Δευτέρα 1 Νοεμβρίου 2021

Οι Χριστιανοί εδίωξαν τους Έλληνες; 11o.

ΣΧΟΛΙΑ:

-Τα δικαστήρια της Σκυθόπολης δεν στήθηκαν για να εξολοθρεύσουν (όλους) τους Εθνικούς ή όποιον ήταν Εθνικός, αλλά για να δικάσουν εκείνους τους συγκεκριμένους Εθνικούς που ζήτησαν χρησμό από κάποιο συγκεκριμένο μαντείο της Ανατολής, στέλνοντας σε αυτό γραπτές λίστες με τις επιθυμίες τους να αποκτήσουν ανώτερα κρατικά αξιώματα. Συνεπώς φάνηκαν ύποπτοι ότι συνωμοτούσαν κατά του αυτοκράτορα (βλέπε παράγραφο 3, 9).

-Δηλαδή το πρόβλημα δεν ήταν οι θυσίες και οι χρησμοί αυτοί καθ' εαυτοί, αλλά αν όλα αυτά έγιναν κατά του αυτοκράτορα, με σκοπό την ανατροπή του. Δεν αποτελούν δηλαδή δίκες-διωγμούς κατά Εθνικών, αλλά κατά πιθανών συνωμοτών. Αν ήταν διωγμός κατά Εθνικών, δεν θα προσάγονταν να δικαστούν μόνο αυτοί οι Εθνικοί που έστειλαν τις γραπτές επιθυμίες τους σε ένα μαντείο, αλλά όλοι οι Εθνικοί. Η προσαγωγή έγινε λοιπόν βάσει της υποψίας μήπως οι εν λόγω Εθνικοί ήταν συνωμότες˙ δεν υποπτεύθηκε ο αυτοκράτορας όλους τους Εθνικούς. Άρα είναι εσφαλμένο να αποκαλούν οι Νεοπαγανιστές «στρατόπεδα θανάτου των Χριστιανών» τις δίκες κατά πιθανών συνωμοτών στη Σκυθόπολη.

-Οι γραπτές επιθυμίες προς το μαντείο των κατηγορουμένων δόθηκαν στον αυτοκράτορα Κωνστάντιο. Αλλά από ποιους; «Μερικές από αυτές τις γραπτές λίστες με επιθυμίες στάλθηκαν, με κακό σκοπό, στον αυτοκράτορα», όπως ρητά γράφει ο Αμμιανός, χρησιμοποιώντας παθητική φωνή. Δεν είναι απαραίτητο λοιπόν ότι οι καταγγελίες έγιναν από Χριστιανούς˙ αλλά από αντίζηλους προς τα πρόσωπα αυτά, Εθνικούς και μη (βλέπε παράγραφο 5). Εξάλλου, το λογικό είναι ότι μόνον οι Εθνικοί είχαν πρόσβαση εντός του μαντείου, όπου υπήρχαν οι γραπτές επιθυμίες, και όχι οι Χριστιανοί. Ώστε οι Εθνικοί που φθονούσαν Εθνικούς είναι οι ηθικοί αυτουργοί για όλη αυτή την ιστορία.

-Ο αυτοκράτορας όρισε κάποιον Παύλο να διεξάγει δίκες κατά των υπόπτων, κι όχι «να ξεκινήσει γενοκτονία», όπως ισχυρίζονται οι Νεοπαγανιστές (βλέπε παράγραφο 5). «Δίκη» σημαίνει «κάποιοι αθωώνονται», «κάποιοι καταδικάζονται». Δεν σημαίνει «γενοκτονία».

-Παρ’ όλο που στην παράγραφο 7. ο Αμμιανός Μαρκελλίνος γράφει ότι οι κατηγορούμενοι «ήρθαν από κάθε γωνιά του κόσμου», στην παράγραφο 8. αναφέρει ρητά ότι οι περισσότεροι από τους κατηγορούμενους προέρχονταν από την Αντιόχεια και την Αλεξάνδρεια. Αυτό ενισχύει την άποψη πως δεν επρόκειτο για «διωγμό κατά Εθνικών όλης της αυτοκρατορίας», αλλά για δίκες κατά συνωμοτών μιας περιοχής. Αυτός ήταν άλλωστε και ο λόγος που επιλέχτηκε η Σκυθόπολη: ήταν στο μέσο της απόστασης Αντιόχειας-Αλεξάνδρειας. Αν επρόκειτο για διωγμό κατά όλων των Εθνικών, τότε ο Α.Μ. δεν θα έλεγε ότι οι περισσότεροι κατηγορούμενοι κατάγονταν από τις δύο αυτές πόλεις. Λογικό είναι, βέβαια, ότι κάποιοι που ζήτησαν χρησμό από το συγκεκριμένο μαντείο προέρχονταν κι από άλλες περιοχές της Αυτοκρατορίας. Αλλά ούτε «διωγμός κατά των Εθνικών της περιοχής» μπορεί να θεωρηθεί, διότι δεν δικάστηκαν όλοι ή οι περισσότεροι Εθνικοί της περιοχής, αλλά μόνο όσοι Εθνικοί της περιοχής είχαν ζητήσει χρησμό από ένα μαντείο.

-Πολλοί επώνυμοι κατηγορούμενοι (όπως λ.χ. ο πρώην έπαρχος Σιμπλίκιος, ο πρώην έπαρχος Παρνάσιος, ο ποιητής Ανδρόνικος, ο φιλόσοφος Δημήτριος Κυθράς) που δικάστηκαν, είτε αθωώθηκαν είτε εξορίστηκαν (βλέπε παράγραφο 9, 10, 11, 12). Σε ένα «στρατόπεδο θανάτου» βέβαια ούτε να γίνεται λόγος για αθώωση ή εξορία. Μόνο για εκτέλεση. Οι Νεοπαγανιστές, όμως, χρησιμοποιούν λανθασμένη ορολογία. Ενώ διαβάζουν ότι αθωώθηκαν κατηγορούμενοι, επιμένουν να αποκαλούν «στρατόπεδα θανάτου» τα δικαστήρια, ώστε να ξεγελιέται ο αναγνώστης.

-Αλλά ακόμη και για τους υπόλοιπους – που ίσως έγιναν κατηγορούμενοι έπειτα από συκοφαντίες εχθρών τους – δεν θανατώνονταν απαραιτήτως. Κάποιοι εξορίζονταν, κάποιοι θανατώνονταν, άλλων η περιουσία δημεύονταν (βλέπε παράγραφο 13). Σε ένα «στρατόπεδο θανάτου» δεν υπάρχει (πλην άλλων) και δήμευση περιουσίας (αλλά όχι θάνατος) και εξορία (δηλαδή όχι θάνατος). Υπάρχει μόνο θανάτωση. Αλλιώς δεν είναι «στρατόπεδο θανάτου», όσο κι αν το αποκαλούν έτσι οι Νεοπαγανιστές.

-Αυτοί που εκτελούνταν ήταν κυρίως έμποροι φαρμακειών και γητειών και μαύροι μάγοι που επικαλούνταν πνεύματα (βλέπε παράγραφο 14). Αλλά είναι πασίγνωστο ότι και οι Παγανιστές αυτοκράτορες και οι αρχαίοι Έλληνες τιμωρούσαν τη μαύρη μαγεία με νόμους και ποινές.

-Φυσικά και γινόντουσαν βασανιστήρια κατά ορισμένων κατηγορουμένων (όχι όλων, βλέπε παράγραφο 9). Όμως ο ίδιος ο παγανιστής Α.Μ. όχι μόνο δικαιολογεί τον ηγεμόνα που διατάσσει βασανιστήρια όταν απειλείται η εξουσία του, αλλά μάς πληροφορεί ότι υπήρχαν οι (ειδωλολατρικοί) «Κορνήλιοι νόμοι» (Lex Cornelia maiestatis) ήδη από τα προχριστιανικά χρόνια, τους οποίους «βελτίωσε» ο Ιούλιος Καίσαρ (Lex Iulia maiestatis), και οι οποίοι επέτρεπαν τη χρήση βασανιστηρίων στην ανάκριση προκειμένου να αποκαλυφθούν συνωμοσίες κατά του ηγεμόνα (βλ. παράγραφο 17).

-Ο Αμμιανός υπερβάλλει όταν γράφει ότι ο Παύλος είχε εξουσία σε όλους τους ανθρώπους επί της γης (παρ. 13) διότι ο ίδιος γράφει (παρ. 8) ότι από τις πόλεις Αντιόχεια και Αλεξάνδρεια προέρχονταν οι περισσότεροι κατηγορούμενοι.

-Οι αλυσίδες που φορέθηκαν στους υπόπτους δεν ήταν «βυζαντινή μέθοδος». Με αλυσίδες δέθηκε κι ο απόστολος Παύλος, από τους Ειδωλολάτρες, στη Ρώμη.

-Ενάντια στα επιχειρήματα ότι η αιτία που ο αυτοκράτορας διέταξε την διαδικασία αυτή ήταν τάχα η χριστιανική φοβία, απαντάμε ότι η φοβία για τη μαγεία και την μαντική ήταν κατ' εξοχήν ειδωλολατρικό χαρακτηριστικό. Γι' αυτό και προηγούμενοι ειδωλολάτρες αυτοκράτορες είχαν κάψει μαγικά βιβλία: από φόβο για τη μαγεία. Δεν είναι «χριστιανική» πρωτιά ο φόβος του Κωνστάντιου για τη μαγεία, μαντεία, αλλά προϋπάρχει στον Αύγουστο και τον Διοκλητιανό. Εκτός κι αν ονομάζαμε «διώκτες του Εθνισμού» τους δύο τελευταίους, που έκαψαν μαγικά βιβλία επειδή φοβόντουσαν τη χρήση τους από πιθανούς συνωμότες, οι οποίοι έτσι πίστευαν οι δυο αυτοί Παγανιστές αυτοκράτορες θα τα χρησιμοποιούσαν εναντίον του θρόνου τους. Εκτός κι αν επιδιώκουν οι Νεοπαγανιστές να μας πείσουν ότι η δεισιδαιμονία και ο φόβος προς τη μαγεία ή τις δυσοίωνες προβλέψεις δεν υπήρχε πριν το Χριστιανισμό. Φυσικά ο Κωνστάντιος δεν σκεφτόταν χριστιανικά, αφού ο Χριστιανός δεν φοβάται. Σκεφτόταν όμως ειδωλολατρικά, έχοντας ειδωλολατρικά «κατάλοιπα», και γι’ αυτό φοβήθηκε τους χρησμούς αυτούς συνδέοντας τους με απόπειρα συνωμοσίας εναντίον του. Ο Νέρωνας έκλεισε το μαντείο των Δελφών επειδή η Πυθία τόλμησε να τον αποκαλέσει εμμέσως μητροκτόνο. Η φοβία στην υπερφυσική απειλή υπήρχε ανέκαθεν. Τα αναφερόμενα στα κεφάλαια για τον ανορθολογισμό της Αρχαιότητας το αποδεικνύουν. «Ο Πλάτωνας δείχνει καθαρά πως οι άνθρωποι έτρεμαν πράγματι τούτη τη μαγική επιθετικότητα και πως ο ίδιος θα υπέβαλε αυστηρές ποινές για την πράξη αυτή (μάλιστα στην περίπτωση των επαγγελματιών μάγων, θάνατο), όχι επειδή ο ίδιος πίστευε στη μαύρη μαγεία, αφού διακήρυττε πως διέθετε καθαρό μυαλό– αλλά επειδή πίστευε πως η μαύρη μαγεία εκφράζει μια κακόβουλη θέληση και έχει κακόβουλα ψυχολογικά αποτελέσματα» (E.R. Doods, Οι Έλληνες και το παράλογο, εκδ. Καρδαμίτσα, σ. 128). Ποιοι είναι αυτοί που θα μας πουν ότι η φοβία προς τη μαγεία εμφανίστηκε με το Χριστιανισμό;

-Το όλο ζήτημα οφείλεται στην δεισιδαιμονία (υπαρκτή προ Χριστιανισμού, και μη χριστιανική, εφόσον ο σωστός Χριστιανός δεν έχει να φοβηθεί τίποτα) του αυτοκράτορα, ο οποίος βρήκε ένα άτομο που το μόνο που τον ενδιέφερε ήταν το χρήμα κι έσφαζε γι’ αυτό. Έτσι λοιπόν: 

1) ούτε «στρατόπεδα θανάτου» ήταν τα δικαστήρια στη Σκυθόπολη. 2) ούτε στρέφονταν κατά των Εθνικών βάσει της θρησκείας τους. 3) ούτε τοπικός διωγμός κατά Εθνικών ήταν. 4) ούτε απαραιτήτως θανατώνονταν από αυτά οι κατηγορούμενοι. 5) Έτσι κι αλλιώς ο αυτοκράτορας Κωνστάντιος ήταν αιρετικός Αρειανός κι όχι Ορθόδοξος Χριστιανός, και μάλιστα εξόρισε στην Σκυθόπολη (στο «στρατόπεδο θανάτου»!) τον Χριστιανό Ορθόδοξο άγιο Ευσέβιο, και 6) αποτελεί νεοπαγανιστική μέθοδο να φορτώνουν στους Ορθοδόξους τις πράξεις των διωκτών των Ορθοδόξων.

Παρ' όλο που ο κ. Ρασσιάς αποδείχτηκε πως είτε ψεύδεται είτε δε γνωρίζει σχετικά με την Σκυθόπολη, επανήλθε στο θέμα. Στο Μια Ιστορία Αγάπης (τ. Α’, σ. 174-175) γράφει: «Από τον Αμμιανό Μαρκελλίνο (19. 12. 1-6), γνωρίζουμε ότι ο περιβόητος διωγμίτης Παύλος (...) αφού εκμεταλλεύθηκε με πονηρό τρόπο ερωτήσεις θρησκευτών και χρησμούς ενός Μαντείου της Αβύδου της Θηβαΐδος, αποσπά αυτοκρατορική έγκριση να κινηθεί αυτός και ο συνεργάτης του Μόδεστος ως ανεξέλεγκτοι ιεροεξεταστές σε ένα πολύ ασαφές πεδίο δράσης ενάντια στην "ειδωλολατρία" που ταυτίζεται όποτε βολεύει με "εσχάτη προδοσία" (...) . Και επειδή κάποιοι αμετανόητοι έχουν ήδη προσπαθήσει να αμφισβητήσουν τα συγκεκριμένα γεγονότα με την ηλίθια χριστιανική πρακτική να παίζουν με τις λέξεις, εκτός από την πιο πάνω δημοσιευθείσα στις προηγούμενες εκδόσεις μου λογοτεχνική απόδοση των μαρτυριών του Αμμιανού Μαρκελλίνου (...), τους αφιερώνουμε εδώ και την μετάφραση του Rolfe στην έκδοση Loeb του "Rerum Gestarum") (...)», δίχως πάλι να παραθέσει ολόκληρο το κεφάλαιο XIX, 12, παρά μόνο λίγες σειρές. Εμείς παρατηρούμε τα εξής:

1. Ο κ. Ρασσιάς επιμένει να ισχυρίζεται ότι τάχα η αληθινή αιτία των γεγονότων της Σκυθόπολης ήταν η ταύτιση της λατρείας των «θεών» με το έγκλημα της «εσχάτης προδοσίας», ενώ έχουμε αποδείξει παραπάνω ότι αιτία των γεγονότων ήταν η υποψία του αυτοκράτορα για συνωμοσία (μέσω χρησμοδοτήσεων του συγκεκριμένου μαντείου) εναντίον του κι όχι η ανύπαρκτη πρόθεση του αυτοκράτορα (ή άλλων) να εξαπολύσει μέσω των συγκεκριμένων γεγονότων διωγμό κατά Εθνικών. Ο Κωνστάντιος δεν άρχισε να καταδιώκει ως συνωμότες κατά της εξουσίας του όλους όσους ζητούσαν (επί της βασιλείας του ή παλαιότερα) χρησμό από τα λοιπά μαντεία. Ο Αμμιανός το παρατηρεί αυτό στην παράγραφο 15. Αν αυτό που έγινε αναφορικά με το μαντείο της Αβύδου ήταν ο κανόνας, ο Αμμιανός θα το ανέφερε. Δεν ήταν όμως ο κανόνας, ήταν η μοναδική περίπτωση, και συνεπώς δεν τίθεται ζήτημα διωγμού κατά Εθνικών (που ζήταγαν χρησμό).

2. Ο κ. Ρασσιάς επιμένει να ισχυρίζεται ότι η όλη ιστορία συνιστά διωγμό Εθνικών έστω υπό το κάλυμμα του αδικήματος της «εσχάτης προδοσίας», ενώ έχουμε σαφέστατα αποδείξει ότι οδηγήθηκαν στη Σκυθόπολη μόνο όσοι Εθνικοί ζήτησαν χρησμό από το μαντείο της Αβύδου και κυρίως απ’ τις πόλεις της Αλεξάνδρειας και της Αντιόχειας και όχι όποιος τύχαινε να είναι Εθνικός ούτε όλοι (ή οι περισσότεροι) Εθνικοί της Αλεξάνδρειας-Αντιόχειας που ενδεχομένως να ζήτησαν από άλλα μαντεία χρησμό. Μόνο στη φαντασία του κ. Ρασσιά υπάρχει ταύτιση «ειδωλολατρίας» και «εσχάτης προδοσίας» για την εξεταζόμενη περίπτωση, αφού το πρόβλημα δεν το προκαλούσε η λατρεία των «θεών» καθ' εαυτή.

3. Ο κ. Ρασσιάς επιμένει να ισχυρίζεται ότι καταδιωκόταν όποιος απλός Εθνικός κατηγορείτο ότι απλώς «φορούσε αποτρεπτικό φυλακτό ή ότι κάποιος τον είδε να κάθεται κοντά σε αρχαίους τάφους ή ερείπια για να καταδικασθεί σε θάνατο ως ειδωλολάτρης ή νεκρομάντης» (Βλ. Ρασσιά, Μια Ιστορία Αγάπης, τ. Α’, σ. 174) (δική του η παραποιημένη μετάφραση του Αμμιανού XIX, 12, 14, με εξεπίτηδες προσθήκη του «..ως ειδωλολάτρης..», το οποίο δεν λέει ο Αμμιανός, ούτε εδώ ούτε πουθενά· και για να δείξουμε σε όλους τις ερευνητικές μεθόδους του κ. Ρασσιά, το πώς δηλαδή προσθέτει στα κείμενα λέξεις κι έννοιες, όταν παραθέτει τα γεγονότα, παραθέτουμε την αγγλική μετάφραση του Rolfe στην έκδοση Loeb, της παραγράφου 14, την οποία... μας αφιερώνει: «For if anyone wore on his neck an amulet against the quartan ague or any other complaint, or was accused by the testimony of the evil-disposed of passing by a grave in the evening, on the ground that he was a dealer in poisons, or a gatherer of the horrors of tombs and the vain illusions of the ghosts that walk there, he was condemned to capital punishment and so perished». Πού το είδε αυτό το «ως ειδωλολάτρης», ο κ. Ρασσιάς; Μήπως το πρόσθεσε, για να πείσει ότι γινόταν διωγμός Ειδωλολατρών; Μήπως το a dealer in poisons ή το a gatherer of the horrors of tombs σημαίνουν «ειδωλολάτρη»;), ενώ ο Αμμιανός δεν κάνει κανένα λόγο για καταδίκη Εθνικού λόγω «λατρείας των θεών», πουθενά δεν αναφέρει ότι ο Παγανισμός καθ' εαυτός ήταν η αιτία των δεινών, αλλά αναφέρεται σε όσους εξασκούσαν (ή κατηγορούνταν ότι εξασκούσαν) μαύρη μαγεία. Αλλά ούτε και «απ’ το νόημα» δεν στέκει η προσθήκη «ως ειδωλολάτρης» του κ. Ρασσιά, αφού προφανώς δεν ήταν όλοι οι Εθνικοί «μάγοι»· και αν κάποιοι Εθνικοί που ήταν (ή δεν ήταν) μάγοι κατηγορήθηκαν για μαγεία, ήταν η «μαγεία» και όχι η «ειδωλολατρία» το αδίκημά τους. Άρα ως «μάγοι» και όχι «ως ειδωλολάτρες» καταδικάστηκαν. Εκτός κι αν οι Νεοπαγανιστές ισχυριστούν ότι η «φαρμακεία»-μαύρη μαγεία (την οποία καταδίκαζαν και οι Εθνικοί νομοθέτες) συνιστά ουσιώδες τμήμα της αρχαίας λατρείας... Στο κάτω κάτω αφού ο Αμμιανός δεν γράφει «...ως αρχαιόθρησκοι», είναι περιττό ή μάλλον παράλογο να συνεχίσουμε μια τέτοια «αναζήτηση»· εκτός κι αν αρχίσουμε να προσθέτουμε ό,τι μας καπνίσει στα κείμενα. Είναι γνωστό ότι οι νόμοι κατά της μαύρης μαγείας είχαν νομοθετηθεί από ειδωλολάτρες Ρωμαίους. Επομένως καμμία σχέση με διωγμό ειδωλολατρίας δεν έχει η δίωξη (έστω και αν ήταν άδικη) όσων κατηγορούνταν ως μάγοι.

4. Ακόμα και οι αναφορές ότι «όποιος φορούσε στο λαιμό του φυλακτό κ.λπ.» αφορούν τους συγκεκριμένους που κατηγορήθηκαν (ότι είχαν ζητήσει χρησμό από το συγκεκριμένο μαντείο, ο οποίος μπορεί να ήταν εναντίον της εξουσίας του Κωνστάντιο) και δικάστηκαν στη Σκυθόπολη, και όχι για κάθε έναν Εθνικό, της Αυτοκρατορίας ή έστω των Αντιόχειας-Αλεξάνδρειας που τύχαινε να φορά φυλακτό. Ούτε εξάλλου ίσχυε το «Καθένας που φορά φυλακτό είναι Εθνικός». Διότι αν ήταν η ιδιότητα του Εθνικού από μόνη της (κι όχι ό,τι νόμιζαν οι διώκτες ότι συνεπάγεται το φυλακτό μαγεία) αξιόποινη, τότε κανείς δεν θα γλίτωνε ούτε καν οι τέσσερις Εθνικοί.

5. Ο κ. Ρασσιάς α’) αποκαλεί «αμετανόητους» τους διαφωνούντες μαζί του, β’) τους κατηγορεί ότι «παίζουνε με τις λέξεις», γ’) τους αφιερώνει τη μετάφραση των εκδόσεων Loeb και δ) προκειμένου να δαιμονοποιήσει την κριτική στους ισχυρισμούς του εκ μέρους των Χριστιανών γράφει (Μια ιστορία αγάπης, τ. Α’, σ. 10): «λόγω της βλακείας και του θράσσους των ημεδαπών κατηγορουμένων που αντί να λουφάξουν στη γωνιά τους, αυτοί εξαπέλυσαν μία αηδιαστική εκστρατεία αμφισβήτησης των ιστορικά τεκμηριωμένων εγκλημάτων τους προσπαθώντας ηλιθιωδώς να προσβάλουν την αξιοπιστία του γράφοντος», ενώ είναι πλέον πασιφανές α’) ότι ο ίδιος είναι αμετανόητα διαστρεβλωτής του Αμμιανού Μαρκελλίνου, β’) ότι αυτός είναι ο μόνος που παίζει με τις λέξεις (μιλώντας λ.χ. για «Ελληνικό Ολοκαύτωμα») και το νόημα του κειμένου παραθέτοντας από αυτό μόνο ό,τι τον συμφέρει να παραθέσει, και προσθέτοντας ό,τι θέλει, γ’) ότι εμείς έχουμε πρώτοι, εδώ και δύο χρόνια (2004), παραθέσει τη μετάφραση του Loeb, πολύ πριν αυτός αντιληφθεί την ύπαρξή της και προσπαθήσει στην επανέκδοση του βιβλίου του να μπαλώσει τα ψεύδη του και δ) ότι ο Β. Ρασσιάς και οι συν αυτώ εύκολο το έχουν να καταφεύγουν σε τέτοιους χαρακτηρισμούς, ανενόχλητα, εδώ και καιρό. Είναι γενικός κανόνας, όταν κάποιος δεν μπορεί να αντικρούσει τους ισχυρισμούς των επικριτών του, να μην παραθέτει τα πλήρη στοιχεία και ταυτόχρονα να καταφεύγει σε τέτοιους χαρακτηρισμούς.

6. Ο κ. Ρασσιάς δεν δικαιούται να διαστρεβλώνει ή να αποκρύβει τα επιχειρήματα των επικριτών του (ισχυριζόμενος λ.χ. ότι «δεν γνωρίζουνε την μετάφραση των εκδόσεων Loeb» ή ισχυριζόμενος ότι απάντησε στη διεξοδική ανάλυσή εκ μέρους τους του κειμένου), ώστε να νομίζει και να προσπαθεί να πείσει ότι «τους ανταπάντησε».

7. Ο κ. Ρασσιάς πιστεύει τόσο πολύ στην αλήθεια των ισχυρισμών του, που ενώ εμείς προ δύο ετών (2004) παραθέσαμε όλο το επίμαχο κείμενο του Αμμιανού από τις εκδόσεις Loeb – τις οποίες μας αφιερώνει –, αυτός, ενώ γράφει τόσα βιβλία, δεν τολμά να παραθέσει τις πέντε δέκα επίμαχες παραγραφούλες του Αμμιανού Μαρκελλίνου και να αντικρούσει ορθά κοφτά, μια κι έξω, τα σχόλιά μας (ενώ τα γνωρίζει πολύ καλά – εκτός κι αν οι «φωνές» δεν του τα αποκάλυπταν τόσο καιρό). Φαίνεται πως, ενώ συγγράφει κι εκδίδει χιλιάδες βιβλία, δεν μπόρεσε να αντέξει το επιπλέον οικονομικό βάρος της παράθεσης 17 μικρότατων σε όγκο παραγράφων του 12ου κεφαλαίου του 19ου βιβλίου του Αμμιανού Μαρκελλίνου, από τον Loeb τον οποίο ανακάλυψε πρόσφατα, κι έτσι τις παρέλειψε. Διότι, αν πίστευε πως είχε δίκαιο, δε θα παρέθετε σκόρπια ό,τι τον συμφέρει (τότε βάζει και το λατινικό πρωτότυπο. Προφανώς το πράττει για χάρη των λατινόφωνων Ελλήνων), αλλά θα ανάφερε όλη την ιστορία, ως έχει. Ίσως σκέφτηκε ότι θα μεγάλωνε πολύ το κείμενο, αλλά ωστόσο δεν παρέλειψε να προσθέσει ότι τάχα ανταπάντησε. Φυσικά όποιος πιστεύει πως κατέχει την αλήθεια δεν φοβάται τίποτα. Κι όταν μετά από τόσες επανεκδόσεις ο κ. Ρασσιάς δεν παρέθεσε την πλήρη ιστορία ώς τώρα, ο λόγος είναι προφανής.

8. Τέλος, επειδή ο Ρασσιάς ισχυρίζεται ότι «τα λένε κι άλλοι», ασφαλώς δεν θα περιμένει από κανένα σώφρονα άνθρωπο να δεχτεί τα λεγόμενά του, επειδή τα είπαν και κάποιοι ξένοι στρατευμένοι αντιχριστιανοί. Ο Pierre Chuvin, διεθνώς αναγνωρισμένος καθηγητής κι ερευνητής στις Ανατολικές Σπουδές και την Ύστερη Αρχαιότητα, δεν συμμερίζεται καθόλου την άποψη ότι η Σκυθόπολη ήταν τόπος βασανισμού Εθνικών, και γράφει τηλεγραφικά για το θέμα αυτό: «Εύκολα καταλαβαίνουμε ποιος ήταν ο στόχος: ο πολιτικός κίνδυνος που προερχόταν από μια επιστήμη ικανή να υποδείξει –έστω και με ασάφεια– ποιος και πότε θα διαδεχόταν τον αυτοκράτορα. Αυτό δεν μπορεί να θεωρηθεί θρησκευτικός διωγμός των παγανιστών» (Pierre Chuvin, Οι τελευταίοι Εθνικοί, εκδ. Θύραθεν, σ. 55). Ο κ. Ρασσιάς λοιπόν μπορεί να λέει ό,τι θέλει. Χαρακτηριστικό της αξιοπιστίας των συγκεκριμένων ισχυρισμών του κ. Ρασσιά είναι ότι ο ίδιος φέρνει ως πηγές τον... Deschner (!) και τον... Δαυλό (!) Το... «περιοδικό πρωτοποριακής έρευνας» Δαυλός, που έχει αποκαλέσει (τ. 258) τη Σκυθόπολη «το Άουσβιτς των Ελλήνων». Προφανώς θα εννοεί ότι στο Άουσβιτς και εν γένει στα στρατόπεδα συγκέντρωσης δεν στέλνονταν όλοι οι Εβραίοι, παρά μόνο όσοι Εβραίοι ήταν ύποπτοι για απόπειρα κατά του Χίτλερ, και ότι οι κρατούμενοι Εβραίοι δεν θανατώνονταν όλοι, αλλά απλώς δικάζονταν και κάποιοι εξ αυτών αθωώνονταν από τους Ναζί, οι οποίοι τους επέτρεπαν να γυρίσουν στα σπίτια τους.

Να πώς οι ίδιοι οι Νεοπαγανιστές παραδέχονται ότι διαστρεβλώνουν τις πηγές: «Στα αλλεπάλληλα «άνοιξε η γη και τους γκρέμισε στην κόλαση», «έπεσε πυρ εξ ουρανού», «άγγελος Κυρίου εμφανίσθηκε και τον σκότωσε» κ.ο.κ., εμείς και όσοι εν τέλει τυγχάνουμε φυσιολογικοί, δηλαδή λογικοί, άνθρωποι, βλέπουμε απλώς απλοϊκές απόπειρες απόκρυψης εγκλημάτων και εγκλημάτων και ξανά εγκλημάτων, με κραυγαλέες σαχλαμάρες ικανές να «πείσουν» μόνον ανθρώπους που επιμένουν να κατοικοεδρεύουν πνευματικά στον πιο μαύρο και συμπαγή Μεσαίωνα». «Επειδή γνωρίζουμε καλά ότι όταν οι «πηγές» αυτού του συρφετού αναφέρονται σε «αγγέλους Κυρίου» που φονεύουν, στην πραγματικότητα αναφέρονται σε σφαγές ανθρώπων από ανθρώπους και μόνον από ανθρώπους, έτσι θα ερμηνεύουμε τις περιλάλητες «πηγές» και έτσι θα γράφουμε την υπέρ αδικηθέντων, ηττηθέντων, κακοποιηθέντων και εξαφανισθεντων Ιστορία μας». Βέβαια, αν αυτοί που έφεραν αντίρρηση για την ειλικρίνεια των χριστιανών ιστοριογράφων που ισχυρίζονταν τέτοια πράγματα, ήταν τίποτε αυτοαποκαλούμενοι «ορθολογιστές» ή «άθεοι» ή «διαφωτιστές» κι όχι άνθρωποι που... λατρεύουν το Δία, θα είχαν κάποια βάση οι αντιρρήσεις τους. Αλλά άνθρωποι που αποδέχονται τη μετενσάρκωση, πιστεύουν στην αστρολογία, στην μαντική επιστήμη, στους χρησμούς των μαντείων, στην οιωνοσκοπία των Αρχαίων, στο μαντικό θρόισμα των δέντρων, στο σβήσιμο πυρκαγιών με τη βοήθεια τελετουργικών χορών και στα πάμπολα παγανιστικά θαύματα της προρωμαϊκής, Κλασσικής Αρχαιότητας (που περιγράψαμε στα δύο πρώτα κεφάλαια) – τα οποία δεν επιτρέπουν σε κανέναν να ισχυρίζεται ότι θαύματα συνέβαιναν (σύμφωνα με τους Αρχαίους που τα περιέγραψαν) μόνο στον Μονοθεϊσμό –, μόνον αυτοί δεν δικαιούνται να αναρωτιούνται αν ήταν ειλικρινείς ή αν ψεύδονταν (συγκαλύπτοντας σφαγές) οι Χριστιανοί ιστοριογράφοι που κατέγραφαν εμφάνιση «αγγέλων Κυρίου» κ.λπ., για τον απλούστατο λόγο ότι όλα αυτά που οι αρχαιολάτρες αποδέχονται είναι κατ' ουσίαν ο Ορισμός του Ανορθολογισμού και απείρως ανορθολογικότερα από την εμφάνιση ενός «αγγέλου Κυρίου» που θαυματουργεί (αφήνουμε κατά μέρους την καθ' εαυτή έννοια του «Ορθολογισμού», την οποία διαστρέφουν κατ’ εξακολούθησιν οι Νεοπαγανιστές). Αξίζει εξέτασης η αιτιολόγηση της διαστρέβλωσης των χριστιανικών πηγών: «Ποτέ δεν θα συρθούμε στο να «τεκμηριώσουμε» ότι το φεγγάρι δεν είναι τρίγωνο επειδή μόνο και μόνο εκατομμύρια απατεώνες ή ψυχοπαθείς καταναλωτές παραμυθιών αρέσκονται να υποστηρίζουν μανιωδώς κάτι τέτοιο». Οι άνθρωποι που πιστεύουν ότι το Φεγγάρι είναι Θεός, ότι κατεβαίνει στη γη και συνουσιάζεται με τον θνητό Ενδυμίωνα, αυτοί φέρνουν ως παράδειγμα το Φεγγάρι, για να πείσουν ότι οι Χριστιανοί ιστορικοί παραλογίζονται. Τρίγωνο, λοιπόν, δεν μπορεί να είναι το φεγγάρι, αλλά θεός σίγουρα είναι. Σύμφωνα με τους Παγανιστές, ανορθολογισμός θα ήταν η πίστη ότι το φεγγάρι είναι τριγωνικό και μάταιη η προσπάθεια μετάπεισης όσων το πιστεύουν˙ ενώ η πίστη ότι το φεγγάρι είναι θεός (θεά!) δεν είναι καθόλου ανορθολογιστική! Κοίτα ποιοι παραλληλίζουν τον «χριστιανικό παραλογιμό» με το «τριγωνικό φεγγάρι». Να η σαθρότητα των νεοπαγανιστικών επιχειρημάτων. Φυσικά, ο νεοπαγανιστικός παραλληλισμός του ισχυρισμού ενός ή πολλών ανθρώπων περί «τριγωνικού φεγγαριού» με τους ισχυρισμούς των χριστιανών ιστοριογράφων δεν στέκει ούτως ή άλλως: αν το φεγγάρι είναι σφαιρικό, θα είναι πάντοτε τέτοιο, και επομένως πάντοτε θα αποδεικνυόταν λανθασμένος ο ισχυρισμός ότι είναι τριγωνικό, ενώ αν «ο άγγελος Κυρίου» κατέβηκε ή δεν κατέβηκε την τάδε ημέρα του 350 μ.Χ. αυτό συνέβη (ή δεν συνέβη) μια κι έξω και όχι συνεχώς ώς τώρα, οπότε η τότε παρουσία του (ή απουσία του) δεν είναι αυταπόδεικτη και πασιφανής, όπως η σφαιρικότητα του φεγγαριού, ώστε να αποδειχθεί παραμύθι ο χριστιανικός ισχυρισμός.

Με αυτά τα σοφιστικά τερατουργήματα μπορεί ο κ. Ρασσιάς να θεωρεί παραμύθια μεν τα χριστιανικά θαύματα, ωστόσο να δέχεται (άλλοτε συγκεκαλυμμένα και άλλοτε ολοφάνερα) την απίστευτης ανορθολογιτότητας άποψη των Ειδωλολατρών ότι χάρη στα ειδώλια του... θεού (!) Αχιλλέα που έστησαν οι Εθνικοί ιεροφάντες, η Αθήνα σώθηκε από τους σεισμούς και τον Αλάριχο. Αυτή είναι η «ορθολογική ιστορία των ηττημένων» στην οποία πιστεύει.

Οι πηγές αυτές που ο Ρασσιάς αποκαλεί «τίποτε περισσότερο από συνταχθέντα στον αέρα «ιερά» βιβλία, ιδεολογικοποιημένες και υποκειμενικές αφηγήσεις χριστιανών χρονικογράφων, «αφελείς» καταγραφές λαϊκών θρύλων, προπαγανδιστικά προσυλητιστικά κείμενα», παραδόξως αυτές είναι σχεδόν οι μόνες πηγές που υπάρχουν. Εκτός κι αν αναφέρει κανένας Κινέζος ή Ινδός τα γεγονότα του Σαράπειου. Όταν λοιπόν ο κάθε ψευδοερευνητής ισχυρίζεται ότι «εκθλίβει» (Β. Ρασσιάς, Μια Ιστορία Αγάπης, τ. Α’, σ. 18) τις (κατά Ρασσιά) «εντελώς αναξιόπιστες πηγές» (αν είναι εντελώς αναξιόπιστες, γιατί δεν τις πετά στα σκουπίδια, είναι το προφανές, αλλά ακατανόητο για τον κ. Ρασσιά, ερώτημα) των Χριστιανών, δεν κάνει τίποτε άλλο παρά από το να τις βάζει στο παγανιστικό προκρούστειο κρεββάτι της σκέψης του, δηλαδή έχοντας από πριν ως «αδιάσειστη πεποίθηση» ότι έγιναν διωγμοί και μάλιστα ότι εξαιτίας των διωγμών επικράτησε ο Χριστιανισμός, «αναλύει» βάσει αυτού του προϋπάρχοντος δόγματος (μοντέλου ερμηνείας) του, τις (μόνες υπαρκτές) χριστιανικές ιστορικές πηγές, έτσι ώστε να φανεί ότι αυτές υποστηρίζουν το ιστορικό δόγμα του. Δηλαδή αυτοεξαπατάται και στη συνέχεια πιστεύοντας ότι «ανακάλυψε την... κρυμμένη αλήθεια (!) εντός των ("εντελώς αναξόπιστων"!!) πηγών», ισχυρίζεται όσα ισχυρίζεται. Κλασσικό παράδειγμα του τι εννοεί ο Ρασσιάς με αυτήν την «έκθλιψη των πηγών» είναι «βγάζω απ’ τη μύγα ξύγκι».

«Από πλευράς μας οι μόνες έγκυρες πηγές είναι τα ελάχιστα σε παγκόσμιο επίπεδο διασωθέντα κείμενα νομοθεσιών, τα επίσης ελάχιστα αρχαιολογικά σχετικά στοιχεία, αλλά, κυρίως, όλες οι προηγούμενες συγγραφές, αναλύσεις και κρίσεις από μη χριστιανούς ή ουδέτερους ή έστω, από αντικειμενικούς τουλάχιστον «τύποις χριστιανούς» ιστορικούς» ισχυρίζεται ο Β. Ρασσιάς (τ. Α’, σ. 19). Προκύπτουν τα ερωτήματα:

1) Οι νομοθεσίες, των οποίων τα κείμενα διασώθηκαν, εφαρμόζονταν ή μπορεί και να μην εφαρμόζονταν;

2) Τα σχετικά (ελάχιστα, όπως παραδέχονται οι Νεοπαγανιστές) αρχαιολογικά ευρήματα, όντας ελάχιστα, μπορούν να είναι απόδειξη ότι α’) υπήρξαν διωγμοί και κυρίως β’) αυτοί είναι η αιτία επικρατήσεως του Χριστιανισμού;

3) Εφόσον οι ίδιοι οι χριστιανοί ιστοριογράφοι του 4ου και 5ου αι. δεν συνιστούν «αξιόπιστους μάρτυρες», με ποια λογική οι αντιχριστιανοί του 18ου, του 19ου και του 20ού αιώνα συνιστούν περισσότερο αξιόπιστους ερμηνευτές, εφόσον κι αυτοί είναι προκατειλημμένοι (ως άθεοι-άπιστοι), αρνητικώς όμως, προς τον Χριστιανισμό; Θα δεχόταν κανείς «ελαφρά τη καρδία», ως «αξιόπιστη ερμηνεία» της ιστορίας του Εβραϊσμού έναν Σαουδάραβα ή άλλον Μουσουλμάνο;

Οι απαντήσεις είναι σαφέστατες, παρά τις σοφιστείες περί «αντικειμενικότερης ιστορίας των ηττημένων» (Δεν γνωρίζουμε αν ο Β. Ρασσιάς θέλει να εμπιστευόμαστε την ιστορική ερμηνεία του 1821 και του 1912 από τους ηττημένους Τούρκους ή του Β’ Παγκοσμίου από τους ηττημένους Ναζί - οι οποίοι καταγγέλουν τη "γενοκτονία" των Γερμανών από τους Συμμάχους το 1944-45! - και τους Ιάπωνες εθνικιστές):

-ΟΧΙ, οι νομοθεσίες μπορεί και να μην εφαρμόζονταν, όπως και σήμερα υπάρχουν εκατοντάδες νόμοι, που δεν εφαρμόζονταν.

-α) ΟΧΙ απαραίτητα και β’) ΟΧΙ απαραίτητα, εφόσον είναι ελάχιστα, καταστροφές αγαλμάτων έγιναν και από μη Χριστιανούς (π.χ. Δυτικούς αρχαιολάτρες ή Άραβες ή Βάρβαρους ή Σταυροφόρους) σε εποχές (6ος-20ος αι.) κατά τις οποίες δεν υπήρχε κανένας αντι-ειδωλολατρικός διωγμός.

-προφανώς ΟΧΙ, διότι η υποκειμενική πίστη ή απιστία ή γενικότερα η προσωπική ιδεολογία παίζει πολύ μεγάλο ρόλο στην ερμηνεία ενός γεγονότος και στην εξαγωγή συμπερασμάτων για το αν ο Χριστιανισμός επικράτησε βίαια ή όχι. Για παράδειγμα (άσχετο, αλλά ενδεικτικό της τεράστιας επίδρασης της «υποκειμενικής ιδεολογίας» του καθενός στην ερμηνεία γεγονότων) ένας Τούρκος δεν θα αποκαλούσε «εισβολή και κατοχή» την απόβαση του τουρκικού στρατού στην Κύπρο το 1974˙ ένας Έλληνας θα έπραττε το αντίθετο. Ένας «ουδέτερος» και «αδιάφορος» Κινέζος ή Χαβανέζος θα χρησιμοποιούσε ίσως μια ενδιάμεση ορολογία για το ίδιο γεγονός.

Έτσι λοιπόν η ξεδιάντροπη διαστρέβλωση των πηγών και η νευρωτική εμμονή να αρνείται κανείς όλες τις μαρτυρίες τρίτων (ακόμη και ομόδοξων), απλώς επειδή δε συμφωνούν με τον δικό του ανορθολογισμό, είναι η μόνη διέξοδος για όσους αδυνατούν να πείσουν με τη λογική για την ορθότητα των ισχυρισμών τους. Έχοντας αποδειχτεί είτε ψεύτες είτε ανιστόρητοι, το μόνο που τους απομένει είναι ο Προκρούστης: να τα πετσοκόβουν όλα σύμφωνα με την ψυχοπαραληρηματική «ερμηνεία» τους. Στο κάτω κάτω ο Προκρούστης ήταν κι αυτός Αρχαίος Έλληνας˙ απ’ τους χειρότερους.

Ορισμένοι αρχαιολάτρες θα αντιπούν, έπειτα απ’ όλα αυτά: «μα, υπάρχουν και άλλοι, ξένοι συγγραφείς, που επίσης ισχυρίζονται ότι διεπράχθησαν βανδαλισμοί και διώξεις». Η απάντηση είναι απλή: φυσικά και υπάρχουν τέτοιοι ξένοι, και είναι αυτοί, από τους οποίους οι Νεοπαγανιστές της χώρας μας αντιγράφουν δίχως καμμία δική τους έρευνα –τους ισχυρισμούς τους. Το ότι «τα λένε και ξένοι» δεν σημαίνει τίποτα θετικό αναφορικά με την αξιοπιστία των ισχυρισμών τους. Ποιοι ξένοι τα λένε; Οι ξένοι αυτοί δεν είναι ούτε επιστήμονες, ούτε αντικειμενικοί κριτές˙ είναι συνήθως φανατισμένοι αντιχριστιανοί ή στρατευμένοι άθεοι, που έχουν την ίδια ή σχεδόν την ίδια άγνοια των αρχαίων πηγών, την οποία έχουν και οι Νεοπαγανιστές στην Ελλάδα. Δηλαδή «τυφλός οδηγεί τυφλούς». Ωστόσο είναι γελοίο να δεχόμαστε όποια ανοησία ξεστόμισε ο κάθε αντιχριστιανός Άγγλος, Γερμανός, Γάλλος, μη ιστορικός πολλές φορές, που δεν είχε πρόσβαση στα αυθεντικά ελληνικά κείμενα του 4ου και 5ου αιώνα, απλώς επειδή είναι ξένος «ερευνητής» και δήθεν «οι ξένοι τα ξέρουν καλύτερα». Εδώ ολόκληροι επιστήμονες, διακεκριμένοι ιστορικοί, έχουν εξυμνήσει τον Ιουλιανό ως «Υπερασπιστή του Ελληνισμού» μη έχοντας διαβάσει (;) τις επιστολές του, στις οποίες αυτός επιχαίρει για την καταστροφή των έργων του Επίκουρου και του Πύρρωνα˙ και υπάρχει κανείς που αναρωτιέται αν οι μη ιστορικοί «ξένοι ερευνητές» δεν ισχυρίζονται ίδιες και χειρότερες ανοησίες και φανταστικούς «διωγμούς»; Από ημιμαθείς αντιχριστιανούς αντιγράφουν οι Νεοπαγανιστές, και ύστερα έρχονται και μας λένε ότι «τα λενε και άλλοι αυτά». 

Πηγή: ierosolymitissa.org

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου