Τετάρτη 9 Μαρτίου 2022

Οι Χριστιανοί εδίωξαν τους Έλληνες; 37o.

22d Η ΘΕΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΑΘΛΗΤΩΝ

Στον Ακράγαντα η είσοδος του νικητή Εξαίνετου στην πόλη ήταν ιδιαίτερα θεαματική, πάνω σε τέθριππο που το ακολουθούσαν τριακόσιοι από τους πιο επιφανείς πολίτες, ανεβασμένοι σε άρματα τα οποία οδηγούσαν λευκά άλογα.

Οι γενναίες παροχές, η απαλλαγή από τις φορολογικές υποχρεώσεις, η προεδρία στους αγώνες, η δωρεάν ισόβια σίτηση στο Πρυτανείο, το μερίδιο που δικαιούνταν οι Ολυμπιονίκες από τα πολεμικά λάφυρα της πόλης τους, οι τιμητικές διακρίσεις σε καιρό ειρήνης, ήταν αυτά που έπαιρναν ως ανταμοιβή για την «ανιδιοτελή, για έναν κλάδο ελιάς» νίκη τους, προκαλούσαν τη δίκαιη αγανάκτηση των σοφών Ελλήνων.

Στους ανδριάντες των αθλητών απέδιδαν θεϊκές ιδιότητες και ιαματικές ικανότητες, όπως έκαναν οι Θάσιοι στο άγαλμα του Θεαγένους, στο οποίο θυσίαζαν σαν σε θεό: «ἤδη καὶ ὁ Πολυδάμαντος τοῦ ἀθλητοῦ ἀνδρειὰς ἰᾶται τοὺς πυρέττοντας ἐν Ὀλυμπίᾳ καὶ ὁ Θεαγένους ἐν Θάσῳ» (Λουκιανού, Θεών εκκλησία, 12).

Ο Ηρόδοτος (5, 47) αναφέρει ότι του Κροτωνιάτη Φιλίππου του Βουτακίδη του έκαναν οι συμπολίτες του ηρώο μετά το θάνατό του και του προσέφεραν θυσίες.

Ο Παυσανίας (3, 15, 7) αναφέρει ότι οι Σπαρτιάτες θεοποίησαν τον Ολυμπιονίκη Ιπποσθένη, κτίζοντας του ναό και λατρεύοντάς τον ως θεό. Τον 5ο και 6ο αιώνα αναφέρονται πολλές τέτοιες περιπτώσεις – δείγμα της κατάντιας του «αρχαίου ολυμπιακού ιδεώδους», ήδη τρεις τέσσερις αιώνες πριν τους Λατίνους, πράγμα που καταρρίπτει το γνωστό αρχαιολατρικό παραμύθι περί ακμής και παρακμής.

Το 412 π.Χ., μετά τη νίκη του Εξαίνετου στον αγώνα δρόμου κατά την είσοδο του στον Ακράγαντα, πάνω σε άρμα, τον ακολουθούσαν τριακόσια άρματα, όλα με λευκά άλογα. Οι τύραννοι, όπως ο Διονύσιος των Συρακουσών ή ο Ιέρωνας, της ίδιας πόλης εξυμνούνταν από ποιητές κόλακες, όπως ο Πίνδαρος και ο Βακχυλίδης, οι οποίοι έτσι συνέβαλαν στην διατήρηση της εξουσίας τους και στο θαυμασμό τους από τους άλλους Έλληνες. «Μετά τη νίκη του κραύγαζαν οι θεατές, μακάριος αυτός ο άνδρας. Από τον Δία τούλαχε τρανή εξουσία πάνω στους Έλληνες», γράφει ο Βακχυλίδης για μια νίκη του Ιέρωνα το 468 π.Χ. Ο Πίνδαρος (Ολυμπιονίκες, 3) για τον Ιέρωνα γράφει εκτός άλλων «Βασιλιά λαοπρόβλητο σε βλέπει, περισσότερο από κάθε άλλον, η μοίρα η μεγάλη». Για τον τύραννο Θήρωνα του Ακράγαντα γράφει «Εδώ και εκατό χρόνια αυτή η χώρα δεν γέννησε πιο καλοθέλητο και πιο γενναιόδωρο αρχηγό». Όπως ακριβώς οι σημερινοί τριτοκοσμικοί δικτάτορες επιδιώκουν την υποταγή των υπηκόων τους μέσω εθνικών νικών σε αθλητικούς αγώνες, το ίδιο ακριβώς έπρατταν και οι αρχαίοι τύραννοι της κλασσικής Ελλάδας.

22e ΤΟ ΗΘΟΣ ΤΩΝ ΑΓΩΝΩΝ:

«Ποίηση, τέχνη και παράδοση συνεργάζονται στον αφηρωισμό και στην αποθέωση των αθλητών και ανοίγουν τον δρόμο της εκτροπής από το γνήσιο αθλητικό πνεύμα. Ο απέραντος θαυμασμός προς το πρόσωπο του ολυμπιονίκη και η αίγλη που τον περιβάλλει, οι τιμές, οι διακρίσεις και τα οικονομικά οφέλη που αποκτά, δημιουργούν γρήγορα κρίση στο αθλητικό ήθος. Ο αθέμιτος συναγωνισμός, η δωροδοκία των αντιπάλων κατά τον 4ο αιώνα π.Χ. και η εξαγορά ανήθικων αθλητών, που καταπατώντας τον όρκο τους δέχονται να εμφανισθούν ως εκπρόσωποι άλλης πόλεως, είναι οι βαριές ηθικές επιπτώσεις του επαγγελματισμού στον αθλητισμό και συμπτώματα της γενικής κρίσεως ηθών και αξιών, που ακολούθησε τον Πελοποννησιακό πόλεμο. Τότε εμφανίζεται, για πρώτη φορά, μια νέα τάξη αθλητών, που θέτει ως αποκλειστικό σκοπό την επιτυχία. Ο σκληρός συναγωνισμός δημιουργεί την ειδίκευση σε ωρισμένο αγώνισμα, που προϋποθέτει ριζική αλλαγή των συντελεστών της σωματικής αγωγής και συστηματοποίηση της προετοιμασίας, της δίαιτας και του τρόπου ζωής. Με το ήθος του αθλητή αλλάζει και ο σωματικός του τύπος, όπως δείχνουν και τα έργα τέχνης, και η παλαιά εκείνη αρμονική ισορροπία του σώματος και του πνεύματος παραχωρεί τη θέση της σε μια δυσανάλογη μυική έμφαση των μελών. Η μεγάλη δημοτικότητα που αποκτούν τα βαρέα αγωνίσματα (πάλη, παγκράτιο, πυγμή) δημιουργεί τον πιο δημοφιλή τύπο αθλητή, τον παλαιστή, παγκρατιστή και πυγμάχο, που με την κρεατοφαγία και τον συστηματικό υπερσιτισμό (αναγκοφαγία) αποκτά υπερφυσική δύναμη και δύσμορφη εμφάνιση. Έτσι εμφανίζονται οι επαγγελματίες αθληταί, που κυριαρχούν στους πανελλήνιους και τοπικούς αγώνες και στις πανηγύρεις. Η εμφάνισή τους απεθάρρυνε τους ερασιτέχνες αθλητάς και κατέστρεψε τις ευγενικές φιλοδοξίες και τις αγνές χαρές τους. Η αναμέτρηση μαζί τους ήταν μάταιη πια. Οι ερασιτέχνες αθληταί άρχισαν σιγά σιγά να απέχουν από τους τόπους ασκήσεως και στους αγώνες να προτιμούν τον ρόλο του θεατή από τον ρόλο του ανταγωνιστή. Την ώρα εκείνη το μοιραίο τέλος της ευγενικής άμιλλας και του γνήσιου αθλητισμού είχε πιά σημάνει» (Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτικής Αθηνών Α.Ε., τ. Β', σ. 496).

Το χάλι λοιπόν, είχε ξεκινήσει πολύ πριν τους κακούς Ρωμαίους που τάχα αυτοί κατέστρεψαν το αρχαίο Ολυμπιακό Πνεύμα. Φυσιολογικά χάθηκε το πνεύμα της ευγενούς άμιλλας ήδη από τον 4ο αιώνα, διότι είναι φυσιολογικότατο, εκεί που μπορεί να αποκτηθεί δόξα και φήμη, εκεί να εμφανίζονται και τα αθέμιτα μέσα. Δυο τρεις αιώνες κράτησε το «Αρχαίο Πνεύμα Αθάνατο»˙ τους υπόλοιπους επτά αιώνες ήταν το γνωστό χάλι.

Σε νόμισμα της Βέρροιας εικονίζεται άνδρας με μαστίγιο, βοηθός αγωνοθετών. Νομίσματα της Περγάμου και της Λυδίας είχαν παραστάσεις μαστιγοφόρων, που μαστίγωναν τους κακοήθεις αθλητές. Τον 5ο αιώνα π.Χ. (456 και 452) στους αγώνες πάλης, ο Λεοντίσκος από τη Μεσσήνη, αδυνατώντας να καταρρίψει τον αντίπαλό του, άρπαξε τα δάχτυλά του και τα συνέθλιψε, με συνέπεια εκείνος, ύστερα από τα πολλά κατάγματα, να εγκαταλείψει τον αγώνα. Με αυτό τον τρόπο, ανακηρύχθηκε δύο φορές Ολυμπιονίκης, και του έστησαν και ανδριάντα στο Ρήγιον. Δεδομένου ότι στην Ολυμπία ανακαλύφθηκε επιγραφή που απαγόρευε να συντρίβουν τα δάχτυλα των αντιπάλων (Παυσανία, Ελλάδος Περιήγησις, 6, 4, 30).

Στους αγώνες οι δρομείς επιχειρούσαν, κατά την εκκίνηση, να ορμήσουν πρώτοι. Φροντίζουν, γράφει ο Πλούταρχος (Αποφθέγγματα Λακωνικά) περισσότερο για αναγνώριση της γρηγοράδας τους παρά για έπαινο σχετικά με το ήθος δικαιοσύνης. Πολλοί δρομείς εξορμούσαν πριν δοθεί το σύνθημα. Ο ποιητής Statius γράφει (Θηβαΐς, 6, 550-645) ότι στα Νέμεα, κατά τον αγώνα δρόμου πέντε αθλητών, προηγείτο ο Παρθενοπαίος με δεύτερο τον Ίδα. Ο πρώτος είχε μακριά μαλλιά και ο Ίδας, λίγο πριν το τέρμα άδραξε τους βοστρύχους (το μαλλί που ονομάζουμε σήμερα πολύ κατσαρό, σχήματος δαχτυλιδιού) που ανέμιζαν, τον τράνταξε, τον συγκράτησε, τον αναχαίτισε και τερμάτισε πρώτος.

Το 510 π.Χ. ο παλαιστής Μίλωνας ο Κροτωνιάτης μπαίνοντας στο στάδιο δεν βρήκε κανέναν αντίπαλο, επειδή το ογκώδες και τεράστιο σώμα του προκαλούσε τρόμο. Αμέσως τιμήθηκε με το στέφανο... της νίκης (!), όσο κι αν δεν αγωνίστηκε (Λουκίλος, επίγραμμα 316). Ο φιλόσοφος Πτολεμαίος ο Χέννος (1ος π.Χ. αι.) γράφει (Καινή Ιστορία, 190) ότι στην Ολυμπία ο πυγμάχος Διόγνητος, ενώ νίκησε και θανάτωσε τον αντίπαλό του, δε βραβεύτηκε με στέφανο από τους ελλαδονίκες, επειδή ο ανταγωνιστής του ονομαζόταν Ηρακλής!

Η εικόνα του ηττημένου: Ο νικημένος όσο και να ήθελε να κρύψει την αποτυχία του αυτή ήταν ζωγραφισμένη στο πρόσωπο του. Είχε να αντιμετωπίσει τους θεατές και τους γνωστούς του, που ανάλογα με την τοποθέτηση τον αποδοκίμαζαν φιλικά ή εχθρικά. Σε κάθε νικημένο η ψυχική απογοήτευση ήταν καταφανής. Η μελαγχολία, τα νεύρα, οι εκρήξεις, ο εγωκεντρισμός τον κατελάμβαναν. Οι φίλοι, οι θεατές αλλά και οι εχθροί του τον πείραζαν ανάλογα… Ο Πλάτων μας σκιαγραφεί το νικημένο: «οι δρομείς… τελευτώντες δε καταγέλαστοι γίγνονται, τα ώτα επί των ώμων έχοντες (=με πεσμένα τα αυτιά τους) και αστεφάνωτοι αποτρέχωντες» (Πολιτ. 10, 12).

Ο νικημένος προσπαθούσε να επιστρέψει στην πατρίδα του με κάθε μέσο, ακόμη και πεζός, αρκεί να μην γινόταν αντιληπτός από τους γνωστούς, που τον έβριζαν, τον πείραζαν ή τον κοροΐδευαν. Ο Πίνδαρος στους Ολυμπιονίκες του μας δίνει πλήρη εικόνα «υποδοχής» του νικημένου: «Νόστον ἔχθιστον καὶ ἀτιμοτέραν γλῶσσαν καὶ ἐπίκρυφον οἶμον» (εχθρική πατρίδα, βρίσιμο, κρυφό δρόμο). Σχολιάζοντας το σημείο αυτό παλαιός σχολιαστής παρατηρεί ότι: «οι γαρ ηττημένοι σιωπώσι και λάθρα αναχωρούσι ου φανεράς οδούς απιάσιν, αλλά εκτρεπόμενοι…» (Ολυμπ. 8, 90). Ποιητές φίλοι των ηττημένων με ποιήματα σατύριζαν εύστοχα την αποτυχία τους. Είναι, προφανώς... η «ευγενής άμιλλα των αρχαίων», και το... στεφάνι ελιάς, τα οποία μας διδάσκουν στο σχολείο χρόνια ολόκληρα.

Οι θεατές: Ο Δίων ο Χρυσόστομος μας πληροφορεί ότι οι θεατές στους αγώνες ήταν μοιρασμένοι σε δύο στρατόπεδα «εκάτερον» και εξεδήλωναν «επιβοήσεις, ευφημίαν και λοιδορίαν»: «αι δε επιβοήσεις εκατέρου του πλήθους εν τοις σταδίοις και τοις θεάτροις πόσον διαφέρουσι μετά επαίνου γιγνόμεναι και πολλής ευφημίας των μετά μίσους και λοιδορίας» (από το Ιστορία Φυσικής Αγωγής του Θωμά Βασ. Γιαννάκη, Δρ. Ιστορίας Φυσικής Αγωγής).

22f ΓΥΝΑΙΚΕΣ-ΘΕΑΤΕΣ

«Στο δρόμο για την Ολυμπία, πριν περάσει κανείς τον Αλφειό, υπάρχει ένα βουνό με ψηλούς βράχους, κακοτράχαλο, που ονομάζεται Τυπαίον. Υπάρχει νόμος να γκρεμίζουν απ' αυτό το βουνό οι Ηλείοι τις γυναίκες, αν συλληφθούν να παρευρίσκονται στους Ολυμπιακούς αγώνες ή αν έχουν απλώς περάσει τον Αλφειό κατά τις απαγορευμένες γι' αυτές μέρες» (Παυσανία, Ελλάδος περιήγησις 5, 6, 7-8).

Φυσικά, είναι αναληθής ο ισχυρισμός ότι τάχα μπορούσαν να παρακολουθούν και οι γυναίκες τους Ολυμπιακούς. Μόνο η ιέρεια της Δήμητρας μπορούσε. Λέει ο Παυσανίας ότι οι Ηλείοι δίνουν το αξίωμα αυτό «σε διάφορες γυναίκες με τη σειρά». Αυτό που γινόταν λοιπόν, είναι ότι κάθε φορά παρακολουθούσε μία γυναίκα και όχι όλες. Υπήρχε μια ιέρεια στο στάδιο, και όλοι οι άλλοι θεατές ήταν άντρες. Και το δικαίωμα να παρακολουθεί τους αγώνες δεν το έδιναν σε όλες τις γυναίκες, αλλά σε διάφορες, δηλαδή όχι σε όλες. Δεν γίνονταν ασφαλώς όλες οι γυναίκες ιέρειες της Δήμητρας, ώστε όλες να έχουν το δικαίωμα να παρακολουθήσουν τους Ολυμπιακούς. Θα έγραφε άλλωστε ο Παυσανίας «...σε όλες τις γυναίκες με τη σειρά».

Πρακτικά, βέβαια, δεδομένου του πλήθους των γυναικών, είναι αδύνατον κάθε γυναίκα της Ηλίδας ακόμη κι αν υποθέσουμε ότι οι Ηλείοι έδιναν το ιερατικό αξίωμα σε όλες τις Ηλείες ανά έτος, μία φορά στη ζωή της να είχε παρακολουθήσει τους Ολυμπιακούς, αφού αυτοί διεξάγονταν ανά τετραετία.

Και βέβαια, αυτή η διάταξη ίσχυε μόνο για τις Ηλείες. Για ένα ελάχιστο τμήμα του αρχαίου γυναικείου ελληνικού πληθυσμού. Δε γίνεται λοιπόν να εξάγονται συμπεράσματα για τις γυναίκες τις αρχαίας Ελλάδας, από ένα μικρό δείγμα 300 γυναικών ιέρειων ως το 393 μ.Χ. Αντίθετα, όλοι οι άντρες, από κάθε μέρος της Ελλάδας είχαν δικαίωμα να είναι θεατές. 
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου