Παρασκευή 13 Σεπτεμβρίου 2013

Το περί απρόσωπου Θείου δόγμα των νεοπαγανιστών.

54. «Κάθε «πρόσωπο», είναι αξιωματικώς μικρότερο του όντως Όντος και υποχρεωτικώς «δρα», αντί απλώς να «είναι», εγγυώμενο λ.χ. στην περίπτωση των Θεών, την συνοχή και ευταξία ενός συστήματος που εδράζει στην ύπαρξή τους. Επιπροσθέτως, η ύπαρξη «ωπός» (όψεος) προϋποθέτει «όριο» (εξωτερικό δηλαδή «φλοιό» ασχέτως βαθμού υλικότητος) ενός υποχρεωτικώς επιμέρους όντος, καθώς και αλλότριο εξωτερικό χώρο για τη στάση άλλων εξωτερικών του επιμέρους όντων και τη θέαση του ως «Όψη», πράγμα βεβαίως άτοπο, αφού καθιστά τον Θεό μη άπειρο και μη πανταχού παρόντα. Ενώ οι αντιφατικοί θεολόγοι των ιουδαιογενών Θρησκειών υποχρεώνονται να θέσουν παραλόγως τον τάχα προσωπικό «Θεό» τους εκτός του εκδηλωθέντος Κόσμου, σε εμάς τους Εθνικούς, εξαιτίας αυτού του σαφούς απροσώπου τους, οι Θεοί μπορούν και διαχέονται στο όλον του όντως Όντος» (Β. Ρασσιάς, Διιπετές τ. 55, σ. 11).

Απάντηση:

Έχουμε να παρατηρήσουμε τα εξής:

1) η εξεπίτηδες προσθήκη «αξιωματικώς» στο «κάθε «πρόσωπο» είναι μικρότερο του όντως Όντος», δεν προκαθορίζει τίποτε, εφόσον μιλάμε για το Θεό κι όχι για θνητούς. Οι Νεοδωδεκαθεϊστές, θεωρούν πως το «Όντως Ον» είναι ο κόσμος, το σύμπαν. Όμως το σύμπαν δεν μπορεί να είναι το «Όντως Ον», διότι είναι φθαρτό κι έχει χρονική αρχή, όπως έχει αποδειχθεί. Επιπλέον, ο προσωπικός Θεός του Χριστιανισμού, άφθαρτος, άχρονος και δημιουργός του σύμπαντος, είναι ο μόνος Όντως Ων. (Όντως Ων, με την έννοια ότι είναι αυθύπαρκτος, επειδή το θέλει, κι όχι λ.χ. ότι ο υλικός κόσμος δεν είναι πραγματικός, αλλά φανταστικός.)

2) Ο προσωπικός Θεός δεν δρα (όντας πρόσωπο) «υποχρεωτικώς», αλλά μόνον ηθελημένα κι ελεύθερα, για τον απλό λόγο, ότι όντας ο Όντως Ων, δεν υποχρεούται ούτε εξαρτάται από τίποτε, με άλλα λόγια δεν του είναι τίποτε υποχρεωτικό, ακριβώς επειδή είναι Θεός˙ ούτε να δρα ούτε να είναι. Θέλει και δρα˙ θέλει να είναι, και γι' αυτό είναι. Αλλιώς, δε θα ήταν Όντως Ων, δηλαδή ανεξάρτητος. Άλλωστε, και οι «θεοί» δρουν, όπως δείχνει η μυθολογία, παρόλο που, σύμφωνα με τους Νεοδωδεκαθεϊστές, δεν είναι «πρόσωπα».

3) Για να μπορούν οι «θεοί» να εγγυώνται την συνοχή και την ευταξία του σύμπαντος, πρέπει να είναι ανώτεροι από αυτό, με άλλα λόγια, να μην εξαρτώνται από αυτό. Οι «θεοί», όμως, έχοντας γεννηθεί από το σύμπαν, είναι ολοφάνερο ότι εξαρτώνται από αυτό. Δεν μπορεί το κατώτερο δημιούργημα να συντηρεί το ανώτερο. Αφού για τους Νεοδωδεκαθεϊστές το «Όντως Ον» είναι το σύμπαν, τότε συνεπάγεται, ότι οι «θεοί», επειδή είναι τμήμα του Σύμπαντος, δηλαδή κατώτεροι του «όντως Όντος» Σύμπαντος, το οποίο «σε κάποια δεδομένη στιγμή το έβαλαν απλώς κάτω από τον έλεγχό τους», εξαρτώνται από αυτό κι όχι αυτό από αυτούς.

4) Η φιλοσοφική ανεπάρκεια των Νεοδωδεκαθεϊστών δεν έχει όρια και τους οδηγεί σε λάθος εκτιμήσεις για την έννοια του «προσωπικού» Θεού του Χριστιανισμού. Τι κάνουν αυτοί, όταν μιλάνε για το «πρόσωπο» και την «όψη»; Παίρνουν μια λέξη, η οποία για τους Χριστιανούς σημαίνει πάνω-κάτω «προσωπικότητα», χρησιμοποιούν την αρχαιοελληνική σημασία της («πρόσωπο»=μάσκα), αυτά όλα τα μπερδεύουν έπειτα με την σημερινή σημασία της («μούρη») και ύστερα, αυτό το δικό τους μπέρδεμα, το ποιος ισχυρίζεται τι, το καταλογίζουν στον Χριστιανισμό και στην άποψή του περί «προσώπου». Είναι, προφανώς, γελοίο, να καθορίζαμε τις θεολογικές έννοιες από την αρχική ετυμολογία τους.

5) Η ύπαρξη περισσότερων προσώπων εκτός από αυτό του Θεού δεν καθιστά το χριστιανικό Θεό «ατελή», μη πανταχού παρόντα και μη «άπειρο». Η διαφορά μεταξύ Θεού και κόσμου συμπεριλαμβανομένων και των άλλων προσώπων (ανθρώπων, αγγέλων κλπ) είναι διαφορά ουσίας. Εκεί έγκειται η «απειρότητα» (κι όχι στην «ποσότητα» και το... «μέγεθος» του Θεού) και η τελειότητά του. Αλλιώς, θα καταλήγαμε στο παράλογο, ότι για να είναι τέλειος ο Θεός, δεν θα έπρεπε να υπάρχει κανένα άλλο πρόσωπο που να τον «περιορίζει», του μειώνει το «άπειρο μέγεθος» και την ιδιότητά του ως «πανταχού παρών». Ως (το μόνο πραγματικά) Πνεύμα, ως υπερούσιος του κόσμου, ο προσωπικός Άκτιστος Θεός είναι έτσι κι αλλιώς πανταχού παρών, ακόμη και αν υπάρχουν άλλες (πολλές ή άπειρες) προσωπικότητες (αναγκαστικά) κατώτερης (αφού είναι Κτιστά όντα) ουσίας από τον ίδιο. Οι Νεοπαγανιστές εκλαμβάνουν την «απειρία» ως ζήτημα «(υλικού) χώρου, τον οποίον καταλαμβάνουν τα υπόλοιπα όντα». Όμως, ο προσωπικός Θεός, ως παντοδύναμος και υπερούσιος δεν νοιώθει «στενάχωρα» που υπάρχουν κι άλλα όντα. Αυτό θα συνέβαινε, αν υποθέταμε ότι υπάρχουν δύο Θεοί, ολόιδιοι μεταξύ τους. Δεν τίθεται ζήτημα «μεγέθους προσωπικότητας» ή «υλικού/πνευματικού χώρου, στον οποίο υπάρχουν οι προσωπικότητες» (ώστε, μόλις υπάρξει δεύτερη προσωπικότητα έτερη του Θεού, αυτομάτως ο Θεός να χάσει την απειροσύνη του), όπως πιστεύουν οι Παγανιστές. Και να επαναλάβουμε, ότι το Υπερούσιο δεν έχει να κάνει με κάποια «εξωκοσμικότητα», ότι υπάρχει ένας χώρος εκτός Σύμπαντος, από τον οποίο το παρατηρεί ο Θεός, ο οποίος γι' αυτόν τον λόγο αποκαλείται «εξωκοσμικός Θεός». Αυτά είναι υλιστικές, παχυλές πολυθεϊστικές αντιλήψεις, δημιουργήματα της ανθρώπινης διάνοιας, που αδυνατεί να συλλάβει την Ουσία του Θεού και θέτει το ζήτημα του υλικού τόπου ύπαρξής του. Ο Θεός ως υπερούσιος των κτιστών όντων είναι πανταχού παρών. Γνωρίζει τα πάντα για την προσωπικότητά τους, δίχως να συγχέεται μαζί τους, δίχως να ασφυκτιά ή να περιορίζεται εξαιτίας της.

6) Αντιθέτως, πρέπει να τονίσουμε ότι οι «θεοί» του πολυθεϊσμού κατά πρώτον δεν μπορούν να φροντίζουν για την συνοχή και ευταξία του Σύμπαντος, διότι ούτε είναι συναιώνιοι με αυτό ούτε δημιουργοί/γνώστες των νόμων που το διέπουν, και, κατά συνέπεια των δύο προηγουμένων, ούτε ισο-δύναμοι με αυτό, ώστε να το συντηρούν˙ κατά δεύτερον, αλλάζοντας μορφές μεταβάλλονται, πράγμα άτοπο για το Θείον, το οποίο είναι αμετάβλητο κι απαθές, όπως λέει ακόμη κι ο Πλάτωνας. Διότι, πηγαίνοντας από τη μία μορφή στην άλλη, οι θεοί είτε γίνονται καλύτεροι είτε χειρότεροι. Αλλά αν γίνονται χειρότεροι, τότε δεν είναι θεοί, ενώ αν γίνονται καλύτεροι, τότε δεν είναι αρκούντως καλοί ώστε να αποκαλούνται θεοί. Ο Πλάτων λέει, εις πείσμα των Νεοπαγανιστών: «κανείς λοιπόν ποιητής να μην τολμήση να μας λέγη, πως ξένη οι θεοί παίρνουν μορφή, σαν τάχα ξωμερίτες κι αλλιώτικοι, λογής κοπής, γυρνούν στις πολιτείες (Οδύσσειας ρ 485-486). Μήτε να μας ψευδολογά για τις μεταμορφώσεις του Πρωτέως και της Θέτιδος, μηδέ να μας παρουσιάζη στις τραγωδίες και σ' άλλα ποιήματα την Ήρα μεταλλαγμένη σε ιέρεια να μαζεύη ελέη για τα μακάρια τα παιδιά του ποταμού του Ινάχου (Αισχύλου, Ξάντρειαι) και άλλα πολλά τέτοια ψευτολογήματα να μας αραδιάζουν. Κι ας προσέξουν ακόμα κι οι μητέρες να μην τρομάζουν με τέτοια κακά παραμύθια τα παιδιά των, πως τάχα οι θεοί παίρνουν διάφορες ξένες μορφές και τριγυρνούν τις νύχτες» (Πολιτεία, 381 d-e). Με ειρωνία ο Πλάτων ρωτά τους πολυθεϊστές της εποχής του, τα ίδια θα ρώταγε και τους Νεοπαγανιστές που υποστηρίζουν ότι οι θεοί αλλάζουν μορφή και «διαχέονται»: «πιστεύεις τάχα πως ο θεός είναι κανένας μάγος, ώστε όπως του καταβαίνη στη φαντασία να παρουσιάζεται σε πολλές και διάφορες μορφές και άλλοτε να γίνεται άλλο και να μεταβάλλη το είδος του σε διάφορα σχήματα, άλλοτε πάλι ν' απατά τις αισθήσεις μας και να μας φαίνεται τέτοιος ή τέτοιος;» (Πολιτεία, 380d). Άλλα λένε οι Παγανιστές, άλλα ο Πλάτων (ότι οι θεοί δεν «διαχέονται» ούτε αλλάζουν μορφή). (Νεοπαγανιστικό) συμπέρασμα: ο Πλάτωνας είναι ανθέλληνας, αφού απορρίπτει την (ΜΙΑ και ΜΟΝΑΔΙΚΗ!) αρχαιοελληνική θεολογία της ΜΙΑΣ, ενιαίας παντοτινά, αρχαίας θρησκείας.

7) Τέλος, να σημειώσουμε ότι, εφόσον κι οι ίδιοι οι κακώς αυτοαποκαλούμενοι «Εθνικοί» παραδέχονται ως ιδιότητα του Θεού την απειροσύνη και το «πανταχού είναι» (να είναι πανταχού παρών), οι πολυθεϊστικοί «θεοί» δεν είναι θεοί, αφού ούτε πανταχού παρόντες ούτε άπειροι είναι ο καθένας.

8) Η όλη αντίληψη περί «απρόσωπων θεών» αντιτίθεται στην επιμονή, με την οποία οι «Εθνικοί» θεωρούν τη λατρεία προς αυτούς (με θυσίες κ.λπ) ως τρόπο «επικοινωνίας» μαζί τους. Εφόσον ο άνθρωπος είναι πρόσωπο, επικοινωνία νοείται μόνο με ένα άλλο πρόσωπο, άνθρωπο ή άλλο όν. Δεν λέμε π.χ. ότι «ο άνθρωπος επικοινωνεί με την καρέκλα». Αφού είναι απρόσωπες οι θεότητες, τι είδους επικοινωνία μαζί τους νοείται; Αφού είναι απρόσωποι οι θεοί, πώς αντιλαμβάνονται τη λατρεία των ανθρώπων προς αυτούς; Με ποιο τρόπο μυρίζουν το λιβάνι οι απρόσωποι θεοί; Και πώς ξέρουν ποιος το προσφέρει και ποιος δεν το προσφέρει ώστε να τιμήσουν ή να τιμωρήσουν αναλόγως; Και πώς μπορούν να τιμωρήσουν ή να ευεργετήσουν κάποιον, απλώς επειδή προσέφερε λιβάνι ή θυσία σ' αυτές, αφού υπόκεινται στους φυσικούς νόμους, οι οποίοι δεν αλλάζουν ούτε (σύμφωνα με τους «Εθνικούς») επηρεάζονται από προσευχές και λιβάνια; Είναι αδιανόητο μια απρόσωπη δύναμη να αντιλαμβάνεται πότε κάποιος προσεύχεται σ' αυτήν, πότε θυσιάζει σ' αυτήν. Εξάλλου, τι θα χάσει ο άνθρωπος, αν δεν λατρέψει τέτοιες φυσικές, απρόσωπες δυνάμεις, αφού αυτές δεν μπορούν να τον ακούσουν, να τον αντιληφθούν εάν δεν τις λατρεύει, εφόσον είναι απρόσωπες; Τίποτα, απλούστατα. Οι δυνάμεις της φύσης είναι απρόσωπες, άψυχες, αδιάφορες για τον άνθρωπο, είτε αυτός προσφέρει θυσία σε αυτές είτε όχι. Γι' αυτό και συμβαίνουν τα φυσικά καταστρεπτικά φαινόμενα: όσες προσευχές και να γίνουν προς αυτά, η καταστρεπτική μανία τους δεν θα κοπάσει. Και γιατί να λατρέψει κανείς στο πρόσωπο του Δία τον κεραυνό; Λατρεύει κανείς ένα τούβλο και του προσφέρει λιβάνι λέγοντας «σε λατρεύω τούβλο, γιατί εσύ κτίζεις τα σπίτια»; Αφού οι φυσικές δυνάμεις είναι απρόσωπες και δεν αισθάνονται τίποτα, ό,τι έκαναν το έκαναν ασυνείδητα δίχως καλή προαίρεση να βοηθήσουν π.χ τον άνθρωπο. Γιατί, αν είχαν «καλή προαίρεση», Απλούστατα δεν θα ήταν «απρόσωπες»! Όμως, αποτελεί ύψιστη ανοησία να τιμάς, να λατρεύεις κάποιον για μία πράξη του, την οποία αυτός έκανε αναγκαστικά (οι φυσικές δυνάμεις υπακούν αναγκαστικά στους φυσικούς νόμους) κι όχι ηθελημένα. Είναι σαν να έπραξαν ό,τι έπραξαν οι «φυσικές απρόσωπες δυνάμεις» αδιαφορώντας αν το πράττουν για χάρη ημών των ανθρώπων. Επειδή, όμως, αυτό συνεπάγεται ότι δεκάρα δεν δίνουν οι «απρόσωπες οντότητες», αν εμείς υπάρχουμε (διότι, αν έδιναν δεκάρα, δεν θα ήταν «απρόσωπες» οντότητες) ή δεν υπάρχουμε, και αυτές απλώς λειτουργούν αναγκαζόμενες (δλδ «δούλοι θεοί»), είναι ανόητο οι Νεοπαγανιστές να τις ευγνωμονούν. Όχι μόνο διότι αυτές δεν πράττουν ό,τι πράττουν με σκοπό να μας ευεργετήσουν, αλλά διότι δεν γνωρίζουν ούτε αντιλαμβάνονται, αν, πότε και ποιος τις «λατρεύει». Δεν τους αξίζει η ευγνωμοσύνη μας κι ούτε την αντιλαμβάνονται. Για να τελειώνουμε με τα πρόχειρα συρραμένα ιδεολογήματα των Νεοπαγανιστών, για δείξουμε πόσο ανόητη είναι η λατρεία άψυχων και ασυνείδητων μη όντων, στοιχειων της φύσης, φέρνουμε ως παράδειγμα τη φωτιά: αυτή θα κάψει ό,τι βρεί μπροστά της είτε θυσιάσουμε σ' αυτήν (τη θεά Εστία ή τον θεό Ήφαιστό) είτε όχι, γιατί απλούστατα η φωτιά είναι άψυχη «δύναμη» και όχι πρόσωπο, ώστε να λατρεύεται, να επηρεάζεται από προσφορές ή θυσίες, και αναλόγως να καίει ή να μην καίει ό,τι βρίσκει μπροστά της. Αντίθετα, η επικοινωνία με έναν προσωπικό Θεό έχει νόημα, γιατί δεν πρόκειται για στοιχεία της φύσης, αλλά για δημιουργό της φύσης, έλλογο και συνειδητό όν.

Οδηγώντας τη θρησκευτική αντίληψη και τη θεολογία σε τόσο χαμηλά επίπεδα, οι Νεοπαγανιστές, αγνοώντας τη διαφορά ανάμεσα σε έμψυχα «όντα» και σε άψυχα «πράγματα», μας πάνε πίσω στους ανθρώπους των σπηλαίων. Ίσως αυτοί ανήκουν εκεί.

Πηγή: Ενάντια στην αρχαιοπληξία

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου