Τρίτη 21 Νοεμβρίου 2017

Γιατί εἶναι ἐπικίνδυνες οἱ αἱρέσεις;

  http://www.pronews.gr/sites/default/files/styles/full/public/article/2017/11/10/maxresdefault_1_266.jpg?itok=32xbcGzE
 
Ἀλήθεια, δόγμα καί αἵρεση στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση
 
Μέ τό παρόν τεῦχος συμπληρώνονται 100 τεύχη ἐκδόσεως τοῦ ἐντύπου μας μέ τίτλο «Ὀρθοδοξία καί αἵρεσις», τό ὁποῖο ἄρχισε νά ἐκδίδεται τόν Μάρτιο τοῦ 1999.

Ἐπί 18 συναπτά ἔτη ἡ τοπική Ἐκκλησία μας, μέσω αὐτοῦ τοῦ ἐντύπου, ἐνημερώνει τό Ὀρθόδοξο πλήρωμά της γιά ἕνα μεῖζον πνευματικό καί κοινωνικό πρόβλημα, αὐτό τῶν αἱρέσεων καί τῆς παραθρησκείας, καί παράλληλα ἐπιχειρεῖ νά τοῦ μεταδώσει ἀνόθευτη τή σώζουσα ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ. Μέ τήν εὐκαιρία αὐτή θεωρήσαμε σκόπιμο νά ἀφιερώσουμε τό τεῦχος αὐτό σέ ἕνα γενικότερο θέμα, ἀπαντώντας σέ ἐρωτήματα ὅπως, τί εἶναι αἵρεση, τί εἶναι παραθρησκεία, τί εἶναι καί πῶς λειτουργεῖ τό Ὀρθόδοξο δόγμα, ποιοί κίνδυνοι ὑπάρχουν στίς αἱρέσεις καί πῶς μποροῦμε νά τούς ἀντιμετωπίσουμε.
 
Οἱ αἱρέσεις, βέβαια, δέν εἶναι σύγχρονο φαινόμενο, εἶναι πολύ ἀρχαῖο. Συναντᾶται ἤδη στήν Καινή Διαθήκη, ὅπου μεταξύ ἄλλων γίνεται λόγος γιά «αἱρέσεις ἀπωλείας» (Β΄ Πέτρ. 2,1). Αὐτό σημαίνει ὅτι ἐξ ἀρχῆς ἡ αἵρεση ἔχει ἔντονα ἀρνητικό περιεχόμενο καί συνδέεται μέ τήν «ἀπώλεια», τήν (πνευματική) καταστροφή. Τί εἶναι, ὅμως, ἡ αἵρεση;
 
Ὁ ὅρος σημαίνει ἐπιλογή (ἀπό τό «αἱροῦμαι» = ἐκλέγω, προτιμῶ). Ὡστόσο, στόν Χριστιανισμό δέν σημαίνει μόνο ἐπιλογή (ἑνός μέρους ἀντί τοῦ ὅλου), ἀλλά σημαίνει ἐπίσης διαστροφή τοῦ ἐπιλεγμένου καί ἀπολυτοποίησή του. Ἐπιπλέον, ἡ ἐπιλογή αὐτή δέν ἀφορᾶ στήν ἀλήθεια γιά τόν κόσμο, ὅπου «τό διαμαρτάνειν ἀκίνδυνον» κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγο (Λόγος ΚΖ΄, 10), ἀλλά στήν Ἀλήθεια γιά τόν Θεό, στήν Ἀλήθεια πού σώζει, πού ὁδηγεῖ στή σωτηρία. Κι ἄν ἡ Ἀλήθεια αὐτή (ἤ ἕνα μέρος της) διαστραφεῖ, τότε παύει πλέον νά σώζει καί ὁδηγεῖ στήν ἀπώλεια. Μέ ἄλλα λόγια, αἵρεση εἶναι ἡ διαστροφή τῆς διδασκαλίας τοῦ Κυρίου, τῆς Ἀλήθειας πού ὁ ἴδιος ὁ Θεός μᾶς ἀποκάλυψε διά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί πού ἡ Ἐκκλησία στή συνέχεια διατύπωσε σέ δόγματα. Κατά συνέπειαν, αἵρεση εἶναι κάθε διατύπωση περί Θεοῦ, πού ἀλλοιώνει τό Ὀρθόδοξο δόγμα.
 
Εἶναι, ὅμως, κάτι τόσο σημαντικό ἡ ἀλλοίωση τοῦ δόγματος; Ἡ σωτηρία μας ἐξαρτᾶται ἀπό τό τί πιστεύουμε ἤ ἀπό τό πῶς ζοῦμε; Ἐξαρτᾶται ἀπό τή θεωρία ἤ ἀπό τήν πράξη; Ἡ ἰδεολογία σώζει ἤ ἡ ζωή; Γιά νά ἀπαντήσουμε στά ἐρωτήματα, πρέπει νά ἔχουμε κατανοήσει ὀρθά τήν ἔννοια καί τή λειτουργία τοῦ ὀρθοδόξου δόγματος. Ὁ ὅρος «δόγμα» ἔχει ἀρνητικό περιεχόμενο στήν ἐποχή μας καί εἶναι ἀντιπαθής, γιατί παραπέμπει εὐθέως στόν δογματισμό. Ὄντως, δόγμα θεωρεῖται συνήθως μιά ἀπολυτοποιημένη διατύπωση (θεωρητική, ἠθική, νομική κ.λπ.), πού δέν ἐπιδέχεται ἀμφισβήτηση καί ἀποκλείει τήν κριτική καί τόν διάλογο. Στήν ἀπολυτοποίηση τοῦ δόγματος κρύπτεται συνήθως ἡ ἀδυναμία του νά ἀντέξει στήν κριτική. Στήν ἐποχή μας, πού τά πάντα εἶναι ἀντικείμενο κριτικῆς, ἡ ἐμμονή στό δόγμα καί ἡ ἄρνηση τοῦ διαλόγου ἐκλαμβάνονται δικαιολογημένα ὡς νοσηρός δογματισμός.
 
Ὡστόσο, αὐτό ἰσχύει μόνο γιά ἀλήθειες, πού ἀφοροῦν στόν κόσμο. Στή Θεολογία τῆς Ἐκκλησίας τό δόγμα λειτουργεῖ ἐντελῶς διαφορετικά. Ἐδῶ τό δόγμα εἶναι μιά διατύπωση, ἀναφερόμενη σέ Ἀλήθεια ἤ Πραγματικότητα, πού ἀπό τή φύση της δέν περιγράφεται. Ἄρα τό (ἐκκλησιαστικό) δόγμα οὔτε περιγράφει, οὔτε πολύ περισσότερο ταυτίζεται μέ τήν Ἀλήθεια. Πολλοί, ἀπό ὑπερβάλλοντα ζῆλο γιά τήν ὑπεράσπιση τῶν δογμάτων, πιστεύουν ὅτι τό δόγμα ταυτίζεται μέ τήν Ἀλήθεια. Ὅμως, αὐτό εἶναι πλάνη, εἶναι μιά μορφή εἰδωλολατρίας. Μεταξύ δόγματος καί σημαινόμενης Ἀλήθειας ὑπάρχει τεράστια διαφορά, γιατί στή προκειμένη περίπτωση ἡ Ἀλήθεια εἶναι ἄκτιστη, ἐνῶ τό δόγμα εἶναι μιά κτιστή (μέσω κτιστῶν «νοημάτων» καί «ρημάτων») διατύπωσή της. Οὔτε ἀντιστοιχία ὑπάρχει μεταξύ δόγματος καί Ἀλήθειας, ὅπως ὑπάρχει μεταξύ τῶν κτιστῶν πραγμάτων καί τῶν (ἐπίσης κτιστῶν) περιγραφῶν τους, τό δέ γεγονός ὅτι ἡ Ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ παραμένει ἀκόμη καί μετά τή διατύπωσή της κατάσταση «ὑπέρ ἔννοιαν», «ὑπέρ νοῦν» καί «ὑπέρ λόγον» σημαίνει ὅτι τά δόγματα οὔτε κατανοοῦνται, οὔτε μποροῦν νά γίνουν ἀντικείμενο κριτικῆς. Μᾶλλον ὡς ἀκατανόητες διατυπώσεις ἤ ἀκόμη καί ὡς παραλογισμοί φαίνονται στήν ἀνθρώπινη λογική.
 
Κατά τήν Ὀρθόδοξη Παράδοση, λοιπόν, τό δόγμα οὔτε περιγράφει, οὔτε ταυτίζεται μέ τήν Ἀλήθεια, ἀλλά ἁπλῶς τήν ἐπισημαίνει καί ὁδηγεῖ σ’ αὐτήν. Τό δόγμα εἶναι πολύτιμο καί ἀναγκαῖο, ὡς δείκτης καί ὁδηγός, ἀλλά δέν ἔχει τόν ἀπόλυτο καί αἰώνιο χαρακτῆρα τῆς ἴδιας τῆς Ἀλήθειας. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, πού διατύπωσαν τά δόγματα, γνώριζαν καλά ὅτι τελικός προορισμός τῶν δογμάτων εἶναι ἡ κατάργησή τους. Ὅταν κάποιος φτάσει στήν Ἀλήθεια (στή θέωση, στή θεοπτία, στήν ἐμπειρία τῆς Πεντηκοστῆς), δέν τοῦ χρειάζονται πλέον τά δόγματα. Γιά παράδειγμα, τά δόγματα λειτουργοῦν ὅπως ἀκριβῶς οἱ πινακίδες - ὁδοδείκτες, πού δείχνουν ποῦ εἶναι μιά πόλη. Ἡ πινακίδα δέν ταυτίζεται μέ τήν πόλη (ἀλλοῦ εἶναι ἡ πινακίδα καί ἀλλοῦ ἡ πόλη). Εἶναι πολύτιμη καί ἀναγκαία, ὅσο βρισκόμαστε μακρυά καί ἔξω ἀπό τήν πόλη. Ἄν φτάσουμε ἐκεῖ, τότε α) ἡ πινακίδα δέν ἔχει γιά μᾶς νόημα καί λόγο ὕπαρξης, ἔχει ὅμως γιά ὅσους εἶναι ἀκόμη μακρυά ἀπό τήν πόλη, καί β) ἐπιβεβαιώνουμε μέ τήν προσωπική μας ἐμπειρία ὅτι ἡ πινακίδα (τό δόγμα) ἦταν ὀρθή, ἔδειχνε τή σωστή κατεύθυνση. Τώρα, ἄν κάποιος ἀλλοιώσει τήν πινακίδα, ἄν τήν στρέψει ἀλλοῦ, ἄν ἡ πινακίδα γράφει Ἀθήνα καί τή στρέψει πρός τήν Πάτρα, τότε ὅποιος τήν ἀκολουθήσει θά πλανηθεῖ, θά πάει σέ ἄλλη πόλη, νομίζοντας ὅτι ἔφθασε στόν προορισμό του.
 
Τό ἴδιο ἀκριβῶς συμβαίνει μέ τίς αἱρέσεις. Διαστρέφουν τό δόγμα, πού ὑποδεικνύει τόν προορισμό μας, τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, καί κατευθύνουν τούς ὁπαδούς τους «εἰς χώραν μακράν», σέ ἄλλη πόλη, τῆς ὁποίας «ἄρχων» καί κυβερνήτης εἶναι ὁ Διάβολος, κατά τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι φανερό, ὅτι τό δόγμα καί ἡ αἵρεση δέν εἶναι ἁπλές θεωρητικές διατυπώσεις, οὔτε ἀνθρώπινες ἰδεολογίες χωρίς συνέπειες, ἀλλά δυό διαφορετικοί τρόποι ζωῆς: ἕνας πού ὁδηγεῖ στή σωτηρία, καί ἄλλος, πού δέν ὁδηγεῖ στή σωτηρία, ἀλλά στήν αἰχμαλωσία τοῦ Διαβόλου. «Δογματική» καί «ἠθική» στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση δέν εἶναι δυό ξεχωριστές ἀλλά δυό συμπλεκόμενες καταστάσεις, δυό ὄψεις τοῦ ἴδιου νομίσματος. Κατά συνέπειαν, ὁ σοβαρότερος κίνδυνος ἀπό τίς, κάθε μορφῆς, αἱρέσεις εἶναι ὁ πνευματικός κίνδυνος, ὁ ἀποκλεισμός ἀπό τή σωτηρία, ὁ κίνδυνος τῆς αἰώνιας ἀπώλειας. Οἱ αἱρέσεις, κατά τόν ἀπόστολο Παῦλο, διαστρέφοντας τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ, εἰσάγουν «ἕτερον εὐαγγέλλιον» (Γαλ. 1,6), γι’ αὐτό, ὅποιος «εὐαγγελίζεται» κάτι διαφορετικό, ἀκόμη καί ἄν εἶναι Ἄγγελος ἀπό τόν οὐρανό, θεωρεῖται ἀναθεματισμένος (Γαλ. 1,8). Στό πλαίσιο αὐτό κατανοῦμε τόν ἀγῶνα τῶν μεγάλων Πατέρων ἐναντίον τῶν αἱρέσεων τῆς ἐποχῆς τους, ἀλλά καί τήν ἀγωνία τῆς Ἐκκλησίας νά διατυπώσει μέσῳ τῶν Οἰκουμενικῶν της Συνόδων τήν Ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου μέ, κατά τό δυνατόν, ἀκριβέστερους ὅρους, γιά τή διασφάλιση τῆς σωτηρίας τῶν μελῶν της.
 
Αἵρεση καί παραθρησκεία στή σύγχρονη ἐποχή
 
Ὡστόσο, τά παραπάνω ἰσχύουν περισσότερο γιά τό παρελθόν. Στήν ἐποχή μας τό φαινόμενο διαφέρει καί ὡς πρός τήν ἔκταση, ὡς πρός τή μορφή του. Οἱ σύγχρονες αἱρέσεις εἶναι πολυάριθμες καί δραστηριοποιοῦνται σέ παγκόσμιο ἐπίπεδο. Πολλές ἀπό αὐτές δέν ἐμφανίζονται ὡς θρησκευτικές ὁμάδες καί δέν πολεμοῦν εὐθέως τήν Ἐκκλησία. Στή χώρα μας ἐμφανίζονται ἀκόμη καί μέ Ὀρθόδοξα προσωπεῖα ἤ χρησιμοποιοῦν χριστιανική ὁρολογία καί χριστιανικά κείμενα, διαστρεβλώνοντας τήν ἔννοια καί τό περιεχόμενό τους. Γενικά, οἱ σύγχρονες αἱρέσεις δέν ἀποκαλύπτουν συνήθως τό πραγματικό τους πρόσωπο, ἀλλά ἐμφανίζονται μέ κάθε εἴδους προσωπεῖα, φιλοσοφικά, ψυχολογικά, πολιτιστικά, παιδαγωγικά, ἐπιστημονικά, καλλιτεχνικά, ἀθλητικά κ.ἄ. Ὅπως, λοιπόν, ἐξελίσσονται τά πάντα, ἔτσι ἐξελίσσεται καί ἡ ἔννοια τῆς αἵρεσης, μέ ἀποτέλεσμα νά εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νά τήν διευρύνουμε καί νά συμπεριλάβουμε σ’ αὐτήν ὁμάδες μέ διδασκαλία ἀσυμβίβαστη μέ τήν Ὀρθόδοξη πίστη, οἱ ὁποῖες ὅμως δέν ἀνήκουν στόν χριστιανικό χῶρο.
 
Ἔτσι, ἐμφανίζονται σήμερα, α) οἱ κατά κυριολεξίαν αἱρέσεις, οἱ ὁμάδες μέ χριστιανικά ἤ ψευδοχριστιανικά χαρακτηριστικά, καί β) συγκροτημένες ὁμάδες, ἤ ἁπλῶς διδασκαλίες, πού δέν ἐντάσσονται στόν χριστιανικό χῶρο, ἀκόμη καί ὅταν χρησιμοποιοῦν χριστιανική ὁρολογία, καί δέν ἀποδέχονται τήν πίστη στόν Χριστό, ἀκόμη καί ὅταν ὁμιλοῦν περί «χριστοῦ». Οἱ ὁμάδες αὐτές τῆς δεύτερης κατηγορίας ὀνομάζονται «παραθρησκεῖες» ἤ «παραθρησκευτικές ὁμάδες», δεδομένου ὅτι διαφοροποιοῦνται ἀκόμη καί ἀπό τίς («γνωστές» κατά τό Ἑλληνικό Σύνταγμα) μονοθεϊστικές θρησκεῖες. Διεθνῶς ἀποκαλοῦνται «σέκτες» ἤ «λατρεῖες» («cults») καί μεταξύ τους ὑπάρχουν τεράστιες διαφορές, ἀλλά καί κοινά χαρακτηριστικά, ὅπως ἡ ὁλοκληρωτική δομή. Ἡ Ἔκθεση της Γαλλικῆς «Διϋπουργικῆς Ἀποστολῆς γιά τήν καταπολέμηση τῶν αἱρέσεων», ἐπιχειρώντας νά δώσει ἕναν ὁρισμό τοῦ ὅρου «σέκτα», γράφει: «Ἡ αἵρεση (σέκτα) εἶναι ἕνας σύνδεσμος μέ ὁλοκληρωτική δομή, δηλώνοντας ἤ ὄχι θρησκευτικούς σκοπούς, τοῦ ὁποίου ἡ συμπεριφορά πλήττει τά Ἀνθρώπινα Δικαιώματα καί τήν κοινωνική ἰσορροπία».
 
Εἶναι φανερό, ὅτι πρόκειται γιά φαινόμενο πολύ πιό ἐπικίνδυνο ἀπό τίς αἱρέσεις τοῦ παρελθόντος. Ἐδῶ, στίς λεγόμενες «νέες αἱρέσεις» («σέκτες»), ἐκτός τοῦ πνευματικοῦ κινδύνου, πού ἰσχύει ὅπως ἀκριβῶς καί γιά τίς παραδοσιακές αἱρέσεις, προκύπτουν νέοι κίνδυνοι φυσικοί, δηλαδή σοβαρές ἀπειλές γιά τό ἄτομο (ἀνθρώπινα δικαιώματα κ.ἄ.), τήν οἰκογένεια, τήν κοινωνία, τόν πολιτισμό καί τήν ἴδια τή ζωή. Τά παραπάνω δέν εἶναι καθόλου ὑπερβολικά, δεδομένου ὅτι δύο τέτοιες αἱρέσεις ὁδήγησαν σέ ὁμαδική αὐτοκτονία ἤ δολοφονία 940 μέλη στό Τέξας τῶν Η.Π.Α. τό 1978 καί 980 μέλη στήν Οὐγκάντα τό 1999. Γιά τόν λόγο αὐτό ἔχουν κινητοποιηθεῖ στό ἐξωτερικό ἐθνικές κυβερνήσεις, κοινωνικοί φορεῖς καί διεθνεῖς ὀργανισμοί, ὅπως ἡ Εὐρωπαϊκή Ἕνωση, τῆς ὁποίας κορυφαῖα ὄργανα ἔχουν ἐκδώσει ἐπίσημα κείμενα - ὁδηγίες πρός τά μέλη γιά τήν ἀντιμετώπιση τοῦ προβλήματος.
 
Ὁ χῶρος δέν ἐπιτρέπει νά ἀναφερθοῦμε ἀναλυτικά στούς κινδύνους ἀπό τίς σύγχρονες αἱρέσεις. Ἐνδεικτικά ἀναφέρουμε ὅτι, σύμφωνα καί μέ ἐπίσημα κείμενα τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης, αὐτές εὐθύνονται γιά ὁμαδικές αὐτοκτονίες, θανάτους, ἀλλοιώσεις στήν ἀνθρώπινη προσωπικότητα, ἐπιβουλή τῆς ἐλευθερίας καί τῶν δικαιωμάτων τοῦ ἀνθρώπου, κακοποίηση καί θανάτωση ἀνηλίκων, διακίνηση ναρκωτικῶν, ἐμπόριο ὅπλων, κατασκοπεία, παράνομη μετανάστευση, παράνομη ἄσκηση ἰατρικῆς, τρομοκρατία, ἀνεξέλεγκτη κερδοσκοπία, οἰκονομική ἐκμετάλλευση, ἁρπαγή ὁλόκληρης τῆς περιουσίας τῶν μελῶν τους κ.ἄ.
 
Γενικά, οἱ σύγχρονες αἱρέσεις ἔρχονται νά καλύψουν (ἐκμεταλλευτοῦν) τά ὑπαρξιακά κενά, πού δημιούργησαν τά ἀδιέξοδα τοῦ σύγχρονου πολιτισμοῦ, ἡ αὐτονόμηση τοῦ ἀνθρώπου τῆς ἐποχῆς μας καί ἡ ἀποστασία του ἀπό τόν Θεό. Οἱ ἐκπρόσωποί τους ἐμφανίζονται ὡς «ἔμποροι ἐλπίδος», πού ὑπόσχονται τή «σίγουρη» αὐτή τή φορά λύση ὅλων τῶν προβλημάτων τοῦ ἀνθρώπου, ἀρκεῖ αὐτός νά τούς παραδώσει τόν ἑαυτό του ὁλόκληρο, τήν προσωπική του ἐλευθερία, τήν ἀξιοπρέπειά του, καί συνήθως μαζί μ' αὐτά καί ὅλα τά ἐπί τῆς γῆς ἀγαθά του.
 
Πῶς ἀντιμετωπίζονται οἱ αἱρέσεις
 
Ἀπό τά παραπάνω εἶναι φανερό, ὅτι στό ἐρώτημα τοῦ τίτλου μας, «γιατί εἶναι ἐπικίνδυνες οἱ αἱρέσεις;», δυό ἀπαντήσεις μποροῦν νά δοθοῦν: α) ἐπειδή ἀπειλοῦν τήν αἰώνια κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου, δηλαδή τή σωτηρία του, καί β) ἐπειδή ἀπειλοῦν τήν παροῦσα κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου, δηλαδή τή φυσική ἀκεραιότητά του, ἀλλά καί τίς κοινωνικές του σχέσεις (οἰκογένεια, κοινωνία, κράτος). Πῶς, ὅμως, μποροῦν νά ἀντιμετωπιστοῦν αὐτές οἱ ἀπειλές;
 
Εἶναι αὐτονόητο, ὅτι ἡ καλύτερη ἀντιμετώπιση εἶναι ἡ πρόληψη. Γιά τίς παραδοσιακές αἱρέσεις πρόληψη σημαίνει γνήσια πνευματική ζωή, μετοχή στά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας (Ἐξομολόγηση, Θ. Κοινωνία), μελέτη τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ (δέν μποροῦμε π.χ. νά μετέχουμε σέ συζητήσεις μέ αἱρετικούς πάνω στήν Ἁγία Γραφή, ὄντες παντελῶς ἄσχετοι τοῦ περιεχομένου της) καί, ἰδιαίτερα, ἐμπιστοσύνη στήν Ἐκκλησία. Ἡ πίστη στήν Ἐκκλησία εἶναι ἀπαραίτητος ὅρος τῆς σωτηρίας μας, ἀφοῦ στό Σύμβολο τῆς Πίστεως ὁμολογοῦμε ὅτι πιστεύουμε καί «εἰς μίαν, ἁγίαν, καθολικήν καί ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν». Αὐτή εἶναι «στῦλος καί ἑδραίωμα τῆς ἀληθείας», κατά τόν ἀπ. Παῦλο (Α΄ Τιμ. 3,15) καί αὐτή διατυπώνει τά δόγματα, μέσω τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί μέσω τῶν Θεοφόρων Πατέρων της, καί τά διατυπώνει ἀκριβῶς γιά νά τά ἀκολουθοῦν τά μέλη της καί νά σώζονται. Ὄντως, ὅποιος ἔχει αὐτές τίς προϋποθέσεις δέν κινδυνεύει ἀπό τέτοιου εἴδους αἱρέσεις.
 
Ὡστόσο, οἱ προϋποθέσεις αὐτές δέν ἀρκοῦν γιά τίς λεγόμενες «νέες αἱρέσεις» ἤ παραθρησκευτικές ὁμάδες. Ἐδῶ «ὁ ὄφις ὁ μέγας ὁ ἀρχαῖος, ὁ καλούμενος Διάβολος καί ὁ Σατανᾶς, ὁ πλανῶν τήν οἰκουμένην ὅλην» (Ἀποκ. 12,9), ἐπιχειρεῖ νά πλανήσει «εἰ δυνατόν, καί τούς ἐκλεκτούς» (Ματθ. 24,24), δηλαδή κινδυνεύουν ἀκόμη καί οἱ συνειδητοί Χριστιανοί. Αὐτό συμβαίνει, ἐπειδή οἱ νέες αἱρέσεις παραπλανοῦν μέ τά προσωπεῖα τους (ἀκόμη καί μέ τά Ὀρθόδοξα προσωπεῖα), ἀλλά καί ἐπειδή ἀκολουθοῦν συγκεκριμένα καί μεθοδευμένα βήματα προσηλυτισμοῦ. Ἐνδέχεται, λοιπόν, νά καταλήξει κάποιος νά γίνει μέλος μιᾶς τέτοιας ὀργάνωσης, χωρίς κἄν νά τό συνειδητοποιήσει. Γιά νά ἀποφευχθεῖ αὐτό, ἀπαιτεῖται μιά στοιχειώδης γνώση καί πληροφόρηση γύρω ἀπό τίς ὁμάδες αὐτές.
 
Σέ ἔντυπο πού κυκλοφόρησε ἡ «Πανελλήνια Ἕνωση Γονέων γιά τήν προστασία τοῦ Ἑλληνορθόδοξου Πολιτισμοῦ, τῆς Οἰκογένειας καί τοῦ Ἀτόμου» (Π.Ε.Γ.) ἀπαριθμοῦνται τά γνωρίσματα μιᾶς σύγχρονης ἐπικίνδυνης ὁμάδας, πού πρέπει νά γνωρίζουμε γιά νά ἀποφύγουμε τόν κίνδυνο τοῦ προσηλυτισμοῦ. Αὐτά εἶναι:
 
1) Στήν Ὁμάδα θά βρεῖς ἀκριβῶς ἐκεῖνο, πού μάταια ἀναζητᾶς μέχρι τώρα. «Αὐτή» ξέρει τί εἶναι αὐτό πού σοῦ λείπει.
 
2) Ἤδη ἡ πρώτη ἐπαφή σοῦ ἀνοίγει μιά ἐντελῶς καινούργια θεώρηση τῶν πραγμάτων.
 
3) Ἡ κοσμοθεωρία τῆς Ὁμάδας εἶναι ὑπεραπλουστευμένη («καλό» - «κακό») καί ἐξηγεῖ κάθε πρόβλημα.
 
4) Εἶναι δύσκολο νά ἀντιληφθεῖς τήν πραγματική εἰκόνα τῆς Ὁμάδας. Ἄλλωστε δέν εἶναι ἀνάγκη νά σκέφτεσαι ἤ νά ἐξετάζεις. Οἱ νέοι φίλοι σοῦ λένε: «Αὐτό δέ μπορεῖ νά ἐξηγηθεῖ, πρέπει νά τό βιώσεις, ἔλα στό Κέντρο μας».
 
5) Ἡ Ὁμάδα ἔχει τόν ἀρχηγό της. Εἶναι ὁ «προφήτης» (μέντιουμ), ὁ γκουρού ἤ ὁ «διδάσκαλος», πού αὐτός μονάχα κατέχει ὅλη τήν «ἀλήθεια».
 
6) Ἡ διδασκαλία της Ὁμάδας ἰσχύει σάν ἡ μόνη αὐθεντική, αἰώνια ἀληθινή γνώση. Ἡ κατοχυρωμένη ἐπιστήμη, ἡ ὀρθολογιστική σκέψη, ἡ λογική κατανόηση ἀπορρίπτονται σάν διαστρεβλωμένες, ἀρνητικές, σατανικές ἤ σκοταδιστικές.
 
7) Ἡ κριτική ἀπό παράγοντες ξένους πρός τήν Ὀργάνωση χρησιμοποιεῖται σάν ἀπόδειξη, ὅτι ἡ Ὁμάδα ἔχει δίκιο.
 
8) Ἡ συντέλεια τοῦ κόσμου εἶναι κοντά. Ἡ ἀνθρωπότητα ὁδηγεῖται στήν καταστροφή καί μόνο ἡ Ὁμάδα ξέρει πῶς θά σωθεῖ αὐτός ὁ κόσμος.
 
9) Ἡ Ὁμάδα σου εἶναι ἡ «ἐλίτ». Ὁ ὑπόλοιπος κόσμος εἶναι ἄρρωστος καί χαμένος, στό βαθμό πού δέ συνεργάζεται καί δέν ἐπιτρέπει τή σωτηρία του.
 
10) «Ἔχεις εὐθύνη στόν Ἑαυτό σου καί στήν Ἀνθρωπότητα. Πρέπει νά γίνεις μέλος ἀμέσως».
 
11) Ἡ Ὁμάδα ἀπομονώνεται ἀπό τόν κόσμο μέ τήν ἐνδυμασία, τούς κανόνες διατροφῆς, τή δική της γλῶσσα καί τίς δικές της «ἀνθρώπινες σχέσεις».
 
12) Ἡ Ὁμάδα θέλει νά διακόψεις ὅλες τίς «παλιές» σου σχέσεις, ἐπειδή αὐτές ἐμποδίζουν τήν ἐξέλιξή σου.
 
13) Ἡ σεξουαλική σου συμπεριφορά ἐλέγχεται ἀπόλυτα. Σοῦ ἐπιβάλλουν τήν ἐπιλογή τοῦ ἐρωτικοῦ συντρόφου, τό ὁμαδικό σέξ ἤ τήν ἀπόλυτη ἀποχή.
 
14) Ἡ Ὁμάδα καλύπτει ὅλο τό χρόνο σου μέ «ὑποχρεώσεις»: Τή διάθεση ἐντύπων ἤ βιβλίων, τήν ἐπαφή μέ νέα μέλη, τήν παρακολούθηση σεμιναρίων, τό διαλογισμό...
 
15) Εἶναι δύσκολο νά εἶσαι μόνος σου. Πάντοτε πρέπει νά εἶναι κάποιος τῆς Ὁμάδας μαζί σου.
 
16) Ἡ Ὁμάδα ἀπαιτεῖ νά ἀκολουθεῖς ἐπακριβῶς τούς κανόνες καί τό «μοναδικό τρόπο σωτηρίας» πού αὐτή σου προσφέρει.
 
17) Ἄν ἀμφιβάλλεις, ἄν δέ βρῆκες τήν ἐπιτυχία πού σοῦ ὑποσχέθηκαν, «φταῖς μόνον ἐσύ», γιατί δέν πιστεύεις ἀρκετά καί δέν δραστηριοποιεῖσαι, μέ τόν τρόπο πού ἡ Ὁμάδα σοῦ λέει.
 
Στίς περιπτώσεις, πού κάποιος εἶναι ἤδη μέλος, χρειάζεται πλέον εἰδικός χειρισμός ἀπό τά ἐπί τῶν Αἱρέσεων Γραφεῖα τῶν Ἱ. Μητροπόλεων, ἀπό τήν εἰδική Ἐπιτροπή τῆς Ἱ. Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καί ἀπό εἰδικές ὀργανώσεις, ὅπως ἡ «Πανελλήνια Ἕνωση Γονέων». Ἀπαραίτητη εἶναι, φυσικά, ἠ δραστική παρέμβαση τῆς Πολιτείας, τόσο στήν πρόληψη, ὅσο καί στήν ἀντιμετώπιση τοῦ φαινομένου. Ὡστόσο, ἡ γνήσια πνευματική ζωή, ἡ αὐθεντική σχέση μέ τόν τόν Θεό προσφέρει ἱκανοποιητικό βαθμό ἀσφαλείας, ἀφοῦ ἐξουδετερώνει τά «ὑπαρξιακά κενά», πού ἐρχονται νά καλύψουν οἱ νέες αἱρέσεις.
 
(Κείμενο ἀπό τό ἔντυπο «Ὀρθοδοξία καί αἵρεσις» τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μαντινείας καί Κυνουρίας, τεῦχ. 100, Ἰουλ. - Σεπτ. 2017).
 
Πηγή: aktines.blogspot.gr

Ο Ιησούς Χριστός του Νεοπαγανισμού.

https://cdn.sansimera.gr/media/photos/Jesus_Christ.jpg
 
Πρωτοπρ. Κυριακού Τσουρού, Γραμματέως της Σ. Ε. επί των αιρέσεων
 
Στα ελληνικά νεοπαγανιστικά κινήματα συναντάμε τέσσερις διαφορετικές τοποθετήσεις έναντι του προσώπου του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού:
 
α) Σφοδρή πολεμική στάση με σκληρή και ενίοτε υβριστική (ακόμη και χυδαία) γλώσσα.
 
β) Ήταν Έλληνας και όχι Εβραίος.
 
γ) Ήταν ένας από τους θεούς του Ελληνικού Δωδεκαθέου.
 
δ) Μαζί Χριστός και Δωδεκάθεο και Νέα Εποχή
 
Δεν λείπουν και εκείνοι που υποστηρίζουν ότι ο Ιησούς Χριστός ήταν μυθικό πρόσωπο. Βεβαίως, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο όλες αυτές οι τάσεις αρνούνται στην πραγματικότητα και πολεμούν το πρόσωπο του Ιησού Χριστού και καθίστανται πολέμιοι του Χριστιανισμού.

α) Οι φανεροί πολέμιοι του Ιησού Χριστού
 
Η τάση αυτή δεν αμφισβητεί την ιστορικότητα του προσώπου του Ιησού Χριστού, τον θεωρεί όμως μόνον ως εθνικό μεσσία των Εβραίων. Το πολύ-πολύ τον αναγνωρίζει ως ένα κοινωνικό επαναστάτη, ο οποίος, ως ιδεολόγος, θυσιάστηκε για τον λαό του. Μερικοί κάνουν διάκριση μεταξύ του Ιησού της ιστορικής έρευνας και του Χριστού της Θεολογίας. Για πολλές ομάδες ο Ιησούς ήταν μια εξέχουσα προσωπικότητα των Εσσαίων. Άλλοι όμως ταλαντεύονται μπροστά σε ένα τέτοιο χαρακτηρισμό, καθόσον διαπιστώνουν μεν από την συμπεριφορά και τα κηρύγματα του Ιησού ότι δεν ήταν Εσσαίος, όμως υποπτεύονται πως οι αναχωρήσεις του στην έρημο δηλώνουν ότι κατά καιρούς εύρισκε καταφύγιο στην Αδελφότητα του Κουμράν.
 
Αυθαίρετα και βεβαίως χωρίς αποδεικτικά στοιχεία, αφ' ενός μεν, υποστηρίζουν είναι σίγουρο ότι ο Ιησούς είχε την υποστήριξη των Εσσαίων, αφ' έτερου, όμως ομολογούν ότι τίποτε δεν αναφέρεται γι' αυτόν στα Κουμρανικά Χειρόγραφα έστω και υποτυπώδες (περ. Δαυλός).
 
Για άλλους ο ιστορικός Ιησούς αποτελεί ένα αίνιγμα, του οποίου η λύση βρίσκεται στους Εσσαίους, δηλαδή στους Ζηλωτές, αντάρτες, αντιστασιακούς, των οποίων ήταν απεσταλμένος και διεκήρυσσε το πρόγραμμα τους. Στόχος του ήταν να εγκαθιδρύσει μια νέα τάξη πραγμάτων, με την κατάργηση της ιδιοκτησίας και την τιμωρία του αισχρού ιερατείου (περ. Δαυλός). Φαίνεται δηλαδή ότι ό Ιησούς ήταν μεν, άλλα και δεν ήταν Εσσαίος, δεν προσχώρησε σε οργάνωση των Εσσαίων γιατί οι Εσσαίοι δεν ήσαν οργάνωση, άλλα άνηκε ατό γένος αυτό, διότι απλούστατα άνηκε εκεί γενεαλογικά ο πατέρας του, ο παππούς του, ο προπάππος του κλπ ήταν δηλ. εκ σπέρματος Εσσαίος, δηλ. απόγονος του Λύκου, του Βούτη, του Πανδίονα, του Εριχθίονα, του Ηφαίστου και του Διός. Γι' αυτό έλεγε ότι ήταν υιός του θεού, δηλ. του Μα Διογένης Αυτά για να μην μπερδευόμαστε (περ. Απολλώνειο Φως)!
 
Για μερικούς, ο Ιησούς Χριστός τοποθετείται στον χώρο των σοφιστών και των λαϊκών διδασκάλων, των ραββί, εκείνων δηλαδή που διαφωτίζουν τον λαό, καταγγέλλοντας τις αυθαιρεσίες του ιερατείου, που μονοπωλεί την ιερή γνώση καταπιέζοντας τον λαό και κρατώντας τον στο σκότος και συνεργάζεται με την Ηρωδιανή δυναστεία και τους Ρωμαίους (αυτόθι). Γι' αυτό τον λόγο διώχθηκε και εκτελέστηκε: ως σοφιστής, που διαφώτιζε και διήγειρε τα πλήθη κατά της συμβιβασμένης άρχουσας εβραϊκής τάξης και των Ρωμαίων (αυτόθι). Πάντως για τους οπαδούς αυτής της θεωρίας, ο Ιησούς υπήρξε μια προσωπικότητα και οι ιστορικές έρευνες για την δράση του θα συνεχιστούν μέχρι την ημέρα, που η Ιστορία θα απαλλαγεί πλήρως από τον μύθο που περιβλήθηκε γύρω από το όνομά του και θα αποδώσει ορθολογικά και επιστημονικά το ιστορικό διάγραμμα του προσώπου του, όπως έχει κάνει και για τους άλλους μεγάλους της Παγκόσμιας Ιστορίας (περ. Δαυλός, υπογράμμιση δική μας).
 
Αυτή η αμφισβήτηση σε άλλους εκφραστές του χώρου αυτού μετατρέπεται σε σφοδρή πολεμική.
 
Ο Χριστός χαρακτηρίζεται ως ο περιτετμημένος ραβίνος Τζεσσυά, ο σημιτικής κατασκευής Δικτατορίσκος τα' Ουρανού, (περ. Διιπετές), ο κήρυκας μίσους, διχασμού και ανθελληνισμού και με σειρά άλλων παρόμοιων χαρακτηρισμών, που συνοδεύονται από ιδιαίτερα υβριστικούς τίτλους, όπως θα δούμε σε άλλο κεφάλαιο.
 
β) Ο Ιησούς Χριστός ήταν Έλληνας
 
Η τάση αυτή εγγίζει τα όρια του φαιδρού και του παραλόγου. Ιησούς Χριστός ο Έλλην, είναι ό τίτλος άρθρου σε περιοδικό του χώρου που επιδιώκει να ακροβατεί πάνω σε δύο βάρκες και του οποίου ο εκδότης ετέλεσε τον γάμο του σε Ορθόδοξο ναό της Β. Ελλάδος. Άλλωστε είναι γνωστό, λέει, και ιστορικώς επιβεβαιωμένο ότι οι Γαλιλαίοι δεν είχαν ουδεμία φυλετική σχέση με τους εβραίους οι δε μαθητές του (του Ιησού) εκτός από τον Ιούδα τον Ισκαριώτη, ήσαν κι αυτοί Ελληνικής καταγωγής, οι οποίοι άλλαξαν τα ονόματα τους από Ελληνικά σε εβραϊκά (περ. Ιερά Ελλάς).
 
Οι εκπρόσωποι της γραμμής αυτής προσπαθούν να στηρίξουν την θέση τους στο χωρίο του Ευαγγελίου του Ιωάννου ιβ' 2023, διαμαρτυρόμενοι μάλιστα ότι κάποιοι περιέκοψαν τους λόγους του Ιησού. Σε κείμενο, λένε, που ήταν κρυμμένο στη γνωστή Συναγωγή της Ζυρίχης, στην Βιβλιοθήκη υπ' αριθμ. 35 του Βατικανού και στο Άγιο Όρος το γνήσιο χωρίο έχει ως εξής: Ελήλυθεν η ώρα ίνα δοξασθή ο Υιός του άνθρωπου. Ελλάς γαρ μόνη ανθρωπογέννει (ή ανθρωπογονεί) φυτόν ουράνιον και βλάστημα θείον, ηκριβωμένον, λογισμόν αποτίκτουσα οικειούμενον επιστήμην. Νυν εδοξάσθη ο υιός του ανθρώπου (Ευαγγ. Τρίγκα, ο Χριστός ήταν Έλληνας, όπου γίνεται λόγος για αλλοίωση και άλλων εδαφίων της Αγ. Γραφής. Βλ. και Δ. Μ. Ηλιοπούλου, περ. Απολλώνειο Φως. Πρβλ. και Κ. Βελόπουλου, Ιησούς και Δίας).
 
Στο αποκαλυπτικό βιβλίο με τίτλο «Ο Χριστός ήταν Έλληνας», πληροφορούμαστε ότι το όνομα αυτού ήταν Ιάσων Πανδίρας, μιλούσε δε πάντα ελληνικά. Το βιβλίο περιέχει και το γενεαλογικό δένδρο του Χριστού ο οποίος καταγόταν από την Πανδιονίδα φυλή, και το ονοματεπώνυμο του πατέρα του, που ήταν Σαμαρείτης και Εσσαίος, σημειώνοντας μάλιστα ότι ο Ιησούς ήταν γαλανομάτης με ξανθά μαλλιά. Ο Ιησούς Χριστός, γράφει, άνηκε στο Αθηναϊκή γένος των Πανδιονίδων, με αρχηγό τον Λύκο (Ευαγγ. Τρίγκα, Ο Χριστός ήταν Έλληνας. Βλ. και άρθρο του με τον ίδιο τίτλο στο περ. Ελλάνιον Ήμαρ, και συνέντευξη του στο περ. Απολλώνειο Φως, Εφημ. Χρυσή Αυγή, 27. 3. 2003). Η καλπάζουσα και αυθαίρετη φαντασία του συγγραφέα κατασκευάζει μύθους που καταγράφονται ως ιστορία, χωρίς βέβαια κάποια σοβαρή πηγή προέλευσης. Ο συγγραφέας αποκαλύπτει ακόμη, όπως υποστηρίζει, και την μεγαλύτερη απάτη των αιώνων τη μεγαλύτερη πλαστογραφία των Εβραίων ότι ο Χριστός ήταν τάχα Εβραίος (περ. Ελλάνιον Ήμαρ).
 
Σε άλλο σημείο ο φανατικός οπαδός του Ιησού γίνεται ακόμη πιο αποκαλυπτικός: Ο Χριστός για δικούς του λόγους (και δικούς μας!) που δεν είναι του παρόντος, κρυπτογράφησε την Ελληνική καταγωγή και την θρησκεία του Δία στην οποία και πίστευε (Βίο) Ο Χριστός, Έλληνας αυτός Εσσαίος της Γαλιλαίας, καταγόταν από αθηναϊκό αρχιερατικό γένος των Εσσαίων Εττεοβουταίων (Απολλόδωρος βιβλ. 3, 195, Λεξικό Ησυχίου) οι οποίοι ήσαν Έλληνες μεταναστεύσαντες στην Κρήτη (Ομήρ. Οδύσσ. Τ, 175), στη Μ. Ασία, στην Παλαιστίνη, όπου τους βρήκε ο Αβραάμ (Βασιλειών Β' 7) και αργότερα ο Μωυσής κατά την Έξοδο (Αριθμ. ΙΓ, ΚΣΤ, Α') και στην Αίγυπτο (Ευαγγ. Τρίγκα, Ο Χριστός ήταν Έλληνας).
 
Κατά τον εν λόγω συγγραφέα, ο Χριστός αναφέρει δεκάδες φορές στα κείμενα των Ευαγγελίων το όνομα του Θεού-Διός, στον οποίο και πίστευε, αλλά με κωδικοποιημένο τρόπο. Έτσι, λοιπόν, η λέξη Αμήν είναι το κωδικοποιημένο όνομα του Πατρός-Διός που δεν είναι άλλο από το όνομα του Άμμωνος Διός. Επειδή δε οι Έλληνες της Αιγύπτου, γράφει, με τους οποίους συναναστρεφόταν ο Χριστός, όταν ζούσε στην Αίγυπτο ονόμαζαν τον Δία Αμήν ή και Αμίν, προκύπτει μετά βεβαιότητος το τελικό συμπέρασμα ότι ο Αμήν των ευαγγελίων είναι το όνομα του Δία στην αιγυπτιακή του εκδοχή. (Ευαγγ. Τρίγκα, βιβλίο, ένθ. άνωτ.)
 
Μεγαλύτερη σύγχυση σκέψεων δεν θα μπορούσε να συναντήσει κανείς! Η θρησκεία, λοιπόν, του Ιησού Χριστού ήταν το Δωδεκάθεο!!!
 
Ο έκδοτης του πιο πάνω βιβλίου, δικηγόρος εν ενεργεία, δεν παραλείπει να μας ενημερώσει ότι: Ο Χριστός, μιλώντας Ελληνικά, σύμφωνα με τα Ευαγγέλια (Βίο), έλεγε επανειλημμένως ότι είναι Υιός του Θεού. Η λέξη θεός, όμως, προέρχεται από τη λατινική λέξη Deus (σ.σ και όχι από το ελληνικό ρήμα θέω!!!) και αυτή από την Ελληνική Δεύς (γεν. Διός), ή Ζευς. Άρα ο Χριστός, στην πραγματικότητα έλεγε ότι ήταν Υιός Διός!!! Εξ άλλου, κατά τον ελληνοχριστιανολάτρη συγγραφέα, πουθενά στά Ευαγγέλια δεν αποκαλεί κάποιος Ιησού (τον Χριστό) (Ο Χριστός ήταν Έλληνας, στο περ. Αβατον).
 
Ο εν λόγω ερευνητής δεν μπόρεσε φαίνεται να διαπιστώσει ότι ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός, μόνον στα τέσσερα Ευαγγέλια, αναφέρεται με αυτό το όνομα περισσότερες από 175 φορές, συν τις αναρίθμητες αναφορές του ονόματος αυτού στις Πράξεις, στις Επιστολές και στην Αποκάλυψη. (Τις θέσεις αυτές διακωμωδούν εκπρόσωποι άλλων ρευμάτων. Βλ. αναίρεση του Δ. Τσινικόπουλου, Γιατί ο Χριστός δεν ήταν Έλληνας, περ. Άβατον, κ. α.).
 
Ο κατά δήλωσή του πρώην Ορθόδοξος κληρικός, καθηγητής της θεολογίας του Πανεπιστημίου της Β. Καρολίνας Γεώργιος Ζερβός, αποδέχεται την γνώμη ότι ο Ιησούς ζούσε και εργαζόταν σε ένα περιβάλλον, που είχε υποστεί έντονη ελληνική επίδραση. Γι αυτό, λέει: Ένα μέρος των συγχρόνων ερευνητών υποστηρίζουν την θέση ότι ο ιστορικός Ιησούς ήταν περιπλανώμενος κυνικός φιλόσοφος, καθόσον ήταν επηρεασμένος από το έντονο ελληνιστικό ήθος της Γαλιλαίας (συνέντευξη στο περ. Δαυλός). Είχε, λοιπόν, ελληνική παιδεία ο Ιησούς και κατ' άλλους ήταν μύστης της Ελληνικής Θεοσοφίας, γι αυτό οι Έλληνες τον ακολούθησαν και τον εδόξασαν.
 
Άλλη εκπρόσωπος με ελληνικούς ακαδημαϊκούς τίτλους, η καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και πρόεδρος της Αμφικτυονίας Οικουμενικού Ελληνισμού, γράφει: Ο Ιησούς είναι μια αμφιλεγόμενη προσωπικότητα.
 
Πρέπει οπωσδήποτε να ήλθε σε επικοινωνία με τον ελληνικό πολιτισμό δεν έχω καμμία αντίρρηση να τον θεωρήσω ιερό και καθαγιασμένο και να τον εντάξω στο δικό μας σύστημα αξιών. Θα μπορούσε κάλλιστα να είναι παιδί του Δία αποτέλεσε μια νέα εκδοχή ενός μέρους των άξιων που παρήγαγε ο Ελληνισμός (περ. Άβατον, υπογραμμίσεις δικές μας). Με αυτή τη θέση συμφωνεί και άλλος εκπρόσωπος του χώρου, όμως γι αυτόν ο Ιησούς Χριστός είναι και ημίθεος (περ. Απολλώνειο Φως).
 
Αφού όμως ο Ιησούς Χριστός ήταν Έλληνας, πρέπει, κατά την γνώμη μερικών ελληνόψυχων χριστιανών, το όνομά Του να έχει καθαρά ελληνική προέλευση. Γι αυτό είναι ανάγκη να δοθεί και ανάλογο περιεχόμενο τόσο στο όνομα Ιησούς όσο και στην λέξη Χριστός. Το όνομα Ιησούς, λοιπόν, έχει Ελληνική ρίζα: είναι η ίδια με τις λέξεις ίαση/Ιασώ (θεά της υγείας)/ιατρός, εφ' όσον το πρόσωπο αυτό παρουσιάζεται σαν θεραπευτής και σωτήρας (Εφημ. Ελληνική Θρησκεία). Σ.σ: άσχετα αν τα Ευαγγέλια λένε ότι άλλο σημαίνει το όνομα αυτό: αυτός γαρ σώσει τον λαόν αυτού από των αμαρτιών αυτών (Ματθ. α' 21). Έτσι, λοιπόν, από τις δύο λέξεις Ιησούς και Χριστός η πρώτη δείχνει να είναι όχι το πραγματικό όνομα ενός μόνου άνθρωπου... αλλα μια προσωνυμία σχετική με την ιδιότητα ιατρού... Τελικά, αναπροσαρμοζόμενο στην νεοελληνική εκφορά του το όνομα Ιησούς Χριστός θα ήταν για την εποχή του κάτι σαν Ιατρός Παππάς (αυτόθι). Αντί άλλης κατακλείδος σ' αυτό το κεφάλαιο, στο οποίο αναγκαστήκαμε να αναφερθούμε σε μερικά κείμενα στερούμενα σοβαρότητος, λέμε: Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιε του Θεού, ελέησον ημάς.
 
γ) Ο Ιησούς Χριστός ήταν "θεός" του Δωδεκάθεου
 
Η καλπάζουσα φαντασία μερικών Ελλήνων αρχαιοπλήκτων δεν σταματά. Ο Ιησούς Χριστός ήταν, όχι μόνον Έλληνας, άλλα και ένας από τους «θεούς» του Δωδεκαθέου. Βέβαια όχι από τον στενό κύκλο των πρωτοκλασάτων «δώδεκα, αφού τα ονόματα τους είναι γνωστά και καθιερωμένα. Κάπου όμως μπαίνει κι αυτός μαζί με ένα σωρό άλλες θεότητες ανατολικής προελεύσεως. Κατά την γνώμη μάλιστα εκπροσώπου της κινήσεως αυτής σ' Αυτόν ήταν αφιερωμένος ο βωμός «τω Αγνώστω Θεώ» που αναφέρει ο Απ. Παύλος (Πράξ. ιζ' 23). Γι' αυτό πολλοί Δωδεκαθεϊστές στην Ελλάδα τιμούν και τους αρχαίους «θεούς» και τον Χριστό. Έτσι, συναντάμε και τον εξωφρενικό χαρακτηρισμό «χριστιανοί δωδεκαθεϊστές», οι οποίοι «δοξάζουν τους θεούς και τον Χριστό όπως αυτοί αντιλαμβάνονται» (περ. Οικογενειακός Θησαυρός. Πρβλ. και περ. GO, 30. 9. 97). Υποστηρίζουν μάλιστα ότι ο Ιησούς Χριστός προερχόταν «από σπέρμα Ηφαίστου» και ότι υπάρχουν γι' αυτόν Ελληνικές προφητείες, που ξεκινούν ήδη από τον Ερμή, ο οποίος έζησε το 50.000 π. Χ. (Ευάγγ. Τρίγκα, Ο Χριστός ήταν Έλληνας).
 
Υπάρχουν και εκείνοι που θέλουν να βλέπουν στον Χριστιανισμό συγκρητιστική επίδραση του αρχαιοελληνικού πανθέου. Έτσι δεν διστάζουν να ταυτίζουν μυθολογικές διηγήσεις και «πιστεύματα» με ιστορικά γεγονότα και πρόσωπα. Ο μελετητής των «νεοπαγανιστικών» κειμένων διαπιστώνει την προσπάθεια μετατροπής της ιστορίας σε μύθο και τον παραλληλισμό συμβολικών διηγήσεων περί θανάτου και αναβιώσεως των ειδωλολατρικών θεοτήτων, ταυτισμένων με τους φυσικούς νόμους και τις εποχιακές εναλλαγές, με το ιστορικό γεγονός της Αναστάσεως του ιστορικού Ιησού Χριστού. Ή ακόμη την ταύτιση του Ιησού Χριστού με τον Διόνυσο. Είδαμε στο προηγούμενο άρθρο μας να χαρακτηρίζεται ο Ιησούς Χριστός ως «Υιός -Διός». Ή ταύτιση του όμως με τον Διόνυσο ή τον Ορφέα είναι πιο συχνή. Ακόμη και διηγήσεις του βιβλίου των Πράξεων, όπως η απελευθέρωση του Απ. Πέτρου από την φυλακή, ή η μεταστροφή του Απ. Παύλου στην Δαμασκό, προβάλλονται ως συμβολισμός κατ' αντιγραφή από τους Διονυσιακούς μύθους (βλ. Arthour Evans, The God of ecstasy... Διόνυσος και Χριστός, κατά παράθεση, στο περ. Διϊπετές).
 
Εκφραστής αυτής της «θεωρίας» διερωτάται «μήπως τελικά ο Χριστός είναι η ενσάρκωση του Δία-Διόνυσου Μειλίχιου, θεού του ελέους;» (Γ. Τσαγκρινού, Ποιος είναι ο πατέρας του Ιησού; περ. Άβατον). Ο ίδιος σε άρθρο του με τίτλο «Ο Ιησούς και οι Έλληνες», βλέπει στους λόγους του Κυρίου κατά την παράδοση της Θείας Ευχαριστίας, «Λάβετε φάγετε τούτο εστί το σώμα μου», «εμφανέστατη ορφικο-διονυσιακή καταγωγή».
 
Η λέξη «κλώμενον» των Καινοδιαθηκικών κειμένων, λέει, προέρχεται από τον Διόνυσο, διότι το σώμα του Διονύσου «κομματιάστηκε από τους Τιτάνες» ενώ ο Χριστός σταυρώθηκε (αυτόθι). Τελικά, κατά την γνώμη του καθηγητού αυτού της Φυσικής, «Φαίνεται ότι όντως ο Χριστός ήταν ήδη γεννημένος πριν από τον Ορφέα, τον Μωϋσή, τον Αβραάμ, τον Πυθαγόρα, τον Σωκράτη, γιατί ήταν ο πρώτος θεός Δημιουργός, ο Θεός της Φιλότητας, ο Φάνης Έρωτας Δημιουργός, ο Ζεύς-Διόνυσος» (αυτόθι, υπογραμμίσεις δικές μας).
 
Ο ίδιος, σε τηλεοπτική εκπομπή, υπεστήριξε: «Αν λοιπόν ο Χριστός σαν ον (σαν ον πρέπει να τον δούμε) έχει κάτι να δώσει στην ανθρώπινη ψυχή, όχι τον Ιουδαιοχριστιανισμό, γιατί ο Χριστός να είναι ο Γιαχβέ και να μην είναι ο Διόνυσος; αν κάνω λοιπόν μια προσπάθεια την κάνω για να αποδείξω ότι ο Διόνυσος είναι ο ενσαρκωμένος Χριστός στην περιοχή της Ελλάδος, αυτό δεν σημαίνει όμως επειδή υπάρχει ο Διόνυσος σαν σαρκωμένος Έλληνας Χριστός, ότι οι υπόλοιποι δεν υπάρχουν» (Περ. Διϊπετές, ένθετο Ωκύρροον).
 
Με «μαθηματική ακρίβεια», συνεχίζει ο φυσικομαθηματικός θεολογίζων, και με «τετραγωνική λογική» μπορούμε να πούμε ότι «ο Θεός, σαν μαθηματική ιδέα, είναι αθάνατος και, σαν υλική υπόσταση, είναι θνητός. Είναι Υλόπνευμα-Οινόπνευμα και είναι ο θεός Διόνυσος. Γι αυτό και ο Διόνυσος είτε σαν Διόνυσος Ζαγρέας ή σαν Διόνυσος-Όσιρις, είτε σαν Διόνυσος-Χριστός είναι ο Θεός που γεννιέται, ζει, πεθαίνει και αναγεννιέται» (Γ. Τσαγκρινού, Οι Ζωντανοί θεοί των Ελλήνων, στο συλλογικό έργο Η αναβίωση της Ελληνικής Θρησκείας).
 
Περίεργες στ' αλήθεια εκφράσεις που διατυπώνονται μέσα σε πλήρη σύγχυση του συγγραφέα τους, αποτελούν όμως χαρακτηριστικό παράδειγμα νεοεποχίτικης καθαρά απόψεως με έντονο συγκρητιστικό χαρακτήρα, που μας παραπέμπει στο «Εν το Παν», για το οποίο ήδη μιλήσαμε σε προηγούμενο κεφάλαιο.
 
Είναι συνεπέστεροι τουλάχιστον οι αρχαιολάτρες εκείνοι που απορρίπτουν ολοτελώς τον Χριστιανισμό και τον Ιησού Χριστό, μια και ουδεμία σχέση μπορεί να υπάρξει μεταξύ «Αληθείας και πλάνης «φωτί προς σκότος, Χριστώ προς Βελίαλ» (Β' Κορ. στ' 1415).
δ) Δωδεκαθεϊστές και Χριστιανοί και νεοεποχίτες
 
Όλες αυτές οι προσπάθειες να συμβιβαστούν τα ασυμβίβαστα, να συνυπάρξουν το φως με το σκότος, η Αλήθεια με την πλάνη, η ιστορία με τον μύθο, οδηγούν σε μια ανεξέλεγκτη σύγχυση. Τα διάφορα «νεοπαγανιστικά» κινήματα δεν μπορούν να συμφωνήσουν τελικά στο αντικείμενο της «λατρείας» τους. Ταλαντεύονται ανάμεσα στις πιο ακραίες τοποθετήσεις. Η αντιπαλότης μεταξύ τους ενίοτε είναι ιδιαίτερα σφοδρή (Βλ. δειγματοληπτικά: περ. Διϊπετές, τ. 4. Η αναβίωση της αρχαίας Ελληνικής Θρησκείας, συλλογικό έργο. Εφημ. Ελλην. Θρησκεία και ομώνυμη ιστοσελίδα: «Θάνατος στους συμμορίτες ναζωραίους. Θάνατος στους προδότες «Δωδεκαθεϊστές» Περ. Ελλην. Πάνθεον, κ. α.).
 
Η τοποθέτηση τους έναντι του προσώπου του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού κυμαίνεται, όπως είδαμε, από σκληρή εχθρική και απαράδεκτα υβριστική μέχρι και την «αναβάθμισή» Του σε «θεό του Ολύμπου». Ανάμεσα σ' αυτές τις τοποθετήσεις βρίσκεται και η νεοεποχίτικη εκδοχή του Ιησού Χριστού, ως του Μεσσία της «παλαιάς εποχής των Ιχθύων».
 
Σε άρθρο με τίτλο «Αρχαία Ελληνικά Μυστήρια», ο αρθρογράφος προβαίνει σε μια άνευ προηγουμένου συγκρητιστική προσπάθεια νεοεποχίτικου τύπου και διερωτώμενος αν τελικά θυσιάστηκαν άδικα «οι ιερουργοί της ανθρωπότητας, οι μεγάλοι ιεροφάντες των θρησκειών του ανθρώπου, όπως ο Ζαγρεύς Διόνυσος, ο Άριος-Ράμα, ο Ινδός Κρίσνα, ο Αιγύπτιος Όσιρις, ο Ιησούς...» (Αρχαία Ελληνικά Μυστήρια, εφημ. Ελληνική Αγωγή). Και σε άλλο κείμενο της ίδιας εφημερίδας ο συντάκτης του θεωρεί ότι: «Την διδασκαλία των (αρχαίων) μυστηρίων ακολούθησαν και ενίσχυσαν ή διέδωσαν ακόμη περισσότερο οι Πλατωνικοί, οι Νεοπλατωνικοί, οι Μαθητές, Απόστολοι και Ευαγγελιστές τον Ιησού Χριστού, όπως βεβαιώνουν ο Θεοδώρητος, ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς, ο Ωριγένης, ο Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, ακόμη και ο Αυγουστίνος, που συγκρίνοντας τα δόγματα του Πλάτωνος με τα Χριστιανικά δεν βρήκε διαφορές» (!!) (αυτόθι, υπογραμμίσεις δικές μας).
 
Αναγνώστης περιοδικού υποστηρίζει σε επιστολή του ότι «Η γνώμη μου είναι ότι ο Δίας και ο Ιησούς είναι μορφές διαφορετικές αλλά όχι απαραίτητα αντίθετες θεολογικά. Σε κάθε τόπο και χρόνο στην πορεία της εξέλιξης του ανθρώπινου είδους έχουν παρουσιαστεί μορφές θεανθρώπων-θεών, προφητών και αγίων.
 
Αν θέλει, λοιπόν, κανείς να πλησιάσει την αλήθεια δεν μπορεί παρά να συνταιριάξει Δωδεκάθεο, Χριστιανισμό, Βουδισμό, Ισλαμισμό και άλλες θεωρίες» (Χρ. Σπυρίδης, επιστολή στο περ. «Άβατον).
Μέσα σ' αυτή την αφασία, ορυμαγδός συνθημάτων διασταυρώνονται, χωρίς καμμιά λογική συνοχή, μέσα στο ίδιο πολλές φορές κείμενο. Ας δούμε ένα παράδειγμα: «Τα Ελευσίνια Μυστήρια αναβιώνουν! Η εκδίκηση του Ελληνισμού! Ο Ελληνιστικός Χριστιανισμός αρωγός στην προσπαθεί του Έθνους για μια Μεγάλη Ελλάδα. Ο Χριστιανισμός εισέβαλε με βία, με εμπρησμούς και δολοφονίες. Όχι ο Χριστιανισμός, κάποιοι εκφραστές του. Ο Χριστιανισμός δεν ήρθε ποτέ αντιμέτωπος με την Αρχαία Ελληνική Θρησκεία. Και καταλήγει θριαμβευτικά η «Ομάδα Ε»: «Με μια μαγική συνταγή, θεϊκή θα έλεγα, στους κόλπους του ΕΨΙΛΟΝ, συνεβρέθησαν και συναγωνίζονται Ελληνιστές Χριστιανοί, που έχουν ασπασθεί τα υψηλά ηθικά μηνύματα της διδασκαλίας του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και Ελληνιστές Δωδεκαθεϊστές, εκφραστές των υψηλών φιλοσοφικών νοημάτων, που γέννησαν οι πρόγονοί μας» (Ν. Ντανάκος, περ. GO).
 
Συνέπεια αυτής της συγχύσεως είναι η δήλωση: «Δεν είμαι διατεθειμένος να λατρέψω τους αρχαίους θεούς. Παραμένω χριστιανός με έναν εντελώς δικό μου τρόπο, ξεριζώνοντας ό,τιδήποτε το εβραϊκό. Παρ' όλα αυτά, αν μπορούσα, και βέβαια θα παντρευόμουν με το ορφικό τελετουργικό, όπως έκανε εκείνος ο καθηγητής και κόντεψαν να τον φάνε» (Ι. Θεοδόσης, επιστολή στο περ. Διϊπετές).
 
Δεν λείπει, τέλος, και η αποκρυφιστική νεοεποχίτικη εκδοχή του Χριστού. Ο Χριστός δεν είναι πλέον πρόσωπο. Είναι μια εκδήλωση του Συμπαντικού απρόσωπου «θεού» ή μία κατάσταση μυήσεως: «Η παγκόσμιος παράδοση διδάσκει ότι ο Χριστός είναι μια υλική, ανθρώπινη προσωπική εκδήλωση της Θεότητας επί της Γης. Η εμφάνιση του Χριστού γίνεται κάθε δύο χιλιάδες χρόνια περίπου» (Εφημ. Χρυσή Αυγή). Και σε άλλη συλλογική εργασία διαβάζαμε: «Η λέξη «Χριστός» χρησιμοποιούνταν στά αρχαία ελληνικά μυστήρια για το Νεόφυτο που προετοιμαζόταν για την τελετή της μύησης «Όταν ... έφθανε το επίπεδο του μυημένου ονομαζόταν Χριστός (ο έχων το χρίσμα). Ήταν ένας όρος που συμβόλιζε μια κατάσταση συνείδησης» (περ. Φαινόμενα).
 
Άλλος συγγραφέας, που δηλώνει Χριστιανός Ορθόδοξος και πικραμένος γιατί παρεξηγήθηκε για όσα γράφει περί του Ιησού, προσπαθεί να «γεφυρώσει» το χάσμα μεταξύ της αρχαίας Ελλάδας και της Ορθοδοξίας, επειδή, λέει, «παρατηρείται από την πλευρά των αρχαιολατρών-δωδεκαθεϊστών πραγματικό ΜΙΣΟΣ απέναντι στον Ιησού Χριστό» (Κ. Βελόπουλου, ένθ. άνωτ. ). Η «πίστη» του όμως στον Χριστό είναι μια νεοεποχίτικη αντιχριστιανική κακοδοξία. Ο Χριστός και γι' αυτόν δεν είναι το μοναδικό ιστορικό πρόσωπο που εγεννήθη «εν ημέραις Ηρώδου του βασιλέως» (Ματθ. β' 1) και εσταυρώθη «επί Ποντίου Πιλάτου", αλλά είναι μια «χριστική εμπειρία», την οποία και ο Ιησούς απέκτησε μέσω μυήσεως όπως και άλλοι «μυστικιστές». Ο Ιησούς και για τον συγγραφέα του βιβλίου αυτού δεν είναι Θεός αλλά «κατέστη θείος» και ήταν «ένας θεός» (Θέση όμοια μ' εκείνη των «μαρτύρων του Ιεχωβά»). «Ο Ιησούς, λέει, είναι ένας μυημένος μέσω της εγκατοίκησης της Ύπαρξης του Χριστού μέσα του. . . Ο Χριστός αφυπνίζει το Συμπαντικό Πνεύμα για άλλη μια φορά, αλλά σε ανθρώπινη μορφή, σε παρούσα ύπαρξη» (αυτόθι. Βλ. και κεφάλαιο «Εν το Παν»).
 
Αυτά τα «αποκαλυπτικά» συναντάμε μέσα στα κείμενα των συγχρόνων ελληνικών «νεοπαγανιστικών» κινημάτων. Ο Κύριος μας έχει προειδοποιήσει: «Εάν τις υμίν είπη, ιδού ώδε ο Χριστός ή ώδε μη πιστεύσητε... ιδού προείρηκα υμίν» (Ματθ. κδ' 23).
 
Απόσπασμα από το βιβλίο: Ο Νεοπαγανισμός της Νέας Εποχής. ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ ΣΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΔΙΑΛΟΓΟΣ TEYXH 37-38 2004
 
Πηγή: aktines.blogspot.gr

Παρασκευή 17 Νοεμβρίου 2017

Ο μαρτυρικός θάνατος της ηρωικής δασκάλας Βασιλικής Παπαθανασίου (13/11/1946)

 
 
Εκτελέστηκε στις 13-11-1946 από συμμορίτες-αντάρτες στην πόλη του Σκρα από όπου καταγόταν και εργάζονταν.
 
Πιο συγκεκριμένα την 13-11-1946 περίπου 330 συμμορίτες με την συνεργασία Βουλγάρων επιτέθηκαν στην πόλη του Σκρα και μετά τον πρώτο αιφνιδιασμό που κατόρθωσαν να επιτύχουν στην μικρή δύναμη του Ελληνικού Στρατού που υπήρχε στο Σκρα, και αφού δολοφόνησαν τους 5 αξιωματικούς και τους 40 στρατιώτες, ή μανία των συμμοριτών ξέσπασε εναντίον των αθώων και φιλήσυχων κατοίκων τού Σκρα.
 
Οι συμμορίτες ξεχύθηκαν σαν άγρια θηρία μέσα στο χωριό και η πρώτη που πιάστηκε και σύρθηκε στην πλατεία τού χωριού ήταν η Βασιλική Παπαθανασίου η οποία ήταν ή δασκάλα τού χωριού.
 
Η Βασιλική Παπαθανασίου ήταν γεννημένη και μεγαλωμένη στο Σκρα, ήταν κόρη ιερέως και ό αδελφός της ως Υπολοχαγός του Ελληνικού Στρατού είχε σφαγιαστεί από τούς ΕΑΜοβουλγάρους. Έτσι ή μικρή δασκάλα ήταν αυτονόητο ότι θα ήταν το πρώτο θύμα καθώς είχε ποτιστή ολόκληρη από την αγάπη για την Ελλάδα και την αυτοθυσία για την Πατρίδα της, κι αυτά τα ιδεώδη προσπαθούσε να μεταλαμπαδεύσει στις καρδιές και τις ψυχές των μικρών παιδιών πού ή Πατρίδα της εμπιστεύτηκε ως μαθητές, καθώς η δασκάλα ζούσε μόνη στο χωριό μαζεύοντας στο πατρικό της σπίτι (γιατί το σχολείο είχε καεί) τα παιδιά τού χωριού, και εκεί τους δίδασκε την πραγματική Ελληνική ιστορία και τα Ελληνικά γράμματα.
 
Οι συμμορίτες με την βοήθεια των Βουλγάρων μάζεψαν και έσυραν στην πλατεία 35 ομήρους βάζοντας μπροστά την μικρή δασκάλα και ταυτόχρονα ανάγκασαν όλους τους κατοίκους του Σκρα να συγκεντρωθούν για να δουν αυτά που θα επακολουθούσαν.
 
Η λύσσα των κομμουνιστοσυμμοριτών ξέσπασε πρώτα εκεί μπροστά σε όλους, στο αδύνατο κορμί της άμοιρης κοπέλας.
 
Την κτυπάνε με ξύλινα δοκάρια και με τα κοντάκια των όπλων αργά και βασανιστικά επί ώρες και την διατάζουν να φωνάξει ζήτω το ΚΚΕ, όσο η δασκάλα αρνείται σθεναρά αρχίζουν να τις ξεριζώνουν τις τρίχες του κεφαλιού της. Η κοπέλα δεν βγάζει καμιά κραυγή, κανένα βογγητό, μόνο κάποια στιγμή φώναξε ΖΗΤΩ Η ΕΛΛΑΔΑ. Οι συμμορίτες έξαλλοι πλέον αρχίζουν να την δέρνουν αλύπητα και να τη βασανίζουν σε σημείο πλέον που έχει παραμορφωθεί το πρόσωπο και το σώμα της.
 
 http://alarm.rodos-island.gr/wp-content/uploads/2017/11/25CE259A25CE25B125CF258425CE25B125CE25B325CF258125CE25B125CF258625CE25AE.png
 
Όταν οι συμμορίτες δεν κατάφεραν να επιτύχουν τον σκοπό τους να κάμψουν την δασκάλα αναλαμβάνουν οι φίλοι τους οι Βούλγαροι. Αρχίζουν να την κτυπούν και αυτοί με πιο μεγάλη λύσσα και να της χαράζουν το κορμί με τις ξιφολόγχες λέγοντάς της επιτακτικά να φωνάξει ΖΗΤΩ Η ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ και τότε όλα αμέσως θα σταματούσαν.
 
Η κοπέλα όσο έβλεπε να την κοιτάνε οι συγχωριανοί της και κυρίως οι μαθητές της αυτή αντιστέκονταν κόμη περισσότερο βγάζοντας μια ύστατη φωνή λέγοντας ΖΗΤΩ Η ΕΛΛΑΔΑ. Η ενέργεια αυτή της δασκάλας έκανε ακόμη πιο έξαλλους τους συμμορίτες οι οποίοι της έκοψαν τα δάκτυλα τού χεριού, μα ή δασκάλα έμεινε και πάλι απτόητη, φωνάζοντας και πάλι ΖΗΤΩ Η ΕΛΛΑΔΑ. Οι συμμορίτες του Κ.Κ.Ε. ήσαν πλέον έκτος εαυτού, και δεν μπορούσαν άλλο να ακούσουν το ΖΗΤΩ Η ΕΛΛΑΔΑ, και της έκοψαν τη γλώσσα.
 
Ή δασκάλα τού Σκρα φωτεινό σύμβολο, σύμβολο μοναδικό σ’ ολόκληρη την Ιστορία μας δεν άντεξε άλλο. Εκεί στην πλατεία τού χωριού άφησε την τελευταία της πνοή, όπου ενώ μέχρι τότε φώτιζε η παρουσία της μόνο το μικρό της χωριό, από τότε φωτίζει ολόκληρη την Ελλάδα.
 
Εκεί πού μαρτύρησε ή Βασιλική Παπαθανασίου υπάρχει σήμερα ή προτομή της.
 
Αυτή είναι η ιστορία, και ή πρώτη μάχη της ξενοκίνητης Βουλγαροκομμουνιστικής επιβουλής κατά της Ελλάδος μετά το 1944.
 
Η εν λόγω κορνίζα της ηρωικής δασκάλας μου παραδόθηκε από Δντη σχολείου της πόλης της Βέροιας, καθώς η εν λόγω κορνίζα με εγκύκλιο του Υπουργείου Παιδείας κατά την δεκαετία του 1980 ‘’αποκαθηλώθηκε’’ από όπου ήταν αναρτημένη εντός του σχολείου, όπου όμως ο εν λόγω εκπαιδευτικός την φύλαξε και μου την παρέδωσε, και πλέον εκτίθεται στο Βλαχογιάννειο Μουσείο της Ιεράς Μητροπόλεως Βεροίας Ναούσης και Καμπανίας.
 
Πηγή: greece4greeks.blogspot.gr

Τετάρτη 15 Νοεμβρίου 2017

Ύμνοι θείων ερώτων, ύμνος 6ος

http://www.saint.gr/filesnew/06/2723/photos/OsiosSimeonNeosTheologos05.jpg
 
Οσίου Συμεών του Νέου Θεολόγου
 
Πῶς εἶσαι καί φωτιά πού ξελοχίζεις,
πῶς εἶσαι καί νερό πού μέ δροσίζει,
πῶς κατακαῖς μά καί γλυκαίνεις
καί πῶς ἐξαφανίζεις τή φθορά;

Πῶς τούς ἀνθρώπους κάνεις θεούς
καί τό σκοτάδι φῶς τό δείχνεις,
πῶς ἀνεβάζεις ἀπ' τόν Ἅδη
κι ἀθανατίζεις τούς θνητούς;

Πῶς σέρνεις τό σκοτάδι πρός τό φῶς
καί πῶς τή νύχτα τή διαλύεις,
πῶς τήν καρδιά μου περιλάμπεις
κι ὅλον μ' ἀλλάζεις τάχα πῶς;

Πῶς γίνεσαι ἕνα μέ τόν ἄνθρωπο
καί πῶς τόν κάνεις γιό τοῦ Θεοῦ,
πῶς τόν φλογίζεις μέ τόν πόθο σου
καί πῶς χωρίς σπαθί λαβώνεις;

Πῶς μᾶς ἀνέχεσαι, πῶς περιμένεις,
τό χτύπημά σου πῶς ἀργεῖς,
κι ἐνῶ εἶσαι ἔξω ἀπό ὅλους μας
ὅλων τίς πράξεις πῶς θωρεῖς;

Πολύ μακριά μας βρίσκεσαι καί πῶς
ὅ,τι καθένας ἔπραξε το βλέπεις;
Δώρισε ὑπομονή στούς δούλους σου
μήν τούς σκεπάσει μαύρη θλίψη. 
 
Πηγή: paterikakeimena.blogspot.gr

153 κεφάλαια περί προσευχής, από τη Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών.

https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjs3ieoJ5SUjvaNDAbenBadXYJjgAjGk4mUV9G9CuIazK9EpzD6HH2ONB-ZttRNs8FzL5Hypk0V49YxTaklihzpC6NiZ7mNOz6e6WFYhC9zpyUniGmKEeRWjxMhxGbsWlpzzIoC_7hebIXX/s1600/neilos1+%25282%2529.jpg

Όσιος Νείλος ο Ασκητής


1. Αν θέλει κανένας να φτιάξει ευωδιαστό θυμίαμα, πρέπει να συνθέσει σε ίση ποσότητα διάφανο και καθαρό λιβάνι, κασσία, όνυχα και στακτή, σύμφωνα με όσα λέει ο Νόμος (πρβλ. Εξόδ. λ΄ 34). Αυτά τα υλικά υποδηλώνουν τις τέσσερις βασικές αρετές. Αν έχουν δηλαδή όλη την πληρότητα και είναι στον ίδιο βαθμό αναπτυγμένες τότε δεν πρόκειται να προδοθεί ο νούς.

2. Όταν καθαρθεί η ψυχή με την πληρότητα των εντολών, δηλαδή με την εκπλήρωση και εφαρμογή τους, τότε κάνει ακλόνητη την τάξη του νού, καθιστώντας τον ικανό να δεχτεί την κατάσταση εκείνη, που αναζητάει.

3. Η προσευχή είναι επικοινωνία του νού με το Θεό. Σε ποια κατάσταση, αλήθεια, πρέπει να βρίσκεται ο νούς για να μπορέσει να απλωθεί και εκταθεί αμετάστροφα ως τον Δεσπότη του και να τον συναναστρέφεται συνομιλώντας μαζί του χωρίς την παρεμβολή κανενός ενδιαμέσου;

4. Αν, όταν προσπάθησε ο Μωϋσής να πλησιάσει τη φλεγόμενη βάτο, εμποδίστηκε, ώσπου να λύσει το υπόδημα των ποδιών του (Εξόδ. γ΄ 5), πώς εσύ, που θέλεις να ιδείς τον πέρα από κάθε αίσθηση και έννοια και να γίνεις φίλος του, δεν θα πρέπει να λύσεις και να πετάξεις από πάνω σου κάθε νόημα μολυσμένο από πάθος;

5. Πριν από κάθε τι άλλο να προσεύχεσαι να λάβεις το δώρο των δακρύων, για να μαλακώσεις με το πένθος την αγριάδα, που υπάρχει μέσα στην ψυχή σου, και, αφού κατηγορώντας τον εαυτό σου ομολογήσεις στον Κύριο τις ανομίες σου, να πετύχεις την άφεση των αμαρτιών εκ μέρους του.

6. Να χρησιμοπειείς τα δάκρυα για την πραγμάτωση κάθε αιτήματος. Γιατί χαίρεται πολύ ο Δεσπότης σου, όταν προσεύχεσαι με δάκρυα.

7. Αν χύνεις άφθονα δάκρυα στην προσευχή σου, μην το παίρνεις καθόλου επάνω σου, σαν τάχατες να στέκεις πιο ψηλά απ’τους πολλούς. Γιατί με δάκρυα έχει αποχτήσει δύναμη η προσευχή σου, για να μπορέσεις πρόθυμα να ομολογήσες τις αμαρτίες σου και να εξευμενίσεις το Δεσπότη. Μη μετατρέψεις λοιπόν σε πάθος ό,τι αποτελεί προφύλαξη από τα πάθη, για να μην παροργίσεις πιο πολύ αυτόν, που έχει δώσει τη χάρη.

8. Πολλοί χύνοντας δάκρυα για τις αμαρτίες τους, επειδή ξέχασαν το σκοπό των δακρύων, κατάντησαν σε τρέλα ξεφεύγοντας απ’αυτόν.

9. Στάσου επίμονα και προσευχήσου έντονα και σιχάσου τις συνομιλίες των φροντίδων και των λογισμών. Γιατί σε ταράζουν και σε συγχύζουν για να σε κάνουν άτονο.

10. Όταν σε ιδούν οι δαίμονες πρόθυμο να προσευχηθείς αληθινά, τότε βάζουν με τέχνη μέσα σου σκέψεις μερικών πραγμάτων τάχατες αναγκαίων και ύστερ’από λίγο σε κάνουν να τα ξεχάσεις κινώντας έτσι το νού σε αναζήτησή τους. Κι ο νούς μη βρίσκοντάς τα πέφτει σε κατάσταση αθυμίας και λύπης. Όταν όμως σταθεί σε προσευχή, του θυμίζουν αυτά, που αναζητούσε και είχε στη μνήμη του, με το σκοπό να κινηθεί ο νούς για απόχτηση της γνώσης τους και να χάσει την καρποφόρα προσευχή.

11. Αγωνίσου να κρατάς το νού σου την ώρα της προσευχής κουφό και άλαλο. Έτσι θα μπορέσεις να προσευχηθείς.

12. Όταν σε συναντήσει πειρασμός ή ολοένα σε ερεθίζει διάθεση αντιλογίας με σκοπό να κινήσεις την οργή σου εναντίον του σατανά ή να βγάλεις άναρθη κραυγή, θυμήσου την προσευχή και την κρίση, που γίνεται όσο αυτή διαρκεί, και παρευθύς θα ηρεμήσει η άτακτη κίνηση μέσα σου.

13. Όσα κάνεις για να αμυνθείς εναντίον του αδελφού σου, που σε έχει αδικήσει, όλα θα σου γίνουν σκάνδαλο την ώρα της προσευχής.

14. Η προσευχή είναι βλάστημα πραότητας και αοργησίας.

15. Η προσευχή είναι προβολή χαράς και ευχαριστίας.

16. Η προσευχή είναι προφύλαγμα από λύπη και αθυμία (κακοκεφιά).

17. Πήγαινε, πούλησε τα υπάρχοντά σου και μοίρασε την αξία τους στους φτωχούς (Ματθ. ιθ΄ 21) και φορτωμένος το σταυρό απαρνήσου τον εαυτό σου (Ματθ. ις΄ 24), για να μπορέσεις να προσευχηθείς απερίσπαστα.

18. Αν θέλεις να προσεύχεσαι αξιέπαινα, να απαρνιέσαι κάθε στιγμή και κάθε ώρα τον εαυτό σου και πάσχοντας τα πάνδεινα να στοχάζεσαι βαθιά πάνω στην προσευχή.

19. Θα βρείς τον καρπό της όποιας δυσχέρειας υπομένεις, φιλοσοφώντας την την ώρα της προσευχής.

20. Αν λαχταράς να προσευχηθείς όπως πρέπει, να μην πικραίνεις καμιά ψυχή. Αλλιώς άδικα τρέχεις.

21. Άφησε το δώρο σου, λέει το ιερό Ευαγγέλιο, μπροστά στο θυσιαστήριο και πήγαινε πρώτα συμφιλιώσου με τον αδερφό σου (Ματθ. ε΄24) και τότε θα προσευχηθείς χωρίς καμιά ταραχή. Γιατί η μνησικακία αμαυρώνει και αδυνατίζει το ηγεμονικό της ψυχής, το νου, και σκοτίζει τις προσευχές σου.

22. Όσοι σωριάζουν λύπες και μνησικακίες μέσα τους, μοιάζουν μ’αυτούς, που βγάνουν νερό από το πηγάδι και το αδειάζουν σε τρύπιο πιθάρι.

23. Αν είσαι υπομονετικός, θα προσεύχεσαι με χαρά.

24. Όταν προσεύχεσαι όπως πρέπει, θα συναντήσεις τέτοια πράγματα, που να σου φαίνεται πως μ’όλο σου το δίκαιο πρέπει να εξοργιστείς. Δεν υπάρχει όμως δικαιολογημένος θυμός εις βάρος του διπλανού μας. Γιατί αν καλοεξετάσεις, θα βρείς πως είναι δυνατό και δίχως θυμό να τακτοποιηθεί μια χαρά το ζήτημα. Κάνε λοιπόν ό,τι περνάει από το χέρι σου για να μην ξεσπάσεις σε θυμό.

25. Κοίτα μήπως νομίζοντας ότι γιατρεύεις τον άλλο, αποδειχτείς εσύ ο ίδιος αγιάτρευτος και βάζεις εμπόδια στην προσευχή σου.

26. Αν αποφεύγεις το θυμό, θα βρείς και εσύ έλεος και θα φανείς φρόνιμος και θα λογαριαστείς κι εσύ ανάμεσα σ’εκείνους που προσεύχονται.

27. Αν αρματώνεσαι ενάντια στο θυμό, δεν πρέπει να ανέχεσαι καμιά επιθυμία. Γιατί αυτή δίνει υλικό στο θυμό κι αυτός με τη σειρά του ταράζει το νοητό (νοερό) μάτι, βλάφτοντας πολύ την πνευματική κατάσταση, που μέσα μας δημιουργεί η προσευχή.

28. Μην προσεύχεσαι μόνο με την εξωτερική στάση, αλλά παρακίνα το νού σου να έρχεται σε συναίσθηση της πνευματικής προσευχής με πολύ φόβο.

29. Μερικές φορές ευθύς ως πας για προσευχή, θα προσευχηθείς καλά. Κι άλλοτε πάλι, κι αν ακόμα κουραστείς πολύ, δε θα πετύχεις το σκοπό αυτό. Και τούτο για να ζητήσεις ακόμη πιο πολύ προσευχή και, αφού τη λάβεις να μη φοβάσαι μη τυχόν και σου αρπάξουν το κατόρθωμα.

30. Όταν έρθει άγγελος, μονομιάς φεύγουν όλοι όσοι μας ενοχλούν και βρίσκεται ο νούς σε πολλή άνεση καθώς προσεύχεται σωστά. Άλλοτε όμως, όταν μας έρχεται ο συνηθισμένος πόλεμος, χτυπιέται και αγωνίζεται ο νούς και δεν του επιτρέπεται κεφάλι να σηκώσει, γατί έχει πιά αποκτήσει την ποιότητα λογής λογής παθών. Όμως ζητώντας πιο πολύ θα βρεί. Κι αν χτυπάει την πόρτα, θα του ανοίξουν (πρβλ. Ματθ. ζ΄8).

31. Μην προσεύχεσαι να γίνουν τα δικά σου θελήματα, γιατί χωρίς άλλο δε συμφωνούν με του Θεού το θέλημα. Να προσεύχεσαι μάλλον καθώς διδάχτηκες λέγοντας «γενηθήτω το θέλημα σου εν εμοί» (πρβλ. Λουκ.κβ΄42). Και για κάθε πράγμα με τον ίδιο τρόπο να ζητάς να γίνεται το δικό του θέλημα. Γιατί θέλει ο Θεός το αγαθό κι αυτό, που συμφέρει στην ψυχή σου. Εσύ οπωσδήποτε δεν θα το ζητάς αυτό.

32. Πολλές φορές στην προσευχή μου ζήτησα να γίνει αυτό, που εγώ νόμιζα καλό. Και επέμεινα στο αίτημα εκβιάζοντας ασυλλόγιστα το θέλημα του Θεού μη αναθέτοντας σ’αυτόν να οικονομήσει ό,τι εκείνος ξέρει για συμφέρον μου. Και όμως, όταν έλαβα ό,τι ζητούσα δυσανασχέτησα πολύ, επειδή δε ζήτησα να γίνει μάλλον το θέλημα του Θεού. Δεν ανταποκρίθηκε δηλαδή στις προσδοκίες μου ό,τι του ζήτησα.

33. Τι είναι αγαθό παρά ο Θεός; Ας αναθέσουμε λοιπόν σ’αυτόν όλα μας τα ζητήματα κι όλα θα πάνε καλά για μας. Γιατί αυτός, που είναι αγαθός, είναι οπωσδήποτε και αγαθών δωρεών χορηγός.

34. Μη λυπάσαι, όταν δεν παίρνεις από το Θεό αμέσως ό,τι ζητάς. Γιατί θέλει να σε ευεργετήσει ακόμα πιο πολύ, αν μένεις αφοσιωμένος σ’αυτόν με την επίμονη προσευχή. Και τι άλλο είναι ανώτερο από τη συναναστροφή σου με το Θεό και από την απασχόλησή σου με τη μαζί του επικοινωνία;

35. Απερίσπαστη προσευχή είναι ύψιστη νόηση του νού.

36. Η προσευχή είναι ανάβαση του νού προς το Θεό.

37. Αν ποθείς να προσευχηθείς, απαρνήσου τα πάντα, για να κληρονομήσεις το πάν.

38. Προσευχήσου πρώτα να γίνεις καθαρός από τα πάθη. Προσευχήσου δεύτερο να απαλλαγείς από την άγνοια και τη λήθη. Προσευχήσου τρίτο να γλιτώσεις από κάθε πειρασμό και εγκατάλειψη.

39. Ζήτα στην προσευχή σου μόνο τη δικαιοσύνη του Θεού και τη βασιλεία του (Ματθ.ς΄33), δηλαδή την αρετή και τη γνώση. Κι όλα τα υπόλοιπα θα σου προστεθούν.

40. Είναι δίκαιο να μην προσεύχεσαι μόνο για τη δική σου κάθαρση, αλλά και για κάθε συνάνθρωπό σου, για να μιμηθείς τον αγγελικό τρόπο προσευχής.

41. Πρόσεχε αν στέκεις αληθινά μπρός στον Θεό την ώρα της προσευχής σου ή μήπως νικιέσαι από ανθρώπινο έπαινο κι αυτόν βιάζεσαι να κυνηγήσεις με πρόσχημα το μάκρεμα της προσευχής.

42. Αν προσεύχεσαι μαζί με αδελφούς ή και μόνος σου, αγωνίζου να μην προσεύχεσαι από συνήθεια, αλλά από (και με) συναίσθηση.

43. Συναίσθηση προσευχής σημαίνει ευλαβική και κατανυκτική περίσκεψη και οδύνη της ψυχής με ομολογία των κριμάτων της και μυστικούς στεναγμούς.

44. Αν ο νούς σου ξεκλέβεται ακόμα την ώρα της προσευχής, δεν κατάλαβε ακόμα πως ο μοναχός προσεύχεται, αλλά είναι ακόμα κοσμικός, που στολίζει την εξωτερική σκηνή.

45. Όταν προσεύχεται, φύλαγε με όλη σου τη δύναμη τη μνήμη σου, για να μη σου αραδιάζει τα δικά της, αλλά να παρακινείς τον εαυτό σου να λαβαίνει συνείδηση πως στέκεις μπροστά στο Θεό. Γιατί συνήθως ξεκλέβεται πολύ ο νούς από τη μνήμη την ώρα της προσευχής.

46. Όταν προσεύχεσαι, σου φέρνει η μνήμη ή φαντασίες παλιών πραγμάτων ή καινούργιες φροντίδες ή το πρόσωπο αυτουνού, που σε έχει πικράνει.

47. Ο δαίμονας φθονεί πολύ τον άνθρωπο, που προσεύχεται, και χρησιμοποιεί κάθε μέσο για να παραβλάψει το σκοπό του. Δεν παύει λοιπόν να βάζει σε κίνηση τα νοήματα (έννοιες) των πραγμάτων δια μέσου της μνήμης και ανακατεύει όλα τα πάθη δια μέσου της σάρκας για να μπορέσει να τον εμποδίσει στον άριστο δρόμο και την εκδημία του στο Θεό.

48. Όταν, αν και έκανε πολλά ο παμπόνηρος δαίμονας, δεν μπορέσει να δημιουργήσει εμπόδια στην προσευχή του δικαίου, χαλαρώνει τότε για λίγο την πίεσή του και μετά τον εκδικιέται όταν προσευχηθεί. Γιατί ή αφανίζει, ερεθίζοντάς τον σε οργή, την εξαίρετη κατάσταση της προσευχής, που δημιουργείται μέσα του, ή, ερεθίζοντάς τον σε αλόγιστη ηδονή,περιγελάει υβριστικά το νού.

49. Όταν προσευχηθείς όπως πρέπει, περίμενε αυτά, που δεν πρέπουν, και αντιστάσου γενναία φυλάγοντας τον καρπό σου. Γιατί από την πρώτη αρχή έχεις ταχθεί σε τούτο ακριβώς το έργο, δηλαδή στο «εργάζεσθαι και φυλάσσειν» (Γενέσ. β΄15). Μη λοιπόν, αφού δούλεψες, αφήνεις αφύλαχτο ό,τι πραγματοποιήθηκε. Αλλιώς δεν ωφελεί σε τίποτε η προσευχή σου.

50. Όλος ο πόλεμος, που γίνεται ανάμεσα σε μας και τους ακάθαρτους δαίμονες, δε γίνεται για τίποτε άλλο παρά για την πνευματική προσευχή. Οι δαίμονες εχθρεύονται πολύ την προσευχή και τους είναι πολύ δυσάρεστη, ενώ για μας είναι σωτήρια και πάρα πολύ χρήσιμη.

51. Τι θέλουν να ενεργούν μέσα μας οι δαίμονες; Γαστριμαγία, πορνεία, φιλαργυρία, οργή, μνησικακία και τα υπόλοιπα πάθη, ώστε, αφού χοντρήνει ο νούς από αυτά, να μην μπορεί να προσευχηθεί όπως πρέπει. Γιατί όταν κυριαρχήσουν τα πάθη του μη λογικού μέρους της ψυχής, δεν αφήνουν το νού να κινείται λογικά.

52. Εργαζόμαστε και εφαρμόζουμε τις αρετές για τους λόγους των γεγονότων, αυτών, που έχουν γίνει, των δημιουργημάτων δηλαδή. Και του λόγους των γεγονότων για το λόγο, που τους δίνει ουσία και ύπαρξη. Κι αυτός συνήθως φανερώνεται στην κατάσταση της προσευχής.

53. Κατάσταση προσευχής είναι μόνιμη ψυχική διάθεση, ελεύθερη από πάθη, που αρπάζει το φιλόσοφο νού σε ύψος νοητό με πολύ σφορδό έρωτα.

54. Δεν πρέπει να είναι όποιος θέλει να προσευχηθεί αληθινά, μόνο κύριος του θυμού και της επιθυμίας, αλλά και ελεύθερος από κάθε νόημα εμπαθές (διαποτισμένο ή επηρεασμένο από πάθος).

55. Όποιος αγαπάει το Θεό, κουβεντιάζει μαζί του σαν με τον πατέρα του, ενώ ταυτόχρονα σιχαίνεται κάθε νόημα γεμάτο παθος (εμ-παθές).

56. Το ότι κάποιος έχει πετύχει την απάθεια, δε σημαίνει πως και προσεύχεται αληθινά. Γιατί μπορεί να βρίσκεται μπλεγμένος στα γυμνά νοήματα και να τραβάει την προσοχή του η γνώση στα γυμνά νοήματα και να βρίσκεται μακρυά από το Θεό.

57. Όταν δε μένει ώρα πολλή ο νούς στις γυμνές έννοιες των πραγμάτων, δε σημαίνει αυτό πως έφτασε κι όλας σε κατάσταση προσευχής. Γιατί μπορεί να βρίσκεται πάντα σε κατάσταση θεωρίας των πραγμάτων (δηλ. έννοιες πραγμάτων), δίνουν σχήμα και μορφή στο νού και τον οδηγούν μακρυά από το Θεό.

58. Αν ο νούς δεν ξεπέρασε τη θεωρεία (θεώρηση) της σωματικής φύσης, δεν είδε τέλεια τον τόπο του Θεού. Γιατί μπορεί να μένει στην γνώση των πραγμάτων και να παίρνει μορφή σύμφωνη μ’αυτά.

59. Αν θέλεις να προσευχηθείς, έχεις ανάγκη του Θεού, που δίνει «ευχήν τω ευχομένω» δίνει λόγια προσευχής σ’όποιον προσεύχεται (Α΄ Βασ. β΄ 9). Να τον επικαλείσαι λοιπόν λέγοντας «αγιασθήτω το όνομά σου, ελθέτω η βασιλεία σου» (Ματθ.ς΄9), δηλαδή να έρθει το Άγιο Πνεύμα και ο Μονογενής Σου Υιός. Γιατί έτσι μας δίδαξε ο Χριστός, όταν έλεγε, πως πρέπει να προσκυνούμε και να λατρεύουμε τον Πατέρα «εν Πνεύματι και αληθεία» (Ιω. δ΄ 24).

60. Όποιος προσεύχεται «εν πνεύματι και αληθεία» δε δοξάζει το Θεό παίρνοντας αφορμή από τα κτίσματα, αλλά τον υμνεί παίρνοντας αφορμή από αυτόν τον ίδιο.

61. Αν είσαι θεολόγος, θα προσευχηθείς αληθινά. Κι αν προσεύχεσαι αληθινά, είσαι θεολόγος.

62. Όταν ο νούς σου, από πολύν πόθο για το Θεό μοιάζει να αποτραβιέται σιγά σιγά από τη σάρκα και σιχαίνεται όλα τα νοήματα, που προέρχονται από τις αισθήσεις ή τη μνήμη ή την ιδιοσυγκρασία γεμίζοντας από χαρά και ευλάβεια, τότε να θεωρείς πως έχεις πλησιάσει τα όρια της αληθινής προσευχής.

63. Συμπάσχοντας με την ασθένειά μας το Άγιο Πνεύμα έρχεται σε μάς αν και είμαστε ακάθαρτοι. Κι αν βρεί να προσεύχεται μόνον ο νούς σ’αυτό και σύμφωνα με την αλήθεια, τότε επιβιβάζεται σ’αυτόν και εξαφανίζει όλη τη φάλαγγα των λογισμών ή των νοημάτων, που τον περικυκλώνει, παρακινώντας τον σε έρωτα πνευματικής προσευχής.

64. Όλοι οι υπόλοιποι παράγοντες δημιουργούν στο νού σκέψεις ή ιδέες ή εσωτερικές θεωρήσεις (θεάσεις) αλλοιώνοντας το σώμα. Ο Κύριος όμως κάνει το αντίθετο. Τοποθετεί μέσα στο νού τη γνώση, επιβαίνοντας στον ίδιο το νού αυτών, που θέλει. Και δια μέσου του νού κατευνάζει και καταπραΰνει την ακράτεια του σώματος.

65. Όποιος αγαπάει την αληθινή προσευχή, αλλά θυμώνει και μνησικακεί, δεν είναι αψεγάδιαστος. Γιατί μοιάζει μ’εκείνον, που θέλει να βλέπει καλά και καθαρά, αλλά κουνάει ταραγμένα και νευρικά τα μάτια του.

66. Αν ποθείς να προσευχηθείς, μην κάνεις τίποτε από όσα είναι αντίθετα από την προσευχή, για να σε πλησιάσει ο Θεός και να συμπορευθεί μαζί σου.

67. Μη συλλάβεις μέσα σου οποιοδήποτε σχήμα του Θεού, όταν προσεύχεσαι, και μην επιτρέπεις να λάβει κάποια μορφή ο νούς, αλλά να προσεύχεσαι άυλα στον άυλο και θα καταλάβεις.

68. Φυλάξου από τις παγίδες των εχθρών. Συμβαίνει δηλαδή ενώ προσεύχεσαι καθαρά και χωρίς εσωτερική ταραχή, να σου έρχεται μονομιάς κάποια μορφή παράδοξη και αλλόκοτη και να σου δημιουργεί μεγάλη ιδέα για τον ευατό σου, επειδή στη μορφή εκείνη τοποθετείς το Θεό. Κι αυτό, για να σε πείσει πως με το μέγεθος, δηλαδή αυτή η αλλόκοτη μορφή, που σου φανερώθηκε έτσι μονομιάς και ξαφνικά είναι το θείο. Όμως το θείο είναι άποσο (ξένο προς κάθε ποσότητα και μέγεθος) και ασχημάτιστο (ελεύθερο από κάθε περιοριστικό εξωτερικό σχήμα).

69. Όταν ο φθονερός δαίμονας δεν θα μπορέσει να κινήσει τη μνήμη την ώρα της προσευχής, τότε εκβιάζει την κράση του σώματος να παράγει κάποια φαντασία στο νού και να του αλλάξει έτσι (του νού δηλαδή) τη μορφή. Κι αυτός, που είναι συνηθισμένος να βρίσκεται πάντα μαζί με νοήματα, εύκολα λυγίζει. Κι όποιος βιάζεται να φτάσει στην άυλη και ασχημάτιστη γνώση, ξεγελιέται κατέχοντας καπνό αντί για φώς.

70. Στάσου στη σκοπιά σου φυλάγοντας το νού σου από νοήματα την ώρα της προσευχής, για να ολοκληρώσεις την αίτησή σου και να μείνεις στην ηρεμία σου σταθερά, ώστε να επιφοιτήσει και σε σένα αυτός, που συμπάσχει με όσους αγνοούν. Και τότε θα λάβεις δώρο προσευχής παρά πολύ λαμπρό.

71. Δεν θα μπορέσεις να προσευχηθείς καθαρά, αν μπερδεύεσαι με υλικά πράγματα και ταράζεσαι με αδιάκοπες φροντίδες. Γιατί προσευχή είναι απόθεση (απομάκρυση από το νού, απαλλαγή του από) νοημάτων.

72. Ο δεμένος δεν μπορεί να τρέξει. Ούτε νούς, που δουλεύει σαν σκλάβος σε πάθος, μπορεί να ιδεί τόπο προσευχής πνευματικής. Γιατί τραβιέται και μεταφέρνεται εδώ κι εκεί απ΄το εμπαθές (δηλαδή το δέσμιο σε πάθος) νόημα και υπό την προϋπόθεση αυτή δεν θα έχει τόπο, όπου να στέκεται ακλόνητα και σταθερά.

73. Όταν λοιπόν ο νούς προσεύχεται καθαρά και ελεύθερος από πάθη (απαθώς), τότε οι δαίμονες δεν του κάνουν επίθεση από τα αριστερά (δηλαδή με αρνητικό τρόπο), αλλά από τα δεξιά (δηλαδή με θετικό τρόπο). Του υποβάλλουν δηλαδή μια ιδέα και κάποιο σχήμα από αυτά, που αγάπαει η αίσθηση, ώστε να του φαίνεται πως πέτυχε τέλεια το σκοπό της προσευχής. Και αυτό, είπε ένας με φωτισμένη γνώση άνθρωπος, γίνεται από το πάθος της κενοδοξίας και προκαλείται από το δαίμονα, που αγγίζει τον εγκέφαλο.

74. Νομίζω πως ο δαίμονας, ο οποίος αγγίζει τον τόπο, που ανάφερα πιο πάνω, μετατρέπει το γύρω από το νού φώς όπως θέλει. Έτσι κινείται το πάθος της κενοδοξίας σε λογισμό, ο οποίος δίνει ανόητα τέτοια μορφή στον ασχημάτιστο νού, που να φαίνεται σαν εντοπισμός της θείας και ουσιώδους γνώσεως. Κι αν ένας τέτοιος άνθρωπος δεν ενοχλείται από σαρκικά και ακάθαρτα πάθη, αλλά τάχα βρίσκεται στον τόπο της προσευχής με καθαρή διάθεση, του φαίνεται πως δεν του συμβαίνει μέσα του πια καμιά αντίθετη ενέργεια υποθέτει επομένως πως η εμφάνιση στο νού του, που γίνεται από το δαίμονα, είναι θεία. Αυτό το κάνει ο δαίμονας με πολλή επιτηδειότητα και δια μέσου του εγκεφάλου αλλοιώνει το φώς, που συνδέεται με τον εγκέφαλο, και του δίνει τέτοια μορφή, που αναφέραμε προηγουμένως.

75. Όταν έρθει άγγελος Θεού, μ’ένα του λόγο μόνο παύει από πάνω μας κάθε εχθρική ενέργεια και κινεί το φώς του νού, ώστε να ενεργεί χωρίς παραπλάνηση.

76. Αυτό, που λέγεται στην Αποκάλυψη, ότι ο άγγελος φέρνει το θυμίαμα για να το προσφέρει με τις προσευχές των αγίων (Αποκαλ. η΄ 3-4), νομίζω πως είναι αυτή η χάρη, που ενεργείται δια μέσου του αγγέλου. Γιατί βάζει μέσα στην ψυχή γνώση της αληθινής προσευχής, ώστε να μένει στο εξής ο νούς έξω από κάθε κλονισμό, ακηδία (πνευματική νάρκη και αδράνεια) και αμέλεια.

77. Λέγεται στην Αποκάλυψη πως οι φιάλες των θυμιαμάτων είναι οι προσευχές των αγίων, τις οποίες κρατούσαν οι εικοσιτέσσερις πρεσβύτεροι (Αποκ. ε΄8). Πρέπει κάτω από την εικόνα της φιάλης να εννοήσουμε τη φιλία με το Θεό, δηλαδή την τέλεια και πνευματική αγάπη, που, όταν υπάρχει, γίνεται η προσευχή «εν πνεύματι και αληθεία» (Ιω. δ΄ 23-24).

78. Όταν νομίσεις πως δεν χρειάζεσαι δάκρυα στην προσευχή σου, σκέψου πόσο απέχεις από το Θεό, ενώ έπρεπε να είσαι διαρκώς μαζί του και μέσα του, και τότε θα δακρύσεις με μεγαλύτερη θέρμη.

79. Βεβαιότατα, όταν έχεις επίγνωση των μέτρων σου, ευχαρίστως θα πενθήσεις ελεεινολογώντας τον εαυτό σου σύμφωνα με ό,τι λέει ο προφήτης Ησαΐας πως, αν και είσαι ακάθαρτος και βρίσκεσαι ανάμεσα σε τέτοιο λαό (παθών), τολμάς να στέκεις μπροστά στον Κύριο σαβαώθ (Ησ.ς΄ 5);

80. Αν προσεύχεσαι αληθινά, θα βρείς πολλή εσωτερική πληροφόρηση. Και θα έρθουν μαζί σου άγγελοι, όπως και στο Δανιήλ, και θα σε φωτίσουν να κατανοήσεις τους λόγους των γινομένων (Δανιήλ β΄ 19).

81. Να ξέρεις πως μας παρακινούν βέβαια οι άγιοι άγγελοι σε προσευχή και μας προστατεύουν με χαρά και προσεύχονται για μας (Ζαχ.α΄ 12, Τωβ. ιβ΄ 12). Αν λοιπόν δείξουμε αμέλεια και δεχτούμε αντιθέτους λογισμούς, τους παροργίζουμε πολύ, γιατί αυτοί βέβαια αγωνίζονται τόσο πολύ για μάς. Εμείς όμως ούτε για τον εαυτό μας δεν θέλουμε να παρακαλέσουμε το Θεό, αλλά καταφρονώντας το ιερό τους λειτούργημα και εγκαταλείποντας το Δεσπότη και Θεό τους συνομιλούμε με τους ακάθαρτους δαίμονες.

82. Να προσεύχεσαι με αταραξία και πραότητα και να ψάλλεις «συνετώς» (Ψαλμ. μς΄ 8), με συναίσθηση δηλαδή και κοσμιότητα και θα μοιάζεις αετόπουλο, που σηκώνεται στα αιθέρια ύψη.

83. Η ψαλμωδία γαληνεύει τα πάθη και κάνει να ηρεμεί η ακράτεια του σώματος. Η προσευχή πάλι κάνει το νού να προβαίνει σ’εκείνη ακριβώς την ενέργεια, που είναι εντελώς δική του.

84. Προσευχή είναι η ενέργεια που πρέπει στην αξία του νού. Είναι με άλλα λόγια ανώτερη και γνήσια χρήση του.

85. Η ψαλμωδία είναι ενέργεια πολύμορφης σοφίας. Και η προσευχή είναι προοίμιο άυλης και πολύμορφης γνώσης.

86. Η γνώση είναι ωραιότατη. Γιατί συμπράττει με την προσευχή ξυπνώντας την άυλη δύναμη του νού με το σκοπό να προβεί σε θεωρεία θείας γνώσης.

87. Αν δεν έλαβες ακόμα χάρισμα προσευχής ή ψαλμωδίας, επίμενε και θα λάβεις.

88. «Έλεγε δε αυτοίς παραβολήν προς το δείν αυτούς πάντοτε προσεύχεσθαι και μην εκκακείν» (Λουκ ιη΄ 1-8: τους είπε ο Κύριος Ιησούς μια παραβολή για να τους διδάξει, πως πρέπει να προσεύχονται και να μην αποκάμνουν επιμένοντας στην προσευχή). Λοιπόν μη χάνεις το θάρρος σου στο μεταξύ μήτε την καλή σου διάθεση, επειδή δεν έχεις λάβει ό,τι ζήτησες. Θα το λάβεις τελικά. Ο Κύριος κατέληξε στο παρακάτω συμπέρασμα στην παραπάνω παραβολή: «Αν και δεν φοβούμαι Θεό και πρόσωπο ανθρώπου δεν ντρέπομαι -είπε μέσα του ο άδικος εκείνος δικαστής-όμως επειδή μου έγινε ενοχλητική η γυναίκα ετούτη -η χήρα- θα της αποδώσω το δίκαιό της». «Με τον ίδιο λοιπόν τρόπο και ο Θεός θα αποδώσει γρήγορα το δίκαιο σ’αυτούς, που κράζουν σ’Αυτόν νύχτα και μέρα». Έχε λοιπόν χαρά και επίμενε κοπιαστικά στην άγια προσευχή.

89. Μη θέλεις να γίνουν τα ζητήματά σου, όπως φαίνεται σε σένα σωστό, αλλά όπως αρέσει στο Θεό. Και θα είσαι ατάραχος και ευγνώμων (καλόγνωμος) στην προσευχή σου.

90. Κι αν ακόμα σου φαίνεται πως είσαι μαζί με το Θεό, να φυλάγεσαι από το δαίμονα της πορνείας. Γιατί είναι πολύ απατεώνας και πάρα πολύ φθονερός και θέλει να είναι γρηγορότερος από την κίνηση και τη νήψη του νού σου, ώστε αν είναι δυνατό, και από το Θεό να τον αποσπάσει καθώς στέκει μπροστά του με ευλάβεια και φόβο.

91. Αν δείχνεις επιμέλεια στην προσευχή, να ετοιμάζεσαι να δεχτείς επιθέσεις δαιμόνων και να υπομένεις με γενναιότητα τις μάστιγες (πρβλ. Ψαλμ. λζ΄ 18). Γιατί θα σου επιτεθούν σαν άγρια θηρία και θα κακοποιήσουν ολόκληρο το σώμα σου.

92. Να προετοιμάζεσαι σαν έμπειρος αγωνιστής να μην κλονιστείς κι αν ιδείς ξαφνικά κάποιο φανταστικό πλάσμα. Κι αν δείς σπαθί ξεγυμνωμένο εναντίον σου (πρβλ. Αριθ. κβ΄ 23) ή λαμπάδα, που να έρχεται καταπάνω στο πρόσωπό σου, μην ταράζεσαι. Κι αν δείς κάποια σιχαμερή μορφή και ματωμένη, πάλι μη χάνεις το ηθικό σου. Στάσου, αντίθετα, ορθός ομολογώντας την καλή ομολογία (πρβλ. Α΄ Τιμ.ς΄ 12) και τότε θα ιδείς κατάματα τους εχθρούς σου.

93. Όποιος υποφέρει τα λυπηρά, θα πετύχει και τα χαρούμενα. Και όποιος ανέχεται με καρτερικότητα τα αηδιαστικά συμβάματα, δεν θα στερηθεί και τα ευχάριστα.

94. Κοίταξε μη σε ξεγελάσουν οι δαίμονες με καμιά οπτασία. Αντίθετα γύρνα με περίσκεψη στην προσευχή και παρακάλα το Θεό, ώστε αν είναι το νόημα από αυτόν, να σε φωτίσει ο ίδιος. Και έχε θάρρος, γιατί δε θα σταθούν οι σκύλοι, όταν εσύ όλος φωτιά χρησιμοποιείς τη συνομιλία με το Θεό. Γιατί αμέσως θα διωχτούν μακριά, ενώ θα μαστιγώνονται μυστικά από τη δύναμη του Θεού.

95. Είναι δίκαιο να μην αγνοείς και ετούτο το δόλο κάποτε οι δαίμονες χωρίζονται μεταξύ τους. Κι αν φανεί πως ζητάς βοήθεια, μπαίνουν οι υπόλοιποι μετασχηματισμένοι σε αγγέλους και διώχνουν τους πρώτους. Κι αυτό το κάνουν, για να γελαστείς από αυτούς με τη σκέψη πως είναι άγγελοι.

96. Φρόντισε να έχεις πολλή ταπεινοφροσύνη και (ανδρεία=) γενναίο φρόνημα, οπότε δεν πρόκειται να αγγίξει την ψυχή σου επήρεια δαιμονική. «Και μάστιξ ουκ εγγιεί εν τω σκηνώματί σου, ότι τοις αγγέλοις αυτού εντελείται περί σου του διαφυλάξαί σε» (Ψαλμ.στ'10: Μάστιγες δηλαδή συμφορών δεν θα αγγίξουν την κατοικία σου γιατί θα δώσει στους αγγέλους εντολή για σένα να σε προφυλάξουν). Και οι άγγελοι μυστικά θα απομακρύνουν από κοντά σου όλη την εχθρική ενέργεια.

97. Όποιος φροντίζει να ασκεί την καθαρά προσευχή, θα ακούει θορύβους και χτύπους και φωνές και (θα υποστεί) βλάβες από τους δαίμονες. Όμως δεν θα κατσουφιάσει ούτε θα προδώσει το λογισμό του λέγοντας στο Θεό «ου φοβηθήσομαι κακά ότι συ μετ’εμού ει» (Ψαλμ. κβ΄ 4: Δε θα φοβηθώ μήπως μου συμβεί κανένα κακό, γιατί εσύ είσαι μαζί μου) και τα παρόμοια.

98. Σε περίπτωση πειρασμού αυτού του είδους να κάνεις σύντομη και πολύ εντατική προσευχή.

99. Αν σε απειλήσουν δαίμονες να φανούν ξαφνικά από τον αέρα και να σε ξαφνιάσουν και να παρασύρουν το νού σου, μην τους φοβηθείς. Ούτε να δείξεις ιδιαίτερο ενδιαφέρον και φροντίδα για την απειλή τους. Γιατί σε φοβερίζουν θέλοντας να δοκιμάσουν αν τυχόν τους προσέχεις ή τους περιφρονείς εντελώς.

100. Αν την ώρα της προσευχής σου βρίσκεσαι μπροστά στον παντοκράτορα και δημιουργό και προνοητή του παντός Θεό, γιατί κάνεις την παράσταση σου αυτή τόσο ανόητα, παραμερίζοντας το φόβο του Θεού, που απ’ αυτόν τίποτε δεν είναι μεγαλύτερο; Γιατί φοβάσαι τόσο ανόητα κουνούπια και σκαθάρια; Ή μήπως δεν άκουσες αυτόν, που λέγει «Κύριον τον Θεόν σου φοβήση» (Δευτ. ς΄ 13), δηλαδή να δείχνεις φόβο βαθύ και σεβασμό στον Κύριο και Θεό σου; Και αλλού «Ον φρίττει και τρέμει πάντα από προσώπου της δυνάμεως αυτού» και όσα λέγονται στη συνέχεια; (Στην προσευχή του Μανασσή).

101. Όπως το ψωμί είναι τροφή του σώματος και η αρετή της ψυχής, έτσι και η πνευματική προσευχή είναι τροφή του νού.

102. Μην προσεύχεσαι με φαρισαϊκό, αλλά με τελωνιακό φρόνημα και τρόπο στον ιερό τόπο της προσευχής, για να δικαιωθείς και εσύ από τον Κύριο (Λουκ. ιη΄ 10-14).

103. Να αγωνίζεσαι να μην καταριέσαι κανένα στην προσευχή σου, για να μη γκρεμίζεις όσα χτίζεις, κάνοντας έτσι σιχαμερή την προσευχή σου.

104. Ας σε διδάσκει αυτός, που χρωστούσε τα μύρια (=10.000) τάλαντα. Αν δηλαδή δεν συγχωρέσεις αυτόν, που σου φταίει, ούτε κι εσύ ο ίδιος θα πετύχεις τη συγχώρεση. Γιατί, λέει το άγιο Ευαγγέλιο, τον παρέδωσε (τον χρεώστη των μυρίων ταλάντων που δεν συγχώρεσε το δικό του χρεώστη) στους βασανιστές (Ματθ. ιη΄ 24-35).

105. Διώχνε μακριά σου τις ανάγκες του σώματος την ώρα της προσευχής, για να μη χάσεις το μέγιστο κέρδος της προσευχής σου όταν σε τσιμπάει ψύλλος ή ψείρα ή κουνούπι ή μύγα.

106. Έφτασε ως εμένα η φήμη για κάτι, που συνέβηκε σ’έναν άγιο. Όταν εκείνος προσευχόταν, του αντιστεκόταν τόσο πολύ ο πονηρός, ώστε μόλις σήκωνε τα χέρια του σε προσευχή να παίρνει ο πονηρός τη μορφή λεονταριού και να σηκώνει τα δύο του μπροστινά ποδάρια για να μπήξει τα νύχια του στα νεφρά του κι από τις δύο μεριές και να μη φεύγει απ’αυτόν προτού να κατεβάσει ο άγιος τα χέρια του, πριν δηλαδή να τελειώσει την προσευχή του. Εκείνος όμως ποτέ δεν κατέβαζε τα χέρια του από την δεητική τους ύψωση προτού κάνει τις συνηθισμένες του ευχές.

107. Τέτοιος ήταν, όπως τον γνώρισα, και ο Ιωάννης ο μικρός, που έζησε τη ζωή της ησυχίας σε λάκκο. Είπα ο Ιωάννης ο «μικρός», πιο σωστό όμως θα ήταν να έλεγα ο πάρα πολύ μεγάλος μοναχός. Αυτός έμεινε ακίνητος στην επικοινωνία του με το Θεό, ενώ ο δαίμονας σαν φίδι μεγάλο τυλίχθηκε ολόγυρα στο σώμα του μασώντας τις σάρκες του και ξερνώντας στο πρόσωπό του.

108. Οπωσδήποτε θα διάβασες κι εσύ τους βίους των αγίων ταβεννησιωτών μοναχών. Σύμφωνα με όσα λέγονται εκεί, ενώ μιλούσε ο αββάς Θεόδωρος στους αδελφούς, ήρθαν δύο οχιές κάτω από τα πόδια του. Εκείνος όμως χωρίς να ταραxτεί ανασήκωσε τα πόδια του και κάμνοντας καμάρα τις δέχτηκε μέσα, ώσπου τελείωσε το λόγο του. Και τότε έδειχνε τις οχιές εξηγώντας το πράγμα.

109. Για άλλον πνευματικό αδελφό διάβασα πως, ενώ προσευχόταν, ήρθε μια οχιά και του δάγκωσε το πόδι. Αυτός όμως δεν κατέβασε τα χέρια του πρωτού τελειώσει την συνηθισμένη του προσευχή. Και δεν έπαθε τίποτε, γιατί αγάπησε το Θεό πιο πολύ από τον εαυτό του.

110. Έχε ασάλευτο το μάτι σου την ώρα της προσευχής σου και, αφού αρνηθείς τη σάρκα και την ψυχή σου, ζήσε την κατά νουν (πνευματική) ζωή.

111. Εναντίον κάποιου άλλου αγίου, που προσευχόταν έντονα και ησύχαζε στην έρημο, ήρθαν δαίμονες και επί δύο εβδομάδες έπαιζαν μ’αυτόν σαν να ήταν μπάλλα καθώς τον τίναζαν στον αέρα και τον δέχονταν πάλι στην ψάθα. Και όμως δεν μπόρεσαν καθόλου να κατεβάσουν το νού του από την έξαρση της ένθερμης, της όλο φλόγα προσευχής.

112. Έναν άλλο φιλόθεο πάλι, ενώ βάδιζε στην έρημο και έκανε σκέψεις προσευχής, τον πλησίασαν δύο άγγελοι και τον είχαν στη μέση περπατώντας μαζί του. Αυτός όμως δεν τους πρόσεχε καθόλου για να μην χάσει το πιο μεγάλο. Γιατί θυμήθηκε τον αποστολικό λόγο «Ούτε άγγελοι ούτε αρχαί ούτε δυνάμεις δυνήσονται ημάς χωρίσαι από της αγάπης του Χριστού» (Ρωμ. η΄ 38: ούτε άγγελοι ούτε αρχαί ούτε δυνάμεις, δηλαδή καμιά τάξη αγγέλων, δεν θα μπορέσουν να μας χωρίσουν από την αγάπη του Χριστού).

113. Ο μοναχός γίνεται με την προσευχή ισάγγελος, επειδή λαχταράει να ιδεί «το πρόσωπον του Πατρός του εν ουρανοίς» (πρβλ. Ματθ. ιη΄ 10).

114. Μην επιδιώκεις να δεχτείς την ώρα της προσευχής με κανένα τρόπο μορφή ή σχήμα.

115. Μην ποθείς να ιδείς αγγέλους ή δυνάμεις ή το Χριστό αισθητά για να μη σου φύγει εντελώς το μυαλό, επειδή δέχεσαι λύκον αντί για ποιμένα και προσκυνάς εχθρούς δαίμονες.

116. Αρχή της πλάνης του νου είναι η κενοδοξία. Από αυτήν κινείται ο νούς και προσπαθεί να προσδιορίζει το θείο με σχήματα και μορφές.

117. Εγώ θα πω το δικό μου λόγο, που και σε νεώτερους έχω πεί: Μακάριος ο νούς, που την ώρα της προσευχής απόκτησε τέλεια αμορφία.

118. Μακάριος ο νούς, που, επειδή προσεύχεται απερίσπαστα, αποκτάει πάντα περισσότερο πόθο για το Θεό.

119. Μακάριος ο νούς, που την ώρα της προσευχής γίνεται άυλος και ακτήμων.

120. Μακάριος ο νούς, που αποξενώνεται από κάθε αίσθηση (αντίληψη) υλικών πραγμάτων την ώρα της προσευχής.

121. Μακάριος ο μοναχός, που μετά το Θεό θεωρεί κάθε άνθρωπο σα Θεό.

122. Μακάριος ο μοναχός, που βλέπει με όλη του τη χαρά σαν δική του τη σωτηρία και την προκοπή όλων.

123. Μακάριος ο μοναχός, που θεωρεί τον εαυτό του σαν ολωνών παλιοσκούπιδο.

124. Μοναχός είναι εκείνος, που είναι απ’όλα και όλους χωρισμένος και όμως με όλους και όλα συνταιριασμένος.

125. Μοναχός είναι αυτός, που θεωρεί τον εαυτό του ένα με όλους, επειδή θαρρεί πως στον καθένα βλέπει αδιάκοπα τον ίδιο τον εαυτό του.

126. Κάνει προσευχή εκείνος, που πάντα προσφέρει στο Θεό ως καρπό την πρώτη του σκέψη.

127. Ως μοναχός να αποφεύγεις κάθε ψέμα και κάθε όρκο, αν ποθείς να προσευχηθείς. Αλλιώς άδικα έχεις το σχήμα (του μοναχού), που δεν σου ταιριάζει.

128. Αν θέλεις να προσευχηθείς με το πνεύμα, μην αντλήσεις τίποτε από τη σάρκα. Και τότε δεν θα έχεις σύννεφο, που να σε σκοτίζει την ώρα της προσευχής.

129. Εμπιστέψου στο Θεό την ανάγκη του σώματος και θα φανερώσεις πως του εμπιστεύεσαι και του πνεύματος την ανάγκη.

130. Αν πετύχεις την πραγμάτωση των επαγγελιών (δηλαδή των υποσχέσεων του Θεού, Εβρ.ια΄ 33),θα βασιλέψεις. Αποβλέποντας λοιπόν σ’αυτές, θα υποφέρεις ευχαρίστως τη φτώχεια του παρόντος.

131. Μην αφήνεις τη φτώχεια και τη θλίψη που αποτελούν τις ύλες της ανάλαφρης προσευχής.

132. Ας σου χρησιμεύουν οι σωματικές αρετές ως εγγύηση για τις ψυχικές, οι ψυχικές για τις πνευματικές και αυτές για την άυλη και πνευματική γνώση.

133. Όταν προσεύχεσαι εναντίον κάποιου λογισμού, αν ο λογισμός εύκολα ηρεμήσει, σκέψου από πού προέρχεται αυτό, μήπως πέσεις σε παγίδα και ξεγελαστείς και παραδώσεις τον εαυτό σου.

134. Μερικές φορές σου υποβάλλουν οι δαίμονες λογισμούς (σκέψεις) και πάλι σε ερεθίζουν να προσευχηθείς τάχα εναντίον τους ή να τους αντικρούσεις, οπότε υποχωρούν θεληματικά. Αυτό όμως το κάνουν για να γελαστείς έχοντας μεγάλη ιδέα για τον ευατό σου, πως δηλαδή άρχισες να νικάς τους λογισμούς σου και να προκαλείς φόβο στους δαίμονες.

135. Αν προσεύχεσαι εναντίον κάποιου πάθους ή εναντίον κάποιου δαίμονα, που σε ενοχλεί, να θυμάσαι αυτόν, που λέει «καταδιώξω τους εχθρούς μου και καταλήψομαι αυτούς, έως αν εκλίπωσιν· εκθλίψω αυτούς και ου μη δύνωνται στήναι· πεσούνται υπό τους πόδας μου» κ.λπ. (Ψαλμ ιζ΄ 38-39: θα κυνηγήσω τους εχθρούς μου και θα τους πιάσω· και δεν θα γυρίσω πίσω προτού τους εξολοθρέψω ώσπου να χαθούν εντελώς. Θα τους πιέσω τόσο πολύ, ώστε να μην μπορούν να σταθούν πιά. Θα πέσουν νικημένοι κάτω από τα πόδια μου…). Και αυτά θα τα λές στην ώρα τους, αν οπλίζεις τον εαυτό σου με ταπεινοφροσύνη εναντίον των αντιπάλων.

136. Να μη νομίζεις πως έχεις αποκτήσει κάποια αρετή, αν προηγουμένως δεν έχεις αγωνιστεί γι’αυτήν μέχρις αίματος. Γιατί σύμφωνα με ό,τι λέει ο θείος απόστολος Παύλος, πρέπει να αντιστεκόμαστε μέχρι θανάτου εναντίον της αμαρτίας με αγωνιστικό φρόνημα και αψεγάδιαστα (πρβλ. Εβρ. ιβ΄ 4, Εφεσ. ς΄ 11 εξ.).

137. Αν ωφελήσεις κάποιον, θα βλαφτείς από κάποιον άλλον. Κι αυτό για να πείς ή να κάνεις κάτι άπρεπο, επειδή αδικεύεσαι, και να σκορπίσεις έτσι άσχημα αυτό, που μάζεψες καλά. Αυτός είναι ο στόχος των πονηρών δαιμόνων. Γι’ αυτό πρέπει να προσέχεις μυαλωμένα και συνετά.

138. Να δέχεσαι τις βίαιες επιθέσεις των πονηρών δαιμόνων, που έγιναν εναντίον σου φροντίζοντας πώς να αποτινάξεις το δουλικό ζυγό τους.

139. Οι δαίμονες επιδιώκουν να ενοχλούν μόνοι τους (με άμεση ενέργειά τους) τον πνευματικό δάσκαλο τη νύχτα και δια μέσου των ανθρώπων τη μέρα, περιτριγυρίζοντάς τον με διάφορες δυσάρεστες καταστάσεις, συκοφαντίες και κινδύνους.

140. Μην αποφεύγεις τους λευκαντές. Αν και πατούν ενώ χτυπούν και ξαίνουν καθώς το τεντώνουν το πανί, όμως με τα μέσα αυτά γίνεται λαμπρό το ρούχο σου.

141. Εφόσον δεν απαρνήθηκες τα πάθη σου, αλλά ο νους πάει αντίθετα προς την αρετή και την αλήθεια, δεν θα βρείς ευωδιαστό θυμίαμα στον κόρφο σου.

142. Λαχταράς να προσευχηθείς; Μετατοπίσου από τα εδώ και έχε διαρκώς «το πολίτευμα εν ουρανοίς» (Φιλιπ. γ΄ 20: έχε την πατρίδα σου στους ουρανούς), όχι μόνο με λόγια, αλλά με την αγγελική πράξη και τη θεϊκότερη γνώση.

143. Αν μόνον όταν κάνεις κακές πράξεις μνημονεύεις τον Κριτή και θυμάσαι πόσο φοβερός και απροσωπόληπτος είναι δεν έμαθες ακόμα «δουλεύειν τω Κυρίω εν φόβω και αγαλλιάσθαι αυτώ εν τρόμω» (Ψαλμ. β΄ 11: να υπηρετείς τον Κύριο με φόβο και να νιώθεις χαρά στη σκέψη του με τρόμο). Να ξέρεις δηλαδή πως πρέπει μάλλον με ευλάβεια και σεβαστικότητα να τον λατρεύεις και στις πνευματικές ανέσεις και απολαύσεις.

144. Συνετός άνδρας είναι εκείνος, που δε σταματάει πριν από την τέλεια μετάνοια, τη γεμάτη λύπη ανάμνηση των αμαρτημάτων και της δίκαιης τιμωρίας με αιώνια φωτιά, που θα επιβληθεί γι’ αυτά.

145. Αυτός, που αν και είναι ένοχος αμαρτίας και πράξεων, οι οποίες προκαλούν οργή, τολμάει να απλώνεται αδιάντροπα σε γνώση θεϊκότερων πραγμάτων ή προχωρεί ανάξια στην άυλη προσευχή, αυτός ας δεχτεί την αποστολική επιτ΄΄ιμηση, ότι δεν είναι ακίνδυνο γι’αυτόν να προσεύχεται με γυμνό και ακάλυπτο κεφάλι. Έχει υποχρέωση δηλαδή η ψυχή αυτή, λέει ο απόστολος, «κατά κεφαλής εξουσίαν έχει δια τους αγγέλους» (Α΄ Κορ.ια΄ 5 εξ.: έχει υποχρέωση να έχει στο κεφάλι της -στο αποστολικό κείμενο η γυναίκα, κατά τον άγιο Νείλο μεταφορικά η ψυχή- κάποιο σύμβολο εξουσίας από σεβασμό προς τους αγγέλους, που στέκουν από πάνω της), ντυμένη το σεβασμό και την ταπεινοφροσύνη, που ταιριάζουν στην κατάστασή της.

146. Όπως δε θα ωφελήσει εκείνον, που πάσχουν τα μάτια του, το να βλέπει καταμεσήμερα χωρίς κάλυμμα και εντατικά τον ολόλαμπρο ήλιο, έτσι δε θα ωφελήσει καθόλου και τον όλο πάθη ακάθαρτο νου η αναπαράσταση στο νού της «εν πνεύματι και αληθεία» φοβερής και υπερφυσικής προσευχής. Αντίθετα προκαλεί εναντίον του την αγανάκτηση του Θεού.

147. Αν ο ανενδεής (αυτός που δεν του λείπει και δεν του χρειάζεται τίποτε) και αμερόληπτος Θεός δεν δέχτηκε εκείνον, που ήρθε στο θυσιαστήριο με δώρο, ώσπου να συμφιλιωθεί με τον πλησίον του, με τον οποίον ήταν λυπημένος (Ματθ. ε΄ 23 εξ.), σκέψου πόση προσοχή και διάκριση χρειαζόμαστε, για να προσφέρουμε στο Θεό ευπρόσδεκτο θυμίαμα στο νοερό (νοητό) θυσιαστήριο.

148. Να μη σου αρέσουν τα λόγια ούτε δόξα. Αλλοιώς δε θα ενεργούν πια δολερά πίσω από τις πλάτες σου οι αμαρτωλοί, αλλά κάτα πρόσωπο, μπροστά στα μάτια σου (Ψαλμ. 128,3) και θα είσαι αντικείμενο της χαιρεκακίας τους (Σοφ. Σολ. ς΄ 4) την ώρα της προσευχής, καθώς θα σε τραβούν και θα σε δελεάζουν (Ιακ. α΄ 14) με αλλόκοτους λογισμούς.

149. Η προσοχή, που αναζητάει προσευχή, θα βρεί προσευχή, γιατί περισσότερο από κάθε τι άλλο την προσοχή την ακολουθάει η προσευχή. Αυτή πρέπει να επιδιώκεται με πολλή φροντίδα.

150. Όπως η όραση είναι ανώτερη από όλες τις αισθήσεις, έτσι και η προσευχή είναι η πιο θεϊκή από όλες τις αρετές.

151. Αυτό που αποτελέι έπαινο της προσευχής δεν είναι η ποσότητα, αλλά η ποιότητά της. Και αυτό δηλώνουν εκείνοι, που ανέβηκαν στο ιερό (δηλ. ο Φαρισαίος και ο Τελώνης, Λουκ. ιη΄ 10) καθώς και η προτροπή· «υμείς ουν προσευχόμενοι μη βαττολογείτε» (Ματθ. ς΄ 7: όταν προσεύχεσθε να μην φλυαρείτε) και όσα λέγονται στη συνέχεια.

152. Όσο έχεις το νού σου στα σωματικά και φροντίζεις με ιδιαίτερη προσοχή για τα ευχάριστα της σκηνής (του προσωρινού σώματος), δεν έχεις ακόμα ιδεί τον τόπο της προσευχής, αλλά είναι ακόμα μακριά από σένα ο μακάριος δρόμος της.

153. Όταν την ώρα, που στέκεις σε προσευχή, νιώσεις χαρά μεγαλύτερη από κάθε άλλη χαρά, τότε βρήκες αληθινά την προσευχή.

__________________________________________________
 
Από τό βιβλίο "Εις ύψος νοητόν" του αρχιμ. Ευσέβιου Βίττη το οποίο προτείνω ανεπιφύλακτα. Εκδ. Αποστολική Διακονία.

Πηγή: paterikakeimena.blogspot.gr