Πέμπτη 12 Δεκεμβρίου 2013

Βίος του Αγίου Ιγνατίου του νέου Παντελεήμονος.

Καθηγητοῦ Ἀντωνίου Μάρκου


Εἰσαγωγή.

Ἀντί ἄλλης εἰσαγωγῆς παρατίθεται τό ἐξαιρετικό κείμενο τοῦ Διδασκάλου Ἀνέστη Χατζῆ, τό ὁποῖο παρουσίασε ὑπό μορφήν εἰσηγήσεως στήν Ἡμερίδα πού ὀργάνωσε πρός τιμήν τοῦ Ὁσίου Πατρός Ἰγνατίου ἡ Ἱερά Μητρόπολις Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς, τήν 15/28. 4. 2001.

Τριάντα χρόνια μετά τήν ὁσία κοίμησή του, συναχθήκαμε γιά νά μιλήσουμε γιά τόν π. Ἰγνάτιο. Εἶναι ἀνάγκη; Εἶναι. Γιατί; Διότι τό ἀπαιτεῖ:

Ἡ κακή ἐκκλησιαστική μας κατάσταση.

Ἡ κάμψη τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ φρονήματος.

Ἡ κραυγή ἀναζήτησης τοῦ καλοῦ ποιμένος.

Ἡ ἀνάγκη ζωντανοῦ προτύπου. Καί

Ἡ ἀνάγκη τῆς ἐπαναβεβαίωσης, ὅτι ἡ Ἐκκλησία ζῆ.

«Ἐγένετο ἄνθρωπος ἀπεσταλμένος παρά Θεοῦ, ὄνομα αὐτῶ Ἰγνάτιος». Ἐπειδή:

Ἡ Ἐκκλησία τῶν Γνησίων Ορθοδόξων Χριατιανών δέν ἔχει, εἶναι ἀλήθεια δυστυχῶς, τήν δυνατότητα νά παράγει ἐκκλησιαστικά στελέχη αὐτῆς τῆς ποιότητας! Ὅ,τι καλό βλαστάνει καί ἀνθίζει ὀφείλεται στήν οἰκογενειακή ἀνατροφή καί τήν ἀτομική προσπάθεια κυρίως καί λιγότερο στήν ἐκκλησιαστική προσπάθεια.

Ὁ π. Ἰγνάτιος δέν μαθήτευσε στούς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας. Ὅ,τι εἶχε τό εἶχε ἀφ’ ἑαυτοῦ του. Ὑπῆρξε πρωτότυπος γιά τά δικά μας δεδομένα.

Ἡ γενική ἐντύπωση: Ἕνας ἄνθρωπος ξένος, χωρίς συμπλέγματα, ἀγκυλώσεις, διδακτισμό καί αὐταρχισμό. Ἕνας Γνησίος Ορθόδοξος πού δέν ἦταν ''Παλαιοημερολογίτης''. Φαίνεται ἀπό μακρυά ἡ διαφορετικότητά του. Πᾶμε πιο κοντά; Πατήρ Ἰγνάτιος σημαίνει γιά μένα: Χαρά καί περιέργεια. Χαρά καί περίσκεψη. Χαρά καί αὐτεπίγνωση. Χαρά καί κατάνυξη. Χαρά καί προσπάθεια. Χαρά καί ὅ,τι ἄλλο θέλεις! Διότι Ἐκκλησία σημαίνει πάνω ἀπό ὅλα χαρά!

Τόν πλησιάζεις καί σέ συλλαμβάνει μέ τό δίχτυ τῆς χαρᾶς. (Δέν ὑπάρχει πνευματικότητα, ὅπου δέν ὑπάρχει χαρά).

Ὁ π. Ἰγνάτιος εἶναι ἄνθρωπος πνευματικός, ἄνθρωπος Ἀποστολικός, ἄνθρωπος ὑπόδειγμα. Στό «κάνε ὅ,τι σοῦ λέω», ἀντιπαραθέτει τό «κάνε ὅ,τι βλέπεις καί αἰσθάνεσαι»!

Δέν γνωρίζω, ἄν ὁ π. Ἰγνάτιος ἐκτελοῦσε καθήκοντα μοναχοῦ, σάν ὅλους τούς μοναχούς ἤ ἄν ἡ ἐξαντλητική του ἄσκηση ἦταν γι’ αὐτόν ὑπέρτατη ἀπόλαυση καί ἀποζητοῦσε τίς ὧρες τῆς νύχτας, ὅταν οἱ ἄλλες μέριμνες τοῦ ἄφηναν ἐλεύθερο χρόνο. Ἡ ἐγκράτεια ἦταν γι’ αὐτόν φιλοσοφία, ἡ ἀδιάλειπτη προσευχή καταφύγιο, τό ἐργόχειρο καί ἡ ὀλιγολογία στολίδι.

Ὁ π. Ἰγνάτιος ἦταν ἄνθρωπος σύγχρονος, ἄνθρωπος κοινωνικός. Ἐκτελεῖ μιάν ἀποστολή. Καί αὐτή δέν ἦταν ἀποστολή ἀναχωρητοῦ μοναχοῦ, ἀλλά κληρικοῦ. Κλῆρος του ἦταν τό ποίμνιο καί ἡ θέση του στήν κοινωνία. Ὁ κληρικός εἶναι ἀνώτερος τοῦ μοναχοῦ.

Συναναστρέφεται κάθε ἄνθρωπο, ἀνεξαρτήτως φύλου καί ἡλικίας. Μέ ὅλους προσηνής, ἐγκάρδιος, προσιτός καί συνάμα ἀπρόσιτος. Ἐγγύς καί μακράν. Ὅσο περισσότερο σέ ἀφῆνει νά τόν πλησιάσεις, τόσο περισσότερο ἀναγνωρίζεις τόν ἀσκητή. Εἶναι πάντα ἀνώτερος καί πάντας σέ ἀπόσταση, διότι ὁ σεβασμός πού ἐμπνέει εἶναι μεγάλος καί ἰσχυρός.

Ὁ π. Ἰγνάτιος στό θέμα τῆς Πίστεως, στό ζήτημα τοῦ Ἑορτολογίου, τῆς Ὁμολογίας κ.λ.π. ὑπῆρξε ρηξικέλευθος, κάθετος, κατηγορηματικός. Ὅμως ἡ ἀκρίβεια τῆς πίστεως, μετουσιούμενη σέ ἀκρίβεια Χριστιανικοῦ βίου, δέν εἶχε ἴχνος σκαιότητας, στυγνότητας, ἰταμότητας, ἀλαζονείας καί ἐπιδείξεως πού χαρακτηρίζουν πολλούς ἄλλους ἀκριβολόγους τῆς Πίστεως.

Ὁ π. Ιγνάτιος δέν εἶναι ἁπλά ζηλωτής, εἶναι φλογερός, εἶναι πυρπολητής. Πλήν ὅμως ὁ ζῆλος τῆς ἀρετῆς κάνει τήν φλόγα του δροσιά. Ὁ λόγος του δέν εἶναι λίβας πού καίει, πού καυτηριάζει, πού κατελέγχει, εἶναι δρόσος Ἀερμών, εἶναι δροσοπηγή πού καλεῖ τόν περιπλανώμενο στῆς κοινωνικῆς συνάφειας τό ἄγονον καί ἄνυδρον.

Ἡ μόρφωση.

Τά γράμματα ὁπωσδήποτε συμβάλλουν στή μόρφωση, ὅταν ὁ σπουδαστής τά χρησιμοποιεῖ ὡς ὄργανο καί ὄχι ὡς κτῆμα ἤ τυπικό προσόν. Ὁ π. Ἰγνάτιος χρωστάει πολλά στά γράμματα, αὐτό τό βλέπεις στήν ποιότητα τοῦ λόγου του, ἑνός λόγου προσωπικοῦ πού ἀναβλαστάνει ὅ,τι ὁ ἴδιος ἔχει ἀφομοιώσει διά τῆς προσωπικῆς μελέτης καί ἀσκήσεως. Ἑνός λόγου ἀπλοῦ, εὐχερῶς διατυπωμένου, πού ἐκφράζει ἐλευθερία καί εὑρύτυτα σκέψεως, σφραιρικότητα, πληρότητα γνώσεως καί ἀκρίβεια. Ἑνός λόγου εὐχάριστου, ἀφομοιώσιμου, ἥρεμου, διδακτικοῦ ἤ κατανυκτικοῦ, πού ἀποπνέει Ὀρθοδοξία, ἀρετή καί πνευματική ἐμπειρία.

Ἡ γλῶσσα πού χρησιμοποιεῖ εἶναι ἀπλή καί ἀνεπιτήδευτη, ἡ χρειά τῆς φωνῆς του λεπτή, μελωδική, μέ τονικές ἐναλλαγές, ἀφηγηματικῆς μορφῆς, ἥρεμη, πού τονίζεται μέ μικρές κινήσεις τῶν χεριῶν. Εἶναι ἕνας τρόπος πού φανερώνει διδακτική ἐμπειρία, αὐτοπεποίθηση καί κυριαρχία.

Ὁμιλεῖ ὁ π. Ἰγνάτιος καί παγώνει κάθε ἦχος. Αὐτιά καί μάτια ἀνοιχτά. Οἱ καρδιές χτυποῦν, τά κεράκια συνεχίζουν νά λιώνουν καί πολλές φορές ὁ ἱδρώτας τρέχει ποτάμι στήν Ὡραία Πύλη.

Αὐτή ὅμως ἡ μόρφωση, ἡ μόρφωση τῶν γραμμάτων, δέν μετράει καθόλου γιά τόν π. Ἰγνάτιο. Θεωρεῖ πώς ὅλη ἡ μόρφωση χρειάστηκε μόνο καί μόνο γιά νά τόν φέρει στήν Ἐκκλησία. Ὁ ρόλος της τελείωσε. Ἡ πνευματική μόρφωση τώρα ἀρχίζει. Ἔτσι δέν εἶναι φίλος τῶν πτυχίων, τῆς θύραθεν παιδείας, εἶναι φίλος τῆς πνευματικῆς ἐργασίας, ἀπ’ ὅπου πηγάζει ἡ πνευματική ἐμπειρία, ἡ ἀποκάλυψη, τό θαῦμα. Ὁ π. Ἰγνάτιος βιώνει τό Μυστήριο τῆς Πίστεως καί σ’ αὐτό τό γεγονός καλεῖ κι ἐμᾶς.

Ὁ Πνευματικός Πατήρ.

Κάθε ἕνας ἔχει σχηματίσει τήν γνώμη, κοινή γνώμη θά ἔλεγα, περί τοῦ Πνευματικοῦ Πατρός, τοῦ καθοδηγητοῦ, τοῦ ἐξομολόγου. «Τό ξέρει ὁ Πνευματικός σου; Ζήτησες ἄδεια ἀπό τόν Πνευματικό σου;» Ὡς Πνευματικός ὁ π. Ἰγνάτιος δέν ὑπῆρξε τέτοιος. Δέν ἦταν ἀκριβῶς Πατήρ, ἦταν ὁ ἀδελφός, ὁ συναγωνιστής, ὁ σύντροφος πού σέ καλεῖ νά βάψεις «τήν χείρα ἐν τῶ τριβλίῳ μετ’ αὐτοῦ». Θά μέ ἀκούσει, θά χαρεῖ, θά λυπηθεῖ, θά θυμώσει, ἀλλά σάν ἑταῖρος. Σοῦ ἀφήνει τήν ἐντύπωση, ὅτι ὁ ἀγώνας πού σοῦ ἀναθέτει εἶναι συνεταιρικός, ὅτι δέν εἶσαι μόνος σου, ὅτι συμπάσχει καί αὐτός. Θυμώνει γιά τήν ἐπιμονή, σάν νά θυμώνει μέ τόν ἑαυτό του. Δέν εἶναι ἕτερος, εἶναι ἑταῖρος. Ὅταν προδίδεις τόν ἀγώνα σου εἶναι σάν νά προδίδεις τόν ἴδιο. Εἶναι αὐστηρότατος, ἀφήνοντάς σε νά πιστεύεις ὅτι σοῦ φέρθηκε μέ ἐπιείκεια.

Ἡ ἐξομολόγηση εἶναι χαρά, ἐλπίδα, ἀσφάλεια, ἱκανοποίηση, αὐτεπίγνωση, φιλοτιμία. Θέλει ἄσκηση, μελέτη καί προσευχή. Δέν ζητάει ταπείνωση καί ὑπακοή, αὐτά τά ἐμπνέει. Δέν χτίζει, θεμελιώνει. Ἡ ἐξομολόγηση δέν εἶναι ἀνάκριση καί ἐξιλέωση. Εἶναι μάθημα, ἀπαίτηση, παράκληση, διαφύλαξη τῆς Ὁμολογίας, τήρηση τῶν ἐντολῶν, φόβος Θεοῦ, αὐτογνωσία, ἐγκράτεια καί προσευχή.

Ὅταν ἐρχόταν ὁ π. Ἰγνάτιος εἶχα τήν ἐντύπωση, ὅτι ἐρχόταν ἀποκλειστικά γιά μένα κατά τό «Ζακχαῖε κατάβηθι ἐν τῶ οἴκῳ σου δεῖ μέ μεῖναι». Ἀγαποῦσε τήν σωτηρία τῆς ψυχῆς μου καί δέν ἔβαζε τίποτα μπροστά σ’ αὐτό. Εἶσαι ὁ μοναδικός ψάλτης καί δέν κάνει νά ψάλλεις; Ποτέ νά μήν γίνει ἡ Λειτουργία. Δέν σέ θυσιάζει γιά τίποτα στόν κόσμο. Μέ Πνευματικό τόν π. Ἰγνάτιο συνειδητοποιεῖς τήν ἀξία τῆς ψυχῆς σου.

Ὡς Πνευματικός Πατήρ ὁ π. Ἰγνάτιος δέν εἶναι αὐταρχικός. Φανερό δεῖγμα, ὅτι δέν ἀνατράφηκε ὡς ὑποτακτικός μοναχός, μέ μία ὑποχρεωτική ὑποταγή πού ἀρκετές φορές ἀντί νά ὁδηγεῖ στήν ταπείνωση, μετεξελίσσεται σέ αὐταρχικότητα καί ἀντί νά ἐλευθερώνει, διαπλάθει συμπλεγματική προσωπικότητα στόν μετέπειτα Ἱερομόναχο. Ἔτσι μή ὄντας αὐταρχικός, δέν δημιουργεῖ κύκλο γύρω ἀπό τόν ἑαυτό του, δέν «ἀποσπᾶ τούς μαθητάς ὀπίσω» του. Κύκλος του εἶναι ὅλο τό ποίμνιο. Δέν διαθέτει στενούς φίλους καί γυναῖκες «παρά τούς πόδας αὐτοῦ».

Ὁ Λειτουργός.

Δέν εἶχε δική του ἐνορία, γύριζε ἀπό τόπου εἰς τόπον. Ὁσάκις ἦρθε στήν πόλη μας, σεβάστηκε τίς συνήθειές μας, τό τυπικό μας, τούς ἐργάτες τῆς Ἐκκλησίας καί πολιτεύτηκε μέ διάκριση. Εἴχαμε ἀκόμα τόν παλιό Ἱερέα μας. Δέν σφετερίστηκε τό ποίμνιό του, τά δικαιώματά του, δέν τόν ἀνταγωνίστηκε, δέν τόν σχολίασε. Τόν ὑπηρέτησε, θά ἔλεγα, σάν πατέρα καί ἀδελφό. Ὑπῆρξε τίμιος ἐργάτης τοῦ Εὐαγγελίου, γνήσιος Λειτουργός. Μετά τήν ἀνάγνωση τοῦ Εὐαγγελίου κήρυττε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ. Πολλές φορές συγκέντρωνε τούς πιστούς σέ κάποιο σπίτι καί μιλοῦσε καί τό ἀπόγευμα.

Ἐνῶ ἦταν φύση καλλιτεχνική καί μελετοῦσε τήν Ἐκκλησιαστική Τέχνη (ἁγιογραφία, ὑμνογραφία, κ.λ.π.), δέν διέθετε φωνή ψαλτική. Ἦταν τελείως παράφωνος, ἐκτός κι ἄν τό ἔκανε σκοπίμως. Εἶναι ἀλήθεια πώς δέν μποροῦσες ὡς ψάλτης νά κάνεις ἐπίδειξη τέχνης καί φωνῆς, μέ λειτουργό τόν π. Ἰγνάτιο. Φιλάσθενος ὅπως ἦταν, ἦταν πάντα κουρασμένος, ἰδρωμένος καί τά τελευταῖα χρόνια στεκόταν μέ δυσκολία καί κύρηττε. Τά ἄμφια ἦταν κάτι ξένο πάνω του, δέν τοῦ ταίριαζαν τά χρυσοϋφαντα, τό τριμμένο ράσο καί τό σκουφάκι τοῦ πήγαιναν καλύτερα.

Ὁ Ὀρθόδοξος.

Ὑπῆρξε γνήσιος τηρητής, φύλακας τῶν ἐκκλησιαστικῶν παραδόσεων. Μελετητής τῆς λειτουργικῆς καί καλλιτεχνικῆς ἐκκλησιαστικῆς παραδόσεως. Ἐξέφραζε πάντα τήν γνώμη του μέ τήν εὐθύτητα πού ταιριάζει σέ πνευματικό ἄνθρωπο. Ὑπερασπίστηκε πάντα τίς Ὀρθόδοξες θέσεις, ἀδιαφορῶντας γιά τίς γύρω του ἀντιδράσεις καί προσωπικές ἐπιθέσεις, χωρίς νά ἐπιβάλλει τίς ἀντιλήψεις του, χωρίς πάθος, χωρίς συσπειρώσεις καί σχίσματα.

Ὑπῆρξε γνήσιος ὑπερασπιστής τοῦ Ἁγίου Πατρός Ματθαίου. Ὑπερασπίζεται μέ καθαρότητα ἤθους, μέ συνέπεια, ἁπλότητα, σαφήνεια καί ἀκρίβεια τήν ἐκκλησιαστική ποιμαντική τοῦ Ἁγίου Πατρός. Ἡ καταδίκη τῆς ἀλλαγῆς τοῦ Ἡμερολογίου, ἡ Ὁμολογία τοῦ 1935, ἡ στάση ἀπέναντι στό Σχίσμα τῶν Φλωρινικῶν, ἡ χειροτονία Ἐπισκόπου ὑπό μόνου τοῦ Ἁγίου Πατρός καί ὁ καθαγιασμός τοῦ Ἁγίου Μύρου, ἱστορικοί σταθμοί ἐκκλησιαστικῆς δόξας καί μεγαλείου, εἶναι καύχημα γιά τόν π. Ἰγνάτιο. Ἔχει ἐπίγνωση τῆς μοναδικότητας, τῆς παγκοσμιότητας, τῆς αὐθεντίας τῆς Ἐκκλησίας στήν Ὁποῖα ἀνήκει. Σπάνιο φαινόμενο Ὀρθοδόξου, ὅταν ἡ συντριπτική πλειοψηφία Κληρικῶν καί λαϊκῶν διακατέχεται ἀπό μία ἐμετική παραταξιακή Παλαιοημερολογίτικη νοοτροπία, πού παρά τίς πομπώδεις, ὑπεφύαλες διακηρύξεις, δυσκολεύεται νά κρύψει τό κόμπλεξ κατωτερότητος πού τήν διακατέχει - λόγῳ ἔλλειψης αὐτοπεποίθησης – καί τήν ἀγωνία τῆς μοναξιᾶς, πράγμα πού καταφαίνεται στή θέα μιᾶς διαρκοῦς ἐλεεινῆς ἐκκλησιαστικῆς καταστάσεως δεκαετιῶν, μιᾶς ἐκκλησιαστικῆς Ψωροκώσταινας, μιᾶς διοικητικῆς ἀτολμίας καί ἀπραξίας, μιᾶς ἀποτελματώσεως, μιᾶς συνεχοῦς παρακμῆς, ὅπου ἡ πρόοδος καί ἡ πνευματική ζωτικότητα καί γονιμότητα εἶναι μία θαμπή ἀνάμνηση...

Ὁ π. Ἰγνάτιος ὑπῆρξε ἀριστοκράτης, ἄξιος καί γι’ αὐτό ἀγέρωχα σιωπηλός. Ἔφυγε ὁ π. Ἰγνάτιος. Ἔφυγε ὁ ποιμένας καί διασκορπίστηκαν τά πρόβατα, ἄλλα ἐδῶ κι ἄλλα ἐκεῖ. Σέ ὅλους, πιστεύω, κάτι μένει, ἔστω κι ὡς φευγαλέα φάρου ἀναλαμπή μέσα στό ὀμιχλῶδες πέλαγος τῆς θύμησης...

Ἀπό τόν Οἰκουμενισμό στήν Γνησία Ὀρθοδοξία.

Ὁ Ὅσιος Πατήρ Ἰγνάτιος ἦταν λόγιος, ἡσυχαστής καί ἀγωνιστής Κληρικός. Πειραϊκῆς καταγωγῆς, σπούδασε Ἰατρική, ἀλλά γοητευμένος ἀπό τήν ἰδέα τῆς «εἰς Χριστόν» ἀφιερώσεως καί τῆς Ἱερατικῆς διακονίας, χειροτονήθηκε Ἱερεύς στήν Ἀγγλία, στήν ἐκεῖ Ἀρχιεπισκοπή τοῦ Πατριαρχείου Κων/πόλεως, ἀπό τόν Ἀρχιεπίσκοπο Θυατείρων καί Μ. Βρεττανίας Ἀθηναγόρα.

Κατά τήν περίοδο ἐκείνη (ἀλλά καί στήν συνέχεια), τό περιβάλλον τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς Θυατείρων ἦταν ἐξόχως οἰκουμενιστικό. Ἐπικρατοῦσε ἕνα κοσμικό - δυτικότροπο πνεῦμα, ἄσχετο πρός τό Ἁγιοπνευματικό περιεχόμενο τῆς Ὀρθοδοξίας. Ὁ Ἐπίσκοπος τοῦ π. Ἰγνατίου Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηναγόρας Κοκκινάκης, ἦταν γνωστοῦ καί δεδηλωμένου οἰκουμενιστικοῦ φρονήματος καί ἡ ὁμολογία του κάθε ἄλλο παρά Ὀρθόδοξη. Ὁ π. Ἰγνάτιος ὅμως ἦταν ἕνας ὑγιής νούς, μία ψυχή ἀγαθῶν προθέσεων καί προαιρέσεων, ἀφιερωμένος στόν Θεό καί τήν Ἁγία Του Ἐκκλησία. Ἄρχισε νά μελετᾶ συστηματικά τό θέμα τοῦ Νεοημερολογιτισμοῦ - Οἰκουμενισμοῦ καί νά προσεύχεται πολύ, ζητῶντας τήν βοήθεια τοῦ Κυρίου τῆς Ἐκκλησίας. Γιά τοῦτο καί ὁ Νυμφίος τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς ψυχῆς του Χριστός, δέν ἐπέτρεψε νά χαθεῖ μέσα στή λύμη τῆς αἱρέσεως, ἀλλά ὁ Ἴδιος «ἐξήγαγε αὐτόν εἰς ἀναψυχήν».

Τό ἔτος 1956 ἦταν ἔτος θεοσημείας γιά τόν π. Ἰγνάτιο. Δέχθηκε τήν θαυμαστή ἐμφάνιση τοῦ Ἰδίου τοῦ Κυρίου, ὁ Ὁποῖος ὁδήγησε τά διαβήματά στήν Μία καί Μοναδική Ἐκκλησία Του! Γιά τό γεγονός αὐτό ὁ μακάριος Πατήρ δέν μιλοῦσε ποτέ (ἀσφαλῶς γιά νά μήν παρεξηγηθεῖ, «βρῆκαν» ἄλλωστε τόσα ἄλλα γιά νά τόν κατηγορήσουν!). Τό ἀνέφερε ἐξομολογητικῶς στόν τότε Ἐπίσκοπο Πατρῶν Ἀνδρέα (ἔπειτα Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν), ἀπό τόν ὁποῖο τό πληροφορήθηκε ὁ γράφων τό 2000.

Ἡ θεοσημεία συνέβη στήν Ἀγγλία καί συνίστατο στήν ἐμφάνιση τοῦ Ἰδίου τοῦ Κυρίου, κατά τήν διάρκεια τῆς προετοιμασίας γιά τήν Θεία Λειτουργία. Κατά τήν Προσκομιδή, ἐμφανίστηκε ὁ Κύριος ὀφθαλμοφανῶς καί ἀπαντῶντας στούς λογισμούς καί τούς προβληματισμούς του, τοῦ ἔδειξε πού καί πῶς νά βρεῖ τήν Μία καί Γνησία Ἐκκλησία Του! Ὁ Ἴδιος τόν ἔστειλε στήν Ἱερά Μονή Παναγίας Κερατέας Ἀττικῆς καί στό ὠμοφόρειο τοῦ τότε Ἐπισκόπου Πατρῶν Ἀνδρέου.
 
Μετά τήν θεία αὐτή ἀποκάλυψη, ὁ π. Ἰγνάτιος «ὡς ἄλλη ἔλαφος ἐπιποθοῦσα ἐπί τάς πηγάς τῶν ὑδάτων», ἐγκατέλειψε τήν ἐξασφαλισμένη σταδιοδρομία του στίς τάξεις τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς Θυατείρων, διέκοψε (ὄχι βίαια, ἀλλά μέ τήν εὐγένεια ψυχῆς πού τόν διέκρινε), τίς πνευματικές καί διοικητικές του σχέσεις μέ τόν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηναγόρα καί ἦρθε στήν Ἑλλάδα. Ὅταν συνάντησε στό Ἐπισκοπεῖο τοῦ ἁγίου Μοδέστου τόν Ἐπίσκοπο Ἀνδρέα καί ζήτησε νά ἐξομολογηθεῖ, ὁ Ἅγιος Πατρῶν κυριολεκτικῶς «δέν πίστευε στά αὐτιά του»! Δέχθηκε τήν ἐξομολόγησή του, ἀξιολόγησε τίς προθέσεις του, προσευχήθηκε καί ζήτησε καί ἀπό τόν ἴδιο νά προσευχηθεῖ. Εἰσήγαγε τό θέμα στήν Ἱερά Σύνοδο τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καί μέ ἀπόφασή Της τόν ἔκανε δεκτό στό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας κατά τά προβλεπόμενα ἀπό τό Ἱεροκανονικό Δίκαιο, «διά Μύρου, Ὁμολογίας Πίστεως καί Χειροθεσίας».

Ὡς Κληρικός τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ὁ Ἱερομόναχος Ἰγνάτιος, δραστηριοποιήθηκε χωρίς μόνιμη ἕδρα καί ἐνορία.Κάλυπτε τίς ἔκτακτες ἀνάγκες τῆς Ἐκκλησίας, ἀνεξαρτήτως τοῦ χρόνου καί τοῦ τόπου πού ἐμφανίζονταν. Περιώδευε ἱεραποστολικά κυρίως τίς ἀκριτικές περιοχές (Ξάνθη, Σάμο, Κάλυμνο, Κρήτη) καί ἐξυπηρετοῦσε τίς πνευματικές καί λειτουργικές ἀνάγκες τῶν πιστῶν, θέτοντας τήν σφραγίδα τῆς πνευματικῆς του προσωπικότητος καί τοῦ ἁγίου βίου του. (Στή δημοσιευομένη φωτογραφία τοῦ ἔτους 1958 διακρίνεται ὁ μακάριος π. Ἰγνάτιος μέ τόν τότε Ἐπίσκοπο Πειραιῶς Ἄνθιμο κ. ἄ. κληρικούς, στόν Ἱ. Ν. Τιμίου Προδρόμου Ροῦφ Ἀθηνῶν).


Κατά τίς περιοδείες αὐτές ἀντιμετώπισε, ὅπως ἦταν ἑπόμενο καί ἀναμενόμενο, καί τήν διωκτή μανία τῶν κακοδόξων. Ἕνα σχετικό περιστατικό πού συνέβη στήν Κρήτη, μαρτυρεῖ ὁ ἤδη μακαριστός Βασίλειος Νταργάκης. «Μετά παρέλευση κάποιου χρόνου - γράφει στόν Ἱερομόναχο Κήρυκο - μᾶς ἐπισκέφθηκε ὁ π. Ἰγνάτιος. Τόν ἔφερε ὁ Ἐμμ. Μαρτινιανάκης μέ τό ἀμάξι του καί ὁ ἀδελφός Ἠλίας. Κάναμε ὁλονύκτιο ἀγρυπνία στό ἐξωκκλήσιο τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου. Ξημερώματα φύγαμε γιά τό σπίτι μου. Ὁ π. Ἰγνάτιος ἔφυγε μέ τό αὐτοκίνητο, ἐμεῖς πήγαμε μέ τά πόδια στό χωριό, διότι ἦταν πιο κοντά. Μόλις φτάσαμε, ἄκουσε ἡ σύζυγός μου Ὀλυμπία μία βραχνή φωνή νά λέει, «ἔρχεται, ἔρχεται» καί σέ 2 - 3 λεπτά ἦρθε καί ὁ π. Ἰγνάτιος. Τοῦ εἴπαμε γιά τήν φωνή καί μᾶς εἶπε, «δέν μοῦ φαίνεται καλή ἡ φωνή, νά προσέχουμε, ἴσως μᾶς φέρουν καί τήν Ἀστυνομία». Πράγματι σέ λίγη ὥρα ἦρθε ἡ Ἀστυνομία καί ἔξω ἀπό τό σπίτι μου ἔγινε μεγάλη φασαρία, ζητοῦσαν ἀπό τόν π. Ἰγνάτιο χειροτονητήριο καί τό ἔδειξε. Τοῦ ζήτησαν τότε οἱ ὑπεύθυνοι καί κινήσαντες τήν φασαρία καί τόν διωγμό, ἄν ἔχει ἄδεια ἀπό τήν Μητρόπολη στό Ἡράκλειο, (δηλαδή ἀπό τόν τότε Μητροπολίτη Εὐγένιο Ψαλλιδάκη) καί τούς ἀπάντησε μέ πραότητα, ἀλλά θαρραλέα:

«Ἐγώ ἔχω Σύνοδο καί δέν ἔχω καμμία σχέση μέ τούς Παπικούς»!

«Γιατί, Παπικοί εἴμαστε;» τόν ρώτησε ἕνας Ἱερεύς.

«Τό ἀρνῆσαι; Πού εἶναι ἡ Νηστεία τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων; τόν ρώτησε ὁ π. Ἰγνάτιος. Ὅταν ἑορτάζουν στήν Ἱερουσαλήμ τόν ἅγιο Σπυρίδωνα, ἐσεῖς ἑορτάζετε Χριστούγεννα, ἄρα εἶστε παιδιά τοῦ Πάπα».

Ἀπαντᾶ τότε αὐτός στόν π. Ἰγνάτιο: « Ἐσύ ἔρχεσαι καί ἐκμεταλλεύεσαι τόν κόσμο, νά μήν ἔρθεις ἄλλη φορά».

«Θά ἔρθω καί θά ξανάρθω» τοῦ ἀπάντησε ὁ π. Ἰγνάτιος, ὅπως ἦρθε καί ξαναεῖρθε καί δέν τόν ἐνόχλησε κανείς, διότι ὁ Θεός ξέρει μέ τί τρόπο νά ὑπερασπίζεται τούς δούλους Του.

Τόν πῆραν ἔπειτα στό τμῆμα τοῦ Ἀρκαλοχωρίου, ἀπολογήθηκε, ἔδειξε τό χειροτονητήριό του καί τοῦ εἶπε ὁ Διοικητής νά πάει στό καλό».

Σέ ἄλλη περίπτωση στήν Κάλυμνο, ὅπου πῆγε νά ἐξυπηρετήσει τούς ἐκεῖ Ὀρθοδόξους πιστούς, τόν περίμενε στό λιμάνι ὄχλος πολύς, μέ ἐπικεφαλῆς τόν τότε Νεοημερολογίτη Μητροπολίτη Καλύμνου Ἰσίδωρο, «μέ ἀπειλητικές διαθέσεις ἐναντίον του. Μόλις τόν παρέλαβε μέ τό αὐτοκίνητό του κάποιος ἀδελφός, ἔτρεξε ὁ ἀνωτέρω Μητροπολίτης μέ τήν «σπεῖρα» του στήν ἄκρη τῆς προβλήτας, ὅπου βρισκόταν ἀκόμη τό αὐτοκίνητο μέ τόν π. Ἰγνάτιο, γιά νά τόν ρίξει στή θάλασσα τό πιθανώτερο ἤ νά τόν «φοβερίσει» τό λιγώτερο πιθανό.

Ὁ π. Ἰγνάτιος μόλις εἶδε τά γενόμενα, λέει στόν ἀδελφό - ὁδηγοῦ τοῦ αὐτοκινήτου, «πήγαινε ἐσύ, ἐμένα θέλουν». Ὁ ὁδηγός ἔφυγε ἔντρομος καί πανικόβλητος καί ἔμεινε μόνος στό αὐτοκίνητο ὁ π. Ἰγνάτιος. Χωρίς νά βλέπει τούς διῶκτες του πού ἔσπρωχναν τό αὐτοκίνητο, ἔκανε κομποσχοίνι, ἠθλεῖτο στήν ἄσκηση τῆς καρδιακῆς προσευχῆς, ἐπικοινωνοῦσε καί δοξολογοῦσε τόν Κύριο τῆς δόξης.



Μόλις εἶδε ὁ Μητροπολίτης τήν πλήρη ἀταραξία του καί τήν γαλήνη μέ τήν ὁποία προσευχόταν, θαυμάσας ἄνοιξε τήν πόρτα τοῦ αὐτοκινήτου καί ζήτησε συγγνώμη. Ὁ π. Ἰγνάτιος κατέβηκε ἀπό τό αὐτοκίνητο καί κουνώντας συγκαταβατικά τό κεφάλι καί τό δεξί του χέρι ἀπομακρύνθηκε, περνώντας μέσα ἀπό τόν ὄχλο τῶν διωκτῶν του»! (Σ. Χρ. αὐτ. σελ. 63). (Ἡ δημοσιευόμενη φωτογραφία εἶναι ἀπό ἐπίσκεψη τοῦ μακαρίου π. Ἰγνατίου στήν Κάλυμνο, τό ἔτος 1963).

Τό 1961 διορίστηκε Α’ Γραμματέας τῆς Ἱερᾶς Συνόδου (μέ Ἀρχιγραμματέα τόν Πρωτοσύγκελλο Πρωθιερέα Εὐγένιο Τόμπρο καί Β’ Γραμματέα τόν Ἱερομ. Ματθαῖο Μακρῆ, ἔπειτα Ἐπίσκοπο Ἀττικῆς καί Μεγαρίδος). Ὑπῆρξε πρῶτος ἐκδότης τοῦ Περιοδικοῦ «Ὀρθόδοξη Πνοή». Ἐργάτης ὁ ἴδιος τῆς νοερᾶς ἤ καρδιακῆς προσευχῆς, ἄρχισε τήν ἔκδοση τῆς Φιλοκαλίας (τήν ὁποία δέν ὁλοκλήρωσε), συνέγραψε δέ τό 1971 το ἀπολογητικό βιβλίο «Βρεσθένης Ματθαῖος – Οἱ χειροτονίες του» καί πολλά ἀπολογητικά καί πνευματικά φυλλάδια.

Ὑπῆρξε ἕνας ἀσκητής μέσα στόν κόσμο. Στίς ἐλάχιστες φωτογραφίες πού ἔχουν διασωθεῖ, διακρίνεται σχεδόν ἀποστεωμένος. Τό φαγητό του ἦταν ἐλάχιστο, τόσο λίγο ὥστε ἀπό τήν κακουχία καί τήν στέρηση προσβλήθηκε ἀπό φυματίωση τῶν ἐντέρων! Ὁ πυρετός ἦταν καθημερινός του σύντροφος, ὅπως καί τοῦ Μεγάλου Βασιλείου. Ὁ «ἀδεφλός πόνος» ὅπως ἔλεγε, δέν τόν ἄφηνε ποτέ. Ὁ ὕπνος του κι αὐτός λιγοστός, ἀφ’ ὅσον ἔπρεπε νά ἐξοικονομεῖται χρόνος γιά μελέτη καί προσευχή. Κι ὅμως μέσα ἀπό αὐτό τό καταπονημένο σῶμα, πήγαζε ἕνας χείμαρος ἐν Χριστῶ ζωῆς. Στά ρουφηγμένα ἀπό τήν ἄσκηση μάτια του, ἔλαμπε τό φῶς τῆς Ἀναστάσεως καί ἡ βεβαιότητα τῆς οὐρανίου μακαριότητος. Καί ὁ λόγος του ἦταν μία παρακαταθήκη ἐλπίδος, λόγος παρηγορητικός, διανθισμένος μέ ἄνθη Πατερικῆς σοφίας καί ἐμπειρίες Ἁγίων (πολλές φορές κάλυπτε τίς δικές του ἐν Χριστῶ καί ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ἐμπειρίες, κάτω ἀπό ἀναφορές σέ Ἁγίους καί Δικαίους τῆς Ἐκκλησίας). Ὡς Λειτουργός μετέδιδε τήν κατάνυξη καί ὡς Πνευματικός τήν βεβαιότητα τῆς θείας ἀγάπης καί τῆς ἐν Χριστῶ σωτηρίας.

Παράλληλα ὅμως, ἦταν ἕνας λόγιος Κληρικός, ὁ ὁποῖος συνδέοταν μέ τούς λόγιους ἐκκλησιαστικούς κύκλους τῆς ἐποχῆς του. Ὁ Σ. Χρυσανθόπουλος σημειώνει: «Τό πόσο λεπτός, σπουδαῖος, μεγάλος, πολιτισμένος καί καλλιεργημένος ἦταν καί δέν τόν ἀπασχολοῦσαν ποτέ τά μικρά πράγματα, ἀλλά πάντοτε τά μεγάλα, τό φανερώνουν οἱ δηλώσεις ἀνθρώπων ὅπως τοῦ Βασ. Ρηγόπουλου, τοῦ σπουδαιότερου ἐκδοτικοῦ οἴκου σέ ἐκκλησιαστικές ἐκδόσεις στήν Ἑλλάδα, πού μοῦ ἔλεγε συχνά: «Ἔχω γνωρίσει μέσῳ τῶν ἐκδόσεών μου, τόσους καί τόσους Ἱερωμένους, τόσους καί τόσους πνευματικούς ἀνθρώπους, κανένας δέν μοῦ ἔκανε τόση ἐντύπωση ὅση ὁ π. Ἰγνάτιος» (αὐτ. σελ. 16).
 
Ὡς λόγιος Κληρικός, ἀλλά καί Ἁγιογράφος, εἶχε «συνδεθεῖ φιλικά μέ τόν διαπρεπῆ Ἁγιογράφο καί Λογοτέχνη Φώτιο Κόντογλου.

Ὁ ἐγκόσμιος ἀσκητής.

Ὁ μακάριος π. Ἰγνάτιος, κατά τήν ἔκφραση τοῦ Σωτ. Χρυσανθόπουλου, «πατσαβούριασε τήν σάρκα του»! Εἶναι χαρακτηριστική ἡ περιγραφή του σχετικά μέ τήν καθημερινή ζωή τοῦ οὐρανοπολίτου Πατρός: «Ὁ π. Ἰγνάτιος δέν κοιμόταν καθόλου, παρά μόνον μία ὥρα τό 24ωρο, ἴσα - ἴσα γιά νά μήν πάθει ὁ ἐγκέφαλός του... Ὅλη τήν νύκτα δέν κοιμόταν, ἀλλά προσευχόταν ἀδιάλειπτα, ἐφαρμόζοντας τό «ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε» τοῦ Ἀποστόλου Παύλου... Στό Ἅγιο Ὄρος ὅπου ἀσκήτευε, ἔτρωγε καί ἔπινε τόσο λίγο, ὥστε νά κρατιέται στή ζωή καί νά μήν σκοτώσει τό σῶμα του... Κάπως φυσιολογικά ἔτρωγε ὅταν κατέβαινε ἀπό τό Ὄρος καί μᾶς ἐπισκεπτόταν καί αὐτό τό ἔκανε γιά μᾶς, γιά νά μή «δείχνεται» (αὐτό δέν τοῦ ἄρεσε καθόλου), ὅτι εἶναι μεγάλος νηστευτής. Οἱ κάλτσες πού φοροῦσε ἦταν ἀπό τόν ἀστράγαλο καί πάνω, στήν πατοῦσα δέν ὑπῆρχε καθόλου κάλτσα, διότι ἁπλούστατα δέν χρησιμοποιοῦσε ὁλόκληρες κάλτσες, περπατοῦσε ξυπόλητος..! Ἀκόμη καί τό τριμμένο ράσο πού φοροῦσε καί τά ἱερά ἄμφια, δέν φόρεσε κανένας Ἱερωμένος ἐπί τῆς γῆς» (αὐτ. σελ. 21 - 22).

Ὑπῆρξε ἐραστής καί ἐργάτης τῆς νοερᾶς ἤ καρδιακῆς προσευχῆς. Σώζονται πολλές ἐπιστολές του νηπτικοῦ περιεχομένου, στίς ὁποίες ἐμπεριέχεται ἡ διδασκαλία τῶν Νηπτικῶν Πατέρων καί ἡ ἡσυχαστική ἐμπειρία τῆς Ἐκκλησίας, διατυπωμένη μέ τό δικό του χαρίεν καί εὔληπτο ὕφος.

Ὁ σημειοφόρος ἄνθρωπος τοῦ Θεού.

Ὁ μακάριος π. Ἰγνάτιος, ἀγωνιζόμενος ὑπερμέτρως γιά τήν ψυχική του σωτηρία, ἀγωνιζόμενος νά φανεῖ ἄξιος τῆς κλήσεως, ἐλεήθηκε ἀπό τόν καλέσαντα αὐτόν Κύριο μέ τά Ἁγιοπνευματικά χαρίσματα τῆς προοράσεως, τῆς παραμυθίας - παρηγορίας καί τῶν θεραπειῶν. Οἱ σχετικές μαρτυρίες, σοβαρές καί τεκμηριωμένες, εἶναι δεκάδες καί προέρχονται ἀπό ἐπωνύμους πιστούς ὅλων τῶν περιοχῶν τῆς χώρας πού ἐλεήθηκαν δι’ εὐχῶν του.

Στήν Ξάνθη, «μία ἐν Χριστῶ ἀδελφή, πνευματικοπαίδι τοῦ π. Ἰγνατίου, εἶχε μία σοβαρή πάθηση στά μάτια καί ἔπρεπε κατεπειγόντως νά γίνει σοβαρή χειρουργική ἐπέμβαση. Ἡ ἐν λόγῳ ἀνέφερε στόν Ἅγιο Γέροντα γιά τήν δύσκολη κατάστασή της καί ἐκεῖνος τῆς εἶπε: « Ἔλα νά σοῦ βάλω λίγο λάδι ἀπό τό καντήλι καί ἀφοῦ προσευχηθοῦμε, πιστεύω ὅτι δέν θά ἔχεις πρόβλημα». Ἔτσι ἔγινε καί τό πρόβλημα τῆς ἀδελφῆς στά μάτια λύθηκε ἀπό τόν π. Ἰγνάτιο θαυματουργικά. Δέν εἶχε πλέον τίποτα»! (Σ. Χρ. αὐτ. σελ. 59).

Σέ πολλές περιπτώσεις ἔφθασε ἀπροειδοποίητα σέ οἰκογένειες Ὀρθοδόξων πού τόν χρειάζονταν (καί μάλιστα σέ ἀκριτικές καί ἀπομακρυσμένες περιοχές, λ.χ. τήν Κρήτη). Στήν ἐρώτηση, «πῶς καί μᾶς ἤρθατε, Πάτερ;», ἀπαντοῦσε ἁπλᾶ «εἶχα τήν πληροφορία, ὅτι μέ χρειάζεστε» (βεβαίως ἡ πληροφορία δέν ἦταν «ἐξ ἀνθρώπων»)!

Στήν Ξάνθη, «ἕνας ἡλικιωμένος ἀδελφός βρίσκεται στά τελευταῖα του. Ἡ κόρη του θέλει νά τοῦ φέρει Ἱερέα ἀπό τήν Θεσσαλονίκη ἤ ἀπό ἀλλοῦ, ὁ ἀδελφός ὅμως θέλει ὁπωσδήποτε τόν π. Ἰγνάτιο καί κανέναν ἄλλο. Ὁ π. Ἰγνάτιος τό πληροφορεῖται διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἔρχεται ξαφνικά, χωρίς καμμία εἰδοποίηση, στην πόρτα του σπιτιου, ἐξομολογεῖ τόν ἀδελφό, τόν κοινωνεῖ καί φεύγει γιά τό Ἅγιον Ὄρος. Ἀμέσως μετά ὁ ἀδελφός ἀπεδήμησε πρός Κύριον»! (Σ. Χρ. αὐτ. σελ. 60).

Τό προορατικό του, οἱ προρρήσεις του, ἔμειναν παροιμιώδεις. Προεῖπε σέ πολλούς Χριστιανούς σημαντικά γεγονότα, σχετιζόμενα μέ τήν πνευματική, ἀλλά καί τήν κοσμική τους ζωή, ἀκόμη καί τήν διάλυση ἐνορίας τῆς Βορείου Ἑλλάδος (ἡ ὁποία τελικά πραγματοποιήθηκε 25 χρόνια μετά τήν μακαρία του κοίμηση)!

«Ἦταν μία ἀδελφή – γράφει ὁ Σ. Χρ. – πολύ πιστή καί δραστήρια. Εἶχε ζῆλο μεγάλο νά γίνει μοναχή. Ὁ π. Ἰγνάτιος τῆς εἶπε, ὅτι δέν πρέπει νά πάει γιά μοναχή, γιατί δέν θά μποροῦσε νά ἀντέξει τήν μοναχική πολιτεία. Πῆγε, ἀλλά μετά ἀπό λίγα χρόνια εἶχε πάλι γυρίσει στόν κόσμο, ὅπως προέβλεψε ὁ π. Ἰγνάτιος»! (αὐτ. σελ. 60).

«Ἦταν κάποιος Ἱερομόναχος – συνεχίζει ὁ Σ. Χρ. – πολύ πιστός, δραστήριος, πολύ παρηγορητικός, ἀγαπητός στόν κόσμο, δογματικά καί θεολογικά καταρτισμένος, παρά τά λίγα γράμματα πού ἤξερε, νέος, εἶχε φθάσει σέ μεγάλα ὕψη πνευματικότητας καί ἁγιότητας. Ἔκανε πολλά θαυμαστά σημεῖα, ὅπως όταν ἦταν κλειδωμένο τό τηλέφωνο, τό σταύρωνε καί ἄνοιγε, ἦταν κλειδωμένη ἡ πόρτα τήν σταύρωνε καί ἄνοιγε! Εἶχε εὐαρεστήσει πολύ τόν Θεό καί γι’ αὐτό τόν φθόνησε πολύ ὁ διάβολος καί ὕστερα ἀπό μεγάλο ἀγώνα τόν ἔριξε σέ σαρκικό πάθος. Ἦταν τρομερό, τό ἀστέρι αὐτό δυστυχῶς ἔπεσε»! (αὐτ. σελ.60).

Ἡ περίπτωση τοῦ Ἱερομονάχου Μ. εἶναι γνωστή στό πλήρωμα τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Τό 1970 καί ἐνῶ ὁ π. Ἰγνάτιος ἦταν στό σπίτι τοῦ Σ. Χρ. στή Θεσσαλονίκη, ἦρθε ἡ συζήτηση γιά τόν ἐν λόγῳ Ἱερομόναχο, «ὁ ὁποῖος ἐκτελοῦσε τά ἱερατικά του καθήκοντα σέ κάποια μακρυνή ἐνορία, ἐκτός Θεσσαλονίκης, σέ ἄλλο νομό καί περιφέρεια». Μόλις ὁ π. Ἰγνάτιος ρωτήθηκε γι’ αὐτόν «συννέφιασε, σκυθρώπιασε, ἀκούμπησε στό τραπέζι μέ τούς ἀγκῶνες τῶν χεριῶν του, ἔπειασε τό κεφάλι του καί μέ τά δυό του χέρια καί εἶπε: « Δέν θέλω νά τό σκέπτομαι, δέν θέλω νά τό σκέπτομαι». Ἔβλεπε καθαρά τήν πτώση τοῦ ἐν λόγῳ Ἱερομονάχου, πού θά γινόταν μετά ἕνα χρόνο περίπου καί δέν ἤθελε νά τήν σκέπτεται»! (αὐτ. σελ. 60 – 61).

Στόν Σ. Χρ. ὁ ὁποῖος σκεπτόταν μέ κάποιο παράπονο, «ἔχω καιρό νά κοινωνήσω, τό ἔχω ἀπόλυτη ἀνάγκη, γιατί δέν μέ ἀφήνει νά κοινωνήσω νά πάρω τήν ἀπαραίτητη δύναμη;», μόλις ὁ π. Ἰγνάτιος πῆγε στήν Ξάνθη τοῦ εἶπε: «Ἀδελφέ Σωτήρη, ἑτοιμάσου, θά κοινωνήσεις τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων»! (αὐτ. σελ. 53).

Πολλοί πιστοί, κυρίως παιδιά, ἀξιώθηκαν νά τόν δοῦν κατά τήν διάρκεια Ἀκολουθιῶν καί κυρίως τῆς Θείας Λειτουργίας λουσμένο στό ἄκτιστο φῶς τῆς Χάριτος, νά μήν πατᾶ στό ἔδαφος, ἀλλά νά ἱερουργεῖ ὡς ἄλλος τῶν Ἁγίων Πατέρων!

Μία νύκτα σκοτεινή, πῆγε να κοινωνήσει ἕναν ἑτοιμοθάνατο. Ἡ διαδρομή ἦταν μέ τά πόδια, σέ δρόμο χωρίς φωτισμό, μέ λάκκους καί ἐπικίνδυνα σημεῖα, ὁ π. Ἰγνάτιος ὅμως δέν σκόνταψε πουθενά, διότι «ἡ Θεία Κοινωνία ἐξέπεμπε φῶς, εἶχε γίνει φῶς καί φώτιζε τόν Ἅγιο Γέροντα στό δρόμο του, «μήπως προσκόψει πρός λίθον τόν πόδα του» ! (Σ. Χρ. αὐτ. σελ. 56).

Στό σπίτι τοῦ ἰδίου πιστοῦ, ἀντίδωρο ἀπό Θεία Λειτουργία πού τέλεσε ὁ π. Ἰγνάτιος τό 1968 στήν Ξάνθη, διατηρήθηκε χωρίς νά ἀλλοιωθεῖ μέχρι τό 2000! (αὐτ. σελ. 56).

Ὁ Βασίλειος Νταργάκης ἀπό τό Ἡράκλειο, σέ ἐπιστολή του πρός τόν τότε Ἀρχιγραμματέα τῆς Ἱερᾶς Συνόδου Ἀρχιμ. Κήρυκο Κοντογιάννη, μέ ἡμερομηνία 31. 12. 1988, γράφει τά ἀκόλουθα:

«Εὑρισκόμενος ὁ π. Ἰγνάτιος εἰς τό χωριό μου Ζῆντα (Μονοφατσίου), μᾶς ἔκανε ὁλονύκτιο ἀγρυπνία εἰς τήν ἐκκλησία τῆς ἁγίας Βαρβάρας τοῦ χωριοῦ ἁγία Σεμνῆ. Τελειώνοντας πήγαμε στό σπίτι μου. Εἴχαμε εἰδοποιήσει καί τήν Δασκάλα ὅπου μᾶς ἐμαθήτευσε τά γράμματα, τήν Αἰκατερίνη, διότι εἶχε ἐνδιαφερθεῖ νά γίνει Ὀρθόδοξη. Ἦλθε καί ἐξολομολογήθηκε καί ὁ π. Ἰγνάτιος τῆς διάβασε τίς σχετικές εὐχές καί ἐνῶ διάβαζε, ἔγινε τό πρόσωπό του κατάλευκο! Σημειώνω καί τοῦτο. Μόλις ἡ ἀδελφή Αἰκατερίνη εἶδε τόν π. Ἰγνάτιο εἶπε, ὅτι τον εἶδε μία νύκτα πριν στόν ὕπνο της ὅπως ἦταν καί ἔμεινε ἐκστατική, δεν τον είχε δεί ποτέ στη ζωή της πριν συναντηθούν.»!

Περί τό ἔτος 1965 ὁ μακάριος Ἰγνάτιος ἐπισκέφθηκε γιά λόγους ποιμαντικούς καί ἱεραποστολικούς τήν Κρήτη. Διέμεινε στήν οἰκογένεια τοῦ Βασ. Νταργάκη, στό χωριό Ζῆντα Μονοφατσίου. Ἐκεῖ εἶδε σέ μία κορνίζα τήν φωτογραφία ἑνός μικροῦ κοριτσιοῦ. «Αὐτή εἶναι ἡ Δέσποινα» εἶπε. Ἐπρόκειτο γιά μία κόρη τῆς οἰκογένειας, ἡλικίας 6 – 7 ἐτῶν (εἶχε βαπτιστεῖ στήν Κερατέα, τό 1959), τήν ὁποίας δέν εἶχε συναντήσει ποτέ! «Ναί, Πάτερ - τοῦ ἀπάντησε ἡ μητέρα της Ὀλυμπία - ἀλλά δέν βλέπεις; Τά δόντια της εἶναι ὅλα στραβά». Πιάνει μέ τά χέρια του ὁ π. Ἰγνάτιος τήν φωτογραφία, τήν σηκώνει λίγο καί λέει στούς γονεῖς νά πάρουν εὐχή. «Μέ τά λόγια της εὐχῆς – γράφει ὁ πατέρας στόν Ἱερομ. Κήρυκο - τά δόντια ἦρθαν στή θέση τους μετά ἀπό λίγο καιρό, χωρίς νά τό καταλάβουμε, διά θαύματος τοῦ π. Ἰγνατίου»!!!

Τό 1969 προεῖπε στήν σύζυγο τοῦ Σ. Χρ. τόν θάνατο τοῦ πατέρα της! «Ἀδελφή Θεοφανώ - τῆς εἶπε – θά στενοχωρηθεῖς, ἀλλά πρέπει νά σοῦ πῶς γιά νά προετοιμαστεῖς, ὁ πατέρας σου θά πεθάνει»! «Μά, Πάτερ, ὅπως γνωρίζω ὁ πατέρας μου εἶναι καλά τώρα», τοῦ ἀπάντησε. «Τώρα εἶναι καλά, παιδί μου - ἀπάντησε ὁ π. Ἰγνάτιος - ἀλλά γρήγορα θά πεθάνει. Ἔτσι ἀποφάσισε ὁ Θεός, γιατί αὐτό εἶναι τό συμφέρον τοῦ πατέρα σου, τό συμφέρον τῆς ψυχῆς του». Πράγματι μετά ἀπό λίγες ἡμέρες ὁ πατέρας τῆς ἀδ. Θεοφανώς ἔφυγε γιά τήν ἄλλη ζωή, ἀφοῦ ἐξομολογήθηκε καί κοινώνησε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων! (αὐτ. σελ. 60).

Ὅταν γιά ἕνα μικρό διάστημα ἐφημέρευε στόν Ἱ. Ν. Κοιμήσεως Θεοτόκου Καλιθέας, παρατήρησε μία δυστυχισμένη μητέρα, τήν εὐλαβεστάτη καί ἤδη μακαριστή Βασιλική Δ. πού εἶχε χάσει τόν 17χρονο γυιό της Δημήτριο ἀπό ἡλεκτροληξία, νά περνάει καθημερινά μπροστά ἀπό τήν ἐκκλησία, στή διαδρομή πρός τό κοιμητήριο. Σέ λίγο καιρό τῆς μίλησε, ἡ γυναῖκα ἄνοιξε τήν καρδιά της καί εἶπε τόν πόνο της. Ὁ καλός ποιμήν Ἰγνάτιος χρησιμοποίησε ἕνα παράδειγμα ἀπό τήν ζωή τοῦ χωριοῦ γιά νά τήν παρηγορήσει καί νά τήν χειραγωγήσει στά πνευματικά.

«Ἀδελφή – τήν ρώτησε – εἶστε ἀπό χωριό ἤ ἀπό πόλη;»

«Ἀπό χωριό», τοῦ ἀπάντησε.

«Στό χωριό σας ἔχετε κοπάδια;» τήν ξαναρώτησε.

«Ἔχουμε» ἀπάντησε ἡ δυστυχισμένη μητέρα.

«Μήπως ξέρετε τι κάνει ὁ τσοπάνης γιά νά φέρει κοντά του τήν προβατίνα;» τήν ρώτησε πάλι.

Ἡ ἀδελφή Βασιλική σκέφτηκε καί τοῦ εἶπε μέ συντριβή: «Τῆς παίρνει τό ἀρνάκι»!

«Ἀκριβῶς - ἀπάντησε ὁ Πνευματοφόρος Κληρικός – τῆς παίρνει τό ἀρνάκι. Καί σᾶς ὁ Θεός σᾶς πῆρε τό «ἀρνάκι» σας γιά νά σᾶς φέρει κοντά Του»!

Ἀπό τότε ὁ πόνος καί τό πένθος ὑποχώρησαν καί ἔδωσαν τήν θέση τους τήν ἐμπιστοσύνη στό ἔλεος καί στήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἀδελφή Βασιλική καί ἡ οἰκογένειά της ἔγιναν συνειδητά καί βιωματικά μέλη τῆς Ἐκκλησίας καί ἡ ἴδια ἀναλώθηκε σέ ἔργα ἀγάπης καί εὐποιεϊας.

Τό χάρισμα τῆς παραμυθίας ἐκδηλώθηκε καί στίς περιπτώσεις δύο λαμπρῶν κληρικῶν τῆς Ἐκκλησίας τῶν Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών, τούς ὁποίους χειραγώγησε πνευματικά καί ἐνθάρρυνε στήν ἱερατική ἀφιέρωση.

Ὁ πρῶτος ἦταν ὁ Παναγιώτης Βαγιάνας ἀπό τήν Ἁγιάσο τῆς Λέσβου. Ὅταν φλεγόμενος ἀπό τόν πόθο τῆς Ἱερωσύνης ἦρθε στήν Ἀθήνα τό 1957 γιά νά φοιτήσει στή Ριζάριο Ἐκκλησιαστική Σχολή, γνώρισε τήν Γνησία Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία ὅταν ἕνας συνάδελφός του τοῦ ἔδωσε ἕνα τεῦχος τοῦ «Κήρυκος Ἐκκλησίας Ὀρθοδόξων». Ἡ μελέτη τοῦ Περιοδικοῦ τόν συγκλόνισε. Εἶπε χαρακτηριστικά, «ἄν πιστεύουν ὅσα γράφουν, εἶναι αὐτό πού ψάχνει ἡ ψυχή μου»! Ἀμέσως ἔσπευσε στά τότε Γραφεῖα τῆς Ἱερᾶς Συνόδου (ἐπί τῆς ὁδοῦ Βεραντζέρου 22), ὅπου συνάντησε δύο Κληρικούς: Τόν Ἐπίσκοπο Πειραιῶς Ἄνθιμο Χαρίση (καθαιρέθηκε τό 1958, ὡς ἀρνητής τῆς Ἀρχιερωσύνης του) καί τόν μακαριστό Ἱερομόναχο Ἰγνάτιο.

Ὅταν ἐξομολογήθηκε τόν πόθο του γιά τήν Ἱερωσύνη, οἱ ἀντιδράσεις τῶν δύο Κληρικῶν ὑπῆρξαν ἐκ διαμέτρου ἀντίθετες. Ὁ ἐπ. Ἄνθιμος τοῦ προκάλεσε ἀλγεινή ἐντύπωση, διότι «κλαιγότανε» ἐπειδή «οἱ Παλ/τες Κληρικοί δέν ἔχουν μισθούς καί ἔτσι ὄχι μόνον νά ζήσουν δέν μποροῦν, ἀλλά κάποιες φορές οὔτε καί τό εἰσητήριο τοῦ τράμ δεν έχουν.»! Ὁ Ἱερομόναχος Ἰγνάτιος ἀντίθετα τόν ἐνθάρρυνε καί οὐσιαστικά τόν χειραγώγησε στήν Ἱερωσύνη. Τόν ὁδήγησε στήν Ἱ. Μ. Παναγίας Κερατέας, ὅπου συναντήθηκε καί συνδέθηκε μέ τόν τότε Ἐπίσκοπο Πατρῶν Ἀνδρέα (ἔπειτα Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν), ἀπό τόν ὁποῖο καί χειροτονήθηκε Διάκονος καί Πρεσβύτερος τό ἑπόμενο ἔτος 1958, μέ τό ὄνομα Πανάρετος.

Ὁ δεύτερος ὑποψήφιος Κληρικός ἦταν ὁ Ἀπόστολος Ταμπουρᾶς ἀπό τήν Καλαμπάκα. Θεωρεῖται τό κατ’ ἐξοχήν πνευματικό ἀνάστημα τοῦ π. Ἰγνατίου, ἀπό τόν ὁποῖο χειραγωγήθηκε στά πνευματικά καί ὁδηγήθηκε στήν Ἱερωσύνη. Χειροτονήθηκε Διάκονος ἀπό τόν μακαριστό Μ. Ἀττικῆς καί Μεγαρίδος κυρό Μελέτιο καί μετά τόν θάνατό του (1966), διακόνησε τόν τότε Ἐπίσκοπο Πατρῶν καί ἔπειτα Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν κυρό Ἀνδρέα, μέχρι τήν χειροτονία του σέ Πρεσβύτερο τό 1975.

Ὁ διωγμός καί ἡ ἐξορία.

Θά φανεῖ παράξενο, ἀλλά εἶναι συνηθισμένο στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Ἕνας τέτοιος Κληρικός μισήθηκε ἀπό ζηλόφθονους συμπρεσβυτέρους του καί διώχθηκε ἀπό τήν Ἐκκλησιαστική του Ἀρχή, ἡ ὁποία δέν μποροῦσε νά ἀρθεῖ στό ὕψος τῶν περιστάσεων. Ὅταν στόν ἐκκλησιαστικό χῶρο κυριαρχεῖ ἡ μετριότητα, ἀσφαλῶς ὅποιος διακρίνεται ἐνοχλεῖ. Ὑπάρχουν Κληρικοί πού ἐπιζητοῦν τήν διάκριση, ἀλλά ὁ λαός (τό ἀλάνθαστο αὐτό κριτήριο τῆς Πίστεως, ἀλλά καί τῆς ἁγιότητος), τούς ἁγνοεῖ συστηματικά. Ὁ π. Ἰγνάτιος «λάθρα βιώσας», ἔλαμπε μέ τήν ἀρετή του καί ὁ πιστός λαός ἔτρεχε κοντά του γιά νά στηριχθεῖ.

Οἱ θέσεις τοῦ π. Ἰγνατίου - γιά τούς Πνευματικούς καί τό Μυστήριο τῆς Ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως, τήν μυστηριακή ζωή, τήν ποιμαντική τῶν πιστῶν καί μάλιστα τῶν νέων, κ.λ.π. - ἦταν πολύ προχωρημένες γιά τό δικανικό – νομικιστικό πνεῦμα τῆς ἐποχῆς του (ἀκόμη καί γιά σήμερα).

Ἡ ἔκδοση τῆς «Φιλοκαλίας» σέ ἁπλῆ γλῶσσα ὑπῆρξε τόλμημα πού πολεμήθηκε (γι’ αὐτό καί δέν συνεχίστηκε ἡ ἔκδοση). Ἡ διαφορετική θεώρηση τοῦ θέματος τῶν Ἐπισκοπικῶν χειροτονιῶν τοῦ Ἁγίου Πατρός Ματθαίου, ὅπως αὐτές προκύπτουν ἀπό τό βιβλίο του «Βρεσθένης Ματθαῖος – Οἱ χειροτονίες του», χωρίς νά ἀποκλίνουν ἀπό τήν Ἱεροκανονική θεώρηση τοῦ ζητήματος, γέννησαν δυσαρέσκεια καί προκάλεσαν τριβές. Κυρίως ὅμως οἱ καταγγελίες - ἀποκαλύψεις του του γιά τίς Παπικές ἐπιρροές στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, στά θέματα τῆς λατρείας καί τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ βίου γενικώτερα, τόν ἔκαναν μισητό στούς συναδέλφους του, «τοῦ ἑνός βιβλίου», καί δρομολόγησαν τήν πνευματική του ἐξόντωση, ἡ ὁποία τελικά ὁδήγησε καί στή φυσική του.

Μετά ἀπό μία δεκαετία οὐσιαστικῆς προσφορᾶς στά «παρ’ ἡμῖν» ἐκκλησιαστικά πράγματα, ὁ π. Ἰγνάτιος κρίθηκε ἀνεπιθύμητος καί ἀπελάθηκε μέ ἀπόφαση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου στό Ἅγιο Ὄρος!!!

Ἄν οἱ διαβολεῖς ἤθελαν τήν ἀπομάκρυνση τοῦ π. Ἰγνατίου ἀπό τήν ἐκκλησιαστική διοίκηση (τήν ὁποία ποτέ δέν εἶδε καί ἄσκησε ὁ μακαριστός ὡς κυριαρχεία καί ἐξουσία, ἀλλά ὡς ὑπηρεσία καί διακονία), θά ἀρκούνταν στήν ἀπομάκρυνσή του ἀπό τήν θέση τοῦ Α’ Γραμματέως τῆς Ἱερᾶς Συνόδου. Τό ζητούμενο ὅμως ἦταν ἡ ἀποκοπή του ἀπό τόν πιστό λαό, ἡ στέρηση τῆς δυνατότητος νά ἐπικοινωνεῖ μέ τούς πιστούς. Ἔτσι ἀποφασίστηκε ἡ ἐξορία του στό Ἅγιο Ὄρος.

Ὁ βιογράφος του Σωτ. Χρυσανθόπουλος γράφει σχετικά: «Ὁ π. Ἰγνάτιος ἀσκήτευε στό Ἅγιο Ὄρος, ὕστερα ἀπό τίς συκοφαντίες καί λασπολογίες πού ἐκτόξευσαν ἐναντίον του οἱ μικροί καί οἱ νάνοι – αὐτά εἶναι τά ὅπλα τους - ὅταν ἦταν Α’ Γραμματέως τῆς Ἱερᾶς Συνόδου. Μέχρι καί πλανεμένο τόν εἶπαν, τόν γίγαντα αὐτόν τοῦ Πνεύματος, τόν Χριστοφόρο καί Πνευματοφόρο αὐτόν Πατέρα, αὐτόν πού συνομιλοῦσε μέ τόν Θεό καί ἑρμήνευε τό θέλημά Του» (Σ. Χρ. αὐτ. σελ. 13).

Ὁ π. Ἰγνάτιος δέν ἦταν πολιτικάντης. Δέν ἔβλεπε ἄλλου εἴδους σκοπιμότητες πλήν μιᾶς, τῆς σωτηρίας τῆς ψυχῆς. Ἔτσι κάποια μέρα μᾶς χαιρέτησε καί πῆγε στό Ἅγιο Ὄρος.

Ὁ μακάριος Πατήρ Ἰγνάτιος δέχθηκε τήν ἀπόφαση τοῦ σωματικοῦ του περιορισμοῦ στόν Ἄθωνα μέ στωϊκότητα, σάν ἔκφραση τοῦ θελήματος καί τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Κατά τήν διάρκεια μιᾶς συγκινητικῆς Θείας Λειτουργίας στόν Ἱ. Ν. Τιμίου Προδρόμου Ροῦφ, ἀποχαιρέτισε τά πνευματικά του τέκνα καί πῆρε μέ ἀξιοπρέπεια τόν δρόμο τῆς ἐξορίας. Ἀσθενῆς, ὡς ἄλλος Χρυσόστομος, πορεύθηκε στήν προσωπική του Κουκουσό.

Στό Ἅγιο Ὄρος ἐγκαταβίωσε στήν Καλύβη τοῦ ἁγ. Δημητρίου, πού ἦταν ἐξάρτημα τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παντοκράτορος, κοντά στούς Ζηλωτές Ἁγιορείτες Πατέρες. Ἀπό ἐκεῖ «κατά καιρούς κατέβαινε - ἀπό τήν Ἱερουσαλήμ στήν Ἱεριχώ – στόν κόσμο, γιά νά μᾶς φωτίσει καί νά μᾶς ἡλεκτρίσει μέ τό ἅγιο παράδειγμά του καί μέ τήν διδασκαλία του» (Σ. Χρ. αὐτ. σελ. 13). Πέρασε τό ὑπόλοιπο τῆς μαρτυρικῆς ζωῆς του προσευχόμενος καί ἱερουργῶν, προετοιμαζόμενος γιά τήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.

Λόγῳ γειτνιάσεως τοῦ Ἁγίου Ὄρους μέ τήν Θεσσαλονίκη καί τήν Ξάνθη, τοῦ ἦταν δυνατόν νά ἐπισκέπτεται καί νά ἐξυπηρετεῖ τούς πιστούς τῶν δύο αὐτῶν πόλεων καί κυρίως τήν ἀκριτική Ξάνθη, ὅπου συνέβαλλε τά μέγιστα στήν ἀνέγερση τοῦ Ἱ. Ν. ἁγίων Ραφαήλ, Νικολάου καί Εἰρήνης (1967 – 1968), τόν ὁποῖο ἐνίσχυε παντιοτρόπως μέ τήν προμήθεια στασιδίων, σκευῶν καί ἱερῶν εἰκόνων, τίς ὁποίες ἁγιογράφησε ὁ Ἱερομόναχος Ἐφραίμ Κουκουφίκης στήν Ἱ. Μονή ἁγίας Ἄννης Λυγαριᾶς Λαμίας. (Ὁ π. Ἐφραίμ ἀργότερα, ὡς ἐφημέριος Πατρῶν, συνήθιζε νά λέει: «Ἄν δέν σώθηκε ὁ π. Ἰγνάτιος, δέν πρόκειται νά σωθεῖ κανείς. Ἄν ὁ π. Ἰγνάτιος δέν πῆγε στόν Παράδεισο, δέν πρόκειται νά πάει κανένας»).

Παράλληλα μέ τήν ἀνέγερση τοῦ ἐνοριακοῦ ναοῦ, διοργάνωσε στήν Ξάνθη καί κύκλο συμμελέτης τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ὁ ὁποῖος λειτουργοῦσε κάθε Κυριακή ἀπόγευμα, ἀκόμη καί ὅταν ὁ ἴδιος ἀπουσίαζε.

Τό ὁσιακό τέλος...

Ὁ μακάριος Πατήρ Ἰγνάτιος ἐπισκέφθηκε τήν Ξάνθη γιά τελευταῖα φορά τόν Ὀκτώβριο τοῦ 1971, σοβαρά ἀσθενής. Ὅμως, ἐνῶ εἶχε ὑψηλό πυρετό, δέν θέλησε νά ἐπισκεφτεῖ κάποιο γιατρό, ἀλλά ἔσπευσε στή ἐξυπηρέτηση τῶν πιστῶν πού τόν εἶχαν ἀνάγκη. «Ἐξάλλου - γράφει ὁ Σ. Χρ. - ἦταν ὁ ἴδιος γιατρός καί ἤξερε τί ἔχει... (Ὅμως) δέν κλαιγόταν ποτέ, δέν παραπονιόταν ποτέ, δέν ἀποκαλυπτόταν ποτέ. Ἡ σάρκα δέν τόν ἀπασχολοῦσε, τήν ἔτρεφε σάν πουλάκι, τῆς ἔδινε τόσο λίγο, μόνο γιά νά κρατιέται στήν ζωή, γιατί ἦταν τό κατοικητήριο τῆς ψυχῆς. Τό μόνο πού τόν ἐνδιέφερε ἦταν ἡ ψυχή του, ἡ ἀθάνατη ψυχή του» (αὐτ. σελ. 150).

Τότε, τρεῖς μῆνες πρίν τήν ἐκδημία του, προεῖδε τήν κοιμησή του καί ἔλεγε μονολογῶντας: « Κι ὕστερα λέμε ὅτι δέν θά πεθάνουμε ποτέ, κι ὕστερα λέμε ὅτι δέν θά πεθάνουμε ποτέ»!

Μετά ἀπό τήν ποιμαντική αὐτή ἐπίσκεψή του στήν Ξάνθη, παρά τήν κατάσταση τῆς ὑγείας του, ἐπέστρεψε στό Ἅγιο Ὄρος, ἀπ’ ὅπου μέ ἐπιστολές προσπαθοῦσε νά καθησυχάσει τά πνευματικά του τέκνα. Ὅμως τόν Νοέμβριο τοῦ 1971 ἡ κατάστασή του ἐπιδεινώθηκε καί ὑποχρεώθηκε νά νοσηλευθεῖ στό Σανατόριο τῆς Θεσσαλονίκης (σήμερα Νοσοκομεῖο Παπανικολάου). Ἐνῶ νοσηλευόταν στό ἵδρυμα, δέν ἀνέφερε στούς θεράποντες γιατρούς του, ὅτι καί ὁ ἴδιος ἦταν γιατρός, γιά νά μήν τύχει κάποιας καλύτερης μεταχειρίσεως ἀπό τούς ἄλλους ἀσθενεῖς!

Ὅταν τό γεγονός ἔγινε γνωστό, πολλά πνευματικά του παιδιά ἀπό ὅλη τήν Ἑλλάδα (λ.χ. τήν Πάτρα), ἀκόμη καί τήν Κύπρο, ἔσπευσαν στό νοσοκομεῖο νά πάρουν τήν εὐχή του, ὅμως ἀνθρωπίνως ἦταν ἤδη ἀργά. Ἀπό τήν ἄσκηση καί τήν κακοπάθεια ὁ ἕνας του πνεύμονας εἶχε καταστραφεῖ ὁλοσχερῶς καί ὁ ἄλλος ὑπολειτουργοῦσε, ἔτσι ἡ ὅλη ἀναπνευστική λειτουργία του ὑποστηρίζοταν μηχανικά. (Μεταξύ αὐτῶν ἦταν καί ὁ Γέρων Κλήμης Μοναχός, τοῦ Κελλίου Γεννήσεως Χριστοῦ Κατουνακίων Ἁγίου Ὄρους).

Βλέποντας τό τέλος νά ἔρχεται, ὁ μακάριος Πατήρ ζήτησε νά κοινωνήσει τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων. Τήν Θεία Κοινωνία μετέφερε στό νοσοκομεῖο ὁ τότε Μητροπολίτης Γνησίων Ορθοδόξων Θεσσαλονίκης Δημήτριος (+ 1976). «Μόλις ὁ π. Ἰγνάτιος ἀντίκρυσε τόν Μ. Δημήτριο μέ τά Τίμια Δῶρα - γράφει ὁ Σ. Χρ. – μόλις εἶδε τόν Δεσπότη Χριστό νά μπαίνει μέσα στόν θάλαμο πού βρισκόταν κατάκοιτος καί διασωληνομένος, ἀνατρίχιασε, πῆρε δύναμη καί ἐπειδή δέν μποροῦσε νά ὑποδεχθεῖ, πιστός στρατιώτης αὐτός τόν Βασιλέα τῶν Βασιλέων σέ αὐτή τήν θέση, βγάζει τά καλώδια, τά πετάει δεξιά καί ἀριστερά, πετάγεται σάν αἴλουρος, σάν παλληκάρι, ἐπάνω στό κρεββάτι καί φωνάζει: «Ὁ Κύριος μου καί ὁ Θεός μου»! Ἐκινεῖτο πλέον καί ζοῦσε χωρίς τήν μηχανική ὑποστήριξη. Ἔπρεπε χωρίς αὐτήν νά πεθάνει κι αὐτός ζοῦσε. Εἶχε γίνει ἕνα θαῦμα ἀκόμη. Ἀφοῦ κοινώνησε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων ὁ π. Ἰγνάτιος εἶπε μέ σιγανή φωνή: «Τώρα φωνάξτε τόν γιατρό καί τήν νοσοκόμα νά βάλλουν τα καλώδια στήν θέση τους » (αὐτ. σελ. 159).
 

Ἔπειτα ζήτησε ἀπό μία ἀδελφή νά τοῦ φέρει σεντόνι καί βελόνα, γιά νά τακτοποιήσει ὁ ἴδιος τό σῶμα του κατά τήν μοναχική τάξη! Κοιμήθηκε εἰρηνικά τήν 28η Δεκεμβρίου 1971, ἐνῶ ἑτοιμάζοταν νά χειρουργηθεῖ γιά τήν ἀντιμετώπιση ἀποφράξεως τοῦ ἐντέρου (εἰλεοῦ). Τό Λείψανό του ἐναποτέθηκε στό Παρεκκλήσιο τοῦ Νοσοκομεῖο, ὅπου δέχθηκε τόν τελευταῖο ἀσπασμό τῶν παρισταμένων. (Στή δημοσιευόμενη φωτογραφία τό φέρετρο μέ τό λείψανο τοῦ π. Ἰγνατίου κατά τήν ἔξοδό του ἀπό τό νοσοκομεῖο).

Ὁ μακάριος εἶχε ἐκδηλώσει τήν ἐπιθυμία νά ἐνταφιαστεῖ στό Ἅγιο Ὄρος, κάτι πού εἶχε προεῖπει προφητικά. Ἐνῶ τό φέρετρο μέ τό Λείψανό του βρίσκοταν στήν Οὐρανούπολη, πάνω στά καραβάκι, κατεύθασαν μοναχοί ἀπό τήν Ἱ. Μ. Μεταμορφώσεως Σωτῆρος Κουβαρᾶ καί μέλη τῆς οἰκογενείας του καί ζήτησαν νά τόν πάρουν. Τήν λύση τότε ἔδωσε ὁ καπετάνιος τοῦ σκάφους ὁ ὁποῖος εἶπε: «Εἶναι στό καράβι μου, ἄρα ἀνήκει στό Περιβόλι τῆς Παναγίας»!


Ἐνταφιάστηκε ἀπό τούς Ζηλωτές Πατέρες στήν Καλύβη τοῦ ἁγίου Γεωργίου Καψάλας Ἁγίου Ὄρους, τοῦ Κυπριακῆς καταγωγῆς Ζηλωτοῦ ἀρχιμανδρίτη Ἰωάσαφ Δημητρίου (στή δημοσιευόμενη φωτογραφία ὁ τάφος του στήν Καψάλα).

Ἡ συνείδησις τῆς Ἐκκλησίας.

Ὁ μακάριος Ἱερομόναχος Ἰγνάτιος κατέλειπε μνήμη ἐναρέτου καί χαρισματικοῦ Κληρικοῦ. Στή συνείδηση τοῦ πληρώματος τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος κατέχει θέση Ἁγίου. Γιά τόν λαό τοῦ Θεοῦ εἶναι ἕνας μεσίτης ἐνώπιον τοῦ θρόνου τῆς θείας μεγαλωσύνης, ὁ νέος Παντελεήμων ὅπως ἀποκαλεῖται ἀπό ὅσους ἔχουν εὐεργετηθεῖ δι’ εὐχῶν του.

Κατά τήν κοίμησή του στό Νοσοκομεῖο Παπαγεωργίου τῆς Θεσσαλονίκης, οἱ παριστάμενοι (πνευματικά του τέκνα, ἀλλά καί νοσηλευτικό προσωπικό), ἔκοψαν τά σεντόνια του σέ κομμάτια καί τά μοίρασαν μεταξύ τους γιά εὐλογία!

Σέ δύο τουλάχιστον περιπτώσεις, πιστοί ἔδωσαν σέ παιδιά τους τό ὄνομα τοῦ ἁγίου Ἰγνατίου τοῦ Θεοφόρου, πρός τιμήν καί μνήμην τοῦ μακαρίου Πατρός Ἰγνατίου. «Ἐπίσης, ἀξιότιμη εἶναι ἡ ἐνέργεια – γράφει ὁ Σ. Χρ. - τοῦ Ἱερομονάχου π. Ἀμφιλοχίου (Προϊσταμένου τοῦ ἀνδρικοῦ Ἡσυχαστηρίου Ἁγίων Ἀποστόλων Ραψάνης Λαρίσης), ὁ ὁποῖος ἔδωσε στόν ἀδελφό τῆς συνοδείας του Ἱεροδιάκονο π. Ἰγνάτιο Δάσσιο, τό ὄνομα τοῦ Ἱερομάρτυρος Ἰγνατίου Ἀντιοχείας, γιά νά τιμήσει τήν μνήμη τοῦ μακαριστοῦ Γέροντος» (αὐτ. σελ. 143).

Ὑπάρχουν σοβαρές καί ἀξιόπιστες μαρτυρίες γιά μετά θάνατον θαυμαστές ἐμφανίσεις, ἐπεμβάσεις καί θεραπείες διά πρεσβειῶν του.

Τό 1972, «σέ καιρό πού δέν περιμέναμε - γράφει ὁ Β. Νταγράκης - ἀκούσαμε γιά τόν πρόωρο θάνατο τοῦ Πνευματικοῦ μας Πατρός Ἰγνατίου καί λυπηθήκαμε πολύ, διότι ἐχάσαμε ἕναν ἥρωα τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἀπό τήν ἀγάπη, λοιπόν, πού τοῦ εἴχαμε, τοῦ κάναμε κόλλυβα στά σαράντα. Τά τακτοποίησε ἡ σύζυγός μου, ἔβαλε θυμίαμα, ἄναψε κερί καί ἔβαλε καί ἕνα κόκκινο γαρύφαλλο στή μέση. Τό βράδυ πού γύρισα ἀπό τήν ἐργασία μου, κάθησα δίπλα στό τραπέζι πού ἦταν τά κόλλυβα καί διάβαζα ἀπό τόν Συναξαριστή. Ξαφνικά ἄκουσα μέ πλήρη βεβαιότητα τρεῖς ἀναστεναγμούς, ἀκριβῶς πάνω στά κόλλυβα. Μέ ἔπιασε ρίγος, ἀλλά καί χαρά, διότι εἴπαμε πώς ἦταν ἐπίσκεψις τοῦ Πνευματικοῦ μας Πατρός Ἰγνατίου. Τό δέ γαρύφαλλο ἐκράτησε σαράντα ἡμέρες δίχως νά πάθει τίποτα»!

Ἡ ἴδια οἰκογένεια τοῦ Β. Νταργάκη ἀντιμετώπιζε πρόβλημα μέ τήν τρίτη ἐγκυμοσύνη τῆς κόρης τους Μαρίας, διότι οἱ δύο προηγούμενες τελείωσαν μέ καισαρική καί ὁ γιατρός ἤθελε νά προχωρήσει σέ ἄμβλωση, διότι - κατά τήν γνώμη του - κινδύνευε ἡ ζωή τῆς ἐγκύου. Ὅμως τόσο ἡ ἴδια, ὅσο καί οἱ γονεῖς της δέν συμφώνησαν καί ἀφέθηκαν στό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἕνα βράδυ ἡ μητέρα της Ὀλυμπία, ἀντιλήφθηκε μία σκιά μέσα στό σπίτι. Τό ἑπόμενο πρωϊ ἡ μικρή κόρη Δέσποινα εἶπε στή μητέρα της, ὅτι εἶδε τόν π. Ἰγνάτιο!

«Δέσποινα μέ γνωρίζεις;» τήν ρώτησε.

«Ναί - τοῦ ἀπάντησε - εἶσαι ὁ π. Ἰγνάτιος».

«Ναί, Δέσποινα, εἶμαι ὁ π. Ἰγνάτιος. Νά πεῖς τῆς μητέρας σου νά μήν στενοχωριέται, διότι ἐγώ θά βοηθήσω τήν Μαρία».

Μετά ἀπό τήν οὐράνια αὐτή ἐπίσκεψη ἡ οἰκογένεια πῆρε θάρρος. «Μέ τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ καί τοῦ δούλου Του π. Ἰγνατίου», ἡ ἐγκυμοσύνη εἶχε αἴσιο τέλος καί γεννήθηκε ἕνα ἀγοράκι πού πῆρε τό ὄνομα Ἐμμανουήλ.

Τό 1995 ὁ μακάριος Πατήρ Ἰγνάτιος ἐμφανίστηκε νά συνοδεύει τόν ἅγιο Ἀπόστολο Παῦλο, στή θεραπεία πνευματικοῦ του τέκνου! Πρόκειται γιά τόν Σ. Χρυσανθόπουλο, ὁ ὁποῖος παρουσίασε σοβαρή αἱμοραγία τοῦ ἐντέρου. Ὅμως, ἐνῶ ἔπρεπε νά πάει ἐπειγόντως στό νοσοκομεῖο, αὐτός τό ἀνέβαλε γιά τήν ἑπομένη. Τήν νύκτα - ὄχι σέ ὄνειρο, ἀλλά σέ ὅραμα - εἶδε τόν ἀπόστολο Παῦλο συνοδευόμενο ἀπό τρία πρόσωπα, ἕνα τῶν ὁποίων ἦταν ὁ π. Ἰγνάτιος.

«Πές του νά συνεχίσει τό κήρυγμα» εἶπε ὁ Ἀπόστολος στόν πλησιέστερο τῶν τριῶν.

«Πῶς νά συνεχίσει ἀφοῦ εἶναι ἄρρωστος», ἀπάντησε ἐκεῖνος.

«Δέν ἔχει τίποτα, εἶναι ἐντελῶς καλά», ἀνταπάντησε ὁ Ἀπόστολος. Ὅταν συνῆλθε ὁ ἀσθενής διαπίστωσε, ὅπως ἡ αἱμορροοῦσα τοῦ Εὐαγγελίου, ὅτι ἦταν ἀπολύτως καλά! Μέ συγκίνηση καί δάκρυα ὅλη ἡ οἰκογένεια εὐχαρίστησε τόν Ἀπόστολο τῶν Ἐθνῶν γιά τήν εὐεργεσία του.

Τό 2001 ἡ οἰκογένεια τοῦ Α. Μ., εὐλαβουμένη τήν μνήμη τοῦ μακαρίου Ἰγνατίου, ἀντιμετώπιζε θέμα στέγης. Ἐνῶ εἶχε ἐγκριθεῖ ἀπό τόν Ὀργανισμό Ἐργατικῆς Κατοικίας τό σχετικό δάνειο καί εἶχε βρεθεῖ τό κατάλληλο διαμέρισμα, τήν τελευταῖα στιγμή ὁ ἰδιοκτήτης ὑπαναχώρησε. Περίλυπη ἡ οἰκογένεια ἐπικαλέστηκε τήν πρεσβεία τοῦ π. Ἰγνατίου καί ἄναψε ἕνα κερί στή μνήμη του. Πρίν τό κερί καεῖ, ὁ ἰδιοκτήτης πῆρε τηλέφωνο καί συμφώνησε γιά τήν ἀγορά! «Ταχύς εἰς ἀντίληψιν ὑπάρχεις Ἰγνάτιε», ὁμολόγησε δοξολογικῶς ὁ εὐτυχής πατέρας. Καί συμπλήρωσε: «Ταχύτατος, οὔτε τό κερί δέν πρόλαβε νά καεῖ»!

Κατά τήν ἀνακομιδή τῶν Λειψάνων τοῦ μακαρίου Πατρός Ἰγνατίου, αὐτά βρέθηκαν μέ τό χαρακτηριστικό χρυσοκίτρινο χρῶμα τῶν Ἁγίων Λειψάνων! «Ἡ συμπεριφορά τῶν ἀνθρώπων - γράφει ὁ Σ. Χρ. - ἐν πολλοῖς φαίνεται καί ἀπό τό χρῶμα τοῦ κρανίου. Εἶδα ὅτι ὅλα ἐκεῖνα τά κρανία, σχεδόν ὅλα, ἦσαν ἀπό μαῦρα ἕως κατάμαυρα καί αὐτό φανέρωνε ὅτι αὐτοί στούς ὁποίους ἀνῆκαν βαρυνόντουσαν μέ πολλές καί μεγάλες ἁμαρτίες. Οἱ Κάρες τῶν Ἁγίων, τῶν Ὁσίων, τῶν μεγάλων ἀσκητῶν, εἶναι μαλακές καί κίτρινες σάν τό κερί. Ἔτσι εἶναι καί ἡ Κάρα τοῦ π. Ἰγνατίου καί αὐτό, ἐκτός τῶν ἄλλων, εἶναι σημάδι τῆς ἁγιότητός του» (αὐτ. σελ. 167).


Ἡ τιμία Κάρα τοῦ Ὁσίου Πατρός Ἰγνατίου φυλάσσεται στό Κελλί Γεννήσεως Χριστοῦ Κατουνακίων Ἁγίου Ὄρους καί ἡ δεξιά του (καθώς καί τό καλογερικό του σκουφάκι) στό πνευματικό του τέκνο Γ. Π. στήν Ξάνθη.

Τό 1985, ὁ Ἱ. Ν. Εὐαγγελιστρίας Λαρίσης, μέ πρωτοβουλία τοῦ Ἐφημερίου Ἱερομονάχου π. Ἀμφιλοχίου καί ὀργανωτική εὐθύνη τοῦ Θεολόγου Πέτρου Ἰωάννου, ὀργάνωσε εἰδική ἐκδήλωση πρός τιμήν του.

Τά ἄμφιά του διαμοιράστηκαν μεταξύ τῶν εὐλαβουμένων τήν μνήμη του.

Δι’ εὐχῶν τοῦ ἁγίου Ἱερομονάχου Ιγνατίου. Αμήν!

Πηγή: htrueorthodoxchyrchphotoarchives.blogspot.gr , με δικές μας συντμήσεις.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου