Ἀλήθεια, δόγμα καί αἵρεση στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση
Μέ τό παρόν τεῦχος συμπληρώνονται 100 τεύχη ἐκδόσεως τοῦ ἐντύπου μας μέ τίτλο «Ὀρθοδοξία καί αἵρεσις», τό ὁποῖο ἄρχισε νά ἐκδίδεται τόν Μάρτιο τοῦ 1999.
Ἐπί 18 συναπτά ἔτη ἡ τοπική Ἐκκλησία μας, μέσω αὐτοῦ τοῦ ἐντύπου, ἐνημερώνει τό Ὀρθόδοξο πλήρωμά της γιά ἕνα μεῖζον πνευματικό καί κοινωνικό πρόβλημα, αὐτό τῶν αἱρέσεων καί τῆς παραθρησκείας, καί παράλληλα ἐπιχειρεῖ νά τοῦ μεταδώσει ἀνόθευτη τή σώζουσα ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ. Μέ τήν εὐκαιρία αὐτή θεωρήσαμε σκόπιμο νά ἀφιερώσουμε τό τεῦχος αὐτό σέ ἕνα γενικότερο θέμα, ἀπαντώντας σέ ἐρωτήματα ὅπως, τί εἶναι αἵρεση, τί εἶναι παραθρησκεία, τί εἶναι καί πῶς λειτουργεῖ τό Ὀρθόδοξο δόγμα, ποιοί κίνδυνοι ὑπάρχουν στίς αἱρέσεις καί πῶς μποροῦμε νά τούς ἀντιμετωπίσουμε.
Ἐπί 18 συναπτά ἔτη ἡ τοπική Ἐκκλησία μας, μέσω αὐτοῦ τοῦ ἐντύπου, ἐνημερώνει τό Ὀρθόδοξο πλήρωμά της γιά ἕνα μεῖζον πνευματικό καί κοινωνικό πρόβλημα, αὐτό τῶν αἱρέσεων καί τῆς παραθρησκείας, καί παράλληλα ἐπιχειρεῖ νά τοῦ μεταδώσει ἀνόθευτη τή σώζουσα ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ. Μέ τήν εὐκαιρία αὐτή θεωρήσαμε σκόπιμο νά ἀφιερώσουμε τό τεῦχος αὐτό σέ ἕνα γενικότερο θέμα, ἀπαντώντας σέ ἐρωτήματα ὅπως, τί εἶναι αἵρεση, τί εἶναι παραθρησκεία, τί εἶναι καί πῶς λειτουργεῖ τό Ὀρθόδοξο δόγμα, ποιοί κίνδυνοι ὑπάρχουν στίς αἱρέσεις καί πῶς μποροῦμε νά τούς ἀντιμετωπίσουμε.
Οἱ αἱρέσεις, βέβαια, δέν εἶναι σύγχρονο φαινόμενο, εἶναι πολύ ἀρχαῖο. Συναντᾶται ἤδη στήν Καινή Διαθήκη, ὅπου μεταξύ ἄλλων γίνεται λόγος γιά «αἱρέσεις ἀπωλείας» (Β΄ Πέτρ. 2,1). Αὐτό σημαίνει ὅτι ἐξ ἀρχῆς ἡ αἵρεση ἔχει ἔντονα ἀρνητικό περιεχόμενο καί συνδέεται μέ τήν «ἀπώλεια», τήν (πνευματική) καταστροφή. Τί εἶναι, ὅμως, ἡ αἵρεση;
Ὁ ὅρος σημαίνει ἐπιλογή (ἀπό τό «αἱροῦμαι» = ἐκλέγω, προτιμῶ). Ὡστόσο, στόν Χριστιανισμό δέν σημαίνει μόνο ἐπιλογή (ἑνός μέρους ἀντί τοῦ ὅλου), ἀλλά σημαίνει ἐπίσης διαστροφή τοῦ ἐπιλεγμένου καί ἀπολυτοποίησή του. Ἐπιπλέον, ἡ ἐπιλογή αὐτή δέν ἀφορᾶ στήν ἀλήθεια γιά τόν κόσμο, ὅπου «τό διαμαρτάνειν ἀκίνδυνον» κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγο (Λόγος ΚΖ΄, 10), ἀλλά στήν Ἀλήθεια γιά τόν Θεό, στήν Ἀλήθεια πού σώζει, πού ὁδηγεῖ στή σωτηρία. Κι ἄν ἡ Ἀλήθεια αὐτή (ἤ ἕνα μέρος της) διαστραφεῖ, τότε παύει πλέον νά σώζει καί ὁδηγεῖ στήν ἀπώλεια. Μέ ἄλλα λόγια, αἵρεση εἶναι ἡ διαστροφή τῆς διδασκαλίας τοῦ Κυρίου, τῆς Ἀλήθειας πού ὁ ἴδιος ὁ Θεός μᾶς ἀποκάλυψε διά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί πού ἡ Ἐκκλησία στή συνέχεια διατύπωσε σέ δόγματα. Κατά συνέπειαν, αἵρεση εἶναι κάθε διατύπωση περί Θεοῦ, πού ἀλλοιώνει τό Ὀρθόδοξο δόγμα.
Εἶναι, ὅμως, κάτι τόσο σημαντικό ἡ ἀλλοίωση τοῦ δόγματος; Ἡ σωτηρία μας ἐξαρτᾶται ἀπό τό τί πιστεύουμε ἤ ἀπό τό πῶς ζοῦμε; Ἐξαρτᾶται ἀπό τή θεωρία ἤ ἀπό τήν πράξη; Ἡ ἰδεολογία σώζει ἤ ἡ ζωή; Γιά νά ἀπαντήσουμε στά ἐρωτήματα, πρέπει νά ἔχουμε κατανοήσει ὀρθά τήν ἔννοια καί τή λειτουργία τοῦ ὀρθοδόξου δόγματος. Ὁ ὅρος «δόγμα» ἔχει ἀρνητικό περιεχόμενο στήν ἐποχή μας καί εἶναι ἀντιπαθής, γιατί παραπέμπει εὐθέως στόν δογματισμό. Ὄντως, δόγμα θεωρεῖται συνήθως μιά ἀπολυτοποιημένη διατύπωση (θεωρητική, ἠθική, νομική κ.λπ.), πού δέν ἐπιδέχεται ἀμφισβήτηση καί ἀποκλείει τήν κριτική καί τόν διάλογο. Στήν ἀπολυτοποίηση τοῦ δόγματος κρύπτεται συνήθως ἡ ἀδυναμία του νά ἀντέξει στήν κριτική. Στήν ἐποχή μας, πού τά πάντα εἶναι ἀντικείμενο κριτικῆς, ἡ ἐμμονή στό δόγμα καί ἡ ἄρνηση τοῦ διαλόγου ἐκλαμβάνονται δικαιολογημένα ὡς νοσηρός δογματισμός.
Ὡστόσο, αὐτό ἰσχύει μόνο γιά ἀλήθειες, πού ἀφοροῦν στόν κόσμο. Στή Θεολογία τῆς Ἐκκλησίας τό δόγμα λειτουργεῖ ἐντελῶς διαφορετικά. Ἐδῶ τό δόγμα εἶναι μιά διατύπωση, ἀναφερόμενη σέ Ἀλήθεια ἤ Πραγματικότητα, πού ἀπό τή φύση της δέν περιγράφεται. Ἄρα τό (ἐκκλησιαστικό) δόγμα οὔτε περιγράφει, οὔτε πολύ περισσότερο ταυτίζεται μέ τήν Ἀλήθεια. Πολλοί, ἀπό ὑπερβάλλοντα ζῆλο γιά τήν ὑπεράσπιση τῶν δογμάτων, πιστεύουν ὅτι τό δόγμα ταυτίζεται μέ τήν Ἀλήθεια. Ὅμως, αὐτό εἶναι πλάνη, εἶναι μιά μορφή εἰδωλολατρίας. Μεταξύ δόγματος καί σημαινόμενης Ἀλήθειας ὑπάρχει τεράστια διαφορά, γιατί στή προκειμένη περίπτωση ἡ Ἀλήθεια εἶναι ἄκτιστη, ἐνῶ τό δόγμα εἶναι μιά κτιστή (μέσω κτιστῶν «νοημάτων» καί «ρημάτων») διατύπωσή της. Οὔτε ἀντιστοιχία ὑπάρχει μεταξύ δόγματος καί Ἀλήθειας, ὅπως ὑπάρχει μεταξύ τῶν κτιστῶν πραγμάτων καί τῶν (ἐπίσης κτιστῶν) περιγραφῶν τους, τό δέ γεγονός ὅτι ἡ Ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ παραμένει ἀκόμη καί μετά τή διατύπωσή της κατάσταση «ὑπέρ ἔννοιαν», «ὑπέρ νοῦν» καί «ὑπέρ λόγον» σημαίνει ὅτι τά δόγματα οὔτε κατανοοῦνται, οὔτε μποροῦν νά γίνουν ἀντικείμενο κριτικῆς. Μᾶλλον ὡς ἀκατανόητες διατυπώσεις ἤ ἀκόμη καί ὡς παραλογισμοί φαίνονται στήν ἀνθρώπινη λογική.
Κατά τήν Ὀρθόδοξη Παράδοση, λοιπόν, τό δόγμα οὔτε περιγράφει, οὔτε ταυτίζεται μέ τήν Ἀλήθεια, ἀλλά ἁπλῶς τήν ἐπισημαίνει καί ὁδηγεῖ σ’ αὐτήν. Τό δόγμα εἶναι πολύτιμο καί ἀναγκαῖο, ὡς δείκτης καί ὁδηγός, ἀλλά δέν ἔχει τόν ἀπόλυτο καί αἰώνιο χαρακτῆρα τῆς ἴδιας τῆς Ἀλήθειας. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, πού διατύπωσαν τά δόγματα, γνώριζαν καλά ὅτι τελικός προορισμός τῶν δογμάτων εἶναι ἡ κατάργησή τους. Ὅταν κάποιος φτάσει στήν Ἀλήθεια (στή θέωση, στή θεοπτία, στήν ἐμπειρία τῆς Πεντηκοστῆς), δέν τοῦ χρειάζονται πλέον τά δόγματα. Γιά παράδειγμα, τά δόγματα λειτουργοῦν ὅπως ἀκριβῶς οἱ πινακίδες - ὁδοδείκτες, πού δείχνουν ποῦ εἶναι μιά πόλη. Ἡ πινακίδα δέν ταυτίζεται μέ τήν πόλη (ἀλλοῦ εἶναι ἡ πινακίδα καί ἀλλοῦ ἡ πόλη). Εἶναι πολύτιμη καί ἀναγκαία, ὅσο βρισκόμαστε μακρυά καί ἔξω ἀπό τήν πόλη. Ἄν φτάσουμε ἐκεῖ, τότε α) ἡ πινακίδα δέν ἔχει γιά μᾶς νόημα καί λόγο ὕπαρξης, ἔχει ὅμως γιά ὅσους εἶναι ἀκόμη μακρυά ἀπό τήν πόλη, καί β) ἐπιβεβαιώνουμε μέ τήν προσωπική μας ἐμπειρία ὅτι ἡ πινακίδα (τό δόγμα) ἦταν ὀρθή, ἔδειχνε τή σωστή κατεύθυνση. Τώρα, ἄν κάποιος ἀλλοιώσει τήν πινακίδα, ἄν τήν στρέψει ἀλλοῦ, ἄν ἡ πινακίδα γράφει Ἀθήνα καί τή στρέψει πρός τήν Πάτρα, τότε ὅποιος τήν ἀκολουθήσει θά πλανηθεῖ, θά πάει σέ ἄλλη πόλη, νομίζοντας ὅτι ἔφθασε στόν προορισμό του.
Τό ἴδιο ἀκριβῶς συμβαίνει μέ τίς αἱρέσεις. Διαστρέφουν τό δόγμα, πού ὑποδεικνύει τόν προορισμό μας, τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, καί κατευθύνουν τούς ὁπαδούς τους «εἰς χώραν μακράν», σέ ἄλλη πόλη, τῆς ὁποίας «ἄρχων» καί κυβερνήτης εἶναι ὁ Διάβολος, κατά τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι φανερό, ὅτι τό δόγμα καί ἡ αἵρεση δέν εἶναι ἁπλές θεωρητικές διατυπώσεις, οὔτε ἀνθρώπινες ἰδεολογίες χωρίς συνέπειες, ἀλλά δυό διαφορετικοί τρόποι ζωῆς: ἕνας πού ὁδηγεῖ στή σωτηρία, καί ἄλλος, πού δέν ὁδηγεῖ στή σωτηρία, ἀλλά στήν αἰχμαλωσία τοῦ Διαβόλου. «Δογματική» καί «ἠθική» στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση δέν εἶναι δυό ξεχωριστές ἀλλά δυό συμπλεκόμενες καταστάσεις, δυό ὄψεις τοῦ ἴδιου νομίσματος. Κατά συνέπειαν, ὁ σοβαρότερος κίνδυνος ἀπό τίς, κάθε μορφῆς, αἱρέσεις εἶναι ὁ πνευματικός κίνδυνος, ὁ ἀποκλεισμός ἀπό τή σωτηρία, ὁ κίνδυνος τῆς αἰώνιας ἀπώλειας. Οἱ αἱρέσεις, κατά τόν ἀπόστολο Παῦλο, διαστρέφοντας τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ, εἰσάγουν «ἕτερον εὐαγγέλλιον» (Γαλ. 1,6), γι’ αὐτό, ὅποιος «εὐαγγελίζεται» κάτι διαφορετικό, ἀκόμη καί ἄν εἶναι Ἄγγελος ἀπό τόν οὐρανό, θεωρεῖται ἀναθεματισμένος (Γαλ. 1,8). Στό πλαίσιο αὐτό κατανοῦμε τόν ἀγῶνα τῶν μεγάλων Πατέρων ἐναντίον τῶν αἱρέσεων τῆς ἐποχῆς τους, ἀλλά καί τήν ἀγωνία τῆς Ἐκκλησίας νά διατυπώσει μέσῳ τῶν Οἰκουμενικῶν της Συνόδων τήν Ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου μέ, κατά τό δυνατόν, ἀκριβέστερους ὅρους, γιά τή διασφάλιση τῆς σωτηρίας τῶν μελῶν της.
Αἵρεση καί παραθρησκεία στή σύγχρονη ἐποχή
Ὡστόσο, τά παραπάνω ἰσχύουν περισσότερο γιά τό παρελθόν. Στήν ἐποχή μας τό φαινόμενο διαφέρει καί ὡς πρός τήν ἔκταση, ὡς πρός τή μορφή του. Οἱ σύγχρονες αἱρέσεις εἶναι πολυάριθμες καί δραστηριοποιοῦνται σέ παγκόσμιο ἐπίπεδο. Πολλές ἀπό αὐτές δέν ἐμφανίζονται ὡς θρησκευτικές ὁμάδες καί δέν πολεμοῦν εὐθέως τήν Ἐκκλησία. Στή χώρα μας ἐμφανίζονται ἀκόμη καί μέ Ὀρθόδοξα προσωπεῖα ἤ χρησιμοποιοῦν χριστιανική ὁρολογία καί χριστιανικά κείμενα, διαστρεβλώνοντας τήν ἔννοια καί τό περιεχόμενό τους. Γενικά, οἱ σύγχρονες αἱρέσεις δέν ἀποκαλύπτουν συνήθως τό πραγματικό τους πρόσωπο, ἀλλά ἐμφανίζονται μέ κάθε εἴδους προσωπεῖα, φιλοσοφικά, ψυχολογικά, πολιτιστικά, παιδαγωγικά, ἐπιστημονικά, καλλιτεχνικά, ἀθλητικά κ.ἄ. Ὅπως, λοιπόν, ἐξελίσσονται τά πάντα, ἔτσι ἐξελίσσεται καί ἡ ἔννοια τῆς αἵρεσης, μέ ἀποτέλεσμα νά εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νά τήν διευρύνουμε καί νά συμπεριλάβουμε σ’ αὐτήν ὁμάδες μέ διδασκαλία ἀσυμβίβαστη μέ τήν Ὀρθόδοξη πίστη, οἱ ὁποῖες ὅμως δέν ἀνήκουν στόν χριστιανικό χῶρο.
Ἔτσι, ἐμφανίζονται σήμερα, α) οἱ κατά κυριολεξίαν αἱρέσεις, οἱ ὁμάδες μέ χριστιανικά ἤ ψευδοχριστιανικά χαρακτηριστικά, καί β) συγκροτημένες ὁμάδες, ἤ ἁπλῶς διδασκαλίες, πού δέν ἐντάσσονται στόν χριστιανικό χῶρο, ἀκόμη καί ὅταν χρησιμοποιοῦν χριστιανική ὁρολογία, καί δέν ἀποδέχονται τήν πίστη στόν Χριστό, ἀκόμη καί ὅταν ὁμιλοῦν περί «χριστοῦ». Οἱ ὁμάδες αὐτές τῆς δεύτερης κατηγορίας ὀνομάζονται «παραθρησκεῖες» ἤ «παραθρησκευτικές ὁμάδες», δεδομένου ὅτι διαφοροποιοῦνται ἀκόμη καί ἀπό τίς («γνωστές» κατά τό Ἑλληνικό Σύνταγμα) μονοθεϊστικές θρησκεῖες. Διεθνῶς ἀποκαλοῦνται «σέκτες» ἤ «λατρεῖες» («cults») καί μεταξύ τους ὑπάρχουν τεράστιες διαφορές, ἀλλά καί κοινά χαρακτηριστικά, ὅπως ἡ ὁλοκληρωτική δομή. Ἡ Ἔκθεση της Γαλλικῆς «Διϋπουργικῆς Ἀποστολῆς γιά τήν καταπολέμηση τῶν αἱρέσεων», ἐπιχειρώντας νά δώσει ἕναν ὁρισμό τοῦ ὅρου «σέκτα», γράφει: «Ἡ αἵρεση (σέκτα) εἶναι ἕνας σύνδεσμος μέ ὁλοκληρωτική δομή, δηλώνοντας ἤ ὄχι θρησκευτικούς σκοπούς, τοῦ ὁποίου ἡ συμπεριφορά πλήττει τά Ἀνθρώπινα Δικαιώματα καί τήν κοινωνική ἰσορροπία».
Εἶναι φανερό, ὅτι πρόκειται γιά φαινόμενο πολύ πιό ἐπικίνδυνο ἀπό τίς αἱρέσεις τοῦ παρελθόντος. Ἐδῶ, στίς λεγόμενες «νέες αἱρέσεις» («σέκτες»), ἐκτός τοῦ πνευματικοῦ κινδύνου, πού ἰσχύει ὅπως ἀκριβῶς καί γιά τίς παραδοσιακές αἱρέσεις, προκύπτουν νέοι κίνδυνοι φυσικοί, δηλαδή σοβαρές ἀπειλές γιά τό ἄτομο (ἀνθρώπινα δικαιώματα κ.ἄ.), τήν οἰκογένεια, τήν κοινωνία, τόν πολιτισμό καί τήν ἴδια τή ζωή. Τά παραπάνω δέν εἶναι καθόλου ὑπερβολικά, δεδομένου ὅτι δύο τέτοιες αἱρέσεις ὁδήγησαν σέ ὁμαδική αὐτοκτονία ἤ δολοφονία 940 μέλη στό Τέξας τῶν Η.Π.Α. τό 1978 καί 980 μέλη στήν Οὐγκάντα τό 1999. Γιά τόν λόγο αὐτό ἔχουν κινητοποιηθεῖ στό ἐξωτερικό ἐθνικές κυβερνήσεις, κοινωνικοί φορεῖς καί διεθνεῖς ὀργανισμοί, ὅπως ἡ Εὐρωπαϊκή Ἕνωση, τῆς ὁποίας κορυφαῖα ὄργανα ἔχουν ἐκδώσει ἐπίσημα κείμενα - ὁδηγίες πρός τά μέλη γιά τήν ἀντιμετώπιση τοῦ προβλήματος.
Ὁ χῶρος δέν ἐπιτρέπει νά ἀναφερθοῦμε ἀναλυτικά στούς κινδύνους ἀπό τίς σύγχρονες αἱρέσεις. Ἐνδεικτικά ἀναφέρουμε ὅτι, σύμφωνα καί μέ ἐπίσημα κείμενα τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης, αὐτές εὐθύνονται γιά ὁμαδικές αὐτοκτονίες, θανάτους, ἀλλοιώσεις στήν ἀνθρώπινη προσωπικότητα, ἐπιβουλή τῆς ἐλευθερίας καί τῶν δικαιωμάτων τοῦ ἀνθρώπου, κακοποίηση καί θανάτωση ἀνηλίκων, διακίνηση ναρκωτικῶν, ἐμπόριο ὅπλων, κατασκοπεία, παράνομη μετανάστευση, παράνομη ἄσκηση ἰατρικῆς, τρομοκρατία, ἀνεξέλεγκτη κερδοσκοπία, οἰκονομική ἐκμετάλλευση, ἁρπαγή ὁλόκληρης τῆς περιουσίας τῶν μελῶν τους κ.ἄ.
Γενικά, οἱ σύγχρονες αἱρέσεις ἔρχονται νά καλύψουν (ἐκμεταλλευτοῦν) τά ὑπαρξιακά κενά, πού δημιούργησαν τά ἀδιέξοδα τοῦ σύγχρονου πολιτισμοῦ, ἡ αὐτονόμηση τοῦ ἀνθρώπου τῆς ἐποχῆς μας καί ἡ ἀποστασία του ἀπό τόν Θεό. Οἱ ἐκπρόσωποί τους ἐμφανίζονται ὡς «ἔμποροι ἐλπίδος», πού ὑπόσχονται τή «σίγουρη» αὐτή τή φορά λύση ὅλων τῶν προβλημάτων τοῦ ἀνθρώπου, ἀρκεῖ αὐτός νά τούς παραδώσει τόν ἑαυτό του ὁλόκληρο, τήν προσωπική του ἐλευθερία, τήν ἀξιοπρέπειά του, καί συνήθως μαζί μ' αὐτά καί ὅλα τά ἐπί τῆς γῆς ἀγαθά του.
Πῶς ἀντιμετωπίζονται οἱ αἱρέσεις
Ἀπό τά παραπάνω εἶναι φανερό, ὅτι στό ἐρώτημα τοῦ τίτλου μας, «γιατί εἶναι ἐπικίνδυνες οἱ αἱρέσεις;», δυό ἀπαντήσεις μποροῦν νά δοθοῦν: α) ἐπειδή ἀπειλοῦν τήν αἰώνια κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου, δηλαδή τή σωτηρία του, καί β) ἐπειδή ἀπειλοῦν τήν παροῦσα κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου, δηλαδή τή φυσική ἀκεραιότητά του, ἀλλά καί τίς κοινωνικές του σχέσεις (οἰκογένεια, κοινωνία, κράτος). Πῶς, ὅμως, μποροῦν νά ἀντιμετωπιστοῦν αὐτές οἱ ἀπειλές;
Εἶναι αὐτονόητο, ὅτι ἡ καλύτερη ἀντιμετώπιση εἶναι ἡ πρόληψη. Γιά τίς παραδοσιακές αἱρέσεις πρόληψη σημαίνει γνήσια πνευματική ζωή, μετοχή στά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας (Ἐξομολόγηση, Θ. Κοινωνία), μελέτη τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ (δέν μποροῦμε π.χ. νά μετέχουμε σέ συζητήσεις μέ αἱρετικούς πάνω στήν Ἁγία Γραφή, ὄντες παντελῶς ἄσχετοι τοῦ περιεχομένου της) καί, ἰδιαίτερα, ἐμπιστοσύνη στήν Ἐκκλησία. Ἡ πίστη στήν Ἐκκλησία εἶναι ἀπαραίτητος ὅρος τῆς σωτηρίας μας, ἀφοῦ στό Σύμβολο τῆς Πίστεως ὁμολογοῦμε ὅτι πιστεύουμε καί «εἰς μίαν, ἁγίαν, καθολικήν καί ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν». Αὐτή εἶναι «στῦλος καί ἑδραίωμα τῆς ἀληθείας», κατά τόν ἀπ. Παῦλο (Α΄ Τιμ. 3,15) καί αὐτή διατυπώνει τά δόγματα, μέσω τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί μέσω τῶν Θεοφόρων Πατέρων της, καί τά διατυπώνει ἀκριβῶς γιά νά τά ἀκολουθοῦν τά μέλη της καί νά σώζονται. Ὄντως, ὅποιος ἔχει αὐτές τίς προϋποθέσεις δέν κινδυνεύει ἀπό τέτοιου εἴδους αἱρέσεις.
Ὡστόσο, οἱ προϋποθέσεις αὐτές δέν ἀρκοῦν γιά τίς λεγόμενες «νέες αἱρέσεις» ἤ παραθρησκευτικές ὁμάδες. Ἐδῶ «ὁ ὄφις ὁ μέγας ὁ ἀρχαῖος, ὁ καλούμενος Διάβολος καί ὁ Σατανᾶς, ὁ πλανῶν τήν οἰκουμένην ὅλην» (Ἀποκ. 12,9), ἐπιχειρεῖ νά πλανήσει «εἰ δυνατόν, καί τούς ἐκλεκτούς» (Ματθ. 24,24), δηλαδή κινδυνεύουν ἀκόμη καί οἱ συνειδητοί Χριστιανοί. Αὐτό συμβαίνει, ἐπειδή οἱ νέες αἱρέσεις παραπλανοῦν μέ τά προσωπεῖα τους (ἀκόμη καί μέ τά Ὀρθόδοξα προσωπεῖα), ἀλλά καί ἐπειδή ἀκολουθοῦν συγκεκριμένα καί μεθοδευμένα βήματα προσηλυτισμοῦ. Ἐνδέχεται, λοιπόν, νά καταλήξει κάποιος νά γίνει μέλος μιᾶς τέτοιας ὀργάνωσης, χωρίς κἄν νά τό συνειδητοποιήσει. Γιά νά ἀποφευχθεῖ αὐτό, ἀπαιτεῖται μιά στοιχειώδης γνώση καί πληροφόρηση γύρω ἀπό τίς ὁμάδες αὐτές.
Σέ ἔντυπο πού κυκλοφόρησε ἡ «Πανελλήνια Ἕνωση Γονέων γιά τήν προστασία τοῦ Ἑλληνορθόδοξου Πολιτισμοῦ, τῆς Οἰκογένειας καί τοῦ Ἀτόμου» (Π.Ε.Γ.) ἀπαριθμοῦνται τά γνωρίσματα μιᾶς σύγχρονης ἐπικίνδυνης ὁμάδας, πού πρέπει νά γνωρίζουμε γιά νά ἀποφύγουμε τόν κίνδυνο τοῦ προσηλυτισμοῦ. Αὐτά εἶναι:
1) Στήν Ὁμάδα θά βρεῖς ἀκριβῶς ἐκεῖνο, πού μάταια ἀναζητᾶς μέχρι τώρα. «Αὐτή» ξέρει τί εἶναι αὐτό πού σοῦ λείπει.
2) Ἤδη ἡ πρώτη ἐπαφή σοῦ ἀνοίγει μιά ἐντελῶς καινούργια θεώρηση τῶν πραγμάτων.
3) Ἡ κοσμοθεωρία τῆς Ὁμάδας εἶναι ὑπεραπλουστευμένη («καλό» - «κακό») καί ἐξηγεῖ κάθε πρόβλημα.
4) Εἶναι δύσκολο νά ἀντιληφθεῖς τήν πραγματική εἰκόνα τῆς Ὁμάδας. Ἄλλωστε δέν εἶναι ἀνάγκη νά σκέφτεσαι ἤ νά ἐξετάζεις. Οἱ νέοι φίλοι σοῦ λένε: «Αὐτό δέ μπορεῖ νά ἐξηγηθεῖ, πρέπει νά τό βιώσεις, ἔλα στό Κέντρο μας».
5) Ἡ Ὁμάδα ἔχει τόν ἀρχηγό της. Εἶναι ὁ «προφήτης» (μέντιουμ), ὁ γκουρού ἤ ὁ «διδάσκαλος», πού αὐτός μονάχα κατέχει ὅλη τήν «ἀλήθεια».
6) Ἡ διδασκαλία της Ὁμάδας ἰσχύει σάν ἡ μόνη αὐθεντική, αἰώνια ἀληθινή γνώση. Ἡ κατοχυρωμένη ἐπιστήμη, ἡ ὀρθολογιστική σκέψη, ἡ λογική κατανόηση ἀπορρίπτονται σάν διαστρεβλωμένες, ἀρνητικές, σατανικές ἤ σκοταδιστικές.
7) Ἡ κριτική ἀπό παράγοντες ξένους πρός τήν Ὀργάνωση χρησιμοποιεῖται σάν ἀπόδειξη, ὅτι ἡ Ὁμάδα ἔχει δίκιο.
8) Ἡ συντέλεια τοῦ κόσμου εἶναι κοντά. Ἡ ἀνθρωπότητα ὁδηγεῖται στήν καταστροφή καί μόνο ἡ Ὁμάδα ξέρει πῶς θά σωθεῖ αὐτός ὁ κόσμος.
9) Ἡ Ὁμάδα σου εἶναι ἡ «ἐλίτ». Ὁ ὑπόλοιπος κόσμος εἶναι ἄρρωστος καί χαμένος, στό βαθμό πού δέ συνεργάζεται καί δέν ἐπιτρέπει τή σωτηρία του.
10) «Ἔχεις εὐθύνη στόν Ἑαυτό σου καί στήν Ἀνθρωπότητα. Πρέπει νά γίνεις μέλος ἀμέσως».
11) Ἡ Ὁμάδα ἀπομονώνεται ἀπό τόν κόσμο μέ τήν ἐνδυμασία, τούς κανόνες διατροφῆς, τή δική της γλῶσσα καί τίς δικές της «ἀνθρώπινες σχέσεις».
12) Ἡ Ὁμάδα θέλει νά διακόψεις ὅλες τίς «παλιές» σου σχέσεις, ἐπειδή αὐτές ἐμποδίζουν τήν ἐξέλιξή σου.
13) Ἡ σεξουαλική σου συμπεριφορά ἐλέγχεται ἀπόλυτα. Σοῦ ἐπιβάλλουν τήν ἐπιλογή τοῦ ἐρωτικοῦ συντρόφου, τό ὁμαδικό σέξ ἤ τήν ἀπόλυτη ἀποχή.
14) Ἡ Ὁμάδα καλύπτει ὅλο τό χρόνο σου μέ «ὑποχρεώσεις»: Τή διάθεση ἐντύπων ἤ βιβλίων, τήν ἐπαφή μέ νέα μέλη, τήν παρακολούθηση σεμιναρίων, τό διαλογισμό...
15) Εἶναι δύσκολο νά εἶσαι μόνος σου. Πάντοτε πρέπει νά εἶναι κάποιος τῆς Ὁμάδας μαζί σου.
16) Ἡ Ὁμάδα ἀπαιτεῖ νά ἀκολουθεῖς ἐπακριβῶς τούς κανόνες καί τό «μοναδικό τρόπο σωτηρίας» πού αὐτή σου προσφέρει.
17) Ἄν ἀμφιβάλλεις, ἄν δέ βρῆκες τήν ἐπιτυχία πού σοῦ ὑποσχέθηκαν, «φταῖς μόνον ἐσύ», γιατί δέν πιστεύεις ἀρκετά καί δέν δραστηριοποιεῖσαι, μέ τόν τρόπο πού ἡ Ὁμάδα σοῦ λέει.
Στίς περιπτώσεις, πού κάποιος εἶναι ἤδη μέλος, χρειάζεται πλέον εἰδικός χειρισμός ἀπό τά ἐπί τῶν Αἱρέσεων Γραφεῖα τῶν Ἱ. Μητροπόλεων, ἀπό τήν εἰδική Ἐπιτροπή τῆς Ἱ. Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καί ἀπό εἰδικές ὀργανώσεις, ὅπως ἡ «Πανελλήνια Ἕνωση Γονέων». Ἀπαραίτητη εἶναι, φυσικά, ἠ δραστική παρέμβαση τῆς Πολιτείας, τόσο στήν πρόληψη, ὅσο καί στήν ἀντιμετώπιση τοῦ φαινομένου. Ὡστόσο, ἡ γνήσια πνευματική ζωή, ἡ αὐθεντική σχέση μέ τόν τόν Θεό προσφέρει ἱκανοποιητικό βαθμό ἀσφαλείας, ἀφοῦ ἐξουδετερώνει τά «ὑπαρξιακά κενά», πού ἐρχονται νά καλύψουν οἱ νέες αἱρέσεις.
(Κείμενο ἀπό τό ἔντυπο «Ὀρθοδοξία καί αἵρεσις» τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μαντινείας καί Κυνουρίας, τεῦχ. 100, Ἰουλ. - Σεπτ. 2017).
Πηγή: aktines.blogspot.gr