Πέμπτη 12 Ιουλίου 2018

Ἡ Ἑλλάδα καὶ ἡ Δ' Σταυροφορία

Runciman Steven

[Περίληψη τῆς διάλεξης ποὺ δόθηκε στὴ Μονεμβασία στὶς 31 Ἰουλίου 1982, τὴν ὁποία ὁ συγγραφέας εἶχε τὴν πρόθεση νὰ ἐπεξεργαστεῖ γιὰ τὴ δημοσίευση. Τὸ κείμενο τῆς περίληψης μοιράσθηκε στὸ ἀκροατήριο τῆς 31ης Ἰουλίου 1982.]

Μετάφραση-Περίληψη: Ἀλ. Γ. Καλλιγᾶς.

Οἱ ἱστορικοὶ δὲν ἔχουν ἀκόμη καταλήξει σὲ τελικὸ συμπέρασμα γιὰ τοὺς λόγους γιὰ τοὺς ὁποίους ἄλλαξε πορεία ἡ Δ' Σταυροφορία. Ἄλλοι θεωροῦν, δηλαδή, ὅτι ἡ ἀλλαγὴ πορείας τῆς Σταυροφορίας καὶ ἡ ἐγκατάσταση στὴν Κωνσταντινούπολη τῆς Λατινικῆς Αὐτοκρατορίας ἦταν ἕνα σχέδιο προετοιμασμένο ἀπὸ τὴ Βενετία καὶ ἴσως ἀπὸ μερικοὺς ἀρχηγοὺς τῶν Σταυροφόρων, ἐνῶ ἄλλοι τὸ ἀποδίδουν σὲ λάθος τῆς τύχης. Ἴσως τὸ ἀσφαλέστερο θὰ ἦταν νὰ πεῖ κανεὶς ὅτι οἱ Ἐνετοὶ καὶ οἱ Σταυροφόροι εὐνοοῦσαν τὴν ἐγκατάσταση στὴν Κωνσταντινούπολη φιλικῆς πρὸς αὐτοὺς κυβερνήσεως καὶ ἐν συνέχειᾳ μιὰ σειρὰ ἀπρόβλεπτα γεγονότα, γιὰ τὰ ὁποῖα εὐθύνεται σὲ μεγάλο βαθμὸ ἡ ἀνικανότητα τῆς οἰκογένειας τῶν Ἀγγέλων, ὁδήγησαν στὴν τραγωδία τῆς Ἅλωσης τῆς Πόλης καὶ τοῦ διαμελισμοῦ τῆς Αὐτοκρατορίας.

Ἡ Δ' Σταυροφορία σημειώνει μία καμπὴ στὴν ἱστορία τοῦ Βυζαντίου, ποὺ ὡς τότε ὑπῆρξε τὸ προπύργιο τοῦ Χριστιανισμοῦ ἐναντίον τοῦ Ἰσλάμ. Ἀπὸ τὴν περίοδο αὐτὴ ὅμως, ποὺ οἱ Τοῦρκοι ἄρχισαν νὰ προωθοῦνται στὴ Μικρὰ Ἀσία, οἱ Βυζαντινοὶ δὲν μπόρεσαν νὰ ἀντιμετωπίσουν τὸν ἀπὸ τὴν Ἀνατολὴ κίνδυνο, παρ’ ὅλο ποὺ θὰ μποροῦσαν νὰ εἶχαν ἐκμεταλλευτεῖ τὶς ἐπιδρομὲς τῶν Μογγόλων ἐναντίον τῶν Τούρκων, γιὰ νὰ τοὺς ἐξουθενώσουν. Ἀλλὰ τὸ Βυζάντιο εἶχε καταλήξει πιὰ ἕνα μικρὸ κράτος στὴν Ἀνατολικὴ Εὐρώπη, ἀνάμεσα σὲ ἄλλα, ἰσχυρότερα, κράτη.

Ἡ Δ' Σταυροφορία ὅμως ἀποτελεῖ καμπὴ καὶ στὴν ἱστορία τῶν Σταυροφοριῶν, ποὺ ὡς τότε κατευθύνονταν ἐναντίον τῶν Μουσουλμάνων καὶ γίνονταν σὲ συνεργασία μὲ τοὺς Βυζαντινούς, τοὺς ὁποίους ὅμως οἱ Δυτικοὶ δὲν θεωροῦσαν σίγουρους συμμάχους: αἰσθάνονταν ἀπέχθεια καὶ ἀντιζηλία γι' αὐτούς, στὰ μάτια τους ἦταν σχισματικοί, ἐπειδὴ ἡ Ἐκκλησία τους δὲν ὑποτάσσονταν στὴν παπικὴ ἐξουσία. Γι' αὐτὸ θεωροῦσαν ὅτι ἔπρεπε ἐκεῖνοι νὰ ἀναλάβουν τὴν ἐξουσία στὸ Βυζάντιο. Ἀλλὰ παρὰ τὶς προσπάθειες τῶν Δυτικῶν νὰ δικαιώσουν ἠθικὰ τὸ ἀποτέλεσμα τῆς Δ' Σταυροφορίας, ὑπῆρξε ἕνα τρομερὸ λάθος καὶ πολιτικὸ καὶ στρατηγικό. Οἱ τελευταῖες δεκαετίες τοῦ 12ου αἰώνα εἶναι μία περίοδος ἀδυναμίας γιὰ τὸ κουρασμένο, ἀπὸ τὰ φιλόδοξα σχέδια τοῦ αὐτοκράτορα Μανουὴλ Κομνηνοῦ, Βυζάντιο. Ἔτσι οἱ Τοῦρκοι μπόρεσαν νὰ ἐγκατασταθοῦν στὴ Μικρὰ Ἀσία καὶ οἱ Σταυροφόροι δὲν μποροῦσαν πιὰ νὰ κατευθύνονται πρὸς τὴ Συρία διὰ ξηρᾶς.

Ἕνα πιὸ σοβαρὸ ἀποτέλεσμα τῆς Δ' Σταυροφορίας ἦταν ὅτι θεωρήθηκε ἱερὸ καθῆκον τῶν Δυτικῶν νὰ κρατήσουν τὴν Ἀνατολικὴ Ἐκκλησία ὑπὸ τὸν ἔλεγχο τῆς Ρώμης καὶ νὰ πολεμοῦν, ἑπομένως, ἐναντίον τῶν σχισματικῶν Ἑλλήνων. Ἔτσι, ἀντὶ νὰ πολεμοῦν στὴν Παλαιστίνη, διάφοροι φιλόδοξοι ἱππότες μποροῦσαν νὰ πολεμοῦν σὲ πολὺ πιὸ εὐχάριστο περιβάλλον, στὴν Ἑλλάδα, ἐγκαθιστώντας ἐκεῖ ἡγεμονίες. Καὶ τὸ πιὸ τρανὸ παράδειγμα τῆς περίπτωσης αὐτῆς εἶναι τοῦ Γοδεφρείδου Βιλλαρδουίνου, ποὺ ἐγκαταστάθηκε στὴν Πελοπόννησο καὶ ἔγινε Πρίγκιπας τῆς Ἀχαΐας.

Ἐξακολουθοῦσαν βέβαια νὰ ὑπάρχουν Σταυροφόροι παλαιοῦ τύπου, ἀλλὰ οἱ προσπάθειες τῶν Δυτικῶν συγκεντρώθηκαν στὴ Λατινικὴ Αὐτοκρατορία τῆς Ρωμανίας καὶ στὶς ἡγεμονίες ποὺ ἱδρύθηκαν στὴν Ἑλλάδα, ποὺ τὴν ἵδρυσή τους οἱ Πάπες ἐνθάρρυναν, πράγμα ποὺ ἔκανε πολλοὺς εὐσεβεῖς καθολικοὺς νὰ ἀντιμετωπίζουν τὴν κατάσταση μὲ πολὺ σκεπτικισμό. Ὅταν, δέ, οἱ Πάπες ἔφτασαν στὸ σημεῖο νὰ κηρύσσουν τὸν ἱερὸ πόλεμο ἐναντίον τῶν πολιτικῶν τους ἀντιπάλων, τότε καὶ ἡ ἰδέα τῆς ὑψίστης παγκόσμιας παπικῆς ἐξουσίας καὶ τὸ κίνημα τῶν Σταυροφοριῶν παρήκμασαν. Ἡ παρακμὴ ὅμως τῶν Σταυροφοριῶν ἔγινε σταδιακά. Ὅσο ὑπῆρχε ἀκόμη κάποια ἐξουσία τῶν Σταυροφόρων στὴ Συρία, δηλαδὴ ὡς τὰ 1291 ἀλλὰ καὶ λίγο ἀργότερα, βρίσκονταν Σταυροφόροι ποὺ πήγαιναν νὰ πολεμήσουν ἐναντίον τῶν ἀπίστων καὶ ὀργανώθηκαν κάποιες ἐκστρατεῖες, συνήθως χωρὶς ἐπιτυχία.

Παρ' ὅλο ποὺ οἱ Δυτικοὶ συνειδητοποίησαν ὅτι ἡ κατάκτηση τῆς Κωνσταντινούπολης δὲν εἶχε γι' αὐτοὺς πραγματικὴ ἀξία,πράγμα ποὺ οἱ Ἐνετοὶ εἶχαν διαπιστώσει ἀπὸ νωρίτερα (ἐνῶ οἱ Γενοβέζοι συμμάχησαν μὲ τοὺς Βυζαντινοὺς καὶ ἀνέλαβαν τὸ πολὺ ἀποδοτικὸ ἐμπόριο στὴ Μαύρη Θάλασσα), ἡ ἀπώλειά της, στὰ 1261, κατάφερε ἕνα βαρὺ κτύπημα στὴν περηφάνια τους. Ἡ κατοχὴ τῆς Ἑλλάδας, ἐν τούτοις, καὶ τῶν νησιῶν τοῦ Αἰγαίου εἶχε γι' αὐτοὺς μεγάλη σημασία, γιατί μποροῦσαν νὰ ἐλέγχουν τοὺς θαλάσσιους δρόμους πρὸς τοὺς Ἁγίους Τόπους, ἀκόμη καὶ μετὰ τὴν τουρκικὴ διείσδυση στὴ Μικρὰ Ἀσία. Καὶ ἀπὸ αὐτὴ τὴν ἄποψη ἴσως καὶ οἱ ἴδιοι οἱ Ἕλληνες νὰ ἐπωφελήθηκαν ἀπὸ τὴν παρουσία τῶν Λατίνων σὲ ὁρισμένα μέρη, ὅπως γιὰ παράδειγμα ἀπὸ τὴν παρουσία τῶν Ἰωαννιτῶν Ἱπποτῶν στὴ Ρόδο, ποὺ δέχονταν πρῶτοι τὶς τουρκικὲς ἐπιθέσεις.

Ἦταν λοιπὸν γιὰ τοὺς Δυτικοὺς καίρια ἡ θέση τῆς Ἑλλάδας γιὰ τὴ συνέχιση τῶν Σταυροφοριῶν. Καὶ ἐπειδὴ οἱ Ἕλληνες ἦσαν σχισματικοὶ στὰ μάτια τους, θεωροῦσαν ἱερὸ καθῆκον νὰ καταλάβουν τὶς χῶρες τους καὶ νὰ τοὺς πολεμήσουν, ἂν διαφωνοῦσαν. Καὶ ὅπως πάντα, λαμβάνοντας ὑπ' ὄψιν τὸ πρακτικὸ ὄφελος, ἡ Βενετία φρόντισε νὰ ἐξασφαλίσει, κατὰ τὴ συμφωνία τοῦ διαμελισμοῦ τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας στὰ 1204, τὶς περιοχὲς ἐκεῖνες ποὺ θὰ ἐξυπηρετοῦσαν τὰ ἐμπορικὰ της συμφέροντα, ἀκόμη καὶ ἂν δὲν μποροῦσε ἐξ ἀρχῆς νὰ τὶς καταλάβει ὅλες, καὶ περιορίστηκε στὰ λιμάνια τῆς Μεθώνης καὶ Κορώνης, τὴν Κρήτη καὶ ἀργότερα τὸ Ναύπλιο, ἐνῶ ἐνίσχυε τοὺς πολίτες της νὰ καταλάβουν ἑλληνικὲς περιοχὲς καὶ νὰ ἱδρύσουν ἀνεξάρτητες ἡγεμονίες. Δὲν ἔχανε ὅμως ἔτσι τὸ νομικὸ δικαίωμα νὰ διεκδικήσει ἀργότερα ὁποιαδήποτε ἀπὸ τὶς περιοχὲς αὐτὲς ἔκρινε ὅτι ἐξυπηρετοῦσε τὰ συμφέροντά της. Οἱ ὑπόλοιπες ἡγεμονίες δημιουργήθηκαν ἀπὸ Γενοβέζους ἀλλὰ κυρίως ἀπὸ Γάλλους τῆς Βουργουνδίας, ὅπως οἱ Βιλλαρδουίνοι τῆς Πελοποννήσου καὶ οἱ Ντὲ λὰ Ρὸς τῆς Ἀθήνας καὶ τῆς Θήβας.

Παρ' ὅλο ποὺ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἀναπτύξει κανεὶς ἐδῶ τὴν πολύπλοκη ἱστορία τῆς Φραγκοκρατίας, οἱ ἡγεμόνες αὐτοὶ στὴν Ἑλλάδα πίστευαν ὅτι ὑπηρετοῦσαν, μὲ τὴν ἐχθρική τους στάση ἐναντίον τῶν Ὀρθόδοξων, τὴν ὑπόθεση τῶν Σταυροφοριῶν. Ἄλλωστε, διάσταση ἀπόψεων μεταξὺ Σταυροφόρων καὶ Βυζαντινῶν ὡς πρὸς τοὺς σκοποὺς τῶν Σταυροφοριῶν ὑπῆρχε ἤδη ἀπὸ τὴν Α' Σταυροφορία. Οἱ πρῶτοι τὶς ἔκαναν γιὰ νὰ ἀνοίξουν οἱ δρόμοι πρὸς τοὺς Ἱεροὺς Τόπους, οἱ δεύτεροι γιὰ νὰ φύγουν οἱ Τοῦρκοι ἀπὸ τὴ Μικρὰ Ἀσία. Τὴν ἐποχὴ τῆς Α' Σταυροφορίας ὁ αὐτοκράτορας τοῦ Βυζαντίου δὲν εἶχε τὴ διάθεση νὰ ἐπεκτείνει τὰ ἐδάφη του, ἐνῶ ἀναγνωρίζονταν ὡς προστάτης τῶν ὀρθόδοξων κατοίκων τῶν Ἁγίων Τόπων. Οἱ κάτοικοι ἔβρισκαν, ἀργότερα, ὅτι περνοῦσαν καλύτερα ὑπὸ τοὺς χαλίφες παρὰ ὑπὸ τοὺς Φράγκους. Γιὰ τοὺς Λατίνους οἱ Ὀρθόδοξοι ἦσαν πολὺ ἀνεκτικοὶ ἀπέναντι στοὺς Μουσουλμάνους. Οἱ ἴδιοι πίστευαν στὴν ἀξία τοῦ πολέμου, ἐνῶ ἀντίθετα οἱ Βυζαντινοὶ προσπαθοῦσαν πάντα νὰ τὸν ἀποφύγουν πιστεύοντας στὴν ἀξία τῆς διπλωματίας. Βέβαια καὶ οἱ Σταυροφόροι, ὅταν ἐγκαταστάθηκαν στὴ Συρία καὶ τὴν Παλαιστίνη, ἀνακάλυψαν τὴν ἀνάγκη τῆς διπλωματίας. Ἀλλὰ κάθε νέο κύμα Σταυροφόρων ἔφτανε στοὺς Ἁγίους Τόπους γιὰ νὰ κάνει πόλεμο καὶ αὐτὸ συνέτεινε στὴν ἐξαφάνιση τῶν κρατιδίων τῶν Σταυροφόρων ἐκεῖ. Σὲ τέτοιους Σταυροφόρους οἱ Ὀρθόδοξοι ἔμοιαζαν, ἀναπόφευκτα, ἀναξιόπιστοι.

Τὸ Σχίσμα ἔκανε τὴν κατάσταση ἀκόμη πιὸ περίπλοκη. Οἱ Δυτικοὶ θεωροῦσαν ὅτι ἔπρεπε νὰ ἐπαναφέρουν τοὺς Ὀρθόδοξους στὴν ὀρθὴ πίστη, ἀλλὰ ὅτι αὐτὸ μποροῦσε νὰ γίνει μόνο διὰ τῆς βίας. Μερικοὶ βέβαια θεωροῦσαν ὅτι ἀρκοῦσαν μόνο ἀπειλές, καὶ ἔτσι κατάφερε ὁ πάπας Γρηγόριος Ι’, ἀνάμεσα στὰ 1271 καὶ 1276, νὰ πείσει τὸν βυζαντινὸ αὐτοκράτορα Μιχαὴλ Η' Παλαιολόγο νὰ δεχθεῖ τὴν ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν καὶ τὴν ὑποταγὴ τῶν Ὀρθόδοξων στὴ Ρώμη. Δὲν ἀκολούθησαν ὅμως τὸν Μιχαὴλ οἱ ὑπήκοοί του.

Στὴν Ἑλλάδα, παρ' ὅλο ποὺ οἱ φράγκοι ἡγεμόνες ἦταν σκληροὶ ἀπέναντι στοὺς Ὀρθόδοξους, δὲν φαίνεται νὰ ἤθελαν πολὺ τὴν ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν, ποὺ θὰ τοὺς ὑποχρέωνε νὰ ἀποκαταστήσουν τὴν ἑλληνικὴ ἐκκλησιαστικὴ ἱεραρχία, τὴν ὁποία εἶχαν ἀντικαταστήσει μὲ λατινική. Ἄλλωστε ὁ πάπας Γρηγόριος Ι' δὲν ἦταν δημοφιλὴς στοὺς φράγκους πρίγκιπες καὶ ἰδιαίτερα στὸν πιὸ φιλόδοξο μαχητὴ γιὰ τὰ λατινικὰ συμφέροντα, κατὰ τὸν ὄψιμο 13ο αἰώνα, τὸν Κάρολο τοῦ Ἀνζοῦ, ἀδελφο τοῦ βασιλιᾶ τῆς Γαλλίας Ἁγίου Λουδοβίκου.

Ὁ Κάρολος εἶχε καταφέρει μὲ τὴ βοήθεια τῶν ὑποστηρικτῶν τοῦ Πάπα νὰ καταλάβει τὸ θρόνο τῆς Νεάπολης καὶ τῆς Σικελίας ἀπὸ τὴν οἰκογένεια τῶν Χόχενσταουφεν. Σκόπευε νὰ δημιουργήσει μία μεσογειακὴ αὐτοκρατορία. Παρὰ τὰ ἀναμφισβήτητα προσόντα του, ἦταν ἀπάνθρωπος. Βέβαια κάλυπτε τὶς ἀποικιοκρατικές του φιλοδοξίες μὲ τὸ μανδύα τοῦ ἱεροῦ πολέμου ἐναντίον τῶν σχισματικῶν, ποὺ ἦταν πιὸ βολικοὶ ἀντίπαλοι ἀπὸ τοὺς ἀπίστους. Ἤθελε νὰ ἀποκαταστήσει τὴ Λατινικὴ Αὐτοκρατορία στὴν Κωνσταντινούπολη. Παρ' ὅλο ὅμως, ποὺ ὁ πάπας Γρηγόριος Ι' προσπάθησε νὰ τοῦ στρέψει τὸ ἐνδιαφέρον πρὸς τὴν Ἀνατολή, βοηθώντας τον νὰ ἀγοράσει τὰ δικαιώματα τοῦ θρόνου τῆς Ἱερουσαλήμ, ὁ Κάρολος δὲν ἀνέλαβε καμιὰ ἐπιχείρηση στὴν Ἀνατολή.

Συμμετέσχε σὲ μία μόνο Σταυροφορία, ποὺ ὀργάνωσε ὁ ἀδερφός του, ὁ Ἅγιος Λουδοβίκος, τὸν ὁποῖο ὁ Κάρολος ἔπεισε νὰ κατευθυνθεῖ, ὄχι ἐναντίον τῆς Ἱερουσαλήμ, ἀλλὰ τῆς Τύνιδας. Ἡ ἐκστρατεία ἀπέτυχε, ὁ βασιλιὰς τῆς Γαλλίας πέθανε,ὁ στρατὸς καὶ ὁ στόλος ἔπαθαν μεγάλες ζημιές.

Ἀξίζει νὰ σταθεῖ κανεὶς σὲ αὐτὸν τὸν βασιλιὰ ποὺ ἀποτέλεσε τὸν μεγαλύτερο κίνδυνο γιὰ τοὺς Ἕλληνες. Λίγο πρὶν καταλάβει τὸ θρόνο του ὁ Κάρολος, οἱ Βυζαντινοὶ ἄρχισαν νὰ ἀνακαταλαμβάνουν τὴν Πελοπόννησο, ἀπὸ τὰ τρία μεγάλα κάστρα, τὸν Μυστρά, τὴ Μαΐνη καὶ αὐτὴν ἐδῶ τὴν ἱστορικὴ πόλη τῆς Μονεμβασίας. Ὑπῆρξαν τὸ ἀντάλλαγμα γιὰ τὴν ἀπελευθέρωση τοῦ Πρίγκιπα Γουλιέλμου Β' Βιλλαρδουίνου, ποὺ εἶχε πιαστεῖ αἰχμάλωτος, μετὰ τὴ μάχη στὴ μακρινὴ Πελαγονία τῆς Μακεδονίας, ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Μιχαὴλ Η' Παλαιολόγο, καὶ παρ' ὅλο ποὺ κρύφτηκε πίσω ἀπὸ ἕνα σωρὸ ἄχυρα, μεταμφιεσμένος, τὸν ἀναγνώρισαν ἀπὸ τὰ προεξέχοντα δόντια του. Ἔτσι οἱ Βυζαντινοὶ ἔθεσαν τὴ Λακωνία ὑπὸ τὸν ἔλεγχό τους. Αὐτὸ τρόμαξε τοὺς Λατίνους, καὶ ὁ Κάρολος, ποὺ θεωροῦσε τὸν ἑαυτὸ του πρωταγωνιστή, ἀνέλαβε δράση. Δὲν θέλησε ὅμως νὰ χτυπήσει τὴ Λακωνία, ἀλλὰ θεώρησε ὅτι παίρνοντας τὴν Πόλη θὰ ὑποχρέωνε καὶ τὶς ἐπαρχίες νὰ παραδοθοῦν. Ὀργάνωσε δυνατὸ στρατὸ καὶ στόλο, συμμάχησε μὲ τὴ Βενετία καὶ βέβαια μὲ τὸν Πάπα καὶ θεωροῦσε ὅτι, παρ' ὅλο ποὺ ὑπῆρχε ἀκόμη ἀπόγονος τῶν Χόχενσταουφεν (ἡ βασίλισσα τῆς Ἀραγονίας), δὲν κινδύνευε ἀπὸ ἐχθροὺς καὶ ὅτι δὲν θὰ ἔβρισκε ἐμπόδιο στὴ Σταυροφορία του.

Ἡ πρώτη του ἐκστρατεία ἐν τούτοις χρησιμοποιήθηκε, ὅπως εἴδαμε, γιὰ τὴν ἐνίσχυση τοῦ ἀδελφοῦ του, Ἁγίου Λουδοβίκου, μὲ μεγάλες ἀπώλειες. Ὅταν ἑτοιμάστηκε ἄλλη, ὁ Πάπας Γρηγόριος Ι', ποὺ μόλις εἶχε ἐπιτύχει τὴν ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν, τὴν ἀπαγόρευσε. Ἀλλὰ ὁ Πάπας αὐτὸς πέθανε, οἱ Ἕλληνες δὲν ἀποδέχθηκαν τὴν ἕνωση, καὶ ἔτσι οἱ ἑπόμενοι Πάπες ὑποστήριξαν τὰ σχέδια τοῦ Καρόλου, ποὺ ἄρχισε πάλι νὰ ἑτοιμάζεται γιὰ τὴν ἀνακατάληψη τῆς Κωνσταντινούπολης.

Δὲν ὑπάρχει χρόνος γιὰ νὰ ἀναφερθοῦν ὅλες οἱ λεπτομέρειες τῆς μεγάλης διεθνοῦς συνωμοσίας ποὺ ἔσωσε τὴν Κωνσταντινούπολη. Ὀργανωτὴς της ἦταν ἕνας ναπολιτάνος γιατρὸς ποὺ τὸν χρησιμοποιοῦσαν ὅλες οἱ πλευρές, ἦταν ὅμως ἔμπιστος τῶν Χόχενσταουφεν. Αὐτὸς βρισκόταν σὲ στενὴ ἐπαφὴ μὲ τὸν αὐτοκράτορα Μιχαὴλ Η' Παλαιολόγο, ποὺ ἀντιμετώπιζε μὲ τρόμο τὴν ἐκστρατεία τοῦ Καρόλου. Ἡ συνωμοσία χρηματοδοτήθηκε ἀπὸ τοὺς Βυζαντινοὺς καὶ σ' αὐτὴ συνεργάστηκαν οἱ Γενοβέζοι καὶ ἡ Αὐλὴ τῆς Ἀραγονίας. Ὀργανώθηκε στὴ Σικελία, ὅπου ἡ διοίκηση τοῦ Καρόλου παρουσίαζε τὶς μεγαλύτερες ἀδυναμίες λόγω τῆς ἀντιθέσεως τῶν Σικελῶν στὸν Κάρολο. Στὰ 1282 -ἐνῶ εἶχε συγκεντρωθεῖ ἡ μεγάλη ἁρμάδα τοῦ Καρόλου τοῦ Ἀνζοῦ στὴ Μεσσήνη τῆς Σικελίας, γιὰ νὰ ξεκινήσει γιὰ τὴν Κωνσταντινούπολη- ἔξω ἀπὸ τὴν ἐκκλησία ὅπου εἶχε συγκεντρωθεῖ τὸ πλῆθος γιὰ τὸν Ἑσπερινό τῆς Δευτέρας τοῦ Πάσχα, ἡ κακὴ συμπεριφορὰ ἑνὸς γάλλου λοχία δημιούργησε ἀναταραχή, ποὺ ἁπλώθηκε καὶ ὁδήγησε στὴ σφαγὴ τῶν Γάλλων. Μέσα σὲ μία βδομάδα, ὅσοι δὲν εἶχαν φύγει ἀπὸ τὴ Σικελία εἶχαν σκοτωθεῖ, ἐκτὸς ἀπὸ τὴ Μεσσήνη, ὅπου βρίσκονταν ὁ μισοκατεστραμμένος στόλος τοῦ Καρόλου, ὁ ὁποῖος εἶχε πιὰ ἐμπλακεῖ σὲ πόλεμο ἐναντίον τῆς Γένοβας καὶ τῆς Ἀραγονίας, ποὺ κράτησε ὡς τὸ θάνατό του. Ἔτσι ματαιώθηκε ἡ ἐκστρατεία ἐναντίον τῆς Κωνσταντινούπολης.

Ἡ σφαγὴ αὐτή, ποὺ εἶναι γνωστὴ ὡς Σικελικὸς Ἑσπερινός, ἔχει καίρια σημασία γιὰ τὴν Ἱστορία τῆς Μεσογείου, ἀλλὰ κυρίως γιὰ τὴν ἱστορία τῶν Ἑλλήνων, τὴν ἱστορία τοῦ ἑλληνισμοῦ. Ματαίωσε τὴν τελευταία προσπάθεια γιὰ Σταυροφορία ἐναντίον τῶν Ὀρθοδόξων καὶ παρ' ὅλο ποὺ οἱ θεωρητικοὶ τῶν Σταυροφοριῶν συνέχισαν νὰ μιλοῦν γιὰ τὴν ἀνάγκη νὰ ὑποτάξουν τοὺς Ἕλληνες στοὺς Λατίνους, δὲν ἐκφράζονταν πιὰ ἡ πρόθεση νὰ ὀργανωθεῖ Σταυροφορία καὶ οἱ Ἕλληνες ἀφέθηκαν ἥσυχοι στὸ Βυζάντιο, ἐνῶ στὴν Πελοπόννησο ἀντιμετώπιζαν ἀντίσταση κυρίως ἀπὸ τὶς ἐγκατεστημένες ἐκεῖ δυνάμεις τῶν Λατίνων.

Μερικοὶ δυτικοὶ ἱστορικοὶ ὑποστηρίζουν ὅτι, ἂν εἶχε διαμορφωθεῖ ἕνα ἰσχυρὸ λατινικὸ κράτος στὴν Κωνσταντινούπολη, θὰ εἶχε μπορέσει νὰ ἐμποδίσει τὴν τουρκικὴ προέλαση στὴν Εὐρώπη. Μᾶλλον ὅμως θὰ ἦταν ἀδύνατο νὰ δημιουργηθεῖ ἰσχυρὸ λατινικὸ κράτος στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπως φάνηκε καὶ ἀπὸ τὶς δυσκολίες τοῦ λατινικοῦ κράτους τοῦ πρώιμου 13ου αἰώνα καὶ ἀπὸ τὶς ἀνεπιτυχεῖς προσπάθειες τοῦ Καρόλου, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴ γενικὴ κατάσταση καὶ τῶν Βαλκανίων καὶ τῆς Δυτικῆς Εὐρώπης ἐκείνη τὴν ἐποχή. Ἡ ἀδιαφορία ἐξακολούθησε νὰ ὑπάρχει, ἀκόμη κι ὅταν ὁ κίνδυνος ἀπὸ τὴν προέλαση τῶν Τούρκων ἔγινε ἐμφανής. Τὸ μόνο ἀποτέλεσμα θὰ ἦταν νὰ πληγωθεῖ θανάσιμα ὁ ἑλληνικὸς κόσμος. Ἡ λέξη Σταυροφορία ἔχει τώρα πιὰ ἕναν εὐγενικὸ ἀπόηχο! Ἀλλὰ ἡ πραγματικὴ ἱστορία τῶν Σταυροφοριῶν δὲν συμφωνεῖ μ' αὐτὴν τὴν ἑρμηνεία, τῆς γενναίας προσπάθειας γιὰ ἕναν εὐγενικὸ σκοπό.

Ἂν καὶ οἱ Σταυροφόροι πίστευαν ὅτι ἔφεραν τὴ θέληση τοῦ Θεοῦ, χαρακτηρίζονταν ἀπὸ ἄγνοια, μισαλλοδοξία καὶ ἀγριότητα. Ξεκίνησαν γιὰ νὰ σώσουν τὴ χριστιανοσύνη, ἀλλὰ ἔφεραν μόνο καταστροφή. Ἡ Βυζαντινὴ Αὐτοκρατορία ἐπωφελήθηκε ἴσως ἀπὸ τὴν Α' Σταυροφορία, καὶ ἀργότερα ἡ ὕπαρξη τῶν κρατῶν τῶν Σταυροφόρων ἴσως νὰ ἔστρεφε τὴν προσοχὴ τῶν Μουσουλμάνων πρὸς αὐτὰ ἀποσπώντας την ἀπὸ τὸ Βυζάντιο. Ἀλλὰ ἡ Β' καὶ ἡ Γ' Σταυροφορία δὲν δημιούργησαν παρὰ δυσκολίες στὸ Βυζάντιο, ἐνῶ ἡ Δ' τοῦ ἔκανε μία πληγή, ἀπὸ τὴν ὁποία δὲν στάθηκε δυνατὸ νὰ ἀναρρώσει. Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι, μετὰ τὸν Σικελικὸ Ἑσπερινό, δὲν ὀργανώθηκε ἄλλη Σταυροφορία ἐναντίον τῶν Ἑλλήνων, παρ' ὅλο ποὺ οἱ ἐκκλησιαστικοὶ ὑπόσχονταν πάντα πνευματικὲς ἀνταμοιβὲς σὲ ὅσους μάχονταν ἐναντίον τῶν Ὀρθόδοξων. Στὴν ἴδια τὴν Ἑλλάδα οἱ σχέσεις μεταξὺ τῶν ἡγεμόνων τῆς Φραγκοκρατίας καὶ τῶν Ἑλλήνων δὲν ἦταν πάντα κακές. Ἀλλὰ ὑπῆρχε πάντα στὸ βάθος μία ἔχθρα ποὺ τὴν αἰσθάνονταν ἰδιαίτερα ὅσοι ἔρχονταν γιὰ πρώτη φορὰ ἀπὸ τὴ Δύση, μία ἔχθρα, ποὺ ἐξέφραζε ἕνα μέρος ἀπὸ τὸ πνεῦμα τῶν Σταυροφοριῶν, ὅπως εἶχε καταλήξει τότε πιά.

Γι' αὐτὸ θεωρῶ τὴ λέξη "Σταυροφορία" βρώμικη.

Πηγή: agiazoni.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου