Κυριακή 27 Απριλίου 2014

Βαρθολομαίος και ραββίνοι.

Από την ανακοίνωση του Πατριαρχείου.

Τήν Πέμπτην, 24ην Ἀπριλίου, ὁ Πατριάρχης ἔσχε συνάντησιν μετά τῶν ἐν Ὁλλανδίᾳ Σοφολ. Ραββίνων, ὑπό τήν ἡγεσίαν τοῦ Σοφολ. κ. Raphael Evers, κατά τήν διάρκειαν τῆς ὁποίας ἀντηλλάγησαν ἀπόψεις ἐπί θεμάτων ἀφορώντων εἰς προβλήματα τῆς συγχρόνου κοινωνίας, ὡς ἡ θρησκευτική βία, αἱ προσπάθειαι ὑπέρ τῆς εἰρήνης, ἡ ἀνεκτικότης καί ἡ σημασία τῆς ἐκπαιδεύσεως τῶν νέων, ἐνῷ ὁ Βαρθολομαιος ἀνεφέρθη εἰς τόν διεξαγόμενον ἀκαδημαϊκόν διάλογον μεταξύ Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί Ἰουδαϊσμοῦ.


https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEj_Yd06NWPQe462NWiISj31vLYkQ0RkZV6suVFgEEs8TKE8LWF7gnHUMckRcYux7ks8C8RV5znySeGDwUvcLIyuIUt_Em3tVGlLOg0M0SdIeoARo9j3ioKYUfSEmzouZub_m2XJZ5PH-RY/s640/Patr+stin+Holland9.jpg

Πηγή: taxidixoristaftotita.blogspot.gr

Συμπροσευχές του Πατριάρχη στην Ολλανδία.

Συμπροσευχές με Ιέρειες και Αιρετικούς είχε η επίσκεψη του Πατριάρχη στην Ολλανδία.

Η ανακοίνωση Οικουμενικού Πατριαρχείου: 
 
Ἡ συνέχεια τῆς Πατριαρχικῆς ἐπισκέψεως εἰς τήν Ὁλλανδίαν.
 
Τήν Πέμπτην, 24ην Ἀπριλίου, ὁ Πατριάρχης ἔσχε συνάντησιν μετά τῶν ἐν Ὁλλανδίᾳ  Σοφολ. Ραββίνων, ὑπό τήν ἡγεσίαν τοῦ Σοφολ. κ. Raphael Evers, κατά τήν διάρκειαν τῆς ὁποίας ἀντηλλάγησαν ἀπόψεις ἐπί θεμάτων ἀφορώντων εἰς προβλήματα τῆς συγχρόνου κοινωνίας, ὡς ἡ θρησκευτική βία, αἱ προσπάθειαι ὑπέρ τῆς εἰρήνης, ἡ ἀνεκτικότης καί ἡ σημασία τῆς ἐκπαιδεύσεως τῶν νέων, ἐνῷ ὁ Παναγιώτατος ἀνεφέρθη εἰς τόν διεξαγόμενον ἀκαδημαϊκόν διάλογον μεταξύ Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί Ἰουδαϊσμοῦ.

Ἀκολούθως, ὁ Πατριάρχης συνηντήθη μετά τῶν ἐν Ὁλλανδίᾳ ἐκπροσώπων  τῶν Ἀνατολικῶν Ἐκκλησιῶν, τῶν Παλαιοκαθολικῶν καί τῶν Ἀγγλικανῶν,  τῇ συμμετοχῇ τῶν συνοδῶν Αὐτοῦ, τοῦ Σεβ. Ἀρχιεπισκόπου κ. Πολυκάρπου τῶν Συροϊακωβιτῶν, τοῦ Θεοφιλ. Ἐπισκόπου κ. Ἀρσενίου τῆς Κοπτικῆς Ἐκκλησίαςκαί ἄλλων. Κατά τήν συνάντησιν ταύτην ὡμίλησαν ὁ Σεβ. Ἀρχιεπίσκοπος Οὐτρέχτης τῶν Παλαιοκαθολικῶν κ. Joris Vercammen καί ὁ Παναγιώτατος καί διεξήχθη συζήτησις ἐν ἀδελφικῇ ἀτμοσφαίρᾳ ἐπί θεμάτων κοινοῦ ἐνδιαφέροντος καί τῆς Χριστιανικῆς μαρτυρίας ἐντός τῆς σημερινῆς ἐκκοσμικευμένης κοινωνίας.

Τό ἑσπέρας τῆς ἰδίας, ὁ Παναγιώτατος μετά τῆς συνοδείας Αὐτοῦ παρέστη  κατά τόν τελεσθέντα ἐν τῷ ἐν Οὐτρέχτῃ Καθεδρικῷ ναῷ τοῦ ἁγίουGertrudis τῶν Παλαιοκαθολικῶν ἑσπερινόν, καθ’ ὅν ἐκκλησιάσθησαν ὁ Σεβ. Καρδινάλιος κ. Willem Eijk, Ἀρχιεπίσκοπος Οὐτρέχτης, ὁ Ἐντιμ. Δήμαρχος τῆς πόλεως κ. Jan Van Zanen καί ἄλλοι ἐπίσημοι.Ἐπηκολούθησε δεῖπνον ἐν αἰθούσῃ τοῦ ναοῦ, μετά τό τέλος τοῦ ὁποίου  ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης ἔδωκε διάλεξιν ἐντός τοῦ ὡς ἄνω ναοῦ ἐπί τοῦ θέματος  «Faith and Environment An inspirational perspective», τήν ὁποίαν παρηκολούθησαν  ὁ Σεβ. Καρδινάλιος κ. Willem Eijk, ἐκπρόσωποι τῶν ἐν Ὁλλανδίᾳ Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν καί διαφόρων χριστιανικῶν δογμάτων, ὁ Ἐξοχ. κ. Jan-Peter Balkenende, πρώην Πρωθυπουργός τῆς Ὁλλανδίας, Ἐλλογιμ. Καθηγηταί, ἄλλοι ἐπίσημοι καί πλῆθος κόσμου, ὑπερπληρώσαντος τόν Καθεδρικόν ναόν. Ἐπίσης ὡμίλησαν ὁ Αἰδεσιμολ. κ. Mattijs Ploeger, ὁ Ἐξοχ. κ. Jan-Peter Balkenende, ὁ Ἐντιμ. κ. Erik Kemink καί ὁ Σεβ. Ἀρχιεπίσκοπος Οὐτρέχτης κ. Joris Vercammen, οἱ ὁποῖοι ἐσχολίασαν διά λίαν τιμητικῶν λόγων τήν ὁμιλίαν καί τάς διαχριστιανικάς, οἰκολογικάς καί ἄλλας πρωτοβουλίας τῆς Α.Θ.Παναγιότητος. Ἐπηκολούθησε δεξίωσις.

 Φωτογραφίες από τoν οικουμενιστικό Εσπερινό στην Ολλανδία

http://www.pentapostagma.gr/wp-content/uploads/2014/04/%CE%B9%CE%B5%CF%81%CE%B5%CE%B9%CE%B1-500x333.jpg

 http://www.pentapostagma.gr/wp-content/uploads/2014/04/vartholomaios8-500x339.jpg

http://www.pentapostagma.gr/wp-content/uploads/2014/04/vartholomaios5.jpg

 http://www.pentapostagma.gr/wp-content/uploads/2014/04/vartholomaios.jpg

Πηγή: pentapostagma.gr

Συμπροσευχή με παπικούς στο Πατριαρχείο και πάλι.

Όσοι λέγουν ότι θα αποτειχιστούν, τί περιμένουν;

Είναι η Ορθοδοξία φύλακας της Ελληνικότητος;

62. "Αφού η Ορθοδοξία δεν είναι θρησκεία της Ελλάδας μόνο, γιατί της αποδίδετε χαρακτήρα θεματοφύλακα της ελληνικότητας; Έγιναν Έλληνες οι ορθόδοξοι Σέρβοι ή οι ορθόδοξοι Ρώσσοι;"
 
Απάντηση:


Ας απαντήσουν πρώτα, πόσα (και σε τί ποσοστό επί του συνόλου) δογματικά κείμενα της Ορθοδοξίας γνωρίζουν να έχουν γραφεί στα ελληνικά, με ελληνική φιλοσοφική γλώσσα, και πόσα κείμενα στα σλαβικά. Ας απαντήσουν εάν η κάθε μια γλώσσα εμπεριέχει και διαφορετική κοσμοθέαση, αντίληψη, και εάν ναι, τί σημαίνει η χρήση της ελληνικής αντί άλλης. Ας απαντήσουν, ποιοι και πόσοι Σλάβοι διαμόρφωσαν δια της συμμετοχής τους στις Οικουμενικές Συνόδους την φυσιογνωμία της Ορθοδοξίας. Ας αμφισβητήσουν την εθνικότητα της πλειοψηφίας όσων ελάμβαναν μέρος στις συνόδους αυτές καθόλη τη διάρκεια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Ας απαντήσουν εάν οι Σλάβοι παρέλαβαν την Ορθοδοξία από τους Έλληνες ή οι Έλληνες από τους Σλάβους. Ας απαντήσουν εάν η απάντηση στο παραπάνω ερώτημα συνεπάγεται ότι υπήρξε ελληνική πολιτισμική επιρροή επί των Σλάβων, διά της Ορθοδοξίας (αλφάβητο, θρησκεία, ζωγραφική αρχιτεκτονική κ.λ.π.). Ας απαντήσουν πρώτα, πώς θα υπήρχε αυτή η εμφανής ελληνική πολιτισμική επιρροή επί των Σλάβων, την οποία οι ίδιοι οι Σλάβοι ομολογούν ανεπιφύλακτα, εάν η Ορθοδοξία δεν ήταν διαμορφωμένη από Έλληνες, σε Οικουμενικές Συνόδους στις οποίες ελάμβαναν κατά κύριο λόγο Έλληνες, συζητώντας στα ελληνικά, γράφοντας με τρόπο ελληνικό.

«(...) Ο ελληνισμός έχει αποκτήσει αιώνιον χαρακτήρα μέσα εις την Εκκλησίαν˙ έχει ενσωματωθεί εις την σάρκα της˙ έχει γίνει αιώνια κατηγορία της χριστιανικής υπάρξεως. Εννοώ την χριστιανικήν αρχαιότητα, τον ελληνισμό των δογμάτων, τον ελληνισμόν της λατρείας, τον ελληνισμόν της εικόνος. Η χριστιανική λατρεία έχει σφραγισθεί δια παντός με το ελληνικό ύφος της ευσέβειας των μυστηρίων. Και αυτό έχει γίνει μέχρι τοιούτου βαθμού, ώστε να μη μπορούμεν να διεισδύσωμεν εις τον ρυθμόν της λειτουργικής μυσταγωγίας, εάν προηγουμένως δεν υποβληθώμεν εις ένα είδος μυστικού «εξελληνισμού». Μόνο παράφρονες θα απεφάσιζαν ποτέ να «αφελληνίσουν» την Λειτουργίαν και τας άλλας εκκλησιαστικάς ακολουθίας και να δώσουν εις αυτάς ένα ύφος περισσότερον «σύγχρονον». (...) Ο ελληνισμός δεν είναι απλώς μια φάσις της εκκλησιαστικής ιστορίας, ένας σταθμός εις την πορείαν της Εκλλησίας. Όταν ο θεολόγος αρχίζει να πιστεύει ότι αι ελληνικαί κατηγορίαι» έχουν ξεπερασθεί, αυτό σημαίνει απλούστατα ότι ο ίδιος έχει εξέλθει από τον ρυθμόν της εκκλησιαστικής κοινωνίας, ότι ο ίδιος έχει χάσει το αίσθημα της εκκκλησιαστικής ζωής. Ένας μόνον τρόπος υπάρχει δια να είναι η θεολογία μας καθολική: να είναι ελληνική. Μόνον έν τω ελληνισμώ ημπορεί να είναι κανείς αληθώς καθολικός. Αυτό το τελευταίον είναι κάπως διφορούμενον. Το αντιχριστιανικόν στοιχείον εδέσποζεν, ως γνωστόν, εις τον αρχαίον κόσμον. Ακόμη και σήμερον πολυάριθμοι είναι εκείνοι που καταφεύγουν εις τον παγανισμόν, δια να υψώσουν το ανάστημά των και να καταπολεμήσουν τον Χριστιανισμόν. Δεν πρέπει όμως να λησμονείται ότι ο ελληνισμός ενεσωματώθει εις την Εκκλησίαν. Αυτό ακριβώς είναι το ιστορικόν νόημα της πατερικής θεολογίας. Και αυτή η ενσωμάτωσις του ελληνισμού εις την Εκκλησίαν εχάραξεν επί του σώματος της ιστορίας μίαν μόνιμον και οριστικήν τομήν πασίδηλον σημείον της οποίας παραμένει το ευαγγελικόν κήρυγμα, η ιστορική φανέρωσις του σαρκωθέντος Λόγου. Ο χριστιανικός ελληνισμός, ο μεταμορφωθείς δια της επιφανείας του Λόγου και της ελεύσεως του Πνεύματος, είναι πλέον εξ ολοκλήρου γεγονός της ιστορίας. Όλα τα λάθη, όλαι οι πλάναι, όλοι οι πειρασμοί, φαινόμενον αρκετά συχνόν κατά την διάρκειαν των αιώνων, δεν είναι δυνατόν να εξασθενήσουν τη σημασίαν του θεμελιώδους αυτού γεγονότος: δια την κήρυξιν και την διάδοσιν του χαρμοσύνου αγγέλματος της εν Χριστώ σωτηρίας, δια την έκθεσιν και την διατύπωσιν της χριστιανικής θεολογίας εχρησιμοποιήθησαν ευθύς εξ αρχής κατηγορίαι ελληνικαί. Πατερική θεολογία και καθολικότης, ελληνισμός και ιστορικότης αποτελούν τας συζύγους όψεις ενός μοναδικού και αδιαιρέτου δεδομένου» (π. Γ. Φλορόφσκυ, «Η πορεία της Ρωσσικής Θεολογίας» εν Θεολογία, Αλήθεια και Ζωή, Αθήναι 1962, σελ. 32 ε. στον Θ. Ν. Ζήση, Επόμενοι τοις θείοις πατράσι. Αρχές και κριτήρια της Πατερικής Θεολογίας, εκδ. Βρυέννιος, σ. 71, 72).

Οι Σλάβοι λοιπόν δια της Ορθοδοξίας δεν έγιναν Έλληνες (αυτό, μέσω της θρησκείας, μόνο από αφελείς θα επιδιωκόταν. Φυσικά και θα μπορούσαν, εάν ήθελαν, οι «Βυζαντινοί» να εξελληνίσουν τους Σλάβους˙ αλλά δεν ήταν σοβινιστές), αλλά υπέστησαν την ελληνική πολιτισμική επιρροή, όπως οι ίδιοι οι Σλάβοι ακόμη και σήμερα παραδέχονται, δεχόμενοι την «ελληνική εκδοχή» του Χριστιανισμού. Η εκδοχή αυτή καθ' εαυτή είναι κατά κύριο λόγο ελληνική, για τους λόγους που προαναφέραμε, γι' αυτό και η Ορθοδοξία, παρόλο που σέβεται κάθε ιδιαιτερότητα (δίνοντας π.χ. αλφάβητο στους Σλάβους) και είναι για κάθε λαό, τον οποίο θεωρεί ισότιμο, είναι ιδιαίτερα ταυτισμένη με τον λαό ο οποίος την διατύπωσε και την διαμόρφωσε. Και τα αρχαία κείμενα, ελληνικά είναι, αυτό όμως διόλου δεν εμποδίζει την εξάπλωσή τους σε άλλους λαούς, οι οποίοι φυσικά δεν αποκτούν ελληνική συνείδηση, ούτε θεωρούν τα κείμενα αυτά ως εθνική τους δημιουργία, κληρονομιά. Έτσι λύνεται το πρόβλημα της παγκοσμιότητας αφενός του Χριστιανισμού, αφετέρου της ιδιαίτερης σχέσης του ελληνικού λαού με την εκδοχή αυτή του Χριστιανισμού.

Εμείς, σε αντίθεση με τα παραληρήματα κάποιων Νεοπαγανιστών, που λενε ότι οι σημερινοί Έλληνες είμαστε... Εβραίοι, ισχυριζόμαστε ότι, ούτε η Παλαιά Διαθήκη εξεβραΐζει, ούτε η αρχαιοελληνική φιλοσοφία εξελληνίζει, ούτε κάνει φιλέλληνες τους λαούς που ασχολούνται με αυτήν, ούτε τα ινδικά θρησκευτικά βιβλία σε κάνουν Ινδό... Άλλο πράγμα τα πολιτισμικά δάνεια, πράγμα που είναι απολύτως φυσιολογικό (εκτός κι αν απαγορευθεί η επικοινωνία μεταξύ ανθρώπων και λαών) κι άλλο η εθνική αφομοίωση του λαού που αποδέχεται πολιτισμικό δάνειο από τον λαό που το δίνει, πράγμα σπάνιο. Ούτε αποεθνικοποίηση και αλλοτρίωση προκαλούν τα πολιτισμικά δάνεια, ούτε συναισθήματα κατωτερότητας.

Ισχυρίζονται κάποιοι νεοπαγανιστές, ότι δια της Ρωμηοσύνης υποβιβάζεται ο Ελληνισμός στην ίδια θέση με τους εθνικισμούς των άλλων βαλκανικών λαών. Και σ' αυτή την περίπτωση αντιστρέφουν την αλήθεια. Το άσπρο το κάνουν μαύρο. Διότι οι λοιποί λαοί, βαλκανικοί και μη, μετέχουν στον εκκλησιαστικό ελληνισμό και δεν υποβιβάζεται ο ελληνισμός στο επίπεδο βαλκανικού εθνικισμού. Ενώ μέσω της Ρωμηοσύνης γινόταν αρμονική διασύνδεση ''εθνικισμού'' και ''διεθνισμού'', αντίθετα, μέσω της αρχαιοπληξίας καταλήγει σε έναν εθνικισμό μικρού «πολιορκημένου έθνους», του οποίου οι φορείς και οι μέτοχοι είτε έχουν ιδεοληψίες απομονωτισμού («είμαστε μόνοι μας, όλοι μάς μισούν») είτε οδηγούνται σε φαντασιοπληξίες «παγκόσμιου ελληνισμού», «όλα είναι ελληνικά, όλοι είναι Έλληνες» («άρα προσκυνάτε μας και ταΐζετε το κράτος μας και μετατρέψτε την Ελλάδα σε ένα Παγκόσμιο Πάρκο-Ελβετία»), φαντασιοπληξίες που κάθε μικρό έθνος έχει. Ο εκκλησιαστικός Ελληνισμός, η Ρωμηοσύνη, είναι ένα κατόρθωμα στου οποίου τα αγαθά μετέχουν όλοι οι οι λαοί, διότι τα πολιτισμικά αγαθά δεν κλειδαμπαρώνονται, και συνεπώς δεν έχει να κάνει με εδαφικούς βαλκανικούς μωροεθνικισμούς (άλλωστε ο βουλγάρικος εθνοφυλετισμός, η χρησιμοποίηση της βουλγαρικής Εκκλησίας για εθνικιστικούς σκοπούς, έχει καταδικαστεί ως αίρεση από το Πατριαρχείο Κων/λεως.). Οι δυτικοί αρχαιολάτρες φιλέλληνες, ποτέ δεν θα γίνουν Έλληνες. Πάντα θα υπερασπίζονται τα συμφέροντα του έθνους τους. Ο Γάλλος αρχαιολάτρης φιλέλληνας, θα υπερασπιστεί τα συμφέροντα της Γαλλίας κατά της Ελλάδας˙ ο Γερμανός αρχαιολάτρης φιλέλληνας, θα υπερασπιστεί τα γερμανικά συμφέροντα κατά της Ελλάδας˙ ο Άγγλος αρχαιολάτρης φιλέλληνας θα πουλήσει την Κύπρο, αν τα συμφέροντα της πατρίδας του του το υπαγορεύουν, όσον Όμηρο και Πλάτωνα κι αν γνωρίζει απ' έξω κι ανακατωτά κι όση «ελληνική παγκόσμια λογική» κι αν έχει. Κανένας «παγκόσμιος ελληνισμός» δεν έσωσε ποτέ καμμία Ελλάδα (μήπως οι αρχαιολάτρες, ουμανιστές Δυτικοί της Αναγέννησης, δεν έστειλαν την τεράστια βοήθεια των δύο πλοίων και 700 στρατιωτών στην τυπικά ενωμένη μαζί τους Πόλη το 1453;). Ακόμη κι οι φιλέλληνες του 1821 δεν έγιναν Έλληνες. Αντίθετα, η Ρωμηοσύνη αναιρεί κάθε βαλκανικό μικροεθνικισμό και καθιστά τους μετόχους του εκκλησιαστικού Ελληνισμού, Έλληνες στην παιδεία σεβόμενη ταυτόχρονα την φυλετική ιδιαιτερότητά του καθενός (δεν είναι ισοπεδωτική, όπως ο «παγκόσμιος ελληνισμός» - λέγε με εκδυτικισμό) κι έτσι δεν τίθεται θέμα εθνικισμού. Μόνο όταν ο αρχαιοδυτικός εθνικισμός παρεισφρύσει, παρουσιάζονται τέτοια ζητήματα. Μόνο όταν η δυτικόπληκτη αρχαιολατρία παρεισφρύει, ο Έλληνας νοιώθει απειλούμενος από τον Σλάβο, ο Βούλγαρος γίνεται εχθρός και αρχίζει κι αυτός τον εθνικιστικό του αγώνα να αποδείξει ότι το βουλγαρικό έθνος είναι... αυτόχθον και αρχαιότερο του ελληνικού. Με την Ρωμηοσύνη όμως τέτοια πράγματα δεν υπάρχουν. Οι Σλάβοι έχουν ως αφετηρία του πολιτισμού τους την Ορθοδοξία, ενώ οι Δυτικοί δεν έχουν ως αφετηρία την αρχαία Ελλάδα. Αιώνες πριν την «Αναγέννηση» υπήρχε δυτικός πολιτισμός. Για όλα αυτά έχουμε το '21 επιστολές όπως αυτή των «εις Βρασοβόν ευρισκομένων Βουλγάρων» προς τον Ανδρέα Κομπατή στις 24/7/1824 «Να προχωρήσουν τα αδέλφια μας οι χριστιανοί, να έλθουν ολίγον παρέδω έως εις την Θεσσαλονίκην κάν και τότε να ιδής τί άνθρωποι είμεθα. Αδελφέ κυρ Ανδρέα, ένα μόνον πράγμα επιθυμούσαμεν να έχωμεν, κανα-δυο ανθρώπους σταλμένους από την διοίκησιν του Γένους». Έχοντας κοινό λόγιο πολιτισμό (τον εκκλησιαστικό ελληνισμό, την Ορθοδοξία), αλλά και κοινά έθιμα, μουσική, παραδόσεις, οι Βαλκανικοί λαοί ενώνονται και καταργούν τους εθνικισμούς, γινόμενοι λίγο-πολύ Έλληνες. Οι δυτικοί αρχαιολάτρες, όμως, ούτε έχουν κοινό αρχαίο πολιτισμό με τους Νεοέλληνες (αφού αυτός μόνο στα αγγεία και στα κείμενα υπάρχει) ούτε και κοινά έθιμα, μουσική, παραδόσεις κ.λπ., ώστε να καταργηθεί ο εθνικισμός και να γίνουν Έλληνες πολιτιστικά. Ο «παγκόσμιος εθνικισμός» (έτσι θα 'πρεπε να τον αποκαλούν, κι όχι «παγκόσμιο ελληνισμό») που πλάσαραν και ακόμη πλασάρουν, κατάφερε να μετατρέψει τους Βούλγαρους και τους άλλους Βαλκάνιους Ορθόδοξους, από συναγωνιζόμενους κατά του κατακτητή σε θανάσιμους εχθρούς, άρα να επιφέρει αυτό, το οποίο οι αρχαιόπληκτοι κατηγορούν την Ορθοδοξία ότι είναι προϊόν της. Και σ' αυτήν την περίπτωση βλέπουμε τους αρχαιολάτρες να κατασκευάζουν με τη φαντασία τους μια άποψη περί Ορθοδοξίας και στη συνέχεια να κατηγορούν την Ορθοδοξία για τη δική τους άποψη, ωσάν αυτή να ήταν δική της.

Βέβαια, η άποψη πως μόνο δια της αρχαιοελληνικότητας οι λαοί θα ενωθούν («αν επιδιώκουν να αισθανθούν αδελφωμένοι, ούτε το Πάσχα ούτε το Ραμαζάνι θα τους αδελφοποιήσουν, αλλά οι Ολυμπιακοί Αγώνες» Δαυλός, τ. 239, σ. 15329), παραγνωρίζει ότι αυτή η «ελληνικότητα» είναι η δυτική «ελληνικότητα» της Αναγέννησης, που καμμία σχέση δεν έχει με την αρχαιοελληνικότητα. Για παράδειγμα, μπορεί ο Μουσουλμάνος κι ο Ισραηλινός να σέβονται και να μελετούν τον Αριστοτέλη και να συμμετέχουν στους Ολυμπιακούς Αγώνες, όπως και οι Χριστιανοί της Δύσης, αλλά σε καμμιά περίπτωση δε θα δεχτούν να ενωθούν.. υπό τον Δία ή να λατρέψουν τα.. είδωλα. Με άλλα λόγια, η «ελληνικότητα» που αποδέχονται οι λαοί αφορά αποκλειστικά ένα κομμάτι από το μη θρησκευτικό τμήμα της κι όχι την αρχαία θρησκεία ούτε την «αρχαιοελληνικότητα» στο σύνολό της.

Κατηγορούν οι Νεοπαγανιστές το Χριστιανισμό, ότι έφερε την πρώτη «παγκοσμιοποίηση» της εποχής, ισοπεδώνοντας πολιτισμούς και έθιμα. Όμως, ξεχνούν ότι και οι Στωικοί το ίδιο ήθελαν «μία ποίμνη και εις ποιμήν». «Το περίφημον εκείνο και τόσον πολύ θαυμαζόμενον πολιτειακόν σύστημα του Ζήνωνος, του ιδρυτού της Στοάς, εις ένα σκοπόν, τον εξής απέβλεπε, να μην κατοικώμεν δηλαδή κατά πόλεις και κώμας χωρισμένοι οι μεν από των δε δια νόμων ιδιαιτέρων, αλλά να θεωρώμεν πάντας τους ανθρώπους συμπολίτας και μέλη του αυτού κράτους και να υπάρχει ένας τρόπος ζωής πάντων και μία τάξις ωσάν ενός ποιμνίου το οποίον τρέφεται με ίσον δίκαιον εις κοινάς νομάς», γράφει ο Πλούταρχος (Περί της Αλεξάνδρου τύχης ή αρετής, 1, 6). Αυτό που θέλησε η Στοά, είναι αιτία κατηγορίας εναντίον του Χριστιανισμού; Δεν περιμένουμε απάντηση από τους «αρχαιολάτρες», διότι ο καθένας λέει ό,τι θέλει. «Υπάρχει η ραγδαία ομογενοποίηση της ανθρωπότητας στο σκέπτεσθαι και στο ζην, στο ελληνικό σκέπτεσθαι και ζην»˙ «ο περίφημος "πολυπολιτισμός" μπορεί να εννοηθή μόνον ως διάφορα τοπικά "φολκλόρ" και "πιστεύω" (που έτσι κι αλλιώς σήμερα είναι πια "άταφα πτώματα" μετά την επαφή τους και την αναμέτρησή τους με την ελληνική αντίληψη της πραγματικότητας)» διαπιστώνει χαρούμενος ο Δ. Λάμπρου (Δαυλός, τ. 238, σ. 15249) αυτοαπατώμενος ότι η σημερινή παγκοσμιοποίηση είναι ελληνική. Κάθε άλλο παρά ελληνική είναι, βέβαια˙ είναι αμερικανική και δυτική επέκταση, κυριαρχία του αγγλοσαξωνικού τρόπου ζωής, αντίληψης της πραγματικότητας, διασκέδασης κ.λπ. Από τη μια οι αρχαιολάτρες λένε πως η «Αναγέννηση» δεν ήταν ελληνικότητα, με απλά λόγια ότι ο Δυτικός νεωτερικός πολιτισμός δεν είναι πραγματικά ελληνικός (αυτό είναι σωστό), αλλά από την άλλη ισχυρίζονται πως η εξάπλωση αυτού του Δυτικού νεωτερικού πολιτισμού (και η εκμηδένιση των άλλων πολιτισμών) συνιστά «θρίαμβο της Ελλάδας». Βλέπουμε πόσο καλοί απολογητές του παρόντος Συστήματος και της εξάπλωσής του γίνονται ακόμα και οι πλέον «ελληνόφρονες» αρχαιολάτρες: αρκεί απλώς (για τις ανάγκες της αυτοεξαπάτησής τους) να βαφτίσουν το Σύστημα «ελληνικό». Γι' αυτό εμείς λέμε ότι οι «αρχαιολάτρες» και οι νεοεποχίτες είναι τα αγαπημένα παιδιά του... «Εξουσιασμού», τον οποίο τάχα αντιμάχονται. Ωστόσο, βλέπουμε ότι αυτοί που τάχα υπερασπίζονται την ετερότητα του καθενός πολιτισμού, δεν έχουν κατά νου τη διατήρηση των άλλων πολιτισμών: χαίρονται που οι άλλοι πολιτισμοί και οι δικές τους νοηματοδοτήσεις της πραγματικότητας (αυτό είναι ο πολιτισμός, ουσιαστικά) έχουν καταστραφεί.

Πηγή: Ενάντια στην Αρχαιοπληξία.

Λόγοι περί αγάπης.

«Ο δε Ιησούς έφη αυτώ· αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εν όλη τη καρδία σου... και τον πλησίον σου ως εαυτόν», Ματθ. κβ' 35-46
 
Αγίου Θεολήπτου Φιλαδελφείας.

Α. Θέλω αδελφοί να συνθέσω τον ύμνον τής αγάπης. Και πάλι δεν ημπορώ να παραστήσω με λόγια την ευπρέπειάν της· διότι αυτή, η ωραιοτέρα από όλες τις αρετές, ως κεφαλή των καλών που είναι, γίνεται καταλη­πτή με έργα και εμπειρίαν. Γι’ αυτό και την θαυμασίαν αυτήν αγάπη γνωρίζουν ακριβώς εκείνοι, που ηξιώθησαν να περιπα­τήσουν την οδόν αυτής. Διότι άλλοι μεν έχουν την αγάπη στο στόμα και ομιλούν περί αυτής, ενώ άλλοι έχοντας αποκτήσει αυτήν στην καρδία τους την δημοσιεύουν με τα άριστα έργα τους. Αυτοί είναι πολύ ανώτεροι από τους προηγουμένους. Αλλά, αν και το μεγαλείον τής αγάπης υπερβαίνει τις δυνατότητες των λόγων μου, όμως με συντομία θα την εξυμνήσωμε, ώστε πολλοί να γίνουν ερασταί της.

Η αγάπη, αγαπητοί αδελφοί μου, είναι έργον που τελείται μέσα στην ψυχήν. Θερμαίνει την καρδίαν, φωτίζει τον νουν, εξυπνά την διάνοια στην μελέτη τών λογίων τού Θεού, διεγείρει όλον το σώμα στους κόπους τών θείων εντολών. Το δώρον τής αγάπης το εχάρισε εξ αρχής στον άνθρωπον ο Θεός· αυτήν λαμβάνοντας ο άνθρωπος, την ενεδύθη ωσάν μίαν κοσμιωτάτην στολήν, αλλά την έσχισεν ο λη­στής τών ψυχών μας και άφησε τον άνθρωπον γυμνόν και πλήρη ασχημοσύνης.

Πώς όμως σχίζεται ο χιτώνας τής αγάπης και πώς πάλι περισώζε­ται; Ακούτε:

Όταν ο άνθρωπος αγαπά τον Θεόν «εξ όλης καρδίας» και πράτ­τει όσα είναι αρεστά σ’ αυτόν, τότε όλη η αγάπη της ψυχής είναι αδιαμέριστος, επειδή όλη η αγαπητική δύναμις είναι προσκολλημένη στον Θεόν τότε η ψυχή λαμπρύνεται ενδυομένη την ομορφιά τής αγάπης σαν βασιλικήν πορφύραν και φαίνεται σαν περιστερά που χρυσαυγίζει. Όταν όμως αρχίση να αγαπά τον χρυσόν, τον άργυ­ρον, τους πολυτίμους λίθους και κάθε άλλην ύλη τής γης, ακόμη δε και την τρυφήν και όλην την ποικιλίαν τών φαγητών και την ζωήν τής σαρκός που έχει κατάληξι τον θάνατον, και την φαινομενικήν δόξαν τών ανθρώπων που κρατά τόσον ολίγον, όταν ο άνθρωπος θέ­ση σε όλα αυτά την όρεξι τής ψυχής του, τότε διαμερίζεται ο χιτώ­νας τής αγάπης και κατακόπτεται· όταν δε η αγάπη διαλυθή και διαμοιρασθή στον κόσμον αυτόν, τότε μένει ο άνθρωπος έρημος και γυμνός και ελεεινός. Όπως δηλαδή εάν κάποιος σχίση το ιμάτιον ενός ανθρώπου φανερώνει σε όλους την ασχημοσύνην τής σαρκός του επειδή τον απεγύμνωσε από αυτό που τον εσκέπαζε, έτσι και ο διάβολος όταν αρπάση και κατακόψη και διασκορπίση στα πράγμα­τα του φθειρομένου κόσμου την καλήν επιθυμίαν τής ψυχής την οποίαν έλαβεν από τον Θεόν, εγύμνωσε την ψυχήν από την αγαθήν αγάπη και συγχρόνως την απεγύμνωσε και από την βοήθειαν του Θεού· επειδή όταν απομακρυνθή η ψυχή από την θείαν αγάπη, τότε απομακρύνεται και από την βοήθειαν του Θεού.

Το ότι αυτός που δεν αγαπά τον Θεόν έχει στερηθή και την βοήθειάν του, θα μας το φανερώση το τροπάριον το οποίον ψάλλουμε· διότι η ψυχή η οποία είναι γυμνή από τις αρετές και την αγάπη, βλέποντας την ακοσμία της και πενθώντας για την ελεεινότητά της, λέγει: «τόν νυμφώνα σου βλέπω, Σωτήρ μου, κεκοσμημένον, αλλ’ ένδυμα ουκ έχω ίνα εισέλθω· λάμπρυνόν μου την στολήν». «Βλέπω» λέγει, «Σωτήρ μου, τον νυμφώνα τής βοηθείας σου, ότι είναι πλήρης από κάθε αγαθότητα, αλλά δεν έχω ένδυμα αγάπης για να εισέλθω και στο φρούριον της ιδικής σου βοήθειας· γι’ αυτό λάμπρυνέ μου τον νου με την στολήν τής αγάπης «φωτοδότα και σώσον με» ώστε στολισμένη με την αγάπη να αξιωθώ και της σωτηρίας».

Αυτήν την αγάπη θέλοντας να φυτεύση πάλι στις καρδιές τών ανθρώπων ο Υιός τού Θεού ήλθε στην γη, και αφού συνέρραψε και ενοποίησε την ψυχήν την οποίαν είχε καταμερίσει ο διάβολος στις επιθυμίες τού κόσμου, την ανύψωσεν ολοκληρωτικώς στην αγάπη τού Θεού. Ενέδυσε έτσι την ψυχή με την προηγούμενη στολήν της και την έκαμεν ωραιοτάτη. Γι’ αυτό και λέγει «πυρ ήλθον βαλείν επί την γην και τί θέλω ει ήδη ανήφθη;». Πιστεύω ότι πυρ, εδώ, ονομάζει την αγάπην, την οποίαν έσβησε μεν ο διάβολος, ήναψε δε πάλιν ο Χριστός με την αγία πολιτεία του και τις σεπτές εντολές. Η αγάπη είναι έμβλημα και γνώρισμα των χριστιανών: «εν τούτω γνώσονται», λέγει «πάντες ότι εμοί μαθηταί εστέ, εάν αγαπάτε αλλήλους».
 
Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως του εν Αιγίνη.
 
Β. Αγάπη! Θείον ιδίωμα· διότι και «ο Θεός αγάπη εστί», γι’ αυτό και «ο μένων εν τη αγάπη εν τω Θεώ μένει και ο Θεός εν αυτώ». Η αγάπη είναι αγαθή διάθεσις της ψυχής, με την οποίαν αυτή δεν προτιμά περισσότερον από την γνώσι τού Θεού κανένα από τα όντα. Η αγάπη διδάσκει την τήρησι των θείων νόμων. Η προς τον Θεόν αγάπη οδηγεί στην τήρησι των εντολών οι οποίες ανυψώνουν στην γνώσι τού Θεού. Αυτός που εδέχθη τον θείον έρω­τα, καταφρονεί μεν γενικώς όλα τα γήϊνα, καταπατεί δε όλες τις ηδονές τού κόσμου· περιφρονεί τον πλούτον, την δόξαν και την τιμήν τών ανθρώπων· θεωρεί ότι καθόλου δεν διαφέρει η βασιλική αλουργίς από τον ιστόν τής αράχνης· παρομοιάζει τους πολυτίμους λίθους με τα λιθαράκια τής παραλίας. Δεν θεωρεί αξιομακάριστον την υγεία τού σώματος, ούτε αποκαλεί την νόσον συμφοράν, ούτε την πτωχεία την ονομάζει αποτυχία ούτε θεωρεί τον πλούτον και την τρυφήν ορισμόν τής ευδαιμονίας· αλλά θεωρεί, και καλώς, ότι καθένα από αυτά ομοιάζει με τα ρεύματα του ποταμού τα οποία διέρχονται πλησίον τών δένδρων τής όχθης χωρίς να σταματήσουν σε κανένα από αυτά.

Αληθώς η πνευματική αγάπη είναι πόλις οχυρά, που δεν ημπορεί να νικηθή ούτε να πολιορκηθή από τον διάβολον, ούτε με υπόγεια ορύγματα ούτε με υψηλές κλίμακες· ούτε ακόμη με τις ελεπόλεις τού σατανά υποκύπτει, επειδή φυλάσσεται από τον Δεσπότην Χριστόν.

Όταν υπάρχει το επίσημον ένδυμα της αγάπης, αρκεί για να δείξη τον ακριβή μαθητήν τού Χριστού, όχι μόνον σ’ εμάς, αλλά και στους απίστους. Διότι «εν τούτω», λέγει, «γνώσονται πάντες, ότι μαθηταί μου εστέ, εάν αγαπάτε αλλήλους». Ώστε το σημείον αυτό είναι μεγαλύτερον από όλα τα άλλα σημεία, αφού με αυτό αναγνωρίζεται ο μαθητής. Και αν κάμουν ωρισμένοι μύρια σημεία, επαναστατούν όμως ο ένας εναντίον τού άλλου, θα γίνουν περίγελως των απίστων όπως ακριβώς και αν δεν κάμουν κανένα σημείον, αγαπούν όμως αλλήλους με συνέπειαν, είναι και παραμένουν σεβαστοί και απρόσβλητοι από όλους. Η αγάπη είναι η εικόνα τών μαθητών τού Κυρίου, το χαρακτηριστικόν των δούλων τού Θεού, το γνώρι­σμα των Αποστόλων επειδή από αυτήν τους αναγνωρίζουν όλοι.

Αγάπη, το εξαίρετον αγαθόν, το υπέρτατον γνώρισμα των μα­θητών τού Χριστού. Η αγάπη χαρακτηρίζει τον Χριστιανόν και είναι το μεγαλύτερον από όλα τα σημεία, διότι αυτή είναι φύλακας και συνεργός και των άλλων εντολών. Και όπως οι ιμάντες που είναι από σίδηρον συγκροτούν τις οικοδομές, έτσι και αυτή προξενεί την τελειότητα και συνενώνει τα μέλη τού ενός σώματος. Όταν είναι αυτή παρούσα, συσφίγγει όλα τα μέλη μεταξύ τους, όταν όμως απουσιάζει όλα διαλύονται και αποδεικνύονται ότι ήσαν υποκρισία και ένα τίποτε. «Η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει» δηλαδή ποτέ δεν αστοχεί, αλλά όλα τα κατορθώνει ή, το ανώτερον από αυτό, δεν διαλύεται, δεν διακόπτεται, δεν παύει ποτέ, αλλά παραμένει και στον μέλλοντα αιώνα, όταν όλα τα άλλα καταργούνται· δεν ανατρέπεται, αλλά μένει πάντοτε, σταθερή, απαρασάλευτος και αμετακίνητος. «Η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει»· και αν άλλοι επαναστατούν και αν χαίρουν με τις μάχες, και αν ζητούν τα πρωτεία και αν ο φθόνος τούς ερεθίζει, και αν καταπιάνονται με αδικίες, και αν κάμουν τα άνω κάτω, η αγάπη ποτέ δεν εκπίπτει από την έδρα και την αρετή της.

Ο Θεός, αγάπη καλούμενος, δεν είναι μία διάθεσις, αλλά ουσία, η οποία αγαπά αυτά τα οποία δημιουργεί και για τα οποία προνοεί. Ο Θεός μας είναι η Αγάπη, και αυτό το όνομα χαίρεται ο Θεός να ακούη περισσότερον από οποιοδήποτε άλλο.

Η αγάπη τού Θεού ξεπερνά υπερβολικώς κάθε άλλην αγάπη. Δεν προνοεί για μας απλώς, αλλά με έρωτα, και έρωτα σφοδρόν και άφθαστον, έρωτα απαθή μεν, θερμότατον δε και εντονώτατον και γνήσιον και ακατάλυτον, ο οποίος είναι αδύνατον να σβήση.

Τί δεν έκαμεν ο Θεός για εμάς; εδημιούργησε τον κόσμον φθαρτόν προς χάριν μας και τον έκαμε άφθαρτον πάλι για μας· παρεχώρησε να κακοποιηθούν προς χάριν μας οι Προφήτες, τους έστειλε για εμάς σε αιχμαλωσία, τους άφησε να πέσουν στην κάμινο για εμάς· να υπομείνουν για εμάς τα μύρια κακά. Και τούς Προφήτες προς χάριν μας τους έκαμε, και τους Αποστόλους προς χάριν μας· τον μονογενή του για εμάς τον παρέδωσε, προς χάριν μας κολάζει τον διάβολο. «Δι’ ημάς Θεός εν ανθρώποις· διά την καταφθαρείσαν φύσιν ο Λόγος σαρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν μετά των αχαρίστων, ο ευεργέτης· προς τους αιχμαλώτους, ο ελευθερωτής· προς τους καθημένους εν σκότει, ο ήλιος τής δικαιοσύνης· επί τον σταυ­ρόν, ο απαθής· επί τον θάνατον η ζωή· επί τον Αδην το φώς· η Ανάστασις διά τους πεσόντας», πνεύμα υιοθεσίας, χαρισμάτων διανομαί· στεφάνων επαγγελίαι και τα άλλα, όσα δεν είναι εύκολον ούτε να τα απαριθμήσης.

Η αγάπη τού Θεού έδειξε τον Θεόν επάνω στην γην, η αγάπη τού Θεού έκαμε δούλον τον Δεσπότην. Η αγάπη τού Θεού έκαμε τον Αγαπητόν να παραδοθή υπέρ τών εχθρών· τον Υιόν υπέρ αυτών που τον εμισούσαν, τον Κύριον υπέρ των δούλων· τον Θεόν υπέρ των ανθρώπων, τον ελεύθερον υπέρ τών υπηρετών. Και ούτε εκεί εστάθη, αλλά και σε μεγαλύτερα μας εκάλεσε· διότι όχι μόνο μας απήλλαξε από τα προηγούμενα κακά, αλλά και πολύ περισσότερα μας υπεσχέθη. Η αγάπη τού Θεού είναι ένδοξος σοφία και θα χορηγήση αυτήν σε όσους τον αγαπούν. Αυτός που αγαπά τον Θεόν τη­ρεί τον λόγον του και ο Θεός τον αγαπά και του εμφανίζει τον εαυτόν του· «Εάν τις αγαπά με», λέγει ο Κύριος, «τον λόγον μου τηρή­σει, και ο πατήρ μου αγαπήσει αυτόν».

Οι ερασταί τού Θείου ειλκύσθησαν προς τον θείον έρωτα από την θείαν χάριν, η οποία απεκαλύφθη στην ψυχήν και επενήργησε στην καθαράν καρδίαν τους ελκύοντας αυτήν προς τον Θεόν. Ο εραστής τού Θείου ηράσθη πρώτα αυτός από τον Θεόν και έπειτα ηράσθη αυτός τον Θεόν. Ο εραστής τού Θείου έγινε προηγουμένως υιός αγάπης και έπειτα αυτός ηγάπησε τον ουράνιον Πατέρα.

Ο θείος έρως είναι αγάπη τού Θείου τελεία εκδηλουμένη ως άπαυστος πόθος τού Θείου. Ο θείος έρως γεννάται στην καρδίαν που έχει καθαρθή· διότι μέσα σ’ αυτήν επιφοιτά η θεία χάρις. Ο έρως τού Θείου είναι θείον δώρημα, το οποίον εδωρήθη στην ψυχή που αγνεύει, από την θείαν χάριν η οποία επεφοίτησε και απεκαλύφθη στην ψυχήν. Ο θείος έρως σε κανένα δεν εισέρχεται χωρίς θείαν αποκάλυψι· διότι η ψυχή που δεν εδέχθη αποκάλυψι, δεν έχει δεχθή την επίδρασι της θείας χάριτος και μένει απαθής προς τον θείον έρωτα· είναι δε αδύνατον να γεννηθή θείος έρως χωρίς να επενεργήση στην καρδία θεία δύναμις. Ο θείος έρως είναι ενέργεια τής θείας χάριτος η οποία ενοικεί στην καρδίαν.

Η καρδία τού εραστού τού Κυρίου ουδέποτε κοιμάται, αλλά ευρίσκεται πάντοτε σε εγρήγορσιν από το πλήθος τού έρωτος. Ο άνθρω­πος «καθεύδει» από την ανάγκη τής φύσεως, «η δε καρδία αγρυπνεί» υμνώντας τόν Κύριον. Ο θείος Χρυσόστομος λέγει για τον πνευματικόν έρωτα· «Είναι τόσον επιτακτικός ο πνευματικός έρως, ώστε δεν υποχωρεί ούτε μία στιγμή, αλλά πάντοτε κατέχει την ψυχήν τού αγαπώντος και δεν επιτρέπει να περιπέση σε καμμίαν θλίψιν ή οδύνην η ψυχή». Η ψυχή που αγαπά τον Θεόν προσκολλάται στερρώς προς τον Θεόν και έχει εμπιστοσύνη σ’ αυτόν, και όλη την ελπίδα της την έχει αναθέσει σ’ αυτόν. Ο θείος έρως της την ανυψώνει προς τον Θεόν και διαλέγεται ημέρα και νύκτα με Αυτόν. Η ψυχή που έχει τρωθή από τον θείον έρωτα δεν επιθυμεί τίποτε άλλο παρά μόνον το άκρον αγαθόν, περιφρονεί δε τα πάντα και τα πάντα της προξενούν αηδίαν. Η ψυχή που έχει έρωτα προς τον Θεόν έχει για μελέτην της τα λόγια τού Θεού και ενασχόλησί της τα σκηνώματά του.

Όταν ομιλή, διηγείται τα θαυμάσια του Θεού και όταν συζητή, λαλεί περί της δόξης και της μεγαλοπρεπείας του. Αναπέμπει απαύστως αίνον και ύμνον στον Θεόν και με θείον πόθον τον λατρεύει. Τόσον αφωμοίωσε ο θείος έρως όλην την ψυχήν προς τον εαυτόν του, την περιέθαλψε και εξοικειώθη μαζί της.

Η ψυχή που έφθασε στον θείον έρωτα εγνώρισε τον Θεόν, η δε επίγνωσις ανέφλεξε τον θείον έρωτά της. Η ψυχή αυτή έγινε μακαρία, διότι επέτυχε την ιεράν της επιθυμίαν, η οποία εξεπλήρωσε τους πόθους της· κάθε επιθυμίαν, κάθε πόθον, κάθε έφεσιν ξένην προς την θείαν αγάπην την αποκρούει ως ταπεινήν και αναξίαν για τον εαυτόν της. Η ψυχή που ετρώθη από τον θείον έρωτα, πάντοτε χαίρει και αγάλλεται και σκιρτά και χορεύει διότι ευρίσκεται επαναπαυομένη στην αγάπην τού Κυρίου «ως επί ύδατος αναπαύσεως»· κανένα από τα θλιβερά τού κόσμου δεν ημπορεί να διαταράξη την γαλήνην και την ειρήνην της, ούτε κάποιο από τα λυπηρά να αφαιρέση την χαράν και την ευφροσύνην της.

Η ψυχή που έχει καταληφθή από θείον έρωτα αποδεσμεύεται κατά κάποιον τρόπον από τις σωματικές αισθήσεις και ανυψώνεται από την θείαν αγάπην· είναι σαν να αποχωρή και από αυτό το σώμα και λησμονεί τον εαυτόν της από την τελείαν αφοσίωσιν προς το Θείον. Η ανερμήνευτος γλυκύτης τής θείας αγάπης την μεν καρδίαν καταφλέγει και κατακυριεύει, τον δε νουν τον ελκύει προς τον Θεόν, για να απολαύση τον Θεόν πλήρης αγαλλιάσεως. Ο θείος έρως προμνηστεύει την ψυχήν με την οικείωσι προς τον Θεόν, η δε οικείωσις φέρει το θάρρος, το δε θάρρος την γεύσιν, η δε γεύσις την πείνα. Η ψυχή τής οποίας άπτεται ο θείος έρως, δεν ημπορεί τίποτε άλλο να σκεφθή ούτε να ποθήση, αλλά συνεχώς στενάζοντας λέγει: «Κύριε, πότε ήξω και οφθήσομαι τω προσώπω σου;... Επιποθεί η ψυχή μου (να έλθη) προς σε, ο Θεός, (Θεέ) ως επιποθεί η έλαφος επί τας πηγάς των υδάτων». Τοιούτος είναι ο θείος έρως που κυριεύει την ψυχήν.

Ω αγάπη αληθής και βεβαία! Ω αγάπη, της θείας εικόνος ομοί­ωμα! Ω αγάπη, γλυκυτάτη απόλαυσις της ψυχής μου! Ω αγάπη, θείον πλήρωμα της καρδίας μου! Ω αγάπη, το κραταίωμα της ψυ­χικής ισχύος μου! Ω αγάπη, το διηνεκές μελέτημα της διανοίας μου! Συ έχεις κατακτήσει την ψυχήν μου, την περιθάλπεις και την διατηρείς πάντοτε θερμήν. Συ την ζωογονείς και την ωθείς να αγαπά τον Θεόν. Συ γεμίζεις την καρδία μου και την καταφλέγεις με το πυρ τού θείου έρωτος και την ζωογονείς προς τον πόθο τού άκρου επιθυμητού. Συ, ενισχύοντας με την ζωογόνο σου δύναμι την ισχύν τής ψυχής μου, την καθιστάς ικανήν ώστε να προσφέρη την οφειλομένην λατρείαν προς την Θείαν αγάπη. Συ κατέχοντας την διάνοιά μου την ελευθερώνεις από τα δεσμά τών γηίνων και της παρέχεις την ελευθερίαν για να ανυψώνεται ανεμποδίστως προς την Θείαν αγάπην, υψηλά στους ουρανούς. Συ είσαι ο πολυτιμότατος θησαυρός τών πιστών, διότι είσαι το τιμιώτατον δώρημα των θείων χαρισμάτων. Συ είσαι το θεοειδές αγλάϊσμα της ψυχής και της καρδίας, διότι αναδεικνύεις τους πιστούς υιούς τού Θεού. Συ είσαι το κόσμημα των πιστών, διότι μεγαλύνεις τους φίλους σου. Συ είσαι το μόνον διηνεκές αγαθόν, διότι είσαι αιωνία. Συ είσαι το ωραιότερον ένδυμα των φίλων τού Θεού, διότι με αυτό οι πιστοί εμφανίζονται ενώπιον της Θείας αγάπης. Συ είσαι η γλυκυτέρα απόλαυσις των πιστών, διότι είσαι καρπός τού Αγίου Πνεύματος. Συ εισάγεις όσους πιστούς ηγιάσθησαν από σε στην Βασιλείαν τών Ουρανών. Συ αποκαθιστάς την Βασιλείαν τών Ουρανών επί της γης. Συ δίδεις ως βραβείον στους ανθρώπους την ειρήνην. Συ εξομοιώνεις την γην προς τον Ουρανόν. Συ συνάπτεις τους ανθρώπους με τους αγγέλους και αναπέμπεις αρμονικήν υμνωδίαν στον Θεόν. Συ πάντοτε νικάς. Συ αναδεικνύεσαι από όλα ανωτέρα. Συ αληθώς τα πάντα κυβερνάς. Συ διέπεις τα πάντα σοφώς. Συ τα πάντα κρατείς και συνέχεις. Συ ουδέποτε εκπίπτεις.

Ω αγάπη, πλήρωμα της καρδίας μου! Ω αγάπη, γλυκύτατον ομοίωμα του γλυκυτάτου Ιησού. Ω αγάπη, ιερώτατον έμβλημα των μαθητών τού Κυρίου. Ω αγάπη, του γλυκυτάτου Ιησού σύμβολον. Συ πλήγωσε με τον πόθον σου την καρδίαν μου, γέμισέ την με καλωσύνη, με αγαθότητα και αγαλλίασιν. Συ ανάδειξέ την οικητήριον της χάριτος του Παναγίου Πνεύματος. Συ πύρωσέ την όλην με την θεία φλόγα σου ώστε να καταφλέξη τα ταπεινά της πάθη, να την αγιάση και να την ελκύση προς άπαυστον υμνωδίαν. Συ γέμισε την καρδία μου από τον γλυκασμόν τής αγάπης σου, για να αγαπώ τον μόνον γλυκύτατον Ιησούν Χριστόν, τον Κύριόν μου και σε αυτόν να αναπέμπω άπαυστον υμνωδίαν «εξ όλης ψυχής, εξ όλης καρδίας, εξ όλης ισχύος και εξ όλης τής διανοίας».
 
Αγίου Θεολήπτου Φιλαδελφείας.
 
Γ. Από αυτήν την αγάπην είχε πληγωθή ο μέγας απόστολος Παύλος όταν έλεγεν «ηυχόμην αυτός εγώ ανάθεμα είναί με από Χριστού υπέρ τών αδελφών μου, των συγγενών μου κατά σάρκα (των Ιουδαίων)». Διότι τοιούτον το πράγμα είναι η αγάπη. Όπως το κερί τής λαμπάδος καίεται μεν από το πυρ, το δε πυρ γίνεται φως και φωτίζει αυτόν που την κρατεί, έτσι και η αγάπη τού Θεού, όταν κατοικήση στην ψυχήν, αναφλέγει την καρδίαν και θερμαίνει την ψυχήν ώστε να παραδώση την ιδία την σάρκα της σε κόπους και κινδύνους χάριν τής σωτηρίας τών ανθρώπων.

Αυτής της αγάπης τον σπινθήρα είδα μέσα στην ψυχή μου, από τον οποίον έχω πυρωθή και παρέβλεψα την ιδία την ζωή μου. Επέρασα από θάλασσες και ποταμούς και κρημνούς ορέων και χειμώνες δριμύτατοι μου κατεπίεσαν το σώμα· αλλά μέσα σε όλα αυτά η αγά­πη έτρεφε την ψυχή μου και με έκαμε να υπομένω τις θλίψεις· διότι η φλόγα τής διαθέσεως την οποία είχα για σας, διεσκέδασε τον χειμώνα των επερχομένων πειρασμών: τι θα γίνη και τι ημπορώ να κάμω εγώ για να σας απαλλάξω από τις θλίψεις που σας πιέζουν και να σας χαρίσω την εσωτερικήν πληροφορίαν περί της αγάπης μου και για το πόσον επιθυμώ και φροντίζω για την σωτηρίαν σας.

Το πλήθος όμως των αμαρτημάτων αφανίζει την αγάπη. «Διά το πληθυνθήναι», λέγει, «την ανομίαν ψυγήσεται η αγάπη τών πολλών». Διότι, όπως τα πλήθη των υδάτων προξενούν σήψι στα σπέρ­ματα, έτσι και τα πλήθη των ανομημάτων εξαλείφουν από την ψυχήν τα κινήματα της αγάπης. Ο καρπός λοιπόν κάθε ανθρώπου αναγνωρίζεται από την ιδίαν την συμπεριφοράν και την πολιτείαν του· διότι «από των καρπών αυτών», λέγει ο Κύριος, «επιγνώσεσθε αυτούς». Όπως βλέποντας και γευόμενοι τους καρπούς τών δένδρων αναγνωρίζουμε ποια είναι τα καλά δένδρα, έτσι και τις φιλόθεες και φιλάνθρωπες ψυχές, τις καταλαβαίνουμε από τα έργα και εμπιστευόμεθα τους λόγους των, θεωρώντας τους βεβαίους, επειδή οι ψυχές αυτών στηρίζονται από τις θείες Γραφές και από την πείρα τους.

Για να έχωμε λοιπόν και εδώ γαλήνια και ήρεμη ζωή και εκεί να επιτύχωμε συγχώρησι και άφεσι, ας προσπαθούμε και ας φροντίζωμε να συμφιλιωνώμεθα με όσους εχθρούς έχουμε· διότι έτσι και τον Κύριόν μας θα συμφιλιώ­σουμε μαζί μας, και τα μέλλοντα αγαθά θα επι­τύχωμε, των οποίων είθε όλοι να αξιωθούμε «χάριτι και φιλανθρωπία τού Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ω η δόξα και το κράτος εις τους αιώνας των αι­ώνων». Αμήν.

[(Α) καί (Γ) 13-14ος αι.- Αγ. Θεολήπτου Έργα, «περί αγάπης πνευματικής» τόμ. Β', σελ. 245. (Β) 19ος-20ός αι.- Αγ. Νεκταρίου «Γνώθι σαυτόν» ομιλ. περί αγάπης, σελ. 84. Από το βιβλίο "Πατερικόν Κυριακοδρόμιον", σελίς 275-283, Ιερόν Κελλίον Αγίου Νικολάου Μπουραζέρη, Αγιον Όρος]
 
Πηγή: Έχουμε χάσει την πηγή, αν την γνωρίζετε σας παρακαλώ ενημερώστε μας.

Σάββατο 26 Απριλίου 2014

Ο καθένας...

https://encrypted-tbn0.gstatic.com/images?q=tbn:ANd9GcQ8OCxaD_O9V3qFcn1wgMSXepeIo7Mo_h7df95dI2-MJlIDTPSN

Ο καθένας αγαπά περισσότερο ό,τι απέκτησε με κόπο.

Αριστοτέλης

Ομιλία εις την Κυριακή του Θωμά.

http://www.pemptousia.gr/wp-content/uploads/2013/11/agp.jpg
 
Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά.
 
Θ' αντιληφθής καλύτερα την υπεροχή της Κυριακής απέναντι στις άλλες εορτάσιμες ημέρες και από το εξής. Κάθε άλλη εορτάσιμη ημέρα το έτος φέρει μόνο μια φορά, ενώ την Κυριακή μας την επαναφέρει και ο κάθε μήνας μόνος του τέσσερις φορές· έτσι αυτή με την τόσο συχνή επάνοδο μάς καθιστά όλο το έτος της αληθινής αφέσεως, έτος ευπρόσδεκτο από τον Κύριο. Γι' αυτό και ο Κύριος διδάσκοντάς μας να την εορτάζωμε εμπράκτως με το πέρασμα κάθε εβδομάδος ημερών, εμφανίσθηκε πρώτα στους μαθητάς σε οικία, ενώ απουσίαζε ο Θωμάς, και παρουσίασε τον εαυτό του ζωντανόν, τους πρόσφερε την ειρήνη και με το εμφύσημα εχάρισε τη χάρι του θείου Πνεύματος· ενέβαλε σ' αυτούς θεία δύναμι να δένουν και να λύουν τις αμαρτίες και τους κατέστησε συμμετόχους της ουράνιας κυριαρχίας, λέγοντάς τους, «λάβετε άγιο Πνεύμα, αν συγχωρήσετε τις αμαρτίες κάποιων, τους συγχωρούνται, αν τις κρατήτε, κρατούνται».

Αυτήν λοιπόν τη δύναμι και χάρι παρέσχε ο Κύριος, εμφανισθείς κατά την ιδία την ημέρα της αναστάσεώς του, που πάντως ήταν Κυριακή· έπειτα παραλείποντας τις ενδιάμεσες ημέρες της εβδομάδος, κατά την ογδόη, δηλαδή την Κυριακή που έχομε σήμερα, έρχεται πάλι στην ίδια οικία, για να εγκαινιάση την πανήγυρί του και οδηγήση τον διστακτικό Θωμά προς την πίστι· διότι κατά τον αγαπημένο ευαγγελιστή και μαθητή του Σωτήρος, «έπειτα από οκτώ ημέρες οι μαθηταί ήσαν πάλι μέσα και ανάμεσά τους ο Θωμάς· έρχεται ο Ιησούς, ενώ οι θύρες ήσαν κλειστές, εστάθηκε στη μέση τους και λέγει σ' αυτούς, ειρήνη σ' εσάς».

Βλέπετε ότι Κυριακή συνέβηκαν και η συνάθροισις των μαθητών του Χριστού και ο ερχομός του Κυρίου προς αυτούς; Διότι Κυριακή ήταν, όταν για πρώτη φορά ήλθε σε συνάθροισί τους, και μετά οκτώ ημέρες πάλι Κυριακή έρχεται σε σύναξί τους. Εκείνες τις συνάξεις εικονίζει διαρκώς η Εκκλησία του Χριστού με το να επιτελή κυρίως κατά Κυριακή τις συνάξεις, όπου κι' εμείς ευρισκόμαστε ανάμεσά σας και κηρύττομε δημοσία τα χρήσιμα για την σωτηρία και οδηγούμε προς την ευσέβεια και τον ευσεβή βίο.

Κανένας λοιπόν να μη απουσιάζη από αυτές τις ιερές και θεοπαράδοτες συνάξεις είτε από ραθυμία είτε από την συνεχή ασχολία με τα γήινα, ώστε να μη εγκαταλειφθή δικαίως από τον Θεό και πάθη κάτι παρόμοιο με τον Θωμά που δεν ήλθε στην ώρα του· κι' αν πνιγμένος από τις φροντίδες απουσιάση μια φορά, να ανταποδώση την επομένη, φέροντας τον εαυτό του στην Εκκλησία του Χριστού, για να μη μείνη αμείωτος, αφού, ενώ ασθένησε κατά την ψυχή στην απιστία με έργα και λόγια, δεν προσήλθε στο ιατρείο του Χριστού και δεν εδέχθηκε την ιερά ιατρεία, όπως ο θείος Θωμάς. Υπάρχουν πραγματικά, υπάρχουν όχι μόνο λογισμοί και λόγοι, αλλά και έργα και πράξεις πίστεως (διότι, λέγει, «δείξε μου την πίστι σου από τα έργα σου»), από τα οποία αν εκπέση κανείς τελείως απομακρυνόμενος από την Εκκλησία του Χριστού και επιδιδόμενος αποκλειστικώς στα μάταια, έχει την πίστι νεκρά, δηλαδή ανύπαρκτη, γινόμενος κι' αυτός νεκρός διά της αμαρτίας.

Αλλ' απορούν μερικοί, πώς με κλειστές θύρες εισήλθε ο Χριστός έχοντας σώμα; Διότι, όπως φαίνεται, δεν γνωρίζουν να συγκρίνουν τα πνευματικά με τα πνευματικά και να τα κατανοούν δι' αλλήλων, όπως λέγει ο θείος απόστολος. Διότι, αν δεν έφθειρε τη μήτρα της Παρθένου που τον εγέννησε κατά σάρκα, αφού δεν την έθιξε κατά την γέννησί του αλλά διετήρησε σώα τα σημεία της παρθενίας, μ' όλο που τότε έφερε παθητό και θνητό σώμα, τι το παράδοξο, αν τώρα, που απαθανάτισε το ανθρώπινο πρόσλημμα και έχει αθάνατο σώμα, εισήλθε από κλειστές θύρες; Αλλά επειδή πάντως είχε αθάνατο και απαθές σώμα, πώς λοιπόν είχε τις ουλές και τα τρυπήματα στα χέρια και την πλευρά; Διότι λέγει ο ευαγγελιστής ότι ο Κύριος είπε προς τον Θωμά· «φέρε εδώ τον δάκτυλό σου και ιδέ τα χέρια μου και φέρε το χέρι σου και βάλε το στην πλευρά μου· και να μη είσαι άπιστος, αλλά πιστός». Πώς είχε λοιπόν τις ουλές; Βέβαια θνητό και παθητό σώμα δεν θα μπορούσε να επιδείξη ουλές και τρυπήματα και παρ' όλα αυτά να μένη σώο και υγιές· το δε απαθές και αθάνατο μπορεί και ουλές να δείξη και τρυπήματα, που έπαθε πρωτύτερα, σε όσους θέλει, και παρ' όλα αυτά να μένη απαθές και αθάνατο.

Εμένα δε τούτο μου επιτρέπει ν' αντιληφθώ και αυτό, ότι δηλαδή τις ουλές φέρουν ως αιώνιο στολίδι όσοι έπαθαν για τον Χριστό. Όπως δηλαδή οι φωταγωγοί των παραθύρων χωρίς να μειώνουν κατά τίποτε την ασφάλεια της οικοδομής, δεν αποτελούν ασχήμια αλλά στολίδι αναγκαιότατο στις οικίες,αφού στέλλουν μέσα το φως και προσφέρουν την προς τα έξω θέα των ενοίκων, κατά τον ίδιο τρόπο τα πάθη επί του σώματος γιά τον Χριστό και τα τρυπήματα από αυτά είναι γι' αυτούς, που τα έχουν φωταγωγοί του ανεσπέρου φωτός και κατά τον καιρό της εκφάνσεως του φωτός εκείνου αυτοί αναγνωρίζονται μάλλον από το θείο κάλλος και την λαμπρότητα, αλλ' όχι μόνο δεν φθείρονται από την απάθεια, αλλά μάλλον είναι πρόξενοι της αθανασίας.

Το δε σώμα του Χριστού που έχει μέσα του την πηγή του φωτός, εκλάμποντας από εκεί εφώτισε νοερώς τον διστάζοντα, ώστε ο Θωμάς να φωνάξη αμέσως με τελεία θεολόγησι, «ο Κύριός μου και ο Θεός». Ο δε Κύριος είπε προς αυτόν, «επειδή με είδες επίστευσες; μακάριοι αυτοί που επίστευσαν χωρίς να ιδούν», δεικνύοντας ότι οι αυτόπτες δεν έχουν περισσότερα δικαιώματα στη δόξα από εκείνους που οδηγούνται δι' αυτών στην προς τον Κύριο πίστι. Αν δε δεν είπε 'πιστεύοντες' αλλά «πιστεύσαντες», το είπε με την θεία και προγνωστική δύναμι του γνωρίζοντος τα πάντα πριν από τη γένεσί τους, ότι τα εσόμενα είναι γεγονότα.

Κάτι που μόλις τώρα μου ήλθε στο νου, θα το ειπώ προς την αγάπη σας. Πραγματικά βλέπω ότι ο Θωμάς, όταν ήταν απών, έγινε άπιστος, όταν δε ήλθε μαζί με τους πιστεύοντας, δεν αστόχησε καθόλου στην πίστι. Γι' αυτό έβαλα στο νου μου ότι, και ο αμαρτωλός άνθρωπος, μόνο αν αποφύγη την συναναστροφή με τους φαύλους και συναναστρέφεται τους δικαίους δεν θα αστοχήση ποτέ στη δικαιοσύνη και στη γι' αυτήν ψυχική σωτηρία. Κι' αυτό νομίζω ότι υπαινίσσεται και ο ψαλμωδός προφήτης, όταν μακαρίζη τους παρεκκλίνοντας από την συμπαράστασι και συνοδοιπορία με τους διεφθαρμένους, και άλλος προφήτης όταν λέγη, να μη είσαι με πολλούς στην κακία, και ο παροιμιαστής, «στη συνάθροισι των αμαρτωλών θα γίνη πυρκαϊά, ενώ αυτός που συμπορεύεται με σοφούς θα είναι σοφός».

Επομένως, αδελφοί, ας συναθροιζώμαστε και ας επισκεπτόμαστε συχνά την Εκκλησία του Θεού· διότι κάθε πραγματικά ευλαβής παρευρίσκεται και παραμένει σ' αυτήν χωρίς απουσίες. Και όταν ο καθένας σας έλθη σ' αυτήν, ας παρατηρή τους ευλαβέστερους, που μπορεί να τους διακρίνη και μόνο με τη θέα της παραστάσεως σε σιωπή και προσοχή. Ας παρατηρή λοιπόν τους ευλαβέστερους και σεβόμενους τον Κύριο περισσότερο από τους άλλους, και πλησιάζοντας ας προσκολλάται σ' αυτούς και ας συμπαραστέκεται στον Θεό μαζί με αυτούς. Κι αν εξέλθη από εδώ μετά την απόλαυσι, σε ημέρα Κυριακή, σχολάζοντας από τα επίγεια έργα για τον Κύριο, του οποίου επώνυμος είναι αυτή, ας αναζητή με επιμέλεια, μήπως κάποιος μιμούμενος τους Αποστόλους εκείνους μένη τον περισσότερο χρόνο κατάκλειστος, ποθώντας να επικοινωνήση προς τον Κύριο διά της προσευχής και της ψαλμωδίας σε ησυχία, καθώς και διά της άλλης διαγωγής. Ας προσέλθη λοιπόν και αυτός σ' εκείνον, ας εισέλθη στην οικία του με πίστι, σαν σε ουράνιο χώρο που έχει μέσα την αγιαστική δύναμι του Πνεύματος· ας παρακάθεται με τον ένοικο, ας παραμένη μαζί του, όσο μπορεί, και ας συνομιλή μαζί του περί Θεού και θείων πραγμάτων, ερωτώντας, μαθαίνοντας με ταπείνωσι κι επικαλούμενος την βοήθεια δι' ευχής. Πράττοντας έτσι θα έλθη και προς αυτόν αοράτως - το γνωρίζω καλά - ο Χριστός και θα προσφέρη την ειρήνη μέσα στο λογικό της ψυχής, θ' αυξήση την πίστι, θα δώση μεγαλύτερη δύναμι στον στηριγμό και στον καιρό του θα τον κατατάξη μαζί με τους εκλεκτούς του στη βασιλεία των ουρανών.

Αυτήν είθε να επιτύχωμε όλοι εμείς, στο όνομα αυτού που τώρα απέθανε για μας και αναστήθηκε και ύστερα θα έλθη με δόξα, του βασιλέως των αιώνων Χριστού· διότι σ' αυτόν πρέπει δόξα στους αιώνες των αιώνων. Γένοιτο.

(Απόσπασμα λόγου εις το μυστήριον του Σαββάτου και της Κυριακής) 
 
Πηγή: alopsis.gr

Τρίτη 22 Απριλίου 2014

Αληθώς Ανέστη!

 Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος
 
Η πλάνη πάντα αυτοκαταστρέφεται και, παρόλο που δεν το θέλει, στηρίζει σε όλα την αλήθεια. Πρόσεξε: Έπρεπε ν' αποδειχθεί ότι ο Χριστός πέθανε και τάφηκε και αναστήθηκε. Ε, λοιπόν όλα αυτά τα κατοχυρώνουν οι ίδιοι οι εχθροί! Εφ' όσον έφραξαν με τον βράχο και σφράγισαν και φρούρησαν τον τάφο, δεν ήταν δυνατό να γίνει καμιά κλοπή. Αφού όμως δεν έγινε κλοπή και εν τούτοις ο τάφος βρέθηκε άδειος, εί­ναι ολοφάνερο και αναντίρρητο ότι αναστήθηκε. Είδες πως και μη θέλοντας στηρίζουν την αλήθεια;

Αλλά και πότε θα τον έκλεβαν οι μαθηταί; Το Σάββατο; Μα αφού δεν επιτρεπόταν από τον νόμο να κυκλο­φορήσουν. Κι αν υποθέσουμε ότι θα παραβίαζαν τον νόμο του Θεού, πώς θα τολμούσαν αυτοί οι τόσο δειλοί να βγουν έξω απ' το σπίτι; Και με ποιο θάρρος θα ριψο­κινδύνευαν για ένα νεκρό; Προσμένοντας ποιάν ανταπόδοση; Ποιάν αμοιβή;
 
Και στ' αλήθεια, πού στηρίζονταν; Στη δεινότητα του λόγου τους; Αλλά ήταν απ' όλους αμαθέστεροι. Στα πολλά τους πλούτη; Αλλά δεν είχαν ούτε ραβδί ούτε υποδήματα. Μήπως στην ένδοξη καταγωγή τους; Αλλά ήταν οι ασημότεροι του κόσμου. Μήπως στο πλήθος τους; Αλλά δεν ξεπερνούσαν τους ένδεκα, που κι αυτοί σκόρπισαν.
 
Αν ο κορυφαίος τους φοβήθηκε τον λόγο μιας γυ­ναίκας θυρωρού κι όλοι οι άλλοι, όταν είδαν τον Διδά­σκαλό τους δεμένο, σκόρπισαν και διαλύθηκαν, πώς θα τους περνούσε καν απ' τον νου να τρέξουν στα πέρατα της οικουμένης και να φυτέψουν πλαστό κήρυγμα ανα­στάσεως; Αφού φοβήθηκαν τη γυναικεία απειλή και τη θέα μόνο των δεσμών, πώς θα μπορούσαν να τα βάλουν με βασιλείς και άρχοντες και λαούς, όπου ξίφη και τηγά­νια και καμίνια και μύριοι θάνατοι κάθε μέρα, αν δεν είχαν απολαύσει και οικειοποιηθεί τη δύ­ναμη και την έλξη του Αναστάντος;
 
Αλλά γι' αυτά πρέπει να επανέλθουμε. Ας ξαναρω­τήσουμε όμως τώρα τους Εβραίους; Πώς έκλεψαν το σώμα του Χριστού οι μαθηταί, ώ ανόητοι; Επειδή η αλή­θεια είναι λαμπρή και ολοφάνερη, το ιουδαϊκό ψέμα δεν μπορεί ούτε σαν σκιά να σταθεί. Πώς θα το έκλεβαν, πες μου; Μήπως δεν ήταν σφραγισμένος ο τάφος; Δεν τον έζωναν τόσοι φρουροί και στρατιώτες και Ιουδαίοι, που είχαν την υποψία και αγρυπνούσαν και πρόσεχαν;
 
Μα και για ποιο λόγο θα το έκλεβαν; Για να πλάσουν το δόγμα της Αναστάσεως; Και πώς τους ήρθε να πλά­σουν κάτι τέτοιο αυτοί οι δειλοί; Και πώς κύλησαν τον ασφαλισμένο βράχο; Πώς ξέφυγαν από τόσους άγρυ­πνους κι άγριους φρουρούς;
 
Πρόσεξε όμως πως με όσα κάνουν οι Εβραίοι πιά­νονται πάντα στα ίδια τους τα δίχτυα. Να, αν δεν πήγαι­ναν στον Πιλάτο κι αν δεν ζητούσαν την κουστωδία, πιο εύκολα θα μπορούσαν να λένε τέτοια ψεύδη οι αδιάν­τροποι. Μα τώρα όχι. (Υπήρχε η κουστωδία. Κανείς δεν μπορούσε να γλυτώσει απ' την άγρυπνη προσοχή της κι απ' τα ξίφη της). Κι έπειτα γιατί να μην κλέψουν το σώμα νωρίτερα; Ασφαλώς αν είχαν σκοπό να κάνουν κάτι τέ­τοιο, θα το έκαναν όταν δεν εφρουρείτο ο τάφος, τότε που ήταν και ακίνδυνο και σίγουρο, δηλ. την πρώτη νύ­χτα· γιατί το Σάββατο πήγαν οι Εβραίοι στον Πιλάτο και ζήτησαν την κουστωδία και φρούρησαν τον τάφο, ενώ την πρώτη νύχτα δεν ήταν κανένας εκεί.
 
Και τι γυρεύουν στο έδαφος τα σουδάρια τα ποτισμέ­να με τη σμύρνα, που βρήκαν, τυλιγμένα μάλιστα, ο Πέ­τρος και οι άλλοι απόστολοι; Είχε πάει πρώτη η Μαγδα­ληνή Μαρία. Κι όταν γύρισε και ανήγγειλε τα θαυμαστά συμβάντα στους αποστόλους, εκείνοι χωρίς καθυστέρη­ση τρέχουν αμέσως στο μνημείο και βλέπουν κάτω τα οθόνια. Αυτό ήταν σημείο Αναστάσεως. Γιατί αν ήθελαν κάποιοι να τον κλέψουν, δεν θα τον έκλεβαν βέβαια γυ­μνό. Αυτό θα ήταν όχι μόνο ατιμωτικό αλλά και ανόητο. Δεν θα κοίταζαν να ξεκολλήσουν τα σουδάρια, να τα τυ­λίξουν με επιμέλεια και να τα βάλουν τακτοποιημένα σ' ένα μέρος. Αλλά τι θα έκαναν; Θ' άρπαζαν όπως-όπως το σώμα και θάφευγαν γρήγορα.
 
Γι' αυτό άλλωστε προηγουμένως ο Ευαγγελιστής Ιω­άννης είπε ότι τον έθαψαν με πολλή σμύρνα που κολλά­ει τα οθόνια πάνω στο σώμα, όπως το μολύβι τα μέταλλα, και δεν ήταν καθόλου εύκολο να ξεκολλήσουν ώστε όταν ακούσεις ότι τα σουδάρια βρέθηκαν μόνα τους, να μην ανεχθείς εκείνους που λένε ότι εκλάπη. Θα πρέπει να ήταν βέβαια πολύ ηλίθιος ο κλέφτης, ώστε να σπατα­λήσει για ένα περιττό πράγμα τόση προσπάθεια. Για ποιο σκοπό θ' άφηνε τα σουδάρια; Και πώς ήταν δυνατό να ξεφύγει την ώρα που θα έκανε αυτή τη δουλειά; Γιατί ασφαλώς θα δαπανούσε πολύ χρόνο και ήταν φυσικό καθυστερώντας να συλληφθεί επ' αυτοφώρω.
 
Αλλά και τα οθόνια γιατί κοίτονται χωριστά και χωρι­στά το σουδάριο, τυλιγμένο μάλιστα; Για να βεβαιωθείς ότι δεν ήταν έργο βιαστικών ούτε ανήσυχων κλεφτών το να τοποθετήσουν χωριστά εκείνα και χωριστά τούτο τυ­λιγμένο. Κι από εδώ λοιπόν αποδεικνύεται απίθανη η κλοπή. Άλλωστε και οι ίδιοι οι Εβραίοι τα σκέφθηκαν όλα αυτά και γι' αυτό έδωσαν χρήματα στους φρουρούς λέγοντας: «Πείτε σεις πως τον έκλεψαν, κι εμείς θα τα κανονίσουμε με τον ηγεμόνα».
 
Υποστηρίζοντας ότι οι μαθηταί τον έκλεψαν επικυ­ρώνουν και μ' αυτό πάλι την Ανάσταση, γιατί έτσι ομολογούν πάντως ότι το σώμα δεν ήταν εκεί. Όταν όμως αυ­τοί οι ίδιοι βεβαιώνουν ότι το σώμα δεν ήταν εκεί, ενώ από την άλλη μεριά η κλοπή αποδεικνύεται ψευδής και απίθανη από τη σχολαστική φρούρηση και τις σφραγί­δες του τάφου και τα οθόνια και το σουδάριο και τη δει­λία των μαθητών, αναμφισβήτητα προβάλλει και από τα δικά τους τα λόγια η απόδειξη της Αναστάσεως.
 
Ρωτάνε όμως πολλοί: Γιατί μόλις αναστήθηκε να μη φανερωθεί αμέσως στους Ιουδαίους; Αυτός ο λόγος είναι περιττός. Αν υπήρχε ελπίδα να τους ελκύσει στην πίστη, δεν θ' αμελούσε να φανερωθεί σε όλους. Αλλά ότι δεν υπήρχε τέτοια ελπίδα το απέδειξε η ανάσταση του Λαζάρου: Αν και ήταν ήδη τέσσερις μέρες νεκρός και είχε αρχίσει να μυρίζει και να σαπίζει, τον ανέστησε μπροστά στα μάτια όλων. Παρά ταύτα, όχι μόνο δεν ελκύσθηκαν στην πίστη, αλλά και εξαγριώθηκαν εναντίον του Χριστού, ώστε ήθελαν να σκοτώσουν κι Αυτόν και τον Λάζαρο.
 
Αφού λοιπόν άλλον ανέστησε και όχι μόνο δεν πί­στεψαν, αλλά και εξαγριώθηκαν εναντίον του, αν ο ίδιος μετά την Ανάστασή του τους φανερωνόταν, δεν θα εξαγριώνονταν πολύ περισσότερο τυφλωμένοι από το μίσος και την απιστία τους;
 
Αλλά για ν' αφοπλίσει τον άπιστο από κάθε αμφιβο­λία, όχι μόνο σαράντα ολόκληρες ήμερες εμφανιζόταν στους μαθητάς του και έτρωγε μάλιστα μαζί τους, αλλά παρουσιάσθηκε και σε πάνω από πεντακόσιους αδελ­φούς, δηλ. σε πλήθος ολόκληρο. Στο Θωμά μάλιστα που δυσπιστούσε, έδειξε τα σημάδια απ' τα καρφιά και το τραύμα απ' τη λόγχη.
 
Και γιατί, λένε, να μην κάνει μετά την Ανάστασή του μεγάλα κι εντυπωσιακά θαύματα, αλλά μόνο έφαγε και ήπιε; Γιατί αυτή καθ' εαυτήν η Ανάσταση ήταν το μέγιστο θαύμα, και η πιο ισχυρή απόδειξη της Αναστάσεως ήταν ότι έφαγε και ήπιε.
 
Μα, για σκέψου, αν οι απόστολοι δεν έβλεπαν τον Χριστό Αναστάντα, πώς τους ήρθε να φαντασθούν ότι θα κυριέψουν την οικουμένη; Μήπως τρελλάθηκαν ώστε να νομίζουν ότι θα κατώρθωναν κάτι τέτοιο;
 
Αν όμως ήταν στα λογικά τους, όπως έδειξαν και τα πράγματα, πώς, χωρίς αξιόπιστα εχέγγυα από τους ουρανούς και χωρίς θεία δύναμη, πώς, πες μου, θ' αποφάσιζαν να βγουν σε τόσους πολέμους, να τα βάλουν με στεριές και θάλασσες και, δώδεκα όλοι κι όλοι, ν' αγωνι­σθούν με τόση γενναιότητα για να μεταβάλουν όλης της οικουμένης τα έθνη, που ήταν επί τόσα χρόνια νεκρά απ' την αμαρτία;
 
Και αν ακόμη ήταν ένδοξοι και πλούσιοι και δυνατοί και μορφωμένοι, ούτε τότε θα ήταν λογικό να ξεσηκω­θούν για τόσο μεγαλεπήβολα σχέδια. Αλλά επί τέλους θα είχε κάποιο λόγο η προσδοκία τους. Αυτοί όμως εί­χαν περάσει τη ζωή τους άλλοι στις λίμνες, άλλοι κατα­σκευάζοντας σκηνές κι άλλοι στα τελωνεία. Απ' αυτά τα επαγγέλματα δεν υπάρχει σχεδόν τίποτε πιο άχρηστο και για τη φιλοσοφία και για να πείσεις κάποιον να σκέ­πτεται ανώτερα, όταν μάλιστα δεν έχεις να του επιδεί­ξεις ανάλογο προηγούμενο. Πόσο μάλλον που οι από­στολοι, όχι μόνο δεν είχαν ανάλογα παραδείγματα απ' το παρελθόν, ότι θα επικρατήσουν, αλλά αντίθετα είχαν παραδείγματα, και μάλιστα πρόσφατα, ότι δεν θα επι­κρατήσουν.
 
Είχαν επιχειρήσει πολλοί να εισαγάγουν καινούργιες διδασκαλίες, αλλά απέτυχαν. Κι όχι με δώδεκα ανθρώ­πους, μα με πολύ πλήθος. Ο Θευδάς κι ο Ιούδας1 π.χ. έχοντας ολόκληρες μάζες ανθρώπων χάθηκαν μαζί με τους οπαδούς των.
 
Ο φόβος εκείνος θα ήταν αρκετός να τους διδάξει. Αλλά ας υποθέσουμε ότι περίμεναν να κυριαρχήσουν. Με ποιες ελπίδες θα έμπαιναν σε τέτοιους κινδύνους, αν δεν απέβλεπαν στα μέλλοντα αγαθά; Τι κέρδος προσδοκούσαν με το να οδηγήσουν όλους στον μη αναστάντα, καθώς ισχυρίζονται οι εχθροί; Αν τώρα άνθρω­ποι που πίστεψαν στη βασιλεία των ουρανών και στα αμέτρητα αγαθά δύσκολα δέχονται να κινδυνέψουν, πώς εκείνοι θα υπέμεναν τα πάνδεινα ματαίως ή μάλλον για κακό τους; Γιατί αν δεν έγινε η Ανάσταση, που έγινε, κι ο Χριστός δεν ανέβηκε στον ουρανό, τότε προσπα­θώντας να τα πλάσουν όλα αυτά και να πείσουν τους άλ­λους, έμελλαν οπωσδήποτε να προκαλέσουν την οργή του Θεού και να περιμένουν μύριους κεραυνούς απ' τον ουρανό.
 
Άλλωστε κι αν ακόμη είχαν μεγάλη προθυμία όταν ζούσε ο Χριστός, θα έσβηνε μόλις πέθανε. Αν δεν τον έβλεπαν Αναστημένο, τί θα ήταν ικανό να τους βγάλει σ' εκείνο τον πόλεμο; Αν δεν είχε αναστηθεί, όχι μόνο δεν θα ριψοκινδύνευαν γι' αυτόν, μα θα τον θεω­ρούσαν απατεώνα: Τους είχε πει «μετά τρεις ημέρες θ' αναστηθώ» και τους υποσχέθηκε τη βασιλεία των ουρα­νών. Τους είπε ότι αφού λάβουν το Άγιο Πνεύμα θα κυ­ριαρχήσουν στην οικουμένη κι ακόμη τόσα άλλα υπερ­φυσικά και ουράνια. Αν τίποτε απ' αυτά δεν γινόταν, όσο κι αν τον πίστευαν ζωντανό, πεθαμένο δεν θα τον υπά­κουαν φυσικά, αν δεν τον έβλεπαν Αναστάντα.
 
Και με το δίκιο τους, γιατί θα έλεγαν: «Μετά τρεις ημέρες», μας είπε, «θ' αναστηθώ», και δεν αναστήθηκε. Υποσχέθηκε να μας στείλει Πνεύμα Άγιο, και δεν το έστειλε. Πώς λοιπόν να τον πιστέψουμε για τα μέλλον­τα, αφού διαψεύδονται τα παρόντα;
 
Αλλά για πες μου, σε παρακαλώ, για ποιο λόγο, χωρίς ν' αναστηθεί, κήρυτταν ότι αναστήθηκε; Γιατί, λέει, τον αγαπούσαν. Μα το λογικό θα ήταν να τον μι­σούν τώρα, επειδή τους εξαπάτησε και τους πρόδωσε. Ενώ τους ξεμυάλισε με χίλιες δυο ελπίδες και τους χώρισε απ' τα σπίτια τους κι απ' τους γονείς τους κι απ' όλα και ξεσήκωσε κι ολόκληρο το ιουδαϊκό έθνος εναν­τίον τους, ύστερα τους πρόδωσε. Κι αν μεν ήταν από αδυναμία, θα τον συγχωρούσαν. Τώρα όμως ήταν σωστό κακούργημα: Έπρεπε να τους είχε πει την αλήθεια και όχι να τους υποσχεθεί τον ουρανό, αφού ήταν θνητός.
 
Ώστε λοιπόν ήταν φυσικό να κάνουν το εντελώς αν­τίθετο: Να κηρύττουν την απάτη και να τον λένε απατεώ­να και μάγο. Έτσι θα γλύτωναν κι από τους κινδύνους κι από τους πολέμους των αντιπάλων. Όλοι ξέρουν ότι οι Ιουδαίοι αναγκάστηκαν να δωροδοκήσουν τους στρα­τιώτες, για να πουν ότι έκλεψαν το σώμα· αν λοιπόν πήγαιναν οι ίδιοι οι μαθηταί κι έλεγαν, «εμείς το κλέψα­με, δεν αναστήθηκε», πόσες τιμές δεν θ' απολάμβαναν; Ώστε ήταν στο χέρι τους και να τιμηθούν και να στεφα­νωθούν! Ε, λοιπόν δεν αναρωτιέσαι γιατί ν' ανταλλάξουν όλα αυτά με τις ατιμίες και τους κινδύνους, αν δεν ήταν μια θεία δύναμη που τους βεβαίωνε, δυνατώτερη απ' όλα αυτά τα γήινα αγαθά;
 
Κι αν με όλα αυτά δεν σε πείσαμε, σκέψου και τούτο: Έστω ότι δεν είχε γίνει η Ανάσταση. Κι αν ακόμη οι από­στολοι ήταν αποφασισμένοι να διδάξουν τον κόσμο, επ' ουδενί λόγω θα κήρυτταν στο όνομά του. Γιατί είναι γνωστό, πως όλοι μας δεν θέλουμε ούτε τα ονόματα ν' ακούσουμε, όσων μας εξαπάτησαν. Άλλωστε γιατί θα διατυμπάνιζαν το όνομά του; Ελπίζοντας να επικρατή­σουν μ' αυτό; Μα θα έπρεπε να περιμένουν το αντίθετο, γιατί κι αν έμελλαν να κυριαρχήσουν θα χάνονταν φέρνοντας στη μέση το όνομα ενός απατεώνα.
 
Ας θυμηθούμε εξ άλλου ότι η αγάπη των μαθητών προς τον Διδάσκαλο, ενώ ζούσε ακόμη, μαραινόταν σιγά-σιγά απ' τον φόβο του επικειμένου μαρτυρίου. Όταν τους προανήγγειλε τα δεινά που θ' ακολουθούσαν και τον σταυρό, πάγωσαν απ' τον φόβο τους κι έσβησαν τε­λείως. Ένας μάλιστα δεν ήθελε ούτε καν να τον ακο­λουθήσει στην Ιουδαία, επειδή άκουσε για κινδύνους και για θανάτους. Αν μαζί με τον Χριστό φοβόταν τον θάνατο, χωρίς αυτόν και τους άλλους μαθητάς, μόνος δηλ., πώς θ' αποτολμούσε;2
 
Επί πλέον: Πίστευαν ότι θα πεθάνει μεν, αλλά θ' αναστηθεί κι όμως υπέφεραν τόσο. Αν δεν τον έβλε­παν Αναστημένο, πως δεν θα εξαφανίζονταν και δεν θα ζητούσαν ν' ανοίξει η γη να τους καταπιεί απ' την απελπισία τους για την απάτη κι απ' τη φρίκη για τα επερχόμενα; Θ' αντιμετώπιζαν τώρα την κατακραυγή για την αδιαντροπιά τους. Τι θα είχαν να πουν; Το πάθος το ήξερε όλος ο κόσμος: Τον κρέμασαν σε ψηλό ικρίωμα, ήταν μέρα μεσημέρι, μέσα στην πρωτεύουσα και στην πιο μεγάλη γιορτή που κανένας δεν ήταν δυνατό ν' απουσιάζει.
 
Την Ανάσταση όμως δεν την είδε κανείς απ' τους άλ­λους. Κι αυτό δεν ήταν μικρό εμπόδιο για να τους πεί­σουν. Πώς λοιπόν θα μπορούσαν να βεβαιώσουν στεριά και θάλασσα για την Ανάσταση; Και γιατί, πες μου, αφού σώνει και καλά ήθελαν να το κάνουν αυτό, δεν εγκατέλειπαν την Ιουδαία αμέσως, να πάνε στις ξένες χώρες; Αλλά δεν θαυμάζεις ότι έπεισαν πολλούς και μέσα στην Ιουδαία;
 
Είχαν την τόλμη να παρουσιάσουν τα τεκμήρια της Αναστάσεως στους ίδιους τους φονείς, σ' εκείνους που τον σταύρωσαν και τον έθαψαν, στην ίδια την πόλη όπου αποτολμήθηκε το φοβερό κακούργημα. Ώστε και όλοι οι έξω ν' αποστομωθούν. Γιατί όταν οι «σταυρώσαντες» γίνονται «πιστεύσαντες», τότε και η παρανομία της σταυρώσεως βεβαιώνεται και λάμπει η απόδειξη της Αναστάσεως.
 
Για να ελκύονται όμως τα πλήθη σημαίνει πως οι μαθηταί έκαναν θαύματα. Αν όμως δεν αναστήθηκε και μένει νεκρός, πώς οι απόστολοι θαυματουργούσαν στο όνομα του; Πως πάλι, αν δεν έκαναν θαύματα, έπειθαν; Και αν μεν έκαναν -και βεβαίως έκαναν- είχαν Θεού δύ­ναμη. Αν όμως δεν έκαναν και εν τούτοις κυριαρχούσαν παντού, θα ήταν ακόμη πιο αξιοθαύμαστο, θα ήταν το μέγιστο θαύμα, αν χωρίς θαύματα διέσχιζαν και κυ­ρίευαν την οικουμένη δώδεκα φτωχοί και αγράμματοι άνθρωποι.
 
Ασφαλώς ούτε με τα πλούτη ούτε με τη σοφία τους επεκράτησαν οι ψαράδες. Ώστε και χωρίς να θέλουν κηρύττουν ότι μέσα τους ενεργούσε η θεία δύναμη της Αναστάσεως. Γιατί είναι τελείως αδύνατο ανθρώπινη δύναμη να κατορθώσει ποτέ τέτοια εκπληκτικά πράγμα­τα.
 
Προσέξτε με πολύ εδώ, γιατί αυτά είναι αναμφισβή­τητες αποδείξεις της Αναστάσεως. Γι' αυτό και θα επα­ναλάβω: Αν δεν αναστήθηκε, πώς έγιναν αργότερα στο όνομά του μεγαλύτερα θαύματα; Κανείς βέβαια δεν κάνει μετά τον θάνατό του μεγαλύτερα θαύματα απ' όσα όταν ζούσε. Ενώ εδώ μετά τον θάνατο του Χριστού γί­νονται θαύματα μεγαλύτερα και κατά τον τρόπο και κατά τη φύση: Κατά τη φύση ήταν μεγαλύτερα, γιατί ποτέ η σκιά του Χριστού δεν θαυματούργησε. Ενώ οι σκιές των αποστόλων έκαναν πολλά θαύματα. Κατά τον τρόπο πάλι ήταν μεγαλύτερα, επειδή τότε μεν ο ίδιος ο Κύριος πρό­σταζε και θαυματουργούσε. Μετά τη Σταύρωση όμως και την Ανάστασή του οι δούλοι του επικαλούμενοι απλώς το σεβάσμιο και άγιο όνομά του μεγαλύτερα και εκπληκτικώτερα επιτελούσαν. Έτσι δοξαζόταν κι ακτι­νοβολούσε πιο πολύ η δύναμή του.
 
Γι' αυτό οι άγιοι Πατέρες όρισαν να διαβάζονται αμέ­σως μετά τον σταυρό και την Ανάστασή του, οι «Πρά­ξεις» που περιγράφουν τα θαύματα των αποστόλων και κατ' εξοχήν επικυρώνουν την Ανάσταση, για να έχουμε σαφή και αναμφισβήτητη της Αναστάσεως την απόδει­ξη: Δεν τον είδες Αναστάντα με τα μάτια του σώματος; Αλλά τον βλέπεις με τα μάτια της πίστεως. Δεν τον εί­δες με τα «όμματα» τούτα; Θα τον δεις με τα θαύματα εκείνα. Των θαυμάτων η επίδειξη σε χειραγωγεί στης Αναστάσεως την απόδειξη.
 
Θέλεις όμως να δεις και τώρα θαύματα; Θα σου δεί­ξω. Και μάλιστα πιο μεγάλα απ' τα προηγούμενα: Όχι ένα νεκρό ν' ανασταίνεται, όχι ένα τυφλό να ξαναβλέπει, αλλά τη γη ολόκληρη να εγκαταλείπει το σκοτάδι της πλάνης.
 
Μεγίστη απόδειξη της Αναστάσεως είναι ότι ο Εσφαγμένος Χριστός έδειξε μετά τον θάνατο τόση δύ­ναμη, ώστε έπεισε τους ζωντανούς να περιφρονήσουν και πατρίδα και σπίτι και φίλους και συγγενείς και την ίδια τη ζωή τους για χάρη του και να προτιμήσουν μαστι­γώσεις και κίνδυνους και θάνατο. Αυτά δεν είναι κατορ­θώματα νεκρού κλεισμένου στον τάφο, αλλά αναστημέ­νου και ζωντανού.
 
Πρόσεξε παρακαλώ· Οι απόστολοι, όταν μεν ζούσε ο Διδάσκαλος από τον φόβο τους τον πρόδωσαν κι εξα­φανίσθηκαν όλοι. Ο Πέτρος μάλιστα τον αρνήθηκε με όρκο τρεις φορές. Όταν όμως πέθανε ο Χριστός, αυτός που τον αρνήθηκε τρεις φορές και πανικοβλήθηκε μπροστά σε μιαν υπηρετριούλα, τόσο απότομα άλλαξε, ώστε ν' αψηφήσει ολόκληρο λαό και μέσ' στη μέση του Ιουδαϊκού όχλου να διακηρύξει ότι ο σταυρωθείς και ταφείς αναστήθηκε εκ νεκρών την τρίτη ήμερα και ότι ανέβηκε στα ουράνια. Και τα κήρυξε όλα αυτά χωρίς να υπολογίσει τη φοβερή μανία των εχθρών και τις συνέ­πειες.
 
Πού βρήκε αυτό το θάρρος; Πού αλλού παρά στην Ανάσταση. Τον είδε και συνομίλησε μαζί του και άκουσε για τα μέλλοντα αγαθά, κι έτσι έλαβε δύναμη να πεθάνει γι' Αυτόν και να σταυρωθεί με την κεφαλή προς τα κάτω.
 
Το εξόχως σπουδαίο είναι ότι όχι μόνο ο Πέτρος και ο Παύλος και οι λοιποί απόστολοι, αλλά και ο Ιγνάτιος, που ούτε καν τον είδε ούτε απόλαυσε τη συντροφιά του, έδειξε τόση προθυμία για χάρη του, ώστε γι' Αυτόν πρό­σφερε θυσία τη ζωή του.
 
Και μόνο ο Ιγνάτιος και οι απόστολοι; Και γυναίκες καταφρονούν τον θάνατο, που, πριν αναστηθεί ο Χρι­στός, ήταν φοβερός και φρικώδης ακόμη και σε άνδρες και μάλιστα αγίους.
 
Ποιος τους έπεισε όλους αυτούς να περιφρονήσουν την παρούσα ζωή; Φυσικά δεν είναι κατόρθωμα ανθρώ­πινης δυνάμεως να πεισθούν τόσες μυριάδες, όχι μόνο ανδρών, αλλά και γυναικών και παρθένων και μικρών παιδιών, να πεισθούν να θυσιάσουν την παρούσα ζωή, να τα βάλουν με θηρία, να περιγελάσουν τη φωτιά, να κατα­πατήσουν κάθε είδος τιμωρίας και να σπεύσουν προς τη μέλλουσα ζωή!
 
Και ποιος, παρακαλώ, τα κατόρθωσε όλ' αυτά; Ο νε­κρός; Αλλά τόσοι νεκροί υπήρξαν και κανένας δεν έκα­νε τέτοια πράγματα. Μήπως ήταν μάγος και αγύρτης; Πλήθος μάγοι και αγύρτες και πλάνοι πέρασαν, αλλά ξε­χάστηκαν όλοι, χωρίς ν' αφήσουν το παραμικρό ίχνος· μαζί με τη ζωή τους έσβησαν κι οι μαγγανείες τους. Η φήμη όμως κι η δόξα κι οι πιστοί του Χριστού κάθε μέρα αυξάνουν κι απλώνονται σ' όλη την οικουμένη.

Οι άπιστοι φρίττουν κι οι πιστοί διακηρύττουν:

Χριστός ανέστη! Αληθώς Ανέστη!

«Αυτώ η δόξα και το κράτος εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν».
______________________________________________________ 
 
1) Τις σχετικές πληροφορίες αντλούμε από τον Ιουδαίο νομοδιδάσκαλο Γαμαλιήλ που ανέφερε τα εξής στο Μ. Συνέδριο του Ισ­ραήλ: «Τον τελευταίο καιρό εμφανίσθηκε ο Θευδάς που ισχυριζόταν ότι είναι κάποιος μεγάλος και του προσκολλήθηκαν περίπου τετρακό­σιοι άνδρες. Αλλά φονεύθηκε εκείνος και όλοι οι οπαδοί του διαλύθη­καν και εξαφανίσθηκαν. Μετά από αυτόν παρουσιάσθηκε ο Ιούδας ο Γαλιλαίος... και παρέσυρε αρκετό λαό πίσω του. Χάθηκε κι εκείνος, και όσοι τον πίστευαν διασκορπίσθηκαν» (Πράξ. 5, 36-37).

2) Εννοεί τον Απ. Θωμά, πρβλ. Ιωάν. 11, 16.
 
Πηγή: alopsis.gr

Δευτέρα 21 Απριλίου 2014

Ἐγὼ εἶμαι ἡ Ἀνάσταση καὶ ἡ Ζωή!

Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς

Ἐὰν ὑπάρχει μιὰ ἀλήθεια στὴν ὁποία θὰ μποροῦσαν νὰ συνοψισθοῦν ὅλες οἱ εὐαγγελικὲς ἀλήθειες, ἡ ἀλήθεια αὐτὴ θὰ ἦταν ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ἀκόμη, ἐὰν ὑπάρχει μιὰ πραγματικότητα στὴν ὁποία θὰ μποροῦσαν νὰ συνοψισθοῦν ὅλες οἱ καινοδιαθηκικὲς πραγματικότητες, ἡ πραγματικότητα αὐτὴ θὰ ἦταν ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Μόνο στὴν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἐξηγοῦνται ὅλα τὰ θαύματά Του, ὅλες οἱ ἀλήθειές Του, ὅλα τὰ λόγια Του, ὅλα τὰ γεγονότα τῆς Καινῆς Διαθήκης.

Μέχρι τὴν ἀνάστασή Του ὁ Κύριος δίδασκε γιὰ τὴν αἰώνια ζωή, ἀλλὰ μὲ τὴν ἀνάστασή Του ἔδειξε ὅτι ὁ Ἴδιος ὄντως εἶναι ἡ αἰώνια ζωή. Μέχρι τὴν ἀνάστασή Του δίδασκε γιὰ τὴν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν, ἀλλὰ μὲ τὴν ἀνάστασή Του ἔδειξε ὅτι ὁ Ἴδιος εἶναι πράγματι ἡ ἀνάσταση τῶν νεκρῶν. Μέχρι τὴν ἀνάστασή Του δίδασκε ὅτι ἡ πίστη σ’ Αὐτὸν μεταφέρει ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τὴν ζωήν, ἀλλὰ μὲ τὴν ἀνάστασή Του ἔδειξε ὅτι ὁ Ἴδιος νίκησε τὸ θάνατο καὶ ἔτσι ἐξασφάλισε στοὺς θανατωμένους ἀνθρώπους τὴ μετάβαση ἐκ τοῦ θανάτου στὴν ἀνάσταση.

Μὲ τὴν ἁμαρτία ὁ ἄνθρωπος ἔγινε θνητὸς καὶ πεπερασμένος· μὲ τὴν ἀνάσταση τοῦ Θεανθρώπου γίνεται ἀθάνατος καὶ αἰώνιος. Σ’ αὐτὸ δὲ ἀκριβῶς ἔγκειται ἡ δύναμη καὶ τὸ κράτος καὶ ἡ παντοδυναμία τῆς τοῦ Χριστοῦ ἀναστάσεως. Καὶ γιὰ αὐτὸ χωρὶς τὴν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ δὲν θὰ ὑπῆρχε κἄν ὁ Χριστιανισμός. Μεταξὺ τῶν θαυμάτων ἡ ἀνάσταση τοῦ Κυρίου εἶναι τὸ μεγαλύτερο θαῦμα. Ὅλα τὰ ἄλλα θαύματα πηγάζουν ἀπὸ αὐτὸ καὶ συνοψίζονται σ’ αὐτό. Ἀπ’ αὐτὸ πηγάζουν ἡ πίστη καὶ ἡ ἀγάπη καὶ ἡ ἐλπίδα καὶ ἡ προσευχὴ καὶ ἡ θεοσέβεια. Αὐτὸ εἶναι ἐκεῖνο τὸ ὁποῖο καμία ἄλλη θρησκεία δὲν ἔχει· αὐτὸ εἶναι ἐκεῖνο τὸ ὁποῖο ἀνυψώνει τὸν Κύριο ὑπεράνω ὅλων τῶν ἀνθρώπων καὶ τῶν θεῶν. Αὐτὸ εἶναι ἐκεῖνο τὸ ὁποῖο κατὰ τρόπο μοναδικὸ καὶ ἀναμφισβήτητο δείχνει καὶ ἀποδεικνύει ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι ὁ μόνος ἀληθινὸς Θεὸς καὶ Κύριος σὲ ὅλους τοὺς ὁρατοὺς καὶ ἀόρατους κόσμους.

Τὸ ὅτι ὁ ἄνθρωπος πιστεύει ἀληθινὰ στὸν Ἀναστάντα Κύριο τὸ ἀποδεικνύει μὲ τὸ νὰ ἀγωνίζεται κατὰ τῆς ἁμαρτίας καὶ τῶν παθῶν καὶ ἐὰν μὲν ἀγωνίζεται, πρέπει νὰ γνωρίζει ὅτι ἀγωνίζεται γιὰ τὴν ἀθανασία καὶ τὴν αἰώνια ζωή. Ἐὰν ὅμως δὲν ἀγωνίζεται, τότε μάταιη ἡ πίστη του! Διότι, ἐὰν ἡ πίστη τοῦ ἀνθρώπου δὲν εἶναι ἀγώνας γιὰ τὴν ἀθανασία καὶ τὴν αἰωνιότητα, τότε τί εἶναι; Ἐὰν μὲ τὴν πίστη στὸ Χριστὸ δὲν φθάνει κανεὶς στὴν ἀθανασία καὶ τὴν ἐπὶ τοῦ θανάτου νίκη, τότε πρὸς τί ἡ πίστη μας; Ἐὰν ὁ Χριστὸς δὲν ἀναστήθηκε, τοῦτο σημαίνει ὅτι ἡ ἁμαρτία καὶ ὁ θάνατος δὲν ἔχουν νικηθεῖ. Ἐὰν δὲ δὲν ἔχουν αὐτὰ τὰ δύο νικηθεῖ, τότε γιατί νὰ πιστεύει κανεὶς στὸ Χριστό; Ἐκεῖνος ὅμως ὁ ὁποῖος μὲ τὴν πίστη στὸν Ἀναστάντα Χριστὸ ἀγωνίζεται ἐναντίον κάθε ἁμαρτίας του, αὐτὸς ἐνισχύει σιγὰ-σιγὰ μέσα του τὴν αἴσθηση ὅτι ὁ Κύριος πραγματικὰ ἀναστήθηκε, ἄμβλυνε τὸ κέντρο τοῦ θανάτου, νίκησε τὸ θάνατο σὲ ὅλα τὰ μέτωπα τῆς μάχης.

Χωρὶς τὴν ἀνάσταση δὲν ὑπάρχει οὔτε στὸν οὐρανὸ οὔτε κάτω ἀπὸ τὸν οὐρανὸ τίποτε πιὸ παράλογο ἀπὸ τὸν κόσμο αὐτὸ οὔτε μεγαλύτερη ἀπελπισία ἀπὸ τὴ ζωὴ αὐτή, δίχως ἀθανασία. Σ’ ὅλους τοὺς κόσμους δὲν ὑπάρχει περισσότερο δυστυχισμένη ὕπαρξη ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο, ποὺ δὲν πιστεύει στὴν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν. Γι’ αὐτό, γιὰ τὴν ἀνθρώπινη ὕπαρξη, ὁ Ἀναστημένος Κύριος εἶναι τὰ «πάντα ἐν πᾶσιν» σ’ ὅλους τοὺς κόσμους: ὅ,τι τὸ Ὡραῖο, τὸ Καλό, τὸ Ἀληθινό, τὸ Προσφιλές, τὸ Χαρμόσυνο, τὸ Θεῖο, τὸ Σοφό, τὸ Αἰώνιο. Αὐτὸς εἶναι ὅλη ἡ Ἀγάπη μας, ὅλη ἡ Ἀλήθειά μας, ὅλη ἡ Χαρά μας, ὅλο τὸ Ἀγαθό μας, ὅλη ἡ Ζωή μας, ἡ Αἰωνία Ζωὴ σὲ ὅλες τὶς αἰωνιότητες καὶ ἀπεραντοσύνες.
 
Πηγή: alopsis.gr

Η αλήθεια για το Άγιο Φως με επιστημονική απόδειξη!

 
Έχουν πει πολλά και έχουν γραφτεί ακόμη περισσότερα για το κατά πόσο το Άγιο Φως είναι μια απάτη, ή όχι. Ποια είναι όμως η αλήθεια;

Οι μετρήσεις του Ρώσου φυσικού Αντρέι Βολκόβ το Μεγάλο Σάββατο του 2008. Από την επιστημονική μελέτη του αρχιτέκτονα Χάρη Σκαρλακίδη για το Άγιο Φως. Δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα του. To Πάσχα του 2008, ο Ρώσος φυσικός Αντρέι Αλεξάντροβιτς Βολκόβ,

1. του Εθνικού Κέντρου Ερευνών της Ρωσίας «Ινστιτούτο Κουρτσιάτοβ»,

2. τέθηκε επικεφαλής μιας επιστημονικής αποστολής που είχε ως σκοπό να διερευνήσει το θαύμα του Αγίου Φωτός.

Το εγχείρημα διοργανώθηκε από τον καθηγητή Αλεξάντερ Μοσκόφσκι,

3. για τις ανάγκες ενός ντοκιμαντέρ που ήταν αφιερωμένο στον ρόλο των θαυμάτων στη θρησκεία.

Το Μεγάλο Σάββατο του 2008, περί τις 09.00 το πρωί, ο Αντρέι Βολκόβ εισήλθε στον Ναό της

Αναστάσεως, μαζί με τον κατάλληλο εξοπλισμό. Το βασικό όργανο που χρησιμοποίησε για τις μετρήσεις του ήταν ένα ψηφιακό οσιλοσκόπιο4 (oscilloscope), συνδεδεμένο με ένα laptop που ήταν εφοδιασμένο με το κατάλληλο λειτουργικό πρόγραμμα. Βρισκόταν σε απόσταση δέκα περίπου μέτρων από τον Πανάγιο Τάφο και βασική προτεραιότητά του ήταν να καταγράψει το φάσμα της ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας σε συγκεκριμένες συχνότητες.

Τα αποτελέσματα των μετρήσεών του και τα συμπεράσματα που εξήχθησαν από αυτές, τα περιγράφει ένα χρόνο αργότερα, στις 21 Απριλίου 2009, στην ακόλουθη συνέντευξή του στη ρωσική εφημερίδα Βέρα:

- Αντρέϊ Αλεξάντροβιτς, γιατί εσείς ειδικά πήγατε να εξερευνήσετε τη φύση του Αγίου Φωτός;

Συμπίπτει αυτό με το επιστημονικό σας αντικείμενο;

- Τα τελευταία 12 χρόνια ασχολούμαι με το ονομαζόμενο πλάσμα χαμηλής θερμότητας.

- Τι είναι αυτό;

- Σε κατάσταση πλάσματος βρίσκεται το μεγαλύτερο μέρος της ύλης του σύμπαντος: τα άστρα, τα γαλαξιακά νέφη, το διαστρικό περιβάλλον. Είναι ένα πολύ ιονισμένο αέριο. Πάνω στην ίδια τη Γη, ωστόσο, αυτό είναι ένα σπάνιο φαινόμενο, το οποίο μάθαμε να δημιουργούμε σχετικά πρόσφατα. Για παράδειγμα, στη χειρουργική άρχισαν να χρησιμοποιούν «νυστέρια» από μία λεπτότατη ροή πλάσματος, που θερμαίνεται μέχρι 5000-7000 βαθμούς. Αυτό είναι ένα υψηλής θερμότητας πλάσμα, με το οποίο μπορούμε μόνο να κόβουμε την ύλη. Αλλά υπάρχει και το πλάσμα χαμηλής θερμότητας, περίπου 40-80 βαθμών, που μπορεί να επουλώνει τα τραύματα.

Με τη δημιουργία τέτοιων ιατρικών «επουλωτικών» μηχανημάτων ασχολούμαι κι εγώ, και ήδη αρχίζουμε την παραγωγή τους.

- Και ποια είναι η σχέση με το Άγιο Φως;

- Κρίνοντας από τις πολυάριθμες περιγραφές, η εμφάνιση του Αγίου Φωτός συνοδεύεται από την εμφάνιση πλάσματος, που εξωτερικά θυμίζει πολύ το πλάσμα χαμηλής θερμότητας. Για παράδειγμα, είναι γνωστό, ότι για κάποιο διάστημα το Φως αυτό δεν καίει καθόλου τα χέρια και το πρόσωπο. Επίσης, σχεδόν επί χίλια χρόνια οι αυτόπτες μάρτυρες μιλάνε για κάποιες λάμψεις, που διατρέχουν τα τείχη του ναού και πριν και μετά την έλευση του Φωτός.

- Τέτοια φαινόμενα πλάσματος είναι μοναδικά;

- Βεβαίως. Στο εργαστήριο ερευνούμε το πλάσμα χαμηλής θερμότητας μόνο στο κενό. Στον αέρα μπορεί εξίσου να υπάρχει, αλλά μόνο υπό αυστηρά καθορισμένες συνθήκες. και υπό πολύ υψηλή υγρασία. Αλλά, πάνω από τον Τάφο του Κυρίου το Πάσχα κάνει ζέστη και η ατμόσφαιρα είναι ξηρή, δεν υπάρχει καμία υγρασία που να άγει τον ηλεκτρισμό, και δεν υπάρχει πηγή δυνατής διαφοράς και δυναμικού. Εν τω μεταξύ, εμφανίζονται εκεί λάμψεις, φωτεινές δέσμες, που, κατά τη γνώμη μου, μεταμορφώνονται ύστερα σε σπίθα και γεννούν το Φως».

Σύμφωνα με τον Ρώσο φυσικό, το φαινόμενο πλάσματος, που εκτιμάται ότι λαμβάνει χώρα στο εσωτερικό του ναού, από επιστημονικής απόψεως είναι ανεξήγητο και αδικαιολόγητο. Η κορυφαία στιγμή όμως, για τις μετρήσεις του, επήλθε την ώρα της εμφάνισης του Αγίου Φωτός, όταν ο πατριάρχης βρισκόταν κλεισμένος στο εσωτερικό του Τάφου. Η απρόσμενη μέτρηση καταγράφηκε στις 14:04 το μεσημέρι ώρα Ιερουσαλήμ (15:04 ώρα Ρωσίας). Δύο περίπου λεπτά αργότερα ο πατριάρχης εξήλθε με το Άγιο Φως. Συνεχίζει ο Βολκόβ στη συνέντευξή του:


- Είχε ώρα που ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων εισήλθε στο Κουβούκλιο , η τελετή άρχισε . Και ξάφνου – νάτο! Καταγράφηκε αλλαγή φάσματος ακτινοβολίας εξαιτίας αγνώστου σήματος. Αυτό συνέβη στις 15:04. Μία διακύμανση – και τίποτε άλλο παρόμοιο. Και σύντομα εμφανίστηκε ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων με αναμμένο κερί.
 
- Και τι διακύμανση ήταν αυτή;
 
- Ηλεκτρικό φορτίο. Το τι είναι, από πού προήλθε, δεν γνωρίζω. Αργότερα, έχοντας ήδη επιστρέψει στη Ρωσία, ασχολήθηκα με την αποκωδικοποίηση των καταγραμμένων ραδιοφωνικών σημάτων. Η διαδικασία (των μετρήσεων) κράτησε έξι ώρες και τριάντα λεπτά.

Μία μέτρηση περιλαμβάνει γύρω στα χίλια «καρέ». Αρκετά κουραστική δουλειά. Αλλά επιβεβαιώθηκε το εξής: πριν την εμφάνιση του Φωτός υπήρξε ηλεκτρική εκκένωση. Δεν μπορώ τώρα να σας πω λεπτομέρειες, γιατί έχω δεσμευτεί απέναντι στον δημιουργό του ντοκιμαντέρ. Το χαρτογράφημα των μετρήσεων θα είναι αναλυτικά παρατεθειμένο εκεί. Αλλά, το πιο σημαντικό το έχω ήδη αναφέρει: ήταν μία ηλεκτρική εκκένωση..

Γιατί είναι σημαντικό αυτό; Βλέπετε, εδώ δημιουργείται μία πλήρης εικόνα. Σας έχω ήδη πει για τα φαινόμενα πλάσματος – τα οποία από μόνα τους είναι ένα θαύμα, αφού στον ναό δεν υπάρχουν οι παραμικρές συνθήκες για τη δημιουργία τους.

Το δεύτερο ανεξήγητο γεγονός είναι: η ηλεκτρική φόρτιση του αέρα που είναι εμφανής ακόμη και χωρίς τις συσκευές – πολλοί νοιώθουν ότι κατά την έλευση του Αγίου Φωτός τούς σηκώνονται όρθιες οι τρίχες στα χέρια. Αυτό είναι δυνατό μόνον υπό πολύ μεγάλη διαφορά ηλεκτρικών δυναμικών, ας πούμε, μεταξύ της στέγης του σπιτιού και του πατώματος του ισογείου. Και αυτό, εάν το σπίτι είναι από καθαρό χαλαζία και έξω έχει καταιγίδα.

Αλλά το Πάσχα στα Ιεροσόλυμα, κατά κανόνα, δεν συμβαίνει καμία καταιγίδα, κάνει αίθριο καιρό. Και ο ίδιος ο Ναός του Κυρίου είναι χτισμένος από διάφορα υλικά – μάρμαρο, ασβεστιογενή πετρώματα, ξύλο. Το έχουν χτίσει χωρίς ενιαίο σχέδιο και έχει ένα πλήθος από διάφορους βοηθητικούς χώρους.

Γι’ αυτό, η υποψία, ότι εξ αρχής είχε τοποθετηθεί μέσα του ένας τεράστιος μετασχηματιστής, απαραίτητος για τη συσσώρευση ηλεκτρικού φορτίου και της μετέπειτα εκκένωσης, είναι απλά εξωπραγματική. Αλλά η διαφορά των ηλεκτρικών δυναμικών παρόλα ταύτα δημιουργείται!

Και σημειωτέον, σε συγκεκριμένη ημέρα, το Πάσχα, μετά τις προσευχές στο Κουβούκλιο. Και εδώ εμφανίζεται ενώπιον μας η τελευταία πτυχή που ανακαλύψαμε – η εμφάνιση του Φωτός συνοδεύεται από ηλεκτρική εκκένωση. Δηλαδή, αυτό σημαίνει, ότι η εμφάνιση του Φωτός είναι αναπόσπαστο κομμάτι όλων αυτών των απίστευτων, πλήρως ανεξήγητων φαινομένων, που έχουν μία ηλεκτρική φύση. Δεν είναι αυτό μία επιβεβαίωση της θαυματουργικής φύσης του;»

Ο Αντρέι Βολκόβ αναφέρει ότι, λίγο πριν την εμφάνιση του Αγίου Φωτός, έλαβαν χώρα και καταγράφηκαν επιστημονικά τρία ανεξήγητα γεγονότα:Το πρώτο είναι η αδικαιολόγητη παρουσία του φαινομένου πλάσματος, το οποίο, όπως αναφέρει, είναι από μόνο του ένα «θαύμα».

Το δεύτερο είναι η επίσης αδικαιολόγητη και ανεξήγητη ηλεκτρική φόρτιση του αέρα σε συνδυασμό με την εξακρίβωση μεγάλης διαφοράς ηλεκτρικού δυναμικού.

Το τρίτο είναι η παρουσία ηλεκτρικής εκκένωσης την ώρα της εμφάνισης του Αγίου Φωτός.

Τα τρία αυτά γεγονότα, που καταγράφηκαν ταυτόχρονα, τα χαρακτηρίσει «απίστευτα και πλήρως ανεξήγητα».
 
Η έρευνα του Αντρέι Βολκόβ παρουσιάζει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον και αποτελεί μία τελείως διαφορετική προσέγγιση στο θαύμα του Αγίου Φωτός, καθαρά επιστημονική. Τα αποτελέσματα των μετρήσεών του, σύμφωνα με τον ίδιο, αποτελούν «μια επιβεβαίωση της θαυματουργικής φύσης του φαινομένου».
 
Και αυτό από μόνο του σημαίνει πολλά.

Πηγή: eleftherologion.blogspot.gr