Τρίτη 16 Οκτωβρίου 2012

Αρχαίοι θεοί και μύθοι...

58. "Οι αρχαίοι παγανιστές δεν ήταν ειδωλολάτρες, όπως τους κατηγορούν οι Χριστιανοί. Δεν ήταν «δούλοι» του θεού. Δεν λάτρευαν την ύλη, αλλά το πρόσωπο που εικονίζει. Αυτή ήταν μια από τις μεγάλες απατεωνιές των Χριστιανών, ώστε να συκοφαντήσουν τον αρχαίο κόσμο. Ειδωλολατρία δεν γνώρισε ποτέ η αρχαιότητα. Η πολυμορφία του θείου δεν συνεπάγεται ειδωλολατρία".

Απάντηση.

1) Ο εγκλωβισμός της θεότητας στο άγαλμα γίνεται με ειδική τελετή, την «Καθιέρωσιν» (Διιπετές, 4/1993, τ. 21).

2) Ο Ιάμβλιχος γράφει ότι οι θεοί βάζουν ψυχή σε ορισμένα αγάλματά τους κατασκευασμένα από ανθρώπους, αλλά και οι ίδιοι ρίχνουν από τον ουρανό απεικονήσεις τους που περικλείουν θεία δύναμη (Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτικής Αθηνών Α.Ε., τ. ΣΤ', σ. 513).

3) Κατά την πτώση του Σαράπειου, όταν όλα έδειχναν στους εθνικούς υπερασπιστές του ότι η μάχη είχε χαθεί και οι Χριστιανοί είχαν καταστρέψει τα αγάλματα, ο αρχηγός τους, ο Ολύμπιος τούς διαβεβαίωσε ότι το πνεύμα που βρισκόταν μέσα στα αγάλματα έφυγε για τον ουρανό και μόνο η ανθρώπινη απεικόνισή τους καταστράφηκε (M. Dzielska, Υπατία η Αλεξανδρινή, εκδ. Ενάλιος, σ. 154).

4) Ο Νέρωνας είχε ένα αγαλματάκι το οποίο τον πληροφορούσε για τις συνωμοσίες (Σουετώνιου Nero 56).

5) Ο θεουργός Μάξιμος, ο φίλος του Ιουλιανού, κάνει ένα άγαλμα της Εκάτης να γελά και ενεργεί ώστε να ανάβουν αυτόματα οι πυρσοί που κρατούσε στα χέρια της (Ευνάπιου, Βίοι Σοφιστών, 475).

6) Ο Ηραΐσκος είχε μια τόσο οξεία διαίσθηση ώστε μπορούσε να διακρίνει στη στιγμή ένα «έμψυχο» από ένα «άψυχο» άγαλμα από τα αισθήματα που προκαλούσε (Σουΐδα, λ. Ηραΐσκος).

7) ο Στίλπων ο Μεγαρεύς καταδικάστηκε, όταν είπε ότι το άγαλμα της Αθηνάς Παλλάδας δεν είναι θεός˙ προσπάθησε να ξεφύγει λέγοντας πως «δεν είναι θεός, αλλά θεά», αλλά δεν γλίτωσε την εξορία («"ἆρά γε ἡ τοῦ Διὸς Ἀθηνᾶ θεός ἐστι;" φήσαντος [του Στίλπωνα] δέ, "ναί," "αὕτη δέ γε," εἶπεν, "οὐκ ἔστι Διός, ἀλλὰ Φειδίου·" συγχωρουμένου δέ, "οὐκ ἄρα," εἶπε, "θεός ἐστιν." ἐν ᾧ καὶ εἰς Ἄρειον πάγον προσκληθέντα (...) καὶ μέντοι τοὺς Ἀρεοπαγίτας εὐθέως αὐτὸν κελεῦσαι τῆς πόλεως ἐξελθεῖν»).

8) Παυσανία, Κορινθιακά, 2, 7

«Έπειτα, όπως λεν οι Κορίνθιοι, η Πυθία τούς έδωσε χρησμό να βρούν εκείνο το δέντρο [απ' όπου ο Πενθέας κατασκόπευε τις Μαινάδες] και να το λατρεύουν ισάξια με τον θεό. Από αυτό το δέντρο και γι' αυτό το λόγο έφτιαξαν τα ξόανα αυτά».

9) Ο Διογένης έβλεπε τους ανθρώπους να προσκυνάν τα αγάλματα: «θεασάμενός ποτε γυναῖκα ἀσχημονέστερον τοῖς θεοῖς προσπίπτουσαν,(...)» (Διογένης Λαέρτιος, VI, 37). Επίσης, κορόϊδευε όσους στέκονταν μπροστά στα αγάλματα και ζητούσαν από αυτά: «ᾔτει ποτὲ ἀνδριάντα· ἐρωτηθεὶς δὲ διὰ τί τοῦτο ποιεῖ, "μελετῶ," εἶπεν, "ἀποτυγχάνειν."» (Διογένης Λαέρτιος, VI, 49). Ο Διογένης επίσης είχε αφιερώσει στον Ασκληπιό κάποιον που κυνηγούσε και χτυπούσε όσους έκαναν βαθιές μετάνοιες («τῷ Ἀσκληπιῷ ἀνέθηκε πλήκτην, ὃς τοὺς ἐπὶ στόμα πίπτοντας ἐπιτρέχων συνέτριβεν» Διογένης Λαέρτιος, VI, 38), πράγμα που σημαίνει ότι οι πιστοί προσκυνούσαν τα αγάλματα σκύβοντας μέχρι το χώμα.

10) Οι Αρχαίοι ταύτιζαν την παρουσία του αγάλματος ενός θεού στην πόλη τους με την παρουσία του ίδιου του θεού στην πόλη. «Σε καιρό πολέμου οι πολιορκημένοι έκαναν κάθε προσπάθεια να τους [= τους πολιούχους θεούς] συγκρατήσουν. Μερικές φορές έδεναν με αλυσίδες το άγαλμα του θεού, για να τον εμποδίσουν να ξεπορτίσει. Άλλες πάλι τον έκρυβαν από κάθε βλέμμα, για να μην μπορέσει ο εχθρός να τον βρει» (Fustel De Coulanges, Η αρχαία Πόλη, εκδ. Ειρμός, σ. 239). Είναι αυτονόητο, ότι το άψυχο άγαλμα από μόνο του δεν θα μπορούσε να.. ξεπορτίσει, εκτός κι αν το άγαλμα ήταν έμψυχο, είχε δηλαδή το θεό εντός του. Δηλαδή, θεωρούσαν ότι η θεότητα έφευγε από την πόλη, όταν έφευγε το άγαλμά της. Πράγμα που σημαίνει ότι αυτά ταυτίζονταν μεταξύ τους: το άγαλμα δεν ήταν απλώς η απεικόνιση του θεού˙ ήταν ο θεός εντός του. Οι Αιγινήτες θέλοντας να κηρύξουν τον πόλεμο στην Επίδαυρο, άρχισαν κλέβοντας δύο αγάλματα πολιούχων θεών αυτής της πόλεως, τα οποία και μετέφεραν στο νησί τους (Ηρόδοτος, 5, 83).

11) Ο ιερέας απαντά στον Οιδίποδα, στην τραγωδία Οιδίπους τύραννος, του Σοφοκλή (στ. 411): «δεν είμαι δούλος δικός σου, αλλά του Λοξία» (οὐ γάρ τι σοὶ ζῶ δοῦλος, ἀλλὰ Λοξίᾳ). Δεν πρόκειται περί ιερόδουλου, αλλά περί ιερέα, που αποκαλεί τον εαυτό του «δούλο του θεού».

12) Παυσανία, Βοιωτικά (9), 24, 3: «Στην Ύηττο υπάρχει ναός του Ηρακλή, από τον οποίο άρρωστοι είναι δυνατόν να βρουν γιατρειά˙ η λατρευτική του εικόνα δεν είναι άγαλμα καλλιτεχνικό, αλλά λίθος αργός, όπως συνηθίζονταν τον παλιό καιρό».

Παυσανία, Βοιωτικά (9), 27, 1: «Οι Θεσπιείς τιμούν ανέκαθεν πιο πολύ απ' όλους τους θεούς τον Έρωτα και έχουν άγαλμά του παλαιότατο, ένα αλάξευτο λίθο».

Παυσανία, Βοιωτικά (9), 38, 1-2: «Τιμούν [οι κάτοικοι του Ορχομενοί] ιδιαίτερα τους λίθους, οι οποίοι, κατά την παράδοση, είχαν πέσει από τον ουρανό».

Παυσανία, Αττικά (1), 44, 2: «Μέσα στο παλαιό γυμνάσιο, κοντά στις πύλες που λέγονται Νυμφάδες, υπάρχει λίθος σε σχήμα πυραμίδας, όχι μεγάλης. Τον λίθο αυτόν τον ονομάζουν Απόλλωνα καρινόν».

Παυσανία, Αχαϊκά (7), 22, 4: «[στις Φαρές] πολύ κοντά στο άγαλμα είναι στημένοι λίθοι τετράγωνοι, περί τους τριάντα, που οι Φαρείς τούς λατρεύουν δίνοντας σε καθένα το όνομα κάποιου θεού˙ στα παλιότερα χρόνια όλοι οι Έλληνες απέδιδαν θεϊκές τιμές σε αλάξευτους λίθους, οι οποίοι είχαν τη θέση των αγαλμάτων».

Παυσανία, Λακωνικά (3), 22, 1: «Από το Γύθειο απέχει τρία περίπου στάδια ένας άμορφος λίθος, πάνω στον οποίο λένε πως κάθισε ο Ορέστης και θεραπεύτηκε από τη μανία˙ γι' αυτό ο λίθος ονομάστηκε Ζεύς καππώτας στη δωρική διάλεκτο».

Παυσανία, Λακωνικά, 22, 12: «(...) όταν ο λαγός τρύπωσε σε μια μυρτιά, (...) τη μυρτιά εκείνη τη λατρεύουν ακόμη και την ονομάζουν Άρτεμιν σωτείρα».

Παυσανία, Βοιωτικά, 12, 4: «μαζί με τον κεραυνό που ρίχτηκε στον θάλαμο της Σεμέλης έπεσε από τον ουρανό κι ένα κομμάτι ξύλο που ο Πολύδωρος το διακόσμησε με χαλκό και το ονόμασε Διόνυσο κάδμο». Θεοί-κούτσουρα.

Παυσανία, Βοιωτικά, 40, 11-12: «από τους θεούς οι Χαιρωνείς τιμούν ιδιαίτερα το σκήπτρο που κατά τον Όμηρο έκανε ο Ήφαιστος για το Δία (...) αυτό το σκήπτρο το λατρεύουν ονομάζοντάς το δόρυ. (...) Λένε πως βρέθηκε στα σύνορα της Χαιρώνειας (...). Ναό δεν έχει χτίσει η πόλη για το σκήπτρο, αλλά κάθε χρόνο ο ιερέας το κρατά μέσα σε κάποιο κτίσμα. Θυσίες γίνονται κάθε μέρα». Όχι μόνο θεοποιούσαν φυσικά αντικείμενα αλλά και ανθρώπινα κατασκευάσματα. Πού είναι αυτοί οι Νεοειδωλολάτρες, που θα μας πούν πως οι αρχαίοι Ειδωλολάτρες θεωρούσαν συμβολικούς και όχι πραγματικούς τους μύθους; Αν οι μύθοι θεωρούνταν συμβολικοί, δεν θα πίστευαν ποτέ ότι ένα (μυκηναϊκό ίσως) σκήπτρο φτιάχτηκε από τον... «συμβολικό θεό» Ήφαιστο.

Με άλλα λόγια, οι Ειδωλολάτρες λάτρευαν λιθάρια πεσμένα απ' τον ουρανό (μετεωρίτες), κοτρώνες και πέτρες, τις οποίες ονόμασαν θεούς.Πολλοί θα θυμούνται την ξένη ταινία «Και οι θεοί τρελλάθηκαν», στην οποία ένας Αφρικανός ιθαγενής πολυθεϊστής εκλαμβάνει ως «θεϊκό δώρο» ένα κουτίCoca-Cola που είχε ρίξει ένας Δυτικός πιλότος απ' το αεροπλάνο του. Ακριβώς τα ίδια πίστευαν και οι εν Ελλάδι Ειδωλολάτρες: θεοποιούσαν ό,τι έπεφτε απ' τον ουρανό, μόνο που τότε δεν υπήρχαν πιλότοι να ρίχνουν κοκα-κόλες, αλλά απλώς έπεφταν από μόνοι τους οι μετεωρίτες. Όπου τελικά φαίνεται ότι αυτή η κατά τα άλλα χιουμοριστική ξένη ταινία ανέλυσε σε βάθος την αποβλάκωση που προκαλεί ο Πολυθεϊσμός. Κι όμως ο Αριστοτέλης γράφει: «Από τους αρχαίους, τώρα, και τους πολύ παλαιότερους έχει κληροδοτηθεί στους μεταγενέστερους υπό μορφή μύθου η παράδοση ότι αυτά [=τα ουράνια σώματα] είναι θεοί (...) Τα λοιπά προστέθηκαν αργότερα ως μυθολογικές περιγραφές, για να εξασφαλίζεται η ευπείθεια του πολύ κόσμου και να γίνεται χρήση τους στους νόμους και προς το κοινό συμφέρον· διότι λένε ότι οι θεοί έχουν ανθρώπινη μορφή ή είναι όμοιοι με μερικά από τα άλλα ζώα» (Μετά τα φυσικά, Λ', 8 (1074b)).

Παυσανία, Αρκαδικά (8), 42, 4: «Το άγαλμα [της Δήμητρας] λένε πως είχε την εξής μορφή: η θεά παριστάνονταν σα μια γυναίκα καθισμένη σε βράχο, η οποία όμως είχε κεφάλι και κόμη αλόγου».

Παυσανία, Αττικά (10), 26, 6: «Για το άγαλμα αυτό [=της Αθηνάς στην Ακρόπολη] υπάρχει η φήμη πως έπεσε από τον ουρανό»(!!). Κατά τα άλλα οι «ορθολογιστές Νεοπαγανιστές» κοροϊδεύουν την άποψη για αχειροποίητες εικόνες.

13) Ο Πλούταρχος στο Περί Ίσιδος και Οσίριδος, 71 αναφέρει ότι παρά τις απόψεις των φιλοσόφων, οι λάτρεις των «θεών» πιστεύουν ότι τα αγάλματα είναι οι θεοί, και όχι η απεικόνισή τους. «Οι παλαιοί εκείνοι άνθρωποι αφελώς ωνόμαζον με τα ονόματα των θεών τα δώρα των θεών, και τα ετιμούσαν ένεκα της ανάγκης των και τα εσέβοντο» (Περί Ίσιδος και Οσίριδος, 70 (379b)). «Δια τούτο ορθότατα οι φιλόσοφοι λέγουν ότι όσοι δεν μανθάνουν ορθώς την σημασίαν των λέξεων, αυτοί σφάλλονται και εις τα πράγματα, όπως σφάλλονται εκείνοι εκ των Ελλήνων, οι οποίοι, επειδή έμαθον και συνήθισαν να δίδουν το όνομα των θεών εις τα από χαλκόν και μάρμαρον αγάλματα αυτών και εις τας ζωγραφισμένας εικόνας των και όχι να τα ονομάζουν απλώς αγάλματα και αφιερώματα των θεών, κατήντησαν έπειτα να λέγουν ασεβώς όχι ο Λάχαρης εξέδωσε την Αθηνάν, ότι ο Διονύσιος εκούρευσε τους χρυσούς βοστρύχους του Απόλλωνος, ο δε Ζευς του Καπιτωλίου εκάη και κατεστράφη εις μίαν πυρκαϊάν κατά τον εμφύλιον πόλεμον. Τοιουτοτρόπως η εσφαλμένη χρήσις των λέξεων τους παρέσυρε και παραδέχονται δοξασίας διεστραμμένας συμφώνως προς τας λέξεις (70 (379cd)).

14) Ο Ηράκλειος «βλέποντας τους Έλληνες να προσφέρουν δώρα στους θεούς είπε "Προσεύχονται στα αγάλματα των θεών σαν να μπορούσαν να τους ακούσουν, ενώ δεν τους ακούνε, δεν δίνουν, όπως και δεν μπορούν να ζητήσουν» (απ. 132)

Αυτά είναι αρκετά παραδείγματα ότι όχι λίγοι Ειδωλολάτρες της αρχαιοτητας θεωρούσαν πως το άγαλμα έχει μέσα στην ύλη του το θεό, ότι μέσα στο άγαλμα κατοικεί ο θεός, κι επομένως δεν λάτρευαν απλώς «τον θεό που απεικόνιζε το άγαλμα», όπως ισχυρίζονται οι Νεοπαγανιστές, αλλά το άγαλμα-θεό. Παρατηρούμε ότι ο Στίλπων, παρ' όλο που αποδέχτηκε πως η Αθηνά είναι θεός, εξορίστηκε επειδή είπε πως το άγαλμα της Αθηνάς δεν είναι θεός! Δηλαδή, ο αθηναϊκός δήμος, οι πολλοί Ειδωλολάτρες που τον εξόρισαν, πίστευαν πως το άγαλμα το ίδιο είναι η θεά Αθηνά. Επίσης, τόσο ο Στίλπων, όσο κι ο Διογένης ο Κυνικός αναφέρουν ότι οι λάτρεις των θεών προσκυνούσαν τα αγάλματα. Ο Διογένης μάλιστα ειρωνευόταν μια γυναίκα που έσκυβε πολύ στο άγαλμα ενός θεού, ενώ ο Στίλπων απέφυγε ν' απαντήσει, αν οι θεοί ευχαριστούνται με τις προσευχές και τις προσκυνήσεις. Αντίθετα από τους ισχυρισμούς των Νεοπαγανιστών, τα αρχαία αγάλματα ήταν αντικείμενο προσκύνησης, θεωρούνταν θεοί, και ήταν θαυματουργικά. Αυτά τα πράγματα τα ήξεραν και τα έβλεπαν οι Χριστιανοί, και εξαιτίας αυτών αποκαλούσαν Ειδωλολάτρες τους πολυθεϊστές.

Φυσικά οι αρχαίοι δεν ήταν ανόητοι, ώστε να πιστεύουν ότι η πέτρα ήταν θεός, και άλλωστε οι πιο έξυπνοι (π.χ. Ηράκλειτος ή ο Στίλπων που αρνήθηκε πως το άγαλμα είναι θεός) είχαν καταδικάσει την πρακτική της λατρείας των αγαλμάτων. Ποιοι «αρχαίοι», όμως; Όλοι; Φυσικά όχι. Ορισμένοι από τους φιλοσόφους. Οι υπόλοιποι αρχαίοι, όμως; Απ' όσο τα παραπάνω παραδείγματα δείχνουν, δεν ήταν αρκετά έξυπνοι, ώστε να αποκλείσουν κάτι τέτοιο, και δεν πρέπει να ξεχνάται ότι παγανισμός ήταν η λαϊκή πρακτική κι όχι οι γνώμες των λίγων φιλοσόφων. Στην περίπτωση του Στίλπωνα βλέπουμε πόσο ανιστόρητος είναι ο ισχυρισμός των Νεοπαγανιστών ότι οι γνώμες μεμονωμένων φιλοσόφων συνιστούν απόψεις της «αυθεντικής αρχαιοελληνικής θρησκείας», δηλαδή ότι αρχαία θρησκεία και Φιλοσοφία ταυτίζονται. Ο φιλόσοφος Στίλπων έχει αντίθετη άποψη για το άγαλμα/θεό από αυτήν των Ειδωλολατρών της αρχαιοελληνικής θρησκείας.

Παραθέτουμε και την άποψη του ίδιου του νεοπαγανιστικού Διιπετούς (τ. 4, σ. 22-23): «Από ότι εμείς ξέρουμε, υπάρχουν κάποιες καίριες διαφοροποιήσεις πάνω στην αντιμετώπιση των αγαλμάτων, δηλαδή για παράδειγμα, υπήρξαν κι αγάλματα που θεωρούνταν επί γής θεότητες, το ίδιο άγαλμα δηλαδή πλέον και όχι αυτό που απεικόνιζε, πιστευόταν πως είχε πάρει μέσα του αυτή την ενέργεια». Τα σχόλια είναι περιττά.

Δεν είναι τόσο ριζικά αντίθετη με τον εθνισμό η ειδωλολατρία, όπως διαμαρτύρονται οι Νεοπαγανιστές: οι θεοί είναι ενδοκοσμικοί, δηλαδή είναι ή ελέγχουν ή συμβολίζουν τμήματα της φύσης ή πάλι θεοποιούνται ορισμένα τμήματα της φύσεως, είτε ως σύμβολα της υπόλοιπης φύσης είτε όχι. Το άγαλμα ως ύλη είναι τμήμα της φύσης/κόσμου. Έτσι μπορεί να θεοποιηθεί το άγαλμα-πέτρα, ως τμήμα του κόσμου που συγκεντρώνει ή συμβολίζει το θεϊκό στοιχείο της φύσης. Άλλωστε η άποψη των Νεοπαγανιστών, ότι οι θεοί μπορούν να παίρνουν (και παίρνουν) οποιαδήποτε υλική μορφή (δηλαδή, ακόμη και μορφή αγαλμάτος) ενισχύει το χριστιανικό επιχείρημα ότι η λατρεία αγαλμάτων δεν σήμαινε τη λατρεία του προσώπου το οποίο αυτά απεικονίζουν (όπως ισχυρίζονται/δικαιολογουνται οι Ν/Π), αλλά αντίθετα, συνιστούσε λατρεία της ύλης-θεού, αφού ο θεός έχει πάρει τη μορφή του αγάλματος. Πάντως, ειδωλολατρία δεν είναι απλώς η λατρεία αγαλμάτων ως θεών. Οποιαδήποτε θεοποίηση τμήματος της κτίσης είναι ειδωλολατρία.

Η πολυμορφία του θείου συνεπάγεται ειδωλολατρία, διότι το θείο ως όλον και απόλυτο δεν μπορεί να διασπάται. Αν διασπαστεί, τότε είναι πολύ εύκολο να θεωρηθεί θεός κάτι, που, ενώ δεν είναι θεός, θεωρείται «ένα τμήμα» του θεού. Τότε οι πέτρες, τα ζώα, τα ποτάμια, ο αέρας, η φωτιά κ.λπ. γίνονται «θεοί». Η «πολυμορφία» συνεπάγεται μη προχωρημένη σκέψη, δηλαδή αδυναμία να γίνει κατανοητό ότι οι πολλές λειτουργίες του Θείου δεν συνεπάγονται διάσπαση της οντολογικής ενότητας και μοναδικότητάς του, έτσι ώστε αυτό να πρέπει να διασπασθεί σε επιμέρους «θεούς».

Όσο για τον αυτοπροσδιορισμό «Έλληνες Εθνικοί», οι Νεοπαγανιστές δεν μπορούν να φέρουν ούτε ένα κείμενο της ελληνικής αρχαιότητας ή του 4ου μ.Χ. αιώνα, στο οποίο να αποκαλούνται οι αρχαίοι Έλληνες θρησκευτές «Έλληνες Εθνικοί». Για τον 4ο μ.Χ. αιώνα υπάρχουν οι χαρακτηρισμοί «Έλληνες» ή «εθνικοί» ή «Παγανιστές». «Έλληνες Εθνικοί» δεν υπάρχουν˙ ούτε φυσικά στην κλασσική αρχαιότητα, όπου ούτε το όνομα Έλληνας ούτε το επίθετο εθνικός είχε θρησκευτική σημασία. Ακόμη και το «Εθνικός» οφείλεται στο χριστιανικό «έθνη». Η ονομασία που δίνουν στον εαυτό τους οι Νεοπαγανιστές είναι καθαρά χριστιανικής επινόησης. Εύγε. Εκτός κι αν διαλέξουν το ρωμαϊκό «Δωδεκαθεϊστής», αφού ο όρος «δωδεκάθεο» ανάγεται στην ρωμαιοκρατία κι όχι στην (σύμφωνα με τους ίδιους) «αυθεντική ελληνική εποχή». Ο προσδιορισμός «Πολυθεϊστής», εκτός του ότι δεν υποδηλώνει την ελληνικότητα της θρησκείας τους, είναι σκέτη αερολογία, αφού σύμφωνα με τους ίδιους τους Νεοπαγανιστές (βλέπε κεφάλαιο 49) ο αριθμός των θεών, πολλοί ή ένας, δεν έχει καμμία σημασία. Νεοεποχίτικης και σύγχρονης έμπνευσης, λοιπόν ο αυτοπροσδιορισμός. Δεν υποδηλώνει την ουσία της λατρείας και θρησκείας των ατόμων αυτών, αφού ούτε το/τους θεούς αναφέρει, και δηλώνει απλώς μια (παγκόσμια; Άρα μη ελληνική) θρησκεία που έχει θρησκευτές και στην Ελλάδα (οι εθνικοί της Ελλάδας, κι όχι οι εθνικοί της Αλβανίας) ή κυριολεκτικά σημαίνει Έλληνες το έθνος, χωρίς να υποδηλώνει θρησκεία. Φυσικά δικαίωμα του καθενός να αυτοαποκαλείται όπως θέλει. Αλλά για να έχει κανείς το δικαίωμα αυτό πρέπει να σέβεται το αντίστοιχο δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού των Ορθοδόξων. Οι Νεοπαγανιστές δεν το σέβονται, αφού αποκαλούν τους Χριστιανούς υβριστικά «ναζωραίους», «Γαλιλαίους» και «ιουδαιοχριστιανούς (κατακτητές)». Επομένως αντίστοιχο δικό μας δικαίωμα είναι να τους χαρακτηρίζουμε «(νεο) ειδωλολάτρες», «νεοπαγανιστές», «νεοεποχίτες». 

Ας διαλέξουν πώς θα φέρονται.

Πηγή: Ενάντια στην αρχαιοπληξία

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου