Δεν υπάρχει άλλος σίγουρος δρόμος σωτηρίας, εκτός από το να εξομολογείται ο καθένας σε πατέρες με πολλή διάκριση και από αυτούς να παίρνει οδηγίες για την αρετή και να μην ακολουθεί το δικό του θέλημα.

(Άγιος Ιωάννης Κασσιανός ο Ρωμαίος.)







Τούτον Δανιήλ υιόν ανθρώπου λέγει είναι, ερχόμενον πρός τον Πατέρα, και πάσαν την κρίσιν και την τιμήν παρ'εκείνου υποδεχόμενον

(Αποστολικαί Διαταγαί, Ε΄, ΧΧ 10, ΒΕΠ 2,92)
Αγία τριάδα


Εθεώρουν έως ότου θρόνοι ετέθησαν και παλαιός ημερών εκάθητο, και το ένδυμα αυτού λευκόν ωσεί χιών, και η θρίξ της κεφαλής αυτού ωσεί έριον καθαρόν... εθεώρουν εν οράματι της νυκτός και ιδού μετά των νεφελών του ουρανού ως υιός ανθρώπου ερχόμενος ην και έως του παλαιού των ημερών εφθασε...

(Δανιήλ Ζ', 9 και 14)



"Πιστεύοντες εις ένα Θεόν εν Τριάδι ανυμνούμενον, τας τιμίας Αυτού εικόνας ασπαζόμεθα."

(Πρακτικά εβδόμης Οικουμενικής συνόδου, Τόμος Β' σελ. 883)

Πέμπτη 30 Οκτωβρίου 2014

Το όραμα του Αγίου Ιωάννου της Κροστάνδης.

https://scontent-b-mxp.xx.fbcdn.net/hphotos-xpa1/v/t1.0-9/10353092_1488326261445955_3395812255536447439_n.jpg?oh=2e01c7f08af906970481cba6e462e474&oe=54B0C30C

 Ο Άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ.
 
Μετά τήν βραδυνή προσευχή μου, ξάπλωσα λίγο νά ξεκουραστώ στό ἀμυδρά φωτισμένο κελλί μου, καθώς ἦμουν κουρασμένος. Μπροστά στήν εἰκόνα τῆς Παναγίας ἔκαιγε μία λαμπάδα. Δέν εἶχε περάσει περισσότερο ἀπό μισή ὥρα, ὅταν ἄκουσα ἕνα θρόϊσμα καί κάποιος ἀκούμπησε τόν ἀριστερό μου ὥμο καί μοῦ εἶπε μέ τρυφερή φωνή: «Σήκω, δούλε τοῦ Θεοῦ Ἰωάννη, καί ἀκολούθησε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ».
 
Σηκώθηκα καί εἶδα κοντά στό παράθυρο τόν ἔνδοξο Στάρετς ἅγ. Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ. Εἶχε ψαρά μαλλιά, φοροῦσε μαῦρο μανδύα καί κρατοῦσε στό χέρι του ραβδί. Μέ κοιτοῦσε μέ τρυφερότητα και ἐγώ κρατιόμουν μέ δυσκολία ὄρθιος, νά μήν πέσω ἀπό τόν μεγάλο φόβο μου. Τά χέρια καί τά πόδια μου ἔτρεμαν, ἤθελα νά μιλήσω, ἀλλά ἡ γλῶσσα μου δέν μέ ὑπάκουε.
Ὁ Στάρετς σημείωσε πάνω μου τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ καί ἀμέσως αἰσθάνθηκα χαρά καί γαλήνη. Ἔπειτα ἔκανα τόν Σταυρό μου καί ὁ ἴδιος. Στή συνέχεια ἔδειξε μέ τό ραβδί του τόν δυτικό τοίχο τοῦ κελλιοῦ μου. Πάνω του εἶχε χαράξει τίς ἀκόλουθες χρονολογίες: 1913, 1914, 1917, 1922, 1924 καί 1934.
 
Οἱ Νεομάρτυρες τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας
 
Ξαφνικά ὁ τοῖχος χάθηκε καί βρέθηκα νά περπατῶ μέ τόν Στάρετς σ’ ἕνα καταπράσινο λιβάδι, γεμάτο ἀπό χιλιάδες σταυρούς πού σημείωναν τάφους! Ἄλλοι ἦσαν ξύλινοι, ἄλλοι πήλινοι καί ἄλλοι χρυσοί. Τόν ρώτησα, τί ἦσαν αὐτοί οἱ σταυροί. Μοῦ ἀπάντησε γαλήνια, ὅτι οἱ σταυροί αὐτοί ἦσαν γι’αὐτούς πού ὑπέφεραν καί θανατώθηκαν γιά τήν πίστι τους στόν Χριστό καί γιά τόν λόγο τοῦ Θεοῦ καί ἔγιναν Μάρτυρες. Καί ἔτσι συνεχίσαμε νά περπατάμε. Ξαφνικά εἶδα ἕνα ὁλόκληρο ποτάμι ἀπό αἷμα καί τόν ρώτησα ποιά ἦταν ἡ σημασία αὐτοῦ τοῦ αἵματος πού τόσο εἶχε χυθεῖ. Ὁ Στάρετς κοίταξε γύρω καί ἀπάντησε, ὅτι αὐτό ἦταν τό αἷμα τῶν πραγματικῶν Χριστιανῶν!
 
Ὁ Στάρετς στή συνέχεια ἔδειξε ψηλά καί εἶδα πλῆθος Ἀγγέλων νά ψάλλουν τό «Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος Κύριος Σαβαώθ». Μᾶς προσπέρασε ἕνα μεγάλο πλῆθος ἀνθρώπων μέ λαμπάδες στά χέρια καί τήν χαρά νά λάμπει στά πρόσωπά τους. Ἦσαν Ἐπίσκοποι, μοναχοί, μοναχές, ὁμάδες λαϊκῶν, ἐνήλικες, νέοι, ἀκόμη καί παιδιά καί βρέφη. Ρώτησα τόν θαυματουργό Γέροντα ποιοί ἦσαν αὐτοί οἱ ἄνθρωποι κι αὐτός μοῦ ἀποκρίθηκε: «Ὅλοι αὐτοί οἱ ἄνθρωποι ὑπέφεραν γιά τήν Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία καί γιά τίς Ἅγιες Εἰκόνες πού βρέθηκαν στά χέρια ἁμαρτωλῶν καταστροφέων»! Ρώτησα τόν Γέροντα ἄν μποροῦσα νά καθήσω δίπλα τους κι αὐτός ἀπάντησε: «Εἶναι πολύ νωρίς γιά σένα νά ὑποφέρεις, ἑπομένως τό νά καθήσεις μαζί τους δέν εἶναι εὐλογημένο ἀπό τόν Θεό»!
 
Ἡ πτώση σέ αἵρεση τῶν τοπικῶν Ἐκκλησιῶν
 
Ἔπειτα ἔδειξε κάποια σύννεφα καί τότε εἶδα πλῆθος ἀναμμένες λυχνίες πού ἔκαιγαν μέ λευκή φλόγα. Ξαφνικά ἄρχισαν νά πέφτουν στό ἔδαφος ἡ μία μετά τήν ἄλλη, κατά δεκάδες καί ἑκατοντάδες, ἔχαναν τό φῶς τους καί γίνονταν στάχτες! Τότε ὁ ἅγιος Στάρετς μοῦ ἔδειξε ἕνα σύννεφο καί μοῦ εἶπε: «Κοίτα». Εἶδα ἑπτά ἀναμμένες λυχνίες. Τόν ρώτησα ποιό ἦταν τό νόημα τῶν καιομένων λυχνιῶν πού ἔπεφταν στό ἔδαφος καί μοῦ ἀπάντησε: «Εἶναι οἱ ἐκκλησίες τοῦ Θεοῦ πού πέφτουν σέ αἵρεση, ἀλλά αὐτές οἱ ἑπτά λυχνίες στά σύννεφα εἶναι οἱ ἑπτά ἐκκλησίες τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας πού θά μείνουν μέχρις συντελείας τοῦ αἰῶνος»!
 
Ἡ νεωτερίζουσα «Ἐκκλησία»
 
Προχωρήσαμε περισσότερο καί πήγαμε σέ μία μεγάλη ἐκκλησία. Θέλησα νά κάνω τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ, ἀλλά ὁ Στάρετς μοῦ εἶπε: «Δέν εἶναι ἀνάγκη νά κάνεις τόν Σταυρό σου, γιατί τό μέρος αὐτό εἶναι τό βδέλυγμα τῆς ἐρημώσεως»! Ἡ ἐκκλησία ἦταν σκοτεινή καί καταθλιπτική. Στήν «Ἁγία Τράπεζα» ὑπῆρχε ἕνα ἄστρο καί στό Εὐαγγέλιο ὑπῆρχαν ἐπίσης ἀστέρια. Κεριά καμωμένα ἀπό πίσσα ἔκαιγαν τρίζοντας σάν καυσόξυλα! Τό Ἅγιο Ποτήριο ἦταν ἐκεῖ, καλυμμένο ἀπό μία ἀπαίσια βρωμιά! Ὑπῆρχε καί ἕνα πρόσφορο κι αὐτό σημειωμένο μέ ἀστέρια! Ἕνας Ἱερέας στέκοταν μπροστά σ’ αὐτή τήν φοβερή «ἁγίατράπεζα» μέ πρόσωπο μαῦρο σάν πίσσα καί ἀπό κάτω της βρίσκοταν μία γυναῖκα ντυμένη μέ κόκκινα, μέ ἕνα ἀστέρι στά χείλη της πού γελοῦσε οὐρλιάζοντας «εἶμαι ἐλεύθερη»! Σκέφθηκα: «Θεέ μου, εἶναι τρομερό»!

 https://fbcdn-sphotos-h-a.akamaihd.net/hphotos-ak-xpa1/v/t1.0-9/q84/s720x720/10676162_1488326378112610_1978765373204371390_n.jpg?oh=472e6a51be9a690e968c6aec8981cb48&oe=54E9A01F&__gda__=1425369320_5899bf9fc97d2c9ad3577c1e9d5738c6
 
 Ο Άγιος Ιωάννης της Κροστάνδης.

Ἄνθρωποι σάν τρελλοί ἄρχισαν νά τρέχουν γύρω ἀπό τήν «ἁγία τράπεζα», φωνάζοντας, σφυρίζοντας, χειροκροτῶντας καί τραγουδῶντας ἄσεμνα τραγούδια. Ξαφνικά μία ἀστραπή ἄστραψε, ἕνα ἀστροπελέκι ἀντήχησε, ἡ γῆ σείστηκε καί ἡ «ἐκκλησία» κατέρρευσε, στέλνοντας τήν γυναῖκα, τούς ἀνθρώπους καί τόν παπά στήν ἄβυσσο! Σκέφθηκα, «Κύριε, σῶσε μας, εἶναι τόσο τρομερό».
 
Ρώτησα τόν Στάρετς, ποιά ἦταν ἡ σημασία αὐτῆς τῆς φοβερῆς «ἐκκλησίας». «Αὐτοί – μοῦ ἀποκρίθηκε – εἶναι οἱ κοσμικοί ἄνθρωποι, οἱ αἱρετικοί, πού ἐγκατέλειψαν τήν Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία καί ἀναγνώρισαν τήν πρόσφατη νεωτερίζουσα ἐκκλησία, τήν ὁποία ὁ Θεός δέν ἔχει εὐλογήσει. Σ’ αὐτή τήν ἐκκλησία δέν νηστεύουν, δέν παρακολουθοῦν Ἀκολουθίες καί δέν παίρνουν Θεία Κοινωνία»!!!
 
Ὁ πόνος τῶν ἀθέων
 
Ἔπειτα εἶδα μία κοσμοσυρροή. Κάθε ἕνας ἀπό αὐτούς εἶχε στά χείλη του ἀστέρι καί ὅλοι ἦσαν τρομερά ἐξαντλημένοι ἀπό τήν δίψα καί τήν περιπλάνηση. Ὅταν μᾶς εἶδαν φώναξαν δυνατά: «Ἅγιοι Πατέρες, προσευχηθεῖτε γιά μᾶς, γιατί ἐμεῖς δέν μποροῦμε. Οἱ γονεῖς μας δέν μᾶς δίδαξαν τόν νόμο τοῦ Θεοῦ. Οὔτε τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ ἔχουμε, οὔτε εἰρήνη. Ἀπορρίψαμε τό Ἅγιο Πνεῦμα καί τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ»!
 
Τό μαρτύριο τῶν μοναχῶν ἀπό τόν Ἀντίχριστο
 
Ἀκολούθησα τόν Στάρετς. «Κοίτα», μοῦ εἶπε δείχνοντας μέ τό δάχτυλο. Εἶδα ἕνα βουνό ἀπό ἀνθρώπινα πτώματα, βαμμένα στό αἷμα. Φοβήθηκα καί ρώτησα τόν Στάρετς, ποιό ἦταν τό νόημα αὐτῶν τῶν νεκρῶν σωμάτων. Μοῦ ἀπάντησε: «Αὐτοί εἶναι οἱ ἄνθρωποι πού ἔζησαν μοναστική ζωή, ἀπέρριψαν τόν Ἀντίχριστο καί δέν ἔλαβαν τήν σφραγίδα του. Ὑπέφεραν γιά τήν πίστη τους στόν Χριστό καί τήν Ἀποστολική Ἐκκλησία καί ἔλαβαν τούς στεφάνους τοῦ μαρτυρίου πεθαίνοντας γιά τόν Χριστό. Νά προσεύχεσαι γι’ αὐτούς τούς δούλους τοῦ Θεοῦ».
 
Τό μαρτύριο τοῦ Τσάρου Νικολάου Β’
 
Χωρίς προειδοποίηση ὁ Στάρετς γύρισε πρός τόν βορρᾶ καί ἔδειξε μέ τό χέρι του. Εἶδα ἕνα αὐτοκρατορικό ἀνάκτορο, γύρω ἀπό τό ὁποῖο ἔτρεχαν σκυλιά. Καί εἶδα τόν Τσάρο νά κάθεται στόν θρόνο. Τό πρόσωπό του ἦταν χλωμό, ἀλλά ἀνδρεῖο. Ἔλεγε τήν εὐχή τοῦ Ἰησοῦ. Ξαφνικά ἔπεσε σάν νεκρός. Τό στέμμα του ἔπεσε καί τά σκυλιά τσαλαπάτησαν τόν βασιλιά! Ἦμουν φοβισμένος καί ἔκλαιγα πικρά.
 
Ὁ Στάρετς μέ ἄγγιξε στόν δεξιό ὤμο. Εἶδα μία φιγούρα σαβανωμένη στά λευκά, ἦταν ὁ Νικόλαος Β’. Ἦταν στεφανωμένος καί τό πρόσωπό του γεμάτο αἵματα. Γύρω ἀπό τό λαιμό του ὑπῆρχε χρυσός σταυρός καί ψυθύριζε ἤσυχα μία προσευχή. «Κάνε προσευχή γιά μένα π. Ἰωάννη – μοῦ εἶπε – Πές σ’ ὅλους τούς Ὀρθοδόξους, ὅτι ἐγώ, ὁ Τσάρος – Μάρτυρας πέθανα ἀνδρείως γιά τήν πίστη μου στόν Χριστό καί τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Πές στούς ἁγίους πατέρες νά κάνουν μία πανυχίδα γιά μένα τόν ἁμαρτωλό, ἀλλά δέν θά ὑπάρξει τάφος γιά μένα»!!! Σύντομα ὅλα τά κάλυψε ὁμίχλη. Ἔκλαψα πικρά, προσευχόμενος γιά τόν Τσάρο – Μάρτυρα. Τά χέρια καί τά πόδια μου ἔτρεμαν ἀπό τόν φόβο.
 
Ἡ καταδίκη τῶν βλασφήμων
 
Μετά ὁ Στάρετς μοῦ εἶπε, «κοῖτα». Εδα μία κοσμοσυρροή ἀνθρώπων διασκορπισμένων στή γῆ πού εἶχαν πεθάνει ἀπό τήν πεῖνα, ἐνῶ ἄλλοι ἔτρωγαν γρασίδι καί χορτάρια! Σκυλιά ἔτρωγαν τά πτώματα τῶν νεκρῶν καί ἡ δυσοσμία ἦταν τρομερή. Σκέφτηκα, «Κύριε, αὐτοί οἱ ἄνθρωποι δέν εἶχαν πίστη. Ἀπό τά στόματά τους ἔβγαιναν βλασφημίες καί γι’ αὐτό δέχτηκαν τήν ὀργή Σου».
 
Τά αἱρετικά βιβλία
 
Ἔπειτα εἶδα ἕνα ὁλόκληρο βουνό από βιβλία, πού ἀνάμεσά τους σέρνονταν σκουλήκια πού ἀνέδυαν τρομερή δυσοσμία. Ρώτησα τόν Στάρετς ποιά ἦταν ἡ σημασία τῶν βιβλίων αὐτῶν. «Αὐτά τά βιβλία – μοῦ εἶπε – εἶναι γεμάτα ἀσέβεια καί βλασφημία καί θά μολύνουν τούς Χριστιανούς μέ αἱρετικές διδασκαλίες». Στή συνέχεια ὁ Στάρετς ἄγγιξε μέ τό ραβδί του κάποια ἀπό αὐτά τά βιβλία καί ἐκεῖνα ἔπιασαν φωτιά. Ὁ ἄνεμος σκόρπισε τίς στάχτες τους.
 
Ἡ ἀμέλεια τῶν Ἱερέων καί ἡ προσευχή τῶν Ἀγγέλων
 
Στή συνέχεια εἴδαμε μία ἐκκλησία, γύρω ἀπό τήν ὁποία ἦταν στοιβαγμένες δεήσεις γιά τούς κεκοιμημένους. Ἔσκυψα καί θέλησα νά μνημονεύσω, ἀλλά ὁ Στάρετς μέ σταμάτησε. «Αὐτές οἱ δεήσεις – εἶπε – βρίσκονται ἐδῶ πολλά χρόνια καί οἱ Ἱερεῖς τίς ἔχουν ξεχάσει. Δέν πρόκειται νά τίς μνημονεύσουν ποτέ, ἀλλά οἱ νεκροί θά ζητοῦν κάποιον νά προσευχηθεῖ γι’ αὐτούς». «Ποιοί θά προσευχηθοῦν γι’ αὐτούς;», τόν ρώτησα. «Οἱ Ἄγγελοι» μοῦ ἀπάντησε.
 
Ἡ κοινή καταδίκη νεωτεριστῶν καί ἁμαρτωλῶν
 
Προχωρήσαμε πιό πέρα καί ὁ Στάρετς τάχυνε τό βῆμα του τόσο πού μέ δυσκολία τόν προλάβαινα. «Κοίτα» μοῦ εἶπε. Εἶδα ἕνα μεγάλο πλῆθος ἀνθρώπων νά καταδιώκονται ἀπό δαίμονες, οἱ ὁποῖοι τούς κτυποῦσαν μέ πασσάλους, δίκρανα καί γάντζους! Ρώτησα τόν Στάρετς γιά τήν σημασία τοῦ ὁρωμένου καί αὐτός μοῦ ἀπάντησε: «Αὐτοί εἶναι ἐκεῖνοι πού ἀρνήθηκαν τήν πίστη τους καί ἄφησαν τήν Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία καί δέχθηκαν τήν καινούργια νεωτερίζουσα «ἐκκλησία». Καί αὐτοί εἶναι οἱ Ἱερεῖς, οἱ μοναχοί καί οἱ μοναχές πού ἀρνήθηκαν τούς ὄρκους τους, καθώς καί οἱ λαϊκοί πού ἀρνήθηκαν τόν γάμο τους καί ὑποδουλώθηκαν στό ποτό, στήν ἀνηθικότητα καί κάθε εἴδους βλασφημίες». Ὅλοι εἶχαν πρόσωπα τρομακτικά καί φοβερή δυσοσμία ἔβγαινε ἀπό τά στόματά τους. Οἱ δαίμονες τούς κτυποῦσαν, ὁδηγῶντας τους στήν τρομερή ἄβυσσο, ἀπό τήν ὁποία ἔβγαιναν οἱ φλόγες τῆς κολάσεως! Φοβισμένος ἔκανα τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ, προσευχόμενος νά μᾶς ἀποτρέψει ὁ Κύριος ἀπό τέτοια μοῖρα.
 
Ἡ ἐγκαθίδρυση τοῦ ἱστορικοῦ Ἀντιχρίστου
 
Τελικά εἶδα τόν θόλο τοῦ Ναοῦ τῶν Ἱεροσολύμων. Πάνω του ὑπῆρχε ἕνα ἀστέρι. Γύρω του ὑπῆρχαν ἑκατομμύρια ἄνθρωποι πού προσπαθοῦσαν νά μποῦν. Θέλησα νά κάνω τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ, ἀλλά ὁ Στάρετς μοῦ ἄρπαξε τό χέρι καί μοῦ εἶπε: «Ἐδῶ εἶναι τό βδέλυγμα τῆς ἐρημώσεως»!
 
Ἔτσι μπήκαμε στό Ναό πού ἦταν γεμάτος κόσμο. Εἶδα ἕναν θρόνο πού πάνω του ἔκαιγαν κεριά ἀπό λίπος ζώων. Πάνω του κάθοταν ἕνας βασιλιᾶς ντυμένος στά κόκκινα, φλογισμένος, πορφυρός. Στό κεφάλι φοροῦσε χρυσό στέμμα μέ ἀστέρι. Ρώτησα τόν Στάρετς, «ποιός εἶναι;»
 
«Ὁ Ἀντίχριστος», μοῦ ἀπάντησε. Ἦταν πολύ ψηλός, μέ μάτια σάν φωτιά, μαῦρα φρύδια, ξυρισμένα τά γένια, θηριώδης, πανούργος, διαβολικός, μέ τρομακτικό πρόσωπο. Ἦταν μόνος του στό θρόνο καί ἔτεινε τά χέρια του πρός τούς ἀνθρώπους φωνάζοντας: «Εἶμαι ὁ βασιλιᾶς, εἶμαι ὁ ἀρχηγός, εἶμαι ὁ θεός. Αὐτός πού δέν ἔχει τήν σφραγίδα μου θά θανατωθεῖ»!
 
Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἔπεσαν κάτω καί τόν προσκύνησαν καί ἐκεῖνος ἄρχισε νά βάζει τήν σφραγίδα του στά χείλη καί στά χέρια τους, ὥστε νά μπορέσουν νά πάρουν λίγο ψωμί καί νά μήν πεθάνουν ἀπό τήν πεῖνα.
 
Γύρω ἀπό τόν Ἀντίχριστο ὑπηρέτες του ὁδηγοῦσαν ἀρκετούς ἀνθρώπους μέ τά χέρια δεμένα, ἐπειδή δέν τόν εἶχαν προσκυνήσει. «Εἴμαστε Χριστιανοί – ὁμολόγησαν – καί πιστεύουμε στόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό». Ἀμέσως ὁ Ἀντίχριστος συνέτριψε τά κεφάλια τους καί τό χριστιανικό αἷμα ἄρχισε νά ρέει.
 
Μετά ὁδηγήθηκε μπροστά στόν Ἀντίχριστο ἕνα παιδί γιά νά τόν προσκυνήσει, ἀλλά ἐκεῖνο διακήρυξε τολμηρά: «Εἶμαι Χριστιανός καί πιστεύω στόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀλλά ἐσύ εἶσαι ὑπηρέτης τοῦ Σατανᾶ»! «Θάνατος σ’ αὐτόν», ἀναφώνησε ὁ Ἀντίχριστος, ἄλλοι ὅμως πού δέχθηκαν τό σφράγισμά του ἔπεσαν καί τόν προσκύνησαν.
 
Κατόπιν εἶδα μία ὁμάδα ἀνθρώπων, νέων καί γέρων μαζί, πού ἦσαν ντυμένοι ἄσχημα. Κρατοῦσαν ψηλά ἕνα ἀστέρι μέ πέντε ἄκρα. Σέ κάθε ἄκρο ὑπῆρχαν δώδεκα δαίμονες καί στό κέντρο ὁ ἴδιος ὁ Σατανᾶς, μέ κέρατα στό κεφάλι. Βγάζοντας ἀφρούς ἀπό τό στόμα, ἀνακοίνωσε στούς ἀνθρώπους: «Σηκωθεῖτε σεῖς οἱ καταραμένοι μέ τήν σφραγίδα μου»! Τότε ἐμφανίσθηκαν πολλοί δαίμονες καί ἄρχισαν νά βάζουν τήν σφραγίδα του στά χείλη, στούς ἀγκώνες καί στό δεξί τό χέρι τῶν ἀνθρώπων. Ρώτησα τόν Στάρετς, τί σημαίνει αὐτό. Μοῦ ἀποκρίθηκε, «εἶναι τό σημάδι τοῦ Ἀντιχρίστου». Ἔκανα τόν Σταυρό μου καί τόν ἀκολούθησα.
 
Ἡ καταστροφή τοῦ Ἀντιχρίστου
 
Ξαφνικά ἀκούστηκε μία βοή καί χιλιάδες φλογισμένες ἀστραπές ἄρχισαν νά πέφτουν. Βέλη ἄρχισαν νά χτυποῦν τούς ὑπηρέτες τοῦ Ἀντιχρίστου. Ἔπειτα, ἕνα μεγάλο φλογισμένο βέλος χτύπησε καί τόν ἴδιο στό κεφάλι, τό στέμμα του ἔπεσε καί κομματιάστηκε μαζί του στό ἔδαφος.
 
Αἰσθάνθηκα τόν Στάρετς νά μέ παίρνει ἀπό τό χέρι. Προχωρήσαμε περισσότερο καί εἶδα καί πάλι αἷμα χριστιανικό. Τότε θυμήθηκε τά λόγια τοῦ ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου στήν Ἀποκάλυψη, ὅτι τό αἷμα θά ἔφτανε στό χαλινάρι τοῦ ἀλόγου. Σκέφθηκα, «Κύριε σῶσε μας» καί τήν ἴδια στιγμή εἶδα Ἀγγέλους νά πετοῦν καί νά ψάλλουν τό «Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος Κύριος Σαβαώθ».
 
Ἡ δόξα τῆς Ἐκκλησίας
 
Ξαφνικά ὁ Στάρετς σταμάτησε καί ἔδειξε μέ τό χέρι του πρός τήν ἀνατολή. Εἶδα μία μεγάλη συγκέντρωση ἀνθρώπων μέ χαρούμενα πρόσωπα, πού κρατοῦσαν σταυρούς καί κεριά. Στό μέσο τους ὑπῆρχε μία Ἁγία Τράπεζα λευκή, ὅσο τό χιόνι. Πάνω της ὑπῆρχε ὁ Τίμιος Σταυρός καί τό Ἱερό Εὐαγγέλιο καί ἀπό πάνω ἕνας ἀέρας μέ τό αὐτοκρατορικό στέμμα, στόν ὁποῖο ἦταν γραμμένο μέ χρυσά γράμματα: «Γιά τό ἄμεσο μέλλον». Γύρω ἀπό τήν Ἁγία Τράπεζα ἔστεκαν Ἐπίσκοποι, Ἱερεῖς, μοναχοί, μοναχές καί λαϊκοί πού ἔψαλλαν τό «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῶ». Ἀπό τήν μεγάλη μου χαρά ἔκανα τόν Σταυρό μου καί δόξασα τόν Θεό.
 
Ξαφνικά ὁ Στάρετς κούνησε τόν σταυρό πού φοροῦσε πρός τά πάνω τρεῖς φορές καί τότε εἶδα ἕνα βουνό ἀπό σώματα καλλυμένα μέ ἀνθρώπινο αἷμα πού πάνω τους πετοῦσαν Ἄγγελοι. Ἔπαιρναν στόν οὐρανό τίς ψυχές αὐτῶν πού εἶχαν θανατωθεῖ γιά τόν Λόγο τοῦ Θεοῦ, ψάλλοντας τό «Ἀλληλούϊα».
 
Παρατηρῶντας ὅλα αὐτά ἄρχισα νά κλαίω δυνατά, ὁ Στάρετς ὅμως μέ πῆρε ἀπό τό χέρι καί μοῦ ἀπαγόρευσε νά κλαίω. «Ὅσοι δέν δεχθοῦν τήν σφραγίδα τοῦ Ἀντιχρίστου - μοῦ εἶπε - θά γίνουν Μάρτυρες καί ὅσοι χύσουν τό αἷμα τους θά λάβουν οὐρανίους στεφάνους». Ἔπειτα στράφηκε πρός τήν ἀνατολή καί προσευχήθηκε γι’ αὐτούς τούς δούλους τοῦ Θεοῦ, καθώς τά λόγια τοῦ Προφήτη Δανιήλ γιά τό «βδέλυγμα τῆς ἐρημώσεως» ἔβγαιναν ἀληθινά.
 
Τό τέλος τοῦ ὁράματος
 
Ὁ Στάρετς μέ κύτταξε καί μοῦ εἶπε: «Μή λυπᾶσαι, διότι σύντομα, πολύ σύντομα, θά ἔρθει τό τέλος τοῦ κόσμου. Προσευχήσου στόν Κύριο, ὁ Θεός εἶναι εὔσπλαχνος στούς ὑπηρέτες Του. Ὁ καιρός πλησιάζει στό τέλος του». Ἔδειξε τήν ἀνατολή, ἔπεσε στά γόνατα καί ἄρχισε νά προσεύχεται. Προσευχήθηκα κι ἐγώ μαζί του. Μετά ὁ Στάρετς ἄρχισε νά φεύγει ἀπό τήν γῆ καί νά κατευθύνεται πρός τίς οὐράνιες μονές. Καθώς ἔφευγε, θυμήθηκε πώς ἐνῶ τόν γνώριζα, δέν εἶχα ρωτήσει τό ὄνομά του καί ἔτσι τόν ἰκέτεψα δυνατά. «Πάτερ, ποιό εἶναι τό ὄνομά σου;» «Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ» μοῦ ἀπάντησε μέ τρυφερότητα!
 
Κάτι σάν κουδούνι ἀντήχησε πάνω ἀπό τό κεφάλι μου, ἄκουσα τόν ἦχο καί σηκώθηκα ἀπό τό κρεββάτι. «Κύριε – ἀναφώνησα – εὐλόγησε καί βοήθησέ με, δι’ αὐχῶν τοῦ ἁγίου Στάρετς Σεραφείμ. Σ’ εὐχαριστῶ πού μέ φώτισες τόν ἁμαρτωλό δοῦλο Σου Ἰωάννη, Ἱερέα τῆς Κροστάνδης»!
 
Ἅγιοι τοῦ Θεοῦ Σεραφείμ καί Ιωάννη πρεσβεύσατε ὑπέρ ἡμῶν!
 
Πηγή: Αθανασία του Βασίλη, fb.

Τετάρτη 29 Οκτωβρίου 2014

Ο όσιος στάρετς Βαρσανούφιος της Όπτινα μιλά για την αγάπη.

Στήν μεσημεριανή τράπεζα (26 Σεπτεμβρίου 1909) ό π. Βαρσανούφιος είπε δυο λόγια:

— Είναι υποχρέωση καί καθήκον μου, πατέρες καί αδελφοί, σήμερα, μνήμη του αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, να σας υπενθυμίσω, ότι κάθε χριστιανός καί ιδιαίτερα ό μοναχός πρέπει να φροντίζει να έχει ειρήνη καί με τον Θεό καί με τους ανθρώπους. Ό "Αγιος Ιωάννης λέγει, πώς ό άνθρωπος δεν μπορεί να αγαπήσει, τον Θεό, αν δεν αγαπάει τον αδελφό του. Διαφορετικά αυτός ό άνθρωπος θα είναι ψεύτης. Για αυτό, σας ικετεύω, μην επιτρέπετε στον εαυτό σας, να εμφωλεύει κακία, μέσα σας για κανέναν, αλλά να αγαπάτε όλους τους ανθρώπους.

Ό εωσφόρος, πού κάποτε ήταν ό ανώτερος άγγελος, αγωνίζεται ακατάπαυστα να σπέρνει στίς καρδιές των ανθρώπων κακία, έχθρα καί κάθε είδους επανάσταση κατά του Θεού. Ξεσήκωσε διωγμούς εναντίον των χριστιανών. Προκάλεσε αιρέσεις, διαμάχες, αναστατώσεις. Καί τώρα το ίδιο προσπαθεί να κάμει. Καί άλλοίμονο, άλλοίμονο, πατέρες! Πολλές φορές το πετυχαίνει!

 
 
Τί ακούω; Όλο γκρίνιες καί γογγυσμό, ό ένας εναντίον του άλλου. Μου έρχονται εδώ με παράπονα. Τους λέω: «Πρέπει να τα βρήτε, να συμφιλιωθήτε, να ζητήσετε συγγνώμη κάνετε καί καμμιά μετάνοια...» Δυστυχώς πολλοί δεν το αποφασίζουν, με αποτέλεσμα, όλο καί χειροτερεύει το κακό.
 
Όχι έτσι, άγιοι πατέρες! Όχι κι έτσι! Ό μοναχός πρέπει να είναι γεμάτος αγάπη για τον Θεό καί για τον πλησίον. Τί είναι ό μοναχός; Ό έκπληρωτής όλων των εντολών του Θεού. Όλες οι εντολές ανακεφαλαιώνονται σε δύο: «Αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου καί τον πλησίον σου ως σεαυτόν». Οι δύο πρώτες εντολές συμπεριλαμβάνουν όλες τίς υπόλοιπες, ολόκληρο τον νόμο. Οι άγγελοι στον ουρανό είναι γεμάτοι από αγάπη. Όλόκληρη ή ζωή του μονάχου στηρίζεται στην αγάπη.
 
Οί μεγάλοι γέροντες μας Λεωνίδας, Μακάριος, Αμβρόσιος καί Ανατόλιος, ήσαν γεμάτοι από αγάπη. Με τί δόξα, με τί τιμή έκοσμούντο στην επίγεια ζωή τους! Απόδειξη είναι το ακόλουθο περιστατικό: Ό π. Ιωάννης της Κρονστάνδης είχε καλέσει τον π. Άνατόλιο να συλλειτουργήσουν μαζί. Στήν λειτουργία, ο π. Ιωάννης είδε τον π. Ανατόλιο να συλλειτουργεί με αγγέλους. Δεν γνωρίζω, αν τους έβλεπε καί ό ίδιος.
 
Γι' αυτό σήμερα το θεώρησα απαραίτητο να σας υπενθυμίσω την υψηλή μας κλήση ώς μοναχών. Να επικρατεί ανάμεσα μας αγάπη καί ομόνοια.
 
Ένας γέροντας, ό ιερομόναχος Ιγνάτιος, ό όποιος κοιμήθηκε πρίν από δέκα χρόνια, μου είχε ειπεί: «Στά χρόνια τα δικά μου, όλοι οί πατέρες της Οπτινα διακρίνονταν για την αγάπη πού είχαν μεταξύ τους όλοι. Καί πιο πολύ οί πατέρες της Σκήτης».
 
Μακάρι καί εμείς, πατέρες, να τους μιμηθούμε.
 
Δεν το κρύβω. Μερικοί από σας εξέφρασαν την επιθυμία για μια ανώτερη καί υψηλότερη ζωή, για περισσότερη άσκηση. Μα, πατέρες μου, τί ανώτερο, τί καλύτερο αγώνισμα από το να συγχωρήσεις εκείνους πού σε πρόσβαλαν, πού σε ύβρισαν καί να υπομένεις τον αδελφό σου;
 
Θυμάστε το περιστατικό, πού αναφέρεται στον βίο του αγίου Παχωμίου. "Ενας μοναχός τον παρακάλεσε: 
 
- Γέροντα, δώσε μου ευλογία, να πάω να μαρτυρήσω. Θέλω να μαρτυρήσω για τον Χριστό!
 
— Σέ συμβουλεύω, του είπε ό άγιος, να παραμείνεις στο μοναστήρι καί να υπηρετείς τους αδελφούς σου. Να υπομένεις τίς οποίες αδυναμίες τους. Άπαρνήσου το θέλημα σου. Καί όλα θα σου λογισθούν σαν μαρτύριο''.

Βλέπετε αδελφοί; Ό μοναχός, πού υπομένει με ειρήνη τους πειρασμούς των αδελφών του, θα λάβει μαρτυρικό στέφανο.
 
Πηγή: proskynitis.blogspot.gr

newsIT.gr Μέσα στον τάφο της Αμφίπολης.



Περί σαρκικού έρωτος.


 Αγίου Νεκταρίου Εν Αιγίνη
 
Ο έρωτας είναι πάθος μιας ψυχής που είναι απερίσκεπτη, και γεννιέται απο τα μάτια που βλέπουν, με περιέργεια και επιμονή. Ο έρωτας φανερώνεται σαν μια υπερβολική και αλόγιστη επιθυμία, που γεννιέται γρήγορα μέσα στην ψυχή, σβήνει όμως πολύ αργά και με μεγάλη δυσκολία.Ο έρωτας, μια κι' ανάψει σαν φλόγα μέσα στην καρδιά, την πυρώνει και την κατακαίει και δεν σβήνει εύκολα. Γιατί ζωντανεύει κι αναρριπίζεται απο την φαντασία, που φέρνει πάντα ολοζώντανο μπροστα του το είδωλο του αγαπημένου του προσώπου.Γι αυτό άμα κυριέψει την ψυχή, την κάνει να απαρνηθεί και την τροφή ακόμη.
 
Ο έρωτας αμα βρει μια ψυχή αφρούρητη και τρυπώσει μέσα της την αιχμαλωτίζει και την καταδουλώνει. Και την κάνει να καταφρονά τα πάντα και μόνο γι αυτο να γνοιάζεται.Και πολλές αλόγιαστες ψυχές πέφτουν σε αληθινή τρέλα και μανία, επειδη η αχαλίνωτη φαντασία τους όλο και τροφοδοτεί την φλόγα του, και κανει τον νου τους να παραλογιάζει. Σαν τύχει όμως να συναπαντήσει μια ψυχή λογική και καλοσυγκρατημένη, σβήνει η φλόγα του, προτου να κάνει ζημιά στο μυαλό. Γιατί μια τέτοια ψυχή αυτοκυριαρχείται. και δεν παραδίνεται στη φαντασία για να την σέρνει όπου θέλει.
 
Ο έρωτας κυριεύει τις ψυχές που είναι άδειες απο τον έρωτα του Θεού, και είναι γεμάτες απο ανία μέσα στη μοναξιά τους, γιατί η καρδιά του ανθρώπου είναι πλασμένη για να αγαπά, και δεν μπορεί να μένει αδιάφορη στην αγάπη, αν δεν προλάβει να την κυριεύσει ο θείος έρωτας. Γι αυτό ο έρωτας είναι ανήμπορος, μπροστα στις καρδιές που είναι συνερπαμένες απο τον θείον έρωτα. Γιατί είναι ολόγιομες απ' αυτόν, και δε μπορεί να βρει μέσα τους καμιά θέση.
 
Ο Πλούταρχος λεει για τον έρωτα, πως είναι θηρίο που έχει σουβλερά νύχια και δόντια, που μ' αυτά κατασπαράζει την καρδιά, γιατί της ξυπνά τη ζηλοτυπία και τις υποψίες. Και να τι παθαίνουν όσοι είναι ερωτευμένοι, αγαπούνε και μισούνε μαζί. Και το ίδιο πρόσωπο που όταν είναι μακρυά το λαχταρούνε, οταν είναι κοντά τρεμοκαρδίζουν γι αυτό. Και μια το κολακεύουν, μια το βρίζουν. Απο το ένα μέρος πεθαίνουν κυριολεκτικά γι αυτό, κι απο το άλλο το σκοτώνουν. Παρακαλούνε να σβήσει η φλόγα της αγάπης τους, κι αντίθετα τρέμουν μήπως παύσουνε να αγαπούνε. Θέλουν να εξουσιάζουν τον αγαπημένο τους, μα και να είναι σκλάβοι του. Γι αυτά όλα, το πάθος του έρωτα λογιάζεται σαν τρέλλα και σαν μανία.

Αγίου Νεκταρίου Αιγίνης, "Γνώρισε τον εαυτό σου "

Πηγή: Δέσποινα Σεμερτζίδου, fb

Τρίτη 28 Οκτωβρίου 2014

Πως η πρόνοια του Θεού, συνεργάζεται με την δική μας προαίρεση.

Η Πρόνοια του Θεού
 
Την πορεία της ζωής του ανθρώπου επηρεάζουν τρεις σπουδαίοι παράγοντες.
 
Ο πρώτος παράγων είναι η πρόνοια του Θεού. Ο Θεός προνοεί ειδικά για κάθε άνθρωπο και καταστρώνει ειδικό σχέδιο για τη σωτηρία του, το οποίο είναι για κάθε άνθρωπο ξεχωριστό. Έτσι του δίνει προσωπικά χαρίσματα και δυνατότητες τα οποία αν αξιοποιήσει ο άνθρωπος μπορεί να γίνει άγιος. Μάλιστα ο Θεός προνοεί το καλύτερο, το τελειότερο, το αγιότερο. Όμως, δεν του επιβάλει την αγιότητα, του δίνει τα χαρίσματα, τις δυνατότητες και τον καλεί να συνεργαστεί ελεύθερα μαζί Του για να γίνει αυτό πραγματικότητα. Η επιλογή είναι του ανθρώπου, ο Θεός σέβεται απόλυτα την ελεύθερη βούλησή του.
 
Ο δεύτερος παράγοντας είναι η παρέμβαση του διαβόλου. Ο διάβολος εκμεταλλεύεται τα πάθη και τις αδυναμίες του ανθρώπου, του υπόσχεται με το τρόπο του, πλούτο, δόξα, ηδονές και όπου τον “πιάσει”. Και επειδή η αμαρτωλή φύση ρέπει στα πάθη και την αμαρτία, οι πιθανότητες που έχει να τον κερδίσει είναι μεγάλες. Εκμεταλλεύεται ακόμη την άγνοιά του και την ανωριμότητά του, τον παγιδεύει συνεχώς και επειδή ο άνθρωπος δεν ξέρει ή δεν έχει πείρα να τον αντιμετωπίσει πέφτει πολλές φορές στις παγίδες που του στήνει.
 
Και ο τρίτος παράγοντας είναι η ελευθερία του ανθρώπου. Αν θα δεχτεί ο άνθρωπος να συνεργαστεί με τον Θεό, να καλλιεργήσει τα χαρίσματα του Θεού ή να δουλέψει στα πάθη και τις προκλήσεις του πονηρού είναι καθαρά στην ελεύθερη βούλησή του.
 
Ο Μέγας Βασίλειος λέει οτι o Θεός προνοεί το καλύτερο στη ζωή σου, όμως το “καντήλι” της ζωής σου δεν το κρατάει Εκείνος, αλλά σου το δίνει να το κρατήσεις εσύ στα χέρια σου και Εκείνος θέλει να σε βοηθήσει και να σε στηρίξει. Αν εσύ δεν προσέξεις, σκοντάψεις και πέσεις, τότε το λάδι απο το καντήλι θα χυθεί και το δοχείο θα σπάσει. Όμως για αυτό δεν θα ευθύνεται η Πρόνοια του Θεού, αλλά οι δικές σου επιλογές.

ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ.
 
Οι άγιοι με τη πίστη τους και τον αγώνα τους καθάρισαν τον χώρο του νου και της καρδιάς από την παθογένεια της αρρωστημένης, αμαρτωλής ανθρώπινης φύσεως κι έγιναν τα εύχρηστα δοχεία του πνεύματος. Η ψυχή τους είναι ένας πνευματικός καθρέφτης, στον οποίο αντανακλώνται όλες οι ιδιότητες, τα χαρίσματα του Θεού, και διαχέονται στο περιβάλλον γύρω τους. Στους αγίους, η ζωή τους είναι ένας τόπος φανέρωσης των ενεργειών του Θεού.

Η ΠΡΟΝΟΙΑ ΤΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ.
 
Οταν ο άνθρωπος θέλει να τηρήσει το θέλημα του Θεού, έχει καλή θέληση και διάθεση, έχει φιλότιμο, θέλει να είναι ενάρετος, όμως επειδή είναι αμελής και επιπόλαιος, δεν καλλιεργεί τον εαυτό του στις αρετές και στο θέλημα του Θεού, τότε η Πρόνοια του Θεού, λειτουργεί παιδαγωγικά, για να τον βοηθήσει να ωριμάσει και να δυναμώσει η θέλησή του. Πάντα όμως με διάκριση, χωρίς ποτέ να παραβιάζει την ελευθερία του ανθρώπου. Προσπαθεί μόνο να δώσει τη δυνατότητα στον άνθρωπο να ενεργοποιήσει τα χαρίσματά του και να καρποφορήσει τελικά τις αρετές. Στη παρέμβαση αυτή ο Θεός “κρύβεται”, δεν ενεργεί φανερά, αλλά “πλησιάζει” μυστικά, γιατί αν ενεργήσει φανερά, πρώτον, θα παραβιάσει την ελευθερία του ανθρώπου, την οποία ο Θεός, ως χορηγός της ελευθερίας σέβεται σε απόλυτο βαθμό και προτιμάει να αφήσει τον άνθρωπο, όταν δεν θέλει τη σωτηρία του, να κολασθεί, παρά να του στερήσει την ελευθερία του. Έτσι δεν επιβάλλει ποτέ το θέλημά Του, την παρουσία Του. Και δεύτερον, αν ο Θεός φανερωθεί χωρίς ο άνθρωπος να έχει τις απαραίτητες προϋποθέσεις, χωρίς δηλαδή να έχει ψυχική και πνευματική ωριμότητα, θα πάθει ηθική και πνευματική ζημιά. Το καλό αποτέλεσμα έρχεται συνήθως μέσα απο τα αντίθετα, δηλαδή μέσα από δοκιμασίες, θλίψη, πόνο, στενοχώριες, οι οποίες όμως είναι μόνο παιδαγωγικές.

Η ΠΡΟΝΟΙΑ ΤΗΣ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΗΣ. 
 
Όταν ο άνθρωπος δεν θέλει να εφαρμόσει το θέλημα τού Θεού, δεν θέλει να καλλιεργήσει τον εαυτό του στις αρετές, δεν θέλει να έχει καμμία γνώση και επίγνωση του Θεού, δεν θέλει να μετανοήσει, δεν θέλει τη σωτηρία του, τότε η Πρόνοια του Θεού τον “εγκαταλείπει”. Τον αφήνει δηλαδή να κάνει χρήση της ελευθερίας του, της δικής του επιλογής σεβόμενος την ελεύθερη βούλησή του, περιμένοντας τη μετάνοιά του. Και όταν μετανοήσει, τον δέχεται κι αυτόν, τον κάνει πάλι δικό του αγαπημένο παιδί και του δίνει όλα τα ευεργετήματα που έχει για τα αληθινά και γνήσια παιδιά του. Όπως ακριβώς μας περιγράφει ο Κύριος στο Ευαγγέλιο, στην περίπτωση του ασώτου υιού.

Όπως τονίζει πολύ σοφά ο άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης (Λόγος Ε εις τους Μακαβ.) Η δίκαιη κρίση του Θεού εξομοιώνεται με τη δική μας διάθεση, όποια είναι η διάθεσή μας, τέτοια είναι και η κρίση του Θεού. Η πρόγνωση του Θεού λένε οι άγιοι θεολόγοι πατέρες είναι θεωρητική και όχι πρακτική που σημαίνει: Όχι γιατί σε προβλέπει ο Θεός σωσμένο, σώζεσαι ή γιατί σε προβλέπει ο Θεός κολασμένο κολάζεσαι, αλλά γιατί από τα καλά σου έργα, συνεργούσα η χάρη του Θεού, σώζεσαι και ο Θεός σε προβλέπει σωσμένο, ή για τα κακά σου έργα, αποφεύγοντας τη χάρη του Θεού, κολάζεσαι, ο Θεός σε βλέπει κολασμένο… Όπως αλλάζεις ζωή, έτσι και ο Θεός αλλάζει απόφαση. Η κρίση του Θεού εξομοιώνεται με τη δική μας προαίρεση. Ο Θεός θέλει να μας σώσει γιατί είναι φιλάνθρωπος, εμείς όμως μπορούμε να σωθούμε γιατί είμαστε ελεύθεροι. Η Χάρη του Θεού και η δική μας προαίρεση κάνουν τη σωτηρία… Αποφάσισε ο Θεός να σώσει τους δικαίους και να κολάσει τους αμαρτωλούς;

Είσαι δίκαιος; Πρόσεξε μη πέσεις, γιατί η απόφαση σωτηρίας σου γίνεται απόφαση της κολάσεώς σου. Είσαι αμαρτωλός, πρόσεξε να μετανοήσεις, γιατί η απόφαση της κολάσεώς σου γίνεται απόφαση της σωτηρίας σου. Θέλεις να ξέρεις πως έχουν τα πράγματα για τη σωτηρία σου; Θέλει ο Θεός γιατί είναι φιλάνθρωπος, αν θέλεις και εσύ, γιατί είσαι ελεύθερος, είσαι σεσωσμένος.

Πρωτοπρεσβύτερου Γεωργίου Κουρκουβάτη
Eκδόσεις Ν. Αγχίαλος (2007)

Πηγή: orthodoxanswers.gr

Tό νά νομίζει κανείς ότι εἶναι κάτι...

Όσιος Πέτρος ο Δαμασκηνός

https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiXKWHvusOmv74Q4ig-k2aQv0kDsabDDeFEWrlAW7KawtU-O9yzAAkEmbkh7nFMejbv7lMgmgkkxHNJsq5zH7jdxnAjGdbwV7hMHyJGQV2VX51COfbWn95I19sYbWpnAUgR8kClyCHty7nY/s1600/10696159_358906727593039_3823326965325727679_n.jpg

Ὅλα στή ζωή αυτή εἶναι διπλά: πράξη καί γνώση, προαίρεση καί χάρη, φόβος καί ἐλπίδα, αγώνες καί βραβεῖα. Τά δεύτερα όμως δέ γίνονται, πρίν γίνουν τά πρῶτα.

Μπορεῖ ἴσως νά φαίνεται, ἀλλά αὐτό εἶναι πλάνη. Ὅπως ἐκεῖνος πού δέν γνωρίζει ἀπό γεωργία, ὅταν δεῖ τά ἄνθη, νομίζοντάς τα γιά καρπούς, θά ὁρμήσει νά τά μαζέψει, καί δέν γνωρίζει ότι μέ τόν τρόπο αυτό καταστρέφει τόν καρπό, ἔτσι καί ἐδώ.

Tό νά νομίζει κανείς ότι εἶναι κάτι, δέν ἐπιτρέπει νά γίνει αὐτό που νομίζει. Γι’ αὐτό πρέπει νά μένει κανείς κοντά στό Θεό καί νά πράττει τά πάντα μέ διάκριση.
 
Πηγή: proskynitis.blogspot.gr

Εμφάνιση Παναγίας σε Ανθυπασπιστή το 1941.


Κατά τον Β΄ Παγκόσμιον Πόλεμον το 1940, όταν επετέθησαν εναντίον της μικρής και αδύνατης Ελλάδος τα εκατομμύρια των Ιταλών και Γερμανών, η Παναγία και πάλιν υπήρξε προστάτις και υπέρμαχος Στρατηγός.
 
Η παρουσία της στο μέτωπο διαπιστώθηκε σε πολλές περιπτώσεις.
 
Αναφέρομε μία, πού συνέβη εις τον τομέα πού υπηρετούσε και ο γράφων, εις ένα Ανθυπολοχαγόν. Μετά από την εμφάνιση αυτή της Παναγίας, όλοι οι στρατιώτες εδώσανε τον φτωχό οβολό τους και με προθυμία κτίσθηκε στο μέρος εκείνο της εμφανίσεως Ναός της Παναγίας.
 
Ιδού το πλήρες κείμενο της αναφοράς του Ανθυπασπιστή την οποία παρέδωσε στονΔιοικητή του.


Αριθ. Δ.Υ. Εν Τ.Τ. 712 τη 3η Μαρτίου 1941
 
Ὁ Ἀνθυπασπιστής Γκάτζαρος Νικόλαος
 
Πρός τό Ἰ/40 Τάγμα Εὐζώνων
 
Ἐνταύθα
 
«Περί ἐμφανίσεως τῆς Παναγίας καί τῶν δοθεισῶν μοί ὑπ’ Αὐτῆς ἐντολῶν».
 
«Λαμβάνω τήν τιμήν νά ἀναφέρω ὑμίν ὅτι χθές τήν Κυριακήν, 2 Μαρτίου ἐ.ε. καί περί ὥραν 8ην μ.μ. μετέβην εἰς τί παρακείμενον τοῦ καταυλισμοῦ 2ου Λόχου τοῦ Τάγματος Ὑμῶν μικρόν ὕψωμα ἀπέχον περί τά 300 μέτρα, χάριν περιπάτου, αἰσθανθεῖς τήν ἀνάγκην κινήσεως. Μία μυστηριώδης δύναμις ὡσάν νά μέ ὤθη πρός τά ἐκεῖ. Ὁ ἀήρ ἔχει ἤδη παύσει νά φυσᾶ καί ὁ οὐρανός ἦτο ἀστερόης. Κατά τήν ἐπιστροφήν μου εἰς τήν σκηνήν, δέν ἔχω ἀριθμήσει 10 βήματα, ὄτε αἰφνιδίως ἐνεφανίσθη ἐμπρός μου καί μοῦ ἀνέκοψε τόν δρόμον μία γυνή μαυροφόρα ἔχουσα σεμνήν τήν ἐμφάνισίν της. Τό πρόσωπον τῆς διεκρίνετο χαρακτηριστικούς εἰς τό βραδυνό ἡμίφως. Εἰς τό θέαμα τοῦτο καταληφθεῖς ἐξ ἀπροόπτου, κατ’ ἀρχάς ἐξεπλάγην, κατόπιν ὅμως αὐτοστιγμεί συνῆλθον ἐκ τοῦ τρόμου, ἐπειδή ἐγνώριζον, ὅτι πολλάκις ἡ Παναγία ἐνεφανίσθη εἴτε ὡς ὅραμα, εἴτε καθ’ ὕπνον κατά τάς πολεμικός ἐπιχειρήσεις τοῦ Στρατοῦ μας.

Ἐγώ ὅλως μηχανικῶς ἔλαβον θέσιν ἡμιγονυπετῆ, ἴνα ἀσπασθῶ τήν δεξιάν Της. Ἐκ τῆς συγκινήσεως οἱ ὀφθαλμοί μου ἐδάκρυζον, οἱ πόδες καί τά χείλη μου ἔτρεμον ἐπί πολλήν ὥραν. Ἤκουσα νά ὁμιλῆ: «Εἶμαι ἡ Παναγία. Μή φοβεῖσαι παιδί μου, εἶπε! Ἐγώ ἐνεφανίσθην νά σού εἴπω τρεῖς λόγους, τούς ὁποίους νά μή λησμονήσης:
 
1) Ὁ παρών πόλεμος ἐκηρύχθη ἀπροκαλύπτως καί ἀναιτίως ὑπό τῆς Ἰταλίας ἐναντίον τῆς Ἑλλάδος. Θελήματί μου ἡ Ἑλλάς θά ἐξέλθη τούτου νικηφόρως.
 
2) Ὁ πόλεμος οὗτος ἐκηρύχθη ἐναντίον τῆς Ἑλλάδος, ἴνα γνωρίση ὁ κόσμος ὅτι ἀφορμή τούτου εἶναι ἡ ἀπομάκρυνσίς του ἐκ τῆς Χριστιανικῆς θρησκείας, καθ’ ἤν ὕβριζεν, ἐβλασφήμει τά θεία της καί ἔρρεπε πρός τόν ἐκφυλισμόν καί τήν ἀκολασίαν καί οὕτως συμμορφωθῆ, ἴνα μάθη ὅτι ὑπάρχει καί προΐσταται ὁ Θεός. Τρανώτατα δέ τεκμήρια τῆς ὑπάρξεως ταύτης εἶναι τά συχνά θαύματα τῶν Ἁγίων της Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ.
 
3) Ἔπρεπε νά μάθη ὁ κόσμος, ὅτι τό δίκαιον πάντοτε ὑπερισχύει τῆς βίας».
 
Ἀνάφερε λοιπόν ταῦτα καί ἐγγράφως εἰς τόν Διοικητήν σου, ἴνα μή πτοηθῆ πρό οὐδενός κωλύματος, καθότι ὑπό τήν προστασίαν Μου ὁ Ἑλληνικός Στρατός θά νικήση!
 
Μεθ’ ὅ ἐν τή ἐξαφανίσει Τῆς οἱ ὀφθαλμοί μου ἐθαμβώθησαν.
 
Ἐν τέλει συνῆλθον ἐν μέρει καί κατηυθύνθην ἀμέσως εἰς τήν σκηνήν ὑμῶν, ὅπου ἔξωθι ταύτης ἀνέφερον ὑμίν τό συμβάν προφορικῶς.
 
Νικόλαος Γκάτζαρος - Ιωάννινα
 
Πηγή: xristianos.gr

Τετάρτη 22 Οκτωβρίου 2014

Λόγος Εγκωμιαστικός στην Αγία Μάρτυρα Πελαγία.

http://www.apostoliki-diakonia.gr/gr_main/catehism/theologia_zoi/ecclesia_history/Xrysostomos/pics/chrysostom20.jpg

Αγίου Ιωάννου Αριεπισκόπου Κων/λέως του Χρυσοστόμου.

Ας είναι ευλογητός ο Θεός· διότι και γυναίκες πλέον περιπαί­ζουν το θάνατο, και κόρες τον περιγελούν, και παρθένες, και μά­λιστα πολύ νέες και που δεν γνώρισαν γάμο, σκιρτούν επάνω στα ίδια τα κεντριά του άδη χωρίς να παθαίνουν τίποτε το φοβερό. Όλα αυτά λοιπόν τα αγαθά μάς δόθηκαν εξαιτίας του Χριστού που γεν­νήθηκε από Παρθένο· διότι μετά τους μακάριους εκείνους ανυπό­φορους πόνους και την φρικωδέστατη γέννηση ατόνησαν τα νεύρα του θανάτου, παρέλυσε η δύναμη του διαβόλου, και όχι μόνο στους άνδρες πλέον, αλλά και στις γυναίκες έγινε ευκαταφρόνητος, και όχι μόνο στις γυναίκες, αλλά και στις κόρες.

Όπως ακριβώς δηλα­δή κάποιος άριστος ποιμένας συλλαμβάνοντας το λιοντάρι που προκαλεί φόβο στα πρόβατα και εξολοθρεύει όλο το κοπάδι, αφού βγάλει τα δόντια του, κόψει τα νύχια του και κουρέψει τα μαλλιά του, το κάνει ευκαταφρόνητο και καταγέλαστο, παραδίνοντάς το έτσι στα αγόρια και τα κορίτσια των βοσκών να το περιπαίζουν, έτσι λοιπόν και ο Χριστός, τον θάνατο, που ήταν φοβερός στη φύση μας και προκαλούσε φόβο σ’ ολόκληρο το γένος μας, αφού τον συνέλαβε και διέλυσε όλο το φόβο που προκαλούσε, τον παρέ­δωσε, ώστε να τον περιπαίζουν και παρθένες.

Γι’ αυτό και η μακαρία Πελαγία έτρεξε προς αυτόν με τόση μεγάλη ευχαρίστηση, ώστε να μη περιμένει ούτε τα χέρια των δημίων, ούτε να οδηγηθεί σε δικαστήριο, αλλά με την υπερβολική προθυμία της να προλάβει την σκληρότητα εκείνων. Διότι είχε προετοιμαστεί και για τα βασανιστήρια και κολαστήρια και για κάθε εί­δος τιμωριών, αλλά φοβόταν μήπως χάσει το στεφάνι της παρθε­νίας. Και για να μάθεις ότι φοβόταν την ασέλγεια των ασεβών, προλαβαίνει και αρπάζει από πριν τον εαυτό της από την αισχρή ατίμωση· εκείνο που κανένας από τους άνδρες δεν επιχείρησε ποτέ να κά­νει, αλλά οδηγήθηκαν όλοι στο δικαστήριο και εκεί επέδειξαν την ανδρεία τους, οι γυναίκες, εξαιτίας της εύκολης επιδράσεως που δέχεται η φύση τους, επινόησαν για τον εαυτό τους αυτόν τον τρόπο θανάτου.

Διότι, εάν ήταν δυνατό και την παρθενία να διαφυλάξει και να επιτύχει τα στεφάνια του μαρτυρίου, δεν θα απέφευγε την ει­σαγωγή της στο δικαστήριο· και επειδή έπρεπε οπωσδήποτε το ένα από τα δύο να το χάσει, θεωρούσε σαν την πιο χειρότερη μορφή παραλογισμού, ενώ μπορούσε να επιτύχει τη νίκη και των δύο, να φύ­γει από τη ζωή λαμβάνοντας το ένα μόνο στεφάνι. Γι’ αυτό δεν θέ­λησε να μεταβεί στο δικαστήριο, ούτε να γίνει θέαμα στα ακόλαστα μάτια, ούτε να επιτρέψει στα ασελγή βλέμματα να νοιώσουν απόλαυση βλέποντας το πρόσωπό της και ν’ ατιμάσουν το άγιο εκείνο σώμα, αλλά από το σπίτι και τον γυναικωνίτη ήλθε σε άλλο σπίτι, τον ουρανό.

Πράγματι είναι μεγάλο πράγμα το να δει κανείς δημίους να στέκονται γύρω-γύρω και να τρυπούν τις πλευρές, δεν είναι όμως καθόλου κατώτερο και αυτό από εκείνο. Διότι σ’ εκείνους, επειδή οι αισθήσεις έχουν ήδη παραλύσει εξαιτίας των ποικίλων βασανι­στηρίων, δεν φαίνεται πλέον ο θάνατος φοβερός, αλλά θεωρείται σαν κάποια απαλλαγή και ανακούφιση από τα μελλοντικά κακά. Αυτή όμως που δεν έπαθε ακόμη τίποτε τέτοιο, αλλ’ είχε ακέραιο ακόμη το σώμα της και δεν αισθανόταν κανένα πόνο μέχρι στιγμής, χρειάζεται κάποιο μεγάλο και γενναίο φρόνημα, εάν πρόκειται με βίαιο θάνατο να στερήσει από τον εαυτό της την παρούσα ζωή.

Ώστε, όταν θαυμάζεις εκείνους για την καρτερία τους, θαύμασε και αυτήν για την ανδρεία της· όταν νοιώσεις έκπληξη για την υπο­μονή εκείνων, νοιώσε έκπληξη και για το γενναίο φρόνημα της, διότι είχε την τόλμη να υποστεί τέτοιο θάνατο. Και μη προσπερά­σεις έτσι απλώς το συμβάν, αλλά σκέψου ποια φυσικό ήταν να είναι η διάθεση μιας απαλής κόρης, που δεν γνώριζε τίποτε επί πλέον από το θάλαμό της, βλέποντας για μια στιγμή να καταφθάνουν στρατιώτες, να στέκονται μπροστά στη πόρτα της και να την καλούν στο δικαστήριο, να την σύρουν στην αγορά για τέτοια και τόσο με­γάλα πράγματα. Δεν υπήρχε μέσα ούτε ο πατέρας της, ούτε η μητέ­ρα της, ούτε η τροφός της, ούτε η υπηρέτρια, ούτε γείτονας, ούτε φίλη, αλλ’ είχε απομείνει μόνη ανάμεσα σ’ εκείνους τους δημίους.

Το ότι λοιπόν μπόρεσε να βγει και ν’ αποκριθεί σ’ εκείνους τους δημίους στρατιώτες, ν’ ανοίξει το στόμα της και να μιλήσει, το να τους δει, το να σταθεί και ν’ αναπνεύσει, πώς δεν είναι άξιο εκπλήξεως και θαυμασμού; Δεν ήταν αυτά γνωρίσματα της ανθρώπι­νης φύσεως. Βέβαια το μεγαλύτερο μέρος το πρόσφερε η βοήθεια του Θεού. Όμως ούτε αυτή στάθηκε τότε αργή, αλλά πρόσφερε όλα όσα εξαρτιόνταν από την ίδια, όπως την προθυμία, το φρόνημα, τη γενναιότητα, τη θέληση, την προαίρεση, την προσέλευση με εν­θουσιασμό και βιασύνη. Το να γίνουν όμως όλα αυτά, αυτό κατορθώθηκε με τη βοήθεια του Θεού και την ουράνια εύνοια. Ώστε αξίζει και να τη θαυμάζει κανείς και να την μακαρίζει· να την μακαρίζει εξαιτίας της συμμαχίας του Θεού, και να την θαυμάζει για τη δική της προθυμία. Διότι ποιος θα ήταν δυνατό να μην εκπλαγεί δίκαια, ακούοντας, ότι μέσα σε μια στιγμή έλαβε μια τόσο μεγά­λη απόφαση, την ενέκρινε με προθυμία και την πραγματοποίησε;

Διότι βέβαια γνωρίζετε όλοι, ότι εκείνα που πολλές φορές με­λετήσαμε επί μακρόν χρόνο, όταν ήρθε ο καιρός που ζητούσε την πραγματοποίησή τους, επειδή ο νους μας κυριεύθηκε από λίγο φόβο, όλες εκείνες τις σκέψεις τις απορρίψαμε και φοβηθήκαμε για μια στιγμή από την αγωνία. Αυτή όμως μπόρεσε μέσα σε μια στιγμή και να δεχθεί και ν’ αποφασίσει και να πραγματοποιήσει μια τόσο φρικτή και φοβερή απόφαση, και ούτε το φοβερό των παρό­ντων εκεί στρατιωτών, ούτε το δύσκολο του καιρού, ούτε η ερημία της επιβουλευόμενης, ούτε το ότι είχε εγκαταλειφτεί μόνη μέσα στο σπίτι, ούτε τίποτε άλλο θορύβησε τη μακαριά εκείνη, αλλά σαν να υπήρχαν εκεί παρόντες κάποιοι φίλοι και γνωστοί, έτσι όλα τα έκαμε χωρίς φόβο, και πολύ σωστά. Διότι δεν ήταν μέσα μόνη, αλλ’ είχε σύμβουλο τον Ιησού· εκείνος τη βοηθούσε, εκείνος άγγι­ζε την καρδιά της, εκείνος έδινε θάρρος στη ψυχή της, εκείνος μόνος απομάκρυνε το φόβο. Και αυτά δεν τα έκανε τυχαία, αλλ’ επει­δή η μάρτυς είχε προετοιμάσει προηγουμένως τον εαυτό της άξιο της βοήθειας εκείνου.

Αφού βγήκε λοιπόν έξω ζήτησε χάρη από τους στρατιώτες, να της επιτραπεί να μπει πάλι μέσα και ν’ αλλάξει ενδύματα’ και αφού μπήκε άλλαξε και φόρεσε αντί της φθοράς την αφθαρσία, αντί του θανάτου την αθανασία, αντί της πρόσκαιρης ζωής την αιώνια ζωή. Εγώ όμως μαζί με τα όσα λέχθηκαν θαυμάζω και αυτό, πώς εξαπάτησε η γυναίκα τους άνδρες, πώς εκείνοι δεν υποπτεύτηκαν τίποτε από εκείνα που επρόκειτο να συμβούν, πώς δεν αντιλήφτηκαν το δόλο; Διότι δεν μπορεί να πει κανείς, ότι κανένας δεν έκανε τίποτε παρόμοιο· πολλές ίσως και να έπεσαν στους γκρεμούς, να ρίχθηκαν στο πέλαγος, και ξίφος να ώθησαν στο στήθος τους, και θηλιά να πέρασαν στο λαιμό τους, και από πολλά τέτοια δράματα ήταν γεμά­τος ο καιρός εκείνος αλλ’ ο Θεός τύφλωσε την καρδιά τους, ώστε να μην αντιληφθούν το δόλο.

Γι’ αυτό και ξέφυγε μέσα από τα δί­χτυα. Και όπως ακριβώς το ελάφι που έπεσε στα ίδια τα χέρια των κυνηγών και έπειτα, αφού διέφυγε, σταματά πλέον το τρέξιμό του στην κορυφή όρους που είναι δύσβατο για τα πόδια των κυνηγών και αδύνατο στο ρίξιμο των βέλων, και από εκεί βλέπει χωρίς φόβο εκείνους που προηγουμένως θέλησαν να του κάνουν κακό, έτσι λοι­πόν και αυτή, αν και έπεσε μέσα στα ίδια τα χέρια των κυνηγών και ήταν κλεισμένη, σαν μέσα σε δίχτυα, μέσα στους τοίχους του σπιτιού της, έτρεξε όχι στην κορυφή όρους, αλλά στην ίδια την κορυ­φή του ουρανού, όπου δεν ήταν πλέον δυνατό να ανεβούν εκείνοι και βλέποντας τους στη συνέχεια ν’ αναχωρούν από εκεί με άδεια χέρια, χαιρόταν, βλέποντας τους άπιστους να περιβάλλονται από πολλή ντροπή.

Σκέψου λοιπόν πόσο μεγάλο πράγμα ήταν να κάθεται ο δικα­στής στην έδρα του, να είναι παρόντες οι δήμιοι, να είναι έτοιμα τα βασανιστήρια, όλο το πλήθος να είναι συγκεντρωμένο, οι στρατιώ­τες να περιμένουν, και όλοι να είναι μεθυσμένοι από την ηδονή με την ελπίδα ότι θα έχουν το θήραμα, και εκείνοι που πήγαν να το συλλάβουν να επιστρέφουν με σκυμμένα τα κεφάλια και να διηγού­νται το δράμα που συνέβηκε. Πόση ντροπή και πόση οδύνη και χλευασμός φυσικό ήταν να διαχυθεί επάνω σ’ όλους τους άπιστους;

Πώς φυσικό ήταν ν’ αναχωρούν σκύβοντας κάτω από ντροπή το κε­φάλι, μαθαίνοντας από τα έργα, ότι ο πόλεμός τους ήταν όχι προς ανθρώπους, αλλά προς το Θεό; Και ο Ιωσήφ βέβαια, όταν επιβουλευόταν από την κυρία του, εξήλθε τότε γυμνός, αφήνοντας το έν­δυμα που είχε κρατηθεί από τα μιαρά χέρια της βάρβαρης γυναίκας, ενώ αυτή δεν άφησε ούτε να πιάσουν το σώμα της τα ακόλαστα χέρια, αλλά αφού ανέβηκε με γυμνή τη ψυχή και άφησε την αγία σάρκα της στους εχθρούς της, τους έβαλε σε πολλή αμηχανία· διότι δεν ήξεραν τι να κάνουν το λείψανό της.

Τέτοια είναι τα κατορθώματα του Θεού· τους δούλους του από δύσκολες καταστάσεις τους οδηγεί σε πολλή ευκολία, ενώ εκείνους που αντιτίθενται προς αυτόν και τον πολεμούν ακόμη και από εκείνα που φαίνονται ότι είναι εύκολα, τους οδηγεί στην πιο μεγάλη αμηχανία. Διότι τι υπήρχε χειρότερο από την αμηχανία εκείνη, στην οποία είχε πέσει τότε η κόρη; Και τι πιο εύκολο από την ευκολία στην οποία βρίσκονταν τότε οι στρατιώτες; Την κρα­τούσαν μόνη, κλεισμένη μέσα στο σπίτι σαν μέσα σε φυλακή, και όμως έφυγαν από εκεί αποτυγχάνοντας να συλλάβουν το θήρα­μα.

Επίσης, ενώ η κόρη ήταν έρημη από συμμάχους και βοηθούς και δεν έβλεπε από πουθενά καμιά διέξοδο από τα δεινά, και τα στόματα των θηρίων εκείνων που βρίσκονταν κοντά της, διέφυγε τις επιβουλές, σαν να την άρπαξαν, θα μπορούσε να πει κάποιος, μέσα από τον φάρυγγα τους, και νίκησε τους στρατιώτες, τους δικαστές και τους άρχοντες. Και όταν βέβαια ζούσε είχαν την ελπίδα όλοι αυτοί ότι θα την νικούσαν, όταν όμως πέθανε, τότε έπεσαν σε μεγαλύτερη αμηχανία, για να μάθουν ότι ο θάνατος των μαρτύ­ρων είναι νίκη των μαρτύρων. Και συνέβαινε το ίδιο, όπως έγινε με ένα πλοίο, που ήταν γεμάτο από πολύτιμα μαργαριτάρια, το οποίο εξαιτίας της εισβολής κάποιου κύματος στην είσοδο ακριβώς του λιμανιού, κινδύνευσε να βυθιστεί και να βρεθεί κάτω από τα κύματα, αλλά διαφεύγοντας τον κίνδυνο και ωθούμενο από το ρεύμα των υδάτων κατόρθωσε να φθάσει στο λι­μάνι με μεγαλύτερη ταχύτητα.

Έτσι λοιπόν συνέβη και με τη μακαρία Πελαγία. Διότι η έφοδος των στρατιωτών και ο φόβος των αναμενόμενων βασανιστηρίων και η απειλή του δικαστή πέφτοντας επάνω της σφοδρότερα από οποιοδήποτε κύμα, την εξανάγκασαν να πετάξει προς τον ουρανό με μεγαλύτερη ταχύτητα· και το κύμα που επρόκειτο να καταποντίσει το πλοίο, την έστειλε στο γαλήνιο λιμάνι, και έτσι μεταφερό­ταν το σώμα λαμπρότερο από κάθε αστραπή, θαμβώνοντας τα μάτια του διαβόλου. Διότι δεν μας είναι τόσο φοβερός ο κεραυνός που πέφτει από τον ουρανό, όσο φόβιζε το σώμα της μάρτυρος, φο­βερότερα από κάθε κεραυνό, τις φάλαγγες των δαιμόνων.

Και αυτά δεν γίνονταν χωρίς την επέμβαση του Θεού. Αυτό βέβαια γίνεται φανερό κυρίως από το μέγεθος της προθυμίας και από το ότι δεν κατάλαβαν οι στρατιώτες τον δόλο, και από το ότι της έκαναν τη χάρη, και από το ότι η πράξη έφθασε σε τέλος, αυτό μπορεί να το διαπιστώσει κανείς και από τον ίδιο τον τρόπο του θα­νάτου. Πολλοί δηλαδή που έπεσαν από ψηλή στέγη δεν έπαθαν τί­ποτε το κακό· άλλοι πάλι που υπέστησαν αναπηρία σε κάποια μέλη του σώματός τους, έζησαν πολλά χρόνια μετά από την πτώση· στην περίπτωση όμως της μακάριας εκείνης ο Θεός δεν επέτρεψε να συμβεί τίποτε από αυτά, αλλ’ αμέσως πρόσταζε το σώμα ν’ αφήσει ελεύθερη τη ψυχή, και την δεχόταν σαν να είχε αγωνιστεί όσο έπρεπε και να τα εκπλήρωσε όλα.

Διότι ο θάνατός της δεν οφειλόταν στην πτώση του σώματός της, αλλά ήταν αποτέλεσμα της προ­σταγής του Θεού. Και ήταν λοιπόν ξαπλωμένο το σώμα όχι πάνω σε κρεβάτι, αλλά πάνω στο έδαφος· δεν ήταν όμως ξαπλωμένο πά­νω στο έδαφος ατιμασμένο, αλλά το έδαφος ήταν τίμιο, επειδή δέ­χθηκε σώμα ντυμένο με τόση δόξα. Και ακριβώς γι’ αυτό κυρίως το σώμα εκείνο ήταν τιμιότερο με το να βρίσκεται στο έδαφος, διότι οι ατιμώσεις που υπομένουμε για χάρη του Χριστού μάς παρέ­χουν περισσότερη τιμή.

Βρισκόταν λοιπόν ξαπλωμένο πάνω στο έδαφος ενός στενού δρόμου το παρθενικό εκείνο σώμα το καθαρότερο από κάθε χρυσό, και οι άγγελοι το νεκροστόλιζαν, όλοι οι αρχάγγελοι το τιμούσαν, και ο Χριστός ήταν παρών. Διότι, εάν οι οικοδεσπότες τους καλύτε­ρους από τους δούλους τους όταν πεθάνουν τους συνοδεύουν κατά την εκφορά τους και δεν ντρέπονται, πολύ περισσότερο ο Χριστός δεν θα ήταν δυνατό να ντραπεί να τιμήσει με την παρουσία του εκείνην που παρέδωσε τη ψυχή της για χάρη του και δέχθηκε να υποστεί έναν τόσο μεγάλο κίνδυνο. Βρισκόταν λοιπόν στο έδαφος έχοντας μεγάλο εντάφιο το μαρτύριο, καλλωπισμένη με το κόσμημα της ομολογίας, ντυμένη με στολή τιμιότερη από κάθε βασιλικό ένδυμα και από κάθε τίμια πορφύρα, και έχοντας αυτήν διπλή· τη στο­λή της παρθενίας και τη στολή του μαρτυρίου· με αυτά τα εντάφια θα παρουσιαστεί στο βήμα του Χριστού.

Μία τέτοια στολή ας φροντίζομε και εμείς να φορούμε και όσο ζούμε και όταν πεθάνομε, γνωρίζοντας ότι, εάν κάποιος καλ­λωπίσει το σώμα με χρυσά ενδύματα, δεν το ωφέλησε καθόλου, αλλά και έχει πολλούς κατηγόρους, διότι δεν εγκατέλειψε την κενοδοξία ούτε και κατά το θάνατο· εάν όμως ντυθεί την αρετή, θα έχει πολλούς επαίνους και μετά το θάνατο. Διότι ο τάφος εκείνος, στον οποίο βρίσκεται το σώμα που έζησε με αρετή και ευσέβεια, θα εί­ναι λαμπρότερος σ’ όλους κι απ’ αυτές ακόμη τις βασιλικές αυλές. Και αυτού μάρτυρες είμαστε εμείς, οι οποίοι, παραβλέποντας τους τάφους των πλουσίων σαν σπήλαια, αν και έχουν χρυσά ενδύματα, τρέχομε με μεγάλη προθυμία προς την αγία αυτή, επειδή έφυγε η μάρτυς από την εδώ ζωή έχοντας ντυμένο τον εαυτό της με την παρθενία αντί με χρυσά ενδύματα.

Ας την μιμηθούμε, λοιπόν, με όλη τη δύναμή μας. Περιφρό­νησε εκείνη τη ζωή· ας περιφρονήσουμε εμείς την τρυφηλή ζωή, ας περιγελάσουμε την πολυτέλεια, ας απομακρυνθούμε από τη μέθη, ας αποφύγουμε την πολυφαγία. Γι’ αυτό σας ικετεύω και σας παρακαλώ να έχετε πάντοτε στη μνήμη και τη διάνοιά σας την αγία αυτή, και να μη καταντροπιάζετε την πανήγυρη, ούτε να στερήσουμε τον εαυτό μας από την παρρησία που μας παρέχεται από την εορτή αυτή. Διότι δεν νοιώθουμε τυχαία υπερηφάνεια συνομιλώ­ντας με τους ειδωλολάτρες για το πλήθος της εορτής, καταντροπιάζοντάς τους και λέγοντας, ότι μία κόρη πεθαμένη συγκεντρώνει ολόκληρη πόλη και τόσο πλήθος, κάθε χρόνο και μετά από τόσα χρόνια, και κανένας χρόνος δεν διέκοψε τη συνέχεια της τιμής αυτής. Διότι το πλήθος αυτό που συγκεντρώθηκε τώρα αν προσέρχεται με ευταξία θ’ αποτελεί για μας κόσμημα μέγιστο, αν όμως με ραθυμία και αδιαφορία, θ’ αποτελεί ντροπή και κατηγορία.

Για να νοιώθουμε λοιπόν υπερηφάνεια για το πλήθος της αγάπης σας, ας αναχωρούμε από εδώ για το σπίτι μας με την ίδια ευταξία, με όση αρμόζει ν’ αναχωρούν εκείνοι που συγκεντρώθηκαν για μια τέτοια μάρτυρα. Διότι, αν κάποιος δεν αναχωρήσει έτσι για το σπίτι του, όχι μόνο δεν ωφελήθηκε, αλλά και απέσπασε μέγιστο κίνδυνο κατά του εαυτού του. Γνωρίζω ότι σεις είστε καθαροί από τα νοσήματα αυτά, αυτό όμως δεν είναι αρκετό για την απολογία σας, αλλά πρέπει και τους αδελφούς που παρεκτρέπονται να τους επαναφέρετε σε απόλυτη ευταξία και στην πρέπου­σα τάξη. Τίμησες την μάρτυρα με την παρουσία σου;

Τίμησέ την και με τη διόρθωση των δικών σου μελών. Αν δεις γέλιο και βάδισμα άτακτο και εμφάνιση άπρεπή, πλησίασέ τους και κοίταξε με βλέμμα αυστηρό και φοβερό εκείνους που τα κάνουν. Αλλά σε περιφρονούν και σε κοροϊδεύουν περισσότερο; Πάρε μαζί σου δύο-τρεις ή και περισσότερους αδελφούς, ώστε με το πλήθος να γίνετε σεβαστότεροι. Εάν όμως δεν μπορέσεις ούτε έτσι να τους συνετίσεις, τότε φανέρωσέ τους στους ιερείς· μάλλον όμως είναι αδύνατο να φθάσουν αυτοί σε τόση αδιαντροπιά, ώστε, επιτιμώμενοι και παρακαλούμενοι, να μην υποχωρήσουν και να ντραπούν και ν’ απομακρυνθούν από την άτακτη και παιδική συμπεριφορά. Και είτε κερδίσεις δέκα, είτε τρεις, είτε δύο, είτε και έναν μόνο, θα εισέλθεις έχοντας λάβει πολύ κέρδος.

Είναι μεγάλο το μήκος του δρόμου· ας το χρησιμοποιήσομε λοιπόν για την περισυλλογή αυτών που αναφέραμε· ας γεμί­σουμε τη λεωφόρο με θυμιάματα. Διότι δεν θα γίνει ο δρόμος τόσο ευπρεπής, εάν κανείς καθ’ όλο το μήκος του τοποθετήσει θυμια­τήρια και με την ευωδιά τους αλλάξει την μυρωδιά του αέρα, όσο ευ­πρεπής θα γίνει τώρα, εάν όλοι, όσοι τον βαδίζουμε σήμερα, διηγούμενοι αναμεταξύ μας τα κατορθώματα της μάρτυρος, πηγαίνουμε στο σπίτι μας, μετατρέποντας ο καθένας θυμιατήρι τη γλώσσα του. Δεν βλέπετε, όταν εισέρχεται ο βασιλιάς στην πόλη, με πόση ευταξία βαδίζουν οι στρατιώτες και στα δύο μέρη του δρόμου οπλισμένοι και στοιχισμένοι, δίνοντας αναμεταξύ τους χαμηλόφωνα το παράγγελμα και προχωρώντας με πολύ φόβο, ώστε να φαίνονται αξιοθέατοι σ’ εκείνους που τους βλέπουν; Εκείνους λοιπόν ας μιμηθούμε· διότι και εμείς βαδίζομε μπροστά από βασιλιά, από βασιλιά όχι αισθητό, ούτε επίγειο, αλλά από τον Δεσπότη των αγγέλων.

Έτσι λοιπόν ας μπούμε και εμείς με ευταξία και προτρέποντας ο ένας τον άλλο, να βαδίζουμε με ρυθμό και τάξη, ώστε όχι μόνο με το πλήθος, αλλά και με την κοσμιότητά μας να εκπλήξουμε τους θεατές. Βέβαια, κι αν ακόμα δεν παραβρισκόταν κανένας άλ­λος, αλλά βαδίζαμε μόνοι στο δρόμο, ούτε έτσι έπρεπε να κάνουμε ασχημοσύνες, επειδή υπάρχει ο ακοίμητος οφθαλμός που είναι πα­ντού παρών και τα βλέπει όλα. Τώρα όμως σκεφτείτε ότι υπάρχουν πολλοί αιρετικοί ανάμεσά μας, και αν μας δουν να χορεύομε έτσι, να γελούμε, να φωνάζουμε και να μεθούμε, θα φύγουν αφού μας αποδώσουν τις χειρότερες κατηγορίες. Και αν κάποιος που σκαν­δαλίζει έναν υπομένει κατ’ ανάγκη τιμωρία, εμείς που σκανδαλίζο­με τόσους, ποιά τιμωρία θα υποστούμε; Αλλ’ είθε να μη συμβεί μετά τους λόγους αυτούς και την παραίνεση αύτη να βρεθεί κάποιος υπεύθυνος γι’ αυτά που είπαμε. Διότι, εάν αυτά διαπραττόμενα και πριν από αυτά που σας είπα ήταν ασυγχώρητα, μετά τη συμβουλή αυτή και την επίπληξη κάνουν πολύ περισσότερο αναγκαία την τι­μωρία και σ’ εκείνους που τα κάνουν και σ’ εκείνους που τα βλέ­πουν να γίνονται και τα παραβλέπουν.

Για ν’ απαλλάξετε λοιπόν και εκείνους από την τιμωρία και στον εαυτό σας να γίνετε πρόξενοι μεγαλύτερης αμοιβής, να αναλάβετε την κηδεμονία των αδελφών σας, οδηγήστε τους στη συγκέ­ντρωση και τη διήγηση των όσων λέχθηκαν, ώστε, αφού τα μελετή­σουν κατά τη διαδρομή όλου του δρόμου και μεταφέρουν υπολείμματα αυτής της τράπεζας και σ’ εκείνους που έμειναν στο σπίτι και απουσίασαν από εδώ, να κάμετε λαμπρή και εκεί την πνευματι­κή απόλαυση. Διότι έτσι και θα αισθανθούμε περισσότερο την εορτή αυτή, και την αγία μάρτυρα θ’ αποσπάσουμε σε περισσότερη εύνοια, τιμώντας την με την αληθινή τιμή. Διότι από το να έλθετε εδώ και να θορυβήσετε, πολύ πιο μεγαλύτερη ευχαρίστηση θα προσφέ­ρετε σ’ αυτήν με το να φύγετε από εδώ αφού γεμίσετε και απο­κομίσετε κάποια πνευματική ωφέλεια.

Μακάρι λοιπόν με τις ευχές της αγίας αυτής και εκείνων που επέτυχαν τα ίδια κατορθώματα μ’ αυτήν, και αυτά και τα άλλα που λέ­χθηκαν να τα θυμάστε με ακρίβεια και να τα φανερώσετε όλα με τα έργα, και να ζείτε ευαρεστώντας σε όλα το Θεό, στον οποίον ανήκει η δόξα και η δύναμη στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

(Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Ε.Π.Ε τ.37, σ. 83-99)

Πηγή: alopsis.gr

Περί μακροθυμίας.

http://www.egolpion.com/img/nektarios1891.jpg
 
Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως του εν Αιγίνη.

Η μακροθυμία είναι αρετή γενναίας και ευγενικής ψυχής, που έχει θεμέλιο την αγάπη προς τον πλησίον. Η μακροθυμία είναι μεγαλοψυχία, μεγαλοφροσύνη και φίλη της πραότητας. Η μακροθυμία μαρτυράει καλή αγωγή ψυχής και εκδηλώνεται σαν συμπάθεια, φιλανθρωπία, μετριοφροσύνη και δικαιοσύνη. Ο μακρόθυμος κυριαρχεί πάνω στον θυμό και την οργή του∙ κατευνάζει δε τις ορμές της καρδιάς του, ελεεί όσους έφταιξαν σε κάτι και λυπάται αυτούς που αμαρτάνουν. Ο έλεγχός του γίνεται με επιείκεια και τα λόγια του εκφράζονται με σύνεση και φρόνηση. Η οργή δεν σκοτίζει τον νου του και ο θυμός δεν διαταράσσει τα λογικά του. Η όψη του είναι ευχάριστη και οι κινήσεις του σεμνοπρεπείς. Έχοντας πολλή φρόνηση, δεν δικάζει με εμπαθή οξύτητα, αλλά αποφαίνεται με αγαθή κρίση για τα παραπτώματα.

O Χρυσόστομος λέει για τη μακροθυμία τα παρακάτω: «Το αίτιο όλων των αγαθών είναι η μακροθυμία∙ αυτή είναι η ρίζα κάθε φιλοσοφίας∙ υπάρχει ως όπλο ακαταμάχητο και πύργος απόρθητος, αντιμετωπίζοντας με ευκολία τα λυπηρά και τα δύσκολα. Και όπως ακριβώς, αν πέσει σπίθα στην άβυσσο, εκείνη δεν θα βλαφθεί καθόλου, αλλά η σπίθα θα σβήσει εύκολα, έτσι και στη μακρόθυμη ψυχή, όποιο απροσδόκητο και να εμφανιστεί, αυτό εξαφανίζεται εύκολα, ενώ εκείνη παραμένει ατάραχη. Διότι η μακροθυμία είναι δυνατότερη όλων∙ και για στρατόπεδα να πεις και για χρήματα και για άλογα και για τείχη και για όπλα και για ο,τιδήποτε, κανένα δεν θα βρεις ίσο με τη μακροθυμία.

Γιατί εκείνος που θα έχει όλα τα παραπάνω, αν κυριευθεί από θυμό, πολλές φορές συμπεριφέρεται σαν ανώριμο παιδάκι, κάνοντας πολύ θόρυβο και γεμάτος ζάλη. Ο μακρόθυμος απολαμβάνει βαθιά γαλήνη, σαν να βρίσκεται καθισμένος σε λιμάνι∙ όπως ακριβώς δεν νικιέται ο βράχος με όποια βλάβη κι αν προσπαθήσεις να του προκαλέσεις , ή δεν ταράζεται ο πύργος όποια ύβρη και να του απευθύνεις, ή δεν καταστρέφεται το διαμάντι με όποια πληγή θελήσεις να του προκαλέσεις».
 
Μακάριος ο άνθρωπος ο μακρόθυμος.

(«Το γνώθι σαυτόν ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΥΤΟΓΝΩΣΙΑΣ», ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΠΕΝΤΑΠΟΛΕΩΣ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΘΩΣ)

Πηγή: alopsis.gr

Εγωϊσμός.

https://scontent-b-mxp.xx.fbcdn.net/hphotos-xpf1/v/t1.0-9/10710713_920767401283985_7362917476448380772_n.jpg?oh=0e3b913fdfe24f5bb0d49fb94e94ccb3&oe=54B773F4


Πηγή: Αγγελική Κάραλη

Τρίτη 21 Οκτωβρίου 2014

Ο Όσιος Σιλουανός της Λαύρας των Σπηλαίων.


Ο Όσιος Σιλουανός έζησε στην Λαύρα των Σπηλαίων στα τέλη του 13ου, αρχές του 14ου αιώνα. Με την δύναμη της προσευχής του ακινητοποίησε τρεις κλέφτες που είχαν μπει στο μοναστήρι για να κλέψουν. Αφού δήλωσαν μετάνοια τους άφησε να φύγουν.
 
Η μνήμη του τιμάται στις 10 Ιουνίου.
 
Πηγή: proskynitis.blogspot.gr

Ο Όσιος Παμβώ της Λαύρας των Σπηλαίων.

 
 
Ο Όσιος Παμβώ ήταν ένας ομολογητής της πίστης. Αιχμαλωτίστηκε από τους Τατάρους και για πολλά χρόνια υπέστη φρικτά βασανιστήρια για να αρνηθεί τη χριστιανική πίστη. Κατόπιν, ως εκ θαύματος, μεταφέρθηκε από την αιχμαλωσία στο κελί του. Πέθανε το 1241 μ.Χ.
 
Η μνήμη του τιμάται στις 18 Ιουλίου.
 
Πηγή: proskynitis.blogspot.gr

Άγιος Στέφανος, ηγούμενος της Λαύρας των Σπηλαίων.

Ο Άγιος Στέφανος έζησε στη Ρωσία κατά τον 11ο αιώνα μ.Χ. και ασκήτεψε στη Λαύρα του Κιέβου. Μετά την κοίμηση του Οσίου Θεοδοσίου (τιμάται 3 Μαΐου) έγινε ηγούμενος της ιεράς μονής των Σπηλαίων του Κιέβου. Από τη νέα αυτή θέση ήταν πολύ δραστήριος και φρόντισε με επιμέλεια για την κτηριακή ολοκλήρωση της μονής. Παράλληλα όμως φρόντιζε και για την πνευματική αύξηση των μοναχών. Όρισε να τελείται καθημερινά στη μονή, η Θεία Λειτουργία υπέρ αναπαύσεως των μακαρίων κτητόρων και των κεκοιμημένων αδελφών, καθώς και για την σωτηρία των ζώντων αδελφών και όλων των Ορθοδόξων Χριστιανών.

Ο επίβουλος διάβολος όμως φθόνησε τον ένθεο ζήλο του Αγίου Στεφάνου και ξεσήκωσε μερικούς αδελφούς εναντίον του Αγίου ηγουμένου τους και δημιούργησε έτσι μεγάλη αναταραχή στην αδελφότητα. Ο Άγιος αναχώρησε από την ηγουμενία και εκδιώχθηκε αναίτια από τη μονή. Ωστόσο τα υπέμεινε όλα αγόγγυστα, χωρίς παράπονο και μνησικακία.

 
 
Ο Θεός όμως ευλόγησε τόσο τον πιστό δούλο Του, ώστε ο Άγιος Στέφανος αξιώθηκε να χτίσει νέα μονή στο Κλοβ, με πέτρινο ναό αφιερωμένο στην Κατάθεση της Τιμίας Εσθήτος της Υπεραγίας Θεοτόκου.

Η αρετή του προσείλκυσε πολλές ευσεβείς ψυχές, που ήλθαν κοντά του και δέχθηκαν από τα τίμια χέρια του το μοναχικό σχήμα. Η φήμη του Αγίου απλώθηκε σε όλη τη Ρωσική γη. Γι' αυτό, όταν το έτος 1091 ο Επίσκοπος του Βλαντιμίρ κοιμήθηκε, ο Άγιος Στέφανος χειροτονήθηκε Αρχιερέας και διάδοχός του στο Βλαντιμίρ από τον Μητροπολίτη Κιέβου Ιωάννη.

Ο Άγιος Στέφανος ποίμανε θεοφιλώς το ποίμνιό του και κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1094. Η Μνήμη του τιμάται στις 27 Απριλίου.

Πηγή: proskynitis.blogspot.gr

Άγιος ιερομάρτυς Φιλόσοφος και τα τέκνα αυτού.


Ο Άγιος Ιερομάρτυς Φιλόσοφος (Νικολάγιεβιτς Ορνάτσκιυ) γεννήθηκε στο χωριό Εργά της επαρχίας Νόβγκοροντ.Ο πατέρας του ήταν ιερέας Το 1885 τελείωσε τη θεολογική ακαδημία της Αγίας Πετρουπόλεως και νυμφεύθηκε την Ελένη Ζαοζέρκοϋ. Χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και εργάσθηκε ποιμαντικά αναπτύσσοντας ένα τεράστιο φιλανθρωπικό και ιεραποστολικό έργο.
 
Συνδέθηκε πνευματικά με τον Πατριάρχη Τύχωνα και κατά την διάρκεια του πρώτου παγκοσμίου πολέμου στάθηκε στο πλευρό των τραυματισμένων στρατιωτών και των οικογενειών τους. Ο υιός του Νικόλαος υπηρετούσε με ανώτερο βαθμό στο 9ο τάγμα του Ρωσικού και ο υιός του Boris είχε διορισθεί ως αρχηγός της 23ης ταξιαρχίας πυροβολικού και πολέμησε ηρωικά στο αυστρο-ουγγρικό μέτωπο.
 
 
 Ο Άγιος Ιερομάρτυς Φιλόσοφος με τον Άγιο Ιωάννη της Κροστάνδης. Κάποιοι μιλούσαν εναντίον της πολυτελούς ενδυμασίας του Αγίου Ιωάννου, όμως Ο Κύριος ήξερε την καρδιά του Ιερέως του.

Ο ένας από τα αδέλφια του, ο π. Ιωάννης Ορνάτσκυ νυμφεύτηκε την ανηψιά του Αγίου Ιωάννη της Κρονστάνδης κι υπηρέτησε στην Αγία Πετρούπολη.Ο Άγιος Ιωάννης της Κρονστάνδης αγαπούσε πολύ τον π.Φιλόσοφο και τον επισκεπτόνταν συχνά στο σπίτι του.

 
 
Μετά την επανάσταση του 1917 ο π.Φιλόσοφος συνέχισε με περισσότερο ζήλο να κυρήττει,να λειτουργεί και να κάνει ομιλίες στους πιο επικίνδυνους χώρους.Ανάμεσα στα θύματα των μπολσεβίκων συγκαταλέγεται και ο γαμπρός του π.Φιλοσόφου,ο π.Πέτρος Σκίπετρωφ.Ήταν αυτόπτης μάρτυς του μαρτυρίου του γαμπρού του.
 
 
Όλη αυτή η βία όμως δεν ήταν ικανή να κάμψει το ηρωικό και μαρτυρικό φρόνημα του ιερέα.Ο εκδότης των ''Νέων Καιρών''Σουβόριν του έγραψε:«π. Φιλόσοφε,εσύ είσαι η μοναδική ελπίδα μας. Όλοι οι άλλοι γύρω μας σιωπούν».
 
Ο Άγιος Ιερομάρτυς Φιλόσοφος συνελήφθη, στις 20 Ιουλίου 1918, μαζί με τους υιούς του από άνδρες της κρατικής ασφάλειας, που τους μετέφεραν στις φυλακές της Κροστάνδης. Εκτελέσθηκαν διά τουφεκισμού, δίδοντας έτσι τη μαρτυρία της πίστεώς τους στον Κύριο και Θεό μας. Η μνήμη του τιμάται στις 31 Μαίου.
 
Πηγή: proskynitis.blogspot.gr

Αναζητηση

Αναγνώστες