Τετάρτη 29 Δεκεμβρίου 2021
Τρίτη 28 Δεκεμβρίου 2021
Τετάρτη 17 Νοεμβρίου 2021
Οι Χριστιανοί εδίωξαν τους Έλληνες; 15o.
14e ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΕΘΝΙΚΩΝ
Οι Νεοπαγανιστές τονίζουν με έμφαση τις καταστροφές αρχαίων ναών λόγω των διατάξεων του Θεοδοσίου Α. Όμως αυτές οι κατά του παγανισμού απαγορευτικές διατάξεις του Θεοδόσιου Α, που πρωτοεκδόθηκαν το 391, εφαρμόστηκαν κυρίως στην επαρχία Ανατολής (κυρίως στην Αίγυπτο) και ελάχιστα στην Ελλάδα, η οποία ήταν τμήμα της επαρχίας Ιλλυρικού.
Γράφει χαρακτηριστικά ο Γερμανός ιστορικός F. Gregorovius ότι από τα έδικτα του Θεοδόσιου Α, η Ελλάδα έπαθε τα λιγότερα, συγκριτικά με όλη την υπόλοιπη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, κι ότι ο Χριστιανισμός επικράτησε ειρηνικά στην Αθήνα. Πολλοί ονομαστοί αρχαίοι ναοί στον ελλαδικό χώρο έπεσαν πολύ αργότερα, από σεισμούς και άλλες θεομηνίες κι όχι από βανδαλισμούς: «Ἐκ τοῦ τοιούτου βανδηλισμοῦ [που έγινε βάσει των εδίκτων του Θεοδόσιου] ἥκιστα παςῶν τῶν χωρῶν ἔπαθεν ἡ ἀρχαία Ἑλλάς. Κυρίως δ αἱ Ἀθῆναι ἔμειναν ἀπηλλαγμέναι καταστροφῶν. Οὐδὲν τῶν μεγάλων ἱερῶν τῶν ἐν Ἀθήναις ὀνομαστῶν κατέπεσε τότε. (...) Ὁ Χριστιανισμὸς ἀνεδείχθη ἴσως ἐν Ἀθήναις εὐλαβέστερος πρὸς τὰ μνημεῖα τῆς ἀρχαίας τέχνης ἢ ἀλλαχοῦ ἐν ταῖς πόλεσι τῆς ῥωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας. Ἐξαιρουμένων ἐνίων καταστροφῶν καλλιτεχνημάτων καὶ ἱερῶν, πρὸς ἃ εἶχε μετ ἰδιαζούσης ἐμμονῆς συμφυῆ ἡ ἀρχαία πίστις, ἡ νικῶσα θρησκεία φαίνεται λαβοῦσα κατοχὴν τῶν Ἀθηνῶν ἐν εἰρήνῃ (...) Οἱ ἀρχαῖοι ναοὶ τῶν Ἀθηνῶν οἱ μεταβληθέντες εἰς ἐκκληςίας, ἐν οἷς αὐτόχρημα οἱ λαμπρότατοι, δεικνύουσιν ἀκόμη καὶ τὴν σήμερον ὁπόσον μεγάλην εὐλάβειαν ἐπέδειξαν οἱ Ἀθηναῖοι κατὰ τὴν εἰς ἐκκληςίας μετασκευὴν αὐτῶν (...) Ἡ καταστροφὴ τοῦ Ὀλυμπίειου δὲν δύναται νἀποδοθῇ εἰς τὸν βανδηλισμὸν Βυζαντίνου ἀνθυπάτου ἢ εἰς τὸν εὐσεβῆ ζῆλον ἐπισκόπου τινός. Τὸ γιγάντειον κτίριον τοῦ ἐκ τῶν χρόνων τοῦ Ἀδριανοῦ Ὀλυμπιεῖον μόνον ὑπὸ θεομηνίας εἶνε πιθανὸν ὅτι κατεθρυμματίσθη (...) Πολλοὶ δὲ ναοὶ κατεστράφησαν ὑπὸ σεισμῶν, καὶ δὴ ἐν ἐπιγενεστέρῳ χρόνῳ [ὁ τοῦ Διὸς ἐν Ὁλυμπίᾳ τὸν ἕκτον αἰῶνα καὶ] ὁ ὀνομαστὸς ἐν Κυζίκῳ μετὰ τὸν ἑνδέκατον αἰῶνα ὑπερμεσοῦντα» (F. Gregorovius, Ιστορία των Αθηνών, Βιβλιοθήκη Μαρασλή, Αθήναι 1904, τ. 1, σ. 97, 128, 133).
Όσο για τον Αλάριχο, ο Gregorovius αναφέρει ότι είναι υπερβολή να πιστεύουμε ότι ο Αλάριχος είχε σκοπό να καταστρέψει τα ιερά. Πράγμα λογικό, αφού ο Αλάριχος το πλιάτσικο μόνο είχε κατά νου: «Οὐδεὶς ἱστορικὸς μαρτυρεῖ, ὅτι ὁ βασιλεὺς τῶν βαρβάρων ἐξηκόντισε τὸν πυρσὸν τοῦ ἐμπρησμοῦ εἰς τὸ ἱερὸν τῆς Δήμητρος. (...) Ὑπερβάλλουσι δεινῶς τὰ πράγματα οἱ θεωροῦντες αὐτοὺς προβάντας ἐξεπίτηδες εὶς σκόπιμον καταστροφὴν τῶν ἱερῶν, ἀνάγοντες δ εἰς τὸν Ἀλάριχον τὴν ἐξολόθρευσιν τῶν ἐθνικῶν θεῶν τῶν Ἑλλήνων» (F. Gregorovius, Ιστορία των Αθηνών, Βιβλιοθήκη Μαρασλή, Αθήναι 1904, τ. 1, σ. 101, 103).
Γράφει ο Gregorovius: «Αἱ Ἀθῆναι ἔπαθον κατὰ τὴν ὑπὸ τῶν Οὐσιγότθων κατάκτησιν προφανῶς ὀλιγώτερα ἢ ἐν τοῖς χρόνοις τοῦ Δεξίππου. Καὶ αὐτοὶ δ ἐκεῖνοι οἱ ἱστορικοὶ οἱ ποιούμενοι λόγον περὶ τῆς ἁλώσεως τῆς πόλης οὐδὲν λέγουσι περὶ δῃώσεως αὐτῆς» (F. Gregorovius, Ιστορία των Αθηνών, Βιβλιοθήκη Μαρασλή, Αθήναι 1904, τ. 1, σ. 105).
Ο Gregorovius αμφισβητεί τις ασυναρτησίες των Νεοπαγανιστών, πως τάχα οι «Βυζαντινοί» σκόπευαν στην καταστροφή της αρχαίας Ελλάδας και γι' αυτό συνέβη η εκστρατεία του Αλάριχου. Τονίζει ακόμη ο Γερμανός ιστορικός, ότι οι λόγοι που άργησε να αντιδράσει η εξουσία κατά του Αλάριχου ήταν, πρώτον η δολοφονία του Ρουφίνου, η οποία αποδιοργάνωσε τη διοίκηση του κράτους, και δεύτερον η δυσπιστία του Αυτοκράτορα προς τον Στηλίχων, φοβόταν ότι κι αυτός θα συμμαχούσε με τον ομοεθνή του Αλάριχο, αντί να τον καταδιώξει: «Ὁ Στηλίχων εἶχε σπεύσει μετὰ τῆς αὐτοκρατορικῆς στρατιᾶς ἀπὸ τῶν Μεδιολάνων [Μιλάνο] εἰς τὴν Ἑλλάδα καὶ ἀκολουθήσει τοὺς Γότθους διὰ τῆς Πίνδου, ἀλλ ὁ φιλύποπτος Ἀρκάδιος ἐκέλευσεν αὐτὸν νὰ ἐγκαταλίπῃ τὰς χώρας τοῦ ἀνατολικοῦ ῥωμαϊκοῦ κράτους. (...) Ἡ δὲ τεραστία καταστροφὴ ἡ ἐπακολουθήσα ἀπ ἐναντίας τότ ἐν Ἑλλάδι δὲν ὑπῆρξε τόσον ἀποτέλεσμα τῆς παρὰ Ρουφίνου προδοσίας, ὅσῳ μᾶλλον τῆς ἀνικανότητος τῶν Βυζαντίνων περὶ τὸ πολιτεύεσθαι καὶ τοῦ ἀμάχου αὐτῶν τῶν Ἑλλήνων. Αὐτὸς δ ο Ρουφίνος ἔπεσεν ἐν Κωνσταντινουπόλει τῇ 27 Νοεμβρίου 395 ὑπὸ τοῦ ξίφους τοῦ Γαϊνᾶ˙ ὁ δὲ φόνος αὐτοῦ παρέλυσε πρὸς ὥραν τὴν δύναμιν τῆς κυβερνήσεως, καθ ὂν χρόνον ὁ Ἀλάριχος ἀπ ἐναντίας διέβαινε τὰς Θερμοπύλας» (F. Gregorovius, Ιστορία των Αθηνών, Βιβλιοθήκη Μαρασλή, Αθήναι 1904, τ. 1, σ. 99).
«Οι εν Κωνσταντινουπόλει φοβηθέντες υπέδειξαν στον Αλάριχο να κάμει τας επιδρομάς του προς το Ιλλυρικόν, το οποίον έπρεπε κατά τον Στιλίχωνα να ανήκει εις την Δύσιν. Τούτο ηνάγκασε τον Στιλίχωνα να έλθει εις το Ιλλυρικό, χωρίς όμως να προβεί εις οριστικόν αγώνα (...). Οι εν Κωνσταντινουπόλει ήσαν απησχολημένοι με τους Ούννους, οι οποίοι είχαν εισβάλει δια του Καυκάσου εις την Μικράν Ασίαν, και δεν έσπευσαν εγκαίρως να κτυπήσουν τον Αλάριχον» (Κ. Αμάντου, Ιστορία του Βυζαντινού Κράτους, τύποις Αθ. Α. Παπασπύρου, Αθήνα 1939, σ. 74, 75).
Με άλλα λόγια, οι ισχυρισμοί των Νεοπαγανιστών ότι δήθεν οι Βυζαντινοί ήθελαν την καταστροφή της Ελλάδας κι ότι αδιαφόρησαν για την λεηλασία του Αλάριχου είναι απολύτως αβάσιμοι και κακόβουλοι. Το κράτος είχε παραλύσει με τη δολοφονία του «πρωθυπουργού» Ρουφίνου κι ο αυτοκράτορας Αρκάδιος απομάκρυνε τον Γότθο Στηλίχωνα μόνο επειδή υποψιαζόταν πως ο τελευταίος θα συμμαχούσε με τον ομοεθνή του Αλάριχο. Όταν πείστηκε ότι αυτό δε θα γινόταν, διέταξε τον Στηλίχωνα να κυνηγήσει και να διώξει τον Αλάριχο.
Επίσης βλέπουμε ότι η κυβέρνηση ουδόλως αδιαφόρησε για την επιδρομή του Αλάριχου, αλλά εξαιτίας της ταυτόχρονης εισβολής των Ούννων στην Μικρασία, δεν μπορούσε να αντιδράσει πολεμώντας σε δύο μέτωπα. Γι αυτό, οι ευφυέστατοι διπλωμάτες έπεισαν τον Αλάριχο να πάει προς το Ιλλυρικό (Όχι προς την «Ελλάδα» όπως ισχυρίζονται οι Νεοπαγανιστές, διότι το «Ιλλυρικό» περιελάμβανε κι άλλες περιοχές εκτός από την Ελλάδα, τουλάχιστον ίσες σε έκταση με αυτήν), ώστε να προκληθεί διαμάχη μεταξύ Στιλίχωνα και Αλάριχου για την κατοχή του και να αλληλοεξουδετερωθούν. Όμως, φαίνεται πως ο μεν Στιλίχωνας φοβόταν να εμπλακεί σε σύγκρουση με τον Αλάριχο, η δε κυβέρνηση της Κωνσταντινούπολης, αμέσως μετά υποψιάστηκε ότι οι δύο Γότθοι ίσως συμμαχούσαν. Πάντως, παρ' όλη την αδυναμία του κράτους εκείνη την στιγμή, και παρ' όλη την παρουσία Ούννων, Γότθων του Αλάριχου και Γότθων του Στιλίχωνα στα εδάφη της, η Ρωμανία κατόρθωνε κι εξουδετέρωνε ένα έναν τους ξένους. Είναι ανόητος, λοιπόν, ο ισχυρισμός, ότι οι «Βυζαντινοί» έστειλαν τον Αλάριχο στην Ελλάδα με εντολή να την καταστρέψει.
Τέλος, ο F. Gregorovius αναφέρει ότι παρ' όλη την καταστροφή που επέφερε ο Αλάριχος, πολλές ένδοξες αρχαιότητες στην Πελοπόννησο είχαν διασωθεί: «Ἂν δὲ μετὰ τὴν γοτθικὴν δῄωσιν ἤθελεν ἐπισκεφθῇ τὰς χώρας τῆς ἀρχαίας Ἑλλάδος δεύτερός τις Παυσανίας, θὰ ἤθελε μὲν εὕρει νέα ἐρείπια πρὸς ἀναγραφήν, ἀλλὰ καὶ παρατηρήσει μετ εὐχαριστήσεως, ὅτι πολλαὶ ἔνδοξαι ἀρχαιότητες, καὶ ἐν αὐτῇ τῇ Πελοποννήσῳ εἶχον διασωθῇ. Καὶ περὶ αὐτῆς δὲ τῆς Ὀλυμπίας δύναται νὰ λεχθῇ τοῦτο» (F. Gregorovius, Ιστορία των Αθηνών, Βιβλιοθήκη Μαρασλή, Αθήναι 1904, τ.1, σ. 107).
Φυσικά, οι αναφορές των ειδωλολατρών ιστορικών σε «μοναχούς» που συνόδευαν τον Αλάριχο αφορούν τους αρειανιστές κι όχι τους ορθόδοξους καλόγερους. Διότι, όχι μόνο υπήρχε και αιρετικός μοναχισμός, αλλά επιπλέον δεν ήταν δυνατό, να δέχεται για συμμάχους, ο Αλάριχος, τους αντιπάλους του, τους Ορθόδοξους μοναχούς.
Είναι λάθος να υπερτονίζεται η χριστιανική (που ούτε κι αυτό ισχύει βέβαια˙ αιρετικοί αρειανοί ήταν, όχι χριστιανοί) ιδιότητα των Γότθων του 4ου μ.Χ. αιώνα, για να ερμηνευθούν οι καταστροφές και οι λεηλασίες που διέπραξαν στην Ελλάδα. Οι Γότθοι επέδραμαν κατά της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (και της Ελλάδας συγκεκριμένα) όχι μόνο αφού εκχριστιανίστηκαν, αλλά και πολύ πιο πριν, όταν ήταν ακόμη παγανιστές. Στον 3ο αι. μ.Χ. είχαν επεδράμει πολλές φορές κατά της Ελλάδας. Έτσι:
-Το 253 μ.Χ. οι Γότθοι φτάνουν στην Έφεσσο.
-Το 254 επέδραμαν εναντίον της Ελλάδας.
-Το 262 ερημώθηκε η Ιωνία και οι γειτονικές περιοχές
-το 256 η Βιθυνία και η βορειοδυτική Μικρά Ασία λεηλατήθηκαν.
-το 267 οι Γότθοι λεηλατούν τη Δυτική Μ. Ασία, την Έφεσσο, την Νικομήδεια, την Τροία˙ κυριεύουν και λαφυραγωγούν το Άργος, το Βυζάντιο, την Κύζικο και την Κόρινθο, κυριεύουν τον Πειραιά και την Αθήνα και καίνε βιβλιοθήκες οι Παγανιστές Γότθοι καθώς και τον Παρθενώνα, του οποίου η στέγη καταρρέει.
Συμπέρασμα: οι Γότθοι ήταν βάρβαροι επιδρομείς, είτε ήταν Παγανιστές είτε Χριστιανοί. Η Ελλάδα τους προσείλκυε, λόγω του πλούτου της, ανεξαρτήτως της θρησκείας που αυτοί ακολουθούσαν. Δεν είναι λογικό να αποδωθεί η τάση τους για επιδρομές κατά της Ελλάδας στην αιρετική (δήθεν χριστιανική) τους πίστη, γιατί αν αποδιδόταν, τότε με την ίδια λογική, για τις επιδρομές του 3ου αι. θα ευθυνόταν η παγανιστική τους θρησκεία. Κι άρα τα επιχειρήματα των Νεοπαγανιστών στρέφονται εναντίον τους.
Ο Μέγας Κωνσταντίνος έλεγε στους υπηκόους του «πηγαίνετε στους βωμούς και στα δημόσια ιερά και τελέστε τις τελετές κατά τις συνήθειές σας» (Θεοδ. Κώδ. IX, 16, 1 και 2, νόμοι του 319 και 320 μ.Χ.)
«Γινόταν διάκριση μεταξύ της νόμιμης μαγείας, που έχει ως αντικείμενο την υγεία και τις σοδειές, και της παράνομης, που στοχεύει στο θάνατο ή την αποπλάνηση κάποιου (Θεοδ. Κώδ. IX, 16, 3, του έτους 319 μ.Χ.). Άλλωστε τέτοιοι περιορισμοί απηχούν όντως το δίκαιο της Δωδεκαδέλτου και τη νομοθεσία της πρώιμης Αυτοκρατορίας» (Pierre Chuvin, Οι τελευταίοι Εθνικοί, εκδ. Θύραθεν, σ. 45).
Για τα όσα λέει ο Λιβάνιος σχετικά με τους νόμους του Κωνστάντιου, ο Παπαρηγόπουλος σχολιάζει: «Αλλά ότι ο Λιβάνιος λέει υπερβολές και ότι ούτε εκείνοι οι ρητοί νόμοι (του Κωνστάντιου) εκτελέστηκαν, συμπεραίνεται από τη συνεχή επανάληψή τους και από πολλές άλλες αναμφισβήτητες μαρτυρίες και γεγονότα. Επίσης ο εθνικός (συγγραφέας) Σύμμαχος βεβαιώνει ότι ο ίδιος ο Κωνστάντιος, που το 353 εξέδωσε το νόμο 4, όταν επισκέφθηκε τη Ρώμη μετά από 4 χρόνια (357), διατήρησε ευλαβικά τα προνόμια των Εστιάδων και γενικά επέτρεψε ο ίδιος την λατρεία» (Κ. Παπαρηγόπουλου, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, 1885, επανέκδ. εκδ. Κάκτος, 1992, τ. 8,3).
«Η πολιτική που χάραξε ο Αυτοκράτορας Κωνστάντιος με τους αντιπαγανιστικούς νόμους του 356-357 έμελλε να μείνει νεκρό γράμμα ώς τον Θεοδόσιο» (Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτικής Αθηνών Α.Ε., τ. Ζ', σ. 54).
Τι λέει ο Gibbon, από την «Ιστορία της παρακμής και πτώσης της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας»: «...Υπάρχει σοβαρός λόγος να πιστεύουμε ότι το επίσημο έδικτο [σημ. :των Αυτοκρατόρων Κωνστάντιου και Κώνστα κατά των Εθνικών] είτε εγράφη δίχως να δημοσιευθεί, είτε εδημοσιεύθη δίχως να εκτελεστεί. Η μαρτυρία των γεγονότων και τα μνημεία που ακόμη είναι σε ύπαρξη, αποδεικνύουν την δημόσια εξάσκηση της παγανιστικής λατρείας καθ όλη τη βασιλεία των γιών του Κωνσταντίνου. Στην Ανατολή καθώς και στη Δύση, στις πόλεις καθώς και στην επαρχία, μεγάλος αριθμός ναών παρέμεινε σεβαστός, ή τουλάχιστον διασώθηκαν˙ και το ευσεβές πλήθος ακόμα απολάμβανε την πολυτέλεια των θυσιών, των τελετών και των πομπών, με την άδεια ή την συγκατάθεση της δημόσιας αρχής. Τέσσερα περίπου χρόνια μετά την υποτιθέμενη ημερομηνία του φοβερού έδικτού του, ο Κωνστάντιος επεσκέφθη τα τεμένη της Ρώμης και η εντιμότητα της συμπεριφοράς του συνιστάται απο έναν παγανιστή ρήτορα ως ένα παράδειγμα άξιο μίμησης από τους επόμενους ηγεμόνες. «Ο αυτοκράτωρ», λέει ο Σύμμαχος, «επέτρεψε να μείνουν άθικτα τα προνόμια των Εστιάδων. Εγγυήθηκε τη καθορισμένη παροχή για να παράσχει τα έξοδα των δημόσιων τελετών και θυσιών. Και παρ' όλο που ασπάζεται μια άλλη θρησκεία, ποτέ δε σκέφτηκε να στερήσει την αυτοκρατορία από την ιερή λατρεία της αρχαιότητας» (E. Gibbon, The decline and fall of the Roman Empire, Collier Books, N.Y., N.Y., Vol. 1, p. 399).
Ο Σύμμαχος (επιστολή, Migne, 18, 391) επαινεί τον Κωνστάντιο ότι επικύρωσε τα προνόμια των Εστιάδων, απένειμε ιερατικά αξιώματα σε εξέχοντες Ρωμαίους και έδωσε επιχορηγήσεις σε εθνικούς ναούς και αγώνες.
Ο Κωνστάντιος μερίμνησε και για την εκλογή εθνικού πρωθιερέως της Αφρικής με ειδικό νόμο του (C. Th., XII, 1, 46), το έτος 358. Έτος διωγμών, κατά τους Νεοπαγανιστές.
Επίσης, ο Κωνστάντιος επεκύρωσε τα δικαιώματα των ποντιφήκων επί της επιθεώρησης των ιερών θεσμών, με νόμο (C. Th., IX, 17, 2) το έτος 349.
«Η εφαρμογή των νόμων (του Κωνστάντιου) έγινε σε περιορισμένο βαθμό. Οι εθνικοί εν πολλοίς διέσωζαν τη λατρεία τους με πλάγια μέσα, τα οποία εύκολα μπορεί κανείς να φανταστεί. Οι εθνικοί συμμαχούσαν με τους αρειανούς, για να αποκτήσουν την εύνοια του αρειανόφρονα Κωνστάντιου και να διατηρήσουν τη λατρεία τους: «Ἕλληνες μὲν οὖν ὥσπερ ὠνούμενοι τῇ ὑπογραφῇ (έγγραφο, με το οποίο μετά το 355 δέχονταν «ὃν ἂν ἀποστείλῃ βασιλεὺς») τὴν τῶν εἰδώλων ἀσυλίαν» γράφει ο Μέγας Αθανάσιος (επιστολή προς Μοναχούς, 55)» (Βασ. Κ. Στεφανίδη, Εκκλησιαστική Ιστορία, 4η έκδοση 1978, εκδ. Αστήρ, σ. 146). Με άλλα λόγια, ο Λιβάνιος διαψεύδεται από πλήθος ιστορικών.
«Πολλοί νεώτεροι ειδικοί διατείνονται ότι ο Θεοδόσιος υπέβαλλε αυτούς που παραβίαζαν τον αντιπαγανιστικό αυτό νόμο σε «αυστηρότατες ποινές». Στην πραγματικότητα όμως, δεν είναι διόλου σαφές αν ο παραπάνω νόμος όριζε σκληρότερες ποινές, από την επιβολή προστίμου και την δήμευση της περιουσίας. (...) Ακόμη πιο ενδιαφέρον είναι ότι ο Ονώριος και ο Θεοδόσιος Β' (γιοί του Θεοδόσιου Α') επενέβησαν για να προστατεύσουν τους νομοταγείς Εθνικούς από κακοποιήσεις από μέρους των φανατικών χριστιανών και απαίτησαν σύμφωνα με νόμο να καταβάλλεται διπλάσια αποζημίωση για κλοπή περιουσιών» (Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτικής Αθηνών Α.Ε., τ. Ζ', σ.345).
Codex Theodosianus XVI.10.24 (8 Ιουνίου 423 μ.Χ.) Αυτοκράτορες Γρατιανός, Βαλεντινιανός και Θεοδόσιος προς Ασκληπιόδοτο, Έπαρχο Πραιτορίου: «(...) Ιδιαιτέρως διατάσσουμε τους πραγματικούς χριστιανούς και αυτούς που ισχυρίζονται ότι είναι, να μην κάνουν κατάχρηση της εξουσίας που τους δίνει η Εκκλησία και τολμήσουν να απλώνουν βίαιο χέρι επάνω στους εβραίους και εθνικούς που ζουν ήσυχα και δεν επιχειρούν ενάντια στην τάξη και στους νόμους Μας. Γιατί αν τέτοιοι χριστιανοί φερθούν βίαια εναντίον φιλήσυχων ανθρώπων που ζουν με ασφάλεια, ή λεηλατήσουν τα αγαθά των, θα υποχρεωθούν να αντικαταστήσουν εις διπλούν, τριπλούν ή και ακόμη τετραπλούν αυτά που έκλεψαν. Επίσης, οι διοικητές των επαρχιών, το προσωπικό τους και οι κάτοικοι των επαρχιών αυτών ας ενημερωθούν ότι δεν θα επιτρέψουν να διαπραχθεί ένα τέτοιο έγκλημα. Αλλιώς, θα τιμωρηθούν κι αυτοί με τον ίδιο τρόπο με αυτούς που διέπραξαν το έγκλημα».
Γράφει χαρακτηριστικά ο Γερμανός ιστορικός F. Gregorovius ότι από τα έδικτα του Θεοδόσιου Α, η Ελλάδα έπαθε τα λιγότερα, συγκριτικά με όλη την υπόλοιπη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, κι ότι ο Χριστιανισμός επικράτησε ειρηνικά στην Αθήνα. Πολλοί ονομαστοί αρχαίοι ναοί στον ελλαδικό χώρο έπεσαν πολύ αργότερα, από σεισμούς και άλλες θεομηνίες κι όχι από βανδαλισμούς: «Ἐκ τοῦ τοιούτου βανδηλισμοῦ [που έγινε βάσει των εδίκτων του Θεοδόσιου] ἥκιστα παςῶν τῶν χωρῶν ἔπαθεν ἡ ἀρχαία Ἑλλάς. Κυρίως δ αἱ Ἀθῆναι ἔμειναν ἀπηλλαγμέναι καταστροφῶν. Οὐδὲν τῶν μεγάλων ἱερῶν τῶν ἐν Ἀθήναις ὀνομαστῶν κατέπεσε τότε. (...) Ὁ Χριστιανισμὸς ἀνεδείχθη ἴσως ἐν Ἀθήναις εὐλαβέστερος πρὸς τὰ μνημεῖα τῆς ἀρχαίας τέχνης ἢ ἀλλαχοῦ ἐν ταῖς πόλεσι τῆς ῥωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας. Ἐξαιρουμένων ἐνίων καταστροφῶν καλλιτεχνημάτων καὶ ἱερῶν, πρὸς ἃ εἶχε μετ ἰδιαζούσης ἐμμονῆς συμφυῆ ἡ ἀρχαία πίστις, ἡ νικῶσα θρησκεία φαίνεται λαβοῦσα κατοχὴν τῶν Ἀθηνῶν ἐν εἰρήνῃ (...) Οἱ ἀρχαῖοι ναοὶ τῶν Ἀθηνῶν οἱ μεταβληθέντες εἰς ἐκκληςίας, ἐν οἷς αὐτόχρημα οἱ λαμπρότατοι, δεικνύουσιν ἀκόμη καὶ τὴν σήμερον ὁπόσον μεγάλην εὐλάβειαν ἐπέδειξαν οἱ Ἀθηναῖοι κατὰ τὴν εἰς ἐκκληςίας μετασκευὴν αὐτῶν (...) Ἡ καταστροφὴ τοῦ Ὀλυμπίειου δὲν δύναται νἀποδοθῇ εἰς τὸν βανδηλισμὸν Βυζαντίνου ἀνθυπάτου ἢ εἰς τὸν εὐσεβῆ ζῆλον ἐπισκόπου τινός. Τὸ γιγάντειον κτίριον τοῦ ἐκ τῶν χρόνων τοῦ Ἀδριανοῦ Ὀλυμπιεῖον μόνον ὑπὸ θεομηνίας εἶνε πιθανὸν ὅτι κατεθρυμματίσθη (...) Πολλοὶ δὲ ναοὶ κατεστράφησαν ὑπὸ σεισμῶν, καὶ δὴ ἐν ἐπιγενεστέρῳ χρόνῳ [ὁ τοῦ Διὸς ἐν Ὁλυμπίᾳ τὸν ἕκτον αἰῶνα καὶ] ὁ ὀνομαστὸς ἐν Κυζίκῳ μετὰ τὸν ἑνδέκατον αἰῶνα ὑπερμεσοῦντα» (F. Gregorovius, Ιστορία των Αθηνών, Βιβλιοθήκη Μαρασλή, Αθήναι 1904, τ. 1, σ. 97, 128, 133).
Όσο για τον Αλάριχο, ο Gregorovius αναφέρει ότι είναι υπερβολή να πιστεύουμε ότι ο Αλάριχος είχε σκοπό να καταστρέψει τα ιερά. Πράγμα λογικό, αφού ο Αλάριχος το πλιάτσικο μόνο είχε κατά νου: «Οὐδεὶς ἱστορικὸς μαρτυρεῖ, ὅτι ὁ βασιλεὺς τῶν βαρβάρων ἐξηκόντισε τὸν πυρσὸν τοῦ ἐμπρησμοῦ εἰς τὸ ἱερὸν τῆς Δήμητρος. (...) Ὑπερβάλλουσι δεινῶς τὰ πράγματα οἱ θεωροῦντες αὐτοὺς προβάντας ἐξεπίτηδες εὶς σκόπιμον καταστροφὴν τῶν ἱερῶν, ἀνάγοντες δ εἰς τὸν Ἀλάριχον τὴν ἐξολόθρευσιν τῶν ἐθνικῶν θεῶν τῶν Ἑλλήνων» (F. Gregorovius, Ιστορία των Αθηνών, Βιβλιοθήκη Μαρασλή, Αθήναι 1904, τ. 1, σ. 101, 103).
Γράφει ο Gregorovius: «Αἱ Ἀθῆναι ἔπαθον κατὰ τὴν ὑπὸ τῶν Οὐσιγότθων κατάκτησιν προφανῶς ὀλιγώτερα ἢ ἐν τοῖς χρόνοις τοῦ Δεξίππου. Καὶ αὐτοὶ δ ἐκεῖνοι οἱ ἱστορικοὶ οἱ ποιούμενοι λόγον περὶ τῆς ἁλώσεως τῆς πόλης οὐδὲν λέγουσι περὶ δῃώσεως αὐτῆς» (F. Gregorovius, Ιστορία των Αθηνών, Βιβλιοθήκη Μαρασλή, Αθήναι 1904, τ. 1, σ. 105).
Ο Gregorovius αμφισβητεί τις ασυναρτησίες των Νεοπαγανιστών, πως τάχα οι «Βυζαντινοί» σκόπευαν στην καταστροφή της αρχαίας Ελλάδας και γι' αυτό συνέβη η εκστρατεία του Αλάριχου. Τονίζει ακόμη ο Γερμανός ιστορικός, ότι οι λόγοι που άργησε να αντιδράσει η εξουσία κατά του Αλάριχου ήταν, πρώτον η δολοφονία του Ρουφίνου, η οποία αποδιοργάνωσε τη διοίκηση του κράτους, και δεύτερον η δυσπιστία του Αυτοκράτορα προς τον Στηλίχων, φοβόταν ότι κι αυτός θα συμμαχούσε με τον ομοεθνή του Αλάριχο, αντί να τον καταδιώξει: «Ὁ Στηλίχων εἶχε σπεύσει μετὰ τῆς αὐτοκρατορικῆς στρατιᾶς ἀπὸ τῶν Μεδιολάνων [Μιλάνο] εἰς τὴν Ἑλλάδα καὶ ἀκολουθήσει τοὺς Γότθους διὰ τῆς Πίνδου, ἀλλ ὁ φιλύποπτος Ἀρκάδιος ἐκέλευσεν αὐτὸν νὰ ἐγκαταλίπῃ τὰς χώρας τοῦ ἀνατολικοῦ ῥωμαϊκοῦ κράτους. (...) Ἡ δὲ τεραστία καταστροφὴ ἡ ἐπακολουθήσα ἀπ ἐναντίας τότ ἐν Ἑλλάδι δὲν ὑπῆρξε τόσον ἀποτέλεσμα τῆς παρὰ Ρουφίνου προδοσίας, ὅσῳ μᾶλλον τῆς ἀνικανότητος τῶν Βυζαντίνων περὶ τὸ πολιτεύεσθαι καὶ τοῦ ἀμάχου αὐτῶν τῶν Ἑλλήνων. Αὐτὸς δ ο Ρουφίνος ἔπεσεν ἐν Κωνσταντινουπόλει τῇ 27 Νοεμβρίου 395 ὑπὸ τοῦ ξίφους τοῦ Γαϊνᾶ˙ ὁ δὲ φόνος αὐτοῦ παρέλυσε πρὸς ὥραν τὴν δύναμιν τῆς κυβερνήσεως, καθ ὂν χρόνον ὁ Ἀλάριχος ἀπ ἐναντίας διέβαινε τὰς Θερμοπύλας» (F. Gregorovius, Ιστορία των Αθηνών, Βιβλιοθήκη Μαρασλή, Αθήναι 1904, τ. 1, σ. 99).
«Οι εν Κωνσταντινουπόλει φοβηθέντες υπέδειξαν στον Αλάριχο να κάμει τας επιδρομάς του προς το Ιλλυρικόν, το οποίον έπρεπε κατά τον Στιλίχωνα να ανήκει εις την Δύσιν. Τούτο ηνάγκασε τον Στιλίχωνα να έλθει εις το Ιλλυρικό, χωρίς όμως να προβεί εις οριστικόν αγώνα (...). Οι εν Κωνσταντινουπόλει ήσαν απησχολημένοι με τους Ούννους, οι οποίοι είχαν εισβάλει δια του Καυκάσου εις την Μικράν Ασίαν, και δεν έσπευσαν εγκαίρως να κτυπήσουν τον Αλάριχον» (Κ. Αμάντου, Ιστορία του Βυζαντινού Κράτους, τύποις Αθ. Α. Παπασπύρου, Αθήνα 1939, σ. 74, 75).
Με άλλα λόγια, οι ισχυρισμοί των Νεοπαγανιστών ότι δήθεν οι Βυζαντινοί ήθελαν την καταστροφή της Ελλάδας κι ότι αδιαφόρησαν για την λεηλασία του Αλάριχου είναι απολύτως αβάσιμοι και κακόβουλοι. Το κράτος είχε παραλύσει με τη δολοφονία του «πρωθυπουργού» Ρουφίνου κι ο αυτοκράτορας Αρκάδιος απομάκρυνε τον Γότθο Στηλίχωνα μόνο επειδή υποψιαζόταν πως ο τελευταίος θα συμμαχούσε με τον ομοεθνή του Αλάριχο. Όταν πείστηκε ότι αυτό δε θα γινόταν, διέταξε τον Στηλίχωνα να κυνηγήσει και να διώξει τον Αλάριχο.
Επίσης βλέπουμε ότι η κυβέρνηση ουδόλως αδιαφόρησε για την επιδρομή του Αλάριχου, αλλά εξαιτίας της ταυτόχρονης εισβολής των Ούννων στην Μικρασία, δεν μπορούσε να αντιδράσει πολεμώντας σε δύο μέτωπα. Γι αυτό, οι ευφυέστατοι διπλωμάτες έπεισαν τον Αλάριχο να πάει προς το Ιλλυρικό (Όχι προς την «Ελλάδα» όπως ισχυρίζονται οι Νεοπαγανιστές, διότι το «Ιλλυρικό» περιελάμβανε κι άλλες περιοχές εκτός από την Ελλάδα, τουλάχιστον ίσες σε έκταση με αυτήν), ώστε να προκληθεί διαμάχη μεταξύ Στιλίχωνα και Αλάριχου για την κατοχή του και να αλληλοεξουδετερωθούν. Όμως, φαίνεται πως ο μεν Στιλίχωνας φοβόταν να εμπλακεί σε σύγκρουση με τον Αλάριχο, η δε κυβέρνηση της Κωνσταντινούπολης, αμέσως μετά υποψιάστηκε ότι οι δύο Γότθοι ίσως συμμαχούσαν. Πάντως, παρ' όλη την αδυναμία του κράτους εκείνη την στιγμή, και παρ' όλη την παρουσία Ούννων, Γότθων του Αλάριχου και Γότθων του Στιλίχωνα στα εδάφη της, η Ρωμανία κατόρθωνε κι εξουδετέρωνε ένα έναν τους ξένους. Είναι ανόητος, λοιπόν, ο ισχυρισμός, ότι οι «Βυζαντινοί» έστειλαν τον Αλάριχο στην Ελλάδα με εντολή να την καταστρέψει.
Τέλος, ο F. Gregorovius αναφέρει ότι παρ' όλη την καταστροφή που επέφερε ο Αλάριχος, πολλές ένδοξες αρχαιότητες στην Πελοπόννησο είχαν διασωθεί: «Ἂν δὲ μετὰ τὴν γοτθικὴν δῄωσιν ἤθελεν ἐπισκεφθῇ τὰς χώρας τῆς ἀρχαίας Ἑλλάδος δεύτερός τις Παυσανίας, θὰ ἤθελε μὲν εὕρει νέα ἐρείπια πρὸς ἀναγραφήν, ἀλλὰ καὶ παρατηρήσει μετ εὐχαριστήσεως, ὅτι πολλαὶ ἔνδοξαι ἀρχαιότητες, καὶ ἐν αὐτῇ τῇ Πελοποννήσῳ εἶχον διασωθῇ. Καὶ περὶ αὐτῆς δὲ τῆς Ὀλυμπίας δύναται νὰ λεχθῇ τοῦτο» (F. Gregorovius, Ιστορία των Αθηνών, Βιβλιοθήκη Μαρασλή, Αθήναι 1904, τ.1, σ. 107).
Φυσικά, οι αναφορές των ειδωλολατρών ιστορικών σε «μοναχούς» που συνόδευαν τον Αλάριχο αφορούν τους αρειανιστές κι όχι τους ορθόδοξους καλόγερους. Διότι, όχι μόνο υπήρχε και αιρετικός μοναχισμός, αλλά επιπλέον δεν ήταν δυνατό, να δέχεται για συμμάχους, ο Αλάριχος, τους αντιπάλους του, τους Ορθόδοξους μοναχούς.
Είναι λάθος να υπερτονίζεται η χριστιανική (που ούτε κι αυτό ισχύει βέβαια˙ αιρετικοί αρειανοί ήταν, όχι χριστιανοί) ιδιότητα των Γότθων του 4ου μ.Χ. αιώνα, για να ερμηνευθούν οι καταστροφές και οι λεηλασίες που διέπραξαν στην Ελλάδα. Οι Γότθοι επέδραμαν κατά της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (και της Ελλάδας συγκεκριμένα) όχι μόνο αφού εκχριστιανίστηκαν, αλλά και πολύ πιο πριν, όταν ήταν ακόμη παγανιστές. Στον 3ο αι. μ.Χ. είχαν επεδράμει πολλές φορές κατά της Ελλάδας. Έτσι:
-Το 253 μ.Χ. οι Γότθοι φτάνουν στην Έφεσσο.
-Το 254 επέδραμαν εναντίον της Ελλάδας.
-Το 262 ερημώθηκε η Ιωνία και οι γειτονικές περιοχές
-το 256 η Βιθυνία και η βορειοδυτική Μικρά Ασία λεηλατήθηκαν.
-το 267 οι Γότθοι λεηλατούν τη Δυτική Μ. Ασία, την Έφεσσο, την Νικομήδεια, την Τροία˙ κυριεύουν και λαφυραγωγούν το Άργος, το Βυζάντιο, την Κύζικο και την Κόρινθο, κυριεύουν τον Πειραιά και την Αθήνα και καίνε βιβλιοθήκες οι Παγανιστές Γότθοι καθώς και τον Παρθενώνα, του οποίου η στέγη καταρρέει.
Συμπέρασμα: οι Γότθοι ήταν βάρβαροι επιδρομείς, είτε ήταν Παγανιστές είτε Χριστιανοί. Η Ελλάδα τους προσείλκυε, λόγω του πλούτου της, ανεξαρτήτως της θρησκείας που αυτοί ακολουθούσαν. Δεν είναι λογικό να αποδωθεί η τάση τους για επιδρομές κατά της Ελλάδας στην αιρετική (δήθεν χριστιανική) τους πίστη, γιατί αν αποδιδόταν, τότε με την ίδια λογική, για τις επιδρομές του 3ου αι. θα ευθυνόταν η παγανιστική τους θρησκεία. Κι άρα τα επιχειρήματα των Νεοπαγανιστών στρέφονται εναντίον τους.
Ο Μέγας Κωνσταντίνος έλεγε στους υπηκόους του «πηγαίνετε στους βωμούς και στα δημόσια ιερά και τελέστε τις τελετές κατά τις συνήθειές σας» (Θεοδ. Κώδ. IX, 16, 1 και 2, νόμοι του 319 και 320 μ.Χ.)
«Γινόταν διάκριση μεταξύ της νόμιμης μαγείας, που έχει ως αντικείμενο την υγεία και τις σοδειές, και της παράνομης, που στοχεύει στο θάνατο ή την αποπλάνηση κάποιου (Θεοδ. Κώδ. IX, 16, 3, του έτους 319 μ.Χ.). Άλλωστε τέτοιοι περιορισμοί απηχούν όντως το δίκαιο της Δωδεκαδέλτου και τη νομοθεσία της πρώιμης Αυτοκρατορίας» (Pierre Chuvin, Οι τελευταίοι Εθνικοί, εκδ. Θύραθεν, σ. 45).
Για τα όσα λέει ο Λιβάνιος σχετικά με τους νόμους του Κωνστάντιου, ο Παπαρηγόπουλος σχολιάζει: «Αλλά ότι ο Λιβάνιος λέει υπερβολές και ότι ούτε εκείνοι οι ρητοί νόμοι (του Κωνστάντιου) εκτελέστηκαν, συμπεραίνεται από τη συνεχή επανάληψή τους και από πολλές άλλες αναμφισβήτητες μαρτυρίες και γεγονότα. Επίσης ο εθνικός (συγγραφέας) Σύμμαχος βεβαιώνει ότι ο ίδιος ο Κωνστάντιος, που το 353 εξέδωσε το νόμο 4, όταν επισκέφθηκε τη Ρώμη μετά από 4 χρόνια (357), διατήρησε ευλαβικά τα προνόμια των Εστιάδων και γενικά επέτρεψε ο ίδιος την λατρεία» (Κ. Παπαρηγόπουλου, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, 1885, επανέκδ. εκδ. Κάκτος, 1992, τ. 8,3).
«Η πολιτική που χάραξε ο Αυτοκράτορας Κωνστάντιος με τους αντιπαγανιστικούς νόμους του 356-357 έμελλε να μείνει νεκρό γράμμα ώς τον Θεοδόσιο» (Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτικής Αθηνών Α.Ε., τ. Ζ', σ. 54).
Τι λέει ο Gibbon, από την «Ιστορία της παρακμής και πτώσης της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας»: «...Υπάρχει σοβαρός λόγος να πιστεύουμε ότι το επίσημο έδικτο [σημ. :των Αυτοκρατόρων Κωνστάντιου και Κώνστα κατά των Εθνικών] είτε εγράφη δίχως να δημοσιευθεί, είτε εδημοσιεύθη δίχως να εκτελεστεί. Η μαρτυρία των γεγονότων και τα μνημεία που ακόμη είναι σε ύπαρξη, αποδεικνύουν την δημόσια εξάσκηση της παγανιστικής λατρείας καθ όλη τη βασιλεία των γιών του Κωνσταντίνου. Στην Ανατολή καθώς και στη Δύση, στις πόλεις καθώς και στην επαρχία, μεγάλος αριθμός ναών παρέμεινε σεβαστός, ή τουλάχιστον διασώθηκαν˙ και το ευσεβές πλήθος ακόμα απολάμβανε την πολυτέλεια των θυσιών, των τελετών και των πομπών, με την άδεια ή την συγκατάθεση της δημόσιας αρχής. Τέσσερα περίπου χρόνια μετά την υποτιθέμενη ημερομηνία του φοβερού έδικτού του, ο Κωνστάντιος επεσκέφθη τα τεμένη της Ρώμης και η εντιμότητα της συμπεριφοράς του συνιστάται απο έναν παγανιστή ρήτορα ως ένα παράδειγμα άξιο μίμησης από τους επόμενους ηγεμόνες. «Ο αυτοκράτωρ», λέει ο Σύμμαχος, «επέτρεψε να μείνουν άθικτα τα προνόμια των Εστιάδων. Εγγυήθηκε τη καθορισμένη παροχή για να παράσχει τα έξοδα των δημόσιων τελετών και θυσιών. Και παρ' όλο που ασπάζεται μια άλλη θρησκεία, ποτέ δε σκέφτηκε να στερήσει την αυτοκρατορία από την ιερή λατρεία της αρχαιότητας» (E. Gibbon, The decline and fall of the Roman Empire, Collier Books, N.Y., N.Y., Vol. 1, p. 399).
Ο Σύμμαχος (επιστολή, Migne, 18, 391) επαινεί τον Κωνστάντιο ότι επικύρωσε τα προνόμια των Εστιάδων, απένειμε ιερατικά αξιώματα σε εξέχοντες Ρωμαίους και έδωσε επιχορηγήσεις σε εθνικούς ναούς και αγώνες.
Ο Κωνστάντιος μερίμνησε και για την εκλογή εθνικού πρωθιερέως της Αφρικής με ειδικό νόμο του (C. Th., XII, 1, 46), το έτος 358. Έτος διωγμών, κατά τους Νεοπαγανιστές.
Επίσης, ο Κωνστάντιος επεκύρωσε τα δικαιώματα των ποντιφήκων επί της επιθεώρησης των ιερών θεσμών, με νόμο (C. Th., IX, 17, 2) το έτος 349.
«Η εφαρμογή των νόμων (του Κωνστάντιου) έγινε σε περιορισμένο βαθμό. Οι εθνικοί εν πολλοίς διέσωζαν τη λατρεία τους με πλάγια μέσα, τα οποία εύκολα μπορεί κανείς να φανταστεί. Οι εθνικοί συμμαχούσαν με τους αρειανούς, για να αποκτήσουν την εύνοια του αρειανόφρονα Κωνστάντιου και να διατηρήσουν τη λατρεία τους: «Ἕλληνες μὲν οὖν ὥσπερ ὠνούμενοι τῇ ὑπογραφῇ (έγγραφο, με το οποίο μετά το 355 δέχονταν «ὃν ἂν ἀποστείλῃ βασιλεὺς») τὴν τῶν εἰδώλων ἀσυλίαν» γράφει ο Μέγας Αθανάσιος (επιστολή προς Μοναχούς, 55)» (Βασ. Κ. Στεφανίδη, Εκκλησιαστική Ιστορία, 4η έκδοση 1978, εκδ. Αστήρ, σ. 146). Με άλλα λόγια, ο Λιβάνιος διαψεύδεται από πλήθος ιστορικών.
«Πολλοί νεώτεροι ειδικοί διατείνονται ότι ο Θεοδόσιος υπέβαλλε αυτούς που παραβίαζαν τον αντιπαγανιστικό αυτό νόμο σε «αυστηρότατες ποινές». Στην πραγματικότητα όμως, δεν είναι διόλου σαφές αν ο παραπάνω νόμος όριζε σκληρότερες ποινές, από την επιβολή προστίμου και την δήμευση της περιουσίας. (...) Ακόμη πιο ενδιαφέρον είναι ότι ο Ονώριος και ο Θεοδόσιος Β' (γιοί του Θεοδόσιου Α') επενέβησαν για να προστατεύσουν τους νομοταγείς Εθνικούς από κακοποιήσεις από μέρους των φανατικών χριστιανών και απαίτησαν σύμφωνα με νόμο να καταβάλλεται διπλάσια αποζημίωση για κλοπή περιουσιών» (Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτικής Αθηνών Α.Ε., τ. Ζ', σ.345).
Codex Theodosianus XVI.10.24 (8 Ιουνίου 423 μ.Χ.) Αυτοκράτορες Γρατιανός, Βαλεντινιανός και Θεοδόσιος προς Ασκληπιόδοτο, Έπαρχο Πραιτορίου: «(...) Ιδιαιτέρως διατάσσουμε τους πραγματικούς χριστιανούς και αυτούς που ισχυρίζονται ότι είναι, να μην κάνουν κατάχρηση της εξουσίας που τους δίνει η Εκκλησία και τολμήσουν να απλώνουν βίαιο χέρι επάνω στους εβραίους και εθνικούς που ζουν ήσυχα και δεν επιχειρούν ενάντια στην τάξη και στους νόμους Μας. Γιατί αν τέτοιοι χριστιανοί φερθούν βίαια εναντίον φιλήσυχων ανθρώπων που ζουν με ασφάλεια, ή λεηλατήσουν τα αγαθά των, θα υποχρεωθούν να αντικαταστήσουν εις διπλούν, τριπλούν ή και ακόμη τετραπλούν αυτά που έκλεψαν. Επίσης, οι διοικητές των επαρχιών, το προσωπικό τους και οι κάτοικοι των επαρχιών αυτών ας ενημερωθούν ότι δεν θα επιτρέψουν να διαπραχθεί ένα τέτοιο έγκλημα. Αλλιώς, θα τιμωρηθούν κι αυτοί με τον ίδιο τρόπο με αυτούς που διέπραξαν το έγκλημα».
Πηγή: www.ierosolymitissa.org
Οι Χριστιανοί εδίωξαν τους Έλληνες; 14o.
ΔΙΩΓΜΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΩΝ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΕΣ ΑΡΧΑΙΩΝ ΜΝΗΜΕΙΩΝ ΑΠΟ ΕΙΔΩΛΟΛΑΤΡΕΣ
Αλήθεια, τι έχουν να πουν οι Νεοπαγανιστές για τις διώξεις Αρχαίων Ελλήνων Φιλοσόφων από τους Ειδωλολάτρες;
- Το 83 μ.Χ. ο Πολυθεϊστής αυτοκράτορας Δομιτιανός εξόρισε από τη Ρώμη όλους τους φιλοσόφους λ.χ. τον Επίκτητο (Γιάννη Κορδάτου, Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας, εκδ. Μπουκουμάνη, σ. 469), καθώς και τους μαθηματικούς και τους αστρολόγους.
- Για την εξαφάνιση του έργου του Δημόκριτου αναφέρεται από αρχαίους συγγραφείς ότι πρωτοστατούσε ο ίδιος ο Πλάτωνας. Συγκέντρωσε τα βιβλία του Δημόκριτου και θέλησε να τα κάψει. «Μα ο Αμύλκας και ο Κλεινίας, δύο Πυθαγόρειοι, τον εμπόδιζαν, λέγοντάς του ότι δεν έχει τίποτα να ωφεληθεί επειδή πολλοί τώρα πια έχουν στα χέρια τους βιβλία του Δημόκριτου» (Διογένης Λαέρτιος, IX, 40).
- Ο Πρόκλος ήθελε να αποσύρει από την κυκλοφορία όλα τα βιβλία εκτός από τα Τίμαιος και Χαλδαϊκά Λόγια, ώστε να εμποδίσει να βλάψουν τους ανεκπαίδευτους (Μαρίνου, Βίος Πρόκλου, 38).
- «Όταν βρήκε (ο Αλέξανδρος) τις Κύριες Δόξες του Επίκουρου, που (...) περιέχει συνοπτικά τα βασικά σημεία της φιλοσοφίας του, το πήγε στο κέντρο της αγοράς και το έκαψε πάνω σε ξύλα συκιάς καίγοντας έτσι δήθεν και τον ίδιο. Μετά έριξε τη στάχτη στη θάλασσα λέγοντας μάλιστα το χρησμό: ξορκίζω τις αντιλήψεις του τυφλού γέροντα πυρπολώντας τες» (Λουκιανού, Αλέξανδρος ή ψευδομάντης, 47).
- Ο Νέρων το 64 μ.Χ. καίγοντας τη Ρώμη έκαψε μαζί και τις βιβλιοθήκες της, που περιείχαν πολλά ελληνικά χειρόγραφα (Σουητώνιου, Δομιτιανός, 20).
-Οι Σπαρτιάτες, σύμφωνα με τον Βαλέριο Μάξιμο, απαγόρευσαν τα βιβλία του Αρχίλοχου, επειδή αυτός σάρκαζε το σπαρτιατικό πνεύμα.
-«Είναι τολμηρό να υποθέσουμε πως δεν έγιναν άλλες διώξεις πέρα από τις περιπτώσεις που συνέβη να ακούσουμε οι ίδιοι. Οι μελετητές δεν έχουν προσέξει αρκετά αυτό που ο Πλάτωνας βάζει τον Πρωταγόρα να λέει (Πρωταγόρας 316 C-317 B), δηλ. για τους κινδύνους που συνοδεύουν το επάγγελμα των σοφιστών, που τους εκθέτει «σε μεγάλες αντιζηλίες και έχθρες και κάθε λογής διωγμούς».» (E.R. Doods, Οι Έλληνες και το παράλογο, εκδ. Καρδαμίτσα, σ. 276).
-Στην «ανεκτική» Παγανιστική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, κατά τη βασιλεία του Κλαύδιου ο Σενέκας εξορίστηκε από το 41 μέχρι το 49 στην Κορσική. Την εποχή του Νέρωνα, ο Σενέκας αναγκάστηκε να αυτοκτονήσει το 65. Ο Μουσώνιος εξορίστηκε τον ίδιο χρόνο στη Γυάρο. Υπό τον Βεσπασιανό εξορίζονται Στωικοί και Κυνικοί από το 71 μέχρι το 75 μ.Χ., ενώ ο Δίων Χρυσόστομος που τόλμησε να επικρίνει τον αυτοκράτορα εξορίζεται από την Ιταλία και του απαγορεύεται να καταφύγει στην ιδιαίτερη πατρίδα του, τη Βιθυνία. Την εποχή του Μάρκου Αυρήλιου (που διέταξε και διωγμούς κατά Χριστιανών) εξορίζεται ο φιλόσοφος Φαβωρίνος, ο οποίος κατέφυγε στη Χίο.
-Ο φιλόσοφος Ανάξαρχος θανατώθηκε από τον τύραννο Νικοκρέοντα. Αυτός τον έβαλε σε ένα μεγάλο γουδί και διέταξε να τον λειώσουν με σιδερένιους κόπανους (Διογένης Λαέρτιος, IX, 59).
-Ο φιλόσοφος Ζήνων ο Ελεάτης θανατώθηκε από τον τύραννο Νέαρχο (Διογένης Λαέρτιος, IX, 26).
-Ο φιλόσοφος Ξενοφάνης εξορίστηκε από τους κατοίκους της πατρίδας του (Διογένης Λαέρτιος, IX, 18).
-Οι Πυθαγόρειοι κυνηγήθηκαν άγρια όπως κι ο ίδιος ο Πυθαγόρας (βλ. Πορφύριου, Πυθαγόρου βίος, 56-57). Αυτούς τους «ελάχιστους» και προφανώς «πολύ ασήμαντους» Έλληνες φιλοσόφους καταδίωξαν οι Ειδωλολάτρες-Πολυθεϊστές της Αρχαίας Ελλάδας.
Πώς θα δικαιολογήσουν οι «αρχαιολάτρες» αυτούς τους διωγμούς εναντίον των Ελλήνων Φιλοσόφων; Μήπως θα πουν ότι ήταν προϊόν πολιτικών παιχνιδιών; Και ίσως γίνει δεκτό πως τον φίλο του Περικλή Αναξαγόρα ή τον Σωκράτη οι Παγανιστές τους δίωξαν λόγω πολιτικών συμφερόντων. Ακόμα και σε αυτές τις περιπτώσεις, το ότι η επίσημη πρόφαση του διωγμού ήταν η θρησκεία, αυτό σημαίνει πολλά για την ύπαρξη παγανιστικού φανατισμού του όχλου τον 5ο π.Χ. αι., ο οποίος χρησιμοποιήθηκε για πολιτικά παιχνίδια. Οι υπόλοιποι φιλόσοφοι όμως, που (επίσης) αντιτίθεντο στις παγανιστικές αντιλήψεις; Ήταν κι αυτοί θύματα «πολιτικών σκοπιμοτήτων»; Ήταν, θα πουν οι Νεοπαγανιστές. Ώστε έτσι. Ενώ οι διωγμοί κατά των Παγανιστών αξιωματούχων τον 4ο μ.Χ. αιώνα δεν έγιναν λόγω «πολιτικών σκοπιμοτήτων», αλλά λόγω «θρησκευτικού φανατισμού»; Δύο μέτρα και δύο σταθμά λοιπόν έχουν οι Νεοπαγανιστές; Όποτε τους συμφέρει οι διώξεις είναι προϊόν πολιτικών σκοπιμοτήτων, κι όποτε δεν τους συμφέρει είναι προϊόν θρησκευτικού φανατισμού;
Παρ' όλο που είναι άγνωστο στους περισσότερους, τον 5ο αι. π.Χ. ψηφίστηκε (Ψήφισμα του μάντη Διοπείθη) από τους Παγανιστές νόμος στην Αρχαία Αθήνα κατά εκείνων (=φιλοσόφων) που «δεν πίστευαν στα θεία και διέδιδαν θεωρίες για τα ουράνια φαινόμενα» (Πλουτάρχου Περικλής, 32) με ποινές την εξορία, το θάνατο και το κάψιμο των συγγραμμάτων (Nauk, Fragm. Trag. Gracc. 2η έκδοση, σελ. 771). Βάσει αυτού του νόμου (κι όχι αυθαίρετα ή παράνομα) καταδικάστηκαν οι παραπάνω φιλόσοφοι και ο Σωκράτης. Ο Δαυλός γράφει (Δημήτρης Λάμπρου, τεύχος 199, Ιούλιος 1998): «οι Έλληνες ουδέποτε έκαψαν ή κατέστρεψαν τους άλλα φρονούντες και τα έργα τους». Δηλαδή, ο Δαυλός εννοεί ότι: δεν υπήρξε «Ψήφισμα του Διοπείθη», ο Πλούταρχος δεν ξέρει τι γράφει, ο Βαλέριος Μάξιμος είναι ανθέλληνας, ο Αιλιανός συκοφαντεί τους Κρήτες και Αρκάδες, ο Διογένης Λαέρτιος είναι ψεύτης και δεν γνώριζε την αλήθεια, ο Σάτυρος το ίδιο, ο Λυσίας είναι ρήτορας, δηλαδή ψευταράκος, ενώ ο φιλόσοφος Σέξτος Εμπειρικός αγνοεί τα γεγονότα. Καμμιά φορά, συμβαίνουν και τέτοια πράγματα, ταυτοχρόνως, ειδικά με τις αναφορές των αρχαίων συγγραφέων περί διώξεων. Το ίδιο κι ο κ. Μάριος Πλωρίτης (συνέντευξη στο Δαυλό, τ. 214), όταν εξωραΐζει την αρχαιοελληνική πραγματικότητα αποκρύπτοντας τις (ούκ ολίγες) διώξεις φιλοσόφων, λέγοντας ότι «στην Ελλάδα κυριαρχούσε η ελεύθερη σκέψη, η ελεύθερη έρευνα, ο ελεύθερος λόγος». Άραγε η άποψη των Νεοελλήνων ουμανιστών είναι ότι η δολοφονία λόγω πολιτικών σκοπιμοτήτων, της Υπατίας είναι έγκλημα σημαντικότερο από το φόνο του Σωκράτη, τις διώξεις του Αναξαγόρα, του Πρωταγόρα, του Πρόδικου, του Αριστοτέλη, του Στίλπωνα, των Επικούρειων, των Στωικών και άλλων, πολύ σημαντικότερων από την Υπατία, φιλοσόφων;
Τι έχουν να πουν οι Ν/Π για τα παρακάτω;
Μερικοί οχλοκρατικοί βανδαλισμοί Ελλήνων ειδωλολατρών κατά μνημείων, που διασώθηκαν επειδή καταγράφηκαν, (μόνο στους Ελληνιστικούς χρόνους), είναι τουλάχιστον 60. (Dieter Metzler, Bildersturme und Bilderfeindlichkeit in der Antike (στο Martin Warnke, Bildersturm. Die Zesturung des Kunstwerks, Frankfurt 1988, σ. 15).
-Κατά τον Φωκικό πόλεμο (348 π.Χ.) οι Φωκιείς μετά την ήττα τους από τους Θηβαίους, κατέφυγαν ικέτες στον ναό τού Αββαίου Απόλλωνος. Αλλά οι Θηβαίοι τους έκαψαν μαζί με το ιερό και τα έργα τέχνης, για δεύτερη φορά μετά τους Μήδους (Παυσανίας, 10, 35, 3).
-Τον 219 π.Χ. ο στρατηγός των Αιτωλών Δωρίμαχος, πυρπόλησε το ιερό της Δωδώνης, κατέστρεψε τα αναθήματα, και «κατέσκαψε την ιεράν οικίαν». (Πολύβιου, Ιστορίαι, 4, 67, 3). Με τη σειρά τους οι Μακεδόνες (υπό τον Φίλιππο Ε'), εισβάλλουν στο Θέρμον και επιδίδονται σε χειρότερες βαρβαρότητες. Μετά τη λεηλασία της περιοχής, πυρπόλησαν τις στοές των ναών και κατέστρεψαν τα αφιερώματα, που ήταν πολύτιμα έργα εξαιρετικής τέχνης. «ὄντα πολυτελῆ ταῖς κατασκευαῖς καὶ πολλῆς ἐπιμελείας ἔνια τετευχότα καὶ δαπάνης». Ξεθεμελίωσαν τα κτίρια, γκρέμισαν τα αγάλματα που υπολογίζονταν σε δύο χιλιάδες, και προχώρησαν στον θρυμματισμό τους, εκτός από εκείνα που στο βάθρο είχαν εγχάρακτα τα ονόματα των θεών, από ευλάβεια ή φόβο. «Ἀνέτρεψαν δὲ τοὺς ἀνδριάντας ὄντας οὐκ ἐλάττους δισχιλίων» (Πολύβιου, Ιστορίαι, 5, 9). Όλα αυτά έγιναν με εντολή του Φιλίππου και των συνεργατών του, «τοὺς περὶ αὐτὸν φίλους», που πίστευαν ότι ενεργούν «δικαίως καὶ καθηκόντως». Κατά τον Μεγαλοπολίτη ιστορικό, οι καταστροφές αυτές, δεν αποτελούν βάρβαρες πράξεις «αναγκάζουσιν οι του πολέμου νόμοι και τα τούτου δίκαια». (Πολύβιου Ιστορίαι, 5, 11, 3). Ώστε δεν αποτελούν βαρβαρότητα, σύμφωνα με τους Παγανιστές οι πράξεις αυτές. Άμα όμως τις κάνουν οι Χριστιανοί, τότε αποτελούν!
-To 219 π.Χ., οι Αιτωλείς, με επικεφαλής τον Σκόπα, εισβάλλουν στη Μακεδονία, κυριεύουν το Δίον, παραδίδουν στο πυρ τις στοές γύρω από τον ναό, και ανατρέπουν όλους τους ανδριάντες. «Ἐνέπρησε τὰς στοὰς τὰς περὶ τὸ τέμενος καὶ τὰ λοιπὰ διέφθειρε τῶν ἀναθημάτων, ἔτρεψε δὲ τὰς εἰκόνας τῶν βασιλέων ἁπάσας» (Πολύβιου, Ιστορίαι, 4, 62, 2-3).
-Το 201 π.Χ., ο Φίλιππος ο Ε' εισβάλλει στη Μ. Ασία, κυριεύει την Πέργαμο όπου ηγεμόνευε ο Άτταλος ο Α', και με λυσσώδη οργή «λυττῶντι τῷ θυμῷ», (όπως γράφει ο Πολύβιος), καταστρέφει μνημεία και έργα τέχνης. «Εἰς τὰ τῶν θεῶν τεμένη διετίθετο τὴν ὀργήν». Δεν αρκείται όμως στον εμπρησμό και την κατακρήμνιση των ναών, των βωμών και των αγαλμάτων. Κατασυντρίβει και τους λίθους για να μην ξαναχτιστούν τα ξεθεμελιωμένα ιερά: «πρὸς τὸ μηδὲν ἀνασταθῆναι τῶν κατεφθαρμένων». Πελέκησε ακόμα και τα ιερά άλση. (Πολύβιου, Ιστορίαι, 21, 1).
-Το 200 π.Χ., ο Φίλιππος ο Ε' πάλι, κατέστρεψε και τα έργα τέχνης της Αττικής κατά την εισβολή του. Όπως κατήγγειλαν οι Αθηναίοι στο συνέδριο των Αιτωλών (στο Θέρμον), θρήνησαν για τον χαλασμό του τόπου τους, για τον αφανισμό της σοδειάς, την κατεδάφιση των σπιτιών και τη λαφυραγωγία. Αλλά εκείνο που τους συγκλόνισε και τους εξαγρίωσε, γράφει ο Λίβιος, ήταν οι βέβηλες και ανίερες πράξεις του Μακεδόνα μονάρχη. Το γκρέμισμα των μνημείων, η βεβήλωση των ιερών, η καταπάτηση κάθε θείου και ανθρώπινου νόμου. «Κατέστρεψε τα προγονικά ιερά που στόλιζαν και τον μικρότερο δήμο (της Αττικής), πυρπόλησε όλους τους ναούς, ακρωτηρίασε τα αγάλματα των θεών που κατάκεινται σήμερα ανάμεσα στις γκρεμισμένες πύλες των ναών» (Λίβιου Τίτου, Ρωμαϊκή ιστορία ΧΧΧΙ, 30).
Η εικόνα που επίτηδες δίνουν οι εχθροί της ελληνικής Ρωμανίας είναι ότι τα αρχαία μνημεία ήταν σχεδόν άθικτα ώς την εποχή (380 μ.Χ.) που επικράτησαν οι Χριστιανοί, και τότε μόνον καταστράφηκαν ή λεηλατήθηκαν αυτά. Αυτή η εικόνα δεν είναι απλώς λανθασμένη ούτε προϊόν συγχωρήσιμης άγνοιας˙ είναι συνειδητή παραχάραξη της ιστορικής πραγματικότητας. Σκοπός της: να κατηγορηθεί ο Χριστιανισμός.
-Ο Μαρκέλλος, το 212 π.Χ., αφάνισε τις Συρακούσες μεταφέροντας όλα όσα απ' τα καλλιτεχνήματα δεν καταστράφηκαν, στη Ρώμη (Πλούταρχου, Μαρκέλλος).
-Μεταξύ 197-194 π.Χ. οι Ρωμαίοι πολυθεϊστές με τον Τίτο Φλαμινίνο λεηλάτησαν τόσο πολύ τη Βόρεια Ελλάδα, ώστε οι κάτοικοι της Ρώμης απαλλάχτηκαν επί δεκαετίες από κάθε φορολογία.
-To 189 π.Χ. ο Marcus Fulvus Nobilior μετέφερε από την Αμβρακία στη Ρώμη 785 χάλκινα και 230 μαρμάρινα αγάλματα, σύνολο 1015 (Τίτος Λίβιος, XXXIX, 5).
-Το 171 π.Χ. ο Lucretius Gallus κατά την εκστρατεία του κατά της Μακεδονίας καταλεηλάτησαν τα έργα τέχνης των Αβδήρων, της Εύβοιας και της Βοιωτίας (Τίτος Λίβιος, XLIII, 4-7).
-Το 168 π.Χ., όταν οι Ρωμαίοι πολυθεϊστές κατέλυσαν το Μακεδονικό κράτος, παρέλασαν στη Ρώμη 250 άμαξες φορτωμένες με ανδριάντες, γλυπτά, ζωγραφικούς πίνακες (Πλούταρχου, Αιμίλιος Παύλος). Όταν κατεστάλη η εξέγερση των Μακεδόνων, στα 148 π.Χ., οι Λατίνοι ξανά λεηλάτησαν τη Μακεδονία. Τότε μεταφέρθηκαν οι ανδριάντες των εφίππων εταίρων του Αλεξάνδρου που έπεσαν στον Γρανικό.
-Το 146 π.Χ. η Κόρινθος ξεθεμελιώνεται και όσα καλλιτεχνήματα δεν αφανίστηκαν μεταφέρθηκαν στην Ιταλία. Ο Στράβων αναφέρει ότι τα πλείστα και άριστα από τα καλλιτεχνήματα των ειδωλολατρικών ναών της Ρώμης και των γύρω πόλεων προέρχονταν από τη λεηλασία αυτήν.
-O Μόμμιος αρπάζει τον Έρωτα των Θεσπιών, δημιούργημα του Πραξιτέλη.
-Το 132 π.Χ. αρχίζουν στη Ρώμη οι πλειστηριασμοί των καλλιτεχνημάτων της Περγάμου (Πλίνιου, Φυσική Ιστορία, XXXIV, 48).
-Το 103 π.Χ. ο Λικίνιος Κράσσος μετέφερε από την Αθήνα μεγάλο αριθμό αγαλμάτων και κιώνων (Πλίνιος, XVII, 6).
-Τον 1ο π.Χ. αι. η Κιλικία και η Κρήτη έγιναν ορμητήρια πειρατών. Αυτοί κατέστρεψαν το Ηραίον στη Σάμο, λεηλάτησαν τα ιερά της Σαμοθράκης, κατέστρεψαν το μαντείο του Απόλλωνα στην Κλάρο, το ναό των Βραγχιδών στους Διδύμους της Μιλήτου, το ιερό της Χθονίας Δήμητρας στην Ερμιόνη, του Ασκληπιού στην Επίδαυρο και στο Ταίναρο, της Ήρας στο Άργος, του Απόλλωνα στο Άκτιο. Το 69 π.Χ. πειρατές κατέστρεψαν ό,τι απέμεινε στη Δήλο.
-Ο Σύλλας άρπαξε το εξ ελεφαντοστού άγαλμα της Αθηνάς από τις Κλαζομενές, πίνακες του Ζεύξιδος, το κολοσσιαίο άγαλμα του Απόλλωνα από την Απολλωνία του Πόντου. Ο Αύγουστος μετέφερε από την Τεγέα στη Ρώμη το άγαλμα της Αλέας Αθηνάς (Παυσανίας, 8, 46, 1).
-Για να εκδιώξουν τους πειρατές, οι Ρωμαίοι κατέλαβαν και ρήμαξαν την Κρήτη, το 69 π.Χ., και, όπως γράφουν ο Στράβων (1, 477), ο Κικέρων (Pro Murena, 35, 74) και ο Ευτρόπιος (6, 11) ερημώθηκαν οι πόλεις και τα χωριά του νησιού. Τα ίδια έγιναν το 58 π.Χ. στην Κύπρο.
-Το 87 π.Χ. οι Ρωμαίοι, με τον Σύλλα και τον Λούκουλλο εξεστράτευσαν στην Ελλάδα, για να αντιμετωπίσουν τον Μιθριδάτη. Οι δύο στρατηγοί έχοντας ανάγκη χρημάτων άρπαξαν τα χρυσά αναθήματα που βρίσκονταν στην Επίδαυρο, την Ολυμπία, στους Δελφούς., όπου «πολὺν ἄργυρον καὶ χρυςὸν, ἔτι δὲ καὶ τὴν ἄλλων πολυτελῆ κατασκευὴν ἀναλαβὼν ἤθροισε χρημάτων πλῆθος» (Διόδωρος Σικελιώτης, 38, 7). Πυρπόλησαν ιερά άλση στην Αττική και κατέστρεψαν την Ακαδημία και το Λύκειο. Ο Μιθριδάτης κατέστρεψε τη Δήλο, που είχε μείνει πιστή στους Ρωμαίους. Ο Σύλλας κατέστρεψε τον Πειραιά και ισοπέδωσε ολόκληρες πόλεις (Πλούταρχου, Σύλλας, 14 και 26). Αφαίρεσε κίονες και κιονόκρανα απ' το ναό του Δία στην Αθήνα (Πλίνιος, XXXVI, 45). Στο ιερό της Αθηνάς στις Αλκομενές της Βοιωτίας άρπαξε το λατρευτικό άγαλμα. Έκτοτε το μεγάλο βοιωτικό ιερό έσβησε (Στράβων, 9, 413).
-Ο Verres σύμφωνα με τον Κικέρωνα (Actiio in C. Verrem secunda) έκλεψε από τον Παρθενώνα μεγάλο αριθμό χρυσών αναθημάτων. Στη Χίο αρπάχτηκαν αγάλματα. Από την Τένεδο κλέβεται το λατρευτικό άγαλμα του Τένητος, που εκτίθεται στο Forum της Ρώμης. Ακολουθεί αρπαγή του αγάλματος της Ήρας από το ναό της στη Σάμο.
-Κατά τους β' και γ' Μιθριδατικούς πολέμους η Ελλάδα υπέστη πολλές καταστροφές. Μόνο από τη Ρόδο οι Ρωμαίοι ειδωλολάτρες άρπαξαν περί τα 5000 αγάλματα και άλλα 500 από τους Δελφούς.
-Κατά τους εμφύλιους πολέμους μεταξύ Καίσαρα και Πομπηίου, το 48 π.Χ. οι Ρωμαίοι άρπαξαν 3000 έργα τέχνης από τη Ρόδο. Τα Μέγαρα αφανίστηκαν από τον στρατό του Καίσαρα.
-Κατά τον Σουητώνιο (Αύγουστος, 71), ο Αύγουστος έλειωσε όλα τα έργα τέχνης από χρυσό και άργυρο, τα οποία βρήκε στην Αλεξάνδρεια. Στον πόλεμο Αντώνιου-Οκταβιανού, αφού επικράτησε ο δεύτερος, εκδικήθηκε τους Αρκάδες συμμάχους του πρώτου, λεηλατώντας το ιερό της Αλέας, αρπάζοντας το πανάρχαιο άγαλμα της Αθηνάς (6ος π.Χ. αι.), έργο του Ενδοίου καθώς και τα δόντια του μυθικού καλυδώνιου κάπρου (Παυσανίας, 8, 46, 1).
-Επί Μάρκου Αυρήλιου βάρβαροι από τη Βοημία και τη Μοραβία λεηλατούν τη Θράκη και τη Μακεδονία προτού νικηθούν στην Ελάτεια, το 161 μ.Χ.
-Ο Νέρωνας είχε στείλει ειδικό απεσταλμένο, τον Σεκούνδο Καρία, στην Ελλάδα και την ελληνική Μικρά Ασία, για... σαφάρι καλλιτεχνημάτων και αγαλμάτων, το οποίο ήταν εξαιρετικά αποδοτικό. Από την Ολυμπία άρπαξε εκτός άλλων τα αγάλματα του Οδυσσέα, του Δία, του Διόνυσου και του Ορφέα (Παυσανίας, 5, 26, 3-4). Από τους Δελφούς άρπαξε άλλα 500 αγάλματα, σύμφωνα με τον Παυσανία.
Αυτά τα λίγα για την καταστροφή των αρχαίων καλλιτεχνημάτων, από Έλληνες και Ρωμαίους, πριν την επικράτηση του Χριστιανισμού. Αν συνυπολογίσουμε στα κατεστραμένα 1) τα λεηλατημένα και τα κατεστραμένα κατά το δρόμο προς τη Ρώμη (π.χ. ναυάγια πλοίων φορτωμένων με αγάλματα, πίνακες, πολύτιμα μέταλλα και κίωνες), αν συνυπολογίσουμε 2) τις καταστροφές αγαλμάτων που διέπραξαν οι Σταυροφόροι στην Κωνσταντινούπολη, το 1204, οι Τούρκοι και οι Άραβες στη Μ. Ασία και την Μέση Ανατολή, οι Δυτικοί «περιηγητές» και τυχοδιώκτες επί Τουρκοκρατίας (Έλγιν, Μοροζίνι ο οποίος βομβάρδισε και κατέστρεψε το 1687 τον Παρθενώνα) που άρπαζαν έργα τέχνης, αν, τέλος, συνυπολογίσουμε 3) τα έργα τέχνης (ναοί και αγάλματα) που καταστράφηκαν απλώς από τη φθορά του χρόνου (ερήμωση περιοχών, εισβολές βαρβάρων στην Α. Μεσόγειο, σεισμοί) τότε ασφαλώς προκύπτει ότι ήταν ελάχιστα αυτά που κατέστρεψαν οι Χριστιανοί της Ρωμανίας˙ κι όσα καταστράφηκαν ήταν ελάχιστα και η καταστροφή τους έγινε κατά βάση από μη ελληνικής καταγωγής Χριστιανούς Ασιάτες˙ δηλαδή πραγματική αιτία ήταν οι υπόγειες εθνικές συγκρούσεις κι όχι ο Χριστιανισμός. Αλλά και ούτε και για τις λίγες περιπτώσεις των ελληνικής καταγωγής βανδάλων ευθύνεται ο Χριστιανισμός, ο οποίος καταδικάζει τη βία.
- Ο Πρόκλος ήθελε να αποσύρει από την κυκλοφορία όλα τα βιβλία εκτός από τα Τίμαιος και Χαλδαϊκά Λόγια, ώστε να εμποδίσει να βλάψουν τους ανεκπαίδευτους (Μαρίνου, Βίος Πρόκλου, 38).
- «Όταν βρήκε (ο Αλέξανδρος) τις Κύριες Δόξες του Επίκουρου, που (...) περιέχει συνοπτικά τα βασικά σημεία της φιλοσοφίας του, το πήγε στο κέντρο της αγοράς και το έκαψε πάνω σε ξύλα συκιάς καίγοντας έτσι δήθεν και τον ίδιο. Μετά έριξε τη στάχτη στη θάλασσα λέγοντας μάλιστα το χρησμό: ξορκίζω τις αντιλήψεις του τυφλού γέροντα πυρπολώντας τες» (Λουκιανού, Αλέξανδρος ή ψευδομάντης, 47).
- Ο Νέρων το 64 μ.Χ. καίγοντας τη Ρώμη έκαψε μαζί και τις βιβλιοθήκες της, που περιείχαν πολλά ελληνικά χειρόγραφα (Σουητώνιου, Δομιτιανός, 20).
-Οι Σπαρτιάτες, σύμφωνα με τον Βαλέριο Μάξιμο, απαγόρευσαν τα βιβλία του Αρχίλοχου, επειδή αυτός σάρκαζε το σπαρτιατικό πνεύμα.
-«Είναι τολμηρό να υποθέσουμε πως δεν έγιναν άλλες διώξεις πέρα από τις περιπτώσεις που συνέβη να ακούσουμε οι ίδιοι. Οι μελετητές δεν έχουν προσέξει αρκετά αυτό που ο Πλάτωνας βάζει τον Πρωταγόρα να λέει (Πρωταγόρας 316 C-317 B), δηλ. για τους κινδύνους που συνοδεύουν το επάγγελμα των σοφιστών, που τους εκθέτει «σε μεγάλες αντιζηλίες και έχθρες και κάθε λογής διωγμούς».» (E.R. Doods, Οι Έλληνες και το παράλογο, εκδ. Καρδαμίτσα, σ. 276).
-Στην «ανεκτική» Παγανιστική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, κατά τη βασιλεία του Κλαύδιου ο Σενέκας εξορίστηκε από το 41 μέχρι το 49 στην Κορσική. Την εποχή του Νέρωνα, ο Σενέκας αναγκάστηκε να αυτοκτονήσει το 65. Ο Μουσώνιος εξορίστηκε τον ίδιο χρόνο στη Γυάρο. Υπό τον Βεσπασιανό εξορίζονται Στωικοί και Κυνικοί από το 71 μέχρι το 75 μ.Χ., ενώ ο Δίων Χρυσόστομος που τόλμησε να επικρίνει τον αυτοκράτορα εξορίζεται από την Ιταλία και του απαγορεύεται να καταφύγει στην ιδιαίτερη πατρίδα του, τη Βιθυνία. Την εποχή του Μάρκου Αυρήλιου (που διέταξε και διωγμούς κατά Χριστιανών) εξορίζεται ο φιλόσοφος Φαβωρίνος, ο οποίος κατέφυγε στη Χίο.
-Ο φιλόσοφος Ανάξαρχος θανατώθηκε από τον τύραννο Νικοκρέοντα. Αυτός τον έβαλε σε ένα μεγάλο γουδί και διέταξε να τον λειώσουν με σιδερένιους κόπανους (Διογένης Λαέρτιος, IX, 59).
-Ο φιλόσοφος Ζήνων ο Ελεάτης θανατώθηκε από τον τύραννο Νέαρχο (Διογένης Λαέρτιος, IX, 26).
-Ο φιλόσοφος Ξενοφάνης εξορίστηκε από τους κατοίκους της πατρίδας του (Διογένης Λαέρτιος, IX, 18).
-Οι Πυθαγόρειοι κυνηγήθηκαν άγρια όπως κι ο ίδιος ο Πυθαγόρας (βλ. Πορφύριου, Πυθαγόρου βίος, 56-57). Αυτούς τους «ελάχιστους» και προφανώς «πολύ ασήμαντους» Έλληνες φιλοσόφους καταδίωξαν οι Ειδωλολάτρες-Πολυθεϊστές της Αρχαίας Ελλάδας.
Πώς θα δικαιολογήσουν οι «αρχαιολάτρες» αυτούς τους διωγμούς εναντίον των Ελλήνων Φιλοσόφων; Μήπως θα πουν ότι ήταν προϊόν πολιτικών παιχνιδιών; Και ίσως γίνει δεκτό πως τον φίλο του Περικλή Αναξαγόρα ή τον Σωκράτη οι Παγανιστές τους δίωξαν λόγω πολιτικών συμφερόντων. Ακόμα και σε αυτές τις περιπτώσεις, το ότι η επίσημη πρόφαση του διωγμού ήταν η θρησκεία, αυτό σημαίνει πολλά για την ύπαρξη παγανιστικού φανατισμού του όχλου τον 5ο π.Χ. αι., ο οποίος χρησιμοποιήθηκε για πολιτικά παιχνίδια. Οι υπόλοιποι φιλόσοφοι όμως, που (επίσης) αντιτίθεντο στις παγανιστικές αντιλήψεις; Ήταν κι αυτοί θύματα «πολιτικών σκοπιμοτήτων»; Ήταν, θα πουν οι Νεοπαγανιστές. Ώστε έτσι. Ενώ οι διωγμοί κατά των Παγανιστών αξιωματούχων τον 4ο μ.Χ. αιώνα δεν έγιναν λόγω «πολιτικών σκοπιμοτήτων», αλλά λόγω «θρησκευτικού φανατισμού»; Δύο μέτρα και δύο σταθμά λοιπόν έχουν οι Νεοπαγανιστές; Όποτε τους συμφέρει οι διώξεις είναι προϊόν πολιτικών σκοπιμοτήτων, κι όποτε δεν τους συμφέρει είναι προϊόν θρησκευτικού φανατισμού;
Παρ' όλο που είναι άγνωστο στους περισσότερους, τον 5ο αι. π.Χ. ψηφίστηκε (Ψήφισμα του μάντη Διοπείθη) από τους Παγανιστές νόμος στην Αρχαία Αθήνα κατά εκείνων (=φιλοσόφων) που «δεν πίστευαν στα θεία και διέδιδαν θεωρίες για τα ουράνια φαινόμενα» (Πλουτάρχου Περικλής, 32) με ποινές την εξορία, το θάνατο και το κάψιμο των συγγραμμάτων (Nauk, Fragm. Trag. Gracc. 2η έκδοση, σελ. 771). Βάσει αυτού του νόμου (κι όχι αυθαίρετα ή παράνομα) καταδικάστηκαν οι παραπάνω φιλόσοφοι και ο Σωκράτης. Ο Δαυλός γράφει (Δημήτρης Λάμπρου, τεύχος 199, Ιούλιος 1998): «οι Έλληνες ουδέποτε έκαψαν ή κατέστρεψαν τους άλλα φρονούντες και τα έργα τους». Δηλαδή, ο Δαυλός εννοεί ότι: δεν υπήρξε «Ψήφισμα του Διοπείθη», ο Πλούταρχος δεν ξέρει τι γράφει, ο Βαλέριος Μάξιμος είναι ανθέλληνας, ο Αιλιανός συκοφαντεί τους Κρήτες και Αρκάδες, ο Διογένης Λαέρτιος είναι ψεύτης και δεν γνώριζε την αλήθεια, ο Σάτυρος το ίδιο, ο Λυσίας είναι ρήτορας, δηλαδή ψευταράκος, ενώ ο φιλόσοφος Σέξτος Εμπειρικός αγνοεί τα γεγονότα. Καμμιά φορά, συμβαίνουν και τέτοια πράγματα, ταυτοχρόνως, ειδικά με τις αναφορές των αρχαίων συγγραφέων περί διώξεων. Το ίδιο κι ο κ. Μάριος Πλωρίτης (συνέντευξη στο Δαυλό, τ. 214), όταν εξωραΐζει την αρχαιοελληνική πραγματικότητα αποκρύπτοντας τις (ούκ ολίγες) διώξεις φιλοσόφων, λέγοντας ότι «στην Ελλάδα κυριαρχούσε η ελεύθερη σκέψη, η ελεύθερη έρευνα, ο ελεύθερος λόγος». Άραγε η άποψη των Νεοελλήνων ουμανιστών είναι ότι η δολοφονία λόγω πολιτικών σκοπιμοτήτων, της Υπατίας είναι έγκλημα σημαντικότερο από το φόνο του Σωκράτη, τις διώξεις του Αναξαγόρα, του Πρωταγόρα, του Πρόδικου, του Αριστοτέλη, του Στίλπωνα, των Επικούρειων, των Στωικών και άλλων, πολύ σημαντικότερων από την Υπατία, φιλοσόφων;
Τι έχουν να πουν οι Ν/Π για τα παρακάτω;
Μερικοί οχλοκρατικοί βανδαλισμοί Ελλήνων ειδωλολατρών κατά μνημείων, που διασώθηκαν επειδή καταγράφηκαν, (μόνο στους Ελληνιστικούς χρόνους), είναι τουλάχιστον 60. (Dieter Metzler, Bildersturme und Bilderfeindlichkeit in der Antike (στο Martin Warnke, Bildersturm. Die Zesturung des Kunstwerks, Frankfurt 1988, σ. 15).
-Κατά τον Φωκικό πόλεμο (348 π.Χ.) οι Φωκιείς μετά την ήττα τους από τους Θηβαίους, κατέφυγαν ικέτες στον ναό τού Αββαίου Απόλλωνος. Αλλά οι Θηβαίοι τους έκαψαν μαζί με το ιερό και τα έργα τέχνης, για δεύτερη φορά μετά τους Μήδους (Παυσανίας, 10, 35, 3).
-Τον 219 π.Χ. ο στρατηγός των Αιτωλών Δωρίμαχος, πυρπόλησε το ιερό της Δωδώνης, κατέστρεψε τα αναθήματα, και «κατέσκαψε την ιεράν οικίαν». (Πολύβιου, Ιστορίαι, 4, 67, 3). Με τη σειρά τους οι Μακεδόνες (υπό τον Φίλιππο Ε'), εισβάλλουν στο Θέρμον και επιδίδονται σε χειρότερες βαρβαρότητες. Μετά τη λεηλασία της περιοχής, πυρπόλησαν τις στοές των ναών και κατέστρεψαν τα αφιερώματα, που ήταν πολύτιμα έργα εξαιρετικής τέχνης. «ὄντα πολυτελῆ ταῖς κατασκευαῖς καὶ πολλῆς ἐπιμελείας ἔνια τετευχότα καὶ δαπάνης». Ξεθεμελίωσαν τα κτίρια, γκρέμισαν τα αγάλματα που υπολογίζονταν σε δύο χιλιάδες, και προχώρησαν στον θρυμματισμό τους, εκτός από εκείνα που στο βάθρο είχαν εγχάρακτα τα ονόματα των θεών, από ευλάβεια ή φόβο. «Ἀνέτρεψαν δὲ τοὺς ἀνδριάντας ὄντας οὐκ ἐλάττους δισχιλίων» (Πολύβιου, Ιστορίαι, 5, 9). Όλα αυτά έγιναν με εντολή του Φιλίππου και των συνεργατών του, «τοὺς περὶ αὐτὸν φίλους», που πίστευαν ότι ενεργούν «δικαίως καὶ καθηκόντως». Κατά τον Μεγαλοπολίτη ιστορικό, οι καταστροφές αυτές, δεν αποτελούν βάρβαρες πράξεις «αναγκάζουσιν οι του πολέμου νόμοι και τα τούτου δίκαια». (Πολύβιου Ιστορίαι, 5, 11, 3). Ώστε δεν αποτελούν βαρβαρότητα, σύμφωνα με τους Παγανιστές οι πράξεις αυτές. Άμα όμως τις κάνουν οι Χριστιανοί, τότε αποτελούν!
-To 219 π.Χ., οι Αιτωλείς, με επικεφαλής τον Σκόπα, εισβάλλουν στη Μακεδονία, κυριεύουν το Δίον, παραδίδουν στο πυρ τις στοές γύρω από τον ναό, και ανατρέπουν όλους τους ανδριάντες. «Ἐνέπρησε τὰς στοὰς τὰς περὶ τὸ τέμενος καὶ τὰ λοιπὰ διέφθειρε τῶν ἀναθημάτων, ἔτρεψε δὲ τὰς εἰκόνας τῶν βασιλέων ἁπάσας» (Πολύβιου, Ιστορίαι, 4, 62, 2-3).
-Το 201 π.Χ., ο Φίλιππος ο Ε' εισβάλλει στη Μ. Ασία, κυριεύει την Πέργαμο όπου ηγεμόνευε ο Άτταλος ο Α', και με λυσσώδη οργή «λυττῶντι τῷ θυμῷ», (όπως γράφει ο Πολύβιος), καταστρέφει μνημεία και έργα τέχνης. «Εἰς τὰ τῶν θεῶν τεμένη διετίθετο τὴν ὀργήν». Δεν αρκείται όμως στον εμπρησμό και την κατακρήμνιση των ναών, των βωμών και των αγαλμάτων. Κατασυντρίβει και τους λίθους για να μην ξαναχτιστούν τα ξεθεμελιωμένα ιερά: «πρὸς τὸ μηδὲν ἀνασταθῆναι τῶν κατεφθαρμένων». Πελέκησε ακόμα και τα ιερά άλση. (Πολύβιου, Ιστορίαι, 21, 1).
-Το 200 π.Χ., ο Φίλιππος ο Ε' πάλι, κατέστρεψε και τα έργα τέχνης της Αττικής κατά την εισβολή του. Όπως κατήγγειλαν οι Αθηναίοι στο συνέδριο των Αιτωλών (στο Θέρμον), θρήνησαν για τον χαλασμό του τόπου τους, για τον αφανισμό της σοδειάς, την κατεδάφιση των σπιτιών και τη λαφυραγωγία. Αλλά εκείνο που τους συγκλόνισε και τους εξαγρίωσε, γράφει ο Λίβιος, ήταν οι βέβηλες και ανίερες πράξεις του Μακεδόνα μονάρχη. Το γκρέμισμα των μνημείων, η βεβήλωση των ιερών, η καταπάτηση κάθε θείου και ανθρώπινου νόμου. «Κατέστρεψε τα προγονικά ιερά που στόλιζαν και τον μικρότερο δήμο (της Αττικής), πυρπόλησε όλους τους ναούς, ακρωτηρίασε τα αγάλματα των θεών που κατάκεινται σήμερα ανάμεσα στις γκρεμισμένες πύλες των ναών» (Λίβιου Τίτου, Ρωμαϊκή ιστορία ΧΧΧΙ, 30).
Η εικόνα που επίτηδες δίνουν οι εχθροί της ελληνικής Ρωμανίας είναι ότι τα αρχαία μνημεία ήταν σχεδόν άθικτα ώς την εποχή (380 μ.Χ.) που επικράτησαν οι Χριστιανοί, και τότε μόνον καταστράφηκαν ή λεηλατήθηκαν αυτά. Αυτή η εικόνα δεν είναι απλώς λανθασμένη ούτε προϊόν συγχωρήσιμης άγνοιας˙ είναι συνειδητή παραχάραξη της ιστορικής πραγματικότητας. Σκοπός της: να κατηγορηθεί ο Χριστιανισμός.
-Ο Μαρκέλλος, το 212 π.Χ., αφάνισε τις Συρακούσες μεταφέροντας όλα όσα απ' τα καλλιτεχνήματα δεν καταστράφηκαν, στη Ρώμη (Πλούταρχου, Μαρκέλλος).
-Μεταξύ 197-194 π.Χ. οι Ρωμαίοι πολυθεϊστές με τον Τίτο Φλαμινίνο λεηλάτησαν τόσο πολύ τη Βόρεια Ελλάδα, ώστε οι κάτοικοι της Ρώμης απαλλάχτηκαν επί δεκαετίες από κάθε φορολογία.
-To 189 π.Χ. ο Marcus Fulvus Nobilior μετέφερε από την Αμβρακία στη Ρώμη 785 χάλκινα και 230 μαρμάρινα αγάλματα, σύνολο 1015 (Τίτος Λίβιος, XXXIX, 5).
-Το 171 π.Χ. ο Lucretius Gallus κατά την εκστρατεία του κατά της Μακεδονίας καταλεηλάτησαν τα έργα τέχνης των Αβδήρων, της Εύβοιας και της Βοιωτίας (Τίτος Λίβιος, XLIII, 4-7).
-Το 168 π.Χ., όταν οι Ρωμαίοι πολυθεϊστές κατέλυσαν το Μακεδονικό κράτος, παρέλασαν στη Ρώμη 250 άμαξες φορτωμένες με ανδριάντες, γλυπτά, ζωγραφικούς πίνακες (Πλούταρχου, Αιμίλιος Παύλος). Όταν κατεστάλη η εξέγερση των Μακεδόνων, στα 148 π.Χ., οι Λατίνοι ξανά λεηλάτησαν τη Μακεδονία. Τότε μεταφέρθηκαν οι ανδριάντες των εφίππων εταίρων του Αλεξάνδρου που έπεσαν στον Γρανικό.
-Το 146 π.Χ. η Κόρινθος ξεθεμελιώνεται και όσα καλλιτεχνήματα δεν αφανίστηκαν μεταφέρθηκαν στην Ιταλία. Ο Στράβων αναφέρει ότι τα πλείστα και άριστα από τα καλλιτεχνήματα των ειδωλολατρικών ναών της Ρώμης και των γύρω πόλεων προέρχονταν από τη λεηλασία αυτήν.
-O Μόμμιος αρπάζει τον Έρωτα των Θεσπιών, δημιούργημα του Πραξιτέλη.
-Το 132 π.Χ. αρχίζουν στη Ρώμη οι πλειστηριασμοί των καλλιτεχνημάτων της Περγάμου (Πλίνιου, Φυσική Ιστορία, XXXIV, 48).
-Το 103 π.Χ. ο Λικίνιος Κράσσος μετέφερε από την Αθήνα μεγάλο αριθμό αγαλμάτων και κιώνων (Πλίνιος, XVII, 6).
-Τον 1ο π.Χ. αι. η Κιλικία και η Κρήτη έγιναν ορμητήρια πειρατών. Αυτοί κατέστρεψαν το Ηραίον στη Σάμο, λεηλάτησαν τα ιερά της Σαμοθράκης, κατέστρεψαν το μαντείο του Απόλλωνα στην Κλάρο, το ναό των Βραγχιδών στους Διδύμους της Μιλήτου, το ιερό της Χθονίας Δήμητρας στην Ερμιόνη, του Ασκληπιού στην Επίδαυρο και στο Ταίναρο, της Ήρας στο Άργος, του Απόλλωνα στο Άκτιο. Το 69 π.Χ. πειρατές κατέστρεψαν ό,τι απέμεινε στη Δήλο.
-Ο Σύλλας άρπαξε το εξ ελεφαντοστού άγαλμα της Αθηνάς από τις Κλαζομενές, πίνακες του Ζεύξιδος, το κολοσσιαίο άγαλμα του Απόλλωνα από την Απολλωνία του Πόντου. Ο Αύγουστος μετέφερε από την Τεγέα στη Ρώμη το άγαλμα της Αλέας Αθηνάς (Παυσανίας, 8, 46, 1).
-Για να εκδιώξουν τους πειρατές, οι Ρωμαίοι κατέλαβαν και ρήμαξαν την Κρήτη, το 69 π.Χ., και, όπως γράφουν ο Στράβων (1, 477), ο Κικέρων (Pro Murena, 35, 74) και ο Ευτρόπιος (6, 11) ερημώθηκαν οι πόλεις και τα χωριά του νησιού. Τα ίδια έγιναν το 58 π.Χ. στην Κύπρο.
-Το 87 π.Χ. οι Ρωμαίοι, με τον Σύλλα και τον Λούκουλλο εξεστράτευσαν στην Ελλάδα, για να αντιμετωπίσουν τον Μιθριδάτη. Οι δύο στρατηγοί έχοντας ανάγκη χρημάτων άρπαξαν τα χρυσά αναθήματα που βρίσκονταν στην Επίδαυρο, την Ολυμπία, στους Δελφούς., όπου «πολὺν ἄργυρον καὶ χρυςὸν, ἔτι δὲ καὶ τὴν ἄλλων πολυτελῆ κατασκευὴν ἀναλαβὼν ἤθροισε χρημάτων πλῆθος» (Διόδωρος Σικελιώτης, 38, 7). Πυρπόλησαν ιερά άλση στην Αττική και κατέστρεψαν την Ακαδημία και το Λύκειο. Ο Μιθριδάτης κατέστρεψε τη Δήλο, που είχε μείνει πιστή στους Ρωμαίους. Ο Σύλλας κατέστρεψε τον Πειραιά και ισοπέδωσε ολόκληρες πόλεις (Πλούταρχου, Σύλλας, 14 και 26). Αφαίρεσε κίονες και κιονόκρανα απ' το ναό του Δία στην Αθήνα (Πλίνιος, XXXVI, 45). Στο ιερό της Αθηνάς στις Αλκομενές της Βοιωτίας άρπαξε το λατρευτικό άγαλμα. Έκτοτε το μεγάλο βοιωτικό ιερό έσβησε (Στράβων, 9, 413).
-Ο Verres σύμφωνα με τον Κικέρωνα (Actiio in C. Verrem secunda) έκλεψε από τον Παρθενώνα μεγάλο αριθμό χρυσών αναθημάτων. Στη Χίο αρπάχτηκαν αγάλματα. Από την Τένεδο κλέβεται το λατρευτικό άγαλμα του Τένητος, που εκτίθεται στο Forum της Ρώμης. Ακολουθεί αρπαγή του αγάλματος της Ήρας από το ναό της στη Σάμο.
-Κατά τους β' και γ' Μιθριδατικούς πολέμους η Ελλάδα υπέστη πολλές καταστροφές. Μόνο από τη Ρόδο οι Ρωμαίοι ειδωλολάτρες άρπαξαν περί τα 5000 αγάλματα και άλλα 500 από τους Δελφούς.
-Κατά τους εμφύλιους πολέμους μεταξύ Καίσαρα και Πομπηίου, το 48 π.Χ. οι Ρωμαίοι άρπαξαν 3000 έργα τέχνης από τη Ρόδο. Τα Μέγαρα αφανίστηκαν από τον στρατό του Καίσαρα.
-Κατά τον Σουητώνιο (Αύγουστος, 71), ο Αύγουστος έλειωσε όλα τα έργα τέχνης από χρυσό και άργυρο, τα οποία βρήκε στην Αλεξάνδρεια. Στον πόλεμο Αντώνιου-Οκταβιανού, αφού επικράτησε ο δεύτερος, εκδικήθηκε τους Αρκάδες συμμάχους του πρώτου, λεηλατώντας το ιερό της Αλέας, αρπάζοντας το πανάρχαιο άγαλμα της Αθηνάς (6ος π.Χ. αι.), έργο του Ενδοίου καθώς και τα δόντια του μυθικού καλυδώνιου κάπρου (Παυσανίας, 8, 46, 1).
-Επί Μάρκου Αυρήλιου βάρβαροι από τη Βοημία και τη Μοραβία λεηλατούν τη Θράκη και τη Μακεδονία προτού νικηθούν στην Ελάτεια, το 161 μ.Χ.
-Ο Νέρωνας είχε στείλει ειδικό απεσταλμένο, τον Σεκούνδο Καρία, στην Ελλάδα και την ελληνική Μικρά Ασία, για... σαφάρι καλλιτεχνημάτων και αγαλμάτων, το οποίο ήταν εξαιρετικά αποδοτικό. Από την Ολυμπία άρπαξε εκτός άλλων τα αγάλματα του Οδυσσέα, του Δία, του Διόνυσου και του Ορφέα (Παυσανίας, 5, 26, 3-4). Από τους Δελφούς άρπαξε άλλα 500 αγάλματα, σύμφωνα με τον Παυσανία.
Αυτά τα λίγα για την καταστροφή των αρχαίων καλλιτεχνημάτων, από Έλληνες και Ρωμαίους, πριν την επικράτηση του Χριστιανισμού. Αν συνυπολογίσουμε στα κατεστραμένα 1) τα λεηλατημένα και τα κατεστραμένα κατά το δρόμο προς τη Ρώμη (π.χ. ναυάγια πλοίων φορτωμένων με αγάλματα, πίνακες, πολύτιμα μέταλλα και κίωνες), αν συνυπολογίσουμε 2) τις καταστροφές αγαλμάτων που διέπραξαν οι Σταυροφόροι στην Κωνσταντινούπολη, το 1204, οι Τούρκοι και οι Άραβες στη Μ. Ασία και την Μέση Ανατολή, οι Δυτικοί «περιηγητές» και τυχοδιώκτες επί Τουρκοκρατίας (Έλγιν, Μοροζίνι ο οποίος βομβάρδισε και κατέστρεψε το 1687 τον Παρθενώνα) που άρπαζαν έργα τέχνης, αν, τέλος, συνυπολογίσουμε 3) τα έργα τέχνης (ναοί και αγάλματα) που καταστράφηκαν απλώς από τη φθορά του χρόνου (ερήμωση περιοχών, εισβολές βαρβάρων στην Α. Μεσόγειο, σεισμοί) τότε ασφαλώς προκύπτει ότι ήταν ελάχιστα αυτά που κατέστρεψαν οι Χριστιανοί της Ρωμανίας˙ κι όσα καταστράφηκαν ήταν ελάχιστα και η καταστροφή τους έγινε κατά βάση από μη ελληνικής καταγωγής Χριστιανούς Ασιάτες˙ δηλαδή πραγματική αιτία ήταν οι υπόγειες εθνικές συγκρούσεις κι όχι ο Χριστιανισμός. Αλλά και ούτε και για τις λίγες περιπτώσεις των ελληνικής καταγωγής βανδάλων ευθύνεται ο Χριστιανισμός, ο οποίος καταδικάζει τη βία.
Πηγή: www.ierosolymitissa.org
Οι Χριστιανοί εδίωξαν τους Έλληνες; 13o.
14d ΔΙΩΓΜΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΩΝ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΕΣ ΑΡΧΑΙΩΝ ΜΝΗΜΕΙΩΝ ΑΠΟ ΕΙΔΩΛΟΛΑΤΡΕΣ
Αλήθεια, τι έχουν να πουν οι Νεοπαγανιστές για τις διώξεις Αρχαίων Ελλήνων Φιλοσόφων από τους Ειδωλολάτρες;
-«Ο Αναξαγόρας μηνύθηκε για ασέβεια επειδή διακήρυσσε ότι ο ήλιος είναι μια διάπυρη μεταλλική μάζα, και καταδικάστηκε σε πρόστιμο 5 ταλάντων και εξορία. Κατά άλλους καταδικάστηκε ερήμην σε θάνατο» («Σωτίων μὲν γάρ φησιν ἐν τῇ Διαδοχῇ τῶν φιλοσόφων ὑπὸ Κλέωνος αὐτὸν ἀσεβείας κριθῆναι, διότι τὸν ἥλιον μύδρον ἔλεγε διάπυρον· ἀπολογησαμένου δὲ ὑπὲρ αὐτοῦ Περικλέους τοῦ μαθητοῦ, πέντε ταλάντοις ζημιωθῆναι καὶ φυγαδευθῆναι. Σάτυρος δ' ἐν τοῖς Βίοις (FHG iii. 163) ὑπὸ Θουκυδίδου φησὶν εἰσαχθῆναι τὴν δίκην, ἀντιπολιτευομένου τῷ Περικλεῖ· καὶ οὐ μόνον ἀσεβείας ἀλλὰ καὶ μηδισμοῦ· καὶ ἀπόντα καταδικασθῆναι θανάτῳ. Ἕρμιππος δ' ἐν τοῖς Βίοις (FHG iii. 43) φησὶν ὅτι καθείρχθη ἐν τῷ δεσμωτηρίῳ τεθνηξόμενος.», Διογένης Λαέρτιος, II, 12-13).
-Φυσικά ο Σωκράτης, εξοντώθηκε με κώνειο επειδή, κατά τους Ειδωλολάτρες, δεν πίστευε στους θεούς της πόλης (Με οποιαδήποτε έννοια κι αν εννοήσουμε το «νομίζειν», πάλι το ίδιο συμπέρασμα βγαίνει: ο Σωκράτης καταδικάστηκε διότι δεν δεχόταν-πίστευε ως θεούς αυτούς που δεχόταν-πίστευε η πόλη της Αθήνας). Είναι λάθος να αποσιωπάται η θρησκευτική αιτία της δίωξης του Σωκράτη, κι αυτό μας το δείχνει ο Αριστοφάνης, παραθέτοντας στις Νεφέλες την άποψη του πολύ κόσμου για τον Σωκράτη. Δεν ήταν μόνο οι πολιτικώς αντιφρονούντες (ολιγαρχικοί) μαθητές του Σωκράτη ούτε οι προσωπικές αντιπάθειες που ο Σωκράτης με τη «μαιευτική» του θα δημιουργούσε σε πολλούς, αλλά η διάχυτη υποψία του πολυθεϊστικού όχλου ότι ασεβούσε προς τους «θεούς».
-Το τι κυνήγι φιλοσόφων γινόταν εκείνη την εποχή (τέλη 5ου με αρχές 4ου αι.) από τους Ειδωλολάτρες, μάς το αναφέρει ο Αριστοφάνης στις Νεφέλες του. Η αντίρρηση ότι οι Νεφέλες είναι κωμωδία δεν στέκει καθόλου, διότι ο Αριστοφάνης παρέθετε διάφορα πραγματικά συμβάντα με χιουμοριστικό τρόπο, και μάλιστα οι γνώμες που παραθέτει είναι ακριβώς η γνώμη του απλού Αθηναίου. Γράφει ο Αριστοφάνης (στ. 1506-1509) με το στόμα του Στρεψιάδη ο οποίος απευθύνεται προς τους σοφιστές και τους φιλόσοφους: «Τι σας έπιασε και τόση στους θεούς ασέβεια δείχνετε, / του φεγγαριού τον πισινό ψάχνετε να βρείτε; / Διώξ τους, ρίξ τους, βάρα τους, γιατί πολλά χουνε κάνει, / το πιο πολύ, το ξέρω, ζητούσαν τους θεούς να βλάψουν». Ο όχλος των Πολυθεϊστών προφανώς θα είχε τέτοιες απόψεις για τους μη παραδοσιακούς φιλοσόφους του «Χρυσού Αιώνα», γι αυτό και καταδίκασε τόσους πολλούς εξ αυτών.
- «Ο Πρόδικος ο Κείος, φιλόσοφος και σοφιστής, σύγχρονος του Δημοκρίτου, μαθητής του Πρωταγόρα, πέθανε στην Αθήνα, αφού του έδωσαν να πιεί κώνειο, με το αιτιολογικό ότι διέφθειρε τους νέους» (Σούδα). Σχετικά πρβ. Αριστοφάνης, απ. 490: τοῦτον τὸν ἄνδρα ἢ βυβλίον διέφθορεν ἢ Πρόδικος ἢ τῶν ἀδολεσχῶν εἷς γέ τις.
- Ο Θεόδωρος ο Κυρηναίος, ο επονομαζόμενος Άθεος, που έζησε στο α' μισό του 3ου π.Χ. αι. κατά τον Διογένη Λαέρτιο (II, 101-102) αφού εξορίστηκε για τη διδασκαλία του από την Αθήνα, κατέφυγε στην αυλή του Πτολεμαίου, και έπειτα στην Κυρήνη, ξανά εξορίστηκε, για να καταφύγει ξανά στην Ελλάδα: «Κάποτε που ο Θεόδωρος είχε καθίσει πλάι στον ιεροφάντη Ερυκλείδη, τον ρώτησε: "δε μου λες, Ευρυκλείδη, ποιοι είναι οι ασεβείς προς τα μυστήρια;". Και αφού αυτός του απάντησε "εκείνοι που τα αποκαλύπτουν στους αμύητους", "κι εσύ", του είπε, "είσαι ασεβής, αφού τα εξηγείς στους αμύητους". Παρά λίγο να προσαχθεί στον Άρειο Πάγο, αν δεν τον γλίτωνε ο Δημήτριος ο Φαληρεάς. Ο Αμφικράτης όμως, στο Περί ενδόξων ανδρών βιβλίο του (FHG iv. 300), λέει ότι καταδικάστηκε να πιεί το κώνειο. (...) "Δεν μου λες, Θεόδωρε", του είπε, "εσύ δεν είσαι που σ έδιωξαν από την Αθήνα;". "Σωστά είσαι πληροφορημένος", του είπε˙ "πράγματι η πόλη των Αθηναίων, επειδή δεν μπορούσε να με υποφέρει, με πέταξε, όπως η Σέμελη τον Διόνυσο". (...) Την πρώτη φορά που τον εξόρισαν είπε τούτο: "καλά κάνετε, άνδρες Κυρηναίοι, που με εξορίζετε από τη Λιβύη στην Ελλάδα"» Έκανε ένα αστειάκι με τον ειδωλολάτρη ιεροφάντη ο φιλόσοφος Θεόδωρος κι αμέσως η Ιερά Εξέταση της Ειδωλολατρίας τον εξόρισε (Διογένης Λαέρτιος, II, 103). Άμεση Δημοκρατία ή άμεση Ειδωλοκρατία;
- Ένας μαθητής του Θεόδωρου του Άθεου, ο Ηγησίας, δίδασκε στην Αλεξάνδρεια, αλλά ο Πτολεμαίος Β απαγόρευσε τις διαλέξεις του (βλ. Κικέρωνα, Tusc., I, 34, 83) (Γιάννη Κορδάτου, Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας, εκδ. Μπουκουμάνη, σ. 282).
- Ο Διαγόρας ο Μήλιος εξορίστηκε από τους Αθηναίους επειδή έλεγε πως οι θεότητες του Ολύμπου είναι ανύπαρκτες και επειδή διακωμωδούσε τα απόκρυφα των μυστηρίων και «ασέβησε με λόγια απένταντι στις τελετές και τις γιορτές», και τον καταδίκασαν σε θάνατο, επικηρύσσοντας το κεφάλι του με ανταμοιβή ένα τάλαντο (Λυσίας 6.17˙ Αριστοφάνης, Όρνιθες, στ. 1071 κ.ε.˙Σούδα).
- Ο Στίλπων ο Μεγαρεύς δικάστηκε και καταδικάστηκε για ασέβεια προς τα μνημεία των θεών, και η ποινή ήταν εξορία: «Αυτός, λένε, ρώτησε κάποτε έτσι για το άγαλμα της Αθηνάς που είχε φτιάξει ο Φειδίας: "Είναι θεός η Αθηνά, η κόρη του Δία;" και σαν του είπαν "ναι", "μα αυτή δεν είναι του Δία, είναι του Φειδία", αποκρίθηκε. Και καθώς συμφωνούσαν, συμπέρανε: "άρα δεν είναι θεός". Αλλά για την κουβέντα του αυτή προσήχθη ενώπιον του Αρείου Πάγου, όπου δεν αρνήθηκε ότι τα είπε, αλλά υποστήριξε ότι σωστά μίλησε: "γιατί πράγματι δεν είναι θεός, αλλά θεά, αφού μόνον οι άρρενες είναι θεοί". Πλην όμως οι Αρεοπαγίτες τον διέταξαν να φύγει αμέσως από την πόλη. Τότε και ο Θεόδωρος τον ρώτησε κοροϊδευτικά: "Κι από πού το ξέρεις αυτό, Στίλπωνα; Μήπως της σήκωσες το φουστάνι και είδες;"» (Διογένης Λαέρτιος, II, 116). Τόλμησε να θίξει ένα ξόανο ο φιλόσοφος Στίλπωνας, κι αμέσως τον εξόρισαν οι Ειδωλολάτρες.
-η Ασπασία κατηγορήθηκε (δικάστηκε) επί ασέβεια προς τον Παγανισμό (Πλούταρχου Περικλής, 32).
-ο Ευριπίδης κατηγορήθηκε για ασέβεια προς την Ειδωλολατρία από τον Κλέωνα (Σάτυρου, Βίος Ευριπίδου, απ. 39. Πρβλ. Bury, CAH V. 383κ.)
-ο Αριστοτέλης. «Στην αρχή του Λαμιακού πολέμου, βρήκαν την ευκαιρία οι θρησκόληπτοι Αθηναίοι, που δε χώνευαν τον Αριστοτέλη για τις επιστημονικές του έρευνες, να τον κατηγορήσουν για άθεο. Έτσι, ο Αριστοτέλης, για να μην αναγκαστεί να πιεί το κώνειο, αναγκάστηκε να φύγει από την Αττική» (Γιάννη Κορδάτου, Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας, εκδ. Μπουκουμάνη, σ. 340) «Το ιερατείο, εκπροσωπούμενοι από τον ιεροφάντη της Ελευσίνιας Δήμητρας Ευρυμέδοντα, και η σχολή του Ισοκράτους δια του Δημοφίλου, υιού του ιστορικού Εφόρου υπέβαλον καταγγελίαν κατά του Αριστοτέλους επί ασεβεία. Η κατηγορία πιθανώς θα ανεφέρετο και εις φιλοσοφικάς δοξασίας περιεχόμενας εις το Περί ευχής σύγγραμμά του, εν ώ εδιδάσκετο ότι η προσευχή ουδέν αποτέλεσμα δύναται να αποφέρει» (Κων. Δ. Γεωργούλη, Αριστοτέλης ο Σταγειρίτης, εκδ. Ιστορικής και λαογραφικής εταιρίας Χαλκιδικής, σ. 47). «Ο Αριστοτέλης ήρθε στην Αθήνα και ήταν επικεφαλής της σχολής του για δεκατρία χρόνια και μετά αποσύρθηκε στη Χαλκίδα, επειδή κατηγορήθηκε από τον Ευρυμέδοντα τον ιεροφάντη για ασέβεια, ή σύμφωνα με τον Φαβωρίνω στην Παντοδαπή ιστορία του, από τον Δημόφιλο» (Διογένης Λαέρτιος, V, 5). Ο Αριστοτέλης έφυγε, για να μη δώσει, όπως είπε, την ευκαιρία στους Αθηναίους να χτυπήσουν τη φιλοσοφία για δεύτερη φορά (η πρώτη ήταν με το Σωκράτη).
-Ο διάδοχος του Αριστοτέλη στο Λύκειο, ο Θεόφραστος, επίσης κατηγορήθηκε για ασέβεια («Ἁγνωνίδης τολμήσας ἀσεβείας αὐτὸν γράψασθαι» Διογένης Λαέρτιος, V, 37).
-Ο Αισχύλος κατηγορήθηκε για ασέβεια, επειδή αποκάλυψε μερικά από τα μυστικά των Μυστηρίων σε κάποιο από τα έργα του. (Αριστ. Ηθικά Νικομάχεια 1111a 9-10). «Ο Αισχύλος ο τραγωδός κρίθηκε ένοχος για ασέβεια, λόγω ενός δράματος του. Κι ενώ ήταν έτοιμοι οι Αθηναίοι να τον λιθοβολήσουν, ο Αμεινίας, ο νεώτερος αδερφός του, τους έδειξε το χέρι του, το οποίο δεν είχε καρπό. Είχε αριστεύσει στη ναυμαχία της Σαλαμίνας ο Αμεινίας χάνοντας τον καρπό του και ήταν πρώτος των Αθηναίων. Επειδή είδαν οι δικαστές το πρόβλημά του, θυμήθηκάν τα κατορθώματά του και άφησαν τον Αισχύλο» (Αιλιανού Ποικίλη Ιστορία, 5, 19: «Αἰσχύλος ὁ τραγῳδὸς ἐκρίνατο ἀσεβείας ἐπί τινι δράματι. ἑτοίμων οὖν ὄντων Ἀθηναίων βάλειν αὐτὸν λίθοις, Ἀμεινίας ὁ νεώτερος ἀδελφὸς διακαλυψάμενος τὸ ἱμάτιον ἔδειξε τὸν πῆχυν ἔρημον τῆς χειρός. ἔτυχε δὲ ἀριστεύων ἐν Σαλαμῖνι ὁ Ἀμεινίας ἀποβεβληκὼς τὴν χεῖρα, καὶ πρῶτος Ἀθηναίων τῶν ἀριστείων ἔτυχεν. ἐπεὶ δὲ εἶδον οἱ δικασταὶ τοῦ ἀνδρὸς τὸ πάθος, ὑπεμνήσθησαν τῶν ἔργων αὐτοῦ, καὶ ἀφῆκαν τὸν Αἰσχύλον»). Δηλαδή, καθόλου δεν αθωώθηκε ο Αισχύλος απλώς του χάρισαν τη θανατική ποινή. Επειδή ασέβησε κατά των θεών γράφοντας ένα ακόμη αριστούργημά του, κρίθηκε άξιος θανάτου. Και γλίτωσε την τελευταία στιγμή, από τις πέτρες των πολυθεϊστών.
- Σε πολλές περιοχές, όπως στη Λύκτο της Κρήτης και στην Αρκαδία, οι Επικούρειοι, όχι μόνο καταδιώχτηκαν, μα και πέρασαν από βασανιστήρια, όπως μάς πληροφορεί κάποιο απόσπασμα του Αιλιανού (Γιάννη Κορδάτου, Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας, εκδ. Μπουκουμάνη, σ. 431). «Στην Κρήτη, οι Λύκτιοι έδιωξαν μερικούς από τους Επικουρείους που ήταν εκεί, και ψηφίστηκε νόμος στην τοπική διάλεκτο για αυτούς που επινόησαν την θηλυκή και αγενή και αισχρή σοφία και έχουν κηρυχθεί δημόσια εχθροί των θεών της Λύκτου. Και αν κάποιος έφτανε έχοντας θράσος και δεν έδινε καμιά σημασία σε όσα έλεγε ο νόμος, έπρεπε αυτός να δεθεί στο ζυγό κοντά στο βουλευτήριο (διοικητήριο) για είκοσι ημέρες αφού είχε αλειφθεί γυμνός με γάλα και μέλι,ώστε να γίνει δείπνο για τις μέλισσες και τις μύγες και να τον σκοτώσουν στο χρόνο που αναφέρθηκε. Κι αν αφού είχε περάσει αυτός ο χρόνος ζούσε ακόμα έπρεπε να τον ρίξουν στον γκρεμό αφού τον έντυναν με γυναικείο ένδυμα» (Αιλιανού Αποσπάσματα 39: «ὅτι ἐν Κρήτῃ Λύκτιοι τῶν Ἐπικουρείων τινὰς ἐκεῖ παραβαλόντας ἐξήλασαν. καὶ νόμος ἐγράφη τῇ ἐπιχωρίῳ φωνῇ τοὺς τὴν θήλειαν σοφίαν καὶ ἀγεννῆ καὶ αἰσχρὰν ἐπινοήσαντας καὶ μέντοι καὶ τοῖς θεοῖς πολέμιους ἐκκεκηρῦχθαι τῆς Λύκτου. ἐὰν δέ τις ἀφίκηται θρασυνόμενος, καὶ τὰ ἐκ τοῦ νόμου παρ οὐδὲν ποιήσηται, δεδέσθω ἐν κύφωνι πρὸς τῷ ἀρχείῳ ἡμερῷν εἴκοσιν, ἐπιρρεόμενος μέλιτι γυμνὸς καὶ γάλακτι, ἵνα ᾖ μελίτταις καὶ μυίαις δεῖπνον, καὶ ἀναλώσωσι χρόνῳ τῷ προειρημένῳ αὐτόν. τούτου γε μὴν διελθόντος ἐὰν ἔτι περιῇ, κατὰ κρημνοῦ ὠθείσθω, στολὴν γυναικείαν περιβληθείς»). -Οι Επικούρειοι διώχτηκαν κακήν κακώς από τη πολυθεϊστική Ρώμη και από τους πολυθεϊστές Μεσσήνιους. «Έδιωξαν τους Επικούρειους από τη Ρώμη με κοινή απόφαση της βουλής. Και οι Μεσσήνιοι της ίδιας φιλοσοφικής σχολής τους οπαδούς τούς έδιωξαν, αποκαλώντας τους διαφθορείς των νέων και κηλίδα της φιλοσοφίας εξαιτίας της αθεότητάς τους. Και τους πρόσταξαν να φύγουν έξω από τα όρια της Μεσσηνίας πριν δύσει ο ήλιος» (Αιλιανού Αποσπάσματα 39: «Ἐξήλασαν δὲ τοὺς Ἐπικουρείους τῆς Ρώμης δόγματι τῆς βουλῆς κοινῷ. καὶ Μεσςήνιοι δὲ ἐν Ἀρκαδίᾳ τοὺς ἐκ τῆς αὐτῆς οἱονεὶ φάτνης ἐδηδοκότας ἐξήλασαν, λυμεῶνας μὲν εἶναι τῶν νέων λέγοντες, κηλῖδα δὲ φιλοσοφίᾳ προσβάλλοντας διὰ τε μαλακίαν καὶ ἀθεότητα. καὶ προςέταξάν γε πρὸ τῶν τοῦ ἡλίου δυσμῶν ἔξω τῶν ὅρων τῆς Μεσσηνίας γῆς εἶναι αὐτούς (..)»).
-Το τι κυνήγι φιλοσόφων γινόταν εκείνη την εποχή (τέλη 5ου με αρχές 4ου αι.) από τους Ειδωλολάτρες, μάς το αναφέρει ο Αριστοφάνης στις Νεφέλες του. Η αντίρρηση ότι οι Νεφέλες είναι κωμωδία δεν στέκει καθόλου, διότι ο Αριστοφάνης παρέθετε διάφορα πραγματικά συμβάντα με χιουμοριστικό τρόπο, και μάλιστα οι γνώμες που παραθέτει είναι ακριβώς η γνώμη του απλού Αθηναίου. Γράφει ο Αριστοφάνης (στ. 1506-1509) με το στόμα του Στρεψιάδη ο οποίος απευθύνεται προς τους σοφιστές και τους φιλόσοφους: «Τι σας έπιασε και τόση στους θεούς ασέβεια δείχνετε, / του φεγγαριού τον πισινό ψάχνετε να βρείτε; / Διώξ τους, ρίξ τους, βάρα τους, γιατί πολλά χουνε κάνει, / το πιο πολύ, το ξέρω, ζητούσαν τους θεούς να βλάψουν». Ο όχλος των Πολυθεϊστών προφανώς θα είχε τέτοιες απόψεις για τους μη παραδοσιακούς φιλοσόφους του «Χρυσού Αιώνα», γι αυτό και καταδίκασε τόσους πολλούς εξ αυτών.
- «Ο Πρόδικος ο Κείος, φιλόσοφος και σοφιστής, σύγχρονος του Δημοκρίτου, μαθητής του Πρωταγόρα, πέθανε στην Αθήνα, αφού του έδωσαν να πιεί κώνειο, με το αιτιολογικό ότι διέφθειρε τους νέους» (Σούδα). Σχετικά πρβ. Αριστοφάνης, απ. 490: τοῦτον τὸν ἄνδρα ἢ βυβλίον διέφθορεν ἢ Πρόδικος ἢ τῶν ἀδολεσχῶν εἷς γέ τις.
- Ο Θεόδωρος ο Κυρηναίος, ο επονομαζόμενος Άθεος, που έζησε στο α' μισό του 3ου π.Χ. αι. κατά τον Διογένη Λαέρτιο (II, 101-102) αφού εξορίστηκε για τη διδασκαλία του από την Αθήνα, κατέφυγε στην αυλή του Πτολεμαίου, και έπειτα στην Κυρήνη, ξανά εξορίστηκε, για να καταφύγει ξανά στην Ελλάδα: «Κάποτε που ο Θεόδωρος είχε καθίσει πλάι στον ιεροφάντη Ερυκλείδη, τον ρώτησε: "δε μου λες, Ευρυκλείδη, ποιοι είναι οι ασεβείς προς τα μυστήρια;". Και αφού αυτός του απάντησε "εκείνοι που τα αποκαλύπτουν στους αμύητους", "κι εσύ", του είπε, "είσαι ασεβής, αφού τα εξηγείς στους αμύητους". Παρά λίγο να προσαχθεί στον Άρειο Πάγο, αν δεν τον γλίτωνε ο Δημήτριος ο Φαληρεάς. Ο Αμφικράτης όμως, στο Περί ενδόξων ανδρών βιβλίο του (FHG iv. 300), λέει ότι καταδικάστηκε να πιεί το κώνειο. (...) "Δεν μου λες, Θεόδωρε", του είπε, "εσύ δεν είσαι που σ έδιωξαν από την Αθήνα;". "Σωστά είσαι πληροφορημένος", του είπε˙ "πράγματι η πόλη των Αθηναίων, επειδή δεν μπορούσε να με υποφέρει, με πέταξε, όπως η Σέμελη τον Διόνυσο". (...) Την πρώτη φορά που τον εξόρισαν είπε τούτο: "καλά κάνετε, άνδρες Κυρηναίοι, που με εξορίζετε από τη Λιβύη στην Ελλάδα"» Έκανε ένα αστειάκι με τον ειδωλολάτρη ιεροφάντη ο φιλόσοφος Θεόδωρος κι αμέσως η Ιερά Εξέταση της Ειδωλολατρίας τον εξόρισε (Διογένης Λαέρτιος, II, 103). Άμεση Δημοκρατία ή άμεση Ειδωλοκρατία;
- Ένας μαθητής του Θεόδωρου του Άθεου, ο Ηγησίας, δίδασκε στην Αλεξάνδρεια, αλλά ο Πτολεμαίος Β απαγόρευσε τις διαλέξεις του (βλ. Κικέρωνα, Tusc., I, 34, 83) (Γιάννη Κορδάτου, Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας, εκδ. Μπουκουμάνη, σ. 282).
- Ο Διαγόρας ο Μήλιος εξορίστηκε από τους Αθηναίους επειδή έλεγε πως οι θεότητες του Ολύμπου είναι ανύπαρκτες και επειδή διακωμωδούσε τα απόκρυφα των μυστηρίων και «ασέβησε με λόγια απένταντι στις τελετές και τις γιορτές», και τον καταδίκασαν σε θάνατο, επικηρύσσοντας το κεφάλι του με ανταμοιβή ένα τάλαντο (Λυσίας 6.17˙ Αριστοφάνης, Όρνιθες, στ. 1071 κ.ε.˙Σούδα).
- Ο Στίλπων ο Μεγαρεύς δικάστηκε και καταδικάστηκε για ασέβεια προς τα μνημεία των θεών, και η ποινή ήταν εξορία: «Αυτός, λένε, ρώτησε κάποτε έτσι για το άγαλμα της Αθηνάς που είχε φτιάξει ο Φειδίας: "Είναι θεός η Αθηνά, η κόρη του Δία;" και σαν του είπαν "ναι", "μα αυτή δεν είναι του Δία, είναι του Φειδία", αποκρίθηκε. Και καθώς συμφωνούσαν, συμπέρανε: "άρα δεν είναι θεός". Αλλά για την κουβέντα του αυτή προσήχθη ενώπιον του Αρείου Πάγου, όπου δεν αρνήθηκε ότι τα είπε, αλλά υποστήριξε ότι σωστά μίλησε: "γιατί πράγματι δεν είναι θεός, αλλά θεά, αφού μόνον οι άρρενες είναι θεοί". Πλην όμως οι Αρεοπαγίτες τον διέταξαν να φύγει αμέσως από την πόλη. Τότε και ο Θεόδωρος τον ρώτησε κοροϊδευτικά: "Κι από πού το ξέρεις αυτό, Στίλπωνα; Μήπως της σήκωσες το φουστάνι και είδες;"» (Διογένης Λαέρτιος, II, 116). Τόλμησε να θίξει ένα ξόανο ο φιλόσοφος Στίλπωνας, κι αμέσως τον εξόρισαν οι Ειδωλολάτρες.
-η Ασπασία κατηγορήθηκε (δικάστηκε) επί ασέβεια προς τον Παγανισμό (Πλούταρχου Περικλής, 32).
-ο Ευριπίδης κατηγορήθηκε για ασέβεια προς την Ειδωλολατρία από τον Κλέωνα (Σάτυρου, Βίος Ευριπίδου, απ. 39. Πρβλ. Bury, CAH V. 383κ.)
-ο Αριστοτέλης. «Στην αρχή του Λαμιακού πολέμου, βρήκαν την ευκαιρία οι θρησκόληπτοι Αθηναίοι, που δε χώνευαν τον Αριστοτέλη για τις επιστημονικές του έρευνες, να τον κατηγορήσουν για άθεο. Έτσι, ο Αριστοτέλης, για να μην αναγκαστεί να πιεί το κώνειο, αναγκάστηκε να φύγει από την Αττική» (Γιάννη Κορδάτου, Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας, εκδ. Μπουκουμάνη, σ. 340) «Το ιερατείο, εκπροσωπούμενοι από τον ιεροφάντη της Ελευσίνιας Δήμητρας Ευρυμέδοντα, και η σχολή του Ισοκράτους δια του Δημοφίλου, υιού του ιστορικού Εφόρου υπέβαλον καταγγελίαν κατά του Αριστοτέλους επί ασεβεία. Η κατηγορία πιθανώς θα ανεφέρετο και εις φιλοσοφικάς δοξασίας περιεχόμενας εις το Περί ευχής σύγγραμμά του, εν ώ εδιδάσκετο ότι η προσευχή ουδέν αποτέλεσμα δύναται να αποφέρει» (Κων. Δ. Γεωργούλη, Αριστοτέλης ο Σταγειρίτης, εκδ. Ιστορικής και λαογραφικής εταιρίας Χαλκιδικής, σ. 47). «Ο Αριστοτέλης ήρθε στην Αθήνα και ήταν επικεφαλής της σχολής του για δεκατρία χρόνια και μετά αποσύρθηκε στη Χαλκίδα, επειδή κατηγορήθηκε από τον Ευρυμέδοντα τον ιεροφάντη για ασέβεια, ή σύμφωνα με τον Φαβωρίνω στην Παντοδαπή ιστορία του, από τον Δημόφιλο» (Διογένης Λαέρτιος, V, 5). Ο Αριστοτέλης έφυγε, για να μη δώσει, όπως είπε, την ευκαιρία στους Αθηναίους να χτυπήσουν τη φιλοσοφία για δεύτερη φορά (η πρώτη ήταν με το Σωκράτη).
-Ο διάδοχος του Αριστοτέλη στο Λύκειο, ο Θεόφραστος, επίσης κατηγορήθηκε για ασέβεια («Ἁγνωνίδης τολμήσας ἀσεβείας αὐτὸν γράψασθαι» Διογένης Λαέρτιος, V, 37).
-Ο Αισχύλος κατηγορήθηκε για ασέβεια, επειδή αποκάλυψε μερικά από τα μυστικά των Μυστηρίων σε κάποιο από τα έργα του. (Αριστ. Ηθικά Νικομάχεια 1111a 9-10). «Ο Αισχύλος ο τραγωδός κρίθηκε ένοχος για ασέβεια, λόγω ενός δράματος του. Κι ενώ ήταν έτοιμοι οι Αθηναίοι να τον λιθοβολήσουν, ο Αμεινίας, ο νεώτερος αδερφός του, τους έδειξε το χέρι του, το οποίο δεν είχε καρπό. Είχε αριστεύσει στη ναυμαχία της Σαλαμίνας ο Αμεινίας χάνοντας τον καρπό του και ήταν πρώτος των Αθηναίων. Επειδή είδαν οι δικαστές το πρόβλημά του, θυμήθηκάν τα κατορθώματά του και άφησαν τον Αισχύλο» (Αιλιανού Ποικίλη Ιστορία, 5, 19: «Αἰσχύλος ὁ τραγῳδὸς ἐκρίνατο ἀσεβείας ἐπί τινι δράματι. ἑτοίμων οὖν ὄντων Ἀθηναίων βάλειν αὐτὸν λίθοις, Ἀμεινίας ὁ νεώτερος ἀδελφὸς διακαλυψάμενος τὸ ἱμάτιον ἔδειξε τὸν πῆχυν ἔρημον τῆς χειρός. ἔτυχε δὲ ἀριστεύων ἐν Σαλαμῖνι ὁ Ἀμεινίας ἀποβεβληκὼς τὴν χεῖρα, καὶ πρῶτος Ἀθηναίων τῶν ἀριστείων ἔτυχεν. ἐπεὶ δὲ εἶδον οἱ δικασταὶ τοῦ ἀνδρὸς τὸ πάθος, ὑπεμνήσθησαν τῶν ἔργων αὐτοῦ, καὶ ἀφῆκαν τὸν Αἰσχύλον»). Δηλαδή, καθόλου δεν αθωώθηκε ο Αισχύλος απλώς του χάρισαν τη θανατική ποινή. Επειδή ασέβησε κατά των θεών γράφοντας ένα ακόμη αριστούργημά του, κρίθηκε άξιος θανάτου. Και γλίτωσε την τελευταία στιγμή, από τις πέτρες των πολυθεϊστών.
- Σε πολλές περιοχές, όπως στη Λύκτο της Κρήτης και στην Αρκαδία, οι Επικούρειοι, όχι μόνο καταδιώχτηκαν, μα και πέρασαν από βασανιστήρια, όπως μάς πληροφορεί κάποιο απόσπασμα του Αιλιανού (Γιάννη Κορδάτου, Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας, εκδ. Μπουκουμάνη, σ. 431). «Στην Κρήτη, οι Λύκτιοι έδιωξαν μερικούς από τους Επικουρείους που ήταν εκεί, και ψηφίστηκε νόμος στην τοπική διάλεκτο για αυτούς που επινόησαν την θηλυκή και αγενή και αισχρή σοφία και έχουν κηρυχθεί δημόσια εχθροί των θεών της Λύκτου. Και αν κάποιος έφτανε έχοντας θράσος και δεν έδινε καμιά σημασία σε όσα έλεγε ο νόμος, έπρεπε αυτός να δεθεί στο ζυγό κοντά στο βουλευτήριο (διοικητήριο) για είκοσι ημέρες αφού είχε αλειφθεί γυμνός με γάλα και μέλι,ώστε να γίνει δείπνο για τις μέλισσες και τις μύγες και να τον σκοτώσουν στο χρόνο που αναφέρθηκε. Κι αν αφού είχε περάσει αυτός ο χρόνος ζούσε ακόμα έπρεπε να τον ρίξουν στον γκρεμό αφού τον έντυναν με γυναικείο ένδυμα» (Αιλιανού Αποσπάσματα 39: «ὅτι ἐν Κρήτῃ Λύκτιοι τῶν Ἐπικουρείων τινὰς ἐκεῖ παραβαλόντας ἐξήλασαν. καὶ νόμος ἐγράφη τῇ ἐπιχωρίῳ φωνῇ τοὺς τὴν θήλειαν σοφίαν καὶ ἀγεννῆ καὶ αἰσχρὰν ἐπινοήσαντας καὶ μέντοι καὶ τοῖς θεοῖς πολέμιους ἐκκεκηρῦχθαι τῆς Λύκτου. ἐὰν δέ τις ἀφίκηται θρασυνόμενος, καὶ τὰ ἐκ τοῦ νόμου παρ οὐδὲν ποιήσηται, δεδέσθω ἐν κύφωνι πρὸς τῷ ἀρχείῳ ἡμερῷν εἴκοσιν, ἐπιρρεόμενος μέλιτι γυμνὸς καὶ γάλακτι, ἵνα ᾖ μελίτταις καὶ μυίαις δεῖπνον, καὶ ἀναλώσωσι χρόνῳ τῷ προειρημένῳ αὐτόν. τούτου γε μὴν διελθόντος ἐὰν ἔτι περιῇ, κατὰ κρημνοῦ ὠθείσθω, στολὴν γυναικείαν περιβληθείς»). -Οι Επικούρειοι διώχτηκαν κακήν κακώς από τη πολυθεϊστική Ρώμη και από τους πολυθεϊστές Μεσσήνιους. «Έδιωξαν τους Επικούρειους από τη Ρώμη με κοινή απόφαση της βουλής. Και οι Μεσσήνιοι της ίδιας φιλοσοφικής σχολής τους οπαδούς τούς έδιωξαν, αποκαλώντας τους διαφθορείς των νέων και κηλίδα της φιλοσοφίας εξαιτίας της αθεότητάς τους. Και τους πρόσταξαν να φύγουν έξω από τα όρια της Μεσσηνίας πριν δύσει ο ήλιος» (Αιλιανού Αποσπάσματα 39: «Ἐξήλασαν δὲ τοὺς Ἐπικουρείους τῆς Ρώμης δόγματι τῆς βουλῆς κοινῷ. καὶ Μεσςήνιοι δὲ ἐν Ἀρκαδίᾳ τοὺς ἐκ τῆς αὐτῆς οἱονεὶ φάτνης ἐδηδοκότας ἐξήλασαν, λυμεῶνας μὲν εἶναι τῶν νέων λέγοντες, κηλῖδα δὲ φιλοσοφίᾳ προσβάλλοντας διὰ τε μαλακίαν καὶ ἀθεότητα. καὶ προςέταξάν γε πρὸ τῶν τοῦ ἡλίου δυσμῶν ἔξω τῶν ὅρων τῆς Μεσσηνίας γῆς εἶναι αὐτούς (..)»).
Πηγή: www.ierosolymitissa.org
Οι Χριστιανοί εδίωξαν τους Έλληνες; 12o.
14. - δεύτερο μέρος "Οι Βυζαντινοί Αυτοκράτορες κατεδίωξαν τον ελληνισμό και την ελληνική θρησκεία, και έκαναν τα μύρια όργια κατά των Ελλήνων, με τη συμπαράστατη της εκκλησίας. Έκαψαν και γκρέμισαν ιερά, κατέστρεψαν αγάλματα, σκότωσαν φιλοσόφους και ήταν ενάντια σε κάθε τι ελληνικό. Οι Έλληνες εκχριστιανίστηκάν με το ζόρι από τους βυζαντινούς".
ΔΙΩΓΜΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΩΝ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΕΣ ΑΡΧΑΙΩΝ ΜΝΗΜΕΙΩΝ ΑΠΟ ΕΙΔΩΛΟΛΑΤΡΕΣ
Αλήθεια, τι έχουν να πουν οι Νεοπαγανιστές για τις διώξεις Αρχαίων Ελλήνων Φιλοσόφων από τους Ειδωλολάτρες;
-«Εξαιτίας της δήλωσης του Πρωταγόρα στο βιβλίο του Περί θεών ότι δεν ξέρει αν υπάρχουν θεοί, οι Αθηναίοι τον έδιωξαν από την πόλη και έκαψαν τα βιβλία του στην Αγορά, αφού πρώτα έβγαλαν κήρυκα και τα μάζεψαν ένα ένα από όσους είχαν αντίτυπα» («"περὶ μὲν θεῶν οὐκ ἔχω εἰδέναι οὔθ' ὡς εἰσίν, οὔθ' ὡς οὐκ εἰσίν· πολλὰ γὰρ τὰ κωλύοντα εἰδέναι, ἥ τ' ἀδηλότης καὶ βραχὺς ὢν ὁ βίος τοῦ ἀνθρώπου."διὰ ταύτην δὲ τὴν ἀρχὴν τοῦ συγγράμματος ἐξεβλήθη πρὸς Ἀθηναίων· καὶ τὰ βιβλία αὐτοῦ κατέκαυσαν ἐν τῇ ἀγορᾷ, ὑπὸ κήρυκι ἀναλεξάμενοι παρ' ἑκάστου τῶν κεκτημένων», Διογένης Λαέρτιος, IX, 52). «Κι ο Πρωταγόρας ως γνωστόν εξορίστηκε» (Πλούταρχου, Νικίας, 23). Το ίδιο λένε και οι: Φιλόστρατος, Βίοι Σοφιστών, I 10, 3, Ησύχιος, Ονοματολόγος, Σέξτος Εμπειρικός, Προς μαθηματικούς, IX 55. Φυσικά, είναι άξιο απορίας πώς αμφισβητείται το γεγονός της δίωξης του από τους Αθηναίους, λες και ήταν ο μόνος φιλόσοφος που αναφέρεται ότι δίωξαν οι Αθηναίοι (ώστε να λέγανε κάποιοι «δεν συναντάμε παρόμοια συμπεριφορά»). Ωστόσο, επειδή υπάρχουν οι αντιρρήσεις, τις παραθέτουμε και απαντάμε σε αυτές. Έτσι υπάρχει η άποψη ότι οι ειδήσεις για δίκη και καταδίκη του Πρωταγόρα συγκρούονται με τη μαρτυρία του Πλάτωνα και αποτελούν μάλλον επινόηση μεταγενέστερων συγγραφέων. Επιπλέον, ισχυρίζονται ορισμένοι, ο Πλάτων είναι ιδεολογικός αντίπαλος των Σοφιστών κι έχει κάθε συμφέρον να κατηγορήσει τον αρχηγό των σοφιστών για αθεΐα και να επισημάνει πως διώχτηκε από την πόλη. Ακόμα όμως κι ο ορκισμένος εχθρός των Σοφιστών, Πλάτων, δεν αναφέρει πουθενά κάτι τέτοιο. Γιατί άραγε; Και τέλος ξενίζει η πληροφορία του Διογένη Λαέρτιου ότι πρώτο από τα έργα του ο Πρωταγόρας διάβασε στην Αθήνα το «Περί θεών». Όπως σωστά παρατηρεί ο C. W. Muller, "Protagoras uber die Gotter", σ. 331, σημ. 64, στην περίπτωση που αυτό αληθεύει, και με την προϋπόθεση, πάντα, ότι πραγματικά έλαβε χώρα δίκη του Πρωταγόρα, θα πρέπει να δεχτούμε ότι οι Αθηναίοι έσυραν στα δικαστήρια τον σοφιστή, στα τέλη της ζωής του, για μια επίδειξη που είχε γίνει πριν από αρκετά χρόνια, στη διάρκεια της πρώτης παραμονής του στην πόλη τους. Εμείς απαντάμε ως εξής:
α) Ο Πλάτωνας δεν αναφέρει πουθενά ότι ο Πρωταγόρας δεν δικάστηκε για ασέβεια. Απλώς τον παρουσιάζει να έχει πεθάνει σε μεγάλη ηλικία. Όμως ο Πλάτωνας λέει πολλές ανακρίβειες. Για παράδειγμα 1) επειδή είναι φιλοσπαρτιάτης, εξωραΐζει την σπαρτιατική Κρυπτεία λέγοντας πως αυτή ήταν απλώς στρατιωτικές ασκήσεις των Λακεδαιμόνιων, ενώ ακόμη και ο φιλοσπαρτιάτης Πλούταρχος (Λυκούργος, 28), μαζί με τους Αριστοτέλη και Θουκιδίδη λένε την αλήθεια, ότι η Κρυπτεία ήταν περιοδική (κάθε χρόνο) εξόντωση, δια νόμου, των άοπλων ετοιμοπόλεμων Ειλώτων (σκλάβοι των Σπαρτιατών) από τους Λακεδαιμόνιους στρατιώτες. 2) Κατά την δίκη και καταδίκη του Σωκράτη, αυτός το έσκασε από την Αθήνα (σύμφωνα με άλλη παράδοση απλώς κρύφτηκε) και προσπαθεί στον Φαίδωνα 59b να τα μπαλώσει, βάζοντας τον Φαίδωνα να λέει ότι ο Πλάτων δεν παρευρίσκονταν στη φυλακή κατά τις τελευταίες στιγμές του Σωκράτη γιατί «θαρρώ πως ήταν άρρωστος», λέγοντάς τα μασημένα και μέσω τρίτων. 3) Λέει ψέμματα για τον λόγο της απουσίας των Σπαρτιατών στη μάχη κατά των Περσών στον Μαραθώνα, διότι ενώ ο Ηρόδοτος είχε αναφερθεί στους πραγματικούς λόγους (Ηρόδοτος, 6, 106, 2-3), ο Πλάτωνας προσπαθώντας άτεχνα να αντικρούσει τον Ηρόδοτο αναφέρει (Νόμοι, 698e) ότι «δεν ξέρει ακριβώς» γιατί δεν κατάφεραν να βοηθήσουν οι Σπαρτιάτες τους Αθηναίους. Φυσικά ως Αθηναίος ήξερε πολύ καλά τον λόγο, αλλά ως φιλοσπαρτιάτης κάνει πως δε τον ξέρει (άλλωστε ήταν πολύ μεταγενέστερος, όπως κι ο Πλούταρχος, του Ηροδότου). 4) Φυσικά υπάρχουν ένα σωρό άλλες δικές του μυθοπλασίες (Ατλαντίδα κ.λπ.) τις οποίες εφευρίσκει και χρησιμοποιεί για ηθικοδιδακτικούς σκοπούς. Δεν είναι και τόσο τρομερό λοιπόν να γράφει ανακρίβειες στους διαλόγους του, ειδικά για ιστορικά συμβάντα. Φιλόσοφος ήταν και όχι ιστοριογράφος.
β) Επί της ουσίας, το ότι ο Πλάτωνας δεν λέει κάτι, δεν σημαίνει ότι αυτό δεν συνέβη. Ο Πλάτωνας δεν αναφέρει τη δίωξη του Αναξαγόρα, και του Διαγόρα, τις οποίες αναφέρουν πολλοί σύγχρονοί τους. Λοιπόν; Δε συνέβησαν; Ο Πλάτων δεν αναφέρει πουθενά τον Δημόκριτο· δεν υπήρξε ο Δημόκριτος; Τί είναι ο Πλάτων, ο μόνος συγγραφέας της εποχής εκείνης;
γ) Υπάρχει το επιχείρημα ότι ο Πλάτων, ως ολιγαρχικός, φιλοσπαρτιάτης και εχθρός των σοφιστών, θα είχε συμφέρον να κατηγορήσει τον Πρωταγόρα, αλλά αφού δεν το κάνει και δεν αναφέρει τίποτα, σημαίνει ότι τίποτα δεν έγινε. Δεν είναι όμως ο Πλάτων ο μόνος φιλοσπαρτιάτης και ολιγαρχικός. Την πληροφορία για τη δίκη και την εξορία του Πρωταγόρα μας την δίνει ο Αθηναίος χρονικογράφος Φιλόχορος (ο Mueller το λέει αυτό), ο οποίος ήταν επίσης θρησκόληπτος, επίσης ολιγαρχικός, και είχε συγγράψει Ιστορία των Αθηνών, από τους διασημότερους χρονικογράφους της εποχής του. Αστήριχτο είναι λοιπόν το επιχειρήμα «οι ολιγαρχικοί εχθροί των σοφιστών δεν αναφέρουν τη δίωξη του Πρωταγόρα, άρα αυτή δεν συνέβη ποτέ».
δ) Ο Πλούταρχος όμως, που είναι εξίσου φιλοσπαρτιάτης και ολιγαρχικός-φιλομοναρχικός, αναφέρει τη δίωξη το Πρωταγόρα. Δύο λοιπόν εχθροί της δημοκρατίας αναφέρουν το συμβάν.
ε) Αλλά υπάρχει κι αυτό: «Είναι τολμηρό να υποθέσουμε πως δεν έγιναν άλλες διώξεις πέρα από τις περιπτώσεις που συνέβη να ακούσουμε οι ίδιοι. Οι μελετητές δεν έχουν προσέξει αρκετά αυτό που ο Πλάτωνας βάζει τον Πρωταγόρα να λέει (Πρωταγόρας, 316C-317B), δηλ. για τους κινδύνους που συνοδεύουν το επάγγελμα των σοφιστών, που τους εκθέτει "σε μεγάλες αντιζηλίες και έχθρες και κάθε λογής διωγμούς, έτσι που οι περισσότεροι θεώρησαν αναγκαίο να δουλεύουν χρησιμοποιώντας προπέτασμα". Ο ίδιος έχει την προσωπική του ασφάλεια (τη φιλία του Περικλή;), που τον έχει διαφυλάξει μέχρι τώρα » (E.R. Doods, Οι Έλληνες και το παράλογο, εκδ. Καρδαμίτσα, σ. 276, σημ. 68). Όταν πέθανε ο Περικλής, η προστασία έπαψε κι ο Πρωταγόρας διώχτηκε. Είναι ολοφάνερο ότι ο Πλάτων μιλά εμμέσως για τη δίωξη του Πρωταγόρα. Βάζει τον ίδιο τον Πρωταγόρα να μιλήσει εμμέσως γι αυτήν. Είναι ψευδές λοιπόν ότι δεν αναφέρεται ο Πλάτων στη δίωξη του Πρωταγόρα. Προκύπτει το ερώτημα όμως, γιατί ο Πλάτων να μιλήσει τόσο συγκεχυμένα για τη δίωξη αυτήν και όχι να την αναφέρει ρητώς; Ίσως ο Πλάτων αποφεύγει να αναφέρει τη δίωξη του Πρωταγόρα, επειδή όχι μόνο ο Πρωταγόρας αλλά και ο δικός του δάσκαλος, Σωκράτης διώχτηκαν από την Αθήνα. Κι αυτό, διότι στον Πλάτωνα θα φάνηκε παράξενο που η Αθήνα δίωξε όχι μόνο τον «κακό» (κακό, σύμφωνα με τον Πλάτωνα) Πρωταγόρα, αλλά και τον «καλό», «στην πραγματικότητα ευσεβή» (που, πάλι κατά Πλάτωνα, «άδικα τον σκοτώσανε») Σωκράτη. Εξάλλου ο Πλάτων όντας εχθρός της Δημοκρατίας, εάν ανέφερε στα γραπτά του μόνο την δίωξη κατά του Σωκράτη (όπως και κάνει) θα μπορούσε να πει (και το λέει) εμμέσως: «ορίστε, η Δημοκρατία είναι ένα τόσο άθλιο πολίτευμα, ώστε θανατώνει τους άριστους πολίτες, σαν το Σωκράτη» (κι ο Ξενοφώντας το ίδιο λέει). Ενώ, επειδή ο Πρωταγόρας ήταν σοφιστής και προφανώς δημοκρατικός, η ενδεχόμενη αναφορά του Πλάτωνα στη δίωξή του θα χάλαγε το ερμηνευτικό μοντέλο (του Πλάτωνα) περί «κακού δήμου που θανατώνει τους καλούς (=ολιγαρχικούς) αντιφρονούντες».
στ) Πού βασίζονται όμως αναφέροντας τον Πλάτωνα όσοι αρνούνται την ιστορικότητα της πληροφορίας για δίκη; Στο έργο του Πλάτωνα, Μένων, 91e. Να τι γράφει εκεί: «...και τον Πρωταγόρα, κατά τα λεγόμενά σου, δεν τον πήρε είδηση όλη η Ελλάδα, που, περισσότερο από σαράντα χρόνια, διέφθειρε όσους πήγαιναν κοντά του και τους έστελνε πίσω χειρότερους από όσο τους δεχόταν· γιατί νομίζω ότι πέθανε σε ηλικία 70 περίπου χρονών και ήταν στην τέχνη σαράντα χρόνια. Σε όλα τούτα τα χρόνια, ώς τούτη την ημέρα ακόμη, η καλή του φήμη δεν έχει πάψει». Φυσικά εδώ ο Πλάτωνας δεν μας λέει πώς πέθανε ο Πρωταγόρας ούτε λέει τι είχε προηγηθεί του θανάτου του. Δεν υπάρχει κάποια πληροφορία για τον τρόπο θανάτου και ό,τι συνέβη πιο πριν, η οποία να αναιρεί την πληροφορία του Διογένη Λαέρτιου. Το όλο επιχείρημα των αμφισβητιών βρίσκεται στην τελευταία φράση: «Σε όλα τούτα τα χρόνια, ώς τούτη την ημέρα ακόμη, η καλή του φήμη δεν έχει πάψει». Αυτό για τους αμφισβητίες σημαίνει ότι, αφού είχε ώς τώρα (=ώς τη στιγμή της συγγραφής του Μένωνα από τον Πλάτωνα) καλή φήμη ο Πρωταγόρας, δεν γίνεται να καταδιώχτηκε. Αν καταδιωκόταν, υποστηρίζουν αυτοί, ο Πλάτων θα έλεγε ότι ο Πρωταγόρας είχε κακή φήμη. Ο Doods (Οι Έλληνες και το παράλογο, εκδ. Καρδαμίτσα, σ. 275, σημ. 66) αντικρούει το επιχείρημα αυτό: «Ο Burnet (Thales to Plato, 112), και άλλοι μετά από αυτόν, απορρίπτει την πλατιά επιβεβαιωμένη παράδοση της δίκης του Πρωταγόρα ως μη ιστορική, στηριζόμενος στον Πλάτωνα, Μένων 91E. Ο Πλάτωνας όμως μιλεί εδώ για τον Πρωταγόρα όσον αφορά τη διεθνή φήμη του ως δασκάλου, πράγμα που δεν μειώνεται από έναν Αθηναίο διώκτη αιρέσεων· ο Πρωταγόρας δεν κατηγορείται για διαφθορά της νεολαίας αλλά για αθεϊσμό. Η δίκη δεν μπορεί να έγινε τόσο αργά όσο το 411, αλλά και η παράδοση δεν λέει ότι έγινε». Η «καλή φήμη», λοιπόν, «ώς και τούτη την ημέρα» (=μετά το θάνατο του Πρωταγόρα) αφορά την διεθνή φήμη του σοφιστή μεταξύ των μαθητών του και όσων τον θεωρούσαν μεγάλο δάσκαλο. Η καλή αυτή φήμη δεν αναιρεί διόλου την κακή γνώμη του Πλάτωνα ή αυτών οι οποίοι καταδίωξαν τον Πρωταγόρα, κι αυτό φαίνεται από το ίδιο το κείμενο του Μένωνα, όπου ο Πλάτων, ενώ αναφέρεται στην «καλή φήμη» που έχει ο Πρωταγόρας, όταν είναι να εκφέρει ο ίδιος άποψη, κατακρίνει τον Πρωταγόρα. Άρα η «καλή φήμη» δεν ήταν αποδεκτή από όλους. Επαναλαμβάνουμε, ο Πλάτωνας δεν μας λέει κάτι το οποίο να αναιρεί αναγκαστικά την ιστορία της καταδίωξης του Πρωταγόρα, διότι δεν μας λέει τα γεγονότα προ του θανάτο του. Παραθέτουμε και μια άλλη μια γνώμη (W. K. C. Guthrie, Οι Σοφιστές, ΜΙΕΤ, σ. 320) για τα λόγια αυτά (ειδικά την τελευταία φράση του πλατωνικού Μένωνα): «δεν βρίσκεται σε αντίφαση με την δίκη και την καταδίκη· τα ίδια θα έλεγε [ο Πλάτων] και για τον Σωκράτη». Άλλο δηλαδη η φήμη (καλή ή κακή, η αντικειμενική ή υποκειμενική άποψη) και άλλο η δίκη και καταδίκη.
ζ) Ο λάθος υπολογισμένος χρόνος καύσης του συγγράμματος δεν συνιστά εμπόδιο στο να είναι αποδεκτή η είδηση. Ίσως ο Διογένης Λαέρτιος κάνει λάθος ότι ήταν το πρώτο σύγγραμμα του Πρωταγόρα· ίσως και ο Φιλόχορος, επειδή δε γινόταν να ξέρει όλα τα βιβλία του κάθε σοφιστή, να έκανε λάθος (μπορεί κι από υπερβάλλοντα ζήλο, αφού ήταν θρήσκος και θα ήθελε να δείξει ότι οι Αθηναίοι ευθύς εξαρχής έδιωξαν τον Πρωταγόρα). Το πότε γράφτηκε το σύγγραμμα είναι άγνωστο. Επίσης δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι υπήρχε νόμος εναντίον όσων αμφισβητούσαν την κρατική αρχαία θρησκεία. Δεν ήταν κάτι το «εξαιρετικά απίθανο» λοιπόν να συνέβη η δίωξη. Εξάλλου η αντίδραση κατά των δημοκρατών και των σοφιστών δεν άρχισε μια μέρα, αλλά φούντωνε σταδιακά. Μπορεί λοιπόν ό,τι στα 430 π.Χ. ήταν ανεκτό (ή οι αντιδράσεις να ήταν λιγοστές), στα 410 (οι ημερομηνίες είναι τυχαίες) να μην ήταν πλέον. Για παράδειγμα, ο Αναξαγόρας αρχικώς ήταν ανεκτός στην Αθήνα, όπως ο Διαγόρας, όπως και άλλοι· ωστόσο αργότερα καταδικάστηκαν για ασέβεια. Έτσι, μπορεί το σύγγραμμα αυτό ενώ αρχικά, στο στάδιο της φιλελευθεροποίησης της Αθήνας, να μην προκαλούσε αγανάκτηση, ωστόσο στο στάδιο της ολιγαρχικής αντίδρασης κάθε τι, και αυτό, προκαλούσε την αγανάκτηση. Μπορεί τέλος απλούστατα το σύγγραμμα να εγράφη στο τέλος της ζωής του Πρωταγόρα. Ούτε η ηλικία παίζει ρόλο στην καταδίωξη του Πρωταγόρα: ο Σωκράτης θανατώθηκε, όταν ήταν εβδομηντάρης. Υπάρχουν τόσες πολλές δυνατές εκδοχές του γεγονότος, που δεν τίθεται ζήτημα να απορρίψουμε την είδηση, επειδή δεν την λέει ο Πλάτων ή επειδή ο Διογένης Λαέρτιος σφάλλει σ' ένα σημείο. η) Στο σημείο αυτό βέβαια πρέπει να εξετάσουμε την αντικειμενικότητα του Φιλόχορου, αφού από αυτήν εξαρτάται η είδηση του Διογένη Λαέρτιου. Διότι, αν ο Φιλόχορος ήταν κάποιος φανατισμένος, αν κανείς στην Αρχαιότητα δεν έπαιρνε στα σοβαρά τα γραπτά του, τότε είναι προφανές ότι η πληροφορία του είναι ψευδής. Ας δούμε τι λένε οι εξής εγκυκλοπαίδειες για τον Φιλόχορο. Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς Μπριτάννικα: «Ιεροσκόπος και μάντης στο επάγγελμα (...) Το κυριότερο και εκτενέστερο (δεκαεπτά βιβλία) έργο του, Ατθίς, κάλυπτε την ιστορία της Αθήνας από τους μυθικούς χρόνους ώς την εποχή του Αντίοχου Β' (261 π.Χ.). Ο Φιλόχορος διακρινόταν για την ευσυνειδησία και την επιμέλειά του, γι' αυτό και το έργο του αποτέλεσε έγκυρη πηγή πληροφόρησης για πολλούς μεταγενέστερους συγγραφείς (...)». Εγκυκλοπαίδεια Υδρία: «Αθηναίος ατθιδογράφος, από τους καλύτερους του είδους του. Γεννήθηκε το 340 π.Χ. από επιφανή οικογένεια (...) Το 306 π.Χ. ο Φιλ/ρος άσκησε τα λειτουργήματα του μάντη και του ιεροσκόπου. (...) Ο κατάλογος των έργων του περιλαμβάνει είκοσι επτά τίτλους. Το σπουδαιότερο απ' όλα ήταν η "Ατθίς", σε δεκαεπτά βιβλία, που περιλάμβανε την ιστορία της Αθήνας από τους μυθικούς χρόνους ώς το 261-260 π.Χ., δηλ. μέχρι την εποχή του Αντίοχου Β'. Σ' αυτό ακολούθησε ο συγγραφέας τη χρονολογική κατάταξη κατά βασιλιάδες και άρχοντες, ενώ εξέθετε διεξοδικά τα ιστορικά γεγονότα. Φαίνεται ότι ο Φιλ/ρος έκανε επιτομή της "Ατθίδος", ενώ αργότερα ο Ασίνιος Πολίων διασκεύασε και επεξεργάστηκε την πρώτη ή έκαμε δεύτερη επιτομή, προορισμένη, μάλλον, για τους Ρωμαίους. Κατ αναφορά του λεξικού Σουίδα ο κατάλογος των έργων του περιλαμβάνει τους τίτλους: Περί μαντικής, σε τέσσερα βιβλία, Περί θυσιών, σε ένα βιβλίο, Περί της Τετραπόλεως, Σαλαμίνος κτίσις, Περί των Αθήνησιν αγώνων, σε δεκαεπτά βιβλία, Περί των Αθήνησιν αρξάντων από Σωκρατίδου και μέχρις Απολλοδώρου, Ολυμπιάδες, Προς την Δήμωνος Ατθίδα, Επιτομή της Διονυσίου πραγματείας περί ιερών, Περί Αλκμάνος, Περί μυστηρίων των Αθήνησι, Δηλιακά, σε δύο βιβλία, Περί Ευρημάτων, Περί καθαρμών, Περί συμβόλων. Τα έργα του Φιλοχόρου αποτέλεσαν πηγή για πολλούς μεταγενέστερους ιστορικούς και γραμματικούς». Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια: «Ο Φιλόχορος ανεδείχθη ο επιφανέστερος των ατθιδογράφων. Η Ατθίς του, εις 17 βιβλία (...) ήτο πολύ διεξοδική, διότι ο ίδιος ηναγκάσθη να ποιήση επιτομήν της (...) Εις την Ατθίδα, ήτις εξετιμάτο πολύ υπό των αρχαίων δια την ευσυνειδησίαν και ακρίβειάν της (...) εξέθετε τα ιστορικά και ιδίως τα πλησιέστερα γεγονότα διεξοδικώτερον των προϊστορικών και μυθολογικών. (...) Τα πολυπληθή άλλα ιστορικά έργα του Φιλοχόρου ανεφέροντο πάλιν εις ειδικά ζητήματα της ιστορίας, τοπογραφίας και γεωγραφίας των Αθηνών και της Αττικής, τα οποία διεπραγματεύετο κατόπιν ειδικών ερευνών (...) εκ των οποίων πλείστας πληροφορίας ηρύσθησαν οι μεταγενέστεροι ιστορικοί και γραμματικοί. Την σπουδαιότητα και την σημασία του έργου του Φιλοχόρου υπεμφαίνουν ημίν αι κρίσεις του Διονύσιου Αλικαρνασσέως και άλλων, προς δε τα ποικίλα χωρία, τα οποία εύρηνται παρεμβεβλημένα εις άλλους συγγραφείς (...)». Το συμπέρασμα είναι προφανές. Ο Φιλόχορος δεν ήταν κανένας δευτεροκλασάτος, ασήμαντος ιστοριογράφος, ήξερε τι έγραφε και μάλιστα είχε ασχοληθεί σχεδόν αποκλειστικά με την ιστορία της Αθήνας, της πατρίδας του. Όντας μάλιστα μάντης και ιεροφάντης, δηλαδή όντας θρήσκος, δεν θα του διέφευγε η είδηση για την καταδίκη των γραπτών του Πρωταγόρα εξαιτίας ασέβειας. Το ότι όλοι οι άλλοι Αρχαίοι τον σέβονταν και εκτιμούσαν το έργο του είναι επαρκής απόδειξη.
Πέμπτη 11 Νοεμβρίου 2021
Τετάρτη 3 Νοεμβρίου 2021
Δευτέρα 1 Νοεμβρίου 2021
Οι Χριστιανοί εδίωξαν τους Έλληνες; 11o.
ΣΧΟΛΙΑ:
-Τα δικαστήρια της Σκυθόπολης δεν στήθηκαν για να εξολοθρεύσουν (όλους) τους Εθνικούς ή όποιον ήταν Εθνικός, αλλά για να δικάσουν εκείνους τους συγκεκριμένους Εθνικούς που ζήτησαν χρησμό από κάποιο συγκεκριμένο μαντείο της Ανατολής, στέλνοντας σε αυτό γραπτές λίστες με τις επιθυμίες τους να αποκτήσουν ανώτερα κρατικά αξιώματα. Συνεπώς φάνηκαν ύποπτοι ότι συνωμοτούσαν κατά του αυτοκράτορα (βλέπε παράγραφο 3, 9).
-Δηλαδή το πρόβλημα δεν ήταν οι θυσίες και οι χρησμοί αυτοί καθ' εαυτοί, αλλά αν όλα αυτά έγιναν κατά του αυτοκράτορα, με σκοπό την ανατροπή του. Δεν αποτελούν δηλαδή δίκες-διωγμούς κατά Εθνικών, αλλά κατά πιθανών συνωμοτών. Αν ήταν διωγμός κατά Εθνικών, δεν θα προσάγονταν να δικαστούν μόνο αυτοί οι Εθνικοί που έστειλαν τις γραπτές επιθυμίες τους σε ένα μαντείο, αλλά όλοι οι Εθνικοί. Η προσαγωγή έγινε λοιπόν βάσει της υποψίας μήπως οι εν λόγω Εθνικοί ήταν συνωμότες˙ δεν υποπτεύθηκε ο αυτοκράτορας όλους τους Εθνικούς. Άρα είναι εσφαλμένο να αποκαλούν οι Νεοπαγανιστές «στρατόπεδα θανάτου των Χριστιανών» τις δίκες κατά πιθανών συνωμοτών στη Σκυθόπολη.
-Οι γραπτές επιθυμίες προς το μαντείο των κατηγορουμένων δόθηκαν στον αυτοκράτορα Κωνστάντιο. Αλλά από ποιους; «Μερικές από αυτές τις γραπτές λίστες με επιθυμίες στάλθηκαν, με κακό σκοπό, στον αυτοκράτορα», όπως ρητά γράφει ο Αμμιανός, χρησιμοποιώντας παθητική φωνή. Δεν είναι απαραίτητο λοιπόν ότι οι καταγγελίες έγιναν από Χριστιανούς˙ αλλά από αντίζηλους προς τα πρόσωπα αυτά, Εθνικούς και μη (βλέπε παράγραφο 5). Εξάλλου, το λογικό είναι ότι μόνον οι Εθνικοί είχαν πρόσβαση εντός του μαντείου, όπου υπήρχαν οι γραπτές επιθυμίες, και όχι οι Χριστιανοί. Ώστε οι Εθνικοί που φθονούσαν Εθνικούς είναι οι ηθικοί αυτουργοί για όλη αυτή την ιστορία.
-Ο αυτοκράτορας όρισε κάποιον Παύλο να διεξάγει δίκες κατά των υπόπτων, κι όχι «να ξεκινήσει γενοκτονία», όπως ισχυρίζονται οι Νεοπαγανιστές (βλέπε παράγραφο 5). «Δίκη» σημαίνει «κάποιοι αθωώνονται», «κάποιοι καταδικάζονται». Δεν σημαίνει «γενοκτονία».
-Παρ όλο που στην παράγραφο 7. ο Αμμιανός Μαρκελλίνος γράφει ότι οι κατηγορούμενοι «ήρθαν από κάθε γωνιά του κόσμου», στην παράγραφο 8. αναφέρει ρητά ότι οι περισσότεροι από τους κατηγορούμενους προέρχονταν από την Αντιόχεια και την Αλεξάνδρεια. Αυτό ενισχύει την άποψη πως δεν επρόκειτο για «διωγμό κατά Εθνικών όλης της αυτοκρατορίας», αλλά για δίκες κατά συνωμοτών μιας περιοχής. Αυτός ήταν άλλωστε και ο λόγος που επιλέχτηκε η Σκυθόπολη: ήταν στο μέσο της απόστασης Αντιόχειας-Αλεξάνδρειας. Αν επρόκειτο για διωγμό κατά όλων των Εθνικών, τότε ο Α.Μ. δεν θα έλεγε ότι οι περισσότεροι κατηγορούμενοι κατάγονταν από τις δύο αυτές πόλεις. Λογικό είναι, βέβαια, ότι κάποιοι που ζήτησαν χρησμό από το συγκεκριμένο μαντείο προέρχονταν κι από άλλες περιοχές της Αυτοκρατορίας. Αλλά ούτε «διωγμός κατά των Εθνικών της περιοχής» μπορεί να θεωρηθεί, διότι δεν δικάστηκαν όλοι ή οι περισσότεροι Εθνικοί της περιοχής, αλλά μόνο όσοι Εθνικοί της περιοχής είχαν ζητήσει χρησμό από ένα μαντείο.
-Πολλοί επώνυμοι κατηγορούμενοι (όπως λ.χ. ο πρώην έπαρχος Σιμπλίκιος, ο πρώην έπαρχος Παρνάσιος, ο ποιητής Ανδρόνικος, ο φιλόσοφος Δημήτριος Κυθράς) που δικάστηκαν, είτε αθωώθηκαν είτε εξορίστηκαν (βλέπε παράγραφο 9, 10, 11, 12). Σε ένα «στρατόπεδο θανάτου» βέβαια ούτε να γίνεται λόγος για αθώωση ή εξορία. Μόνο για εκτέλεση. Οι Νεοπαγανιστές, όμως, χρησιμοποιούν λανθασμένη ορολογία. Ενώ διαβάζουν ότι αθωώθηκαν κατηγορούμενοι, επιμένουν να αποκαλούν «στρατόπεδα θανάτου» τα δικαστήρια, ώστε να ξεγελιέται ο αναγνώστης.
-Αλλά ακόμη και για τους υπόλοιπους που ίσως έγιναν κατηγορούμενοι έπειτα από συκοφαντίες εχθρών τους δεν θανατώνονταν απαραιτήτως. Κάποιοι εξορίζονταν, κάποιοι θανατώνονταν, άλλων η περιουσία δημεύονταν (βλέπε παράγραφο 13). Σε ένα «στρατόπεδο θανάτου» δεν υπάρχει (πλην άλλων) και δήμευση περιουσίας (αλλά όχι θάνατος) και εξορία (δηλαδή όχι θάνατος). Υπάρχει μόνο θανάτωση. Αλλιώς δεν είναι «στρατόπεδο θανάτου», όσο κι αν το αποκαλούν έτσι οι Νεοπαγανιστές.
-Αυτοί που εκτελούνταν ήταν κυρίως έμποροι φαρμακειών και γητειών και μαύροι μάγοι που επικαλούνταν πνεύματα (βλέπε παράγραφο 14). Αλλά είναι πασίγνωστο ότι και οι Παγανιστές αυτοκράτορες και οι αρχαίοι Έλληνες τιμωρούσαν τη μαύρη μαγεία με νόμους και ποινές.
-Φυσικά και γινόντουσαν βασανιστήρια κατά ορισμένων κατηγορουμένων (όχι όλων, βλέπε παράγραφο 9). Όμως ο ίδιος ο παγανιστής Α.Μ. όχι μόνο δικαιολογεί τον ηγεμόνα που διατάσσει βασανιστήρια όταν απειλείται η εξουσία του, αλλά μάς πληροφορεί ότι υπήρχαν οι (ειδωλολατρικοί) «Κορνήλιοι νόμοι» (Lex Cornelia maiestatis) ήδη από τα προχριστιανικά χρόνια, τους οποίους «βελτίωσε» ο Ιούλιος Καίσαρ (Lex Iulia maiestatis), και οι οποίοι επέτρεπαν τη χρήση βασανιστηρίων στην ανάκριση προκειμένου να αποκαλυφθούν συνωμοσίες κατά του ηγεμόνα (βλ. παράγραφο 17).
-Ο Αμμιανός υπερβάλλει όταν γράφει ότι ο Παύλος είχε εξουσία σε όλους τους ανθρώπους επί της γης (παρ. 13) διότι ο ίδιος γράφει (παρ. 8) ότι από τις πόλεις Αντιόχεια και Αλεξάνδρεια προέρχονταν οι περισσότεροι κατηγορούμενοι.
-Οι αλυσίδες που φορέθηκαν στους υπόπτους δεν ήταν «βυζαντινή μέθοδος». Με αλυσίδες δέθηκε κι ο απόστολος Παύλος, από τους Ειδωλολάτρες, στη Ρώμη.
-Ενάντια στα επιχειρήματα ότι η αιτία που ο αυτοκράτορας διέταξε την διαδικασία αυτή ήταν τάχα η χριστιανική φοβία, απαντάμε ότι η φοβία για τη μαγεία και την μαντική ήταν κατ' εξοχήν ειδωλολατρικό χαρακτηριστικό. Γι' αυτό και προηγούμενοι ειδωλολάτρες αυτοκράτορες είχαν κάψει μαγικά βιβλία: από φόβο για τη μαγεία. Δεν είναι «χριστιανική» πρωτιά ο φόβος του Κωνστάντιου για τη μαγεία, μαντεία, αλλά προϋπάρχει στον Αύγουστο και τον Διοκλητιανό. Εκτός κι αν ονομάζαμε «διώκτες του Εθνισμού» τους δύο τελευταίους, που έκαψαν μαγικά βιβλία επειδή φοβόντουσαν τη χρήση τους από πιθανούς συνωμότες, οι οποίοι έτσι πίστευαν οι δυο αυτοί Παγανιστές αυτοκράτορες θα τα χρησιμοποιούσαν εναντίον του θρόνου τους. Εκτός κι αν επιδιώκουν οι Νεοπαγανιστές να μας πείσουν ότι η δεισιδαιμονία και ο φόβος προς τη μαγεία ή τις δυσοίωνες προβλέψεις δεν υπήρχε πριν το Χριστιανισμό. Φυσικά ο Κωνστάντιος δεν σκεφτόταν χριστιανικά, αφού ο Χριστιανός δεν φοβάται. Σκεφτόταν όμως ειδωλολατρικά, έχοντας ειδωλολατρικά «κατάλοιπα», και γι αυτό φοβήθηκε τους χρησμούς αυτούς συνδέοντας τους με απόπειρα συνωμοσίας εναντίον του. Ο Νέρωνας έκλεισε το μαντείο των Δελφών επειδή η Πυθία τόλμησε να τον αποκαλέσει εμμέσως μητροκτόνο. Η φοβία στην υπερφυσική απειλή υπήρχε ανέκαθεν. Τα αναφερόμενα στα κεφάλαια για τον ανορθολογισμό της Αρχαιότητας το αποδεικνύουν. «Ο Πλάτωνας δείχνει καθαρά πως οι άνθρωποι έτρεμαν πράγματι τούτη τη μαγική επιθετικότητα και πως ο ίδιος θα υπέβαλε αυστηρές ποινές για την πράξη αυτή (μάλιστα στην περίπτωση των επαγγελματιών μάγων, θάνατο), όχι επειδή ο ίδιος πίστευε στη μαύρη μαγεία, αφού διακήρυττε πως διέθετε καθαρό μυαλό αλλά επειδή πίστευε πως η μαύρη μαγεία εκφράζει μια κακόβουλη θέληση και έχει κακόβουλα ψυχολογικά αποτελέσματα» (E.R. Doods, Οι Έλληνες και το παράλογο, εκδ. Καρδαμίτσα, σ. 128). Ποιοι είναι αυτοί που θα μας πουν ότι η φοβία προς τη μαγεία εμφανίστηκε με το Χριστιανισμό;
-Το όλο ζήτημα οφείλεται στην δεισιδαιμονία (υπαρκτή προ Χριστιανισμού, και μη χριστιανική, εφόσον ο σωστός Χριστιανός δεν έχει να φοβηθεί τίποτα) του αυτοκράτορα, ο οποίος βρήκε ένα άτομο που το μόνο που τον ενδιέφερε ήταν το χρήμα κι έσφαζε γι αυτό. Έτσι λοιπόν:
1) ούτε «στρατόπεδα θανάτου» ήταν τα δικαστήρια στη Σκυθόπολη. 2) ούτε στρέφονταν κατά των Εθνικών βάσει της θρησκείας τους. 3) ούτε τοπικός διωγμός κατά Εθνικών ήταν. 4) ούτε απαραιτήτως θανατώνονταν από αυτά οι κατηγορούμενοι. 5) Έτσι κι αλλιώς ο αυτοκράτορας Κωνστάντιος ήταν αιρετικός Αρειανός κι όχι Ορθόδοξος Χριστιανός, και μάλιστα εξόρισε στην Σκυθόπολη (στο «στρατόπεδο θανάτου»!) τον Χριστιανό Ορθόδοξο άγιο Ευσέβιο, και 6) αποτελεί νεοπαγανιστική μέθοδο να φορτώνουν στους Ορθοδόξους τις πράξεις των διωκτών των Ορθοδόξων.
Παρ' όλο που ο κ. Ρασσιάς αποδείχτηκε πως είτε ψεύδεται είτε δε γνωρίζει σχετικά με την Σκυθόπολη, επανήλθε στο θέμα. Στο Μια Ιστορία Αγάπης (τ. Α, σ. 174-175) γράφει: «Από τον Αμμιανό Μαρκελλίνο (19. 12. 1-6), γνωρίζουμε ότι ο περιβόητος διωγμίτης Παύλος (...) αφού εκμεταλλεύθηκε με πονηρό τρόπο ερωτήσεις θρησκευτών και χρησμούς ενός Μαντείου της Αβύδου της Θηβαΐδος, αποσπά αυτοκρατορική έγκριση να κινηθεί αυτός και ο συνεργάτης του Μόδεστος ως ανεξέλεγκτοι ιεροεξεταστές σε ένα πολύ ασαφές πεδίο δράσης ενάντια στην "ειδωλολατρία" που ταυτίζεται όποτε βολεύει με "εσχάτη προδοσία" (...) . Και επειδή κάποιοι αμετανόητοι έχουν ήδη προσπαθήσει να αμφισβητήσουν τα συγκεκριμένα γεγονότα με την ηλίθια χριστιανική πρακτική να παίζουν με τις λέξεις, εκτός από την πιο πάνω δημοσιευθείσα στις προηγούμενες εκδόσεις μου λογοτεχνική απόδοση των μαρτυριών του Αμμιανού Μαρκελλίνου (...), τους αφιερώνουμε εδώ και την μετάφραση του Rolfe στην έκδοση Loeb του "Rerum Gestarum") (...)», δίχως πάλι να παραθέσει ολόκληρο το κεφάλαιο XIX, 12, παρά μόνο λίγες σειρές. Εμείς παρατηρούμε τα εξής:
1. Ο κ. Ρασσιάς επιμένει να ισχυρίζεται ότι τάχα η αληθινή αιτία των γεγονότων της Σκυθόπολης ήταν η ταύτιση της λατρείας των «θεών» με το έγκλημα της «εσχάτης προδοσίας», ενώ έχουμε αποδείξει παραπάνω ότι αιτία των γεγονότων ήταν η υποψία του αυτοκράτορα για συνωμοσία (μέσω χρησμοδοτήσεων του συγκεκριμένου μαντείου) εναντίον του κι όχι η ανύπαρκτη πρόθεση του αυτοκράτορα (ή άλλων) να εξαπολύσει μέσω των συγκεκριμένων γεγονότων διωγμό κατά Εθνικών. Ο Κωνστάντιος δεν άρχισε να καταδιώκει ως συνωμότες κατά της εξουσίας του όλους όσους ζητούσαν (επί της βασιλείας του ή παλαιότερα) χρησμό από τα λοιπά μαντεία. Ο Αμμιανός το παρατηρεί αυτό στην παράγραφο 15. Αν αυτό που έγινε αναφορικά με το μαντείο της Αβύδου ήταν ο κανόνας, ο Αμμιανός θα το ανέφερε. Δεν ήταν όμως ο κανόνας, ήταν η μοναδική περίπτωση, και συνεπώς δεν τίθεται ζήτημα διωγμού κατά Εθνικών (που ζήταγαν χρησμό).
2. Ο κ. Ρασσιάς επιμένει να ισχυρίζεται ότι η όλη ιστορία συνιστά διωγμό Εθνικών έστω υπό το κάλυμμα του αδικήματος της «εσχάτης προδοσίας», ενώ έχουμε σαφέστατα αποδείξει ότι οδηγήθηκαν στη Σκυθόπολη μόνο όσοι Εθνικοί ζήτησαν χρησμό από το μαντείο της Αβύδου και κυρίως απ τις πόλεις της Αλεξάνδρειας και της Αντιόχειας και όχι όποιος τύχαινε να είναι Εθνικός ούτε όλοι (ή οι περισσότεροι) Εθνικοί της Αλεξάνδρειας-Αντιόχειας που ενδεχομένως να ζήτησαν από άλλα μαντεία χρησμό. Μόνο στη φαντασία του κ. Ρασσιά υπάρχει ταύτιση «ειδωλολατρίας» και «εσχάτης προδοσίας» για την εξεταζόμενη περίπτωση, αφού το πρόβλημα δεν το προκαλούσε η λατρεία των «θεών» καθ' εαυτή.
3. Ο κ. Ρασσιάς επιμένει να ισχυρίζεται ότι καταδιωκόταν όποιος απλός Εθνικός κατηγορείτο ότι απλώς «φορούσε αποτρεπτικό φυλακτό ή ότι κάποιος τον είδε να κάθεται κοντά σε αρχαίους τάφους ή ερείπια για να καταδικασθεί σε θάνατο ως ειδωλολάτρης ή νεκρομάντης» (Βλ. Ρασσιά, Μια Ιστορία Αγάπης, τ. Α, σ. 174) (δική του η παραποιημένη μετάφραση του Αμμιανού XIX, 12, 14, με εξεπίτηδες προσθήκη του «..ως ειδωλολάτρης..», το οποίο δεν λέει ο Αμμιανός, ούτε εδώ ούτε πουθενά· και για να δείξουμε σε όλους τις ερευνητικές μεθόδους του κ. Ρασσιά, το πώς δηλαδή προσθέτει στα κείμενα λέξεις κι έννοιες, όταν παραθέτει τα γεγονότα, παραθέτουμε την αγγλική μετάφραση του Rolfe στην έκδοση Loeb, της παραγράφου 14, την οποία... μας αφιερώνει: «For if anyone wore on his neck an amulet against the quartan ague or any other complaint, or was accused by the testimony of the evil-disposed of passing by a grave in the evening, on the ground that he was a dealer in poisons, or a gatherer of the horrors of tombs and the vain illusions of the ghosts that walk there, he was condemned to capital punishment and so perished». Πού το είδε αυτό το «ως ειδωλολάτρης», ο κ. Ρασσιάς; Μήπως το πρόσθεσε, για να πείσει ότι γινόταν διωγμός Ειδωλολατρών; Μήπως το a dealer in poisons ή το a gatherer of the horrors of tombs σημαίνουν «ειδωλολάτρη»;), ενώ ο Αμμιανός δεν κάνει κανένα λόγο για καταδίκη Εθνικού λόγω «λατρείας των θεών», πουθενά δεν αναφέρει ότι ο Παγανισμός καθ' εαυτός ήταν η αιτία των δεινών, αλλά αναφέρεται σε όσους εξασκούσαν (ή κατηγορούνταν ότι εξασκούσαν) μαύρη μαγεία. Αλλά ούτε και «απ το νόημα» δεν στέκει η προσθήκη «ως ειδωλολάτρης» του κ. Ρασσιά, αφού προφανώς δεν ήταν όλοι οι Εθνικοί «μάγοι»· και αν κάποιοι Εθνικοί που ήταν (ή δεν ήταν) μάγοι κατηγορήθηκαν για μαγεία, ήταν η «μαγεία» και όχι η «ειδωλολατρία» το αδίκημά τους. Άρα ως «μάγοι» και όχι «ως ειδωλολάτρες» καταδικάστηκαν. Εκτός κι αν οι Νεοπαγανιστές ισχυριστούν ότι η «φαρμακεία»-μαύρη μαγεία (την οποία καταδίκαζαν και οι Εθνικοί νομοθέτες) συνιστά ουσιώδες τμήμα της αρχαίας λατρείας... Στο κάτω κάτω αφού ο Αμμιανός δεν γράφει «...ως αρχαιόθρησκοι», είναι περιττό ή μάλλον παράλογο να συνεχίσουμε μια τέτοια «αναζήτηση»· εκτός κι αν αρχίσουμε να προσθέτουμε ό,τι μας καπνίσει στα κείμενα. Είναι γνωστό ότι οι νόμοι κατά της μαύρης μαγείας είχαν νομοθετηθεί από ειδωλολάτρες Ρωμαίους. Επομένως καμμία σχέση με διωγμό ειδωλολατρίας δεν έχει η δίωξη (έστω και αν ήταν άδικη) όσων κατηγορούνταν ως μάγοι.
4. Ακόμα και οι αναφορές ότι «όποιος φορούσε στο λαιμό του φυλακτό κ.λπ.» αφορούν τους συγκεκριμένους που κατηγορήθηκαν (ότι είχαν ζητήσει χρησμό από το συγκεκριμένο μαντείο, ο οποίος μπορεί να ήταν εναντίον της εξουσίας του Κωνστάντιο) και δικάστηκαν στη Σκυθόπολη, και όχι για κάθε έναν Εθνικό, της Αυτοκρατορίας ή έστω των Αντιόχειας-Αλεξάνδρειας που τύχαινε να φορά φυλακτό. Ούτε εξάλλου ίσχυε το «Καθένας που φορά φυλακτό είναι Εθνικός». Διότι αν ήταν η ιδιότητα του Εθνικού από μόνη της (κι όχι ό,τι νόμιζαν οι διώκτες ότι συνεπάγεται το φυλακτό μαγεία) αξιόποινη, τότε κανείς δεν θα γλίτωνε ούτε καν οι τέσσερις Εθνικοί.
5. Ο κ. Ρασσιάς α) αποκαλεί «αμετανόητους» τους διαφωνούντες μαζί του, β) τους κατηγορεί ότι «παίζουνε με τις λέξεις», γ) τους αφιερώνει τη μετάφραση των εκδόσεων Loeb και δ) προκειμένου να δαιμονοποιήσει την κριτική στους ισχυρισμούς του εκ μέρους των Χριστιανών γράφει (Μια ιστορία αγάπης, τ. Α, σ. 10): «λόγω της βλακείας και του θράσσους των ημεδαπών κατηγορουμένων που αντί να λουφάξουν στη γωνιά τους, αυτοί εξαπέλυσαν μία αηδιαστική εκστρατεία αμφισβήτησης των ιστορικά τεκμηριωμένων εγκλημάτων τους προσπαθώντας ηλιθιωδώς να προσβάλουν την αξιοπιστία του γράφοντος», ενώ είναι πλέον πασιφανές α) ότι ο ίδιος είναι αμετανόητα διαστρεβλωτής του Αμμιανού Μαρκελλίνου, β) ότι αυτός είναι ο μόνος που παίζει με τις λέξεις (μιλώντας λ.χ. για «Ελληνικό Ολοκαύτωμα») και το νόημα του κειμένου παραθέτοντας από αυτό μόνο ό,τι τον συμφέρει να παραθέσει, και προσθέτοντας ό,τι θέλει, γ) ότι εμείς έχουμε πρώτοι, εδώ και δύο χρόνια (2004), παραθέσει τη μετάφραση του Loeb, πολύ πριν αυτός αντιληφθεί την ύπαρξή της και προσπαθήσει στην επανέκδοση του βιβλίου του να μπαλώσει τα ψεύδη του και δ) ότι ο Β. Ρασσιάς και οι συν αυτώ εύκολο το έχουν να καταφεύγουν σε τέτοιους χαρακτηρισμούς, ανενόχλητα, εδώ και καιρό. Είναι γενικός κανόνας, όταν κάποιος δεν μπορεί να αντικρούσει τους ισχυρισμούς των επικριτών του, να μην παραθέτει τα πλήρη στοιχεία και ταυτόχρονα να καταφεύγει σε τέτοιους χαρακτηρισμούς.
6. Ο κ. Ρασσιάς δεν δικαιούται να διαστρεβλώνει ή να αποκρύβει τα επιχειρήματα των επικριτών του (ισχυριζόμενος λ.χ. ότι «δεν γνωρίζουνε την μετάφραση των εκδόσεων Loeb» ή ισχυριζόμενος ότι απάντησε στη διεξοδική ανάλυσή εκ μέρους τους του κειμένου), ώστε να νομίζει και να προσπαθεί να πείσει ότι «τους ανταπάντησε».
7. Ο κ. Ρασσιάς πιστεύει τόσο πολύ στην αλήθεια των ισχυρισμών του, που ενώ εμείς προ δύο ετών (2004) παραθέσαμε όλο το επίμαχο κείμενο του Αμμιανού από τις εκδόσεις Loeb τις οποίες μας αφιερώνει , αυτός, ενώ γράφει τόσα βιβλία, δεν τολμά να παραθέσει τις πέντε δέκα επίμαχες παραγραφούλες του Αμμιανού Μαρκελλίνου και να αντικρούσει ορθά κοφτά, μια κι έξω, τα σχόλιά μας (ενώ τα γνωρίζει πολύ καλά εκτός κι αν οι «φωνές» δεν του τα αποκάλυπταν τόσο καιρό). Φαίνεται πως, ενώ συγγράφει κι εκδίδει χιλιάδες βιβλία, δεν μπόρεσε να αντέξει το επιπλέον οικονομικό βάρος της παράθεσης 17 μικρότατων σε όγκο παραγράφων του 12ου κεφαλαίου του 19ου βιβλίου του Αμμιανού Μαρκελλίνου, από τον Loeb τον οποίο ανακάλυψε πρόσφατα, κι έτσι τις παρέλειψε. Διότι, αν πίστευε πως είχε δίκαιο, δε θα παρέθετε σκόρπια ό,τι τον συμφέρει (τότε βάζει και το λατινικό πρωτότυπο. Προφανώς το πράττει για χάρη των λατινόφωνων Ελλήνων), αλλά θα ανάφερε όλη την ιστορία, ως έχει. Ίσως σκέφτηκε ότι θα μεγάλωνε πολύ το κείμενο, αλλά ωστόσο δεν παρέλειψε να προσθέσει ότι τάχα ανταπάντησε. Φυσικά όποιος πιστεύει πως κατέχει την αλήθεια δεν φοβάται τίποτα. Κι όταν μετά από τόσες επανεκδόσεις ο κ. Ρασσιάς δεν παρέθεσε την πλήρη ιστορία ώς τώρα, ο λόγος είναι προφανής.
8. Τέλος, επειδή ο Ρασσιάς ισχυρίζεται ότι «τα λένε κι άλλοι», ασφαλώς δεν θα περιμένει από κανένα σώφρονα άνθρωπο να δεχτεί τα λεγόμενά του, επειδή τα είπαν και κάποιοι ξένοι στρατευμένοι αντιχριστιανοί. Ο Pierre Chuvin, διεθνώς αναγνωρισμένος καθηγητής κι ερευνητής στις Ανατολικές Σπουδές και την Ύστερη Αρχαιότητα, δεν συμμερίζεται καθόλου την άποψη ότι η Σκυθόπολη ήταν τόπος βασανισμού Εθνικών, και γράφει τηλεγραφικά για το θέμα αυτό: «Εύκολα καταλαβαίνουμε ποιος ήταν ο στόχος: ο πολιτικός κίνδυνος που προερχόταν από μια επιστήμη ικανή να υποδείξει έστω και με ασάφεια ποιος και πότε θα διαδεχόταν τον αυτοκράτορα. Αυτό δεν μπορεί να θεωρηθεί θρησκευτικός διωγμός των παγανιστών» (Pierre Chuvin, Οι τελευταίοι Εθνικοί, εκδ. Θύραθεν, σ. 55). Ο κ. Ρασσιάς λοιπόν μπορεί να λέει ό,τι θέλει. Χαρακτηριστικό της αξιοπιστίας των συγκεκριμένων ισχυρισμών του κ. Ρασσιά είναι ότι ο ίδιος φέρνει ως πηγές τον... Deschner (!) και τον... Δαυλό (!) Το... «περιοδικό πρωτοποριακής έρευνας» Δαυλός, που έχει αποκαλέσει (τ. 258) τη Σκυθόπολη «το Άουσβιτς των Ελλήνων». Προφανώς θα εννοεί ότι στο Άουσβιτς και εν γένει στα στρατόπεδα συγκέντρωσης δεν στέλνονταν όλοι οι Εβραίοι, παρά μόνο όσοι Εβραίοι ήταν ύποπτοι για απόπειρα κατά του Χίτλερ, και ότι οι κρατούμενοι Εβραίοι δεν θανατώνονταν όλοι, αλλά απλώς δικάζονταν και κάποιοι εξ αυτών αθωώνονταν από τους Ναζί, οι οποίοι τους επέτρεπαν να γυρίσουν στα σπίτια τους.
Να πώς οι ίδιοι οι Νεοπαγανιστές παραδέχονται ότι διαστρεβλώνουν τις πηγές: «Στα αλλεπάλληλα «άνοιξε η γη και τους γκρέμισε στην κόλαση», «έπεσε πυρ εξ ουρανού», «άγγελος Κυρίου εμφανίσθηκε και τον σκότωσε» κ.ο.κ., εμείς και όσοι εν τέλει τυγχάνουμε φυσιολογικοί, δηλαδή λογικοί, άνθρωποι, βλέπουμε απλώς απλοϊκές απόπειρες απόκρυψης εγκλημάτων και εγκλημάτων και ξανά εγκλημάτων, με κραυγαλέες σαχλαμάρες ικανές να «πείσουν» μόνον ανθρώπους που επιμένουν να κατοικοεδρεύουν πνευματικά στον πιο μαύρο και συμπαγή Μεσαίωνα». «Επειδή γνωρίζουμε καλά ότι όταν οι «πηγές» αυτού του συρφετού αναφέρονται σε «αγγέλους Κυρίου» που φονεύουν, στην πραγματικότητα αναφέρονται σε σφαγές ανθρώπων από ανθρώπους και μόνον από ανθρώπους, έτσι θα ερμηνεύουμε τις περιλάλητες «πηγές» και έτσι θα γράφουμε την υπέρ αδικηθέντων, ηττηθέντων, κακοποιηθέντων και εξαφανισθεντων Ιστορία μας». Βέβαια, αν αυτοί που έφεραν αντίρρηση για την ειλικρίνεια των χριστιανών ιστοριογράφων που ισχυρίζονταν τέτοια πράγματα, ήταν τίποτε αυτοαποκαλούμενοι «ορθολογιστές» ή «άθεοι» ή «διαφωτιστές» κι όχι άνθρωποι που... λατρεύουν το Δία, θα είχαν κάποια βάση οι αντιρρήσεις τους. Αλλά άνθρωποι που αποδέχονται τη μετενσάρκωση, πιστεύουν στην αστρολογία, στην μαντική επιστήμη, στους χρησμούς των μαντείων, στην οιωνοσκοπία των Αρχαίων, στο μαντικό θρόισμα των δέντρων, στο σβήσιμο πυρκαγιών με τη βοήθεια τελετουργικών χορών και στα πάμπολα παγανιστικά θαύματα της προρωμαϊκής, Κλασσικής Αρχαιότητας (που περιγράψαμε στα δύο πρώτα κεφάλαια) τα οποία δεν επιτρέπουν σε κανέναν να ισχυρίζεται ότι θαύματα συνέβαιναν (σύμφωνα με τους Αρχαίους που τα περιέγραψαν) μόνο στον Μονοθεϊσμό , μόνον αυτοί δεν δικαιούνται να αναρωτιούνται αν ήταν ειλικρινείς ή αν ψεύδονταν (συγκαλύπτοντας σφαγές) οι Χριστιανοί ιστοριογράφοι που κατέγραφαν εμφάνιση «αγγέλων Κυρίου» κ.λπ., για τον απλούστατο λόγο ότι όλα αυτά που οι αρχαιολάτρες αποδέχονται είναι κατ' ουσίαν ο Ορισμός του Ανορθολογισμού και απείρως ανορθολογικότερα από την εμφάνιση ενός «αγγέλου Κυρίου» που θαυματουργεί (αφήνουμε κατά μέρους την καθ' εαυτή έννοια του «Ορθολογισμού», την οποία διαστρέφουν κατ εξακολούθησιν οι Νεοπαγανιστές). Αξίζει εξέτασης η αιτιολόγηση της διαστρέβλωσης των χριστιανικών πηγών: «Ποτέ δεν θα συρθούμε στο να «τεκμηριώσουμε» ότι το φεγγάρι δεν είναι τρίγωνο επειδή μόνο και μόνο εκατομμύρια απατεώνες ή ψυχοπαθείς καταναλωτές παραμυθιών αρέσκονται να υποστηρίζουν μανιωδώς κάτι τέτοιο». Οι άνθρωποι που πιστεύουν ότι το Φεγγάρι είναι Θεός, ότι κατεβαίνει στη γη και συνουσιάζεται με τον θνητό Ενδυμίωνα, αυτοί φέρνουν ως παράδειγμα το Φεγγάρι, για να πείσουν ότι οι Χριστιανοί ιστορικοί παραλογίζονται. Τρίγωνο, λοιπόν, δεν μπορεί να είναι το φεγγάρι, αλλά θεός σίγουρα είναι. Σύμφωνα με τους Παγανιστές, ανορθολογισμός θα ήταν η πίστη ότι το φεγγάρι είναι τριγωνικό και μάταιη η προσπάθεια μετάπεισης όσων το πιστεύουν˙ ενώ η πίστη ότι το φεγγάρι είναι θεός (θεά!) δεν είναι καθόλου ανορθολογιστική! Κοίτα ποιοι παραλληλίζουν τον «χριστιανικό παραλογιμό» με το «τριγωνικό φεγγάρι». Να η σαθρότητα των νεοπαγανιστικών επιχειρημάτων. Φυσικά, ο νεοπαγανιστικός παραλληλισμός του ισχυρισμού ενός ή πολλών ανθρώπων περί «τριγωνικού φεγγαριού» με τους ισχυρισμούς των χριστιανών ιστοριογράφων δεν στέκει ούτως ή άλλως: αν το φεγγάρι είναι σφαιρικό, θα είναι πάντοτε τέτοιο, και επομένως πάντοτε θα αποδεικνυόταν λανθασμένος ο ισχυρισμός ότι είναι τριγωνικό, ενώ αν «ο άγγελος Κυρίου» κατέβηκε ή δεν κατέβηκε την τάδε ημέρα του 350 μ.Χ. αυτό συνέβη (ή δεν συνέβη) μια κι έξω και όχι συνεχώς ώς τώρα, οπότε η τότε παρουσία του (ή απουσία του) δεν είναι αυταπόδεικτη και πασιφανής, όπως η σφαιρικότητα του φεγγαριού, ώστε να αποδειχθεί παραμύθι ο χριστιανικός ισχυρισμός.
Με αυτά τα σοφιστικά τερατουργήματα μπορεί ο κ. Ρασσιάς να θεωρεί παραμύθια μεν τα χριστιανικά θαύματα, ωστόσο να δέχεται (άλλοτε συγκεκαλυμμένα και άλλοτε ολοφάνερα) την απίστευτης ανορθολογιτότητας άποψη των Ειδωλολατρών ότι χάρη στα ειδώλια του... θεού (!) Αχιλλέα που έστησαν οι Εθνικοί ιεροφάντες, η Αθήνα σώθηκε από τους σεισμούς και τον Αλάριχο. Αυτή είναι η «ορθολογική ιστορία των ηττημένων» στην οποία πιστεύει.
Οι πηγές αυτές που ο Ρασσιάς αποκαλεί «τίποτε περισσότερο από συνταχθέντα στον αέρα «ιερά» βιβλία, ιδεολογικοποιημένες και υποκειμενικές αφηγήσεις χριστιανών χρονικογράφων, «αφελείς» καταγραφές λαϊκών θρύλων, προπαγανδιστικά προσυλητιστικά κείμενα», παραδόξως αυτές είναι σχεδόν οι μόνες πηγές που υπάρχουν. Εκτός κι αν αναφέρει κανένας Κινέζος ή Ινδός τα γεγονότα του Σαράπειου. Όταν λοιπόν ο κάθε ψευδοερευνητής ισχυρίζεται ότι «εκθλίβει» (Β. Ρασσιάς, Μια Ιστορία Αγάπης, τ. Α, σ. 18) τις (κατά Ρασσιά) «εντελώς αναξιόπιστες πηγές» (αν είναι εντελώς αναξιόπιστες, γιατί δεν τις πετά στα σκουπίδια, είναι το προφανές, αλλά ακατανόητο για τον κ. Ρασσιά, ερώτημα) των Χριστιανών, δεν κάνει τίποτε άλλο παρά από το να τις βάζει στο παγανιστικό προκρούστειο κρεββάτι της σκέψης του, δηλαδή έχοντας από πριν ως «αδιάσειστη πεποίθηση» ότι έγιναν διωγμοί και μάλιστα ότι εξαιτίας των διωγμών επικράτησε ο Χριστιανισμός, «αναλύει» βάσει αυτού του προϋπάρχοντος δόγματος (μοντέλου ερμηνείας) του, τις (μόνες υπαρκτές) χριστιανικές ιστορικές πηγές, έτσι ώστε να φανεί ότι αυτές υποστηρίζουν το ιστορικό δόγμα του. Δηλαδή αυτοεξαπατάται και στη συνέχεια πιστεύοντας ότι «ανακάλυψε την... κρυμμένη αλήθεια (!) εντός των ("εντελώς αναξόπιστων"!!) πηγών», ισχυρίζεται όσα ισχυρίζεται. Κλασσικό παράδειγμα του τι εννοεί ο Ρασσιάς με αυτήν την «έκθλιψη των πηγών» είναι «βγάζω απ τη μύγα ξύγκι».
«Από πλευράς μας οι μόνες έγκυρες πηγές είναι τα ελάχιστα σε παγκόσμιο επίπεδο διασωθέντα κείμενα νομοθεσιών, τα επίσης ελάχιστα αρχαιολογικά σχετικά στοιχεία, αλλά, κυρίως, όλες οι προηγούμενες συγγραφές, αναλύσεις και κρίσεις από μη χριστιανούς ή ουδέτερους ή έστω, από αντικειμενικούς τουλάχιστον «τύποις χριστιανούς» ιστορικούς» ισχυρίζεται ο Β. Ρασσιάς (τ. Α, σ. 19). Προκύπτουν τα ερωτήματα:
1) Οι νομοθεσίες, των οποίων τα κείμενα διασώθηκαν, εφαρμόζονταν ή μπορεί και να μην εφαρμόζονταν;
2) Τα σχετικά (ελάχιστα, όπως παραδέχονται οι Νεοπαγανιστές) αρχαιολογικά ευρήματα, όντας ελάχιστα, μπορούν να είναι απόδειξη ότι α) υπήρξαν διωγμοί και κυρίως β) αυτοί είναι η αιτία επικρατήσεως του Χριστιανισμού;
3) Εφόσον οι ίδιοι οι χριστιανοί ιστοριογράφοι του 4ου και 5ου αι. δεν συνιστούν «αξιόπιστους μάρτυρες», με ποια λογική οι αντιχριστιανοί του 18ου, του 19ου και του 20ού αιώνα συνιστούν περισσότερο αξιόπιστους ερμηνευτές, εφόσον κι αυτοί είναι προκατειλημμένοι (ως άθεοι-άπιστοι), αρνητικώς όμως, προς τον Χριστιανισμό; Θα δεχόταν κανείς «ελαφρά τη καρδία», ως «αξιόπιστη ερμηνεία» της ιστορίας του Εβραϊσμού έναν Σαουδάραβα ή άλλον Μουσουλμάνο;
Οι απαντήσεις είναι σαφέστατες, παρά τις σοφιστείες περί «αντικειμενικότερης ιστορίας των ηττημένων» (Δεν γνωρίζουμε αν ο Β. Ρασσιάς θέλει να εμπιστευόμαστε την ιστορική ερμηνεία του 1821 και του 1912 από τους ηττημένους Τούρκους ή του Β Παγκοσμίου από τους ηττημένους Ναζί - οι οποίοι καταγγέλουν τη "γενοκτονία" των Γερμανών από τους Συμμάχους το 1944-45! - και τους Ιάπωνες εθνικιστές):
-ΟΧΙ, οι νομοθεσίες μπορεί και να μην εφαρμόζονταν, όπως και σήμερα υπάρχουν εκατοντάδες νόμοι, που δεν εφαρμόζονταν.
-α) ΟΧΙ απαραίτητα και β) ΟΧΙ απαραίτητα, εφόσον είναι ελάχιστα, καταστροφές αγαλμάτων έγιναν και από μη Χριστιανούς (π.χ. Δυτικούς αρχαιολάτρες ή Άραβες ή Βάρβαρους ή Σταυροφόρους) σε εποχές (6ος-20ος αι.) κατά τις οποίες δεν υπήρχε κανένας αντι-ειδωλολατρικός διωγμός.
-προφανώς ΟΧΙ, διότι η υποκειμενική πίστη ή απιστία ή γενικότερα η προσωπική ιδεολογία παίζει πολύ μεγάλο ρόλο στην ερμηνεία ενός γεγονότος και στην εξαγωγή συμπερασμάτων για το αν ο Χριστιανισμός επικράτησε βίαια ή όχι. Για παράδειγμα (άσχετο, αλλά ενδεικτικό της τεράστιας επίδρασης της «υποκειμενικής ιδεολογίας» του καθενός στην ερμηνεία γεγονότων) ένας Τούρκος δεν θα αποκαλούσε «εισβολή και κατοχή» την απόβαση του τουρκικού στρατού στην Κύπρο το 1974˙ ένας Έλληνας θα έπραττε το αντίθετο. Ένας «ουδέτερος» και «αδιάφορος» Κινέζος ή Χαβανέζος θα χρησιμοποιούσε ίσως μια ενδιάμεση ορολογία για το ίδιο γεγονός.
Έτσι λοιπόν η ξεδιάντροπη διαστρέβλωση των πηγών και η νευρωτική εμμονή να αρνείται κανείς όλες τις μαρτυρίες τρίτων (ακόμη και ομόδοξων), απλώς επειδή δε συμφωνούν με τον δικό του ανορθολογισμό, είναι η μόνη διέξοδος για όσους αδυνατούν να πείσουν με τη λογική για την ορθότητα των ισχυρισμών τους. Έχοντας αποδειχτεί είτε ψεύτες είτε ανιστόρητοι, το μόνο που τους απομένει είναι ο Προκρούστης: να τα πετσοκόβουν όλα σύμφωνα με την ψυχοπαραληρηματική «ερμηνεία» τους. Στο κάτω κάτω ο Προκρούστης ήταν κι αυτός Αρχαίος Έλληνας˙ απ τους χειρότερους.
Ορισμένοι αρχαιολάτρες θα αντιπούν, έπειτα απ όλα αυτά: «μα, υπάρχουν και άλλοι, ξένοι συγγραφείς, που επίσης ισχυρίζονται ότι διεπράχθησαν βανδαλισμοί και διώξεις». Η απάντηση είναι απλή: φυσικά και υπάρχουν τέτοιοι ξένοι, και είναι αυτοί, από τους οποίους οι Νεοπαγανιστές της χώρας μας αντιγράφουν δίχως καμμία δική τους έρευνα τους ισχυρισμούς τους. Το ότι «τα λένε και ξένοι» δεν σημαίνει τίποτα θετικό αναφορικά με την αξιοπιστία των ισχυρισμών τους. Ποιοι ξένοι τα λένε; Οι ξένοι αυτοί δεν είναι ούτε επιστήμονες, ούτε αντικειμενικοί κριτές˙ είναι συνήθως φανατισμένοι αντιχριστιανοί ή στρατευμένοι άθεοι, που έχουν την ίδια ή σχεδόν την ίδια άγνοια των αρχαίων πηγών, την οποία έχουν και οι Νεοπαγανιστές στην Ελλάδα. Δηλαδή «τυφλός οδηγεί τυφλούς». Ωστόσο είναι γελοίο να δεχόμαστε όποια ανοησία ξεστόμισε ο κάθε αντιχριστιανός Άγγλος, Γερμανός, Γάλλος, μη ιστορικός πολλές φορές, που δεν είχε πρόσβαση στα αυθεντικά ελληνικά κείμενα του 4ου και 5ου αιώνα, απλώς επειδή είναι ξένος «ερευνητής» και δήθεν «οι ξένοι τα ξέρουν καλύτερα». Εδώ ολόκληροι επιστήμονες, διακεκριμένοι ιστορικοί, έχουν εξυμνήσει τον Ιουλιανό ως «Υπερασπιστή του Ελληνισμού» μη έχοντας διαβάσει (;) τις επιστολές του, στις οποίες αυτός επιχαίρει για την καταστροφή των έργων του Επίκουρου και του Πύρρωνα˙ και υπάρχει κανείς που αναρωτιέται αν οι μη ιστορικοί «ξένοι ερευνητές» δεν ισχυρίζονται ίδιες και χειρότερες ανοησίες και φανταστικούς «διωγμούς»; Από ημιμαθείς αντιχριστιανούς αντιγράφουν οι Νεοπαγανιστές, και ύστερα έρχονται και μας λένε ότι «τα λενε και άλλοι αυτά».
-Δηλαδή το πρόβλημα δεν ήταν οι θυσίες και οι χρησμοί αυτοί καθ' εαυτοί, αλλά αν όλα αυτά έγιναν κατά του αυτοκράτορα, με σκοπό την ανατροπή του. Δεν αποτελούν δηλαδή δίκες-διωγμούς κατά Εθνικών, αλλά κατά πιθανών συνωμοτών. Αν ήταν διωγμός κατά Εθνικών, δεν θα προσάγονταν να δικαστούν μόνο αυτοί οι Εθνικοί που έστειλαν τις γραπτές επιθυμίες τους σε ένα μαντείο, αλλά όλοι οι Εθνικοί. Η προσαγωγή έγινε λοιπόν βάσει της υποψίας μήπως οι εν λόγω Εθνικοί ήταν συνωμότες˙ δεν υποπτεύθηκε ο αυτοκράτορας όλους τους Εθνικούς. Άρα είναι εσφαλμένο να αποκαλούν οι Νεοπαγανιστές «στρατόπεδα θανάτου των Χριστιανών» τις δίκες κατά πιθανών συνωμοτών στη Σκυθόπολη.
-Οι γραπτές επιθυμίες προς το μαντείο των κατηγορουμένων δόθηκαν στον αυτοκράτορα Κωνστάντιο. Αλλά από ποιους; «Μερικές από αυτές τις γραπτές λίστες με επιθυμίες στάλθηκαν, με κακό σκοπό, στον αυτοκράτορα», όπως ρητά γράφει ο Αμμιανός, χρησιμοποιώντας παθητική φωνή. Δεν είναι απαραίτητο λοιπόν ότι οι καταγγελίες έγιναν από Χριστιανούς˙ αλλά από αντίζηλους προς τα πρόσωπα αυτά, Εθνικούς και μη (βλέπε παράγραφο 5). Εξάλλου, το λογικό είναι ότι μόνον οι Εθνικοί είχαν πρόσβαση εντός του μαντείου, όπου υπήρχαν οι γραπτές επιθυμίες, και όχι οι Χριστιανοί. Ώστε οι Εθνικοί που φθονούσαν Εθνικούς είναι οι ηθικοί αυτουργοί για όλη αυτή την ιστορία.
-Ο αυτοκράτορας όρισε κάποιον Παύλο να διεξάγει δίκες κατά των υπόπτων, κι όχι «να ξεκινήσει γενοκτονία», όπως ισχυρίζονται οι Νεοπαγανιστές (βλέπε παράγραφο 5). «Δίκη» σημαίνει «κάποιοι αθωώνονται», «κάποιοι καταδικάζονται». Δεν σημαίνει «γενοκτονία».
-Παρ όλο που στην παράγραφο 7. ο Αμμιανός Μαρκελλίνος γράφει ότι οι κατηγορούμενοι «ήρθαν από κάθε γωνιά του κόσμου», στην παράγραφο 8. αναφέρει ρητά ότι οι περισσότεροι από τους κατηγορούμενους προέρχονταν από την Αντιόχεια και την Αλεξάνδρεια. Αυτό ενισχύει την άποψη πως δεν επρόκειτο για «διωγμό κατά Εθνικών όλης της αυτοκρατορίας», αλλά για δίκες κατά συνωμοτών μιας περιοχής. Αυτός ήταν άλλωστε και ο λόγος που επιλέχτηκε η Σκυθόπολη: ήταν στο μέσο της απόστασης Αντιόχειας-Αλεξάνδρειας. Αν επρόκειτο για διωγμό κατά όλων των Εθνικών, τότε ο Α.Μ. δεν θα έλεγε ότι οι περισσότεροι κατηγορούμενοι κατάγονταν από τις δύο αυτές πόλεις. Λογικό είναι, βέβαια, ότι κάποιοι που ζήτησαν χρησμό από το συγκεκριμένο μαντείο προέρχονταν κι από άλλες περιοχές της Αυτοκρατορίας. Αλλά ούτε «διωγμός κατά των Εθνικών της περιοχής» μπορεί να θεωρηθεί, διότι δεν δικάστηκαν όλοι ή οι περισσότεροι Εθνικοί της περιοχής, αλλά μόνο όσοι Εθνικοί της περιοχής είχαν ζητήσει χρησμό από ένα μαντείο.
-Πολλοί επώνυμοι κατηγορούμενοι (όπως λ.χ. ο πρώην έπαρχος Σιμπλίκιος, ο πρώην έπαρχος Παρνάσιος, ο ποιητής Ανδρόνικος, ο φιλόσοφος Δημήτριος Κυθράς) που δικάστηκαν, είτε αθωώθηκαν είτε εξορίστηκαν (βλέπε παράγραφο 9, 10, 11, 12). Σε ένα «στρατόπεδο θανάτου» βέβαια ούτε να γίνεται λόγος για αθώωση ή εξορία. Μόνο για εκτέλεση. Οι Νεοπαγανιστές, όμως, χρησιμοποιούν λανθασμένη ορολογία. Ενώ διαβάζουν ότι αθωώθηκαν κατηγορούμενοι, επιμένουν να αποκαλούν «στρατόπεδα θανάτου» τα δικαστήρια, ώστε να ξεγελιέται ο αναγνώστης.
-Αλλά ακόμη και για τους υπόλοιπους που ίσως έγιναν κατηγορούμενοι έπειτα από συκοφαντίες εχθρών τους δεν θανατώνονταν απαραιτήτως. Κάποιοι εξορίζονταν, κάποιοι θανατώνονταν, άλλων η περιουσία δημεύονταν (βλέπε παράγραφο 13). Σε ένα «στρατόπεδο θανάτου» δεν υπάρχει (πλην άλλων) και δήμευση περιουσίας (αλλά όχι θάνατος) και εξορία (δηλαδή όχι θάνατος). Υπάρχει μόνο θανάτωση. Αλλιώς δεν είναι «στρατόπεδο θανάτου», όσο κι αν το αποκαλούν έτσι οι Νεοπαγανιστές.
-Αυτοί που εκτελούνταν ήταν κυρίως έμποροι φαρμακειών και γητειών και μαύροι μάγοι που επικαλούνταν πνεύματα (βλέπε παράγραφο 14). Αλλά είναι πασίγνωστο ότι και οι Παγανιστές αυτοκράτορες και οι αρχαίοι Έλληνες τιμωρούσαν τη μαύρη μαγεία με νόμους και ποινές.
-Φυσικά και γινόντουσαν βασανιστήρια κατά ορισμένων κατηγορουμένων (όχι όλων, βλέπε παράγραφο 9). Όμως ο ίδιος ο παγανιστής Α.Μ. όχι μόνο δικαιολογεί τον ηγεμόνα που διατάσσει βασανιστήρια όταν απειλείται η εξουσία του, αλλά μάς πληροφορεί ότι υπήρχαν οι (ειδωλολατρικοί) «Κορνήλιοι νόμοι» (Lex Cornelia maiestatis) ήδη από τα προχριστιανικά χρόνια, τους οποίους «βελτίωσε» ο Ιούλιος Καίσαρ (Lex Iulia maiestatis), και οι οποίοι επέτρεπαν τη χρήση βασανιστηρίων στην ανάκριση προκειμένου να αποκαλυφθούν συνωμοσίες κατά του ηγεμόνα (βλ. παράγραφο 17).
-Ο Αμμιανός υπερβάλλει όταν γράφει ότι ο Παύλος είχε εξουσία σε όλους τους ανθρώπους επί της γης (παρ. 13) διότι ο ίδιος γράφει (παρ. 8) ότι από τις πόλεις Αντιόχεια και Αλεξάνδρεια προέρχονταν οι περισσότεροι κατηγορούμενοι.
-Οι αλυσίδες που φορέθηκαν στους υπόπτους δεν ήταν «βυζαντινή μέθοδος». Με αλυσίδες δέθηκε κι ο απόστολος Παύλος, από τους Ειδωλολάτρες, στη Ρώμη.
-Ενάντια στα επιχειρήματα ότι η αιτία που ο αυτοκράτορας διέταξε την διαδικασία αυτή ήταν τάχα η χριστιανική φοβία, απαντάμε ότι η φοβία για τη μαγεία και την μαντική ήταν κατ' εξοχήν ειδωλολατρικό χαρακτηριστικό. Γι' αυτό και προηγούμενοι ειδωλολάτρες αυτοκράτορες είχαν κάψει μαγικά βιβλία: από φόβο για τη μαγεία. Δεν είναι «χριστιανική» πρωτιά ο φόβος του Κωνστάντιου για τη μαγεία, μαντεία, αλλά προϋπάρχει στον Αύγουστο και τον Διοκλητιανό. Εκτός κι αν ονομάζαμε «διώκτες του Εθνισμού» τους δύο τελευταίους, που έκαψαν μαγικά βιβλία επειδή φοβόντουσαν τη χρήση τους από πιθανούς συνωμότες, οι οποίοι έτσι πίστευαν οι δυο αυτοί Παγανιστές αυτοκράτορες θα τα χρησιμοποιούσαν εναντίον του θρόνου τους. Εκτός κι αν επιδιώκουν οι Νεοπαγανιστές να μας πείσουν ότι η δεισιδαιμονία και ο φόβος προς τη μαγεία ή τις δυσοίωνες προβλέψεις δεν υπήρχε πριν το Χριστιανισμό. Φυσικά ο Κωνστάντιος δεν σκεφτόταν χριστιανικά, αφού ο Χριστιανός δεν φοβάται. Σκεφτόταν όμως ειδωλολατρικά, έχοντας ειδωλολατρικά «κατάλοιπα», και γι αυτό φοβήθηκε τους χρησμούς αυτούς συνδέοντας τους με απόπειρα συνωμοσίας εναντίον του. Ο Νέρωνας έκλεισε το μαντείο των Δελφών επειδή η Πυθία τόλμησε να τον αποκαλέσει εμμέσως μητροκτόνο. Η φοβία στην υπερφυσική απειλή υπήρχε ανέκαθεν. Τα αναφερόμενα στα κεφάλαια για τον ανορθολογισμό της Αρχαιότητας το αποδεικνύουν. «Ο Πλάτωνας δείχνει καθαρά πως οι άνθρωποι έτρεμαν πράγματι τούτη τη μαγική επιθετικότητα και πως ο ίδιος θα υπέβαλε αυστηρές ποινές για την πράξη αυτή (μάλιστα στην περίπτωση των επαγγελματιών μάγων, θάνατο), όχι επειδή ο ίδιος πίστευε στη μαύρη μαγεία, αφού διακήρυττε πως διέθετε καθαρό μυαλό αλλά επειδή πίστευε πως η μαύρη μαγεία εκφράζει μια κακόβουλη θέληση και έχει κακόβουλα ψυχολογικά αποτελέσματα» (E.R. Doods, Οι Έλληνες και το παράλογο, εκδ. Καρδαμίτσα, σ. 128). Ποιοι είναι αυτοί που θα μας πουν ότι η φοβία προς τη μαγεία εμφανίστηκε με το Χριστιανισμό;
-Το όλο ζήτημα οφείλεται στην δεισιδαιμονία (υπαρκτή προ Χριστιανισμού, και μη χριστιανική, εφόσον ο σωστός Χριστιανός δεν έχει να φοβηθεί τίποτα) του αυτοκράτορα, ο οποίος βρήκε ένα άτομο που το μόνο που τον ενδιέφερε ήταν το χρήμα κι έσφαζε γι αυτό. Έτσι λοιπόν:
1) ούτε «στρατόπεδα θανάτου» ήταν τα δικαστήρια στη Σκυθόπολη. 2) ούτε στρέφονταν κατά των Εθνικών βάσει της θρησκείας τους. 3) ούτε τοπικός διωγμός κατά Εθνικών ήταν. 4) ούτε απαραιτήτως θανατώνονταν από αυτά οι κατηγορούμενοι. 5) Έτσι κι αλλιώς ο αυτοκράτορας Κωνστάντιος ήταν αιρετικός Αρειανός κι όχι Ορθόδοξος Χριστιανός, και μάλιστα εξόρισε στην Σκυθόπολη (στο «στρατόπεδο θανάτου»!) τον Χριστιανό Ορθόδοξο άγιο Ευσέβιο, και 6) αποτελεί νεοπαγανιστική μέθοδο να φορτώνουν στους Ορθοδόξους τις πράξεις των διωκτών των Ορθοδόξων.
Παρ' όλο που ο κ. Ρασσιάς αποδείχτηκε πως είτε ψεύδεται είτε δε γνωρίζει σχετικά με την Σκυθόπολη, επανήλθε στο θέμα. Στο Μια Ιστορία Αγάπης (τ. Α, σ. 174-175) γράφει: «Από τον Αμμιανό Μαρκελλίνο (19. 12. 1-6), γνωρίζουμε ότι ο περιβόητος διωγμίτης Παύλος (...) αφού εκμεταλλεύθηκε με πονηρό τρόπο ερωτήσεις θρησκευτών και χρησμούς ενός Μαντείου της Αβύδου της Θηβαΐδος, αποσπά αυτοκρατορική έγκριση να κινηθεί αυτός και ο συνεργάτης του Μόδεστος ως ανεξέλεγκτοι ιεροεξεταστές σε ένα πολύ ασαφές πεδίο δράσης ενάντια στην "ειδωλολατρία" που ταυτίζεται όποτε βολεύει με "εσχάτη προδοσία" (...) . Και επειδή κάποιοι αμετανόητοι έχουν ήδη προσπαθήσει να αμφισβητήσουν τα συγκεκριμένα γεγονότα με την ηλίθια χριστιανική πρακτική να παίζουν με τις λέξεις, εκτός από την πιο πάνω δημοσιευθείσα στις προηγούμενες εκδόσεις μου λογοτεχνική απόδοση των μαρτυριών του Αμμιανού Μαρκελλίνου (...), τους αφιερώνουμε εδώ και την μετάφραση του Rolfe στην έκδοση Loeb του "Rerum Gestarum") (...)», δίχως πάλι να παραθέσει ολόκληρο το κεφάλαιο XIX, 12, παρά μόνο λίγες σειρές. Εμείς παρατηρούμε τα εξής:
1. Ο κ. Ρασσιάς επιμένει να ισχυρίζεται ότι τάχα η αληθινή αιτία των γεγονότων της Σκυθόπολης ήταν η ταύτιση της λατρείας των «θεών» με το έγκλημα της «εσχάτης προδοσίας», ενώ έχουμε αποδείξει παραπάνω ότι αιτία των γεγονότων ήταν η υποψία του αυτοκράτορα για συνωμοσία (μέσω χρησμοδοτήσεων του συγκεκριμένου μαντείου) εναντίον του κι όχι η ανύπαρκτη πρόθεση του αυτοκράτορα (ή άλλων) να εξαπολύσει μέσω των συγκεκριμένων γεγονότων διωγμό κατά Εθνικών. Ο Κωνστάντιος δεν άρχισε να καταδιώκει ως συνωμότες κατά της εξουσίας του όλους όσους ζητούσαν (επί της βασιλείας του ή παλαιότερα) χρησμό από τα λοιπά μαντεία. Ο Αμμιανός το παρατηρεί αυτό στην παράγραφο 15. Αν αυτό που έγινε αναφορικά με το μαντείο της Αβύδου ήταν ο κανόνας, ο Αμμιανός θα το ανέφερε. Δεν ήταν όμως ο κανόνας, ήταν η μοναδική περίπτωση, και συνεπώς δεν τίθεται ζήτημα διωγμού κατά Εθνικών (που ζήταγαν χρησμό).
2. Ο κ. Ρασσιάς επιμένει να ισχυρίζεται ότι η όλη ιστορία συνιστά διωγμό Εθνικών έστω υπό το κάλυμμα του αδικήματος της «εσχάτης προδοσίας», ενώ έχουμε σαφέστατα αποδείξει ότι οδηγήθηκαν στη Σκυθόπολη μόνο όσοι Εθνικοί ζήτησαν χρησμό από το μαντείο της Αβύδου και κυρίως απ τις πόλεις της Αλεξάνδρειας και της Αντιόχειας και όχι όποιος τύχαινε να είναι Εθνικός ούτε όλοι (ή οι περισσότεροι) Εθνικοί της Αλεξάνδρειας-Αντιόχειας που ενδεχομένως να ζήτησαν από άλλα μαντεία χρησμό. Μόνο στη φαντασία του κ. Ρασσιά υπάρχει ταύτιση «ειδωλολατρίας» και «εσχάτης προδοσίας» για την εξεταζόμενη περίπτωση, αφού το πρόβλημα δεν το προκαλούσε η λατρεία των «θεών» καθ' εαυτή.
3. Ο κ. Ρασσιάς επιμένει να ισχυρίζεται ότι καταδιωκόταν όποιος απλός Εθνικός κατηγορείτο ότι απλώς «φορούσε αποτρεπτικό φυλακτό ή ότι κάποιος τον είδε να κάθεται κοντά σε αρχαίους τάφους ή ερείπια για να καταδικασθεί σε θάνατο ως ειδωλολάτρης ή νεκρομάντης» (Βλ. Ρασσιά, Μια Ιστορία Αγάπης, τ. Α, σ. 174) (δική του η παραποιημένη μετάφραση του Αμμιανού XIX, 12, 14, με εξεπίτηδες προσθήκη του «..ως ειδωλολάτρης..», το οποίο δεν λέει ο Αμμιανός, ούτε εδώ ούτε πουθενά· και για να δείξουμε σε όλους τις ερευνητικές μεθόδους του κ. Ρασσιά, το πώς δηλαδή προσθέτει στα κείμενα λέξεις κι έννοιες, όταν παραθέτει τα γεγονότα, παραθέτουμε την αγγλική μετάφραση του Rolfe στην έκδοση Loeb, της παραγράφου 14, την οποία... μας αφιερώνει: «For if anyone wore on his neck an amulet against the quartan ague or any other complaint, or was accused by the testimony of the evil-disposed of passing by a grave in the evening, on the ground that he was a dealer in poisons, or a gatherer of the horrors of tombs and the vain illusions of the ghosts that walk there, he was condemned to capital punishment and so perished». Πού το είδε αυτό το «ως ειδωλολάτρης», ο κ. Ρασσιάς; Μήπως το πρόσθεσε, για να πείσει ότι γινόταν διωγμός Ειδωλολατρών; Μήπως το a dealer in poisons ή το a gatherer of the horrors of tombs σημαίνουν «ειδωλολάτρη»;), ενώ ο Αμμιανός δεν κάνει κανένα λόγο για καταδίκη Εθνικού λόγω «λατρείας των θεών», πουθενά δεν αναφέρει ότι ο Παγανισμός καθ' εαυτός ήταν η αιτία των δεινών, αλλά αναφέρεται σε όσους εξασκούσαν (ή κατηγορούνταν ότι εξασκούσαν) μαύρη μαγεία. Αλλά ούτε και «απ το νόημα» δεν στέκει η προσθήκη «ως ειδωλολάτρης» του κ. Ρασσιά, αφού προφανώς δεν ήταν όλοι οι Εθνικοί «μάγοι»· και αν κάποιοι Εθνικοί που ήταν (ή δεν ήταν) μάγοι κατηγορήθηκαν για μαγεία, ήταν η «μαγεία» και όχι η «ειδωλολατρία» το αδίκημά τους. Άρα ως «μάγοι» και όχι «ως ειδωλολάτρες» καταδικάστηκαν. Εκτός κι αν οι Νεοπαγανιστές ισχυριστούν ότι η «φαρμακεία»-μαύρη μαγεία (την οποία καταδίκαζαν και οι Εθνικοί νομοθέτες) συνιστά ουσιώδες τμήμα της αρχαίας λατρείας... Στο κάτω κάτω αφού ο Αμμιανός δεν γράφει «...ως αρχαιόθρησκοι», είναι περιττό ή μάλλον παράλογο να συνεχίσουμε μια τέτοια «αναζήτηση»· εκτός κι αν αρχίσουμε να προσθέτουμε ό,τι μας καπνίσει στα κείμενα. Είναι γνωστό ότι οι νόμοι κατά της μαύρης μαγείας είχαν νομοθετηθεί από ειδωλολάτρες Ρωμαίους. Επομένως καμμία σχέση με διωγμό ειδωλολατρίας δεν έχει η δίωξη (έστω και αν ήταν άδικη) όσων κατηγορούνταν ως μάγοι.
4. Ακόμα και οι αναφορές ότι «όποιος φορούσε στο λαιμό του φυλακτό κ.λπ.» αφορούν τους συγκεκριμένους που κατηγορήθηκαν (ότι είχαν ζητήσει χρησμό από το συγκεκριμένο μαντείο, ο οποίος μπορεί να ήταν εναντίον της εξουσίας του Κωνστάντιο) και δικάστηκαν στη Σκυθόπολη, και όχι για κάθε έναν Εθνικό, της Αυτοκρατορίας ή έστω των Αντιόχειας-Αλεξάνδρειας που τύχαινε να φορά φυλακτό. Ούτε εξάλλου ίσχυε το «Καθένας που φορά φυλακτό είναι Εθνικός». Διότι αν ήταν η ιδιότητα του Εθνικού από μόνη της (κι όχι ό,τι νόμιζαν οι διώκτες ότι συνεπάγεται το φυλακτό μαγεία) αξιόποινη, τότε κανείς δεν θα γλίτωνε ούτε καν οι τέσσερις Εθνικοί.
5. Ο κ. Ρασσιάς α) αποκαλεί «αμετανόητους» τους διαφωνούντες μαζί του, β) τους κατηγορεί ότι «παίζουνε με τις λέξεις», γ) τους αφιερώνει τη μετάφραση των εκδόσεων Loeb και δ) προκειμένου να δαιμονοποιήσει την κριτική στους ισχυρισμούς του εκ μέρους των Χριστιανών γράφει (Μια ιστορία αγάπης, τ. Α, σ. 10): «λόγω της βλακείας και του θράσσους των ημεδαπών κατηγορουμένων που αντί να λουφάξουν στη γωνιά τους, αυτοί εξαπέλυσαν μία αηδιαστική εκστρατεία αμφισβήτησης των ιστορικά τεκμηριωμένων εγκλημάτων τους προσπαθώντας ηλιθιωδώς να προσβάλουν την αξιοπιστία του γράφοντος», ενώ είναι πλέον πασιφανές α) ότι ο ίδιος είναι αμετανόητα διαστρεβλωτής του Αμμιανού Μαρκελλίνου, β) ότι αυτός είναι ο μόνος που παίζει με τις λέξεις (μιλώντας λ.χ. για «Ελληνικό Ολοκαύτωμα») και το νόημα του κειμένου παραθέτοντας από αυτό μόνο ό,τι τον συμφέρει να παραθέσει, και προσθέτοντας ό,τι θέλει, γ) ότι εμείς έχουμε πρώτοι, εδώ και δύο χρόνια (2004), παραθέσει τη μετάφραση του Loeb, πολύ πριν αυτός αντιληφθεί την ύπαρξή της και προσπαθήσει στην επανέκδοση του βιβλίου του να μπαλώσει τα ψεύδη του και δ) ότι ο Β. Ρασσιάς και οι συν αυτώ εύκολο το έχουν να καταφεύγουν σε τέτοιους χαρακτηρισμούς, ανενόχλητα, εδώ και καιρό. Είναι γενικός κανόνας, όταν κάποιος δεν μπορεί να αντικρούσει τους ισχυρισμούς των επικριτών του, να μην παραθέτει τα πλήρη στοιχεία και ταυτόχρονα να καταφεύγει σε τέτοιους χαρακτηρισμούς.
6. Ο κ. Ρασσιάς δεν δικαιούται να διαστρεβλώνει ή να αποκρύβει τα επιχειρήματα των επικριτών του (ισχυριζόμενος λ.χ. ότι «δεν γνωρίζουνε την μετάφραση των εκδόσεων Loeb» ή ισχυριζόμενος ότι απάντησε στη διεξοδική ανάλυσή εκ μέρους τους του κειμένου), ώστε να νομίζει και να προσπαθεί να πείσει ότι «τους ανταπάντησε».
7. Ο κ. Ρασσιάς πιστεύει τόσο πολύ στην αλήθεια των ισχυρισμών του, που ενώ εμείς προ δύο ετών (2004) παραθέσαμε όλο το επίμαχο κείμενο του Αμμιανού από τις εκδόσεις Loeb τις οποίες μας αφιερώνει , αυτός, ενώ γράφει τόσα βιβλία, δεν τολμά να παραθέσει τις πέντε δέκα επίμαχες παραγραφούλες του Αμμιανού Μαρκελλίνου και να αντικρούσει ορθά κοφτά, μια κι έξω, τα σχόλιά μας (ενώ τα γνωρίζει πολύ καλά εκτός κι αν οι «φωνές» δεν του τα αποκάλυπταν τόσο καιρό). Φαίνεται πως, ενώ συγγράφει κι εκδίδει χιλιάδες βιβλία, δεν μπόρεσε να αντέξει το επιπλέον οικονομικό βάρος της παράθεσης 17 μικρότατων σε όγκο παραγράφων του 12ου κεφαλαίου του 19ου βιβλίου του Αμμιανού Μαρκελλίνου, από τον Loeb τον οποίο ανακάλυψε πρόσφατα, κι έτσι τις παρέλειψε. Διότι, αν πίστευε πως είχε δίκαιο, δε θα παρέθετε σκόρπια ό,τι τον συμφέρει (τότε βάζει και το λατινικό πρωτότυπο. Προφανώς το πράττει για χάρη των λατινόφωνων Ελλήνων), αλλά θα ανάφερε όλη την ιστορία, ως έχει. Ίσως σκέφτηκε ότι θα μεγάλωνε πολύ το κείμενο, αλλά ωστόσο δεν παρέλειψε να προσθέσει ότι τάχα ανταπάντησε. Φυσικά όποιος πιστεύει πως κατέχει την αλήθεια δεν φοβάται τίποτα. Κι όταν μετά από τόσες επανεκδόσεις ο κ. Ρασσιάς δεν παρέθεσε την πλήρη ιστορία ώς τώρα, ο λόγος είναι προφανής.
8. Τέλος, επειδή ο Ρασσιάς ισχυρίζεται ότι «τα λένε κι άλλοι», ασφαλώς δεν θα περιμένει από κανένα σώφρονα άνθρωπο να δεχτεί τα λεγόμενά του, επειδή τα είπαν και κάποιοι ξένοι στρατευμένοι αντιχριστιανοί. Ο Pierre Chuvin, διεθνώς αναγνωρισμένος καθηγητής κι ερευνητής στις Ανατολικές Σπουδές και την Ύστερη Αρχαιότητα, δεν συμμερίζεται καθόλου την άποψη ότι η Σκυθόπολη ήταν τόπος βασανισμού Εθνικών, και γράφει τηλεγραφικά για το θέμα αυτό: «Εύκολα καταλαβαίνουμε ποιος ήταν ο στόχος: ο πολιτικός κίνδυνος που προερχόταν από μια επιστήμη ικανή να υποδείξει έστω και με ασάφεια ποιος και πότε θα διαδεχόταν τον αυτοκράτορα. Αυτό δεν μπορεί να θεωρηθεί θρησκευτικός διωγμός των παγανιστών» (Pierre Chuvin, Οι τελευταίοι Εθνικοί, εκδ. Θύραθεν, σ. 55). Ο κ. Ρασσιάς λοιπόν μπορεί να λέει ό,τι θέλει. Χαρακτηριστικό της αξιοπιστίας των συγκεκριμένων ισχυρισμών του κ. Ρασσιά είναι ότι ο ίδιος φέρνει ως πηγές τον... Deschner (!) και τον... Δαυλό (!) Το... «περιοδικό πρωτοποριακής έρευνας» Δαυλός, που έχει αποκαλέσει (τ. 258) τη Σκυθόπολη «το Άουσβιτς των Ελλήνων». Προφανώς θα εννοεί ότι στο Άουσβιτς και εν γένει στα στρατόπεδα συγκέντρωσης δεν στέλνονταν όλοι οι Εβραίοι, παρά μόνο όσοι Εβραίοι ήταν ύποπτοι για απόπειρα κατά του Χίτλερ, και ότι οι κρατούμενοι Εβραίοι δεν θανατώνονταν όλοι, αλλά απλώς δικάζονταν και κάποιοι εξ αυτών αθωώνονταν από τους Ναζί, οι οποίοι τους επέτρεπαν να γυρίσουν στα σπίτια τους.
Να πώς οι ίδιοι οι Νεοπαγανιστές παραδέχονται ότι διαστρεβλώνουν τις πηγές: «Στα αλλεπάλληλα «άνοιξε η γη και τους γκρέμισε στην κόλαση», «έπεσε πυρ εξ ουρανού», «άγγελος Κυρίου εμφανίσθηκε και τον σκότωσε» κ.ο.κ., εμείς και όσοι εν τέλει τυγχάνουμε φυσιολογικοί, δηλαδή λογικοί, άνθρωποι, βλέπουμε απλώς απλοϊκές απόπειρες απόκρυψης εγκλημάτων και εγκλημάτων και ξανά εγκλημάτων, με κραυγαλέες σαχλαμάρες ικανές να «πείσουν» μόνον ανθρώπους που επιμένουν να κατοικοεδρεύουν πνευματικά στον πιο μαύρο και συμπαγή Μεσαίωνα». «Επειδή γνωρίζουμε καλά ότι όταν οι «πηγές» αυτού του συρφετού αναφέρονται σε «αγγέλους Κυρίου» που φονεύουν, στην πραγματικότητα αναφέρονται σε σφαγές ανθρώπων από ανθρώπους και μόνον από ανθρώπους, έτσι θα ερμηνεύουμε τις περιλάλητες «πηγές» και έτσι θα γράφουμε την υπέρ αδικηθέντων, ηττηθέντων, κακοποιηθέντων και εξαφανισθεντων Ιστορία μας». Βέβαια, αν αυτοί που έφεραν αντίρρηση για την ειλικρίνεια των χριστιανών ιστοριογράφων που ισχυρίζονταν τέτοια πράγματα, ήταν τίποτε αυτοαποκαλούμενοι «ορθολογιστές» ή «άθεοι» ή «διαφωτιστές» κι όχι άνθρωποι που... λατρεύουν το Δία, θα είχαν κάποια βάση οι αντιρρήσεις τους. Αλλά άνθρωποι που αποδέχονται τη μετενσάρκωση, πιστεύουν στην αστρολογία, στην μαντική επιστήμη, στους χρησμούς των μαντείων, στην οιωνοσκοπία των Αρχαίων, στο μαντικό θρόισμα των δέντρων, στο σβήσιμο πυρκαγιών με τη βοήθεια τελετουργικών χορών και στα πάμπολα παγανιστικά θαύματα της προρωμαϊκής, Κλασσικής Αρχαιότητας (που περιγράψαμε στα δύο πρώτα κεφάλαια) τα οποία δεν επιτρέπουν σε κανέναν να ισχυρίζεται ότι θαύματα συνέβαιναν (σύμφωνα με τους Αρχαίους που τα περιέγραψαν) μόνο στον Μονοθεϊσμό , μόνον αυτοί δεν δικαιούνται να αναρωτιούνται αν ήταν ειλικρινείς ή αν ψεύδονταν (συγκαλύπτοντας σφαγές) οι Χριστιανοί ιστοριογράφοι που κατέγραφαν εμφάνιση «αγγέλων Κυρίου» κ.λπ., για τον απλούστατο λόγο ότι όλα αυτά που οι αρχαιολάτρες αποδέχονται είναι κατ' ουσίαν ο Ορισμός του Ανορθολογισμού και απείρως ανορθολογικότερα από την εμφάνιση ενός «αγγέλου Κυρίου» που θαυματουργεί (αφήνουμε κατά μέρους την καθ' εαυτή έννοια του «Ορθολογισμού», την οποία διαστρέφουν κατ εξακολούθησιν οι Νεοπαγανιστές). Αξίζει εξέτασης η αιτιολόγηση της διαστρέβλωσης των χριστιανικών πηγών: «Ποτέ δεν θα συρθούμε στο να «τεκμηριώσουμε» ότι το φεγγάρι δεν είναι τρίγωνο επειδή μόνο και μόνο εκατομμύρια απατεώνες ή ψυχοπαθείς καταναλωτές παραμυθιών αρέσκονται να υποστηρίζουν μανιωδώς κάτι τέτοιο». Οι άνθρωποι που πιστεύουν ότι το Φεγγάρι είναι Θεός, ότι κατεβαίνει στη γη και συνουσιάζεται με τον θνητό Ενδυμίωνα, αυτοί φέρνουν ως παράδειγμα το Φεγγάρι, για να πείσουν ότι οι Χριστιανοί ιστορικοί παραλογίζονται. Τρίγωνο, λοιπόν, δεν μπορεί να είναι το φεγγάρι, αλλά θεός σίγουρα είναι. Σύμφωνα με τους Παγανιστές, ανορθολογισμός θα ήταν η πίστη ότι το φεγγάρι είναι τριγωνικό και μάταιη η προσπάθεια μετάπεισης όσων το πιστεύουν˙ ενώ η πίστη ότι το φεγγάρι είναι θεός (θεά!) δεν είναι καθόλου ανορθολογιστική! Κοίτα ποιοι παραλληλίζουν τον «χριστιανικό παραλογιμό» με το «τριγωνικό φεγγάρι». Να η σαθρότητα των νεοπαγανιστικών επιχειρημάτων. Φυσικά, ο νεοπαγανιστικός παραλληλισμός του ισχυρισμού ενός ή πολλών ανθρώπων περί «τριγωνικού φεγγαριού» με τους ισχυρισμούς των χριστιανών ιστοριογράφων δεν στέκει ούτως ή άλλως: αν το φεγγάρι είναι σφαιρικό, θα είναι πάντοτε τέτοιο, και επομένως πάντοτε θα αποδεικνυόταν λανθασμένος ο ισχυρισμός ότι είναι τριγωνικό, ενώ αν «ο άγγελος Κυρίου» κατέβηκε ή δεν κατέβηκε την τάδε ημέρα του 350 μ.Χ. αυτό συνέβη (ή δεν συνέβη) μια κι έξω και όχι συνεχώς ώς τώρα, οπότε η τότε παρουσία του (ή απουσία του) δεν είναι αυταπόδεικτη και πασιφανής, όπως η σφαιρικότητα του φεγγαριού, ώστε να αποδειχθεί παραμύθι ο χριστιανικός ισχυρισμός.
Με αυτά τα σοφιστικά τερατουργήματα μπορεί ο κ. Ρασσιάς να θεωρεί παραμύθια μεν τα χριστιανικά θαύματα, ωστόσο να δέχεται (άλλοτε συγκεκαλυμμένα και άλλοτε ολοφάνερα) την απίστευτης ανορθολογιτότητας άποψη των Ειδωλολατρών ότι χάρη στα ειδώλια του... θεού (!) Αχιλλέα που έστησαν οι Εθνικοί ιεροφάντες, η Αθήνα σώθηκε από τους σεισμούς και τον Αλάριχο. Αυτή είναι η «ορθολογική ιστορία των ηττημένων» στην οποία πιστεύει.
Οι πηγές αυτές που ο Ρασσιάς αποκαλεί «τίποτε περισσότερο από συνταχθέντα στον αέρα «ιερά» βιβλία, ιδεολογικοποιημένες και υποκειμενικές αφηγήσεις χριστιανών χρονικογράφων, «αφελείς» καταγραφές λαϊκών θρύλων, προπαγανδιστικά προσυλητιστικά κείμενα», παραδόξως αυτές είναι σχεδόν οι μόνες πηγές που υπάρχουν. Εκτός κι αν αναφέρει κανένας Κινέζος ή Ινδός τα γεγονότα του Σαράπειου. Όταν λοιπόν ο κάθε ψευδοερευνητής ισχυρίζεται ότι «εκθλίβει» (Β. Ρασσιάς, Μια Ιστορία Αγάπης, τ. Α, σ. 18) τις (κατά Ρασσιά) «εντελώς αναξιόπιστες πηγές» (αν είναι εντελώς αναξιόπιστες, γιατί δεν τις πετά στα σκουπίδια, είναι το προφανές, αλλά ακατανόητο για τον κ. Ρασσιά, ερώτημα) των Χριστιανών, δεν κάνει τίποτε άλλο παρά από το να τις βάζει στο παγανιστικό προκρούστειο κρεββάτι της σκέψης του, δηλαδή έχοντας από πριν ως «αδιάσειστη πεποίθηση» ότι έγιναν διωγμοί και μάλιστα ότι εξαιτίας των διωγμών επικράτησε ο Χριστιανισμός, «αναλύει» βάσει αυτού του προϋπάρχοντος δόγματος (μοντέλου ερμηνείας) του, τις (μόνες υπαρκτές) χριστιανικές ιστορικές πηγές, έτσι ώστε να φανεί ότι αυτές υποστηρίζουν το ιστορικό δόγμα του. Δηλαδή αυτοεξαπατάται και στη συνέχεια πιστεύοντας ότι «ανακάλυψε την... κρυμμένη αλήθεια (!) εντός των ("εντελώς αναξόπιστων"!!) πηγών», ισχυρίζεται όσα ισχυρίζεται. Κλασσικό παράδειγμα του τι εννοεί ο Ρασσιάς με αυτήν την «έκθλιψη των πηγών» είναι «βγάζω απ τη μύγα ξύγκι».
«Από πλευράς μας οι μόνες έγκυρες πηγές είναι τα ελάχιστα σε παγκόσμιο επίπεδο διασωθέντα κείμενα νομοθεσιών, τα επίσης ελάχιστα αρχαιολογικά σχετικά στοιχεία, αλλά, κυρίως, όλες οι προηγούμενες συγγραφές, αναλύσεις και κρίσεις από μη χριστιανούς ή ουδέτερους ή έστω, από αντικειμενικούς τουλάχιστον «τύποις χριστιανούς» ιστορικούς» ισχυρίζεται ο Β. Ρασσιάς (τ. Α, σ. 19). Προκύπτουν τα ερωτήματα:
1) Οι νομοθεσίες, των οποίων τα κείμενα διασώθηκαν, εφαρμόζονταν ή μπορεί και να μην εφαρμόζονταν;
2) Τα σχετικά (ελάχιστα, όπως παραδέχονται οι Νεοπαγανιστές) αρχαιολογικά ευρήματα, όντας ελάχιστα, μπορούν να είναι απόδειξη ότι α) υπήρξαν διωγμοί και κυρίως β) αυτοί είναι η αιτία επικρατήσεως του Χριστιανισμού;
3) Εφόσον οι ίδιοι οι χριστιανοί ιστοριογράφοι του 4ου και 5ου αι. δεν συνιστούν «αξιόπιστους μάρτυρες», με ποια λογική οι αντιχριστιανοί του 18ου, του 19ου και του 20ού αιώνα συνιστούν περισσότερο αξιόπιστους ερμηνευτές, εφόσον κι αυτοί είναι προκατειλημμένοι (ως άθεοι-άπιστοι), αρνητικώς όμως, προς τον Χριστιανισμό; Θα δεχόταν κανείς «ελαφρά τη καρδία», ως «αξιόπιστη ερμηνεία» της ιστορίας του Εβραϊσμού έναν Σαουδάραβα ή άλλον Μουσουλμάνο;
Οι απαντήσεις είναι σαφέστατες, παρά τις σοφιστείες περί «αντικειμενικότερης ιστορίας των ηττημένων» (Δεν γνωρίζουμε αν ο Β. Ρασσιάς θέλει να εμπιστευόμαστε την ιστορική ερμηνεία του 1821 και του 1912 από τους ηττημένους Τούρκους ή του Β Παγκοσμίου από τους ηττημένους Ναζί - οι οποίοι καταγγέλουν τη "γενοκτονία" των Γερμανών από τους Συμμάχους το 1944-45! - και τους Ιάπωνες εθνικιστές):
-ΟΧΙ, οι νομοθεσίες μπορεί και να μην εφαρμόζονταν, όπως και σήμερα υπάρχουν εκατοντάδες νόμοι, που δεν εφαρμόζονταν.
-α) ΟΧΙ απαραίτητα και β) ΟΧΙ απαραίτητα, εφόσον είναι ελάχιστα, καταστροφές αγαλμάτων έγιναν και από μη Χριστιανούς (π.χ. Δυτικούς αρχαιολάτρες ή Άραβες ή Βάρβαρους ή Σταυροφόρους) σε εποχές (6ος-20ος αι.) κατά τις οποίες δεν υπήρχε κανένας αντι-ειδωλολατρικός διωγμός.
-προφανώς ΟΧΙ, διότι η υποκειμενική πίστη ή απιστία ή γενικότερα η προσωπική ιδεολογία παίζει πολύ μεγάλο ρόλο στην ερμηνεία ενός γεγονότος και στην εξαγωγή συμπερασμάτων για το αν ο Χριστιανισμός επικράτησε βίαια ή όχι. Για παράδειγμα (άσχετο, αλλά ενδεικτικό της τεράστιας επίδρασης της «υποκειμενικής ιδεολογίας» του καθενός στην ερμηνεία γεγονότων) ένας Τούρκος δεν θα αποκαλούσε «εισβολή και κατοχή» την απόβαση του τουρκικού στρατού στην Κύπρο το 1974˙ ένας Έλληνας θα έπραττε το αντίθετο. Ένας «ουδέτερος» και «αδιάφορος» Κινέζος ή Χαβανέζος θα χρησιμοποιούσε ίσως μια ενδιάμεση ορολογία για το ίδιο γεγονός.
Έτσι λοιπόν η ξεδιάντροπη διαστρέβλωση των πηγών και η νευρωτική εμμονή να αρνείται κανείς όλες τις μαρτυρίες τρίτων (ακόμη και ομόδοξων), απλώς επειδή δε συμφωνούν με τον δικό του ανορθολογισμό, είναι η μόνη διέξοδος για όσους αδυνατούν να πείσουν με τη λογική για την ορθότητα των ισχυρισμών τους. Έχοντας αποδειχτεί είτε ψεύτες είτε ανιστόρητοι, το μόνο που τους απομένει είναι ο Προκρούστης: να τα πετσοκόβουν όλα σύμφωνα με την ψυχοπαραληρηματική «ερμηνεία» τους. Στο κάτω κάτω ο Προκρούστης ήταν κι αυτός Αρχαίος Έλληνας˙ απ τους χειρότερους.
Ορισμένοι αρχαιολάτρες θα αντιπούν, έπειτα απ όλα αυτά: «μα, υπάρχουν και άλλοι, ξένοι συγγραφείς, που επίσης ισχυρίζονται ότι διεπράχθησαν βανδαλισμοί και διώξεις». Η απάντηση είναι απλή: φυσικά και υπάρχουν τέτοιοι ξένοι, και είναι αυτοί, από τους οποίους οι Νεοπαγανιστές της χώρας μας αντιγράφουν δίχως καμμία δική τους έρευνα τους ισχυρισμούς τους. Το ότι «τα λένε και ξένοι» δεν σημαίνει τίποτα θετικό αναφορικά με την αξιοπιστία των ισχυρισμών τους. Ποιοι ξένοι τα λένε; Οι ξένοι αυτοί δεν είναι ούτε επιστήμονες, ούτε αντικειμενικοί κριτές˙ είναι συνήθως φανατισμένοι αντιχριστιανοί ή στρατευμένοι άθεοι, που έχουν την ίδια ή σχεδόν την ίδια άγνοια των αρχαίων πηγών, την οποία έχουν και οι Νεοπαγανιστές στην Ελλάδα. Δηλαδή «τυφλός οδηγεί τυφλούς». Ωστόσο είναι γελοίο να δεχόμαστε όποια ανοησία ξεστόμισε ο κάθε αντιχριστιανός Άγγλος, Γερμανός, Γάλλος, μη ιστορικός πολλές φορές, που δεν είχε πρόσβαση στα αυθεντικά ελληνικά κείμενα του 4ου και 5ου αιώνα, απλώς επειδή είναι ξένος «ερευνητής» και δήθεν «οι ξένοι τα ξέρουν καλύτερα». Εδώ ολόκληροι επιστήμονες, διακεκριμένοι ιστορικοί, έχουν εξυμνήσει τον Ιουλιανό ως «Υπερασπιστή του Ελληνισμού» μη έχοντας διαβάσει (;) τις επιστολές του, στις οποίες αυτός επιχαίρει για την καταστροφή των έργων του Επίκουρου και του Πύρρωνα˙ και υπάρχει κανείς που αναρωτιέται αν οι μη ιστορικοί «ξένοι ερευνητές» δεν ισχυρίζονται ίδιες και χειρότερες ανοησίες και φανταστικούς «διωγμούς»; Από ημιμαθείς αντιχριστιανούς αντιγράφουν οι Νεοπαγανιστές, και ύστερα έρχονται και μας λένε ότι «τα λενε και άλλοι αυτά».
Πηγή: ierosolymitissa.org