Τρίτη 19 Δεκεμβρίου 2017

Η κάρτα του πολίτη προσβάλλει την ανθρώπινη προσωπικότητα;

του Οικονομολόγου κ. Ιω. Καρδαση

Ένα άλλο σημείο στο οποίο παρατηρούνται αντιδράσεις είναι, ότι με την ηλεκτρονική κάρτα προσβάλλεται η ανθρώπινη προσωπικότητα. Όταν βέβαια μιλάμε για την προσβολή της προσωπικότητας εννοούμε ότι χρησιμοποιούμε την κοσμική ορολογία και όχι την εκκλησιαστική
 
Έτσι: Η έννοια της προσωπικότητας και η σχετική προστασία της αποτελεί κεντρικής σημασίας θέμα του Δημόσιου Δικαίου. Η προστασία της προσωπικότητας έγκειται στην προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως αυτή ορίζεται στους διάφορους νόμους της Πολιτείας και τις διατάξεις διεθνών οργανισμών.

Η έννοια της προσωπικότητας συνδέεται με την ψυχική, πνευματική, ηθική, σωματική και κοινωνική υπόσταση κάθε ανθρώπου, ως έλλογου και συνειδητού όντος. Έτσι, η λεγόμενη προσβολή της προσωπικότητας αφορά την παράνομη συμπεριφορά, η οποία θίγει προστατευόμενα αγαθά του προσώπου, όπως η αιδώς, το ήθος, η τιμή, η μνήμη τεθνεώτος, η πατρότητα κ.π.ά.

Η έννοια της προσωπικότητας είναι ταυτισμένη με την έννοια του προσώπου, το οποίον για το Δίκαιο σημαίνει το υποκείμενο εννόμων σχέσεων, δικαιωμάτων και υποχρεώσεων και κάθε άνθρωπος είναι ικανός να έχει δικαιώματα και υποχρεώσεις. Με τις νομικές αυτές διατάξεις άνθρωπος και πρόσωπο ταυτίζονται και επομένως η προσβολή του προσώπου και της προσωπικότητας αποτελεί συνάμα και προσβολή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Το δε πρόσωπο υφίσταται και οριοθετείται μεταξύ δύο βιολογικών γεγονότων, της γέννησης και του θανάτου. Κατά το Δίκαιο, το πρόσωπο αρχίζει να υπάρχει μόλις γεννηθεί ζωντανό και παύει να υπάρχει με το θάνατό του. Το κυοφορούμενο δεν είναι πρόσωπο, όμως απολαμβάνει της προστασίας του δικαίου κατά πλάσμα δικαίου. Σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου, ο άνθρωπος που στερείται παραδεδεγμένης ανθρώπινης μορφής, και επομένως κάποιος τερατόμορφος, δεν θεωρείται πρόσωπο.

Η έννοια του ανθρώπου, του προσώπου και της προσωπικότητας είναι τελείως διαφορετικές στο Εκκλησιαστικό Δίκαιο. Έτσι, το πρόσωπο υπάρχει από της συλλήψεως και η ύπαρξή του είναι αιώνια, είτε έχει φυσιολογική μορφή και συμπεριφορά, είτε όχι. Εδώ, το πρόσωπο δεν έχει τα όποια δικαιώματα, που προβλέπονται από το κοσμικό δίκαιο ή δεν ενδιαφέρεται το εκκλ. δίκαιο για την εξάσκησή τους, πλην ίσως του δικαιώματος των θρησκευτικών πεποιθήσεων και της λατρείας. Αντίθετα, το εκκλ. δίκαιο θεωρεί ότι ο πιστός έχει πλήθος υποχρεώσεων και ευθυνών, ακόμη και την ευθύνη, για παράνομες πράξεις άλλου προσώπου!

Για να κατανοηθεί η έννοια του ανθρώπου, του προσώπου και της προσωπικότητας, από εκκλησιαστικής άποψης, παρατίθενται τα παρακάτω στοιχεία:

Παρενθετικά παρουσιάζεται η ετυμολογία της λέξης άνθρωπος. Ο τύπος είναι αβέβαιης ετυμολογίας, παρά το πλήθος των υποθέσεων, που αναφέρονται στην προέλευσή του. Η πλέον αποδεκτή είναι από το ουσιαστικό ανήρ και το ουσιαστικό οψ του οπός που σημαίνει πρόσωπο. Έτσι ο τύπος ανδρ-ωπός, δηλ. αυτός που έχει ανδρική όψη, μετατρέπεται σε άνθρωπος από υστερογενή δάσυνση του δέλτα σε θήτα.

Ο Αδάμ θεωρείται ο πρώτος άνθρωπος. Γιατί όμως ο Αδάμ και όχι κάποιος άλλος; Θα μπορούσε να αναφερθεί πληθώρα πατερικών κειμένων, στα οποία φαίνεται ότι οι Πατέρες, όταν μιλούν για την κορωνίδα της Δημιουργίας, το τελειότερο έργο του Θεού, τον αποκαλούν άνθρωπο. Ο αποκαλούμενος άνθρωπος δεν νοείται απλώς με τη βιολογική του υπόσταση, αλλά με την παρουσία του Αγίου Πνεύματος μέσα του. Ο Ιω. Χρυσόστομος λέγει «άνθρωπος γαρ εστίν, ουχ όστις απλώς χείρας και πόδας έχει ανθρώπου, ουδ’ όστις εστι λογικός μόνον, αλλ’ όστις ευσέβειαν και αρετήν μετά παρρησίας ασκεί» (PG 46. 232). Δεν φθάνει να γεννηθεί κάποιος βιολογικά για να ονομασθεί άνθρωπος, αλλά πρέπει να έχει μέσα του και το Άγιο Πνεύμα. Και αυτό είναι σημαντικό, γιατί όποια σχέση υπάρχει μεταξύ ψυχής και σώματος, τέτοια σχέση υπάρχει μεταξύ της ψυχής και του Αγίου Πνεύματος. Έτσι ζωντανός και πραγματικός άνθρωπος είναι εκείνος που «χαριτώνεται» από τη Χάρη του Θεού. Διαφορετικά, είναι μεν άνθρωπος, αλλά είναι νεκρός για το Θεό και κυριαρχούμενος από διάφορα πάθη, μοιάζει με τα ζώα.

Σύμφωνα λοιπόν με την Πατερική Θεολογία, εφ’ όσον άνθρωπος είναι μόνον όποιος λαμβάνει μέσα του το Άγιο Πνεύμα και ο Αδάμ ήταν ο πρώτος που έλαβε το Άγιο Πνεύμα, άρα ο Αδάμ ήταν ο πρώτος άνθρωπος. Γι’ αυτό και ο Θεός θεώρησε τον Αδάμ ως την υπόσταση εκείνη που έγινε φορέας της ανθρώπινης φύσης και του έδωσε έτσι την πνευματική πατρότητα της ανθρωπότητας ολόκληρης. Με την έννοια αυτή ονομάζεται Πρωτόπλαστος. Γιατί ήταν ο πρώτος που πλάστηκε (εκτός από κατ’ εικόνα) και καθ’ ομοίωση του Θεού.

Στην έννοια του προσώπου εισέρχεται και η έννοια της σχέσης Θεού και ανθρώπου. Ο Θεός δίνοντας (εμφυσόντας) στον άνθρωπο το Πνεύμα το Άγιο δημιούργησε μαζί του μια προσωπική σχέση. Και αυτό ήταν που έκανε τον Αδάμ «το πρώτο πρόσωπο» της ανθρώπινης φύσης και την αιτία της υπόστασής του.

Παρά το ότι οι Πατέρες όταν μιλάνε για το Θεό τον ονομάζουν Πρόσωπο και όταν μιλούν για τον άνθρωπο, τον αποκαλούν κυρίως άνθρωπο, εν τούτοις τον όρο πρόσωπο σε μερικές περιπτώσεις τον αποδίδουν και στον άνθρωπο. Αυτό βέβαια γίνεται με συγκατάβαση, γιατί γνωρίζουν, ότι υπάρχει τεράστια διαφορά μεταξύ Θεού και ανθρώπου, μεταξύ Δημιουργού και δημιουργήματος. Και τούτο διότι ο Θεός είναι άκτιστος, ενώ ο άνθρωπος κτιστός.

Ο Ιω. Δαμασκηνός αποδίδει στον άνθρωπο τους όρους υπόσταση και πρόσωπο. Γράφει: «Επειδή δε πολλοί εισιν οι άνθρωποι, ο καθένας άνθρωπος υπόστασις εστίν, οίον Αδάμ υπόστασίς εστιν και η Εύα άλλη υπόστασις και ο Σηθ ετέρα υπόστασις. Ομοίως και επί των λοιπών. Έκαστος άνθρωπος υπόστασις ετέρα παρά τους λοιπούς ανθρώπους εστί και έκαστος βους υπόστασις εστί και έκαστος άγγελος υπόστασίς εστίν. Ώστε φύσις και μορφή και ουσία εστί το κοινόν και περιέχον τας ομοουσίους υποστάσεις, υπόστασις δε και άτομον και πρόσωπον το μερικόν ήγουν έκαστος των υπό το αυτό είδος περιεχομένων». Από αυτό το χωρίο φαίνεται, ότι και ο άνθρωπος είναι υπόσταση και επειδή η υπόσταση ταυτίζεται με το πρόσωπο, γι’ αυτό και ο όρος πρόσωπο αποδίδεται και στον άνθρωπο.

Μια τέτοια συσχέτιση μεταξύ του ανθρώπου και του προσώπου φαίνεται αμυδρά και σε ορισμένα χωρία της Αγίας Γραφής. Ο Παύλος, μιλώντας για την ένωση και κοινωνία του ανθρώπου με το Θεό, χρησιμοποιεί την έκφραση «πρόσωπον προς πρόσωπον». Λέγει: «βλέπομεν γαρ άρτι δι’ εσόπτρου εν αινίγματι, τότε δε πρόσωπον προς πρόσωπον» (Κορ. Α΄ 13. 12). Το χωρίο αυτό αναφέρεται στη νοερά προσευχή, δηλ. στο φωτισμό του νου («δι’ εσόπτρου εν αινίγματι») και τη θέωση, δηλ. τη θέα του Θεού («πρόσωπον προς πρόσωπον»), οπότε μπορεί να κατανοηθεί ότι ο άνθρωπος χαρακτηρίζεται ως πρόσωπο, όταν ενωθεί με το Θεό με τη θέωση και στην κατάσταση της θέωσης. Αυτός άλλωστε είναι ο πραγματικός άνθρωπος. Επίσης ο Παύλος αναφερόμενος σε μια μεγάλη θλίψη στην Ασία και στην απαλλαγή του με τη βοήθεια του Θεού και τις προσευχές των Χριστιανών λέγει: «ος εκ του τηλικούτου θανάτου ερρύσατο ημάς και ρύεται, εις ον ηλπίκαμεν ότι και έτι ρύσεται, συνυπουργούντων και υμών υπέρ υμών τη δεήσει, ίνα εκ πολλών προσώπων εις το ημάς χάρισμα δια πολλών ευχαριστηθή υπέρ ημών» (Κορ. Β΄ 1. 10-11).

Σήμερα χρησιμοποιείται κατά κόρον ο όρος πρόσωπο και προσωπικότητα για τον άνθρωπο, στην Ορθόδοξη όμως διδασκαλία πιστεύουμε, ότι η οντολογία του ανθρώπου βρίσκεται στο Αρχέτυπό του στο Θεό που τον δημιούργησε, αφού ο άνθρωπος είναι κατ’ εικόνα του Θεού πλασμένος. Έτσι η βιολογική ύπαρξη δεν εξαντλεί τον άνθρωπο. Ο άνθρωπος κατανοείται οντολογικά από τους Πατέρες μόνον ως ον θεολογικό. Η οντολογία του είναι «εικονική».

Έτσι μπορούμε, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, να χρησιμοποιήσουμε τον όρο πρόσωπο και για τον άνθρωπο, αφού κάνουμε μερικές διευκρινίσεις και με μεγάλη προσοχή. Μια από αυτές είναι ότι, όπως τον όρο άνθρωπο, κατά τους Πατέρες, δεν μπορούμε να τον αποδώσουμε μόνο σε όλους όσους ζουν, αλλά κυρίως σε όσους μετέχουν της καθαρτικής, φωτιστικής και θεοποιού ενεργείας του Θεού, έτσι και τον όρο πρόσωπο, μπορούμε να χρησιμοποιούμε γι’ αυτούς, που πορεύονται προς την κατά χάριν θέωση και είναι θεούμενοι. Όπως το «κατ’ εικόνα» είναι δυνάμει ομοίωση και η ομοίωση ενεργεία «εικόνα», έτσι και ο άνθρωπος με τη βιολογική του ύπαρξη είναι δυνάμει άνθρωπος και πρόσωπο. Θα γίνει ενεργεία άνθρωπος, όταν μεθέξει της άκτιστης ενέργειας του Θεού. Εφ’ όσον ο Θεός είναι Πρόσωπο, σημαίνει πως ο άνθρωπος γίνεται πρόσωπο, όταν ενωθεί με το Θεό.

Σύμφωνα λοιπόν με τα ανωτέρω, ο Αδάμ δεν είναι ένας απλός συμβολισμός, όπως θέλουν πολλοί να τον θεωρούν, αλλά ένα πραγματικό πρόσωπο, το πρώτο ανθρώπινο πρόσωπο και ο πρώτος άνθρωπος με τη θεολογική έννοια των όρων αυτών. Είναι αυτός στον οποίον έδωσε ο Θεός για πρώτη φορά το Άγιο Πνεύμα και δημιούργησε μαζί του προσωπική σχέση. Έτσι, ο Αδάμ καθίσταται ο πρώτος που έγινε αληθινός άνθρωπος και πρόσωπο και όχι δυνάμει που είναι κάθε άλλος άνθρωπος που πλάστηκε «κατ’ εικόνα Θεού». Με την ιδιότητα αυτή, ο Αδάμ καθίσταται επίσης Πρωτόπλαστος και όχι με την βιολογική έννοια, όπως θεωρείται από πολλούς.

Όσον αφορά τα της προσβολής της προσωπικότητας, του προσώπου και γενικά του ανθρώπου, η Εκκλησία έχει σαν οδηγό της την περίφημη δήλωση του απ. Παύλου στους Κορίνθιους: «λοιδορούμενοι ευλογούμεν, διωκόμενοι ανεχόμεθα, βλασφημούμενοι παρακαλούμεν, ως περικαθάρματα του κόσμου εγενήθημεν, πάντων περίψημα έως άρτι» (Κορ. Α΄ 4. 12-13). Δηλ. «στους εμπαιγμούς απαντάμε με καλά λόγια, στους διωγμούς με υπομονή, στις συκοφαντίες με λόγια φιλικά. Καταντήσαμε σαν τα σκουπίδια όλου του κόσμου, ως αυτή την ώρα θεωρούμαστε τα αποβράσματα της κοινωνίας». 
 
Πίσω από όσα γράφει εδώ ο Παύλος περί των Αποστόλων υπάρχει το πρότυπο του προφήτη της Π.Δ. και του ίδιου του Χριστού. Όχι μόνο στο σύνολο, αλλά και στους συγκεκριμένους στίχους έχομε λόγια του ίδιου του Χριστού, αν και δεν γίνεται καθόλου λόγος περί της πηγής τους, αλλά τα βλέπουμε στα: (Ματθ. 5. 5-10 και 5. 44, Λουκ. 6. 21-35). Ο Χρυσόστομος παρατηρεί: «….. ουκ εν γωνία μια ουδέ εν μικρώ της οικουμένης μέρει ταύτα πάσχομεν, φησιν, αλλά πανταχού και επί πάντων». Εξάλλου οι λέξεις περικαθάρματα και περίψημα είναι συνώνυμες. Τα «περικαθάρματα» είναι τα «κατακάθια» και το «περίψημα» είναι το σκουπίδι. Στο Παρ. 21. 18 μεταφράζεται ως περικάθαρμα η εβρ. λέξη, λύτρο. Στον Επίκτητο σημαίνει τον αρχόσχολο, τον «άχθος αρούρης». Στο Σουίδα και το Φώτιο η λέξη περικάθαρμα παίρνει εξιλαστήριο χαρακτήρα σε σχέση με καθαρτήριες θυσίες, για την αποτροπή ή την κατάπαυση λοιμού. Τα θύματα ήταν συνήθως απόκληροι ή κατάδικοι. Η όλη εικόνα του Αποστόλου κατανοείται μέσα από τη σταυρική θεολογία του Αποστόλου και τα αναφερόμενα ως χαρακτηριστικά της αποστολικής ζωής αναφέρονται, είτε σε ολόκληρη τη ζωή του Αποστόλου, είτε σε συνήθη συμβάντα μέσα στη ζωή του.

Μετά από όλα αυτά κατανοείται πλήρως το χάσμα μεταξύ ενός οιουδήποτε πολίτη και ενός χριστιανού πολίτη.

Το περικάθαρμα και το σκουπίδι της κοινωνίας, όταν τον κοροϊδεύουν και τον φτύνουν ευλογεί τους υβριστές του.

Όταν τον καταδιώκουν, δεν ανταποδίδει την καταδίωξη, αλλά υπομένει καρτερικά το διωγμό.

Όταν τον βρίζουν και τον συκοφαντούν απαντά με καλά λόγια και δεν ανταποδίδει τις βρισιές.

Ένα τέτοιο περικάθαρμα, ένα τέτοιο σκουπίδι, ένα απόβρασμα της κοινωνίας, ένας απόκληρος της κοινωνίας έχει κοσμικά ανθρώπινα δικαιώματα και διεκδικεί το δίκιο του στα κοσμικά δικαστήρια με κοσμικούς δικαστές;

Ασφαλώς, όχι.
 
Πηγή: fdathanasiou.wordpress.com
 
(Σχόλιο Εγκολπίου: Το ιστολόγιο μας δεν συμφωνεί με όλες τις τοποθετήσεις του παραπάνω άρθρου. Οι τονισμοί στο κείμενο είναι δικοί μας. Συμφωνούμε στο σκέλος του άρθρου πως η κάρτα του πολίτη δεν θίγει το πρόσωπο όσον αφορά στην θεολογική του διάσταση.)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου