Σάββατο 14 Ιουλίου 2012

Το πιστεύω του Αγίου Ιππολύτου Ρώμης.

Η τριαδολογία και η περί δύο φύσεων διδασκαλία του Ιππολύτου Ρώμης.

Ο Ιππόλυτος Ρώμης, Μουσείο Λατερανού, Ρώμη.
 
Ο Ιππόλυτος Ρώμης υπήρξε ένας από τους πρώιμους Εκκλησιαστικούς συγγραφείς (τέλος 2ου – αρχές 3ου αιώνα μ.Χ.) Την δογματική του σκέψη την ανέπτυξε, αντιμετωπίζοντας τους αιρετικούς που είχαν αναφανεί εκείνη την εποχή.

Την σκέψη του λοιπόν αυτή, θα την παρακολουθήσουμε, μέσα από την καταπολέμηση ενός αιρεσιάρχη εκείνης της εποχής και πιο συγκεκριμένα του αιρεσιάρχη Νοητού.

Ο Νοητός κατάγονταν από την Σμύρνη και υποστήριζε πως ο Χριστός δεν είναι ένα από τα πρόσωπα της Αγίας Τριάδας δηλαδή ο Υιός, αλλά είναι ο Πατέρας που γεννήθηκε, έπαθε και απέθανε. Γι’ αυτό άλλωστε αυτός και οι οπαδοί του ονομάζονταν Πατροπασχίτες, ισχυριζόμενοι πως έπαθε ο Πατέρας.

Η αίρεση αυτή είναι γνωστή και ως Μοναρχιανισμός γιατί προσπαθεί να διασώσει την Μοναρχία του Θεού, δηλαδή πως υπάρχει μόνο ένας Θεός.

Όλες αυτές οι αιρέσεις, όπως και οι κατοπινές μεγάλες π.χ. Αρειανισμός, δεν μπορούν να δεχτούν, πως είναι δυνατόν να υπάρχει ένας Θεός, ο οποίος όμως δεν αποτελείται από ένα πρόσωπο, αλλά από τρία πρόσωπα, τον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα...

Και όλα αυτά συνέβησαν και συμβαίνουν, για να επαληθευτεί πιθανόν, αυτό που λέχθηκε, από τους ''μεγάλους'' φιλοσόφους (Φρόιντ, Φόιερμπαχ κ.λ.π.) πως ο Θεός είναι η αντανάκλαση και η επιθυμία του ανθρώπου. Αφού – λένε οι αιρετικοί – ο άνθρωπος ως ύπαρξη και οντότητα είναι ένας και μόνος του, κατ’ ανάγκη και ο Θεός θα είναι και αυτός ένας και μόνος του.

Δεν μπορεί να χωρέσει το μυαλό τους πως είναι δυνατόν να υπάρχει μια οντότητα, η οποία – σκάνδαλο βέβαια για το ανθρώπινο μυαλό – δεν είναι μόνη της αλλά αποτελείται από τρία πρόσωπα ή υποστάσεις.

Ο Ιππόλυτος Ρώμης για να αντιμετωπίσει τον Νοητό και τους Μοναρχιανούς Πατροπασχίτες, γράφει το σύγγραμμα «Εις αίρεσιν Νοητού», όπου αναιρεί σημείο προς σημείο την αίρεση αυτή.

Και πως το κάνει; Χρησιμοποιώντας τι άλλο, παρά την Αγία Γραφή.

Το σύγγραμμα του αυτό, είναι πολύτιμο για μας, επειδή όχι μόνο μπορούμε να δούμε, αλλά και επιπλέον να αποδείξουμε, πως παρόλο που ο Ιππόλυτος Ρώμης, γράφει σχεδόν ένα αιώνα πριν τις μεγάλες Οικουμενικές Συνόδους, η δογματική του σκέψη, δεν διαφέρει σε τίποτα – εκτός από κάποια σημεία της φρασεολογίας του – από τη δογματική σκέψη, των μετέπειτα μεγάλων Εκκλησιαστικών Πατέρων (Αθανασίου, Γρηγορίου Θεολόγου, Ιωάννη Δαμασκηνού κ.λ.π.).

Δηλαδή πως υπάρχει μια συνέχεια στην Ορθόδοξη Δογματική σκέψη, από την πρώιμη περίοδό της μέχρι και την κατοπινή της. Και το εκπληκτικότερο όλων. Η φρασεολογία του σε κάποια σημεία θυμίζει, όχι μόνο την φρασεολογία των Οικουμενικών Συνόδων αλλά φρασεολογία που ανευρίσκουμε στο «Σύμβολο της Πίστης», το γνωστό σε όλους μας «Πιστεύω». Όλα αυτά είναι και μια απάντηση σε όσους από τους αιρετικούς (Μάρτυρες του Ιεχωβά κ.λ.π.) υποστηρίζουν, πως η πρώιμη δογματική σκέψη όσον αφορά την Αγία Τριάδα και τις δυο φύσεις του Χριστού, όχι μόνο είναι διαφορετική, αλλά και τελείως αντίθετη με την δογματική των μεγάλων Οικουμενικών Συνόδων.

Γι’ αυτό και σε όλους αυτούς, τους αφιερώνουμε το άρθρο αυτό.Τα αποσπάσματα που θα χρησιμοποιήσουμε από το σύγγραμμα του Ιππολύτου «Εις αίρεσιν Νοητού», θα τα έχουμε σε κάπως ελεύθερη μετάφραση, για να βγαίνει νόημα. Για να μην κατηγορηθούμε όμως πως μεροληπτούμε, θα παραθέσουμε και το αρχαίο κείμενο.
 
Η ΤΡΙΑΔΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΙΠΠΟΛΥΤΟΥ ΡΩΜΗΣ.

Πριν αρχίσουμε να εκθέτουμε τα Τριαδολογικά χωρία του Ιππολύτου, αξίζει πιστεύουμε να αναφέρουμε μια αποστροφή του, που έχει σχέση με την τακτική των αιρετικών. Και αυτή δεν είναι άλλη από την πανούργα ενέργειά τους, να περικόπτουν τα χωρία (κομμάτια) της Γραφής, για να βγει το επιθυμητό γι’ αυτούς αποτέλεσμα.Τελικά οι αιρετικοί όλων των εποχών όλοι ίδιοι είναι. Το ίδιο τέχνασμα πάντα και πάντοτε:

«Οπόταν γαρ θελήσωσιν πανουργεύεσθαι, περικόπτουσι τας Γραφάς». «Εις αίρεσιν Νοητού» VI, 35. Δηλαδή: «Διότι όταν θέλουν να φερθούν πανούργα, ακρωτηριάζουν τις Γραφές».

Ας δούμε τώρα τα πιο σημαντικά Τριαδικά χωρία, του Ιππολύτου Ρώμης. Είναι τόσο ξεκάθαρα που δεν επιδέχονται καμία αμφισβήτηση ή παρερμηνεία.

«Πολλά δε και έτερα, μάλλον δε πάντα εστίν μαρτυρούντα τη αληθεία. Ανάγκην ουν έχει και μη θέλων ομολογείν Πατέρα Θεόν παντοκράτορα, και Χριστόν Ιησούν Υιόν Θεού, Θεόν άνθρωπον γενόμενον, ω πάντα Πατήρ υπέταξε παρεκτός εαυτού, και Πνεύματος αγίου, και τούτους είναι ούτως τρία.» «Εις αίρεσιν Νοητού» VΙΙI, 5.

«Και πολλά άλλα ή μάλλον όλα μαρτυρούν αυτή την αλήθεια. Επομένως είναι αναγκασμένος ακόμα και αν δεν θέλει, να ομολογήσει, τον Πατέρα Θεό παντοκράτορα, τον Ιησού Χριστὸ, Υιό του Θεού ο οποίος έγινε άνθρωπος, στον οποίο ο Πατέρας τα ὑπέταξε όλα, εκτός βέβαια από τον εαυτό του, και το Άγιο Πνεύμα, και έτσι αυτοί είναι τρείς.»

Και συνεχίζει πιο κάτω ο Ιππόλυτος, λέγοντας πως παρόλο είναι τρία πρόσωπα δεν παύει ο Θεός να είναι ένας.

«Ει δε βούλεται μαθείν, πως εις Θεός αποδείκνυται, γιγνωσκέτω ότι μία δύναμις τούτου. Και όσα μεν κατά την δύναμιν, εις εστίν Θεός. Όσον δε κατά την οικονομίαν, τριχής η επίδειξις, ως ύστερον αποδειχθήσεται, αποδιδόντων ημών περί αληθείας λόγον. «Εις αίρεσιν Νοητού» VΙΙI, 10.»

«Εάν δε, θέλεις να μάθεις, πως αποδεικνύεται πως ο Θεός είναι ένας, μάθε πως η Θεότητα αυτού είναι μία. Και όσον αφορά την Θεότητα, ένας Θεός υπάρχει. Όσον αφορά την οικονομία, τριπλή η φανέρωση, όπως θα αποδείξουμε αργότερα, όταν θα μιλήσουμε για την αλήθεια που μας παραδόθηκε».

Πιο ξεκάθαρη λοιπόν ομολογία για την μία ουσία (θεότητα) του Θεού σε τρία πρόσωπα, νομίζουμε πως δεν είναι δυνατόν να υπάρξει. Απλώς ο Ιππόλυτος, αντί για τη λέξη «ουσία» που εισήχθηκε αργότερα από τους Πατέρες της Πρώτης Οικουμενικής Συνόδου, χρησιμοποιεί τη λέξη «δύναμη». Ότι η λέξη «δύναμη» σημαίνει τον Θεό (Θεότητα), μας το αναφέρει ή ίδια η Γραφή και είναι λόγια του ίδιου του Χριστού: « Αλλά σας λέω, ότι από τώρα θα δείτε τον Υιό του ανθρώπου να κάθεται στα δεξιά της Δυνάμεως και να έρχεται πάνω στα σύννεφα του ουρανού» Κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο, κεφάλαιο 26, στίχος 64.Θέλουμε επίσης σ’ αυτό το σημείο να τονίσουμε, πως με τον όρο «οικονομία», στην εκκλησιαστική και θεολογική γλώσσα εννοούμε, το σχέδιο που συνέλαβε ο Θεός για την σωτηρία του ανθρώπου, με την σάρκωση του Χριστού.

Και μία ακόμη Τριαδική ομολογία του Ιππολύτου Ρώμης που δεν χρειάζεται κανένα μα κανένα απολύτως σχόλιο.

«Όσα τοίνυν κηρύσσουσιν αι θείαι Γραφαί, ίδωμεν, και όσα διδάσκουσιν, επιγνώμεν, και ως θέλει Πατήρ πιστεύεσθαι, πιστεύσωμεν, και ως θέλει Υιόν δοξάζεσθαι, δοξάσωμεν, και ως θέλει Πνεύμα άγιον δωρείσθαι, λάβωμεν.» «Εις αίρεσιν Νοητού» ΙΧ, 25.

«Όσα λοιπόν κηρύττουν οι θείες Γραφές, είδαμε, και όσα διδάσκουν, γνωρίζουμε, και αφού πρέπει να πιστεύεται ο Πατέρας, ας πιστεύουμε, και αφού πρέπει να δοξάζεται ο Υιός, ας δοξάσουμε, και ότι θέλει το Άγιο Πνεύμα να δωρίζει, ας το πάρουμε.»

Η ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ (ΥΠΟΣΤΑΣΕΩΝ) ΤΟΥ ΕΝΟΣ ΘΕΟΥ.

Συνεχίζοντας ο Ιππόλυτος την αναίρεσή του κατά του αιρεσιάρχη Νοητού, χρησιμοποιεί μια μοναδική ορολογία και γλώσσα στην οποία κάνει διακριτά τα Τρία πρόσωπα της Θεότητας. Έτσι στο τριαδολογικό χωρίο που θα εκθέσουμε, χρησιμοποιείται ο όρος «πρόσωπο», ένας όρος από τους πιο αγαπημένους της Πατερικής διδασκαλίας, που ως γνωστόν δεσπόζει στην Ορθόδοξη Δογματική και Θεολογία των Οικουμενικών Συνόδων. Βέβαια για να είμαστε απολύτως ακριβείς, οι Πατέρες της Εκκλησίας πολλές φορές, αντί του όρου «πρόσωπο», χρησιμοποιούν τον όρο «υπόσταση», το οποίο όμως έχει ακριβώς την ίδια σημασία. Αν και μεγάλο, το χωρίο αυτό, πιστεύουμε πως αξίζει να διαβαστεί.

«Ταύτα μεν ουν, αδελφοί, σημαίνουσιν, αι Γραφαί. Ταύτην την οικονομίαν παραδίδωσιν ημίν και ο μακάριος Ιωάννης εν ευαγγελίω μαρτυρών, και τούτον τον Λόγον Θεόν ομολογεί ούτως λέγων. «Εν αρχή ην ο Λόγος, και ο Λόγος ην προς τον Θεόν, και Θεός ην ο Λόγος» (Ιωάννη, 1,1). Ει δε ουν ο Λόγος προς τον Θεόν, Θεός ων, τι ουν; Φήσειεν αν τις δύο λέγει Θεούς; Δύο μεν ουκ ερώ Θεούς, αλλ’ η ένα. Πρόσωπα δε δύο, οικονομίαν δε τρίτην, την χάριν του αγίου Πνεύματος. Πατήρ μεν γαρ εις, Πρόσωπα δε δύο, ότι και ο Υιός, το δε τρίτον το άγιον Πνεύμα. Πατήρ εντέλλεται, Λόγος αποτελεί, Υιός δε δείκνυται δι’ ου Πατήρ πιστεύεται. Οικονομία συμφωνίας συνάγεται εις ένα Θεόν. Εις γαρ εστιν ο Θεός. Ο γαρ κελεύων Πατήρ, ο δε υπακούων Υιός, το δε συνετίζον άγιον Πνεύμα. Ο ων Πατήρ «επί πάντων», ο δε Υιός «δια πάντων», το δε άγιον Πνεύμα «εν πάσιν» (Προς Εφεσίους, 4,6). Άλλως τε ένα Θεόν νομίσαι μη δυνάμεθα, εάν μη όντως Πατρί και Υιώ και αγίω Πνεύματι πιστεύσωμεν.» «Εις αίρεσιν Νοητού» ΧΙV, 15 - 25.»

«Αυτά λοιπόν, αδελφοί, επισημαίνουν οι Γραφές. Αυτή την διδασκαλία μας παραδίδει και μας μαρτυρεί ο μακάριος Ιωάννης στο Ευαγγέλιό του, αφού ομολόγησε πως ο Λόγος ήταν ο ίδιος ο Θεός, έτσι είπε: «Στην αρχή υπήρχε ο Λόγος και ο Λόγος ήταν προς τον Θεό και Θεός ήταν ο Λόγος». Εάν λοιπόν ο Λόγος ήταν προς τον Θεό, αφού είναι Θεός, τι συμβαίνει; Μπορεί να ισχυριστεί κάποιος πως λέμε ότι υπάρχουν δύο Θεοί; Δύο Θεούς δεν ομολογώ, αλλά ένα. Πρόσωπα δε δύο, οικονομία δε τρίτη, τη χάρη του αγίου Πνεύματος. Διότι ο Πατέρας είναι ένας, Πρόσωπα όμως δύο, αφού είναι και ο Υιός, το δε τρίτο το άγιο Πνεύμα. Ο Πατέρας παραγγέλνει, ο Λόγος πραγματοποιεί, ο δε Υιός φανερώνεται, δια του οποίου γίνεται πιστευτός ο Πατέρας. Και η συμφωνία της διοίκησης είναι συγκεντρωμένη σε ένα Θεό. Επειδή ένας είναι ο Θεός. Διότι ο Πατέρας διατάσει, ο Υιός υπακούει, και το άγιο Πνεύμα συνετίζει. Ο Πατέρας είναι πάνω από όλα, ο Υιός για όλα και το άγιο Πνεύμα σε όλα. Άλλωστε δεν μπορούμε να μην δεχθούμε ένα Θεό, εάν πράγματι δεν πιστέψουμε στον Πατέρα, τον Υιό και το άγιο Πνεύμα.

Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΥΙΟΥ ΛΟΓΟΥ (ΧΡΙΣΤΟΥ) ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΤΕΡΑ.

Εκεί βέβαια που ακολουθείται από τον Ιππόλυτο κατά πόδας η Πατερική σκέψη, η οποία διαμορφώθηκε από τους μεγάλους Εκκλησιαστικούς Πατέρες των Οικουμενικών Συνόδων, είναι η διδασκαλία του, για την υπερφυσική γέννηση του Υιού Λόγου από τον Πατέρα. Μοναδικές εκφράσεις που όχι μόνο δείχνουν την ομοουσιότητα του Πατέρα με τον Υιό όπως π.χ. η έκφραση «τον Λόγο που είχε (δηλ. ο Πατέρας) μέσα του!!!» ή «ως ακτίνα από τον ήλιο», αλλά και απετέλεσαν εκφράσεις και του Συμβόλου της Πίστης, όπως η περίφημη φράση «φως εκ φωτός». Πόσο άδικο λοιπόν έχουν οι πάσης φύσεως αιρετικοί, που βλέπουν ασυνέπεια στην δογματική και την διδασκαλία των πρώιμων Εκκλησιαστικών Πατέρων με αυτή των μεταγενεστέρων.

«Εποίησεν ουν ως ηθέλησεν, Θεός γαρ ην. Των δε γινομένων αρχηγόν και σύμβουλον και εργάτην εγέννα Λόγον, ον Λόγον έχων εν εαυτώ, αόρατόν τε όντα τω κτιζομένω κόσμω, ορατόν ποιεί, προτέραν φωνήν φθεγγόμενος, και φως εκ φωτός γεννών … Και ούτως παρίστατο αυτώ έτερος. Έτερον δε λέγων ου δύο Θεούς λέγω, αλλ’ ως φως εκ φωτός, η ως ύδωρ εκ πηγής, η ως ακτίνα από ηλίου. Δύναμις γαρ μία εκ του παντός. Το δε παν Πατήρ, εξ ου δύναμις Λόγος. «Εις αίρεσιν Νοητού» Χ, 40 και ΧΙ, 5 .»

«Εδημιούργησε λοιπόν σύμφωνα με τη θέλησή του, διότι Θεός ήταν. Εγέννησε τον Λόγον και τον έκανε αρχηγό και σύμβουλο και εργάτη γι’ αυτά που δημιουργήθηκαν, τον οποίον Λόγον τον είχε μέσα του, αόρατον όταν δημιουργείτο ο κόσμος, τον κάνει ορατό, αφού προηγουμένως τον καλεί με φωνή, και αφού τον γεννά σαν φως από το φως … Και έτσι παρευρίσκεται κοντά του κάποιος άλλος. Λέγοντας δε άλλος, δεν εννοώ δύο Θεούς, αλλά όπως το φως από το φως, ή το νερό από την πηγή, ή η ακτίνα από τον ήλιο.»

Η ΠΕΡΙ ΔΥΟ ΦΥΣΕΩΝ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΙΠΠΟΛΥΤΟΥ.

Σύμφωνα με την Ορθόδοξη διδασκαλία, ο Χριστός αν και Θεός, έγινε άνθρωπος για να σώσει τον άνθρωπο από την αμαρτία. Δηλαδή στο πρόσωπο του Χριστού υπήρχαν δύο φύσεις, η Θεία ως Λόγος και η ανθρώπινη ως Ιησούς. Την αλήθεια αυτή διατύπωσαν οι μεγάλες Οικουμενικές Σύνοδοι, όταν καταπολέμησαν τον Νεστοριανισμό και τον Μονοφυσιτισμό, αιρέσεις που είτε υποβίβαζαν την Θεία φύση του Χριστού, είτε την ανθρώπινη.

Έτσι εισήγαγαν στην Ορθόδοξη Εκκλησία την περίφημη έκφραση, πως στο πρόσωπο του Χριστού ενώθηκαν ασυγχύτως και ατρέπτως η Θεία και η ανθρώπινη φύση, δηλαδή χωρίς να υπάρχει σύγχυση μεταξύ τους και χωρίς μετατροπή (τροπή) η μία από την άλλη.

Γι’ αυτό το λόγο κάνει ιδιαίτερα υπερήφανο τον Ορθόδοξο μελετητή, όταν διαπιστώνει πως πρώιμοι Εκκλησιαστικοί Πατέρες, όπως ο Ιππόλυτος Ρώμης, πρεσβεύει ακριβώς τα ίδια στην διδασκαλία του για τις δυο φύσεις του Χριστού, ζώντας δύο και τρείς αιώνες πριν οι μεγάλες Οικουμενικές Σύνοδοι, ολοκληρώσουν αυτή τη διδασκαλία.

Και εκείνο που είναι ιδιαίτερα σημαντικό είναι και το εξής. Πως η διδασκαλία τους αυτή είναι ξεκάθαρη, χωρίς νεφελώδεις εκφράσεις που πιθανόν να επιδέχονταν άπειρες ερμηνείες και παρερμηνείες.

Έτσι και στον Ιππόλυτο Ρώμης ανευρίσκονται εκφράσεις που μπορεί να βρει ο οιοσδήποτε που επιθυμεί να εντρυφήσει στη Δογματική της Ορθόδοξης Εκκλησίας, ανοίγοντας ένα οποιοδήποτε σύγχρονο εγχειρίδιο Δογματικής.

Εκφράσεις όπως «ο απαθής Λόγος», «κοιμάται, αν και ως Θεός είναι άγρυπνος» κ.λ.π. κοσμούν την διδασκαλία περί των δύο φύσεων του Χριστού, από τον Ιππόλυτο Ρώμης, κάνοντάς μας υπερήφανους, για την συνέχεια και συνέπεια στη διδασκαλία των Πατέρων μας από την ίδρυση του Χριστιανισμού έως σήμερα.

Ο σοφός λαός όμως λέει πως τα πολλά λόγια είναι φτώχεια. Ας πάρουμε λοιπόν και εμείς γεύση από την διδασκαλία του μεγάλου αυτού Πατέρα.

«Οράτε ουν, αδελφοί, πως εν συμβόλω το ιμάτιον το ερραντισμένον αίματι, την σάρκα διηγήσατο, δι’ ης και υπό πάθος ήλθεν, ο απαθής του Θεού Λόγος, καθώς μαρτυρούσίν μοι οι προφήται.» «Εις αίρεσιν Νοητού» ΧV, 5.

«Βλέπετε λοιπόν αδελφοί, πως με το σύμβολο του ενδύματος που είναι ραντισμένο με αίμα, εννοεί την σάρκα, δια της οποίας έφθασε στο πάθος (εννοεί την Σταύρωση), ο απαθής Λόγος του Θεού, όπως τα διηγούνται οι προφήτες».

Διακρίνονται ξεκάθαρα στο παραπάνω χωρίο του Ιππολύτου, οι δύο φύσεις του Χριστού. Το πάθος που δέχεται ως άνθρωπος και ταυτόχρονα την απάθεια ως Θεός που είναι.

Εκεί όμως που είναι ξεκάθαρα τα πράγματα περί των δύο φύσεων του Χριστού, είναι ένα εκτενέστερο χωρίο, που αναφέρουμε ευθύς αμέσως.

«Εφανέρωσεν εαυτόν εκ Παρθένου και αγίου Πνεύματος, καινός άνθρωπος γενόμενος. Το μεν ουράνιον έχων το Πατρώον ως λόγος, το δε επίγειον ως εκ παλαιού Αδάμ δια παρθένου σαρκουμενος. ούτος προελθών εις κόσμον θεός εν σώματι εφανερωθη, άνθρωπος τέλειος προελθών. Ου γαρ κατά φαντασίαν η τροπήν, αλλ’ αληθώς γενόμενος άνθρωπος.

Ούτως ουν και τα ανθρώπινα εαυτού ουκ απαναίνεται ενδεικνύμενος Θεός ων, ότε πεινά και κοπιά και κάμνων διψά …. και επί προσκεφάλαιον καθεύδει, ο άϋπνον έχων την φύσιν ως θεός … και ατιμάζεται υπό Καϊάφα, ο πρότερον υπ’ αυτού ιερατευόμενος ως Θεός… και τριήμερος υπό Πατρός ανίσταται, αυτός ων η ανάστασις και η ζωή.» «Εις αίρεσιν Νοητού» ΧVΙΙ, 25 και ΧVΙΙΙ, 30 - 40

«Φανέρωσε τον εαυτό του από την παρθένο και το άγιο Πνεύμα, αφού έγινε καινούργιος άνθρωπος. Ως προς μεν τα ουράνια (δηλ. τη θεότητα) είναι ως Λόγος του Πατέρα, ως προς δε τα γήινα αφού σαρκώθηκε από την Παρθένο, όπως ο παλιός Αδάμ. Αυτός στον κόσμο ήλθε και φανερώθηκε Θεός με σώμα, αφού έγινε τέλειος άνθρωπος. Όχι βέβαια κατά φαντασία ή τροπή, αλλά αληθινός έγινε άνθρωπος.

Έτσι λοιπόν και τα ανθρώπινα που του ανήκαν δεν τα απαρνήθηκε αν και φανερώθηκε ως Θεός, όταν πεινούσε, κοπίαζε και αποκαμωμένος διψούσε … και στο προσκέφαλο κοιμάται, αυτός που από την φύση του είναι άυπνος ως Θεός … και από τον Καϊάφα ατιμάζεται, αυτός ο οποίος προηγουμένως δέχονταν την ιερατική υπηρεσία του ως Θεός …. Και ανασταίνεται μετά από τρεις μέρες από τον Πατέρα, αυτός που είναι η ανάσταση και η ζωή.»

Νομίζουμε πως τέτοιες καταπληκτικές αντιθέσεις που δείχνουν άλλοτε την Θεία και άλλοτε την ανθρώπινη φύση του Χριστού, είναι πολύ δύσκολο να βρεθούν.

Η ΥΠΟΤΑΓΗ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΦΥΣΗΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΣΤΟΝ ΠΑΤΕΡΑ ΤΟΥ.

Η Αγία Γραφή ως γνωστόν, είναι γεμάτη με μειωτικές εκφράσεις για τον Χριστό σε σχέση με τον Πατέρα του, τις οποίες εντέχνως παραποιούν οι πάσης φύσεως αιρετικοί, όχι μόνο για να αποδείξουν την κατωτερότητα του Χριστού, αλλά και να αρνηθούν τελείως την θεότητά του.

Έτσι έρχεται ο Ιππόλυτος ο οποίος στο σύγγραμμα του «Εις αίρεσιν Νοητού», αποδεικνύει πως η υποταγή αυτή στον Πατέρα αφορά την ανθρώπινη φύση του Χριστού.

«Τούτο ουν εσημαίνετο, αδελφοί, ότι όντως μυστήριον οικονομίας εκ Πνεύματος Αγίου ην αυτός ο Λόγος και παρθένου, ένα υιόν θεώ απεργασάμενος. Τούτο δε ουκ εγώ λέγω (δηλ. ο Ιππόλυτος), αλλά αυτός μαρτυρεί ο καταβας εκ του ουρανού. Ούτω γαρ λέγει: Ουδείς αναβέβηκεν εις τον ουρανόν, ει μη ο εκ του ουρανού καταβάς ο Υιός του ανθρώπου, ο ων εν τω ουρανώ (Ιώ. 3,13). Τι ουν ζητεί παρά το ειρημένον; Μήτι ερεί, ότι εν τω ουρανώ σαρξ ην; Εστί μεν ουν σαρξ η υπό του Λόγου του Πατρώου προσενεχθείσα δώρον, η εκ Πνεύματος και Παρθένου, τέλειος Υιός θεού αποδεδειγμένος. Πρόδηλον ουν, ότι αυτός εαυτόν πρόσφερε τω πατρί. Προ δε τούτου εν ουρανώ σαρξ ουκ ην.» «Εις αίρεσιν Νοητού» IV, 25 – 35.

«Αυτό λοιπόν σημαίνει, αδελφοί, πως πράγματι το μυστήριο της οικονομίας ήταν ο ίδιος ο Λόγος από το Πνεύμα το Άγιο και από την παρθένο, που ολοκληρώθηκε από τον ένα Υιό του Θεού. Αυτό δεν το λέω εγώ, αλλά το μαρτυρεί αυτός που κατέβηκε από τον ουρανό. Γιατί έτσι λέει: Κανείς δεν ανέβηκε στον ουρανό, παρά αυτός που κατέβηκε από τον ουρανό, ο Υιός του ανθρώπου, που είναι στον ουρανό. Τι λοιπόν αποδεικνύει αυτό που λέχθηκε; Μήπως ισχυρίζεται, ότι ήταν σάρκα στον ουρανό; Είναι λοιπόν η σάρκα του Λόγου του Πατρός που προσφέρθηκε ως δώρο, από το Πνεύμα και την Παρθένο, που φανερώνει πως είναι ο τέλειος Υιός του Θεού. Είναι φανερό λοιπόν, ότι ο ίδιος πρόσφερε τον εαυτό του στον Πατέρα. Πριν δε από αυτό, σάρκα στον ουρανό δεν ήταν.»

Επάξια λοιπόν ο Ιππόλυτος Ρώμης συγκαταλέγεται στους μεγάλους Εκκλησιαστικούς Πατέρες που υπεράσπισαν την Ορθόδοξη πίστη απέναντι στους αιρετικούς, και την διαφύλαξαν για μας σήμερα, προς δόξα του Πατρός του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Αμήν. 
 
Πηγή: antiairetikos.blogspot.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου