την ήττα στους θεούς˙ τους καταλόγιζαν ότι δεν έκαναν σωστά το καθήκον τους σαν υπερασπιστές της πόλεως˙ έφθαναν κάποτε ώς το σημείο να γκρεμίσουν τους βωμούς και να λιθοβολήσουν τους ναούς τους (Σουητώνιου, Καλιγούλας, 5˙ Σενέκα, De vita beata, 36). Αν μια πόλη είχε νικηθεί, πίστευαν πως είχαν νικηθεί μαζί της και οι θεοί (Βιργίλιου, Αινειάδα, 1, 68)» (Fustel De Coulanges, Η αρχαία πόλη, εκδ. Ειρμός, σ. 236).

Υπάρχει το «αντιεξουσιαστικό» επιχείρημα ότι ο Θεός ήταν η πρόφαση των Ισραηλιτών ώστε να κατακτήσουν μια ξένη χώρα. «Μας διέταξε ο Θεός, δεν ήταν δική μας πρωτοβουλία». Η αλήθεια είναι διαφορετική. Ο λαός του Ισραήλ πριν την Έξοδο ήταν μια ομάδα ανθρώπων εξαιρετικά δειλών και γκρινιάρηδων, σύμφωνα τουλάχιστον με την Π.Δ., που ήθελαν να γυρίσουν πίσω, ως δούλοι των Αιγυπτίων. Έτσι, οι Ισραηλίτες δηλώνουν στο Μωυσή:

ΕΞΟΔΟΣ ΙΔ’ 11, «Δεν υπήρχαν τάφοι στην Αίγυπτο;» έλεγαν στο Μωυσή. «Γιατί μας έφερες να πεθάνουμε εδώ στην έρημο; Τί ήταν αυτό που μας έκανες να μας βγάλεις από την Αίγυπτο; 12 Δε σου τα εί‘χαμε πει εμείς όλα αυτά εκεί; Δε σου λέγαμε να μας αφήσεις στην ησυχία μας; Εμείς θέλαμε να δουλεύουμε στους Αιγύπτιους˙ προτιμότερο ήταν αυτό για μας, παρά να πεθάνουμε εδώ στην έρημο».

ΕΞΟΔΟΣ ΙΣΤ’ 2, Τότε ολόκληρη η ισραηλιτική κοινότητα άρχισε εκεί στην έρημο τα παράπονα ενάντια στο Μωυσή και στον Ααρών: 3 «Καλύτερα να μας είχε θανατώσει ο Κύριος στη Αίγυπτο», τους έλεγαν, «εκεί που είχαμε άφθονο το κρέας και χορταίναμε το ψωμί, παρά που μας το φέρατε εδώ στην έρημο, για να πεθάνει όλο αυτό το πλήθος από την πείνα».

ΕΞΟΔΟΣ ΙΖ’ 3, Αλλά ο λαός διψούσε όλο και περισσότερο και συνέχισαν να καταφέρονται ενάντια στο Μωυσή: «Τί μας ξεσήκωσες από την Αίγυπτο;» του έλεγαν. «Για να πεθάνουμε από τη δίψα εμείς και τα παιδιά μας και τα ζώα μας;»

ΑΡΙΘΜΟΙ ΙΔ 2, Παραπονιούνταν ενάντια στο Μωυσή και στον Ααρών, και τους έλεγαν: «Μακάρι να ‘είχαμε πεθάνει στη Αίγυπτο ή σ'’ αυτήν εδώ την έρημο. 3 Γιατί μας έφερε ο Κύριος σ’' αυτή τη χώρα; Για να σκοτωθούμε στον πόλεμο; Για να αιχμαλωτιστούν οι γυναίκες μας και τα παιδιά μας; Καλύτερα να γυρίσουμε στην Αίγυπτο!» 4 Κι έλεγαν μεταξύ τους: «Ελάτε να ορίσουμε έναν αρχηγό και να γυρίσουμε πίσω στην Αίγυπτο».

ΑΡΙΘΜΟΙ ΚΑ’ 5, Και να τα βάζουν με το Θεό και με το Μωυσή: «Γιατί μας βγάλατε από την Αίγυπτο;», του έλεγαν. «Για να πεθάνουμε στην έρημο; Ούτε ψωμί υπάρχει εδώ ούτε νερό, κι αηδιάσαμε πια αυτή την άθλια τροφή».

Ώστε και τότε, απ’ την αρχή, τους διέταζε ο Θεός, αλλά αυτοί αρνούνταν και ήθελαν να γυρίσουν πίσω˙ πώς γίνεται, τη στιγμή που ξέρουμε ότι εξαρχής απειθούσαν στις εντολές του Θεού που τους διέταζε να κατακτήσουν τη Χαναάν να εφηύραν το Θεό ως δικαιολογία; «Δικαιολογία ο Θεός», ενώ ταυτόχρονα καταγράφουν στην Παλαιά Διαθήκη την άρνησή τους να υπακούσουν στην εντολή Του για κατάκτηση της Χαναάν; Ακούγεται κάπως παράδοξο. Επίσης γνωρίζουμε ότι ο λαός του Ισραήλ φοβόταν τη στρατιωτική δύναμη των κατοίκων της Χαναάν (Δευτερονόμιον ζ’ 19). Ποιος ο λόγος να χρησιμοποιηθεί ως πρόφαση ο Θεός, τη στιγμή που οι Ισραηλίτες πρώτον συνεχώς απειθούσαν στον Θεό είτε λατρεύοντας άλλους θεούς (και η Π.Δ. δεν φοβάται να το αναφέρει) είτε παραπονούμενοι και δεύτερον φοβόντουσαν και τη σκιά τους και ήθελαν ακόμη και να επιστρέψουν ως δούλοι στην Αίγυπτο; Άλλωστε στην Π.Δ. ο Θεός συνεχώς λέει ότι δεν έδωσε τη Χαναάν στους Εβραίους λόγω της αρετής τους, αλλά λόγω της υπόσχεσής Του στον Αβραάμ και της ανάγκης τιμωρίας των Χαναναίων. 
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου