Τρίτη 21 Ιουνίου 2022

ΕΚΚΛΗΣΙΑ, ΕΛΛΗΝΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ 1821, 2ο.

63. "Αυτή η ανόητη ταύτιση ελληνισμού και χριστιανισμού αποτέλεσε ένα μεγάλο εθνικό έγκλημα, γιατί έθεσε εκτός εθνικού κορμού εκατομμύρια Ελλήνων που έτυχε να έχουν άλλη θρησκεία".

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Είναι αστεία και μόνο η σκέψη ότι ο Χριστιανισμός έθεσε εκτός Ελληνισμού τους αλλόδοξους Έλληνες. Κατά τον 4ο μ.Χ. και αργότερα, όλοι οι Έλληνες ήταν Ρωμαίοι πολίτες. Κατά την εισβολή των Τούρκων στην Μικρά Ασία τον 11ο αιώνα, όσοι εξισλαμίζονταν, πήγαιναν με το μέρος των Τούρκων, χωρίς να τους θέτει εκτός Ελληνισμού ο Χριστιανισμός, διότι εξισλαμιζόμενοι υποχρεούνταν να συμμετέχουν στις πολεμικές εκστρατείες των Τούρκων κατά των πρώην ομοεθνών τους. Όσο για την Τουρκοκρατία και την Επανάσταση του 1821, πάλι δεν έθεσε ο Χριστιανισμός κανέναν εκτός Ελληνισμού˙ μόνοι τους οι εξισλαμισμένοι προσχωρούσαν στο στρατόπεδο του κατακτητή. Στην επανάσταση του 1821 δεν έλαβαν μέρος ποτέ οι ελληνόφωνοι εξισλαμισμένοι της ηπειρωτικής Ελλάδας. Μόνο οι ορθόδοξοι. Αυτό δείχνει ποιοί ένοιωθαν τον εαυτό τους Έλληνα και ποιοι όχι. Άλλωστε η ίδια η σημασία της λέξης «τουρκεύω» ήταν «εξισλαμίζομαι». Δεν συναντάμε τη λέξη «εξισλαμίζομαι», αλλά «τουρκεύω» στα κείμενα της Τουρκοκρατίας. Σύμφωνα με το κριτήριο του νεοελληνικού λαού, λοιπόν, όποιος γινόταν μουσουλμάνος, είχε «τουρκέψει»˙ είχε γίνει Τούρκος. Είχε πάψει να είναι Έλληνας.

Οι νεοπαγανιστές και οι άθεοι αρχαιολάτρες ισχυρίζονται ότι στην Ελληνική Επανάσταση έλαβαν μέρος και μουσουλμάνοι. Φέρνουν ως παράδειγμα τον Οδυσσέα Ανδρούτσο, και λένε «τί λέτε για χριστιανική ελληνική επανάσταση, αφού υπήρχαν Έλληνες Μουσουλμάνοι Αγωνιστές;» Οι Ν/Π φίλοι μας «ξεχνούν», ότι ο Οδυσσέας Ανδρούτσος βαπτίστηκε Χριστιανός στα παιδικά του χρόνια, έγινε μουσουλμάνος στα 18 του, στην αυλή του Αλή Πασά όπου είχε ανατραφεί μετά το θάνατο του (Χριστιανού και αγωνιστή) πατέρα του, αλλά σύντομα, με το ξέσπασμα της Επανάστασης απεκήρυξε το Ισλάμ και προσχώρησε ξανά στην Ορθοδοξία. Πολέμησε, δηλαδή, ως Χριστιανός κατά των μουσουλμάνων Τούρκων. Ο εξισλαμισμός του στην νεαρή ηλικία των 18 προφανώς έγινε υπό καθεστώς πιέσεων και υποσχέσεων για κοινωνική άνοδο. Ωστόσο ο Ανδρούτσος ήταν συνειδητά Χριστιανός. Απόδειξη, το γράμμα που έστειλε στους Γαλαξιδιώτες στις 22 Μαρτίου 1821:

«Ηγαπημένοι μου Γαλαξιδιώτες,

Ήτανε βέβαια από το Θεό γραμμένο να αδράξωμε τα άρματα μια ημέρα, και να χυθούμε κατά πάνου στους τυράννους μας (...). Οι εκκλησίαις μας γενήκανε τζαμιά και αχούρια των Τούρκων (...). Ο Θεός μάς έδωκε χέρια, γνώσι και νού˙ ας ρωτήσωμε την καρδιά μας και ό,τι μάς απαντυχαίνει άς το βάλωμε γρήγορα σε πράξι, και ας είμεθα, αδέρφια, βέβαιοι, το πως ο Χριστός μας ο πολυαγαπημένος θα βάλη το χέρι απάνου μας. (...) ας ωφεληθούμε την περίσταση, οπού ο Θεός ακούοντας τα δίκαια παράπονά μας, μάς έστειλε δια ελόγου μας. (....) στα άρματα, αδέρφια˙ και βέβαια καλύτερο θάνατο δεν μπορεί να προτιμήση κάθε χριστιανός και Έλληνας (...)» (Εγκυκλοπαίδεια Υδρία).

Αυτή είναι μια αποστομωτική απάντηση στον κάθε αρχαιόπληκτο. Επίσης, το γράμμα του Ανδρούτσου είναι κόλαφος για τους νεοπαγανιστές που ισχυρίζονται ότι το ήθος της Ορθοδοξίας καμμία σχέση δεν έχει με τους Αγωνιστές κι ότι αυτοί δεν βοηθήθηκαν σε τίποτε από αυτήν, ώστε να πάρουν τα άρματα. Ο «μουσουλμάνος Οδυσσέας Ανδρούτσος» γράφει πως ο Θεός έστειλε τις ευνοϊκές για κήρυξη Επανάστασης περιστάσεις˙ πως ήταν γραφτό από τον Θεό (προφανώς τον Χριστιανικό κι όχι από τον Δία) να πάρουν οι Αγωνιστές τα άρματα˙ πως ο πολυαγαπημένος Χριστός οπωσδήποτε θα βοηθήσει τους Έλληνες˙ πως οι «εκκλησίαις ΜΑΣ» βεβηλώθηκαν από τους αλλόδοξους εχθρούς Τούρκους. Τι ατυχία για τους αρχαιόπληκτους. Δεν πειράζει όμως˙ μπορεί παραποιώντας κανένα έγγραφο του '21, όπως τα κείμενα του Χρυσοστόμου, να βρουν άλλον «Μουσουλμάνο Αγωνιστή».

Κάνουν λόγο οι αρχαιολάτρες για «μουσουλμάνους αδερφικούς φίλους» διάφορων αγωνιστών του 1821. Αυτά αληθεύουν, αλλά με την τεράστια διαφορά ότι, αναφέρονται προ της Επανάστασης˙ πριν την Επανάσταση κι ο Κολοκοτρώνης ο ίδιος αρκετές φορές διοριζόταν από τις οθωμανικές αρχές στο αξίωμα του Αρματωλού. Τι θα πει αυτό; Ότι ήταν προδότης; Μετά την Επανάσταση κανείς «μουσουλμάνος αδερφικός φίλος» κανενός Αγωνιστή δεν συμμετείχε στον αγώνα.

Ο Κολοκοτρώνης γράφει: «έβαλα λόγο ότι «Πρέπει να νηστεύσωμεν όλοι δια δοξολογίαν εκείνης της ημέρας και να δοξάζεται αιώνας αιώνων έως ου στέκει το έθνος» (Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, Απομνημονεύματα, εκδ. Αφών Τολίδη, σ. 157), και «Κινώντας εγώ, είχαν μίαν προθυμίαν οι Έλληνες, οπού όλοι με τας εικόνας έκαναν δεήσεις και ευχαριστήσεις. Μου ήρχετο τότε να κλαύσω... από την προθυμίαν οπού έβλεπα. Ιερείς έκαναν δέησι» (Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, Απομνημονεύματα, εκδ. Αφών Τολίδη, σ.146).

«Ο ναός της Θεοτόκου ήτον χαλασμένος από την πρώτη Τουρκιά, κλαδιά δένδρων τον σκέπαζαν βοήθησέ με Παναγιά να ελευθερώσουμε την Πατρίδα και να σε φτιάσω μοναστήρι και εκκλησία καθώς ήσουν πρώτα. Τον δεύτερο χρόνο της επαναστάσεως έλυσα το τάμα μου» (Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, Απομνημονεύματα, εκδ. Αφών Τολίδη, σ. 90).

Είναι εσφαλμένη πέρα ώς πέρα η θεωρία μερικών εθνικιστών αρχαιολατρών πως υπήρχαν και «μουσουλμάνοι Έλληνες»: ακριβώς και μόνο επειδή διατηρούσαν την χριστιανική τους πίστη οι κρυπτοχριστιανοί παρέμεναν Έλληνες, και όταν τους δινόταν η ευκαιρία έλεγαν πως είναι χριστιανοί αποκηρύσσοντας το Ισλάμ. Όσοι απ' αυτούς παρέμεναν κρυφοί χριστιανοί μπόρεσαν, όταν το επέτρεψαν οι συνθήκες, να επιστρέψουν στον Ελληνισμό. Αντίθετα, όσοι από τους κρυπτοχριστιανούς ξέχασαν σταδιακά ότι ήταν χριστιανοί, ή το πήραν απόφαση πως είναι μόνο μουσουλμάνοι και όχι κρυπτοχριστιανοί, αυτοί εκτουρκίστηκαν. Οι επιστρέφοντες στον Ελληνισμό κρυπτοχριστιανοί δεν έλεγαν «είμαστε Έλληνες αλλά παραμένουμε μουσουλμάνοι», όχι φυσικά επειδή τους το απαγόρευε κανείς, αλλά γιατί αυτά τα δύο δεν πήγαιναν ποτέ μαζί. Έλεγαν «αποκηρύσσω το Ισλάμ». Για να γίνουν ξανά Έλληνες επέστρεφαν στην ορθοδοξία φανερώνοντας το πραγματικό πιστεύω τους το οποίο τους διαφοροποιούσε απ' τους Τούρκους. Αυτό έγινε π.χ. στον Πόντο στα τέλη του 19ου αι. όταν λόγω σουλτανικού διατάγματος που έδινε ελευθερία θρησκείας, χιλίαδες «μουσουλμάνων» προσήλθαν στις αρχές να δηλώσουν χριστιανοί. Γι' αυτό άλλωστε ούτε γίνεται, ούτε έγινε ποτέ λόγος περί «κρυπτοελλήνων», αλλά μόνο περί «κρυπτοχριστιανών». Το ότι οι εξισλαμισμένοι διατηρούσαν την ελληνοφωνία τους στην ηπειρωτική Ελλάδα, μάλλον δεν λέει τίποτα: η γλώσσα δεν είναι κριτήριο εθνικής ταυτότητας, μια και υπήρχαν Τουρκόφωνοι και Βλαχόφωνοι και Σλαβόφωνοι Έλληνες, όπως υπάρχουν Ισπανόφωνοι Αμερικάνοι, Ελληνόφωνοι Ιταλοί, Γερμανόφωνοι Αυστριακοί, Γερμανόφωνοι Γάλλοι, Γαλλόφωνοι Καναδοί, Ιταλόφωνοι και Γαλλόφωνοι και Γερμανόφωνοι Ελβετοί κ.ο.κ.

Προβάλεται πως ο Κολοκοτρώνης συζήτησε το ενδεχόμενο δημιουργίας ελληνο-μουσουλμανικού κράτους με σημαία έχουσα και ημισέληνο και το σταυρό. Τότε γιατί ο ίδιος άνθρωπος είπε αργότερα «όταν πήραμε τα όπλα είπαμε πρώτα υπέρ (ορθόδοξης) πίστεως και μετά υπέρ πατρίδος»; Μήπως άλλαξε τόσο εύκολα γνώμη; Απλούστατα ήταν ευκαιριακή συμμαχία (που δεν πραγματοποιήθηκε άλλωστε ποτέ) ώστε να μην κινηθούν εναντίον μας και οι μουσουλμάνοι Αρβανίτες, όπως το έκαναν στα Ορλωφικά (1770) όταν τους το ζήτησε ο Σουλτανός, καταστέλοντας την επανάστασή μας. Γράφει στην αυτοβιογραφία του ο Κολοκοτρώνης: «Και ήλθαν όλοι οι Τούρκοι και Ρωμαίοι οι σημαντικοί και ωμίλησαν εις την Ζάκυνθο, να κάνωμε μια κυβέρνησι, συνθεμένη από 12 Τούρκους και 12 Έλληνας να κυβερνούν τον λαόν. Οι Τούρκοι επίσης να καταδικάζονται καθώς οι Έλληνες» (Είναι φανερό πως στη διήγηση αυτή Τούρκος σημαίνει εξισλαμισμένος του Μοριά, διότι αλλιώς θα σήμαινε Οθωμανός, δηλ. ο Κολοκοτρώνης. θα έκανε συγκυβέρνηση... με τον Σουλτάνο). Αυτή η συμφωνία δεν αναφερόταν σε «μελλοντικό Μωραϊτικο κράτος» «Ρωμαίων» και «Τούρκων» (=εξισλαμισμένων ντόπιων Μοραϊτών), αλλά, όπως διηγείται ο Κολοκοτρώνης «...να κάμωμεν αναφοραίς εις τον Σουλτάνον και να του λέγομεν, ότι ημείς δεν αποστατήσαμεν εναντίον του, πλην εναντίον του τυράννου του Βελή πασά..». Δεν είχε καθόλου σκοπό να κάνει τους μουσουλμάνους του Μωριά συμμέτοχους στο μελλοντικό ελληνικό κράτος, κι αυτό φαίνεται από τη συνέχεια της διήγησής του. Σχολιάζει ο Κολοκοτρώνης την παραπάνω συμφωνία μεταξύ Ελλήνων και «Τούρκων» του Μωριά, δηλαδή μουσουλμάνων στην αυτοβιογραφία του: «Ο μυστικός μου σκοπός, αφού εμβαίναμε και επιάναμε όλα τα φρούρια, τότε το εκάμναμε εθνικώτερον και εχαλούσαμεν τους Τούρκους. Αι περιστάσεις ήθελαν με οδηγήσει τι έμελλε να κάμω» (Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, Απομνημονεύματα, εκδ. Αφών Τολίδη, σ. 136, 137). Δηλαδή ο Κολοκοτρώνης λέει πως αφού έμπαιναν στα φρούρια του Μωριά, θα παρασπονδούσαν κατά των μουσουλμάνων, και θα τους καθάριζαν. Όταν λέει «τότε το εκάμναμεν εθνικώτερον», υπονοεί πως για να γίνει εθνική η επανάσταση, θα έπρεπε να φύγουν απ' τη μέση οι ψευτοσύμμαχοι μουσουλμάνοι. Αν όμως θεωρούσε τους Μουσουλμάνους μέρος του Ελληνικού έθνους, δεν θα έλεγε ότι, για να αποκτήσει εθνικό χαρακτήρα η εξέγερση, θα έπρεπε αυτοί (ένα υποτιθέμενο τμήμα του ελλ. έθνους) να φύγουν από τη μέση. Άρα δεν τους θεωρούσε τμήμα του έθνους. Βλέπουμε, άλλωστε πως υπάρχουν «Τούρκοι» πριν και μετά τη δημιουργία κράτους, «Ρωμαίοι» πριν και «Έλληνες» μετά˙ συνεπώς, αφού οι Τούρκοι παραμένουν Τούρκοι, οι Ρωμαίοι είναι οι Έλληνες. Αυτή την συμφωνία, που ο ίδιος ο Κολοκοτρώνης παραδέχεται πως ήταν ύπουλο τέχνασμα, κάθονται κάποιοι αρχαιολάτρες και το εκλαμβάνουν πως δήθεν ο Κολοκοτρώνης θεωρούσε τους Τούρκους του Μωριά ως Έλληνες.

Όπως λέει κι ο Μακρυγιάννης, συμφωνώντας με τον Κολοκοτρώνη: «Και ύστερα γεννήθη και το δικό μας το Ελληνικόν κ' εμείς το πηγαίναμε σκεπασμένο ότι δουλεύομε δια τον Αλήπασσα, τον αφέντη μας, να τον σώσωμε’ ότι αδίκως τον κατατρέχει ο Σουλτάνος. Αυτά βγαίναμε, να ελκύζωμε τους Τούρκους Αρβανίτες (...) Αυτά μιλήσαμεν με τους Τούρκους. Με τους Έλληνες μυστικώς μιλήσαμεν δια την ελευθερία της πατρίδος' και να βαστιέται πολλή μυστικότη να μην το μάθουν οι Τούρκοι (οι Τουρκαλβανοί και οι ελληνόφωνοι εξισλαμισμένοι της Πελοποννήσου) και τους πιάσωμεν οχτρούς. Και έχομεν την ανάγκη τους ν' αδυνατίζωμεν την δύναμη του Σουλτάνου» (Μακρυγιάννη, Απομνημονεύματα, εκδ. Πέλλα, σ. 116, 117 και 118). Ολοφάνερα ο Μακρυγιάννης λέει πως οι Έλληνες προσποιήθηκαν ότι συμμαχούν με τους Τουρκαλβανούς ώστε να αντιμετωπίσουν τις τουρκικές στρατιές που ήδη βρίσκονταν στην Ήπειρο πολεμώντας τον Αλή πασσά και ήταν έτοιμες να κατέβουν και στην επαναστατημένη Πελοπόννησο. Αν οι μουσουλμάνοι ελληνόφωνοι του Μωριά και Στερεάς ένοιωθαν την κοινή με τους χριστιανούς καταγωγή τους και ήταν Έλληνες, ποια ήταν η στάση τους έναντι της επανάστασης των Πελοποννησίων στα Ορλωφικά; Φυσικά την καταπολέμησαν, διότι δεν ήταν Έλληνες αλλά μουσουλμάνοι, ακριβώς όπως και οι ελληνόφωνοι εξισλαμισμένοι Κρήτες, οι λεγόμενοι Τουρκοκρητικοί που όποτε οι χριστιανοί του Νησιού επαναστατούσαν, αυτοί δεν τους βοηθούσαν αλλά κατέπνιγαν στο αίμα τον αγώνα τους για λευτεριά. Αυτό ήταν το ποιόν και η συμπεριφορά όσων προσχωρούσαν στο Ισλάμ. Και κάθονται μετά μερικοί ελληνοκεντριστές να ομιλούν περί «ελληνικής συνείδησης» κάποιου Ταχήρ Αμπατζή (ελληνικότατο όνομα, πράγματι) και άλλων τινών τσιρακίων (διότι υποτακτικοί του ήταν) του Αλή Πασσά. Αλλά αυτοί ακόμα και τον Αλή Πασά τον έχουν βγάλει φιλέλληνα, αυτόν που εξόντωσε το ηρωικό Σούλι, κι άς λέει ο Μακρυγιάννης: «λέγαμεν (σημείωση δική μου: έλεγαν οι Έλληνες στους Μουσουλμάνους του Μωριά και της Ηπείρου) να βγάλωμεν τον δίκαιον Αλήπασσα». Και συμπληρώνει μετά σε παρένθεση: «και αν έβγαινε αυτός ο σκύλος, ήμαστε χαμένοι, ότι όλη την Εταιρίαν μας την ήξερε, ότι την πρόδωσε ένας Επτανήσιος» (Μακρυγιάννη, Απομνημονεύματα, εκδ. Πέλλα, σ. 117. Βλ. και Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, Απομνημονεύματα, εκδ. Αφών Τολίδη, σ.145). Ο δε Ταχήρ Αμπατζής και οι συν αυτώ, όταν κατάλαβε το κόλπο των επαναστατημένων Ελλήνων, ότι τους χρησιμοποίησαν κατά των άλλων Τούρκων με πρόσχημα την σωτηρία του Αλήπασσά, πήγε και ενώθηκε με τον στρατό του Ομέρ Πασά, επειδή «δια ένα παλιόγερο είπαν, δια τον Αλήπασσά, να μή χαθή η Τουρκιά» (Μακρυγιάννη, Απομνημονεύματα, εκδ. Πέλλα, σ. 127), γράφει ο Μακρυγιάννης.

Ένα παγανιστικό αρχαιολατρικό επιχείρημα είναι ότι όσοι επαναστατούσαν κατά των Τούρκων δεν δρούσαν σύμφωνα με τα χριστιανικά πρότυπα και γι' αυτό δεν πρέπει να αποδοθεί έπαινος στο χριστιανισμό για τις εξεγέρσεις αυτές. Γιατί τότε οι επαναστάτες διακήρυτταν πως ήθελαν να πεθάνουν Χριστιανοί και ελεύθεροι, παρά δούλοι; Γιατί διακήρυτταν πως αιτία της εξέγερσης ήταν ότι οι Τούρκοι δε σεβόντουσαν την ορθόδοξη θρησκεία τους; Γιατί ο Κολοκοτρώνης λέει πως πρώτα πολέμησαν υπέρ Πίστεως και ύστερα υπέρ Πατρίδος; Εξάλλου, στην Παλαιά Διαθήκη υπάρχει ολόκληρο βιβλίο που εξιστορεί τους αμυντικούς αγώνες των Εβραίων, συνεπώς η υπεράσπιση της Πατρίδας καθόλου δεν αντίκειται στη χριστιανική διδασκαλεία, εφόσον ο εξεγερμένος υπερασπίζεται τους αδικημένους και από αγάπη –για χάρη τους –θυσιάζεται. Στο Βυζάντιο δηλαδή, δεν ήταν χριστιανοί που πολεμούσαν για τη σωτηρία των δικών τους ενάντια σε κάθε εισβολέα, χριστιανό και μουσουλμάνο; Η ιστορία αποδεικνύει ότι η Ορθοδοξία διόλου δεν ήταν ανασχετικός παράγοντας στην άμυνα. «Ο Λέων ΣΤ’ στα «Τακτικά» του (PG 107) γράφει ότι οι στρατιώτες πολεμούν σαν στρατιώτες του Χριστού για τους γονείς, για τους φίλους, για την πατρίδα, για ολόκληρο το χριστιανικό έθνος. Γράφει επί λέξει «..να υπογραμμίζουν ότι η μάχη που θα δώσουν είναι για όλο το έθνος και πάνω απ' όλα για τα αδέρφια μας που βρίσκονται υπό το ζυγό των απίστων, για τα παιδιά μας και τις γυναίκες μας, για την πατρίδα μας. Να μην ξεχνούν να υπενθυμίζουν ότι η μνήμη εκείνων που έπεσαν για την ελευθερία των αδερφών μας είναι αιώνια» (Ε. Αρβελέρ, Η πολιτική ιδεολογία της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, εκδ. Ψυχογιός, σ. 41).

Έχουμε δηλαδή χειροπιαστό παράδειγμα χριστιανικού Ρωμαίικου πατριωτισμού. Η Ρωμανία ήταν κοσμικό κράτος και η υπεράσπισή της δεν θεωρήθηκε ποτέ κάτι το αντίθετο προς το χριστιανισμό. Αυτό το παράδειγμα ακολούθησαν και οι Ρωμηοί Αγωνιστές του 1821. Είναι ολοφάνερο ότι οι Ρωμηοί, ο Ανδρούτσος, ο Κολοκοτρώνης, ο Μακρυγιάννης, που υποτίθεται ότι δεν είχαν άλλο κατά νου εκτός από τη σωτηρία της ψυχής, και κατά συνέπεια δεν θα έπρεπε να τους απασχολεί η σωτηρία της πατρίδας ή των υπόδουλων αδελφών τους, ποτέ δεν ερμήνευσαν την χριστιανική πίστη όπως την ερμηνεύουν οι νεοπαγανιστές. Προφανώς οι τελευταίοι είναι καλλίτεροι ερμηνευτές της. Η αλήθεια είναι, πως οι Ορθόδοξοι εμπνεόμενοι από την Ορθοδοξία είχαν έντονη την συναίσθηση της αυτοθυσίας. Ποια είναι τα τρία ηπειρωτικά ευρωπαϊκά έθνη που πολέμησαν με μεγαλύτερο σθένος και περιφρόνηση του θανάτου τους Ναζί, ενώ οι λοιποί Ευρωπαίοι (πλην των κατοίκων του βρετανικού νησιού) έντρομοι υποτάσσονταν; Ρώσσοι, Έλληνες, Σέρβοι. Δηλαδοί λαοί που επί αιώνες και χιλιετίες διαπαιδαγωγήθηκαν με το ηρωικό πνεύμα της αυτοθυσίας και της εξέγερσης κατά της αδικίας, που κηρύττει η Ορθοδοξία.

Δεν μας εξηγεί κανείς εθνικιστής αρχαιολάτρης, γιατί όλες οι σημαίες των επαναστατών του 1821 έχουν το Σταυρό.

Του Διαφωτιστή Ρήγα Φερραίου είχε τον Σταυρό με τους άγιους Κωνσταντίνο και Ελένη και την αναγραφή "εν τούτω Νίκα". Τέτοια σημαία υψώθηκε από τον Υψηλάντη στις 26/2/1821 όταν κηρύχθηκε η Επανάσταση στη Μολδοβλαχία.

Ο Πετρόμπεης στις 17/3/1821 ύψωσε σημαία λευκή με γαλάζιο Σταυρό.

Ο Ανδρέας Λόντος που μπήκε στις 21/3/1821 στην Πάτρα είχε σημαία κόκκινη με μαύρο Σταυρό.

Η σημαία που ύψωσε ο Γεώργιος Σισίνης στην Ήλιδα επίσης είχε το Σταυρό στο κέντρο.

Η σημαία του Αθανάσιου Διάκου είχε την εικόνα του Αγίου Γεωργίου.

Ο αγωνιστής Πλαπούτας είχε σημαία με Σταυρό στη μέση και τα τέσσερα γράμματα ΙΧΝΚ στις τέσσερις γωνίες της.

Οι Αγραφιώτες ύψωσαν σημαία λευκή με κόκκινο Σταυρό.

Οι Βερβιτσιώτες τη σημαία του Ρήγα (τρίχρωμη με κόκκινο, μαύρο και λευκό) με γαλάζιο Σταυρό.

Στην Κρήτη η οικογένεια των Καλλέργηδων ύψωσε σημαία με εννιά παράλληλες λευκές και γαλάζιες λωρίδες και με λευκό Σταυρό σε γαλάζιο φόντο, ενώ στο πάνω αριστερό μέρος έγραφε το "εν τούτω νίκα".

Η πολεμική σημαία των Σπετσών ήταν γαλάζια με κόκκινο Σταυρό που καταπατά την ημισέληνο η οποία είναι γυρισμένη και κοιτά προς τα κάτω (Αυτό το σχέδιο ήταν και στη σημαία του δήμου της Κωνσταντινούπολης στα χρόνια της Ρωμανίας).

Η σημαία των Ψαρών λευκή με κόκκινο Σταυρό.

Η σημαία της Ύδρας κόκκινο πλαίσιο με λευκό σταυρό να πατά αναποδογυρισμένο μισοφέγγαρο.

Η Σαμιώτικη γαλάζια με λευκό Σταυρό και τη φράση "ελευθερία ή θάνατος".

Η σημαία της Κρήτης κόκκινη με την εικόνα του αποστόλου Τίτου.

Η κυπριακή λευκό φόντο με γαλάζιο Σταυρό και την αναγραφή "σημεα ελληνικη πατρης κηπρου".

Ακόμη και η σημαία της επανάστασης του 1843 για Σύνταγμα ήταν η ρωμαίικη σημαία των Παλαιολόγων: χρυσός Σταυρός σε κόκκινο πλαίσιο.

Θα πουν οι αρχαιόπληκτοι ότι και τα πλοία των επαναστατών είχαν πολύ περισσότερα αρχαιοελληνικά ονόματα από χριστιανικά. Η απάντηση είναι απλή: εφόσον είδαν ότι παριστάνοντας τους απευθείας απόγονους του Περικλή, λάμβαναν παχυλή βοήθεια από την Ευρώπη, δεν είχαν λόγο να μην συνεχίσουν να τους παριστάνουν. Αλλά ούτε και η αρχαιολατρία των Επαναστατών συνεπαγόταν αντιχριστιανισμό, όπως συνεπάγεται η αρχαιολατρία των αρχαιόπληκτων. Οι αρχαιόπληκτοι πώς ερμηνεύουν το χριστιανικό σύμβολο του Σταυρού; Μήπως θα πουν, ότι είναι αρχαιοελληνικής προέλευσης; Ότι είναι ο σταυρός του Δία κι όχι του Χριστού; Είναι πρόθυμοι να υποστηρίξουν τέτοια ανοησία; Να πουν ότι οι αγράμματοι Έλληνες είχαν μελετήσει την μυθολογία και γνώριζαν ότι ο σταυρός δεν είναι Χριστιανικός αλλά του Δία; Μήπως έκαναν κι ανασκαφές; Αυτά τα πανανθρώπινα σύμβολα έχουν σε κάθε περίπτωση και σε κάθε εποχή την σημασία που επικρατεί τότε, εκείνη την εποχή, κι όχι την σημασία που επικρατούσε σε άλλες εποχές ή σε άλλους τόπους. Η σβάστιγκα του Θιβέτ στην κομμουνιστική σημαία της χώρας δεν υποδηλώνει ναζισμό ούτε και οι σβάστιγκες που βρέθηκαν στο Ισραήλ. Την χριστιανική συνείδηση, λοιπόν δήλωναν οι Έλληνες του 1821, με τη σημαία του σταυρού.

Κατηγορούν πολλοί την στάση της Εκκλησίας, που βάζει σε πρώτη μοίρα τη θρησκεία και σε δεύτερη την πατρίδα. Ισχυρίζονται πολλοί πως τέτοια αντίληψη αναπόφευκτα οδηγεί στον παραμερισμό της πατρίδας υπέρ της θρησκείας, άρα και στην προδοσία. Η στάση αυτή της Εκκλησίας όχι μόνο δεν θεωρούνταν προδοτική, όχι μόνο δεν κατηγόρησε την Εκκλησία γι' αυτήν την στάση ποτέ κανένας, αλλά την είχαν και οι Κολοκοτρώνης, Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, Ανδρούτσος, Υψηλάντης, Καποδίστριας, Μακρυγιάννης, όλες οι Εθνοσυνελεύσεις. Ήταν δηλαδή η αντίληψη που είχε ο νεοελληνικός πατριωτισμός εν τη γενέσει του (1204-1453) και ύστερα, το 1821, βάσει των λεγομένων υπό των γνησιότερων εκφραστών του. Αν κάποιοι είναι διαστρεβλωτές του νεοελληνικού πατριωτισμού, αυτοί είναι όχι οι της Εκκλησίας, αλλά οι νεοειδωλολάτρες, οι ελληνοκεντρικοί αρχαιόπληκτοι εθνικιστές, οι ακροδεξιοί φυλετιστές και ορισμένοι Διαφωτιστές, που πάνε να κάνουν το άσπρο μαύρο, κατηγορώντας την Εκκλησία. Δεν μας αρέσει καθόλου η χρήση του όρου «προδότες», αλλά αφού την πρωτοχρησιμοποίησαν οι αρχαιόπληκτοι, πρέπει να ξέρουν, πως όλοι αυτοί είναι οι εξωμότες του νεοελληνικού πατριωτισμού κι όχι οι δημιουργοί του. Αυτοί είναι οι διαστρεβλωτές κι όχι η Εκκλησία προδότης της πατρίδας. Να τι λέει ο Κολοκοτρώνης: «Όταν πιάσαμε τ' άρματα, είπαμε πρώτα υπέρ Πίστεως και έπειτα υπέρ Πατρίδος» (στην εφημ. «Αιών» των Αθηνών, 13/11/1838).

Κι ο Κωνσταντίνος ο ΙΑ', 400 χρόνια πριν τα ίδια ακριβώς βάζει σε προτεραιότητα: «Ξέρετε καλά, αδελφοί, πως για τέσσερα πράγματα έχουμε κοινή υποχρέωση όλοι να προτιμήσουμε να πεθάνουμε, παρά να ζούμε. Πρώτο για την πίστη και την ευσέβειά μας, δεύτερον για την πατρίδα (...). Αν για τις δικές μου αμαρτίες ο Θεός παραχωρήσει την νίκη στους ασεβείς, ριχνόμαστε στον κίνδυνο για την πίστη μας την αγία, την οποία ο Χριστός μάς χάρισε με το δικό του αίμα˙ κι αυτό είναι το κυριότερο απ' όλα (...)» Χρονικό Αλώσεως, Γεωργίου Φραντζή.

Γιατί ο Κολοκοτρώνης και ο Παλαιολόγος είπαν αυτά; Μήπως τους απείλησαν; Θα ήταν αστείο και να το σκεφτεί κανείς. Ο Κολοκοτρώνης κι ο Παλαιολόγος ούτε ανθέλληνες, ούτε θρησκόληπτοι, ούτε παραπλανημένοι από τους χριστιανούς, ούτε τρομοκρατημένοι από τους χριστιανούς ήταν, που έβαζαν πρώτα την χριστιανική θρησκεία τους. Ο Παλαιολόγος, ο Κολοκοτρώνης, και οι Εθνοσυνελεύσεις του 1821 τα ίδια πράγματα λένε. Τουλάχιστον αυτούς δεν μπορούν να τους κατηγορήσουν για ιδιοτέλεια.

Αλλά μερικοί από τους νεοπαγανιστές, που φαίνεται ότι έχουν copyright στο όνομα Έλληνας, έχουν προσπαθήσει ακόμα και τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο να τον βγάλουν Δωδεκαθεϊστή, επειδή είπε την Κωνσταντινούπολη «χαρά των Ελλήνων». Το όνομα Έλληνας είχε πλέον την έννοια την εθνική, κι όχι τη θρησκευτική, και με αυτή την έννοια λέει αυτά ο Παλαιολόγος, που στο ίδιο κείμενο αποκαλεί το λαό του «απογόνους Ελλήνων και Ρωμαίων».

Μερικοί νεοδωδεκαθεϊστές ισχυρίζονται πως «η ορθοδοξία ξέρει ότι ουδείς Έλλην θα πολεμήσει για την σωτηρία των παπάδων ενώ όλοι θα πολεμήσουν για την Ελλάδα. Έξυπνα λοιπόν χρησιμοποιούν την εξίσωση: «επίθεση κατά της ορθοδοξίας=επίθεση κατά της Ελλάδος». Αγνοούν τα παρακάτω αποσπάσματα από τις διακηρύξεις και τα συντάγματα αυτών που πολέμησαν για την Ελλάδα. Για να διαπιστώσουν κάποτε όλοι πως αυτοί που πολέμησαν για την Ελλάδα, πραγματικά ταύτιζαν την Ορθοδοξία με αυτήν και συνεπώς, για τους Αγωνιστές του 1821 όποιος έβριζε την Ορθοδοξία ήταν προδότης. Αν αμφιβάλλουν, ας να ρίξουν μια ματιά εδώ:

Α' Εθνοσυνέλευση, Επίδαυρος, 1821: «Όσοι αυτόχθονες κάτοικοι της Επικρατείας της Ελλάδος πιστεύουσιν εις Χριστόν, ε ι σ ί ν Έλληνες,

Β' Εθνοσυνέλευση εν Άστρει, 1823: «Όσοι αυτόχθονες κάτοικοι της Επικρατείας της Ελλάδος πιστεύουσιν εις Χριστον, ε ι σ ί ν Έλληνες

Η Γ' Εθνοσυνέλευση, στην Τροιζήνα, 1827: «Έλληνες είναι, α' Όσοι αυτόχθονες της Ελληνικής Επικρατείας, πιστεύουσιν εις Χριστον. β' Όσοι από τους υπό τον οθωμανικόν ζυγόν, πιστεύοντες εις Χριστόν

Τι διακηρύσσει η Γ' Εθνοσυνέλευση, Τροιζήνα 1827: «Ως Χριστιανοί ούτε ήτο, ούτε είναι δυνατόν να πειθαρχήσωμεν δεσποζόμενοι από τους θρησκομανείς Μωαμεθανούς, οι οποίοι κατεξέσχιζον και κατεπάτουν τας αγίας εικόνας, κατεδάφιζον τους ιερούς ναούς, κατεφρόνουν το Ιερατείον, υβρίζοντες το θείον όνομα του Ιησού, του Τιμίου Σταυρού˙ και μάς εβίαζον να γίνωμεν θύματα της μαχαίρας των, αποθνήσκοντες Χριστιανοί ή να ζήσωμεν Τούρκοι, αρνηταί του Χριστού και οπαδοί του Μωάμεθ. Πολεμούμεν προς τους εχθρούς του Κυρίου μας (...). Ο πόλεμός μας δεν είναι επιθετικός, είναι αμυντικός, είναι πόλεμος της Δικαιοσύνης κατά της αδικίας, της Χριστιανικής θρησκείας κατά του Κορανίου, του λογικού όντος κατά του αλόγου και θηριώδους τυράννου». (Κάποιοι φαντάζονται ότι η Επανάσταση του 1821 ήταν ταξική... Κόλαφος το παραπάνω κείμενο)

Ο πρώτος κυβερνήτης του ελληνικού κράτους, Ιωάννης Καποδίστριας έγραφε προς ξένους διπλωμάτες τα εξής: «Το Ελληνικόν Έθνος σύγκειται εκ των ανθρώπων, οίτινες από της Αλώσεως της Κωνσταντινουπόλεως δεν έπαυσαν ομολογούντες την Ορθόδοξον Πίστιν και την γλώσσαν των Πατέρων αυτών λαλούντες».

Η Ε' Εθνοσυνέλευση, Ναύπλιο, 1832: «Έλληνες είναι· α' Όσοι αυτόχθονες της Ελληνικής Επικρατείας πιστεύουσιν εις Χριστόν. β' Όσοι εις ξένας Επικρατείας εγεννήθησαν εκ γονέων αυτοχθόνων, ή εκ μόνου πατρός Έλληνος, και πρεσβεύουσι την πάτριον θρησκείαν (Ι. Ρωμανίδη, Ρωμηοσύνη Ρωμανία Ρούμελη, εκδ. Πουρναρά, σ. 195-197). (Πάτρια θρησκεία εννοούσαν οι Επανάστατες Έλληνες την Ορθοδοξία, όχι τον νεοπαγανισμό)

Όταν λοιπόν οι εθνικιστές αρχαιολάτρες και οι νεοπαγανιστές ισχυρίζονται ότι η επανάσταση του '21 δεν έγινε «πρώτα υπέρ πίστεως και έπειτα υπέρ πατρίδος», κατ' ουσίαν αποκαλούν ψεύτη τον Κολοκοτρώνη, που φυσικά δεν το είπε αυτό για λόγους συμβιβασμού, ώστε τάχα και οι θρήσκοι συμπατριώτες του να πεισθούν να λάβουν μέρος στην επανάσταση, αλλά διότι κι ο ίδιος και όλοι πίστευαν πραγματικά στον Χριστό, νηστεύοντας και κάνοντας τάματα στην Παναγία.

Στις 26 Μαρτίου 1821 το «Αχαϊκό Διευθυντήριο» στην Πάτρα διακηρύσσει προς τους πρόξενους των Μ. Δυνάμεων: «Ημείς το Ελληνικόν έθνος των Χριστιανών βλέποντες ότι μάς καταφρονεί το οθωμανικόν γένος και σκοπεύει όλεθρον εναντίον μας πότε μ' ένα και πότε μ' άλλον τρόπον, απεφασίσαμεν σταθερώς, ή να αποθάνωμεν όλοι, ή να ελευθερωθώμεν» (Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτικής Αθηνών Α.Ε., τ. ΙΒ’, σ. 86). Είναι το Ελληνικό έθνος των Χριστιανών που επαναστατεί κατά των Οθωμανών. Όχι οι... νεοπαγανιστές. Πέραν τούτων, αφού οι νεοπαγανιστές ισχυρίζονται ότι υπήρχαν (κρυπτο)παγανιστές ακόμη και κατά την Τουρκοκρατία, ας προσπαθήσουν να κατονομάσουν έναν παγανιστή αγωνιστή της επανάστασης του 1821.

Φυσικά, δεν σημαίνουν τα παραπάνω πως σήμερα τα πράγματα είναι παρόμοια ή ολόιδια με την εποχή του 1821. Έλληνες σήμερα είναι και οι μη Ορθόδοξοι, ισάξιοι Έλληνες με τους (πλειοψηφούντες) Ορθόδοξους. Αλλά από το σημείο αυτό ώς το σημείο να βρίζεται τόσο χυδαία η πίστη των πιο πολλών, να υβρίζεται τόσο αναίσχυντα ή να αμφισβητείται από τον κάθε φανατικό η πίστη των απελευθερωτών Προγόνων μας, υπάρχει τεράστια απόσταση. Γι' αυτό και παρατέθηκαν τα ψηφίσματα των επαναστατημένων Ελλήνων. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου