Παρασκευή 15 Ιουλίου 2022

ΒΥΖΑΝΤΙΟ, 2ο.

67b ΓΙΑΤΙ ΥΠΟΤΙΜΗΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΗ ΔΥΣΗ ΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ;

Ο ιστορικός Otto Mazal γράφει (Byzanz und das Abendland, Wien 1981, s. 8,11): «οι ρίζες της αρνητικής τοποθέτησης των Δυτικών, που ήθελαν να βλέπουν τη βυζαντινή περίοδο μόνο ως μια διαρκή πορεία κατάπτωσης μετά την ένδοξη εποχή της ελληνορωμαϊκής αρχαιότητας, βρίσκονται στους χρονογράφους του Μεσαίωνα, για τους οποίους οι δυτικοί αυτοκράτορες ήταν οι νόμιμοι συνεχιστές του Imperium Romanum, ενώ το κατά την αντίληψη της Δύσης αιρετικό ανατολικό κράτος, είχε χάσει ως «βασίλειο των Γραικών» (Regnum Graecorum) την οικουμενικότητά του και είχε αποκλεισθεί από τη σκηνή της ιστορίας. Για πρώτη φορά η Βυζαντινολογία του παρόντος δείχνει και πάλι με σαφήνεια την μεγάλη κοσμοϊστορική σημασία του Βυζαντίου και δίνει ώθηση για μια αναθεώρηση» (Θ. Ν. Ζήση, Επομένοι τοις θείοις πατράσι. Αρχές και κριτήρια της Πατερικής Θεολογίας, εκδ. Βρυέννιος, σ. 88).

«Στην ονομασία της ΡΩΜΙΟΣΥΝΗΣ διαψεύστηκε και διαψεύδεται κάθε δυτική προσπάθεια να επικαλείται μια νεφελώδη «ελληνορωμαϊκή» κληρονομιά σαν υψηλή αποστολή της Δύσης. Η ύπαρξη της ΡΩΜΙΟΣΥΝΗΣ αποκαλύπτει την «Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία του Γερμανικού Έθνους» ως φάρσα και αποδείχνει ότι η Αναγέννηση τίποτα άλλο δεν αναγέννησε παρά ένα φάντασμα, που ούτε καν υπήρχε. Έτσι, η ύπαρξη της Ρωμιοσύνης βεβαιώνει ότι κάθε επίκληση της αρχαίας Ελλάδας, της αρχαίας Ρώμης, της Αυτοκρατορίας, του πολιτισμού, δεν ήταν τίποτα άλλο παρά η ιδεολογική συγκάλυψης κατακτητικών, αποικιοκρατικών δυναστικών προσπαθειών» (Lorenz Gyfmfrey, Η δύση της Δύσης, εκδ. Παπαζήση).

«Ο πολιτισμός μας δεν αναγνώρισε ποτέ επαρκώς το χρέος του στην Ανατολική Αυτοκρατορία. Αν δεν υπήρχε αυτό το μεγάλο ανατολικό οχυρό της χριστιανοσύνης, ποια τύχη θα είχε η Ευρώπη ενάντια στις στρατιές του βασιλιά της Περσίας τον 7ο αιώνα ή ενάντια σε αυτές του χαλίφη της Βαγδάτης τον 8ο; Ποια γλώσσα θα μιλούσαμε σήμερα και ποιο Θεό θα λατρεύαμε; Στο πολιτισμικό επίπεδο, επίσης, το χρέος μας είναι μεγάλο. Μετά τις βαρβαρικές εισβολές και την πτώση του Αυτοκράτορα της Ρώμης, τα φώτα της μάθησης είχαν σχεδόν σβήσει στην Δυτική Ευρώπη, εκτός από μερικά μοναστηριακά καντηλάκια που τρεμόσβηναν. Στις όχθες όμως του Βοσπόρου αυτά τα φώτα εξακολουθούσαν να λάμπουν και η παλαιά κλασσική κληρονομιά διατηρούνταν. Πολλά από αυτά που ξέρουμε για την αρχαιότητα ειδικά για την ελληνική και την ρωμαϊκή φιλολογία και τη ρωμαϊκή νομοθεσία θα είχαν χαθεί παντοτινά αν δεν υπήρχαν οι λόγιοι και οι αντιγραφείς της Κωνσταντινούπολης» (J. J. Norwich, Σύντομη Ιστορία του Βυζαντίου, εκδ Γκοβόστη, Δ'’ εκδοση, 1997, σ. 43).

67c ΑΝΑΙΡΕΣΗ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΗ ΕΛΛΗΝΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ

Τα ελληνικά έγιναν γλώσσα επίσημη ήδη από τον 5ο μ.Χ. αιώνα και ήταν εξαρχής η κύρια γλώσσα της Εκκλησίας (στην Ανατολή η μοναδική) και η μόνη γλώσσα όλων των Οικουμενικών Συνόδων ήδη από την 1η Οικουμενική (325 μ.Χ.). Ο βασιλιάς-αρχέτυπο για τους Ρωμηούς στο Βυζάντιο δεν ήταν κανένας Αρχαίος Ρωμαίος αυτοκράτορας (π.χ. Μάρκος Αυρήλιος του οποίου τα γενέθλια τιμούν οι νεοπαγανιστές), αλλά ο Αρχαίος Έλληνας Μέγαλέξανδρος. Αλλά ο Μεγαλέξανδρος είναι «αλαζόνας», «υπέρφρων», άρα «ντροπή» για το έθνος μας, αφού ήταν κι η αιτία της καταστροφής της «Πατρώας Λατρείας», σύμφωνα με τους νεοπαγανιστές.

Όσο για το γνωστό επιχείρημα, πως το Βυζάντιο δεν ήταν ελληνικό επειδή οι πολίτες του λεγόντουσαν «Ρωμαίοι» κι όχι «Έλληνες», αυτό είναι επιχείρημα για κλάματα. Αφού και οι πρόσφατοι, άμεσοι πρόγονοι μας, της τουρκοκρατίας, ούτε κι αυτοί αυτοαποκαλούνταν «Έλληνες». Λεγόντουσαν Ρωμηοί, δηλαδή Ρωμαίοι. Μήπως οι νεοπαγανιστές και λοιποί «αρχαιολάτρες» θα αρνηθούν και στους Ρωμηούς, στους άμεσους μεταβυζαντινούς προγόνους όλων μας (1453-1821), την ελληνική ιδιότητα, επειδή δεν αυτοαποκαλούνταν «Έλληνες», αλλά «Ρωμηοί»; Διότι άμα οι Βυζαντινοί δεν ήταν Έλληνες επειδή δεν αυτοαποκαλούνταν «Έλληνες», με τη ίδια συλλογιστική δεν είναι Έλληνες ούτε οι πρόγονοι μας ώς το 1821, διότι ουδέποτε ο λαός αυτοαπεκλήθη Έλληνας.

Είναι αβάσιμο να πιστεύει κανείς ότι υπήρξε ελληνικό έθνος εντός της βυζαντινής αυτοκρατορίας και ταυτόχρονα ότι αυτοί οι παράξενοι, οι εκ του μηδενός υπάρξαντες από το 330 μ.Χ. και μετά, «Βυζαντινοί» δεν ήταν Έλληνες. Ελληνόφωνοι και μη πληθυσμοί μετακινήθηκαν από Βαλκάνια σε Μικρά Ασία κι αντίστροφα, δεκάδες φορές τόσο πριν όσο και μετά το 1453, κι εξελληνίστηκαν (οι μη Έλληνες). Μπορεί να ήταν πολυεθνική η Ρωμανία, ωστόσο λόγω της ελληνορωμαϊκής κουλτούρας της οι πληθυσμοί που ήταν στα νότια Βαλκάνια και την Μικρασία, είτε ήταν εξαρχής Έλληνες είτε εξελληνίστηκαν, κατά τον ίδιο τρόπο που εξελληνίστηκαν οι κάτοικοι της ενδότερης Μικράς Ασίας κατά τους ελληνιστικούς χρόνους. Και η βρετανική αυτοκρατορία πολυεθνική ήταν (Άγγλοι, Ουαλλοί, Σκωτσέζοι, Ινδοί, κ.ά.), αλλά το αγγλικό στοιχείο κυριαρχούσε πολιτισμικά και πολιτικά. Και οι ΗΠΑ είναι πολυφυλετικές, αλλά όλοι όσοι εγκαθίστανται εκεί αμερικανοποιούνται, παύουν να είναι ελληνικής, τουρκικής, γαλλικής, ιταλικής, πολωνικής συνείδησης. Το να πει κανείς ότι οι Βυζαντινοί δεν ήταν Έλληνες ισοδυναμεί με το να χαρακτηρίζονται οι Μικρασιάτες, οι Πόντιοι και οι Ανατολικοθρακιώτες του 1922 ως μη Έλληνες. Διότι όλοι αυτοί είναι (όπως και οι κάτοικοι της ηπειρωτικής Ελλάδας) απόγονοι των Βυζαντινών.

«Τονίζουν μερικοί συχνά ότι οι Αρμένιοι ή οι εκπρόσωποι άλλων εθνικοτήτων έφτασαν στα υψηλότερα κρατικά αξιώματα ή ότι ανέβηκαν ακόμα και στον αυτοκρατορικό θρόνο. Και θέλουν με αυτόν τον τρόπο να διατρανώσουν την συμβολή της μιας ή της άλλης εθνικότητας στη ζωή και τη διαμόρφωση του βυζαντινού κράτους. Ασφαλώς δεν πρέπει να παραβλέπουμε ή να υποτιμούμε το ρόλο που έπαιξαν άλλες εθνότητες στη ζωή του κράτους. Δεν πρέπει, όμως, και να παραβλέψουμε το γεγονός ότι πρέπει να ιεραρχηθεί η προσφορά τους. Και στην ιεράρχηση αυτήν προβάλλει επιβλητικά η προσφορά του ελληνισμού και της ελληνικής παιδείας. Εκτός, όμως, απ' αυτό πρέπει να αναγνωριστεί ένα γεγονός που κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί: όσο οι διάφοροι λαοί αποκτούσαν συνείδηση του εαυτού τους, τόσο αποχωρίζονταν λίγο λίγο από το κράτος. Η ενίσχυση της εθνικής συνείδησης, λέει ο H. Bengtson (Geschichte, 547) μιλώντας για τις Ν.Α. και τις αιγυπτιακές περιοχές του πρωτοβυζαντινού κράτους, συνοδευόταν από οπισθοδρόμηση του ελληνισμού και κυριότερα της ελληνικής παιδείας στις περιοχές αυτές» (Ι. Καραγιαννόπουλου, Ιστορία του Βυζαντινού Κράτους, εκδ. Βάνιας, σ. 57).

«Αλλά οι Αρμένιοι, οι σημαντικότεροι από τους «ξένους» που ανήλθαν στον βυζαντινό θρόνο, αν και σε ποικίλλοντα βαθμό προσηλωμένοι στους εθνικούς τους χαρακτήρες, έδρασαν ως Βυζαντινοί και όχι ως Αρμένιοι και στις κυριότερες εκφάνσεις του έργου τους θα ήταν αδύνατον να απομονωθούν σημαντικά πολιτιστικά στοιχεία, αρμενικής μάλλον παρά βυζαντινής προελεύσεως. Με τον ίδιο τρόπο, όταν βυζαντινοί τεχνίτες υιοθετούσαν διακοσμητικά στοιχεία αρμενικής, αραβικής ή περσικής προέλευσης, το τελικό έργο τέχνης δεν αποκτούσε εξ αιτίας αυτού αρμενικό, αραβικό ή περσικό χαρακτήρα, αλλά παρέμενε βυζαντινό ως προς το πνεύμα και την εκτέλεση» (Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτικής Αθηνών Α.Ε., τ. Ζ’, σ. 309).

Αμφισβητείται η ελληνικότητα της Ρωμανίας λόγω της μη ελληνικής καταγωγής αρκετών αυτοκρατόρων. Αυτή η αμφισβήτηση είναι αβάσιμη. Πρώτον, αν το Ελληνικό Βασίλειο επί Γερμανού Όθωνα (1833-1864), που ήταν ενίοτε και δίγλωσσο (γερμανικά και ελληνικά) ή το ελληνικό βασίλειο επί της δανέζικης δυναστείας των Γλύξμπουργκ (1864-1924 και 1935-1974) θεωρείται ελληνικό, τότε πώς πάντοτε ελληνόφωνη Ρωμανία ήταν μη ελληνική; Δεύτερον, αυτή η αμφισβήτηση βασίζεται σε μια αρρωστημένη νοοτροπία: «δεν είναι ελληνικό ό,τι είναι πέραν των σημερινών συνόρων της Ελλάδας». Τρίτον, η καταγωγή δεν παίζει ρόλο. Όλοι σχεδόν (εκτός από τους πρώτους λατινόφωνους) οι αυτοκράτορες ελληνοφωνούσαν (πριν ενθρονιστούν), κανείς δεν ενήργησε ως Ισπανός ή ως Αρμένιος ή ως... Ρουμάνος. Όπως κι οι διαφορετικής φυλετικής καταγωγής πρόεδροι, υπουργοί, βουλευτές των ΗΠΑ δεν παύουν να δρουν υπέρ των αμερικανικών συμφερόντων (και δεν δρουν π.χ. οι αφροαμερικάνοι υπέρ της Αφρικής ούτε οι κινεζοαμερικάνοι υπέρ της Κίνας ούτε οι δανοαμερικάνοι υπέρ της Δανίας), έτσι και οι αυτοκράτορες κατείχαν (και το γνώριζαν αυτό) το θρόνο της ελληνορωμαϊκής αυτοκρατορίας, όχι της... Αρμενίας ή της Ισπανίας, και δρούσαν υπέρ των συμφερόντων της κι όχι υπέρ του... δακικού έθνους (Δακοί, πρόγονοι των Ρουμάνων, Δακία ή Dacia). Άλλωστε, τότε υπήρχαν μόνο «Ρωμαίοι». Και οι Ρωμαίοι ήταν εξελληνισμένοι. Τέταρτον, η πολιτιστική συνεισφορά Δακών, Ιβήρων κλπ, είναι ανύπαρκτη. Μόνο εκλατινισμένοι (και αργότερα εξελληνισμένοι) καταλάμβαναν τον θρόνο. Κι αυτό διότι λ.χ. ένας αμαθής βάρβαρος που δεν είχε ενταχθεί στην πολιτικο-στρατιωτική ιεραρχία της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (και κατά συνέπεια δεν είχε εκλατινιστεί-εξελληνιστεί) δεν γινόταν με κανέναν τρόπο αποδεκτός ως υπερασπιστής της αυτοκρατορίας, ανεξάρτητα του αν καταγόταν από τόπο που όντως ανήκε στην αυτοκρατορία. Οι αρχαιολάτρες έχουν φτάσει στο σημείο να ισχυρίζονται ότι «στο Βυζάντιο υπήρξε ιδιαίτερη μέριμνα να μην υπάρξη ποτέ ελληνικής καταγωγής αυτοκράτωρ» (Π. Κουβαλάκης, Δαυλός, τ. 236-237, σ. 15246). Φυσικά, πρόκειται περί ανυπόστατων ισχυρισμών, που αποδεικνύουν την μισαλλοδοξία των αρχαιολατρών. Τί υπονοούν άραγε οι αρχαιολάτρες, με το «ιδιαίτερη μέριμνα»; Ότι υπήρξε κάποιος συγκεκριμένος νόμος του βυζαντινού κράτους που απαγόρευε την ενθρόνιση Ελλήνων; Μήπως κανένας θεσμός; Κάποια άγραφη παράδοση; Τίποτα έκτακτα μέτρα (π.χ. επέμβαση του στρατού), κάθε φορά που επρόκειτο να αναρριχηθεί Έλληνας στον θρόνο; Απολύτως τίποτε από όλα αυτά δεν υπήρξε. Παραμύθια κατασκευασμένα από ανθρώπους που αγνοούν την βυζαντινή ιστορία. Η γνωστή τακτική των αρχαιολατρών ξεσκεπάζεται: πετούν μια ατεκμηρίωτη κουβέντα, μια αντιβυζαντινή κατηγορία, κι αφήνουν να αιωρείται και να διαδίδεται η συκοφαντία. Ο Τιβέριος (578-582) αποκαλείται από τον Άραβα Αμπούλ Φαράγκ «πρώτος Έλληνας βασιλιάς». Ο Μαυρίκιος (582-602) αποκαλείται από τον Λατίνο Παύλο Διάκονο «Έλληνας βασιλιάς». Η Θεοδώρα, η σύζυγος του Ιουστινιανού, ήταν Κύπρια.

«Στο σύνολο των διάφορων λαών που αποτελούν το Βυζάντιο πρέπει να ξεχωρίσουμε εκείνους που το διαποτίζουν πολιτιστικά από εκείνους που γεωγραφικά μονάχα ανήκουν σε αυτό. Να βάζουμε σε ίση μοίρα τους Έλληνες και τους άξεστους χωριάτες της Ισαυρίας ή τους φελάχους της ερήμου ή ακόμη τους Σύρους και τους Αρμένιους και να λέμε πως Βυζάντιο είναι η συνισταμένη των λαών αυτών, είναι ισχυρισμός πλανεμένος και αστήριχτος» (Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, εκδ. Πανεπιστημίου Καίμπριτζ, ελλ. εκδ. Μέλισσα, σ. 1, 2). Άρα τα επιχειρήματα ότι επειδή στο βυζαντινό κράτος ζούσαν κι άλλοι λαοί, αυτό ήταν μια... μακεδονική σαλάτα, είναι αβάσιμα. Από μόνη της η ύπαρξη πολλών λαών, ειδικά μικρότερων λαών και κατοικούντων στην περιφέρεια ενός κράτους, όπως οι Αρμένιοι στα Β.Α. του Βυζαντίου, οι Σύριοι στα Ν.Α., οι Σλαβο-Βούλγαροι στα Βόρεια – δεν λέει τίποτε κατά της κεντρικής εθνικής και διακρινόμενης από τις άλλες πολιτισμικής κι εθνικής ταυτότητας του κράτους. Μόνο αν ήταν ίση σε επιρροή, η αρμενική ή η σλαβική κουλτούρα με την ελληνορθόδοξη, και μόνο αν οι Αρμένιοι ή οι Σύριοι ή οι Σλάβοι ήταν ίσοι πληθυσμιακά με τους ελληνικούς πληθυσμούς της Ελλάδας και της Μ. Ασίας, θα μπορούσαμε να μιλάμε για μη ελληνικό, πολυεθνικό Βυζάντιο. Όπως υπάρχουν εθνικές μειονότητες (μετανάστες κ.ά.) σε χώρες όπως η Γαλλία, η Αγγλία, οι ΗΠΑ, αυτό δε σημαίνει ότι αυτές είναι δίχως εθνική συνείδηση πολυεθνικές χώρες, ένας χυλός δίχως «εθνική» και πολιτισμική συνείδηση. Ερχόμενος ο καθένας στο Βυζάντιο εξελληνιζόταν˙ πηγαίνοντας κανείς στις ΗΠΑ εξαμερικανίζεται˙ στην Γαλλία εκγαλλίζεται. Το ότι ένας λαός αλλάζει θρησκεία ή πολιτικό σύστημα δεν σημαίνει ασφαλώς ότι δεν είναι πλέον ο ίδιος λαός, ή ότι έχει εκφυλιστεί.

Γιατί να μην είναι το Βυζάντιο ελληνικό λοιπόν; Αφού: 1) Έχει την ίδια γλώσσα με μας τους Νεοέλληνες, 2) την ίδια θρησκεία με εμάς τους Νεοέλληνες, 3) βρίσκεται στην ίδια τοποθεσία με εμάς τους Νεοέλληνες. 4) Είναι οι βιολογικοί πρόγονοί μας. 5) Έχουμε, οι Νεοέλληνες, την συνείδηση ότι από αυτούς καταγόμαστε, όσο κι αν ελάχιστοι δεν την έχουν. Θα αντιπούν οι νεοπαγανιστές «δεν είχε ελληνική συνείδηση, δεν ήταν Ελλάδα». Γιατί, υπήρχε μήπως κράτος με το όνομα Ελλάδα στην αρχαιότητα; Όχι βέβαια. Άρα δεν υπήρχαν κι Έλληνες; Και οι Ρωμηοί ώς το 1821 πρόγονοί μας που δεν είχαν (ο λαός) συνείδηση ελληνική δεν ήταν Έλληνες; (Εδώ ο συγγραφεύς του παρόντος έργου κάνει μεγάλο λάθος, οι Έλληνες επί τουρκοκρατίας είχαν απολύτως ελληνική συνείδηση συνυφασμένη με την ορθόδοξη πίστη τους, γι' αυτό όποιος Έλληνας γινόταν δια της βίας συνήθως ή και εκουσίως μουσουλμάνος, τον έλεγαν Τούρκο και ότι ''τούρκεψε'', δεν τον έλεγαν Έλληνα μουσουλμάνο. Υπάρχουν πολλά γράμματα αιχμαλώτων, στα οθωμανικά καράβια, Ελλήνων προς τις συζύγους τους τα οποία αποδεικνύουν ότι οι Έλληνες απ' το 1453 μέχρι το 1821 είχαν απολύτως ελληνική συνείδηση). Φυσικά και ήταν. Άρα γιατί οι Ρωμηοί του Βυζαντίου να μην είναι Έλληνες ενώ αυτοί που έζησαν λίγο πριν το 1821 (π.χ. το 1700) να είναι; Αφού τα έθιμα των πριν το 1821 κατάγονται και είναι τα ίδια με αυτά των Βυζαντινών. Αφού οι Έλληνες Ρωμηοί του 1700 κατάγονται από τους Βυζαντινούς Ρωμηούς. Γιατί οι πρώτοι να είναι Έλληνες και οι δεύτεροι να μην είναι; Θα πουν το επιχείρημα πως οι Βυζαντινοί δεν είχαν την ίδια θρησκεία με τους αρχαίους Έλληνες. Δηλαδή οι άθρησκοι Γερμανοί δεν είναι πλέον Γερμανοί; Οι Βουδιστές Ιρλανδοί δεν είναι Ιρλανδοί; Οι άθεοι Αμερικάνοι δεν είναι Αμερικάνοι; Τί τερατώδη θεοκρατική σκέψη έχουν τελικά ακριβώς αυτοί που οδύρονται για την Ορθοδοξία του Βυζαντίου.

Ένα άλλο επιχείρημα κατά του Βυζάντιου είναι ότι οι εθνικά Έλληνες ήταν υπόδουλοι στους Βυζαντινούς. Με αυτόν τον τρόπο διαχωρίζεται τεχνητά ο «υπόδουλος» λαός του κράτους (Έλληνες) από την ηγεσία του κράτους (Βυζαντινοί). Αυτό το επιχείρημα είναι αβάσιμο: Η ηγεσία του Βυζαντίου προέρχονταν από το λαό διότι δεν υπήρχε φράγμα που να εμπόδιζε κανέναν να γίνει αυτοκράτωρ. Πάμπολλοι βασιλείς προέρχονταν από αγροτικές οικογένειες, λαϊκές. Άρα λαός και ηγεσία στο Βυζάντιο είναι κοινής εθνικής καταγωγής, και η άποψη ότι «Βυζαντινός» σημαίνει μόνο τον άρχοντα του Βυζαντινου κράτους ενώ ο λαός ήταν «υπόδουλος» είναι παραμύθι. Όλοι Ρωμηοί αισθάνονταν στο Βυζάντιο, λαός και ηγέτες. Τί θα μας πουν οι νεοπαγανιστές, ότι το 1453 πολεμούσε η ηγεσία των «Βυζαντινών» ενώ οι κάτοικοι της Κωνσταντινούπολης, που δήθεν ήταν υπόδουλοι Έλληνες στους Βυζαντινούς, δεν πολεμούσαν; Τί θα πούνε οι νεοπαγανιστές, ότι οι κάτοικοι (ο απλός λαός) της Κωνσταντινούπολης στα 1460 ήταν πλέον Έλληνες, ενώ στα 1360 ο λαός της ίδιας πόλης ήταν «Βυζαντινοί» μη Έλληνες;

Οι νεοειδωλολάτρες υποστηρίζουν πως κατά τη βυζαντινή εποχή ελληνικότητα δεν θα έβρισκε κανείς στο Παλάτι ή το Πατριαρχείο ή την Αυλή και το επίσημο Βυζάντιο, αλλά μόνο στους διάσπαρτους ελληνικούς πληθυσμούς που διατηρούσαν ασυνείδητα κάποια κλασσικά και παγανιστικά στοιχεία, και μόνο ως λαογραφικός κι όχι ως εθνολογικός μπορεί να χρησιμοποιηθεί ο όρος βυζαντινός ελληνισμός. Όμως αυτή η άποψη αποδεικνύεται αστήρικτη. Κατ' αρχήν, όπως έχει αποδειχθεί και λεχθεί παραπάνω, δεν υπήρχε κάποιος διαχωρισμός μεταξύ των ελληνικών πληθυσμών πόλεων και χωριών και των ανθρώπων του Παλατιού ή του πατριαρχείου. Οποιοσδήποτε ήθελε και είχε τα προσόντα, μπορούσε να γίνει, όπως είπαμε, αυτοκράτορας ή πατριάρχης, να ανέβει όλην την κλίμακα των κρατικών ή των εκκλησιαστικών αξιωμάτων. Συνεπώς, ίδιοι ήταν οι άνθρωποι που ήταν εκτός Παλατιού, ίδιας εθνικότητας με αυτούς που ήταν κι εντός του Παλατιού. Τί γινόταν λοιπόν, ώστε να ισχύει η άποψη των Ν/Π, ότι στο «επίσημο Βυζάντιο» (Παλάτι και στο Πατριαρχείο-Εκκλησία και αλλού) δεν υπήρχε ελληνικότητα-ελληνισμός-ελληνικό έθνος; Μόλις οι ίδιοι άνθρωποι (Έλληνες) περνούσαν την πύλη του Παλατιού ή του Πατριαρχείου, έχαναν την ελληνικότητά τους (με οποιαδήποτε μορφή κι αν την είχαν αυτήν, προ της εισόδου τους στο Παλάτι) και γινόντουσαν «Βυζαντινοί»; Μυστηριώδη πράγματα, λοιπόν, πάθαινε κάθε Έλληνας μόλις περνούσε τις πύλες του επίσημου Βυζαντίου και γινόταν τμήμα του! Το «επίσημο Βυζάντιο» ήταν στα χέρια, ήταν το ίδιο ταυτισμένο με αυτούς που ξεκινούσαν άσημοι και έφταναν στη δόξα καταλαμβάνοντας θέσεις κι αξιώματα. Θα μιλήσουν οι νεοπαγανιστές περί «γενίτσαρων» παρομοιάζοντας την κατάσταση με τους εξισλαμισμένους που γίνονταν Οθωμανοί αξιωματούχοι. Πάλι ανιστόρητο λάθος είναι κι αυτό. Οι άνθρωποι που αποκτούσαν τα αξιώματα του Βυζαντίου, στο Παλάτι και στην Εκκλησία, δεν άλλαζαν τίποτε (γλώσσα, θρησκεία, συνείδηση, έθιμα κ.ά.) από την (προ της εισόδου τους στο π.χ. Παλάτι) ταυτότητά τους, όπως άλλαζαν αυτοί που εξισλαμίζονταν (θρησκεία, έθιμα και εθνική ταύτιση). Παρέμεναν οι ίδιοι, όμοιοι με τους υπόλοιπους του «μη επίσημου Βυζαντίου». Ομοεθνείς τους. Γι' αυτό και όση ελληνικότητα υπήρχε στους ελληνικούς πληθυσμούς της Αυτοκρατορίας, η ίδια υπήρχε και στο επίσημο Βυζάντιο.

Πάντως, αντίθετα από τους νεοειδωλολάτρες, οι ειδωλολάτρες ελληνικής ή άλλης καταγωγής του 3ου, 4ου και 5ου αιώνα ουδέποτε θεώρησαν το «Βυζάντιο» ως κάτι ξένο, ως ξένη εξουσία. «Πατρίδα» αποκαλεί την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ο Κέλσος. Κανένας Λιβάνιος, κανένας υπερ-Έλλην Ιουλιανός δεν έκανε λόγο για «υποδουλωμένο ελληνικό έθνος στους Ρωμαίους». Αυτά είχαν ξεχαστεί, 600 χρόνια μετά. Άρα οι νεοπαγανιστές έχουν διαφορετική αντίληψη των πραγμάτων από τους Εθνικούς ακόμη και σε αυτό το σημείο.

Όσο κι αν οι εθνικιστές αρχαιολάτρες και οι νεοπαγανιστές το αρνούνται, σε όλη αυτήν την καθαρολαγνεία που τους διακρίνει βρίσκεται ο ρατσισμός, με την έννοια ότι υπάρχει κάτι το καθαρό, το οποίο με την πάροδο του χρόνου εκφυλίζεται και στο οποίο πρέπει να επιστρέψουμε για να σωθούμε.

Μία άλλη ιστορική πλάνη των Ν/Π είναι, πως ώς το 1453 υπήρχαν νωθροί Βυζαντινοί, ενώ μετά το 1453 που πέθανε το Βυζάντιο ξαναγεννήθηκαν ρωμαλέοι κι ακμαίοι Έλληνες και Ελληνισμός. Η άποψη αυτή στοχεύει να «αποδείξει» ότι οι Βυζαντινοί δεν είχαν ελληνικότητα. Όμως, ο ιστορικός Α. Βακαλόπουλος (Η πορεία του Γένους, σ. 12) γράφει: «Η πιο αφελής ασφαλώς αντίληψη είναι ότι με την άλωση της Κωνσταντινούπολης λήγει ο μεσαιωνικός ελληνικός κόσμος και ότι από την επαύριο, δηλαδή από τις 30 Μαΐου 1453, αρχίζει ο νέος ελληνισμός». Ο Ν. Σβορώνος λέει «Δεν μπόρεσα να κάνω ποτέ μου το διαχωρισμό ανάμεσα στο Βυζάντιο και τον νέο ελληνισμό» (Κ. Θ. Δημαρά και Νίκου Σβορώνου, Η μέθοδος της ιστορίας, εκδ. Άγρα, σ. 104).

Συνεπώς οι κύριοι λόγοι που οι «Βυζαντινοί» ήταν Έλληνες είναι:

1) η κοινότητα γλώσσας, θρησκείας, τόπου και καταγωγής μεταξύ Νεοελλήνων και «Βυζαντινών»,

2) η κοινή συνείδηση τόσο των Αγωνιστών του 1821, όσο και των σημερινών Νεοελλήνων ότι οι «Βυζαντινοί» είναι οι «αείμνηστοι πρόγονοι τους»,

3) η απουσία διαχωριστικής γραμμής μεταξύ λαού και αρχόντων στο Βυζάντιο, δηλαδή το ελεύθερο να παίρνει οποιοσδήποτε άνθρωπος του λαού οποιαδήποτε κρατικά αξιώματα, πράγμα που καταρρίπτει την αστεία θεωρία πως μόνον οι άρχοντες ήταν Βυζαντινοί ενώ ο λαός ήταν υπόδουλος, Έλληνες, και διαφορετικής εθνικότητας από τους «Βυζαντινούς άρχοντες», και πως υπήρχε τάχα κλειστή κάστα κάποιων ξένων «Βυζαντινών». 
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου